1/29/16

Δεν ξέρω πώς να ζω χωρίς να ξέρω...




Δεν ξέρω. Δε ξέρω ποιος είμαι, δεν ξέρω πού είμαι, δεν ξέρω πότε είμαι, δεν ξέρω τι είμαι, δεν ξέρω γιατί είμαι, δεν ξέρω τι θέλω, δεν ξέρω τι κάνω, δεν ξέρω πώς θέλω αυτό που θέλω ή δεν θέλω, δεν ξέρω πώς κάνω αυτό που κάνω ή δεν κάνω. Κάποτε ήξερα ποιος είμαι, πού είμαι, πότε είμαι, τι είμαι, γιατί είμαι, τι θέλω, τι κάνω. Αν δεν τα ήξερα κάποτε θα μου ήταν πολύ πιο εύκολο να μην τα ξέρω ούτε τώρα. Αλλά, καλώς ή κακώς, τα ήξερα τότε, εκεί, κι ας μην τα ξέρω τώρα, εδώ. Όταν τα ήξερα, ήξερα πως δεν είναι ανάγκη να τα ξέρουν κι όλοι οι υπόλοιποι. Δεν σημαίνει πως επειδή εγώ ήξερα για εμένα όλα τα παραπάνω, έπρεπε και όλοι υπόλοιποι να ξέρουν για τον εαυτό τους όλα τα παραπάνω. Κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του χρόνο και τον δικό του χώρο. Είτε το γνωρίζει είτε όχι. Εγώ απλά έτυχε, από πολύ μικρή ηλικία, από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, να ξέρω. Να μην ανήκω δηλαδή σε αυτούς που δεν ξέρουν αλλά να ανήκω σε αυτούς που ξέρουν. Και ήταν όμορφα. Να ξέρεις. Γιατί όταν ξέρεις, το ποιος, το πού, το πότε, το τι, το γιατί, το θέλω, το κάνω... τα βήματα είναι όνειρα και ο στόχος όραμα. Έχεις δηλαδή πολλές μικρές εικόνες που τις ονομάζω βήματα-όνειρα και μια μεγάλη εικόνα που την ονομάζω όραμα. Ήξερα, όμως, πως είναι πολύ δύσκολο σε τόσο μικρή ηλικία κάποιος να ξέρει. Και θεωρούσα άδικο όταν ζητούσαν από όλους σε τόσο μικρή ηλικία να δηλώσουν ακριβώς ποιοι είναι, πού είναι, πότε είναι, τι είναι, γιατί είναι, τι θέλουν, τι κάνουν. Έχει δικαίωμα κάποιος να μην ξέρει. Είναι σαν να του ζητάς να περιορίσει τις άπειρες δυνατότητές του δηλώνοντας ένα από τα πολλά. Είναι όμορφο να αφήνεις τον άλλον να βρει στην πορεία τις απαντήσεις του στις ερωτήσεις του. Εγώ απλά έτυχε να θέλω μόνο το ένα από τα πολλά. Εγώ απλά έτυχε να έχω από την αρχή τις απαντήσεις στις ερωτήσεις μου. Μπορούσα να δηλώσω ακριβώς τι θέλω και ακριβώς τι κάνω. Όχι, όμως γιατί οι άλλοι μου το ζητούσαν αλλά επειδή εγώ ήθελα να το δηλώσω στον κόσμο. Ένιωθα πως έχω γεννηθεί για έναν μόνο σκοπό και πως μεγαλώνω μόνο για έναν προορισμό. Έβλεπα μόνο έναν δρόμο που οδηγούσε μόνο σε ένα όραμα. Τα βήματα ήταν πολλά, τα όνειρα μεγάλα. Αλλά όλα ενώνονταν σε μία τεράστια πανέμορφη εικόνα. Και από την αρχή το γνώριζα πως δεν θα είναι εύκολος αυτός ο δρόμος. Από πολύ πολύ πολύ αρχή. Γιατί δεν ήθελα να κάνω κάτι που ήξερα πώς να το κάνω. Όλοι γύρω μου ήταν σε άλλο δρόμο. Αλλά εγώ ήθελα αυτόν. Τον διαφορετικό. Τον παράλογο. Τον δημιουργικό. Τον ανθρώπινο. Τον... δικό μου. Μόνο αυτό ήθελα. Να περπατήσω στον μοναδικό, μοναχικό, μου δρόμο. Τίποτα άλλο δεν με ενδιέφερε, τίποτα άλλο δεν μου φαινόταν να έχει κάτι που να με αφορά, τίποτα άλλο δεν το ένιωθα να είναι εγώ, τίποτα άλλο δεν έκανε το μυαλό μου να στριφογυρίζει και την καρδιά μου να χτυπάει. Ίσως να ακούγεται υπερβολικό. Όλοι ξέρουμε ότι η ζωή αρκεί για να κάνει την καρδιά μας να χτυπάει και τα ερεθίσματα είναι αρκετά για να κάνουν το μυαλό μας να στριφογυρίζει. Αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ελπίζω να καταλαβαίνετε τι εννοώ. Αυτός ήταν ο μόνος δρόμος που με έκανε να νιώθω ζωντανή. Δεν ξέρω αν το έχετε νιώσει. Αυτό το να είναι όλα τα κομμάτια σας στην θέση τους ενωμένα. Να τα νιώθετε όλα σωστά. Όπως πρέπει να είναι. Ενωμένα. Σε μια αρμονία. Σε μια ισορροπία. Ω! Δεν ήταν ότι ήμουν ευτυχισμένη. Δεν ήμουν, όχι ακόμα. Εξάλλου γύρω μου όλα ήταν χαοτικά και ανακατεμένα. Απλά δεν με πείραζε. Ακριβώς γιατί μπορούσα να τα αντέξω επειδή κρατιόμουν από αυτόν, τον έναν και τον μοναδικό, μοναχικό, μου δρόμο. Και προσπάθησα... Πόσο προσπάθησα... Μόνο εγώ το ξέρω... Κανένας άλλος... Το σώμα μου που κουράστηκε, το μυαλό μου που εξανλήθηκε και η καρδιά μου που αναζήτησε μέχρι τελικής πτώσεως. Πότε τελείωνει μια προσπάθεια; Πόσος χρόνος είναι άραγε αρκετός, πόση ενέργεια αρκετή για να καταλάβεις πως σε αυτό το σημείο πρέπει να συνεχίσεις ή να σταματήσεις; Εγώ συνέχιζα και συνέχιζα και συνέχιζα. Γιατί δεν μπορούσα εξάλλου να με φανταστώ να σταματάω. Πώς γίνεται να αφήσεις τα όνειρα; Πώς γίνεται να απογοητεύσεις το όραμα; Πώς γίνεται να μην ακούσεις τον ίδιο τον εαυτό σου; Συνέχιζα. Αλλά είδα πράγματα που δεν έπρεπε να δω. Άκουσα πράγματα που δεν ήθελα να ακούσω. Έζησα πράγματα που δεν έπρεπε και δεν ήθελα να δω και να ακούσω, να ζήσω... Να ήταν άραγε αυτό το τίμημα που πληρώνει κάποιος όταν κάνει αυτό που επιθυμεί; Μπορώ να με προστατεύσω; Με ρωτούσα ξανά και ξανά; Είμαι αρκετά δυνατή; Θα τα καταφέρω; Και πριν προλάβω να απαντήσω, συνέχιζα... χωρίς να ξέρω πώς... Όλα τα άλλα τα ήξερα... αλλά δεν ήξερα πώς τα καταφέρνω να συνεχίζω ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ήταν άνθρωποι. Γιατί δεν ήταν. Αυτό μπορώ να σας το πω με σιγουριά. Και σίγουρα κι εσείς το ίδιο θα λέγατε. Δεν είναι υποκειμενική η γνώμη μου. Είναι μια αντικειμενική άποψη. Καθαρή και ανόθευτη. Υποστήριζα τους αδύναμους. Αγωνιζόμουν για το καλύτερο. Και συνέχιζα. Και είναι δύσκολο, είναι πολύ δύσκολο να συνεχίζεις. Εκ των υστέρων, τώρα που σταμάτησα, γιατί τώρα πια εδώ πού έφτασα πώς να μην σταματήσω, είναι εύκολο να σου πουν όλοι και από κάτι. Θα σου πουν πως δεν προσπάθησες αρκετά (λες και ήταν αυτοί μέσα στο δικό σου σώμα και έζησαν αυτοί αυτά που έζησες εσύ) ή θα σου πουν πως έπρεπε να έχεις σταματήσει πολύ νωρίτερα (λες και έζησαν αυτοί μέσα στο δικό σου μυαλό και έβλεπαν αυτοί αυτά που έβλεπες εσύ)... Είναι στα αλήθεια φοβερό... πως οι μισοί θεωρούν πώς θα έπρεπε να έχεις συνεχίσει και δεν αγωνίστηκες αρκετά και οι άλλοι μισοί πως έπρεπε να έχεις σταματήσει και δεν κατάλαβες αρκετά. Ε, λοιπόν και οι μεν και οι δε κάνουν λάθος. Δεν θα μπορούσα να έχω σταματήσει νωρίτερα γιατί δεν γινόταν να μην συνεχίσω και δεν θα μπορούσα να έχω συνεχίσει κι άλλο γιατί δεν γινόταν να μην σταματήσω. Δεν ήταν θέμα επιλογής. Ούτε η συνέχεια ούτε η διακοπή. Μπορεί άραγε κανείς να το καταλάβει; Συνέχισα όταν μπορούσα να συνεχίσω και σταμάτησα όταν μπορούσα να σταματήσω. Και μην αρχίσουμε τα δεν υπάρχει «δεν θέλω», υπάρχει «δεν μπορώ». Υπάρχει. Το «δεν μπορώ». Είναι ένας τεράστιος μύθος το ότι δεν υπάρχει. Όπως τεράστιος μύθος είναι πως όταν θέλεις κάτι το πετυχαίνεις. Μπορεί να μην μπορείς. Τελεία. Μπορεί να θέλεις κάτι και να μην μπορείς. Μύθοι και πραγματικότητες. Πραγματικότητες και μύθοι. Η ουσία είναι μία. Τότε ήμουν αποφασιστική, τώρα είμαι αναποφάσιστη. Και δεν ξέρω πώς να ζήσω την ζωή μου ως αναποφάσιστη. Τότε ήμουν ενωμένη, τώρα διασπασμένη. Και δεν ξέρω πώς να ζήσω ως διασπασμένη. Τότε ήξερα, τώρα δεν ξέρω. Και δεν ξέρω πως να ζω χωρίς να ξέρω. Και εξηγώ. Δεν εννοώ πως τα ήξερα όλα. Ήξερα, όμως, αυτά που χρειαζόντουσαν να ξέρω. Τα μικρά όνειρα. Το μεγάλο όραμα. Δεν ξέρω πώς να ζω χωρίς όνειρα και χωρίς όραμα. Ίσως να ξέρει κάποιος άλλος να μου πει. Ίσως να γνωρίζει κάποιος άλλος να με μάθει πώς είναι δυνατόν να ζει κανείς χωρίς προορισμό και χωρίς δρόμο... Ίσως και όχι... Ίσως μόνη μου να πρέπει να το ανακαλύψω κι αυτό...


No comments:

Post a Comment