1/31/16

Προσπάθεια και Αλλαγή. Αλλαγή και Προσπάθεια.



Η προσπάθεια προσπαθεί και η αλλαγή αλλάζει.

Η προσπάθεια αλλάζει και η αλλαγή προσπαθεί.

Η προσπάθεια αλλάζει την αλλαγή προσπαθώντας.
Η αλλαγή αλλάζει την προσπάθεια προσπαθώντας.

Η αλλαγή προσπαθεί αλλάζοντας την προσπάθεια.
Η προσπάθεια προσπαθεί αλλάζοντας την αλλαγή.

Η προσπάθεια προσπαθεί προσπαθώντας και η αλλαγή αλλάζει αλλάζοντας.
Η προσπάθεια προσπαθεί αλλάζοντας και η αλλαγή αλλάζει προσπαθώντας.
Η προσπάθεια αλλάζει προσπαθώντας και η αλλαγή προσπαθεί αλλάζοντας.
Η προσπάθεια αλλάζει αλλάζοντας και η αλλαγή προσπαθεί προσπαθώντας.

Η προσπάθεια της αλλαγής ισούται με την αλλαγή της προσπάθειας.

Αυτός που προσπαθεί, αλλάζει.
Αυτός που αλλάζει, προσπαθεί.

Αυτός που προσπαθεί να αλλάξει, αλλάζει να προσπαθεί.

Αυτός που προσπαθεί το πώς να αλλάξει, αλλάζει το πώς προσπαθεί.


1/30/16

Το μυστικό της αγάπης



Λένε πως η αγάπη είναι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις... Όμως κανείς δεν φαίνεται να ρώτησε την ίδια την αγάπη τι πιστεύει για αυτό για να δούμε ποια θα ήταν η απάντησή της...

Γιατί δεν νομίζω πως αν ρωτούσαμε την αγάπη
«Εσύ είσαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;»
Εκείνη θα απαντούσε
«Ναι. Είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις.».

Μπορεί να απαντούσε
«Όχι. Δεν είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις.».

Ή μπορεί και να απαντούσε διπλωματικά
«Μπορεί να είμαι, μπορεί και να μην είμαι, η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις.».

Ή να απαντούσε με μια αναρώτηση
«Μήπως είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;».

Ή να απαντούσε με μια ερώτηση
«Ποιος σας είπε πως είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;»,
«Γιατί πιστεύετε ότι είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;»
«Πώς είναι δυνατόν να είμαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;».

Α, ναι... Πολλά μπορεί να έλεγε η αγάπη και ποτέ δεν θα τα μάθουμε... γιατί η αγάπη, πολλές φορές, παίρνει την μορφή που της δίνουμε... Αν θέλουμε να την κάνουμε έτσι, την κάνουμε έτσι... Κι αν θέλουμε να την κάνουμε αλλιώς, την κάνουμε αλλιώς... Η αγάπη, βέβαια, είναι η αγάπη ανεξάρτητα από εμάς... Το θέμα είναι αυτή η αγάπη που είναι η αγάπη ανεξάρτητα από εμάς είναι η ίδια αγάπη που δίνει απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις; Ή η αγάπη που δίνει απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις είναι μια αγάπη μη αγάπη; Δεν είμαι σίγουρη αν θέλω να σας ανακαλύψω το μυστικό μου... για την ακρίβεια, το μυστικό της... Το μυστικό της αγάπης, όχι το δικό μου... Αλλά, ίσως, να μην πειράζει να το εκμυστηρευτώ... Την συνάντησα κάποτε την αγάπη... Την ίδια την αγάπη... Όχι την αγάπη που έφτιαξα στο μυαλό μου... Όχι την αγάπη που έζησα στο σώμα μου... Όχι την αγάπη την εξαρτημένη... Όχι την αγάπη την ονειρεμένη... Μιλάω για εκείνη την αγάπη που ήταν η αγάπη... όχι η αγάπη που πήρε την μορφή που της έδωσα εγώ... Και όταν την συνάντησα πρόλαβα να την ρωτήσω κοιτάζοντάς την στα μάτια... «Πες μου, τώρα που σε έχω εδώ, είσαι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις;». Και εκείνη έγνευσε το κεφάλι αρνητικά... Θα ήθελε να έχει τις λύσεις σε όλα τα προβλήματα, θα ήθελε να είναι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις, θα ήθελε να βρίσκεται στην θέση που την τοποθετούμε... αλλά... δεν είναι... ούτε αυτή που θέλουμε... ούτε εκεί που την τοποθετούμε... Η αγάπη είναι απλά η αγάπη... Δεν μπορεί απαραίτητα να διώξει τον φόβο... Δεν μπορεί απαραίτητα να διορθώσει τις ζημιές... Δεν μπορεί να μαζέψει τα σπασμένα, δεν μπορεί να ενώσει τα χωρισμένα... Μπορεί να υπάρχει... αλλά αυτό δεν σημαίνει πως μπορεί να τα κάνει όλα σωστά και όλα καλά... Είναι τόσο πολύπλοκοι οι άνθρωποι για να μπορεί η απλή αγάπη να τους «γιατρέψει» όσο και όπως θα ήθελε... Και ήμουν πολύ μικρή τότε... αλλά αμέσως κατάλαβα... πόσο η αγάπη είναι σαν κι εμένα... ευάλωτη... εύθραυστη... ανθρώπινη... και πόσο δεν θα μπορέσει να αγκαλιάσει όλες τις ζημιές που μου έχουν γίνει... «Συγνώμη» μου είπε η αγάπη... «Επειδή δεν θα είμαι αρκετή για όσα σου συνέβησαν.» Μα δεν υπήρχε τίποτα να της συγχωρέσω. Κανένας άνθρωπος, καμία σχέση... δεν θα μπορούσαν να είναι αρκετά... Η αγάπη θα μπορούσε να βοηθήσει... Μα όχι να γιατρέψει... Εγώ θα έπρεπε να δημιουργήσω την υγεία της ζωής μου... Δεν υπάρχει απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις... Υπάρχω εγώ... που θέτω τις ερωτήσεις... κι εγώ που προσπαθώ να βρω τις απαντήσεις... κι αν υπάρχει και η αγάπη στην ζωή μου... μου είναι πιο εύκολος ο δρόμος... κάπως πιο εύκολος...

1/29/16

Δεν ξέρω πώς να ζω χωρίς να ξέρω...




Δεν ξέρω. Δε ξέρω ποιος είμαι, δεν ξέρω πού είμαι, δεν ξέρω πότε είμαι, δεν ξέρω τι είμαι, δεν ξέρω γιατί είμαι, δεν ξέρω τι θέλω, δεν ξέρω τι κάνω, δεν ξέρω πώς θέλω αυτό που θέλω ή δεν θέλω, δεν ξέρω πώς κάνω αυτό που κάνω ή δεν κάνω. Κάποτε ήξερα ποιος είμαι, πού είμαι, πότε είμαι, τι είμαι, γιατί είμαι, τι θέλω, τι κάνω. Αν δεν τα ήξερα κάποτε θα μου ήταν πολύ πιο εύκολο να μην τα ξέρω ούτε τώρα. Αλλά, καλώς ή κακώς, τα ήξερα τότε, εκεί, κι ας μην τα ξέρω τώρα, εδώ. Όταν τα ήξερα, ήξερα πως δεν είναι ανάγκη να τα ξέρουν κι όλοι οι υπόλοιποι. Δεν σημαίνει πως επειδή εγώ ήξερα για εμένα όλα τα παραπάνω, έπρεπε και όλοι υπόλοιποι να ξέρουν για τον εαυτό τους όλα τα παραπάνω. Κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του χρόνο και τον δικό του χώρο. Είτε το γνωρίζει είτε όχι. Εγώ απλά έτυχε, από πολύ μικρή ηλικία, από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, να ξέρω. Να μην ανήκω δηλαδή σε αυτούς που δεν ξέρουν αλλά να ανήκω σε αυτούς που ξέρουν. Και ήταν όμορφα. Να ξέρεις. Γιατί όταν ξέρεις, το ποιος, το πού, το πότε, το τι, το γιατί, το θέλω, το κάνω... τα βήματα είναι όνειρα και ο στόχος όραμα. Έχεις δηλαδή πολλές μικρές εικόνες που τις ονομάζω βήματα-όνειρα και μια μεγάλη εικόνα που την ονομάζω όραμα. Ήξερα, όμως, πως είναι πολύ δύσκολο σε τόσο μικρή ηλικία κάποιος να ξέρει. Και θεωρούσα άδικο όταν ζητούσαν από όλους σε τόσο μικρή ηλικία να δηλώσουν ακριβώς ποιοι είναι, πού είναι, πότε είναι, τι είναι, γιατί είναι, τι θέλουν, τι κάνουν. Έχει δικαίωμα κάποιος να μην ξέρει. Είναι σαν να του ζητάς να περιορίσει τις άπειρες δυνατότητές του δηλώνοντας ένα από τα πολλά. Είναι όμορφο να αφήνεις τον άλλον να βρει στην πορεία τις απαντήσεις του στις ερωτήσεις του. Εγώ απλά έτυχε να θέλω μόνο το ένα από τα πολλά. Εγώ απλά έτυχε να έχω από την αρχή τις απαντήσεις στις ερωτήσεις μου. Μπορούσα να δηλώσω ακριβώς τι θέλω και ακριβώς τι κάνω. Όχι, όμως γιατί οι άλλοι μου το ζητούσαν αλλά επειδή εγώ ήθελα να το δηλώσω στον κόσμο. Ένιωθα πως έχω γεννηθεί για έναν μόνο σκοπό και πως μεγαλώνω μόνο για έναν προορισμό. Έβλεπα μόνο έναν δρόμο που οδηγούσε μόνο σε ένα όραμα. Τα βήματα ήταν πολλά, τα όνειρα μεγάλα. Αλλά όλα ενώνονταν σε μία τεράστια πανέμορφη εικόνα. Και από την αρχή το γνώριζα πως δεν θα είναι εύκολος αυτός ο δρόμος. Από πολύ πολύ πολύ αρχή. Γιατί δεν ήθελα να κάνω κάτι που ήξερα πώς να το κάνω. Όλοι γύρω μου ήταν σε άλλο δρόμο. Αλλά εγώ ήθελα αυτόν. Τον διαφορετικό. Τον παράλογο. Τον δημιουργικό. Τον ανθρώπινο. Τον... δικό μου. Μόνο αυτό ήθελα. Να περπατήσω στον μοναδικό, μοναχικό, μου δρόμο. Τίποτα άλλο δεν με ενδιέφερε, τίποτα άλλο δεν μου φαινόταν να έχει κάτι που να με αφορά, τίποτα άλλο δεν το ένιωθα να είναι εγώ, τίποτα άλλο δεν έκανε το μυαλό μου να στριφογυρίζει και την καρδιά μου να χτυπάει. Ίσως να ακούγεται υπερβολικό. Όλοι ξέρουμε ότι η ζωή αρκεί για να κάνει την καρδιά μας να χτυπάει και τα ερεθίσματα είναι αρκετά για να κάνουν το μυαλό μας να στριφογυρίζει. Αλλά καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ελπίζω να καταλαβαίνετε τι εννοώ. Αυτός ήταν ο μόνος δρόμος που με έκανε να νιώθω ζωντανή. Δεν ξέρω αν το έχετε νιώσει. Αυτό το να είναι όλα τα κομμάτια σας στην θέση τους ενωμένα. Να τα νιώθετε όλα σωστά. Όπως πρέπει να είναι. Ενωμένα. Σε μια αρμονία. Σε μια ισορροπία. Ω! Δεν ήταν ότι ήμουν ευτυχισμένη. Δεν ήμουν, όχι ακόμα. Εξάλλου γύρω μου όλα ήταν χαοτικά και ανακατεμένα. Απλά δεν με πείραζε. Ακριβώς γιατί μπορούσα να τα αντέξω επειδή κρατιόμουν από αυτόν, τον έναν και τον μοναδικό, μοναχικό, μου δρόμο. Και προσπάθησα... Πόσο προσπάθησα... Μόνο εγώ το ξέρω... Κανένας άλλος... Το σώμα μου που κουράστηκε, το μυαλό μου που εξανλήθηκε και η καρδιά μου που αναζήτησε μέχρι τελικής πτώσεως. Πότε τελείωνει μια προσπάθεια; Πόσος χρόνος είναι άραγε αρκετός, πόση ενέργεια αρκετή για να καταλάβεις πως σε αυτό το σημείο πρέπει να συνεχίσεις ή να σταματήσεις; Εγώ συνέχιζα και συνέχιζα και συνέχιζα. Γιατί δεν μπορούσα εξάλλου να με φανταστώ να σταματάω. Πώς γίνεται να αφήσεις τα όνειρα; Πώς γίνεται να απογοητεύσεις το όραμα; Πώς γίνεται να μην ακούσεις τον ίδιο τον εαυτό σου; Συνέχιζα. Αλλά είδα πράγματα που δεν έπρεπε να δω. Άκουσα πράγματα που δεν ήθελα να ακούσω. Έζησα πράγματα που δεν έπρεπε και δεν ήθελα να δω και να ακούσω, να ζήσω... Να ήταν άραγε αυτό το τίμημα που πληρώνει κάποιος όταν κάνει αυτό που επιθυμεί; Μπορώ να με προστατεύσω; Με ρωτούσα ξανά και ξανά; Είμαι αρκετά δυνατή; Θα τα καταφέρω; Και πριν προλάβω να απαντήσω, συνέχιζα... χωρίς να ξέρω πώς... Όλα τα άλλα τα ήξερα... αλλά δεν ήξερα πώς τα καταφέρνω να συνεχίζω ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ήταν άνθρωποι. Γιατί δεν ήταν. Αυτό μπορώ να σας το πω με σιγουριά. Και σίγουρα κι εσείς το ίδιο θα λέγατε. Δεν είναι υποκειμενική η γνώμη μου. Είναι μια αντικειμενική άποψη. Καθαρή και ανόθευτη. Υποστήριζα τους αδύναμους. Αγωνιζόμουν για το καλύτερο. Και συνέχιζα. Και είναι δύσκολο, είναι πολύ δύσκολο να συνεχίζεις. Εκ των υστέρων, τώρα που σταμάτησα, γιατί τώρα πια εδώ πού έφτασα πώς να μην σταματήσω, είναι εύκολο να σου πουν όλοι και από κάτι. Θα σου πουν πως δεν προσπάθησες αρκετά (λες και ήταν αυτοί μέσα στο δικό σου σώμα και έζησαν αυτοί αυτά που έζησες εσύ) ή θα σου πουν πως έπρεπε να έχεις σταματήσει πολύ νωρίτερα (λες και έζησαν αυτοί μέσα στο δικό σου μυαλό και έβλεπαν αυτοί αυτά που έβλεπες εσύ)... Είναι στα αλήθεια φοβερό... πως οι μισοί θεωρούν πώς θα έπρεπε να έχεις συνεχίσει και δεν αγωνίστηκες αρκετά και οι άλλοι μισοί πως έπρεπε να έχεις σταματήσει και δεν κατάλαβες αρκετά. Ε, λοιπόν και οι μεν και οι δε κάνουν λάθος. Δεν θα μπορούσα να έχω σταματήσει νωρίτερα γιατί δεν γινόταν να μην συνεχίσω και δεν θα μπορούσα να έχω συνεχίσει κι άλλο γιατί δεν γινόταν να μην σταματήσω. Δεν ήταν θέμα επιλογής. Ούτε η συνέχεια ούτε η διακοπή. Μπορεί άραγε κανείς να το καταλάβει; Συνέχισα όταν μπορούσα να συνεχίσω και σταμάτησα όταν μπορούσα να σταματήσω. Και μην αρχίσουμε τα δεν υπάρχει «δεν θέλω», υπάρχει «δεν μπορώ». Υπάρχει. Το «δεν μπορώ». Είναι ένας τεράστιος μύθος το ότι δεν υπάρχει. Όπως τεράστιος μύθος είναι πως όταν θέλεις κάτι το πετυχαίνεις. Μπορεί να μην μπορείς. Τελεία. Μπορεί να θέλεις κάτι και να μην μπορείς. Μύθοι και πραγματικότητες. Πραγματικότητες και μύθοι. Η ουσία είναι μία. Τότε ήμουν αποφασιστική, τώρα είμαι αναποφάσιστη. Και δεν ξέρω πώς να ζήσω την ζωή μου ως αναποφάσιστη. Τότε ήμουν ενωμένη, τώρα διασπασμένη. Και δεν ξέρω πώς να ζήσω ως διασπασμένη. Τότε ήξερα, τώρα δεν ξέρω. Και δεν ξέρω πως να ζω χωρίς να ξέρω. Και εξηγώ. Δεν εννοώ πως τα ήξερα όλα. Ήξερα, όμως, αυτά που χρειαζόντουσαν να ξέρω. Τα μικρά όνειρα. Το μεγάλο όραμα. Δεν ξέρω πώς να ζω χωρίς όνειρα και χωρίς όραμα. Ίσως να ξέρει κάποιος άλλος να μου πει. Ίσως να γνωρίζει κάποιος άλλος να με μάθει πώς είναι δυνατόν να ζει κανείς χωρίς προορισμό και χωρίς δρόμο... Ίσως και όχι... Ίσως μόνη μου να πρέπει να το ανακαλύψω κι αυτό...


1/28/16

Πριν κάποιους μήνες...



«Εσύ... από πού είσαι;»

Μοναστηράκι. Μια όμορφη γλυκιά κοπέλα με ρωτάει με σπαστά αγγλικά πού είναι το ταχυδρομείο. Δεν έχω ιδέα πού είναι. Έρχεται και μια φίλη της. Απαντάω με τα δικά μου σπαστά αγγλικά πως δεν ξέρω πού είναι αλλά μπορούμε να ρωτήσουμε. Ρωτάω έναν άντρα που, επίσης, δεν ξέρει που ρωτάει έναν άντρα που ξέρει. Του λέει πού είναι. Μου λέει πού είναι. Τους λέω πού είναι. Με τα τραγικά αγγλικά μου. Τους ρωτάω από ποιά χώρα είναι. Πάντα ρωτάω κάποιον που δεν είναι από εδώ από πού είναι. Έχω περιέργεια και ενθουσιασμό. Κατεβάζει τα μάτια. Νιώθει ντροπή και ενοχές. Δεν καταλαβαίνω γιατί. Μου λέει «Germany». Και κατεβάζει και η φίλη της τα μάτια. Ωραία. Εκεί μας κατάντησαν. Να μην μπορούμε να κάνουμε ούτε έναν διάλογο. Να μην μπορούμε να πούμε από ποιο μέρος του κόσμου ερχόμαστε, σε ποιο μέρος του κόσμου γεννηθήκαμε ή μεγαλώσαμε. Χαμηλώνω τα μάτια κι εγώ. Για μια γελοία μικρή στιγμή. Έπειτα τα ξανασηκώνω. Γιατί αισθανόμαστε ντροπή; Γιατί νιώθουμε ενοχές; Ξανασηκώνουν κι εκείνες τα μάτια. Τα βλέμματά μας διασταυρώνονται. «Έχετε πολύ όμορφο χρώμα ματιών» λέω και το εννοώ. Είναι εκείνο το χρώμα που δεν μπορείς καν να περιγράψεις ποιο είναι. Κάτι ανάμεσα σε γκρίζο και πράσινο. Χαμογελάν. Η φίλη που είναι στην σιωπή τόση ώρα γυρίζει και μου λέει «Εμένα πάντα μου άρεσαν τα καστανά μάτια». Χαμογελάω κι εγώ. Είναι μια αληθινή στιγμή ανθρώπινη.

Πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι, πίσω από τις υπογραφές καταστάσεις...


1/27/16

Και το αγόρι... Και το κορίτσι...



Και το αγόρι είπε...

«Νιώθω πως δεν προχωράω, πως δεν πηγαίνω προς τα μπροστά, πως μένω σε ένα σημείο, πως τίποτα δεν κινείται, πως όλα μένουν ίδια, πως τίποτα για εμένα δεν αλλάζει... Νιώθω πως οι άλλοι προχωράνε, πηγαίνουν προς τα μπροστά, δεν μένουν σε ένα σημείο, κινούνται, δεν μένουν ίδιοι, όλα για εκείνους αλλάζουν. Και γνωρίζω πως δεν είναι ούτε σωστό ούτε δίκαιο να συγκρίνω... Με ξέρεις... Δεν έπεφτα ποτέ στην παγίδα της σύγκρισης επειδή γνώριζα πόσο επώδυνη και θανατηφόρα μπορεί να γίνει. Δεν σε βοηθάει να συνεχίσεις και δεν σε οδηγεί πουθενά. Αλλά τώρα, δεν είμαι σίγουρος τι συμβαίνει και γιατί συμβαίνει... και όλα λειτουργούν μέσα μου πιο συγκριτικά... όχι ανταγωνιστικά... αλλά ηττοπαθικά... Είμαι πια σε αυτήν την ηλικία... όχι μεγάλος... όχι μικρός... Οι άλλοι παντρεύονται και κάνουν παιδιά. Εγώ δεν έχω παντρευτεί και δεν έχω παιδιά. Και να φανταστεί κανείς πως δεν θα ήθελα να παντρευτώ ή να κάνω παιδιά. Οι άλλοι σπουδάζουν και παίρνουν πτυχίο. Εγώ δεν σπουδάζω και δεν θα πάρω πτυχίο. Και να φανταστεί κανείς πως δεν θα ήθελα να σπουδάζω, όχι έτσι όπως σπουδάζουν οι άλλοι, και να πάρω πτυχίο. Οι άλλοι αγοράζουν σπίτι... και εγώ θα είμαι στο δάνειο μια ζωή... Ένα σπίτι δικό μου θα το ήθελα... Οι άλλοι έχουν αυτοκίνητο... και εγώ δεν έχω... Δεν ξέρω τι σου λέω... Το νόημα είναι πως νιώθω πως είμαι... στάσιμος... και όχι μόνο στάσιμος αλλά και πως αρχίζω να πηγαίνω προς τα πίσω... Δεν είμαι ευχαριστημένος με την δουλειά μου... Δεν μου αρέσει αυτή η δουλειά... Δεν με εκφράζει... Με πιέζει... Με αγχώνει... Δεν με ενδιαφέρει... Έχω χάσει το ενδιαφέρον μου για την ζωή... Νιώθω σαν το μυαλό μου να έχει ανάγκη για κάτι πιο δημιουργικό... Και ο έρωτας... Σε κάνουν να χάνεις το ενδιαφέρον σου και για τον έρωτα, σιγά σιγά... πόσο θλιβερό είναι αυτό; Να κάνουν τους ανθρώπους να χάνουν το ενδιαφέρον τους για τον έρωτα; Ο λόγος που σου μιλάω είναι γιατί γνωρίζω... εσύ πόσο ικανή είσαι όχι μόνο να καταλάβεις μα και να αισθανθείς. Εσύ με γνωρίζεις σχεδόν πιο καλά και από εμένα... Δεν έχω ιδέα τι μου συμβαίνει... αλλά κάτι πρέπει να αλλάξει... Έχω ανάγκη από μια αλλαγή, καταλαβαίνεις; Φυσικά και καταλαβαίνεις... Μόνο μια αλλαγή θα με σώσει... Θα με ταρακουνήσει... Θα με αλλάξει... Αλλά εγώ δεν είμαι όπως οι άλλοι... Δεν μπορώ να κάνω μια αλλαγή του τύπου «εθελοτυφλώ»... ίσα για να πείσω και καλά τον εαυτό μου ότι και καλά κάνω αλλαγή... Δεν θέλω ψευδαισθητική αλλαγή... Δεν θέλω να μεθύσω και να κάνω έρωτα... Θέλω να μεθύσω από έρωτα... Έχει μεγάλη διαφορά... Οι γυναίκες βάφουν, κόβουν τα μαλλιά τους... Ψευδαισθητικές αλλαγές... Οι άντρες... Θα είχα να σου πω ένα σωρό για τις ψευδαισθητικές αλλαγές τους... αλλά δεν θα τελείωνα μέχρι αύριο να μιλάω... Θέλω μια ουσιαστική αλλαγή. Δεν με πείθουν οι αλλαγές που δεν είναι αλλαγές... Δεν μπορώ να κοροϊδέψω ούτε τον εαυτό μου... Ίσως για αυτό να νιώθω τόσο στο ίδιο σημείο... Και δεν μπορώ να βρω τι πρέπει να γίνει... Οι άντρες υποτίθεται πως βρίσκουν λύσεις... Ξέρεις είναι πιο πρακτικοί... Εγώ σαν να κουράστηκα να ψάχνω λύσεις... Έβρισκα λύσεις σε όλη μου την ζωή... Δεν θέλω άλλες τέτοιου τύπου λύσεις σε δήθεν προβλήματα... Θέλω να κάνω κάτι που μου αρέσει... Θέλω να έχω κάτι που μου αρέσει... Θέλω να είμαι κάτι που αρέσει... Θέλω να γίνω κάτι που μου αρέσει... Και σε κάνουν να νομίζεις πως αυτό είναι πολυτέλεια... Το ότι θες παραπάνω... Το ότι ζητάς αξιοπρέπεια... Αλλά είμαι σε μια ηλικία... που δεν αντέχεται η μη αξιοπρέπεια... Ίσως όταν είσαι μικρός είσαι πιο ευαίσθητος στο να αφεθείς να ανεχτείς πράγματα... αν δηλαδή δεν γίνεις ένα μικρός επαναστάτης... αν θελήσεις να ταιριάξεις... Τώρα δεν αντέχεται... Δεν θέλω να φύγω από εδώ... Δεν θέλω να πάω στο εξωτερικό... Άλλοι φεύγουν... Κι αυτοί προχωράνε... Στραβά κουτσά, προχωράνε... Να’ τη πάλι η σύγκριση... Δεν ξέρω πώς να μείνω εδώ... και να ζήσω μια ζωή που να έχει τα λίγα που ζητάω... Γιατί δεν είναι πολλά... Λίγα... αλλά σαν να μοιάζουν αδύνατο να τα αποχτήσεις... Έχω ανάγκη από μια αλλαγή...»

Και το κορίτσι δεν είπε τίποτα. Στην αρχή. Απλά πλησίασε το πρόσωπό της στο δικό του και τον φίλησε. Έπειτα πήρε ξανά μια μικρή απόσταση και είπε σιγά...

«Ορίστε. Αυτή είναι μια αλλαγή. Μπορώ να γίνω η αλλαγή σου. Σου δίνω την δυνατότητα να έχεις μια αλλαγή στο τώρα. Αυτήν. Γνωρίζεις πολύ καλά πως δεν θα προσπαθήσω να σε αλλάξω. Αλλά μπορώ να γίνω η αλλαγή που θες. Οι συγκρίσεις είναι παγίδες. Εγώ πάντα σου το λέω. Θα ζήσεις μια δυστυχισμένη ζωή αν συγκρίνεις άδικα τον εαυτό σου έτσι με τους άλλους... Και ξέρω πως εσύ σπάνια πέφτεις θύμα των ύπουλων συγκρίσεων του μυαλού. Που σημαίνει ότι για να νιώθεις έτσι τώρα... έχεις βρεθεί απλά σε ένα αδύναμο μη ικανοποιητικό σημείο της ζωής σου... Συμβαίνουν αυτά... Συμβαίνουν κι άλλα... Αλλά μιας και μιλήσαμε για σύγκριση... Αυτοί οι γάμοι των φίλων σου είναι αληθινά προχωρήματα; Και οι σπουδές και τα πτυχία; Ξέρεις τις απόψεις μου... Το προχώρημα και το μη προχώρημα δεν φαίνεται από αυτά... Σίγουρα ένας γάμος μπορεί να είναι προχώρημα αλλά μπορεί και να μην είναι. Είναι οι άνθρωποι που κάνουν τις λέξεις να είναι ή να μην είναι κάτι. Συγκρίνεσαι με κάτι που το φτιάχνεις στο μυαλό σου διαφορετικά από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Βέβαια, ακόμα και οι πιο ευτυχισμένοι γάμοι να ήταν πάλι δεν θα είχε σημασία... Είναι οι ζωές των άλλων όχι η δική σου... Αυτό που σου συμβαίνει είναι πως θέλεις μια ζωή που να σε ικανοποιεί... μια ζωή που να σε ευχαριστεί... μια ζωή που να την νιώθεις δική σου... Δεν μπορείς να κρυφτείς... Δεν θέλεις να φύγεις... Είσαι γεμάτος συγκρούσεις γιατί δεν σε αφήνουν να υπάρξεις... Είσαι γεμάτος συγκρίσεις γιατί δεν σε αφήνουν να αναπνεύσεις... Συγκρούσεις συγκρίσεων... Συγκρίσεις συγκρούσεων... Αλλά δεν είναι των άλλων οι ζωές που θέλεις... Αν σου έδινα την δυνατότητα να ζήσεις τις ζωές των άλλων, δεν θα τις ήθελες... Από απόσταση όλα φαίνονται αλλιώς και διαφορετικά... Η άποψή μου είναι... να αφήσεις τους άλλους να ζήσουν την ζωή τους... και να ζήσεις την ζωή σου... Το τι είναι προχώρημα είναι σχετικό... Το τι είναι εξέλιξη είναι σχετικό... Εγώ σε είδα να προχωράς και να εξελίσσεσαι... κι ας μην μπορείς να το δεις και να το νιώσεις τώρα εσύ... Έχεις ανάγκη από μια αλλαγή. Ορίστε. Έγινα η αλλαγή σου. Δεν είμαι μια αλλαγή για πάντα. Είμαι μια αλλαγή για τώρα. Δεν είμαι μια ψευδαισθητική αλλαγή αν δεν με κάνεις να είμαι μια ψευδαισθητική αλλαγή. Μπορώ να είμαι μια αληθινή αλλαγή που συμβαίνει στην αληθινή ζωή σου.»

Και έγινε η αληθινή αλλαγή του. Και έγινε η αληθινή αλλαγή της.

Και έτσι κατόρθωσαν να συνεχίσουν να βλέπουν τον κόσμο... αληθινά...

Για πόσο; Για όσο...


1/26/16

Πριν κάποιες μέρες...



Δεν θα έλεγα πως «διδάσκω»-πως προσπαθώ να διδάξω-πολύ καιρό. Όμως σε αυτόν τον καιρό που «διδάσκω»-που προσπαθώ να διδάξω-δεν έχω κάνει ποτέ ούτε μία απουσία, ούτε μία ακύρωση, ούτε μία αντικατάσταση. Ο κόσμος να χαλάει-Ο κόσμος να χαλάσει (που εύχομαι να μην χαλάει-χαλάσει γιατί τον αγαπάω ιδιαίτερα τον κόσμο) νιώθω πως θέλω να είμαι εκεί για τους ανθρώπους που έχουν επιλέξει να είναι εκεί... Έχει σημασία πιστεύω να είσαι ένας σταθερός σταθμός-μία βασική βάση... Επίσης, αν θέλει κανείς να «διδάξει» την συνέπεια, πρέπει πρώτα από όλα και πρώτους από όλους να είναι ο ίδιος συνεπής... Αν θέλει να «διδάξει» σταθερότητα, σεβασμό, εμπιστοσύνη, πρέπει ο ίδιος να τα εκπέμπει...

Να είναι σταθερός.
Να είναι άξιος σεβασμού.
Να είναι άξιος εμπιστοσύνης.

Το ίδιο επιδίωκα και ως μαθήτρια.
Να μην κάνω απουσίες.
Το ίδιο και ως ηθοποιός.
Να μην κάνω απουσίες.

Το ίδιο και με τις πρόβες.
Να μην κάνω ακυρώσεις.
Το ίδιο και με τις παραστάσεις.
Να μην κάνω ακυρώσεις.

Αλλά είναι άλλη ιστορία το πώς υπήρξα ως μαθήτρια και άλλη ιστορία το πώς υπήρξα ως ηθοποιός... άλλη ιστορία το τι έκανα με τις πρόβες και άλλη ιστορία το τι έκανα με τις παραστάσεις...

Σε γενικές γραμμές... δεν επέτρεπα... σε μια αρρώστια να με κρατήσει κάτω ή σε μια προσωπική ή επαγγελματική στιγμή να με επηρεάσει με τέτοιο τρόπο που να μην μπορώ να λειτουργήσω...

Όλα τα άφηνα να υπάρξουν πριν ή μετά το μάθημα, την πρόβα, την παράσταση... αλλά όχι στο μάθημα, στην πρόβα, στην παράσταση...

Όλες αυτές οι σκέψεις γιατί αρρώστησα αυτές τις ημέρες... και όταν έκλεισε η φωνή μου... τρομοκρατήθηκα... γιατί σκέφτηκα... χωρίς φωνή...
Πώς θα κάνω όσα έχω να κάνω;
Πώς θα πάω στις ομάδες μου;
Πώς θα επικοινωνήσω με τους ανθρώπους μου;

Ήταν τόσο το άγχος μου... όσο τότε... που έκλεινε η φωνή μου και είχα παρουσιάσεις, εξετάσεις, ακροάσεις, πρόβες... ή παραστάσεις την επόμενη ή ακόμα και την ίδια ημέρα... και αναρωτιόμουν πώς θα ανταπεξέλθω...

Και δεν έκλεισε λίγο... μα εντελώς! Από την μία στιγμή στην άλλη! Κι από εκεί που τα πράγματα σου φαίνονται δύσκολα, μπορούν να γίνουν ακόμα πιο δύσκολα... Γιατί... χωρίς φωνή... είναι γεγονός... τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα...

Στο χθες (στο χθες του χθες) πήγα με χαρτιά στο μάθημα. Κάθισα κι έγραψα χαρτιά σε περίπτωση που χρειαστούν. Τελικά δεν χρειάστηκαν και τόσο πολύ... αφού οι άνθρωποί μου ήταν τόσο ήσυχοι και κατανοητικοί... Ό,τι χρειάστηκε το είπα ψιθυριστά... και το μάθημά μας κύλησε ήρεμα και όμορφα...

Στο αύριο (στο αύριο του αύριο) εύχομαι απλά να έχω φωνή... να αρκούν δύο γερές μέρες ξεκούρασης, με τσάγια, χαμομήλια, καραμέλες και ύπνο... για να ξαναεμφανίσουν την φωνή μου και να μπορέσω να διευκολύνω την επικοινωνία... Αλλιώς με βλέπω να πηγαίνω με καρτέλες πάλι...

Εκνευρίζομαι με την αρρώστια, καμιά φορά... Και ποιος άνθρωπος δεν εκνευρίζεται; Αν και τώρα πρέπει να πω πως δεν υπάρχει τόσος εκνευρισμός όσος παλιότερα. Τώρα απλά προσπαθώ να κάνω ό,τι μπορώ σε σχέση με το πώς είμαι. Αυτό.

Κάθομαι σπίτι, λοιπόν... και με κρατάω από το να βγω στο «έξω» κόσμο... και κάνω όσα μπορώ να κάνω...

Και εύχομαι και ελπίζω να γίνω και να είμαι γρήγορα καλά.

Και τώρα και όλη την χρονιά.

Να μπορώ να είμαι εδώ για τους ανθρώπους μου.

Να μπορώ να είμαι εδώ και για εμένα.

Υπάρχουν όνειρα που περιμένουν να πραγματοποιηθούν...

Υπάρχουν ιδέες που περιμένουν να μορφοποιηθούν...

Και χρειάζονται δυνάμεις για να υλοποιηθεί το αόρατο και για να δημιουργηθεί το άφταστο...

1/25/16

Το ένα φέρνει το άλλο και το άλλο φέρνει το ένα...




(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)


Το ένα φέρνει το άλλο και το άλλο φέρνει το ένα...


Βάζω ένα τίτλο σε ένα κείμενο... και μετά... αρχίζω να γράφω το κείμενο και γίνεται άλλο κείμενο από αυτό που θα περίμενα να γίνει... έπειτα αλλάζω τον τίτλο... αλλά αλλάζοντας τον τίτλο... μου έρχεται ιδέα για να αλλάξω το κείμενο... κι έπειτα πάλι αλλάζω το κείμενο... μα αλλάζοντας το κείμενο... πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει ξανά και ο τίτλος... Και σε έναν φαύλο κύκλο από αλλαγές εγώ να μένω η ίδια... Έπειτα να σκέφτομαι πως δεν έχει νόημα... κάπου πρέπει να κατασταλλάξει κανείς... κάτι οφείλει να επιλέξει... Δεν έχει τόση σημασία... Ας είναι ένας τίτλος... Θα είναι αρκετός... Καλύτερα εξάλλου από το να μην έχω κανένα τίτλο... Ας είναι ένα κείμενο... Θα είναι αρκετό... Καλύτερα εξάλλου από το να μην έχω κανένα κείμενο... Έπειτα σκέφτομαι γιατί; Γιατί είναι καλύτερα να υπάρχει κάποιος τίτλος ή κάποιο κείμενο; Δεν είναι σίγουρο... και αποφασίζω να σταματήσω να γράφω για να δω τι θα συμβεί... Σβήνω και τον τίτλο... Σβήνω και το κείμενο... Και μένω στο χωρίς όνομα... και στο χωρίς λέξεις... Ωραία... και η παύση και η σιωπή... Έπειτα, όμως, δεν ξέρω... κάτι νιώθω να έχω να πω, κάτι θέλω να δηλώσω, κάτι θέλω να εκφράσω... και πρέπει να δώσω ένα όνομα σε αυτό... Δεν έπρεπε να σβήσω όσα έσβησα σκέφτομαι... Πάω να μετανιώσω... αλλά μετά θυμάμαι... πως δεν έχει νόημα να μετανιώνεις για τίποτα... Δεν πειράζει... Ας γράψω ξανά... άλλον τίτλο και άλλο κείμενο... από την αρχή... Και βάζω έναν τίτλο... μα... πώς να το πω... δεν είναι αυτό που ακριβώς θέλω, δεν είναι αυτό που ακριβώς νιώθω... Καταλαβαίνεις, έτσι; Τι σημαίνει να μην βρίσκεις την λέξη; Τι συμβαίνει όταν δεν βρίσκεις την πράξη; Φυσικά, καταλαβαίνεις... Και, παρόλα αυτά, γράφω μια λέξη... κι ας μην είναι αυτή ακριβώς που θέλω να πω... πάω να γράψω το κείμενο... και να’ το πάλι... αλλάζει στην πορεία... τι ήταν αυτή η καινούρια ιδέα που ήρθε; Να πάω προς τα εκεί; Ή μήπως να πάω προς τα εδώ; Σαν οδηγός που δεν μπορεί να αποφασίσει πού να στρίψει... Δεν ξέρω τι να κάνω με το τιμόνι... Και σταματάω ξανά το αυτοκίνητο... Είναι το πλάνο που χρειάζεται... Χρειάζεται ένας σχεδιασμός... Μα εγώ δεν έχω πλάνο... Νιώθω, βέβαια, πως η ζωή μου είναι σαν ένα μονοπλάνο... αλλά αυτό δεν νομίζω να μετράει σαν πλάνο ζωής... Τι μου συμβαίνει; Γιατί δεν γίνεται να βάλω έναν απλό τίτλο στην ταινία μου; Γιατί συνέχεια αλλάζουν οι τίτλοι αρχής; Γιατί αλλάζει το περιεχόμενο; Πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει τίποτα σταθερό; Γιατί κουνάει η κάμερα; Αφού δεν την κρατάω... Εξάλλου το δικό μου χέρι είναι σταθερό... όταν κρατάει την κάμερα... όταν κρατάει το τιμόνι τρέμει... Γιατί νιώθω πιο άνετα να είμαι παρατηρητής από το να είμαι οδηγός; Αυτό δεν είναι αλήθεια... Δεν έχω ιδέα γιατί το έγραψα... Πάντοτε ήθελα να είμαι και οδηγός... και παρατηρητής και οδηγός... Ούτε που ξέρω πού πάει η σκέψη μου... προσπαθεί να πάει στο τιμόνι... αλλά δεν είναι εκεί... για αυτό εξάλλου και δεν οδηγώ πια... δεν υπάρχει τιμόνι φτιαγμένο για εμένα... που να είναι προέκταση όχι του χεριού μου... μα του μυαλού μου... καταλαβαίνεις... να είναι συνδεδεμένο με τις σκέψεις μου... να σταματάει όταν δεν είμαι συγκεντρωμένη... να συνεχίζει όταν είμαι συντονισμένη με το τι συμβαίνει γύρω μου... Δεν είναι τα φτερά που κάνουν τους ανθρώπους... είναι οι άνθρωποι που κάνουν τα φτερά... Θα μπορούσα να αφήσω και το τιμόνι... Δεν είμαι και τόσο σίγουρη ότι το χρειάζομαι πια... Δεν είναι εξάλλου αυτό το όχημά μου... Ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι... Και αυτό το να ταιριάξεις... δεν χρειάζεται και τόσο πολύ...

Αλλά ας γυρίσουμε στις λέξεις...

Βάζω ένα τίτλο σε ένα κείμενο... και μετά... αρχίζω να γράφω το κείμενο και γίνεται άλλο κείμενο από αυτό που θα περίμενα να γίνει... έπειτα αλλάζω τον τίτλο... αλλά αλλάζοντας τον τίτλο... μου έρχεται ιδέα για να αλλάξω το κείμενο...


1/24/16

Εκείνοι




Εκείνος της είπε πως δεν είναι δημιουργικός.
Ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα γίνει.
Για αυτό και δεν ζητάει κάτι παραπάνω για την ζωή του. Σε ένα γραφείο; Σε ένα γραφείο, ναι... Μπορεί να ζήσει όλη του την ζωή σε αυτό το γραφείο. Δεν του αρέσουν οι άνθρωποι. Δεν του αρέσουν οι συνθήκες. Αλλά το γραφείο; Το συνήθισε. Έχει γίνει ο ίδιος γραφείο. Και δεν μπορεί τίποτα παραπάνω να ζητήσει από αυτό που ήδη έχει. Του αρκεί; Του αρκεί, ναι...

Εκείνη δεν είπε τίποτα. Έφυγε. Πήρε μια σκάλα. Ανέβηκε στο πατάρι. Έψαξε σε δέκα κούτες. Ήταν στην τελευταία. Κατέβηκε από το πατάρι. Έβαλε την σκάλα στην θέση της. Πήγε και τον βρήκε και του το έδωσε. Εκείνη, σε Εκείνον, έδωσε Εκείνο. Εκείνο το χαρτί που είχε γράψει Εκείνος μικρός.
«Ποτέ δεν ήσουν δημιουργικός;» τον ρώτησε.
Ενώ έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια του, Εκείνος ψιθύρισε «Το είχα ξεχάσει...» και Εκείνη, απάντησε «Εγώ πάλι, όχι.» και συνέχισε «Μπορείς να μου πεις ό,τι θες. Μπορείς να μου πεις πως είσαι ικανοποιημένος με το γραφείο σου. Έχεις δικαίωμα να νιώθεις όπως θέλεις. Μα δεν είναι σωστό να μου λες εμένα, εμένα!, πως εσύ, εσύ!, δεν ήσουν ποτέ δημιουργικός και πως ποτέ δεν θα γίνεις... Αυτή είναι μια μικρή απόδειξη που έτυχε να κρατήσω, υπήρχαν τότε τόσες δικές σου δημιουργίες... που χάθηκαν, πετάχτηκαν, σκίστηκαν, σβήστηκαν... Κάποτε ήθελες να γίνεις αυτό. Κάποτε έβλεπες τον κόσμο έτσι.» είπε και έφυγε... «Α! Και το χαρτάκι το θέλω! Σου το αφήνω για λίγο... Είναι ένα δώρο που μου έδωσε κάποτε, παλιά, ένας δημιουργικός μου φίλος...» του φώναξε από μακρυά...

Εκείνος έμεινε να κοιτάζει το χαρτί...
Στην μια μεριά του χαρτιού, οι λέξεις.
Στην άλλη μεριά του χαρτιού, οι εικόνες.
Κάποτε ήθελε να γίνει σκηνοθέτης.
Κάποτε έβλεπε τον κόσμο μέσα από πλάνα.
Τώρα ποιο ήταν άραγε το πλάνο της ζωής του;
Είχε γίνει ένα μικρό ανθρωπάκι κι αυτός μέσα σε ένα μικρό τετραγωνάκι σαν κι αυτά που ζωγράφιζε για να δηλώσει πώς θα γυριστούν οι σκηνές της ταινίας που ήθελε κάποτε να γυρίσει...
Μα η ζωή του δεν ήταν ταινία...
Δεν ήταν ευχαριστημένος στο γραφειο...
Δεν του αρκούσε αυτή η ζωή...
Ήθελε κάτι παραπάνω...
Ήθελε πολλά παραπάνω...
Σε ένα γραφείο; Σε ένα γραφείο, όχι...
Δεν μπορεί να ζήσει όλη του την ζωή σε ένα γραφείο.
Του αρκεί; Δεν του αρκεί, όχι...
Ήταν δημιουργικός.
Είναι δημιουργικός.
Και άρχισε να φτιάχνει καινούρια τετράγωνα με καινούρια ανθρωπάκια... Και άρχισε να γράφει καινούριους διαλόγους με καινούριες λέξεις...
Και έβγαλε το γραφείο από την ζωή του... και το έβαλε στα ζωγραφισμένα τετραγωνάκια του, αιχμαλωτίζοντας το για πάντα σε ένα πλάνο μιας ταινίας και σβήνοντάς το από το πλάνο μιας ζωής...

Εκείνη δεν την ξαναείδε. Ευθυνόταν Εκείνος. Της είπε πως δεν θέλει να την ξαναδεί. Είχε θυμώσει μαζί της επειδή του ξύπνησε όσα δεν ήθελε να ξυπνήσουν. Της είχε δώσει πίσω το χαρτί... και της είχε πει να μην ξαναεμφανιστεί ποτέ στην ζωή του. Ποτέ; ΠΟΤΕ. Είχε δυσκολευτεί τόσο για να περάσει από την ζωή του γραφείου στην ζωή του κινηματογραφείου... Ω! Είχε δυσκολευτεί τόσο μα τόσο πολύ! Και δεν μπορούσε να της το συγχωρέσει... Αλλά τώρα μετά από τόσα χρόνια, ήθελε, τόσο, μα τόσο πολύ, να την ξαναδεί. Δεν ευθυνόταν Εκείνη για όσα Εκείνος είχε μέσα του δει, για όσα υπήρχαν μέσα του ήδη... Της είχε μιλήσει άσχημα... Πολύ... Γνώριζε τα σημεία που την πονάνε... και τα χρησιμοποίησε όλα για να την πληγώσει. Αλλά το είχε μετανιώσει... Τώρα ήταν ένας διάσημος σκηνοθέτης... και όλα οφείλονταν σε Εκείνο το χαρτάκι του που Εκείνη είχε κρατήσει... Νόμιζε πως Εκείνη τώρα θα ερχόταν σε αυτόν... Τώρα που είχε φήμη, δόξα... Πως θα ξαναεμφανιζόταν... αλλά όχι... Εκείνη τήρησε αυτό που Εκείνος της είπε... «Δεν θέλω να σε ξαναδω ποτέ.» Ποτέ; ΠΟΤΕ. Μετά από πολλά πολλά πολλά χρόνια... Την είδε να κάθεται... Σε ένα γραφείο; Σε ένα γραφείο, όχι... Εκείνη ποτέ δεν θα καθόταν σε ένα γραφείο... Σε ένα παγκάκι. Καθόταν και περίμενε. Κάποιον; Κάτι; Κάθισε κι εκείνος μαζί της. «Συγνώμη.» της είπε κι Εκείνη απλά τον κοίταξε. Κι έτσι με μια απλή λέξη και με ένα απλό βλέμμα, μπήκε ξανά στα πλάνα της ζωής του...

Για Εκείνον γνωρίζουμε πως έγινε διάσημος σκηνοθέτης, και είναι ευχαριστημένος με την ζωή του... Στο σπίτι του υπάρχει το εξής χαραχτηριστικό... Δεν υπάρχει ούτε ένα γραφείο...

Για Εκείνην δεν γνωρίζουμε τίποτα. Πέρα από ένα χαρτάκι που έγραψε Εκείνη μικρή και που υπάρχει κι Εκείνο σε μία από τις δέκα κούτες στο πατάρι... Μα δεν μπορούμε να σας πούμε ακόμα τίποτα για Εκείνο το χαρτάκι... πριν να μάθουμε προς τα πού θα πάει η δική της η ζωή... Γιατί για Εκείνο το δικό της χαρτάκι γνωρίζει μόνο Εκείνη κι Εμείς... κανένας άλλος... Και μας έχει ζητήσει να το διαβάσουμε σε 20 χρόνια από σήμερα... Ναι, ναι, σε 20 χρόνια...

Για Εκείνους γνωρίζουμε... πως ακόμα είναι ο ένας στην ζωή του άλλου... Τους αρκεί; Τους αρκεί...

1/23/16

Τελικά εσύ;



(Είμαι αρρωστούλα, ξεκαθαρίζω τα κείμενά μου, βρίσκω αυτό, που μοιάζει με αυτό που έγραψα πριν λίγο καιρό αλλά επειδή είναι διαφορετικό και έχει την δική του δυναμική... το μοιράζομαι και αυτό...)


Τελικά εσύ;



«Τελικά εσύ το παράτησες το θέατρο;»

Όχι, δεν το «παράτησα» αλλά ακόμα κι αν το είχα «παρατήσει» αυτή δεν θα ήταν μια ερώτηση που θα ήθελα να ακούσω.

Όχι, δεν το «παράτησα» αλλά και που δεν το έχω «παρατήσει» αυτή δεν είναι μια ερώτηση που μου αρέσει να ακούω.

Επειδή, λοιπόν, με ρώτησαν κάτι τέτοιο... Με αφορμή αυτή την ερώτηση...

Αναρωτιέμαι...

Πόση δύναμη χρειάζεται για να κλείσεις τα αυτιά σου σε όλα όσα λέγονται και για να μην δίνεις σημασία σε όλα όσα γίνονται... Ο δρόμος σου είναι ο δρόμος σου, κανένας άλλος δεν τον γνωρίζει εκτός από εσένα, και εσύ απλά πρέπει να προσπερνάς όλα αυτά τα «όμορφα» «καλοπροαίρετα» σχόλια που γίνονται για το «καλό» σου... και να συνεχίζεις...

Την αγαπάω την σιωπή. Μακάρι να την χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι παραπάνω από ό,τι την χρησιμοποιούν. Η σιωπή σου δίνει την δυνατότητα και να σκεφτείς και να νιώσεις.

Δεν θύμωσα απέναντι στον άνθρωπο που με ρώτησε.
Ούτε, όμως, με άφησα να στενοχωρηθώ.
Δεν έχω πια αντοχές ούτε για τέτοιου είδους θυμό ούτε για τέτοιου είδους στενοχώρια...

Ναι, γνωρίζω γιατί με ρώτησε. Κάποτε έκανα μία παράσταση τον χρόνο... οι άλλοι θεωρούσαν ότι αυτό είναι εύκολο να γίνει ενώ δεν ήταν (όταν δεν έχεις κανέναν γνωστό, όταν δεν έχεις χρήματα, όταν δεν έχεις δικό σου θέατρο, όταν... όταν... όταν... )... Τώρα που απλά δεν είμαι εκεί όπως ήμουν... αμέσως θεωρούν (κάποιοι, φυσικά, όχι όλοι) ότι το παράτησα... ότι τα παράτησα...

Λες και γίνεται να παρατήσει κανείς το θέατρο...
Λες και θα σε αφήσει το θέατρο να το παρατήσεις...
Λες και αυτή δεν είναι μια σχέση που είναι αδύνατο να γκρεμιστεί από την στιγμή που χτίστηκε...
Λες και αυτό δεν είναι ένα άγραφο αόρατο συμβόλαιο που δεν γίνεται να σκιστεί...
Λες και αυτή δεν είναι μια αιώνια αόρατη δέσμευση που δεν γίνεται να σπάσει...

Ακόμα και να μην ξανακάνω καμία άλλη παράσταση ποτέ στην ζωή μου... Μία είναι η απάντηση και θα συνεχίσει να είναι...

«Δεν το παράτησα.»

Κι έτσι πρέπει να (συνεχίσεις να) απαντάς τα αυτονόητα σε ερωτήσεις που (συνεχίζουν να γίνονται και που) ακόμα σε πονάνε...

Τελικά εγώ δεν το παράτησα το θέατρο...

Αλλά αυτό δεν λέει τίποτα παραπάνω από αυτό που λέει... Δεν δηλώνει τίποτα για την συνέχεια μου...

Απολύτως τίποτα.

Μπορώ να μην κάνω τίποτα ξανά σε σχέση με το θέατρο και να μην το έχω παρατήσει.
Μπορώ να κάνω κάτι που δεν με εκφράζει σε σχέση με το θέατρο και να είναι σαν να το έχω παρατήσει (έστω και στιγμιαία, έστω και για λίγο).
Μπορώ και να κάνω πού και πού κάτι... όταν τα καταφέρνω... να κάνω κάτι που έχει νόημα για εμένα... που έχει ουσία... και εκεί... να μην με ενδιαφέρει αν μοιάζει σαν να το παράτησα ή σαν να μην το παράτησα...

Πολλά μπορώ... Πολλά μπορεί...

Και δεν υπάρχει καμία ερώτηση που να μπορεί να τα ρωτήσει... και καμία απάντηση που να μπορεί να τα απαντήσει...

Εγώ κάνω το καλύτερο που μπορώ... και από εκεί και πέρα τα υπόλοιπα τα κάνει η ζωή...


1/22/16

Κύβος


Καμιά φορά νιώθω σαν ένας κύβος. Συνήθως, νιώθω σαν ένας κύκλος... Είναι, όμως, και κάποιες στιγμές που νιώθω σαν ένας κύβος. Αλλά όχι σαν ένας οποιοσδήποτε κύβος. Σαν ένας συγκεκριμένος κύβος. Νιώθω σαν ένας κύβος του Ρούμπικ... Ξέρεις... ο κύβος του Ρούμπικ είναι ένα τριδιάστατο μηχανικό παζλ. Και εγώ νιώθω τριδιάστατη, νιώθω μηχανική, και σίγουρα νιώθω να είμαι παζλ. Τριδιάστατη... γιατί έχω τρεις διαστάσεις... Μηχανική... γιατί πολλές φορές για να τα βγάλω πέρα πρέπει να λειτουργήσω μηχανικά... Παζλ... γιατί αποτελούμαι από πολλά διαφορετικά μικρά κομμάτια... τα οποία όταν είναι ανακατεμένα φαίνεται σαν να μην ταιριάζουν... αλλά αν τα βάλεις με τον σωστό τρόπο και στην σωστή σειρά... όχι μόνο ολοκληρώνεται η εικόνα μου... αλλά είναι και ωραία... και το βασικότερο... βγάζει και νόημα... Αυτό που μοιάζει χαοτικό, δεν είναι, αρκεί να το κοιτάξεις από διαφορετική οπτική γωνία ή να το χειριστείς διαφορετικά... Νιώθω, λοιπόν, σαν ένας κύβος του Ρούμπικ... Έχω πολλά χρώματα... Μπλε και κίτρινο και πράσινο και πορτοκαλί και άσπρο... και κόκκινο... Φυσικά, πάντα έχω κόκκινο... Αυτά είναι τα παραδοσιακά χρώματα του κύβου... εγώ πολλές φορές μπορώ να έχω κι άλλα... αντί για κάποια από τα παραπάνω... Μπορώ να γίνω και μη παραδοσιακός κύβος του Ρούμπικ από την άποψη των χρωμάτων... Μπορείς σε εμένα να βρεις και σιελ, ροζ, μωβ... σομόν ή φούξια... Μπορείς να βρεις και μαύρο... Φυσικά, πάντα έχω και μαύρο... Σε κάθε περίπτωση έχω πολλά χρώματα... Μπορείς να με ανακατέψεις και να είναι όλα τα χρώματα μαζί... ή να με «φτιάξεις» και η κάθε πλευρά μου να έχει το χρώμα της... Μπορώ να με ανακατέψω ή να με οργανώσω... Και πρέπει να σου πω... πως δεν είμαι σίγουρη... πως είμαι πιο «εγώ»... όταν είμαι τακτοποιημένη και όχι όταν δεν είμαι... Θα ήθελα να είμαι πάντα τακτοποιημένη... αλλά δεν μπορώ να πω πως αυτό είναι και τόσο εύκολο να συμβεί με εμένα... Τις περισσότερες φορές είμαι μη φτιαγμένος και όχι φτιαγμένος κύβος του Ρούμπικ. Υπάρχουν λύσεις... για να είσαι πάντα τακτοποιημένος... Για τον συγκεκριμένο κύβο... υπάρχουν μαθηματικές πρακτικές συγκεκριμένες λύσεις... αλλά δεν τα πήγαινα καλά ποτέ ούτε με τα μαθηματικά ούτε με τις πρακτικές λύσεις... Είμαι ικανή να σκεφτώ τις πιο απίθανες λύσεις... και ούτε μία από αυτές να μην είναι πρακτική... να μην είναι μαθηματική... να μην έχει λογική... Έχει, φυσικά, την δική μου λογική... αλλά δεν είναι λογική που ταιριάζει στα προβλήματα της ζωής... Έτσι παραμένω ανακατεμένη... Βέβαια, ακόμα και ανακατεμένη είμαι εγώ και νιώθω εγώ... όπως και ο κύβος του Ρούμπικ ανακατεμένος συνεχίζει να είναι ο κύβος του Ρούμπικ... Δεν αλλάζει το σχήμα του ή το χρώμα του... αλλάζει το πού πάει τι... αλλά το τι παραμένει το ίδιο... Το άσπρο άσπρο... Το κόκκινο κόκκινο... Το μαύρο μαύρο... Τώρα που το σκέφτομαι... ακόμα και ο παραδοσιακός κύβος του Ρούμπικ έχει μαύρο... όχι στα τετραγωνάκια που τον αποτελούν και φτιάχνουν τις εξωτερικές πλευρές του κύβου... Μα στο πλαίσιο γύρω γύρω και στην πίσω μεριά των κομματιών... Αρκετές φορές όλες οι συνδέσεις είναι μαύρες... Δεν ξέρω γιατί το έγραψα αυτό... Δεν ήταν σε σειρά σε σχέση με τα προηγούμενα... αυτό είναι μια απόδειξη πως στο συγκεκριμένο σημείο της ζωής μου είμαι ανακατεμένος και όχι μη ανακατεμένος κύβος του Ρούμπικ... Βέβαια, σκέφτομαι ότι ο φτιαγμένος κύβος του Ρούμπικ είναι στα ράφια και στις βιβλιοθήκες... ο άφτιαχτος... είναι στα χέρια των άνθρωπων... αλλάζει... παίζει... μεταμορφώνεται... κάνει διαδρομές... ενώ ο φτιαγμένος... μένει στάσιμος... με τις όμορφες πλευρές του... συμπληρωμένες... και ταιριαστές... Δεν νομίζω να θέλω να επιλέξω το ένα ή το άλλο... Μερικές φορές αφήνομαι να είμαι φτιαγμένη και μερικές φορές αφήνομαι να είμαι άφτιαχτη... Μερικές φορές, φαίνομαι ισορροπημένη και μερικές ανακατεμένη... Το υλικό από το οποίο όμως είμαι φτιαγμένη δεν αλλάζει... Εγώ είμαι εγώ... όπως και ο κύβος είναι κύβος και δεν θα γίνει σφαίρα...

1/21/16

04.11.2015 Τετάρτη



(Σκόρπιες) Σκέψεις (μου)


Αυτά που λένε οι άλλοι για εσένα είναι (και πρέπει να θυμάσαι πως είναι) ανεξάρτητα από αυτά που πιστεύεις εσύ για τον εαυτό σου.

Αυτά που πιστεύουν οι άλλοι για εσένα είναι (και πρέπει να θυμάσαι πως είναι) ανεξάρτητα από αυτά που λες εσύ για τον εαυτό σου.

Αυτά που πιστεύεις πρέπει να εκφράζονται μέσα από αυτά που λες και να εκδηλώνονται μέσα από αυτά που κάνεις.

Αν σε άλλο σημείο βρίσκονται αυτά που πιστεύεις, σε άλλο σημείο βρίσκονται αυτά που λες και σε άλλο σημείο βρίσκονται αυτά που κάνεις... σημαίνει πως είσαι διασκορπισμένος σε περισσότερα σημεία από όσα είσαι ικανός να βρίσκεσαι.

Αν θέλεις να συνεχίσεις να περπατάς πάνω σε ένα σκοινί ο μόνος τρόπος είναι να ισορροπήσεις...
Αν θέλεις να μάθεις πώς να ισορροπήσεις πάνω σε ένα σκοινί πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να πέσεις αρκετές φορες. Και να σηκωθείς άλλες τόσες. Για να ξαναπέσεις άλλες τόσες. Και για να ξανασηκωθείς άλλες τόσες. Κάποια στιγμή, μαθαίνονται αυτά που νομίζεις πως δεν μαθαίνονται και απλά καταλήγεις και περπατάς στο σκοινί χωρίς να χρειαστεί να πέφτεις και να σηκώνεσαι.

Το μυστικό δεν είναι στο τι αλλά στο πώς.

Το μυστικό δεν είναι στον κόπο αλλά στον τρόπο.

Το μυστικό δεν είναι στους άλλους, αλλά σε εσένα.

Όσα δεν φέρνει ο ήλιος, τα φέρνει η σκιά.



1/20/16

03.11.2015 Τρίτη



(Σκόρπιες) Σκέψεις (μου)


Δεν χρειάζεται να εξηγείς κάθε σου σκέψη.

Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογείς πάνω σε κάθε σου συναίσθημα.

Υπάρχουν πράγματα που έχει νόημα να αναλύσεις και πράγματα που δεν έχει νόημα να αναλυσεις. Υπάρχουν καταστάσεις που έχει νόημα να εξηγήσεις και καταστάσεις που δεν έχει νόημα να εξηγήσεις.

Δεν χρειάζεται να προσπαθείς να γίνεις κάποιος.

Δεν χρειάζεται να προσπαθείς να μην γίνεις κάποιος.

Δεν χρειάζεται να γίνεις κάποιος. Είσαι κάποιος.


1/19/16

05.11. 2015 Πέμπτη


Περίεργη μέρα.
Πονεμένη.
Κάτι συνέβηκε.
Που δεν μπορώ και δεν θέλω να το γράψω εδώ.
Ένα γεγονός.
Γνωρίζω
πως θα είναι δύσκολες οι επόμενες ημέρες.
Πονεμένες.
Πρέπει να ανταπεξέλθω
σε συναισθήματα που δεν αντέχονται
και σε σκέψεις που δεν είναι εύκολο να τις χειριστεί κανείς.
Και ξέρω πως θα χρειαστεί αρκετός καιρός για να επανέλθω...
Φοβάμαι πως είναι τόσος ο πόνος αυτός που έχω περάσει... συνολικά στην ζωή μου... και αντί να γίνομαι πιο δυνατή... γίνομαι πιο αδύναμη...
Αυτό είναι ένα Αντίο
Πονεμένο.
Και πρέπει να βρω τρόπο να ζήσω με αυτό.
Αυτή είναι μια Απώλεια
Και πρέπει να βρω τρόπο να συνεχίσω με αυτήν.
Κανείς δεν ξέρει το Αύριο τι θα φέρει
Ούτε το Αύριο το ίδιο.
Μα υπάρχει αυτή η ελπίδα (για το Αύριο)
η Πονεμένη
που σε κάνει να πιστεύεις
πως υπάρχει κάπου, κάπως, κάποτε
ένα Αύριο
που ίσως
να μην είναι Πονεμένο
να μην γίνει Πονεμένο
και στην πονεμένη μας ζωή
με τις τόσες πονεμένες μας στιγμές
με τα τόσα πονεμένα μας σήμερα
αυτό μας κρατάει όρθιους
το ότι υπάρχει ένα μη πονεμένο Αύριο...
Μαγεμένο... Αύριο...
Το λένε...
Όχι πονεμένο.
Μαγεμένο.

Περίεργο Αύριο.
Όχι πονεμένο.
Μαγεμένο.


1/18/16

Στάσου λιγάκι




Στάσου λιγάκι, κι άκουσέ με,
Μην περπατάς, περίμενέ με,
Κι ας περπατήσουμε μαζί,
Σε έναν ρυθμό, με λογική.
Γύρνα και κοίτα τους ανθρώπους,
Όλους αυτούς τους άλλους τρόπους...
Άλλος κινείται, δειλά δειλά,
Άλλος πηγαίνει στα κρυφά,
Άλλος τρέχει και μας σπρώχνει,
Άλλος φεύγει και μας διώχνει,
Άλλος μιλάει ευγενικά,
Άλλος υπάρχει προσεχτικά...
Και αν με ρωτάς τι άλλο να δεις;
Αυτοί εδώ είμαστε «εμείς».
Εσύ που τρέχεις και που σπρώχνεις,
Εσύ που φεύγεις και που διώχνεις,
Εσύ που κινείσαι, εσύ που μιλάς,
Εσύ που υπάρχεις, εσύ που αγαπάς...
Δεν έχει τόσο δυσκολία,
Να βρει κανείς την ευτυχία.
Αρκεί γύρω του να κοιτάξει,
Αρκεί μέσα του να αλλάξει.
Αυτά που φαίνονται διαφορετικά,
Μπορεί να είναι μοναδικά,
Μα όλα έχουν σημεία κοινά,
Πιο κοντινά, πιο μακρινά.
Οι λέξεις μου είναι απλές,
Προφορικές και παιδικές.
Μέσα στην απλότητα βρίσκεται η σοφία,
Μέσα στην αθωότητα χάνεται η βία,
Μέσα στην γενναιότητα πεθαίνει η αδιαφορία,
Μέσα στην μικρότητα γεννιέται η αδικία.
Λες πως η αγάπη είναι μόνο για τους δειλούς,
Μα μέσα σε αυτήν τώρα στέκεσαι και με ακούς.
Λες πως ο έρωτας είναι μόνο για τους αφελείς,
Μα αν σε φιλήσω τώρα δεν θα μ’ απαρνηθείς.
Αυτό που θέλω να σου πω πριν να σε αφήσω,
Αυτό που θέλω να σου δώσω πριν σε αποχαιρετίσω,
Δεν είναι η μικρούλα η καρδιά μου,
Ή τα μεγάλα τα όνειρά μου.
Είναι μια φράση, μια «συμβουλή»,
Δεν είναι όλα όπως τα βλέπεις εσύ.
Πίσω από τα πρόσωπα, ιστορίες.
Πίσω από τις λέξεις, εμπειρίες.
Πίσω από τις πράξεις, η ζωή.
Πίσω από εμένα, είσαι κι εσύ.
Κι αυτός ο δρόμος που περπατάμε,
Είναι κι αυτός που αγαπάμε.
Τώρα σε αφήνω έχω να βρω,
Όλα αυτά που είμαι εγώ.
Δεν είμαι εδώ, δεν είσαι εδώ.
Είμαστε ένα όραμα κοινό.
Θα συναντιόμαστε στα βήματά μας,
Θα συνυπάρχουμε στην ανθρωπιά μας.
Εκεί που μιλάμε, εκεί που ακούμε,
Εκεί που τα Όμορφα δημιουργούμε...


1/17/16

Σε εκείνο το μάθημα...



Σε εκείνο το μάθημα... είχε βγει όλο το μεγαλείο όλου του παράλογου εαυτού μου. Για κάποιο λόγο κάθε-μα κάθε-φορά (ή μπορεί και σχεδόν κάθε φορά αλλά σίγουρα πολύ συχνά) που ανέβαινα στην σκηνή το αποτέλεσμα ήταν ωραίο μα πάντα-σχεδόν πάντα-παράλογο. Ήταν δηλαδή παράλογα ωραίο ή ωραία παράλογο. Είχα ανέβει αρκετές παράλογες φορές πάνω στην παράλογη σκηνή για να κάνω κάτι παράλογα παράλογο...
Α! Μου άρεσε πολύ αυτό το μάθημα! Είχε εξάλλου μία από τις αγαπημένες μου ασκήσεις... Στους περισσότερους ηθοποιούς δεν άρεσε και τόσο αυτή η άσκηση... Τους άγχωνε, τους τρόμαζε, τους εκνεύριζε, τους τρομοκρατούσε... Τους δημιουργούσε έναν πανικό... Εμένα πάλι... ήταν η καλύτερή μου... Ανυπομονούσα όλη την εβδομάδα... για αυτήν την ημέρα... για αυτήν την ώρα... για αυτήν την άσκηση...
Τέλος πάντων... Κάποια στιγμή ανέβηκα με μια άλλη κοπέλα (ένα από τα πιο ταλαντούχα πλάσματα που έχω γνωρίσει σε αυτόν τον κόσμο, χωρίς καμία υπερβολή). Είχαμε ξανανέβει μαζί στην σκηνή, στο ίδιο μάθημα, και το αποτέλεσμα μας ήταν και πάλι παράλογο. Γνώριζα πως όταν ανέβαινα μόνη μου στην σκηνή σε αυτό το μάθημα το αποτέλεσμα μου ήταν συνήθως παράλογο... νόμιζα πως μαζί με κάποιον άλλον δεν θα συνέβαινε αυτό... Με την συγκεκριμένη κοπέλα, όμως, την πρώτη φορά που ανεβήκαμε στην σκηνή και πάλι, όλα ήταν παράλογα... Είχε και εκείνη μια τάση προς το παράλογο και έτσι όταν βρεθήκαμε μαζί δεν χρειαζόταν και πολύ για να κυλήσουμε, ταυτόχρονα και συντονισμένα, στον κόσμο του παραλόγου... Αυτήν την φορά, λοιπόν, ήμουν αποφασισμένη, ανεβαίνοντας στην σκηνή, ό,τι και να συμβεί, να το στρίψω, να προσπαθήσω δηλαδή να το στρίψω, προς τον ρεαλισμό...
Ξεκινήσαμε ρεαλιστικά.
Και οι δυό μας.
Καταλήξαμε παράλογα.
Και οι δυό μας.
Κατεβαίνοντας από την σκηνή, γύρισα και της το είπα:
«Αυτήν την φορά, αλήθεια, προσπάθησα να κάνουμε κάτι ρεαλιστικό.»
Κούνησε κι εκείνη το κεφάλι της καταφατικά.
«Κι εγώ το ίδιο.» μου είπε.
Και γελάσαμε και οι δύο.
Καμιά φορά άλλα θέλεις να κάνεις εσύ κι άλλα σε θέλει να κάνεις η σκηνή. Δεν είχε καμία σημασία αν εγώ ξεκινούσα με στόχο να κάνω κάτι ρεαλιστικό, μπορούσα άνετα να κυλήσω στο παράλογο πριν, καλά καλά, το καταλάβω...
Θυμάμαι ακόμα μια ερώτηση που μου έκανε ο δάσκαλος μου, κάποια στιγμή...
«Μήπως είσαι εγγονή του Μπέκετ;»
Είχα γελάσει πάρα πολύ με αυτήν την ερώτηση. Είχε γελάσει κι όλο το τμήμα.
Όχι. Δεν ήμουν εγγονή του Μπέκετ. Αλλά, ποιος ξέρει;, ίσως, θα μπορούσα να ήμουν. Και για ένα διάστημα της ζωής μου όλος ο παράλογος εαυτός μου εκφραζόταν πάνω στην σκηνή και δεν είχε τέλος αυτό το παράλογο κομμάτι μου... Και ήμουν ευτυχισμένη...
Α! Και να προσθέσω και κάτι άλλο... Υπάρχουν φορές που αυτό που φαίνεται παράλογο δεν είναι... τουλάχιστον όχι τόσο παράλογο όσο νομίζουμε ότι είναι...
Θυμάμαι ακόμα, μια φορά, που έκανα κάτι πάνω στην σκηνή που ενώ στα μάτια των άλλων φαινόταν παράλογο, παράξενο, περίεργο... και ιδιαίτερα χιουμοριστικό... προκαλούσε εξωτερικά αχνά γέλια... από πίσω... ήταν λογικό, απλό, ρεαλιστικό... και ιδιαίτερα σοβαρό... προκαλούσε εσωτερικά αχνά δάκρυα... Απλά εκεί, τότε, είχα επιλέξει να το παρουσιάσω έτσι... χωρίς κανένας να μπορεί να καταλάβει την σύνδεση... Έτσι για εμένα ήταν κάτι πολύ απλό αυτό που έκανα αφού ακολουθούσε μια σειρά και μια κατεύθυνση που ήταν αδύνατο να χάσω... ενώ για τους άλλους ήταν κάτι πολύ χαοτικό αφού φαινόταν σαν να είναι τυχαίο... Νομίζω ότι τότε... μετά από αυτήν την παρουσίαση ήταν που μου έγινε η ερώτηση σε σχέση με τον Μπέκετ... Ω! Την είχα διασκεδάσει πολύ αυτήν την παρουσίαση... Ήταν σαν ένα παράλογο παιχνίδι ή σαν ένα παιχνιδιάρικο παράλογο... Ένα λογικό παράλογο ή μια παράλογη λογική... Σαν ένα μυστικό μαγικό! Είχα μεταμφιέσει το λογικό σε παράλογο και έτσι το παράλογο έμοιαζε σχεδόν λογικό... Η αλήθεια είναι πως πολλές φορές υπάρχει λογική στο παράλογο ακόμα κι όταν εμείς δεν την γνωρίζουμε ή δεν την καταλαβαίνουμε...
Για λίγο υπήρξα Θέατρο Του Παραλόγου. Η ίδια ήμουν Θέατρο Του Παραλόγου. Κάθε φορά που ανέβαινα στην σκηνή όλα ήταν και όλα γίνονταν παράλογα... κι όχι επειδή η ζωή μου ήταν παράλογη (που ήταν), κι όχι επειδή εγώ ήμουν παράλογη (που ήμουν), μα επειδή η σκηνή με μεταμόρφωνε σε ένα παράλογο πλάσμα που μίλαγε παράλογα, κινούνταν παράλογα, εκφραζόταν παράλογα και έκανε και τους άλλους να νιώθουν το Παράλογο παράλογα...
Είναι αυτό παραλογισμός;
Μπορεί, ναι... Μπορεί και όχι...
Συνέβηκε... εκείνα τα παράλογα χρόνια... εκείνες τις παράλογες στιγμές... σε εκείνα τα παράλογα κομμάτια του παράλογου εαυτού μου...
Και είμαι παράλογα ευχαριστημένη που το έζησα...
Γιατί μέσα από την εξερεύνηση του παράλογου εαυτού μου... γεννήθηκαν αμέτρητες καινούριες κατευθύνσεις... Λογικές ή Παράλογες...

1/16/16

Αρρώστια...



Είναι εκείνες οι μέρες ξεκούρασης... που περιμένεις να έρθουν... έρχονται... και εκεί που θέλεις να κάνεις ένα σωρό πράγματα... είναι σαν να βρίσκει χώρο και χρόνο η άρρωστια να εμφανιστεί... Μένεις, λοιπόν, στο κρεββάτι... Με πονοκέφαλο, πονόλαιμο, θερμοκρασία που ανεβοκατεβαίνει... ζεστά ροφήματα που πηγαινοέρχονται... και φαρμακευτικές καραμέλες που τελειώνουν... Πού και πού σηκώνεσαι... Λίγο για να περπατήσεις... Λίγο για να τεντωθείς... Λίγο κάτι για να διαβάσεις... Λίγο κάτι για να δεις... Έπειτα γράφεις... λίγο στον υπολογιστή... λίγο στο τετράδιο... όλα λίγο... αφού δεν αντέχεις τίποτα να κάνεις για πολύ... αφού οι δυνάμεις σου σε εγκαταλείπουν... Χάνεις τις ημέρες... Εκεί που ήταν Παρασκευή έφτασε Τρίτη... κι ας νιώθεις εσύ πως είναι ακόμα Σάββατο... Η εβδομάδα φαντάζει ή πιο μεγάλη ή πιο μικρή... αλλά σίγουρα τίποτα δεν φαίνεται στην σωστή του χρονική στιγμή... οι αποστάσεις διαφορετικές... Και όταν είσαι ξύπνιος οι σκέψεις είναι αγχωμένες και θολωμένες... και όταν είσαι κοιμισμένος τα όνειρα είναι περίεργα και παράξενα... Είδα, λοιπόν, σε ένα από τα όνειρά μου... πως έκανα μια ανάποδη τούμπα στον αέρα... Η ενόργανη είναι απίστευτο το πώς με ακολουθεί ακόμα... Στεκόμουν όρθια σε έναν μακρύ ατελείωτο διάδρομο σπιτιού και είδα πως έκανα βήματα πάνω σε έναν αόρατο τοίχο παίρνοντας φόρα και γύρισα το σώμα μου ανάποδα πηγαίνοντας υπερβολικά ψηλά... είδα να πέφτω και να πέφτω και να πέφτω και να προσγειώνομαι στα πόδια μου σταθερά... και να μην το πιστεύω... πως γύρισα, πως πήγα ψηλά και πως έπεσα σε σταθερή βάση χωρίς να χτυπήσω... Και το πιο φοβερό για εμένα ήταν η αίσθηση... ήταν τόσο αληθινή... τόσο πραγματική... όπως όταν βρισκόμουν στον αέρα... όταν ήμουν μικρούλα... και έκανα τούμπες πατώντας τα ποδαράκια μου στα πόδια του πατέρα μου και κρατώντας τον από τα χέρια... Πώς να το εξηγήσω... μου ήρθαν ταυτόχρονα δύο αισθήσεις... η μία αυτή η παιδική αίσθηση, αυτής της παιδικής τούμπας στον αέρα που λάτρευα να κάνω... και η άλλη μια αίσθηση που είχα μικρή ακόμα, μα κάπως πιο μεγάλη, σε εκείνα τα τρελά πράγματα που έκανα της ενόργανης... Αυτή η αίσθηση του επικίνδυνου, του ακροβατικού, του έξω από τα όρια, της αδρεναλίνης, του αέρα, του εδάφους, της συγκέντρωσης... Περίεργο ε; Να αρρωσταίνεις και το πρώτο όνειρό σου μέσα στην αρρώστια να είναι ένα μη ρεαλιστικό, σάλτο προς τα πίσω που σε τίναξε υπερβολικά ψηλά, βίωσες την πτώση με τέτοιο τρόπο που πίστευες πως το πιθανότερο είναι πως θα γκρεμοτσακιστείς και, παρόλα αυτά, προσγειώθηκες με τα δυό σου πόδια... σταθερά και γερά... γεμάτος έκπληξη που τα καταφέρες... Ω! Ναι... Αυτό ήταν το τελευταίο συναίσθημα του ονείρου... Έκπληξη... Νομίζω μάλιστα τα πόδια μου πατούσαν σε χώμα... Ενώ δηλαδή το έδαφος μου ξεκίνησε μαρμάρινο στην πορεία μέχρι να προσγειωθώ έγινε χώμα... και ενώ ξεκίνησα από διάδρομο σπιτιού στην πορεία όπως έπεφτα το τοπίο γίνοταν από κλειστός, ανοιχτός χώρος... Άνοιγαν γύρω μου οι τοίχοι μέχρι που δεν υπήρχαν πια... και γύρω... πράσινο; Δεν είμαι σίγουρη... Μα σίγουρα αέρας... και ορίζοντας... Ξύπνησα από το όνειρο με την αίσθηση της εκτίναξης, της πτήσης, της πτώσης, και της προσγείωσης... και ήταν σαν να το είχα ζήσει... Ήμουν εκεί, τυλιγμένη ανάμεσα στις τόσες κουβέρτες, χουχουλιασμένη ανάμεσα στα τόσα ρούχα, με γύρω μου όλα αυτά που υπάρχουν γύρω από έναν ελαφρά άρρωστο... και εγώ για λίγο, ξεχάσα όλα αυτά που πρέπει να γίνουν και όλα αυτά που θέλω να γίνω, επειδή ένιωθα... αυτήν την σωματική και ψυχολογική αίσθηση που μόνο τα πράγματα του αέρα με είχαν κάνει να αισθανθώ... Ένιωθα υπεράνθρωπα ευτυχισμένη...
Αν θέλω να είμαι ειλικρινής... για να μην νομίσουν όσοι διαβάζουν αυτές τις γραμμές τώρα... πως έτσι περνάω τις αρρώστιες... η ευτυχία αυτή κράτησε πολύ λίγο... ελάχιστα... Σύντομα το μυαλό άρχισε να κάνει όλα αυτά που δεν θα ήθελα και δεν θα έπρεπε να κάνει... και άρχισα πάλι τις αποτυχημένες προσπάθειες αυτοσχέδιου υποτιθέμενου διαλογισμού... Τι να προσπαθώ να σκέφτομαι χρώματα... Τι να προσπαθώ να συγκεντρωθώ στην αναπνοή μου... Τι να θέλω να ονειρευτώ καμία όμορφη εικόνα... Τι να θέλω να ακούσω καμία ωραία μουσική... Τίποτα άλλο δεν λειτούργησε... Η πραγματικότητα χτυπούσε ανελέητα από όλες τις πλευρές... Μέχρι να ξεκινήσει το επόμενο όνειρο... και μέχρι να γίνω καλά... για να βγω ξανά στον «έξω» κόσμο...
Βγήκα στον έξω κόσμο και ύστερα απότομα έκλεισε η φωνή μου... Μπορεί να έκλεισε η φωνή... Μα είναι ανοιχτή η ζωή... Και αυτό μου αρκεί... Ελπίζω σε ένα αύριο γεμάτο δυνάμεις... Σε όνειρα που σε εκπλήσσουν... Σε συναισθήματα που σε γεμίζουν... Σε τούμπες που προσγειώνονται... Σε φωνές που ακούγονται... Σε ιδέες που πραγματώνονται... Σε σκέψεις που πραγματοποιούνται... Ελπίζω σε μια υγεία, κυριολεκτική και μεταφορική...

1/15/16

Απάντηση...



Τα μάτια μου κλείνουν...
Και όμως...
Παρά την όποια κούραση...
Νιώθω την ανάγκη...
Να σου γράψω...
Βλέπεις... βρήκα το μήνυμά σου… ανάμεσα σε καθημερινά τρεξίματα...
Διάβασα τα δικά σου αδιέξοδά ανάμεσα στις δικές μου χαοτικές σκέψεις...
Το ξέρω...
Μπορεί να μην μπορώ να σου απαντήσω όσο και όπως θα ήθελα... Αλλά οφείλω να σου αφιερώσω λίγο χρόνο... ως αντάλλαγμα σε αυτό το υπέροχο δώρο που μου έκανες να με εμπιστευτείς...
Ο χρόνος αλλάζει αύριο...
Δεν φεύγει. Δεν τελειώνει.
Αλλάζει.
Δεν έχει έρθει κανένα τέλος.
Δεν έχει έρθει καμία αρχή.
Τίποτα άλλο δεν συμβαίνει πέρα από μια αλλαγή.
Αντί για 5 θα γράφουμε 6 στο χαρτί...
Δεν είναι και τόσο τρομαχτικό ε;
Το να αλλάζεις έναν αριθμό;
Αυτό σε αγχώνει;
Δεν το νομίζω...
Άλλα είναι αυτά που σε πανικοβάλλουν...
Το νιώθω. Το καταλαβαίνω.
Σε νιώθω. Σε καταλαβαίνω.
Όμως αυτός ο πανικός είναι ανεξάρτητος από την αυριανή αλλαγή...
Είναι ένας πανικός... χωρίς χρόνο...
Αυτό που θέλω να σου πω... είναι πως... αυτά που σε τρομάζουν... δεν έχουν να κάνουν με το αύριο. Έχουν να κάνουν με το σήμερα και με το κάθε σήμερα.
Δίνεις τον αγώνα σου σε αυτήν την ζωή, μόνος σου. Λυπάμαι για αυτό. Με πονάει. Θα ήθελα να μην είχες τόση μοναξιά στην ζωή σου... Γνωρίζω κάθε σου λέξη τι εννοεί. Μα πρέπει να σου πω... πως πρέπει να βρεις τρόπο να μετατρέψεις την μοναξιά σου υπέρ σου και όχι κατά σου. Από τα λίγα που διάβασα για εσένα θεωρώ πως έχεις ικανότητες που, μάλλον, ακόμα δεν έχεις ανακαλύψει εσύ για τον εαυτό σου. Και είναι άδικο... να μην τις εξελίξεις...
Έχεις ένα χάρισμα στην επιλογή λέξεων.
Λίγες και καλές.
Συγκεκριμένες. Συνοπτικές.
Λες ακριβώς αυτό που θέλεις να πεις.
Ακριβολόγος. Λογικός.
Ω, ναι. Ιδιαίτερο χάρισμα αυτό.
Φαίνεσαι πολύ οργανωτικός.
Κι αυτό είναι κάτι σε σχέση με το οποίο θα μπορούσες να σκεφτείς...
Σε ομάδες. Κάποια οργανωτική θέση. Αλλά σε κάτι δημιουργικό.
Χρειάζεσαι οπωσδήποτε λίγη δημιουργία στην ζωή σου.
Διψάς για αυτήν.
Ο οργανισμός σου την ζητάει.
Επίσης, έχεις μια ικανότητα να περιγράφεις εικόνες. Κυριολεκτικά μεταφέρθηκα. Ένιωσα να μεταφέρομαι σε άλλους τόπους.
Κι αυτό όμορφο χάρισμα... το να έχει κανείς μια ιδιαίτερη σχέση με τις εικόνες...
Ίσως η φωτογραφία να ήταν ένα όμορφο μονοπάτι για να περπατήσεις, για λίγο ή για πολύ, μέσα σε αυτό...
Για κάποιο λόγο σε φαντάστηκα, από την πρώτη σου λέξη, σαν έναν διευθυντή φωτογραφίας... σε μια ατμοσφαιρική ταινία... Ξέρεις, ε; Ο διευθυντής φωτογραφίας είναι πολύ σημαντικός! Όλοι μιλάνε για τον σκηνοθέτη αλλά ο διευθυντής φωτογραφίας έχει, επίσης, πολύ σημαντική, μοναδική, ξεχωριστή, ιδιαίτερη θέση... Φτιάχνει τα πλάνα και τις ατμόσφαιρες... Αλλά δεν έχει σημασία τι σε φαντάστηκα εγώ... Το θέμα είναι εσύ προς τα πού θέλεις να πας...
Και, φυσικά, τα αυτονόητα... Να συνεχίσεις να γράφεις...
Εκεί νομίζω πως το γνωρίζεις...
Πως έχεις κλίση...
Η άποψή μου είναι να μην βιαστείς να σε περιορίσεις μόνο στο γράψιμο...
Αλλά αν ήταν να μιλήσω μόνο για την γραφή σου... Δύο λέξεις μου ήρθαν στο μυαλό:
«Σκοτεινή» και «Αξέχαστη».
Σου μένει στην ψυχή.
Σου χαράσσεται στην σκέψη.
Αυτά τα λίγα είχα να μοιραστώ μαζί σου...
Ελπίζω κάτι να σου έδωσαν για να μπορέσεις να πας παρακάτω στον δικό σου δρόμο.
Αν με ξαναχρειαστείς, είμαι εδώ.
Πολύ θα χαρώ να μάθω για την συνέχειά σου...

Επίσης, μην ξεχάσω... είσαι ακόμα μικρός... μην ξεχνάς να χαίρεσαι την ζωή. Έχεις δικαίωμα κι εσύ σε λίγη χαλάρωση και σε πολλή αγάπη. Μην αποκλείεις αυτούς τους δρόμους εξαιτίας της ώριμης σκέψης σου. Σου μιλάει ένας άνθρωπος που αγαπάει τα βιβλία, την μοναχικότητα και την σκέψη αλλά αγαπάει και τους ανθρώπους, τον έρωτα, την δράση. Η ζωή βρίσκεται και εδώ και εκεί. Μην βιαστείς να πεις πως ανήκεις σε μια κατηγορία ανθρώπων. Μην αρκεστείς στην μία πλευρά σου όταν δεν έχεις γνωρίσει ακόμα τις υπόλοιπες... Άλλο αργότερα αν φτάσεις να επιλέξεις έναν δρόμο επειδή σε εκφράζει... Μην τον επιλέξεις, όμως, από τώρα, από συνήθεια, από ανασφάλεια ή από φόβο... Δεν σου αξίζει σίγουρα αυτό το παγωμένο μονοπάτι... της απόλυτης συνήθειας, της αδίστακτης ανασφάλειας και του ατελείωτου φόβου... Να δοκιμάσεις πριν να καταλήξεις... Να μιλήσεις πριν να σωπάσεις... Δεν πειράζει να υπάρχει ανησυχία πριν να έρθει ισορροπία...

Νομίζω αυτά είναι αρκετά... Δεν θέλω να σε κουράσω...

Σε ευχαριστώ για όσα μου έγραψες... όχι μόνο για εσένα αλλά και για εμένα... είναι όμορφο να γνωρίζεις τι νιώθει κανείς όταν σε διαβάζει... όπως όμορφο είναι να νιώθεις εσύ όταν διαβάζεις κάποιον... Σε ευχαριστώ για όσα με έκανες να νιώσω με τις σκέψεις σου.

Κι ας μην σε γνωρίζω... Πιστεύω σε εσένα.

Να συνεχίσεις...

Μαριλού.


1/14/16

Σε αυτό το μάθημα...


Σε αυτό το μάθημα, αν και μου άρεσε πολύ, (μάλιστα ήταν από τα αγαπημένα μου), είχα κάνει (σπάνιο για εμένα), πολλές απουσίες. Κάτι γινόταν σε σχέση με το στάδιο που βρισκόμουν σε σχέση με το θέατρο και με το πώς ένιωθα συνολικά. Ήμουν μικρή, είχα πονέσει ήδη πολύ από το θέατρο και είχα αρχίσει να νιώθω περίεργα συνολικά... Περνούσαν τα μαθήματα κι εγώ ακόμα δεν είχα παρουσιάσει... Κάποια στιγμή, το πήρα απόφαση και κάθισα και έκανα τα γνωστά, τα δικά μου... Δούλεψα πάρα πολύ πάνω σε αυτό που θα παρουσίαζα, αποφασισμένη την επόμενη φορά να παρουσιάσω. Έτσι όταν ήρθε εκείνο το μάθημα, χωρίς δεύτερη σκέψη, σηκώθηκα στην σκηνή. Και άρχισα απλά να κάνω αυτό που είχα προετοιμάσει. Για εμένα ήταν κάτι «απλό» δεν ένιωθα πως κάνω κάτι ιδιαίτερα πολύπλοκο. Έκανα αυτό που είχα οργανώσει, σχεδιάσει, προετοιμάσει. Και ήμουν απλά μέσα σε αυτό. Ο δάσκαλος μου, πριν τελειώσω, σηκώθηκε και βγήκε από την τάξη κλαίγοντας και έμεινα εγώ αμήχανη πάνω στην σκηνή να κοιτάζω ένα ακινητοποιημένο, παγωμένο, τμήμα. Δεν είχα καταλάβει τι έχει συμβεί... και τα πρόσωπα των συμμαθητών μου δεν με βοηθούσαν να καταλάβω. Τους κοίταζα γεμάτη απορία... Ένιωθα την απέραντη σιωπή... και όταν παρουσίαζα και μετά... αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς συμβαίνει... Προσπάθησα να εστιάσω σε εμένα... Δεν ήξερα να μείνω πάνω στην σκηνή ή να κατέβω... Αποφάσισα να μείνω και να περιμένω... Όλα έγιναν τόσο γρήγορα... Ο δάσκαλος μου ξαναεπέστρεψε... σε ένα όσο να’ ναι αποσυντονισμένο τμήμα... κι εγώ απλά συνέχισα από εκεί που είχα σταματήσει...

Την επόμενη μέρα (ή μερικές μέρες μετά) ένας άλλος δάσκαλος μου (που έχω την αίσθηση πως ήταν πιο συνηθισμένος στις δικές μου παρουσιάσεις) με ρώτησε τι έκανα πάλι πάνω στην σκηνή και βγήκε από το μάθημα ο δάσκαλος κλαίγοντας και πήγε στο γραφείο. Εγώ απάντησα «Τίποτα...» ή «Δεν ξέρω...» ή κάτι τέτοιο... Ο δεύτερος δάσκαλος μου νομίζω ότι με αντιμετώπισε σαν να άρχισαν πάλι τα «μετριοπαθικά» μου ή σαν να μην ήθελα να πω τι είχε συμβεί... Όμως, ήταν η αλήθεια... Στην συγκεκριμένη περίπτωση... Δεν είχα καταλάβει... Ήταν από εκείνες τις φορές που κάνεις κάτι που σου αρέσει πάνω στην σκηνή, το έχεις προετοιμάσει, έχεις κάνει πρόβες, νιώθεις την δύναμή του αλλά... αυτό δεν σημαίνει πως περιμένεις πως μπορείς να κάνεις έναν άνθρωπο που σε παρακολουθεί να φύγει δακρυσμένος ή κλαίγοντας...

Και νομίζω... σε αυτό το σημείο γεννιέται και ένα μέρος της μαγείας του θεάτρου...

Στο σημείο που ο ηθοποιός προκαλεί στον θεατή κάτι τόσο έντονο που ούτε ο ίδιος δεν το περιμένει...

«Ούτε ο ίδιος»; «Ούτε ο ίδιος».
Είτε ο ηθοποιός. Είτε ο θεατής. Είτε και ο ηθοποιός και ο θεατής...

1/13/16

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν αυτός κι ήμουν κι εγώ...


Είχα διαλέξει το έργο.
Είχα διαλέξει την σκηνή.
Και το μόνο που μου έλειπε ήταν ο παρτενέρ.
Το μόνο που ήθελα ήταν να συνεργαστώ με έναν καλό άνθρωπο έτσι ώστε να μην με δυσκολέψει και να κάνουμε όμορφες και δημιουργικές πρόβες.
Κοίταξα τους συμμαθητές μου.
Τα αγόρια, όπως πάντα, ήταν λίγα και περιζήτητα.
Δεν είχα κάνει, αν θυμάμαι καλά, ποτέ μέχρι τότε σκηνή με αγόρι. Αλλά τώρα είχα βρει αυτό το υπέροχο σπάνιο έργο και ήθελα να κάνω μια σκηνή μέσα από αυτό.
Επίσης, ήθελα να γίνω μια καλή ηθοποιός. Αυτός ήταν τότε ο ένας και μοναδικός στόχος στην ζωή μου... και γνώριζα πως για να το πετύχω πρέπει (θέλω) να κάνω (να παίξω) πολλά διαφορετικά πράγματα. Να δοκιμάσω και να δοκιμαστώ. Να πειραματιστώ. Είχα κάνει μονόλογους. Είχα κάνει σκηνή με κορίτσι. Τώρα ήθελα να κάνω μια σκηνή με αγόρι. Και το μόνο μου κριτήριο ήταν μια αίσθηση του να είναι καλός άνθρωπος αυτός που έχω απέναντί μου. Επέλεξα, λοιπόν, εκείνο τον συμμαθητή μου που δεν τον είχα δει ποτέ στην σκηνή, που ήταν σχετικά σιωπηλός, και που μου φαινόταν να είναι απέραντα ήρεμος και καλός. Και το ένστικτό μου, εκείνη η πρώτη αίσθηση μου, επιβεβαιώθηκε στην πορεία. Δειλά του είπα πως θέλω να κάνουμε μια σκηνή και εκείνος αμέσως δέχτηκε. Ω! Τι χαρά ήταν αυτή! Επιτέλους! Θα έκανα αυτήν την σκηνή από αυτό το υπέροχο έργο! Με θυμάμαι να πηγαίνω στο σπίτι του και να κάνουμε πρόβες. Πολύτιμες όχι πολύωρες. Από αυτές τις πρόβες τις σπάνιες, τις εποικοδομητικές. Δεν είχαμε ούτε μία σύγκρουση, ούτε μία διαφωνία... και όχι μόνο αυτό... αλλά εγώ πήγαινα με τις γνωστές ένα σωρό σκηνοθετικές ιδέες μου και εκείνος είχε την ικανότητα να προσθέτει πάνω σε αυτές, να προτείνει κι άλλες ιδέες κι έπειτα εγώ πρότεινα πάνω σε αυτά που πρότεινε... και ήταν από εκείνες τις φορές που νιώθαμε πως χτίζουμε κάτι μαζί και μάλιστα κάτι καλό! Είχα τόσο ιδιαίτερες ιδέες πάνω σε αυτήν την σκηνή και εκείνος ενθουσιαζόταν με αυτές... και έπειτα δοκιμάζαμε... και έπειτα επιλέγαμε...

Ήρθε η στιγμή που θα το παρουσιάζαμε στο μάθημα... Άλλο άγχος κι αυτό... Μουσικές, ήχοι, σκηνικά, ρούχα... τα ετοιμάσαμε όλα μόνοι μας... Και μετά από τόσες ώρες προβών παρουσίασαμε τελικά την σκηνή μας μπροστά σε όλους... Και ο δάσκαλός μας δεν είχε τι να πει... Δεν το περίμενε... Έμεινε να μας κοιτάζει... Μας είπε κάτι σαν ότι δεν έχει ή δεν ξέρει τι να πει... και πως αυτό που είδε μάλλον θα έπρεπε να είναι στο μάθημα της σκηνοθεσίας και όχι της υποκριτικής... Δεν περίμενε μια τέτοια παρουσίαση... Μάλιστα ήταν ένα έργο που, αν και δεν ήταν τόσο γνωστό, εκείνος το γνώριζε και ποτέ δεν θα μπορούσε να το φανταστεί έτσι όπως το παρουσιάσαμε... Μας είπε κάποια σκόρπια σχόλια αλλά δεν ήταν από αυτά τα σχόλια που μπορέσαμε να τα κάνουμε κάτι για να πάμε παραπέρα...

Μέχρι σήμερα αυτήν την σκηνή την σκέφτομαι πάντα με χαμόγελο.

Ήταν και είναι πολύ αγαπημένη... Ήταν τόσο όμορφη και συνεργατική και η διαδικασία και η παρουσίαση... Χαίρομαι που έφτασε να παιχτεί μερικές φορές και σε θέατρο. Μπροστά σε κόσμο, μέσα σε μια αγαπημένη παράσταση...

Μέχρι σήμερα αυτόν τον άνθρωπο τον σκέφτομαι πάντα με αγάπη.

Μου έδωσε την δυνατότητα να ζωντανέψω την σκηνή ενός αγαπημένου έργου, με το να γίνει όχι μόνο ένας απλός μα και ένας δημιουργικός παρτενέρ.

Και έγινε και η απόδειξη... για μια ακόμα φορά... πως ένας καλός άνθρωπος... είναι το μόνο ουσιαστικό ζητούμενο... Δεν θα γινόταν να μην είναι και καλός ηθοποιός...

Δεν χρειαζόταν να τον έχω δει πάνω στην σκηνή για να γνωρίζω πως αυτός είναι ο κατάλληλος θεατρικός παρτενέρ για εμένα.

Και αυτή η επιλογή της ζωής ενός σιωπηλού καλού ανθρώπου, έγινε επιλογή της σκηνής ενός δυναμικού καλού ηθοποιού.

Και όλο το μυστικό της συνεργασίας μας κρυβόταν σε μόνο μία λέξη:

(Ούτε και εμείς, ίσως, δεν το γνωρίζαμε, γιατί δεν γίνονταν όλα τότε τόσο συνειδητά).

Εμπιστοσύνη.

Στον άλλον.
Στις δυνάμεις του.
Στις ιδέες του.
Στην δημιουργικότητά του.

Ωραίο αυτό το συναίσθημα...
Της Απόλυτης Συνεργασίας...

Τι όμορφα...

Να τον έχω γνωρίζει στην ζωή και να τον έχω ζήσει στην σκηνή...

Και να νιώθω σαν...

Να τον έχω ζήσει στην ζωή και να τον έχω γνωρίσει στην σκηνή...

1/12/16

Να είναι άραγε;


(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)

Να είναι άραγε;

Να είναι άραγε συγγραφέας αυτός απέναντί μου; Έρχεται κάθε πρωί εδώ. Κάθε μα κάθε πρωί. Και ώρες πιο πρωινές από τις πρωινές... και γράφει... γράφει ασταμάτητα... Σε ένα μεγάλο τετράδιο... που σε κάθε σελίδα έχει πρόσωπα ζωγραφισμένα που δεν μπορώ να καταλάβω αν είναι ζωγραφισμένα από τον ίδιο με μολύβι ή αν είναι απλά τυπωμένα πάνω στις σελίδες του τετραδίου... Είναι γοητευτικός... Αλήθεια... και πώς να μην είναι... Φαίνεται τόσο εστιασμένος σε αυτό που κάνει... τόσο συγκεντρωμένος... τόσο στον δικό του κόσμο... Πόσο χρονών άραγε να είναι; Δεν έχω ιδέα... Δεν είμαι και πολύ καλή στο να καταλαβαίνω τις ηλικίες... και αν και συνηθίζουν να λένε πώς είναι δύσκολο να καταλάβεις την ηλικία των γυναικών... επειδή βάφονται και φτιάχνονται... εμένα παρόλα αυτά... οι άντρες είναι εκείνοι που με μπερδεύουν... γιατί καμιά φορά μοιάζουν σαν να ξεγελάνε τον χρόνο... Τα μαλλιά του είναι γκρίζα... αλλά και πάλι... δεν μου φαίνεται αυτό αρκετό στοιχείο... Είναι μεγαλύτερος μου αυτό είναι σίγουρο... Και είναι και παντρεμένος... και αυτό είναι σίγουρο... Είναι από εκείνους που φοράνε την βέρα... και δεν νιώθουν την ανάγκη να το κρύψουν... Είμαι σίγουρη πως είναι καλλιτέχνης... απλά δεν έχω αποφασίσει ακόμα ποια ακριβώς είναι η τέχνη του... Πιστεύω πως είναι συγγραφέας... Κοιτάει έξω από το τζάμι, πού και πού, αλλά γρήγορα το βλέμμα του επιστρέφει στα χαρτιά που βρίσκονται μπροστά του... Φαίνεται και πολύ μόνος του... Είναι πολύ μοναχικός... Δεν τον έχω δει ποτέ να μιλάει σε κανέναν... Δεν έχω ακούσει την φωνή του... Έρχεται, κάθεται, γράφει, σηκώνεται. Αυτό. Το ίδιο. Κάθε μέρα. Κάθε πρωί. Μια φορά μόνο έφυγε το βλέμμα του και με κοίταξε... κι εγώ γρήγορα άλλαξα κατεύθυνση... Αυτή η καλλιτεχνική μου τάση να παρατηρώ τους πάντες και τα πάντα είμαι σίγουρη πώς κάποια στιγμή θα με βάλει σε μπελάδες... Πέρα από το τετράδιό του... έχει και το βιβλίο του... Όταν δεν γράφει, διαβάζει... Μα δεν μπορώ να τον φανταστώ να κάνει τίποτα άλλο... από το να γράφει και να διαβάζει... Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι... που απλά νιώθεις πως είναι από άλλο κόσμο... και αναρωτιέσαι πώς τα βγάζουν πέρα σε αυτόν... Σου φαίνονται ανθρώπινοι... Δεν είναι ότι δεν σου φαίνονται ανθρώπινοι... απλά σου φαίνονται και μη ανθρώπινοι... Ταυτόχρονα... Προσπαθώ να μην τον κοιτάζω άλλο... αλλά το βλέμμα μου φεύγει, πού και πού... Θα μπορούσε να είναι κάποιος χαραχτήρας κάποιου βιβλίου... κάποιος ρόλος κάποιου έργου... Τόσο ισχυρό είναι αυτό που εκπέμπει... Φαίνεται τόσο προσιτός και απρόσιτος... τόσο αληθινός και μη αληθινός... Αρκετά... Έχω ένα σωρό πράγματα που έχω να κάνω... κι εγώ κάθομαι και γράφω... για αυτόν... η αλήθεια είναι πως δεν θα έγραφα... αν δεν τον είχα δει ξανά και ξανά και ξανά... κάτι στην επανάληψη με έκανε να θέλω να το καταγράψω... Είναι όμορφη αυτή η στιγμή... Όπου όλα είναι ήσυχα... και ήρεμα... και άδεια... και όμορφα... Είναι ωραία το πρωί που δεν ξυπνάει κανείς... και είσαι μόνο εσύ και οι άνθρωποι που ξυπνάνε πολύ πρωί... Είναι αυτοί οι πρωινοί άνθρωποι... οι λίγοι... που κάθονται στις γωνίες και που στέκονται στις σιωπές... που μου κάνουν συντροφιά μέσα στην μοναχικότητά μου... Έχω πολλά να κάνω σήμερα... και για να αρχίσω να τα κάνω... πρέπει προσωρινά να σταματήσω να γράφω... Όπως σταμάτησε κι αυτός ο άγνωστος κύριος απέναντί μου... έτσι κι εγώ... Ώρα για διάβασμα... και για οργάνωση... Έχει ανοίξει το βιβλίο του και διαβάζει... όρθιος... Συχνά στέκεται αντί να κάθεται... και γράφει ή διαβάζει... Τώρα διαβάζει... σταμάτησε να γράφει... έκλεισε και το τετράδιό του και το έβαλε δίπλα στην καρέκλα... Στο τραπέζι υπάρχει τώρα μόνο το βιβλίο του και το μολύβι του και η γόμα του... Μου αρέσει που έχει μολύβι και γόμα... για να γράφεις όσα σου αρέσουν για να σβήνεις όσα δεν σου αρέσουν... Χρειάζομαι επειγόντως το δικό μου μολύβι ζωής και την δική μου γόμα ζωής... Να αρχίσω να γράφω και να σβήνω... την ιστορία μου... και δεν μιλάω μόνο για την γραπτή ιστορία μου... μιλάω για την προφορική ιστορία μου... για αυτήν την ιστορία που ζω καθημερινά... Κάθισε πάλι... Αρκετά... Μέχρι εδώ η σημερινή παρατήρηση... Αύριο πάλι... Αντίο άγνωστε... σε αφήνω για να εστιάσω κι εγώ στον δικό μου κόσμο... Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν... πολλά που θέλω να γίνουν... Φοβάμαι λιγάκι... και είσαι ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο μπορώ να το μοιραστώ αυτό... αλλά δεν πειράζει... κι ο φόβος μέσα στην ζωή είναι... Εσύ δεν νιώθω να φοβάσαι... Φαίνεσαι σταθερός και σίγουρος... αλλά γνωρίζω πως τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται... Ποιος ξέρει αν φοβάσαι, τι φοβάσαι, πώς είναι η ζωή σου, πώς είσαι εσύ... Βλέπω μόνο ένα κομμάτι σου... Αυτό που θέλω να δω... Παρατηρώ μόνο μία οπτική σου... την σημερινή, την πρωινή, την τωρινή... και αυτή μόνο μέσα από την δική μου οπτική... Τίποτα δεν είναι τίμιο, τίποτα δεν είναι αληθινό... τίποτα δεν είναι ολοκληρωμένο... τίποτα δεν είναι αρκετό... Αυτά... Αύριο πάλι... Ας επιστρέψω κι εγώ στα δικά μου... κι ας αφήσω να ζήσεις κι εσύ την ζωή σου... στο μυστήριο σου... και στην στιγμή σου... Πάω κι εγώ στο δικό μου μυστήριο και στην δική μου στιγμή... Αυτή είναι η ζωή... Αυτή εδώ... Αυτή είναι η ζωή μου...


1/11/16

Δεν μπορώ


(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)

Δεν μπορώ

«Δεν μπορώ να γράψω. Άλλο και τούτο! Ούτε μια λέξη!» μου είπε. «Έχω αδειάσει. Καταλαβαίνεις; Εντελώς! Δεν έχω τίποτα. Είμαι κενός. Είμαι ένας άδειος, κενός, άνθρωπος και πρέπει απλά να το πάρω απόφαση. Δεν θα ξαναδημιουργήσω τίποτα και ποτέ. Αυτό ήταν. Ό,τι έκανα, έκανα. Ό,τι έγραψα, έγραψα. Πρέπει να το αποδεχτώ. Απλά θα γίνω όπως και όλοι οι άλλοι... Ένας δυστυχισμένος, εγκλωβισμένος, συνηθισμένος, συμβιβασμένος, άνθρωπος χωρίς σκοπό, χωρίς όνειρα, χωρίς σχέδια και χωρίς στόχους. Θα βρω μια δουλειά που δεν μου αρέσει και θα είμαι σε μια σχέση που δεν μου αρέσει και δεν θα έχω την δύναμη να φύγω ούτε από την δουλειά ούτε από την σχέση. Θα δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ, θα πληρώνομαι ελάχιστα, δεν θα προσφέρω, δεν θα κάνω κάτι που να νιώθω έστω και λίγο καλά μέσα σε αυτό... Η μία ημέρα θα ακολουθεί την άλλη... Η μία νύχτα θα ακολουθεί την άλλη... Και εγώ θα ακολουθώ τον εαυτό μου σαν ζωντανός νεκρός... Θα κάνω κινήσεις απεγνωσμένα μη ανθρώπινες και θα λέω λέξεις ασχημάτιστα μη ζωντανές... Δεν θα με αναγνωρίζεις τότε... Ούτε κι εσύ... Θα με κοιτάζεις και θα αναρωτιέσαι... πώς άλλαξα κι εγώ όπως και όλοι οι άλλοι γύρω μας... Πώς έγινα σαν ένας ξένος... και δεν θα με θέλεις πια για φίλο σου... και θα έχεις δίκιο που δεν θα με θέλεις... ακόμα κι εγώ δεν θα αντέχω τον εαυτό μου... Θα γκρινιάζω... Μόνο θα γκρινιάζω... Αυτό θα κάνω... Και μετά θα κλείνομαι όλο και πιο πολύ σε εμένα... Δεν θα μπορεί να βρει έκφραση το συναίσθημα... Και δεν θα ξαναζήσω ποτέ τον έρωτα... Μιλάω για έρωτα... Νομίζω μόνο εσύ μπορείς να καταλάβεις πώς εννοώ τον έρωτα... και δεν θα ξαναβιώσω ποτέ την αγάπη... Μιλάω για αγάπη... μόνο εσύ μπορείς να καταλάβεις πώς εννοώ την αγάπη... Θα βουλιάζω σε μια μόνιμη αυτολύπηση... Θα με καταπίνει μια αδίστακτη κατάθλιψη... Θα φοβάμαι... πολύ... και... θα θρηνώ... ακόμα πιο πολύ... για όλα αυτά που δεν έχω... μα και που δεν θα αποκτήσω... Θα μου γλιστράνε οι στιγμές... Θα μου φεύγουν τα σημαντικά... για να μένουν μόνο οι φούσκες... που αιωρούνται και που σκάνε εύκολα... Μόνο που δεν θα σκάνε... Αυτές οι ψεύτικες φούσκες θα γίνουν η ζωή μου... Όλο και πιο πολλές και όλο και πιο πολλές... θα μου αφήνουν όλο και πιο λίγο χώρο... θα γίνομαι όλο και πιο μικρός... όλο και πιο μικρός... και εσύ... θα είσαι ο μόνος άνθρωπος που θα γνωρίζει... πόσο απέτυχα... πόσο μακρυά βρίσκομαι από αυτό που ήθελα να γίνω... και από αυτό που θα μπορούσα να γίνω... Εσένα... Εσένα δεν θα μπορώ να σε αντικρύσω... ακόμα κι αν εσύ δεν απομακρυνθείς από εμένα θα απομακρυνθώ εγώ από εσένα... για να σε ελευθερώσω από την υποχρέωση... του να γίνεις αυτόπτης μάρτυρας σε μια βασανιστική κατάσταση... Ακόμα ένας άνθρωπος... που τα... να τολμήσω να το πω;... τα παράτησε... Γιατί; Γιατί δεν άντεχε άλλο... Και μπορείς να με κατηγορήσεις; Μπορείς να μου πεις πως οφείλω να αντέξω κι άλλο; Γιατί; Από τι να κρατηθώ; Έτσι όπως είναι τα πράγματα... από πού να αντλήσω δύναμη; Σε τι να στηριχτώ; Σε τι να βασιστώ; Δεν υπάρχει πια τίποτα να βασιστεί κανείς! Καμία ασφάλεια... Καμία εμπιστοσύνη... Ξέρω... Εσύ συνεχίζεις να πιστεύεις... έχεις μια πίστη στους ανθρώπους... Εγώ δεν έχω πια... Και πες μου, αλήθεια, μπορείς να με κατηγορήσεις; Μετά από όλα όσα έζησα; Δεν μπορώ και δεν θέλω να πιστεύω στους ανθρώπους... Δεν νομίζω πως υπάρχει καλό μέσα τους... Ή αν υπάρχει εγώ δεν μπορώ να το δω πια... Και πώς μπορεί κανείς να ζήσει... αν δεν μπορεί ούτε να ονειρευτεί μια καλύτερη προέκταση; Μια πιθανή προοπτική; Κάτι... οτιδήποτε... Έστω και λίγο καλύτερο... Αλλά όλα χάλια είναι... Πρέπει να το αποδεχτούμε και να το παραδεχτούμε... και δεν δείχνουν να έχουν καμία ελπίδα να γίνουν κάπως λίγο λιγότερο χάλια από το χάλια... Δεν ξέρω... Δεν ξέρω αν αντέχω να συνεχίζω να προσπαθώ... Εσύ πού βρίσκεις την δύναμη και συνεχίζεις; Πώς τα κάνεις τα πράγματα; Σε βλέπω και δεν το καταλαβαίνω... Πώς... πώς συνεχίζεις; Αλλά ξέρω... Ξέρω πως δεν είναι εύκολα ούτε και για εσένα... Δεν είναι δίκαιο να σε αντιμετωπίζω σαν να είναι όλα απλά για εσένα... Εσύ κι αν έχεις αντιμετωπίσει... Εννοώ... Ξέρω... Ήμουν κι εγώ εκεί... και ήταν και για εσένα όλα τόσο δύσκολα... κι όμως ακόμα... νιώθω πως είσαι στον αγώνα... και πάντα προσπαθείς για το καλύτερο... Και γίνεται συνέχεια γύρω σου το χάος... Και εσύ εκεί... να συνεχίζεις να δίνεις την ανθρώπινη μάχη σου... για το δίκαιο και για το σωστό... για μια υγεία... που σχεδόν κανείς άλλος νιώθεις πως δεν προσπαθεί... Όχι... Δεν είναι δίκαιο να θεωρώ πως για εσένα είναι εύκολα τα πράγματα... γιατί γνωρίζω πως δεν είναι... αλλά δεν μπορώ να μην αναρωτιέμαι πώς τα καταφέρνεις... Θα ήθελα να έχω λίγο... λίγο από την δύναμη σου... Θα ήθελα... Τέλος πάντων... Πρώτη φορά... δεν μιλάς... Συνήθως όλο και κάτι έχεις να πεις... Κάτι βοηθητικό... Κάτι αληθινό...»...

Και ειλικρινά ήταν από τις λίγες φορές που δεν είχα τίποτα να πω. «Μια από τα ίδια.» σκέφτηκα. Για εμένα. Όχι για εκείνον. Μια από τα ίδια ισχύουν και για εμένα. Αυτό βρήκε να κάνει εκείνη την στιγμή το μυαλό μου. Μια από τα ίδια; Άκου «Μια από τα ίδια.»! Τι να σημαίνει άραγε αυτό; Ποτέ δεν είναι «Μια από τα ίδια»... Μπορεί να είναι «Μια από τα διαφορετικά» αλλά «Μια από τα ίδια» είναι αδύνατον να είναι... Κούνησα το κεφάλι. Ήταν γεγονός. Δεν είχα τίποτα να πω. Είχα, όμως, κάτι να κάνω. Και ήξερα ότι το σημείο στο οποίο βρισκόταν ο φίλος μου, έτσι όπως τον έβλεπα τώρα απέναντί μου, ήταν το πιο κατάλληλο σημείο για αυτήν μου την πράξη.

Του έδωσα απλά ένα λευκό χαρτί και ένα μαρκαδοράκι... Ευτυχώς, πάντα έχω μαζί μου...

«Έχεις μισή ώρα να γράψεις κάτι οτιδήποτε.» του είπα. «Θα είμαι πίσω σε 30 λεπτά, ακριβώς.».

Και έφυγα με τον φίλο μου να με κοιτάζει απεγνωσμένα και παραξενεμένα.

Εγώ έκανα μια από τις πιο περίεργες βόλτες που έκανα ποτέ.
Εκείνος είχε μια από τις πιο περίεργες ιδέες που είχε ποτέ.

Εγώ έζησα μία από τις πιο όμορφες ιστορίες που έζησα ποτέ.
Εκείνος έγραψε μία από τις πιο όμορφες ιστορίες που έγραψε ποτέ.

Ήταν 30 λεπτά, γεμάτα, που δεν θα ξεχάσουμε ούτε εγώ ούτε εκείνος για διαφορετικούς λόγους.

Γύρισα, με αγκάλιασε, με ευχαρίστησε, έφυγε.

Κι εγώ έμεινα με το δικό μου λευκό χαρτί απέναντί μου να μην έχω ιδέα τι να το κάνω...
Ωραία θα ήταν αν έπιαναν οι δικοί μου μέθοδοι και στον εαυτό μου...

«Δεν μπορώ να γράψω. Άλλο και τούτο! Ούτε μια λέξη!» είπα σε εμένα... Και γέλασα... Ήμουν άραγε κι εγώ στο σημείο του φίλου μου; Όχι. Δεν ήταν αλήθεια. Μπορούσα να γράψω. Μία λέξη. Απλά αυτή η μία λέξη ήταν τόσο δυνατή που φοβόμουν να την γράψω. Γιατί υπάρχουν λέξεις που δεν χρειάζονται να γίνουν ιστορίες για να έχουν δύναμη.

«Αρκετά.».

Έγραψα.

Και ήταν το σημείο που σηκώθηκα εκείνο το σημείο της αλλαγής που χρειαζόμουν. Έμειναν πίσω όλα όσα έπρεπε να μείνουν πίσω και έμειναν μαζί μου όλα όσα είχαν νόημα να μείνουν.

Αρκεί.


1/10/16

«Τελικά εσύ τα παράτησες;»


(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)

«Τελικά εσύ τα παράτησες;»

Ήταν από εκείνες τις συγκεντρώσεις που συνήθως αποφεύγω να πηγαίνω αλλά τελικά αποφάσισα να πάω γιατί είχε σημασία για ένα κοντινό μου πρόσωπο να βρίσκομαι εκεί. Ήμουν εκεί και παρατηρούσα τους ανθρώπους να μιλάνε χωρίς να μιλάνε, να επικοινωνούν χωρίς να επικοινωνούν και, καλώς ή κακώς, έπρεπε να γίνω κι εγώ λίγο μέρος αυτής της κοινωνικής παράνοιας όπου ρωτάμε χωρίς να ρωτάμε, απαντάμε χωρίς να απαντάμε, και ενδιαφερόμαστε χωρίς να ενδιαφερόμαστε... απλά και μόνο για να κινούνται οι συζητήσεις και για να κυλάνε οι λέξεις... Ανάμεσα, λοιπόν, στα διάφορα που άκουσα... ήρθε και η εξής ερώτηση από έναν κύριο προς εμένα (αλήθεια δεν είχε καμία διάθεση ειρωνίας και καμία ατμόσφαιρα αρνητική ήταν απλή απορία...)... «Τελικά εσύ το παράτησες το θέατρο, ε;»... Αναστέναξα. Κάποιοι άνθρωποι είχαν συνηθίσει να κάνω παράσταση κάθε χρόνο... αυτό συνέβαινε πριν χρόνια όταν ήμουν ένας παλιότερος εαυτός μου... Για αυτούς, λοιπόν, που δεν μάθαιναν πια τίποτα για εμένα... είχα παρατήσει το θέατρο... «Όχι.» είπα απλά χωρίς να αντέχω να προσθέσω τίποτα παραπάνω. Και έφυγα... Νομίζω πριν φύγω είπα και μια, δυό σκόρπιες φράσεις... εκείνος φάνηκε πως δεν κατάλαβε τίποτα από όσα του είπα... και για αυτό σκέφτηκα πως δεν είχε νόημα... Είναι αλήθεια πως ένιωσα ένα σφίξιμο στην καρδιά... Τι υποτίθεται πως πρέπει να απαντάει κανείς στο «Τελικά εσύ τα παράτησες;»... Ποτέ δεν με βοηθούσαν αυτά τα κοινωνικά σχόλια στον προσωπικό μου αγώνα... και συνεχίζουν να μην με βοηθάνε... Κάθισα σε μια γωνίτσα... και ένιωσα τόσο μόνη μου σε αυτήν την ζωή... τόσο μόνη μου σε αυτόν τον κόσμο... τόσο μόνη μου σε αυτήν την γη! Περνούσαν άνθρωποι... μου μιλούσαν χωρίς να μου μιλάνε... και με ακούγαν χωρίς να με ακούν... «Τελικά εγώ τα παράτησα;» αναρωτήθηκα... Δεν ξέρω... Ειλικρινά... Δεν ξέρω... Νιώθω πως προσπαθώ να κάνω το καλύτερο που μπορώ... μα δεν νιώθω πως τα έχω παρατήσει... Όχι, όχι ακόμα...

1/9/16

Απέραντο



Εκείνος έμενε στο εξωτερικό... για αρκετούς μήνες... και αυτό που του είχε λείψει... δεν ήταν οι άνθρωποι... δεν ήταν οι δρόμοι... δεν ήταν το φαγητό... δεν ήταν η καθημερινότητα... δεν ήταν οι ασχολίες... δεν ήταν οι συνήθειες... δεν ήταν το σπίτι του... δεν ήταν τα αντικείμενά του... δεν ήταν καν τα βιβλία του... Ήταν, όμως, η θάλασσα... Δεν μπορούσε... Δεν γινόταν να ζήσει χωρίς τον ήχο των κυμάτων και χωρίς το απέραντο γαλάζιο... Ήταν το τίμημα του να έχει γεννηθεί και μεγαλώσει σε νησί. Για αυτό και μόλις επέστρεψε, για λίγο δυστυχώς όχι για πολύ, το πρώτο πράγμα που έκανε δεν ήταν να ειδοποιήσει την οικογένειά του ή τους φίλους του, δεν ήταν το να πάει στο σπίτι του, δεν ήταν το να δει και να αγγίξει τα εδώ αντικείμενά του... Ήταν να πάει σε ένα μέρος ήσυχο και μοναχικό... να βάλει ένα τραπέζι... μέσα στην θάλασσα... να κουβαλήσει και μια καρέκλα... και να καθίσει εκεί... στην αρχή της θάλασσας... της δικής του θάλασσας... βουτηγμένος... μέσα της... να κοιτάζει το άπειρο και να νιώθει το απέραντο... να γεύεται γεύσεις κυριολεκτικές και μεταφορικές... Δεν είχε ιδέα πώς να ξαναφύγει... Φαινόταν η ζωή πιο κουραστική μακρυά, φαινόταν το μέλλον αδύνατο...

«Μόνο εσύ με κρατάς εδώ. Μόνο εσύ με γυρνάς εδώ.» της είπε.

Και ήταν αλήθεια...

Μόνο εκείνη τον κρατούσε και τον γυρνούσε εδώ...

Μέχρι εκείνη την ημέρα...
που η θάλασσα έγινε γυναίκα και το γαλάζιο έγινε το χρώμα των ματιών της...

Και ήταν η μέρα που επέστρεψε όχι για λίγο ούτε για πολύ... μα για πάντα...

Σε έναν απέραντο κόσμο...
Για έναν απέραντο άνθρωπο...
Για μια απέραντη αγάπη...
Σε μια απέραντη θάλασσα...

Και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του να κοιτάζει το άπειρο... Σε ένα τραπέζι μέσα στα κύματα... μα τώρα οι καρέκλες ήταν δύο και όχι μία... Και δεν χρειάστηκε να ξαναφύγει μακρυά... Ποτέ... ποτέ ξανά...

Και έζησε... ΜΑΖΙ με κάποιον άλλον...

Και δεν φαινόταν το παρόν κουραστικό... Και δεν φαινόταν το μέλλον αδύνατο... ακόμα κι όταν άφησε την τελευταία ανάσα της ζωής του...

Και εμείνε εκείνη μόνη της να νιώθει το απέραντο... μέχρι που άφησε κι εκείνη την τελευταία της πνοή... κι ας άργησε να την αφήσει...

Και έπειτα... κανένα τραπέζι... καμία καρέκλα... κανένας άνθρωπος...

Μόνο η θάλασσα... και ο ήχος των κυμάτων...

Μόνο το απέραντο γαλάζιο...


1/8/16

Πόνος;



Αυτές τις ημέρες με πονάει πάρα πολύ το ένα γονατάκι μου... και τα δύο γονατάκια μου με ενοχλούν απλά το ένα με τρυπάει από τον πόνο... Αγχώθηκα και φοβήθηκα χωρίς κανένα λόγο και αιτία (δηλαδή με λόγο και αιτία αλλά παραπάνω από όσο θα έπρεπε)... Αυτός ο πόνος μου θύμισε-υπενθύμισε το θέμα με τα γονατάκια μου...

Πήγε να με πιάσει μια μικρή στενοχώρια αλλά δεν υπάρχει πια χώρος για αυτά.

Απλά προσπαθώ να υπάρχω πάνω και πέρα από τον πόνο (σωματικό ή ψυχολογικό) αφού είμαι υποχρεωμένη να ζω με αυτόν.

Νομίζω αυτό είναι το ζητούμενο...

Αν υπάρχει πόνος... να ζούμε με αυτόν... αλλά, ταυτόχρονα, και πάνω και πέρα από αυτόν.

Κάποια στιγμή σταμάτησα στις σκάλες του τρένου. Ήταν η απογοήτευση που με σταμάτησε... Είδα έναν κύριο δίπλα μου να ανεβαίνει... Πρέπει να ήταν γύρω στα 80... Συνεχίζοντας να ανεβαίνει, σιγά σιγά, γύρισε και με κοίταξε... μου χαμογέλασε... Έπειτα συνέχισε... Εμένα μου φαινόταν οδυνηρή η συνέχεια... Σκεφτόμουν τα επόμενα σκαλιά... Ποιος ξέρει; Μπορεί και για εκείνον να ήταν οδυνηρό... άλλου τύπου και άλλης μορφής ο πόνος... Αν και εκείνος μου φάνηκε τόσο δυναμικός για την ηλικία του! Όταν βλέπω ανθρώπους σε αυτήν την ηλικία σκέφτομαι πως αν ζήσω μέχρι τότε εγώ το πιθανότερο θα είμαι ένα ανθρώπινο σαραβαλάκι! Συνέχισα κι εγώ πιο αργά από τον κύριο... σιγά σιγά... Έφτασα πάνω αφήνοντας πίσω τα σκαλιά του πόνου... και στάθηκα για λίγο... Έπειτα πέρασε κι ένας νέος δίπλα μου... μου χαμογέλασε και αυτός... Σταμάτησε και με ρώτησε «Είσαι καλά;»... Δεν έχω ιδέα πώς φαινόμουν για να φτάσει να με ρωτήσει αν είμαι καλά... Κι εγώ μην έχοντας κάτι άλλο να απαντήσω, ψιθύρισα την αλήθεια... «Πονάει το γόνατό μου...» είπα γελώντας... και γέλασε και εκείνος... Ήταν μια απάντηση που φάνηκε πως δεν την περίμενε... Παραδόξως, ένιωσα κάπως καλύτερα που απλά το μοιράστηκα εκείνη την στιγμή με κάποιον άλλον... Το αίσθημα του πόνου... Καμιά φορά αν το μοιραστεί κανείς γίνεται μικρότερο... Καμιά φορά... Όχι πάντα... Έπειτα περπατήσαμε για λίγο μαζί και ο πόνος άρχισε να γίνεται όλο και πιο αχνός... Και η ζωή συνεχίζεται... Και εγώ συνεχίζω να περπατάω... με πόνο ή χωρίς...

1/7/16

Και εκεί που...


Και εκεί που...

Και εκεί που ήμουν απορροφημένη σε αυτό που έγραφα... ήρθε ένας άντρας και στάθηκε στον δρόμο από την άλλη μεριά του τζαμιού από εκεί που καθόμουν εγώ... Ένιωσα μια περίεργη ατμόσφαιρα... Έπειτα έφυγε, έπειτα ξαναήρθε... Χαμήλωσε... με κοίταξε και με ρώτησε με νοήματα «Τι γράφεις;»... Στην αρχή δεν έδωσα σημασία... Εκείνος συνέχισε να με ρωτάει... «Τίποτα» απάντησα... Με ξαναρώτησε... Με ξαναρώτησε... Με ξαναρώτησε... Δεν έφευγε... Έμεινε εκεί... Να στέκεται και να με ρωτάει... Επέμεινε... Έπειτα αποφάσισε να έρθει από την άλλη μεριά του τζαμιού, έτσι τον είδα να φεύγει, να μπαίνει από την πόρτα του καταστήματος και μετά να έρχεται δίπλα μου και να με ρωτάει έντονα... «Τι γράφεις; Γράφεις θέατρο;»...Δεν έχω ιδέα γιατί με ρώτησε αν γράφω «θέατρο»... Δεν έγραφα «θέατρο»... Όποτε μου συμβαίνει κάτι παράξενο πρέπει να ανακατευτεί ακόμα κι εκεί το θέατρο... Και συνέχισε να με ρωτάει «Τι γράφεις;»... Οι κοπέλες που καθόντουσαν σε διπλανά τραπέζια, με κοιτούσαν, αναρωτιόντουσαν τι συμβαίνει και τις ένιωσα όλες σε ετοιμότητα... Σαν ένα είδος μυστικής γυναικείας συμπαράστασης... Ήταν ένας άνθρωπος που ένιωσα, και που ένιωσαν και οι γυναίκες γύρω μου, ότι μπήκε στον προσωπικό μου χώρο... έντονα, απότομα... Δεν είναι το τι λέγεται, είναι το πώς λέγεται... Δεν είναι το τι γίνεται, είναι το πώς γίνεται... Είχε έρθει πολύ κοντά μου και συνέχιζε να με ρωτάει... Μου ζήτησε να του διαβάσω κάτι και είπα απλά «Όχι.»... Τότε εκείνος μου ζήτησε ένα χαρτί για να γράψει κάτι... Υπήρχε ένα μικρό χαρτάκι πάνω στο τραπέζι αλλά δεν το ήθελε... μου ζήτησε το τετράδιό μου... Βρήκα μια άδεια σελίδα και του το έδωσα... και μου έγραψε το εξής... με το πράσινο μαρκαδοράκι μου και με καλλιγραφικό γραφικό χαραχτήρα που δεν διαβάζεται εύκολα... «Υπάρχουν δύο τουλάχιστον τρόποι να ζεις τη ζωή σου. Με το «γιατί;» σαν σλόγκαν ή με το «γιατί όχι» σαν σλόγκαν. Εσύ κάνεις το 1ο. Εγώ το 2ο.» Μου έκανε και μια χαμογελαστή φατσούλα... «Κατάλαβες;» με ρώτησε... Έπειτα φεύγοντας μου είπε από μακρυά «Φοράς λευκά ρούχα και δεν είσαι αγνή.». Ξαναήρθε κοντά μου και μου είπε πως φοράω άσπρα και πως αυτό είναι μια επιλογή... και έπειτα έφυγε... Με κοίταξε φεύγωντας σηκώνοντας τους ώμους και συνεχίζοντας να κάνει κάποια νοήματα σαν να είναι απογοητευμένος από εμένα...

Ας αποστασιοποιηθώ, λοιπόν, λιγάκι... όσο γίνεται... και ας αναλύσουμε το παραπάνω περιστατικό...

Πρώτα από όλα... έχουμε έναν άνθρωπο που μιλάει σε έναν άλλον άνθρωπο... Ο πρώτος άνθρωπος είναι ένας άνδρας και ο δεύτερος άνθρωπος είναι μια γυναίκα. Αν και δεν θα ήθελα να αναφέρω τα φύλα (μου αρέσει να μιλάω τις περισσότερες φορές για ανθρώπους) υπάρχει μια πραγματικότητα σε σχέση με το πόσο οι γυναίκες «βομβαρδίζονται» από ορισμένους άντρες στον έξω κόσμο με διάφορους τρόπους... είναι, λογικό, λοιπόν, να είναι σε άλλου τύπου ετοιμότητα... Δεν θα ήταν σωστό να αγνοήσουμε αυτήν την πραγματικότητα για την γενικότερη ατμόσφαιρα της ιστορίας μας... Ας μου επιτραπεί, λοιπόν, στην περίπτωσή μας, να αναφέρω και τα φύλα.... χωρίς αυτό, όμως, να σημαίνει πως και διαφορετικά να ήταν τα φύλα δεν θα μπορούσαμε να έχουμε περίπου την ίδια ιστορία. Συνεχίζουμε, λοιπόν, με την ιστορία μας. Οι δύο αυτοί άνθρωποι είναι άγνωστοι μεταξύ τους. Η γυναίκα είναι σε ένα δικό της σημείο εκείνη την στιγμή, κάνει κάτι σημαντικό για αυτήν και δεν θέλει να την διακόψουν από αυτό που κάνει. Ο άνδρας της μιλάει από τον δρόμο ενώ εκείνη βρίσκεται μέσα σε έναν χώρο και έχουν μεταξύ τους ένα τζάμι. Εκείνος επιμένει να την ρωτάει σε σχέση με αυτό που κάνει ενώ εκείνη έδωσε την απάντησή της και δεν άφησε περιθώρια για παραπάνω συζήτηση. Ο άντρας από μακρυά έρχεται κοντά και μπαίνει μέσα στον χώρο που βρίσκεται η γυναίκα αλλά και μέσα στον προσωπικό της χώρο. Ύστερα μετά από συνεχόμενες επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις, ο άνδρας ζητάει από την γυναίκα να κάνει κάτι που εκείνη δεν θέλει. Κι ας είναι το πιο «απλό» πράγμα στον κόσμο όπως να του διαβάσει αυτό που γράφει. Και εκείνη λέει «Όχι». Και το εννοεί το «Όχι». Ένιωσε παραβίαση του προσωπικού της χώρου και θεώρησε πως το πιο τίμιο σε σχέση με το συναίσθημά της εκείνη την στιγμή ήταν να πει «Όχι» σε αυτό που ένιωθε να συμβαίνει. Δεν το είπε άσχημα, το είπε ευγενικά. Δεν τον έκανε να αισθανθεί άβολα. Ήταν, όμως, μια απλή, καθαρή, άρνηση. Ζητάει ο ένας άνθρωπος κάτι και ο άλλος άνθρωπος έχει δικαίωμα να το αρνηθεί. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει τον άλλον στην δική του παρόρμηση. Έπειτα ο άνδρας, ζητάει από την γυναίκα χαρτί, δεν δέχεται το χαρτί που υπάρχει ήδη στο τραπέζι, ζητάει το τετράδιό της, εκείνη διστάζει αλλά, τελικά, το δίνει, (εδώ να σημειώσουμε πως η γυναίκα το δίνει γιατί ζυγίζει την κατάσταση εκείνη την στιγμή και αποφασίζει πως αυτό είναι το καλύτερο να κάνει), εκείνος της γράφει αυτό που θέλει να της γράψει γράφοντας ένα ρητό που θέλει να περάσει το μήνυμα πως εκείνη είναι «γιατί;» (συμβολίζοντας το «κλείσιμο», τον δισταγμό, την αμφιβολία απέναντι στην ζωή) ενώ εκείνος είναι «γιατί όχι;» (συμβολίζοντας το «άνοιγμα»,τον μη δισταγμό, την εμπιστοσύνη, απέναντι στην ζωή). Φεύγοντας κάνει ένα σχόλιο για το τι φοράει και για το ότι δεν είναι αγνή. Γίνεται δηλαδή ένα ταυτόχρονο σχόλιο εξωτερικό και εσωτερικό για το τι άνθρωπος είναι. Και μάλιστα για την αντίθεση που εκείνη συμβολίζει. Η γυναίκα φοράει άσπρα, επομένως οφείλει να είναι «ανοιχτή» σε όποιον θα της μιλήσει κατά την γνώμη του συγκεκριμένου άντρα. Της λέει πως είναι επιλογή το χρώμα των ρούχων. Σε αυτό θα συμφωνήσουμε. Είναι επιλογή. Αλλά το πώς θα ερμηνεύσει ο καθένας αυτήν την επιλογή είναι μια άλλη ιστορία. Και έπειτα εκείνος φεύγει κάνοντας κάποια νοήματα θέλοντας να υπογραμμίσει αυτό που ήδη δήλωσε με διάφορους τρόπους... πως η γυναίκα δεν είναι «ανοιχτή» στο τώρα, στην ζωή, στην στιγμή... «Δεν είσαι ανοιχτή στην ζωή» θέλει να την κάνει να αισθανθεί ενώ από πίσω κρύβεται «Δεν είσαι ανοιχτή σε εμένα». Ο άντρας ενοχλήθηκε και η απάντηση στην ενόχληση που ένιωσε ήταν, συνειδητά ή ασυνείδητα, «Δημιουργώ ενοχές σε αυτόν που έχω απέναντί μου κάνοντας τον να αισθανθεί άσχημα γιατί μου αρνήθηκε αυτό που ήθελα εγώ εκείνη την στιγμή».

Και είναι αλήθεια. Πολλοί άνθρωποι θα νιώσουν ενοχές όταν τους κάνουν να νιώσουν ενοχές επειδή προσπαθούν να υποστηρίξουν απλά αυτό που νιώθουν... Συνήθιζα να είμαι ένας από αυτούς... αλλά ακόμα κάνω τον αγώνα μου απέναντι στο αίσθημα της ενοχής... Είναι και ένας από τους λόγους που προσπαθώ να βλέπω όσο γίνεται πιο καθαρά τις καταστάσεις...

Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, σε εμένα.

Δεν είπα «Γιατί». Δεν είπα «Γιατί όχι;». Είπα «Όχι.». Ήταν ξεκάθαρη άρνηση. Δεν είσαι υποχρεωμένος να είσαι «ανοιχτός» σε όλα τα σημεία της ζωής σου προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους είτε αυτοί είναι γνωστοί σου είτε αυτοί είναι άγνωστοί σου. Εξαρτάται από το ποιος είναι ο άλλος, ποιος είσαι εσύ, σε ποιο σημείο της ζωής του βρίσκεται ο άλλος, σε ποιο σημείο της ζωής σου βρίσκεσαι εσύ, πώς ήταν η στιγμή σας, πώς ένιωσες και τι ήθελες να κάνεις σε σχέση με αυτό που ένιωσες. Εγώ ήμουν σε ένα δικό μου σημείο εκείνη την στιγμή, ένιωσα παραβίαση του προσωπικού μου χώρου, και θεώρησα πως το πιο τίμιο σε σχέση με το συναίσθημα μου εκείνη την στιγμή είναι να πω «Όχι.» σε αυτό που ένιωσα να συμβαίνει. Δεν το είπα άσχημα, το είπα ευγενικά. Δεν τον έκανα να αισθανθεί άβολα. Ήταν μια απλή, καθαρή, άρνηση. Μου ζητάς κάτι κι εγώ εκείνη την στιγμή δεν θέλω να το κάνω. Δεν είμαι υποχρεωμένη να ακολουθήσω την δική σου παρόρμηση απλά και μόνο επειδή μου μίλησες.

Είναι πολλές οι φορές στην ζωή μου που έχω μιλήσει σε αγνώστους ή που μου έχουν μιλήσει άγνωστοι. Είναι πολλές φορές που δεν έχω μιλήσει σε αγνώστους ή που δεν μου έχουν μιλήσει άγνωστοι. Είναι πολλές φορές που ξεκίνησα ή ακολούθησα μια συζήτηση που την ξεκίνησε κάποιος άλλος. Είναι πολλές φορές που δεν ξεκίνησα ή που δεν ακολούθησα μια συζήτηση που την ξεκίνησε κάποιος άλλος.

Το αν μιλάω ή δεν μιλάω σε έναν άγνωστο (ή ακόμα και γνωστό)...

Δεν έχει σχέση το αν φοράω άσπρα ή μαύρα ρούχα.
Δεν έχει σχέση το αν είμαι ή δεν είμαι αγνή.
Δεν έχει σχέση με το αν είμαι ή δεν είμαι «ανοιχτός» ή «κλειστός» άνθρωπος.
Δεν έχει σχέση με το αν είμαι ή δεν είμαι «ανοιχτή» ή «κλειστή» απέναντι στην ζωή.

Για την ακρίβεια...

Φοράω και άσπρα και μαύρα ρούχα, είμαι και δεν είμαι αγνή, είμαι και «ανοιχτός» και «κλειστός» άνθρωπος απέναντι και στους ανθρώπους και στην ζωή.

Είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος που επιλέγει (ή, τουλάχιστον, προσπαθεί να επιλέγει) ανάλογα με το πώς νιώθει ΚΑΘΕ ΣΤΙΓΜΗ το πώς θα συμπεριφερθεί.

Και δεν είναι καθόλου εύκολο. Το να νιώθεις, να αντιλαμβάνεσαι πώς νιώθεις και να συμπεριφέρεσαι ανάλογα με αυτό που νιώθεις. Το να είσαι σε επαφή με εσένα. Θέλει άσκηση, θέλει εξάσκηση, θέλει δύναμη, θέλει επιμονή, θέλει υπομονή, θέλει προσπάθεια.

Καταλήγω, λοιπόν...

«Υπάρχουν δύο τουλάχιστον τρόποι να ζεις τη ζωή σου. Με το «γιατί;» σαν σλόγκαν ή με το «γιατί όχι» σαν σλόγκαν. Εσύ κάνεις το 1ο. Εγώ το 2ο.»

Δεν κάνω το 2ο. Δεν κάνω το 1ο. Μπορώ να κάνω το 2ο όταναν θέλω. Μπορώ να κάνω το 1ο όταναν θέλω. Μπορώ να κάνω και το 3ο και το 4ο και το 5ο και το 15ο όταναν χρειαστεί. Σε αυτό το «τουλάχιστον» της φράσης βρίσκονται ένα σωρό αχρησιμοποίητοι αριθμοί που εγώ επιλέγω να τους χρησιμοποιώ αν νιώσω πως με εκφράζουν.

Υπάρχουν ένα σωρό τρόποι να ζεις την ζωή σου. Και δεν υπάρχει ούτε ένα σλόγκαν να τους εκφράζει όλους μαζί...

(Παρένθεση, η λέξη «σλόγκαν» δεν μου ταιριάζει, θα χρησιμοποιούσα άλλη... επειδή όμως ο άγνωστος της ιστορίας μας την χρησιμοποίησε και υπάρχει γραμμένη έτσι η φράση στο τετράδιό μου θέλησα να κρατήσω τις ίδιες λέξεις... Ας αφήσουμε να υπάρχει και κάτι ολοκληρωτικά δικό του μέσα στην ιστορία μας... Έτσι προς τιμήν του...)

Οι τρόποι με τους οποίους επιλέγω να ζω την ζωή μου, δεν είναι σωστοί, δεν είναι λάθος, δεν είναι καλύτεροι ή χειρότεροι από τους τρόπους με τους οποίους επιλέγουν οι άλλοι να ζούν την ζωή τους. Οι τρόποι με τους οποίους επιλέγω να ζω την ζωή μου, κι ας φαίνονται μερικές φορές τόσο διαχωρισμένοι μεταξύ τους, ενώνονται στην ουσία σε μόνο έναν τρόπο: Τον δικό μου.

Θα μπορούσαμε, λοιπόν, επίσης, να πούμε...

Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να ζεις την ζωή σου: Ο δικός σου.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ζούμε γενικά την ζωή... αλλά για την δική μας ζωή υπάρχει μόνο ο ένας, μοναδικός, ξεχωριστός, ιδιαίτερος, δικός μας τρόπος...


1/6/16

Τακτοποίηση


(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)

Τακτοποίηση

Πρέπει να τακτοποιήσω... πρώτα την γωνίτσα που κάθομαι αυτήν την στιγμή... έπειτα τα σημεία που θα σηκωθώ τα αμέσως επόμενα δευτερόλεπτα, έπειτα τα σημεία που θα περπατήσω τα αμέσως επόμενα λεπτά, έπειτα τα σημεία που θα βρεθώ τις επόμενες μέρες, έπειτα τα σημεία που θα σταθώ τις επόμενες εβδομάδες, έπειτα τα σημεία που θα ζήσω τους επόμενους μήνες και έπειτα τα σημεία που θα υπάρξω τα επόμενα χρόνια... Πρέπει να τακτοποιήσω πρώτα το "μέσα" μου και μετά το "έξω" μου, πρώτα το "εδώ" μου και μετά το "εκεί" μου, πρώτα το "τώρα" μου και μετά το "πριν" και το "μετά" μου. Πρέπει να τακτοποιήσω το σήμερα αν θέλω να έχω, έστω και μια ελπίδα, να τακτοποιηθεί το αύριο... όχι μόνο για εμένα μα και για τους άλλους... για εκείνους τους ανθρώπους του αύριο...


1/5/16

Διαφορές


(Και έγραψα πριν κάποιο καιρό...)

Διαφορές

Είχα έναν φίλο κάποτε που μου μίλαγε σε σχέση με το να κάνεις σχέσεις και με το να φεύγεις από αυτές... με το να δοκιμάζεις... να τολμάς... Και δεν ήταν από αυτούς που δεν ήταν μέσα στην σχέση... Όποτε ήταν σε σχέση ήταν μέσα σε αυτήν... είτε ήταν για ένα μήνα είτε ήταν για ένα χρόνο είτε ήταν για περισσότερο... Μου άρεσε η άνεση με την οποία μπορούσε να μείνει ή να φύγει... με την οποία φαινόταν να επιλέγει το τι θέλει και το τι δεν θέλει... χωρίς τους δικούς μου συναισθηματισμούς... με έναν τρόπο εγκεφαλικό, πρακτικό, όριζε τα συναισθήματά του... Ω! Πόσες φορές είχαμε συζητήσει για αυτήν την διαφορά μας... εγώ βρισκόμουν όπου με πήγαιναν τα κύματα των συναισθημάτων, εκείνος όπου τον πήγαινε η δύναμη της λογικής... χωρίς, φυσικά, να σημαίνει ότι κι εγώ δεν είχα μια δυναμική ισχυρή λογική πλευρά και ότι κι εκείνος δεν είχε ευαίσθητες συναισθηματικές αποχρώσεις... Όταν τον άκουγα να μιλάει για τις σχέσεις, χωρίς να το γνωρίζει έλεγε πράγματα που έλεγα, πίστευε πράγματα που πίστευα, υποστήριζε πράγματα που υποστήριζα, ήθελε πράγματα που ήθελα... κι ας ήταν τόσο διαφορετικές οι προσεγγίσεις μας στην πράξη... στην θεωρία υπήρχαν πολλά κοινά σημεία... Να δοκιμάζεις... Να τολμάς... Να μπαίνεις και να βγαίνεις σε εμπειρίες και καταστάσεις... Να γνωρίζεις ανθρώπους... Να συνδέεσαι... Όμως εγώ δεν ήμουν σίγουρη ότι μπορώ στην πράξη να το εφαρμόσω (και σίγουρα όχι όπως και όσο εκείνος)... Έκανα τις σχέσεις μου... Αλλά χρειαζόμουν χρόνο από την μία στην άλλη... Θα ήθελα να έχω την δική του απλότητα... Πατούσε ένα κουμπάκι και σταματούσε μια κατάσταση, έκλεινε έναν διακόπτη και τελείωνε κάτι που ένιωθε πως έπρεπε να τελειώσει. Και έπειτα απλά το άφηνε πίσω του. Εγώ είχα κλάματα και στενοχώριες και θρήνους για να φτάσω να αποχωριστώ κάτι ουσιαστικά... Είχα πένθος... και πόνο και φόβο... Ήταν όλα έντονα και χαοτικά και προς όλες τις κατευθύνσεις... Εκείνος έμοιαζε να είναι πάνω σε μια γραμμή και να μην επιτρέπει ποτέ στον εαυτό του να φύγει από αυτήν. Πήγαινε προς μία μόνο κατεύθυνση... Φυσικά... Διαφωνούσαμε... και... Φυσικά... Συζητούσαμε... Προσωπικά, πίστευα πως ο κάθε δρόμος είχε τα δικά του υπέρ και τα δικά του κατά... Κακά τα ψέμματα... δεν θα ήθελα να ζω χωρίς τα έντονα συναισθήματά μου... όμως μου φαινόταν τόσο ξεκούραστος ο κόσμος από την δική του μεριά...
Τώρα ξέρω... Τόσα χρόνια μετά... πως μου είναι αδύνατον να κάνω αυτό που τότε έκανε εκείνος... Συνδέομαι με τους ανθρώπους και με τις καταστάσεις με έναν ιδιαίτερο τρόπο και η διαδικασία της αποσύνδεσης είναι κάθε φορά σαν να κόβεται ένα κομμάτι του εαυτού μου... Δεν το χάνω αυτό το κομμάτι... Δικό μου είναι πάλι... Απλά το νιώθω... διαφορετικό...
Κουράστηκα από τις σχέσεις. Δεν θα έπρεπε να το γράψω. Γιατί δεν θα έπρεπε να έχω κουραστεί. Αλλά δεν έχω δυνάμεις... όχι άλλο όχι πια...
Έχω ανάγκη από κάτι ισχυρό, ξεκάθαρο, δυνατό, αμοιβαίο, αυθεντικό, γεμάτο έρωτα, αγάπη και κατανόηση.
Επικοινωνία...
Ενέργεια...
Δεν αντέχω άλλο να θολώνω τον έρωτα και να πληγώνω την αγάπη...