12/25/10

Το Δώρο.


Τι δώρο θα ήθελες για τα Χριστούγεννα;

Δεν μπορεί να μην θέλεις τίποτα, όλοι θέλουν κάτι.

Θυμάσαι όταν ήσουν παιδί, ήξερες ακριβώς τι θέλεις. Μια κούκλα, ένα αυτοκίνητο, ένα επιτραπέζιο παιχνίδι ήταν αρκετά για να σε κάνουν ευτυχισμένο.

Θυμάσαι με πόση ανυπομονησία περίμενες να έρθει η παραμονή των Χριστουγέννων για να ανοίξεις το δώρο σου και με πόση αγωνία το άνοιγες για να δεις αν σου αγόρασαν αυτό που ήθελες να σου αγοράσουν;

Θυμάσαι με πόση χαρά έσκιζες το περιτύλιγμα;

Και με πόση ικανοποίηση αντίκρυζες το δώρο σου, το δώρο που είχες ονειρευτεί για μέρες, εβδομάδες, ίσως και μήνες...

Όταν ήσουν παιδί... ήταν αλλιώς... είχες δικαίωμα να είσαι ευτυχισμένος.

Όταν μεγαλώνεις απαγορεύεται να χαμογελάς. Απαγορεύεται να επιθυμείς. Απαγορεύεται να λαχταράς. Όλα γίνονται πιο αδιάφορα και απρόσωπα. Και σιγά σιγά αποπροσανατολίζεσαι και δεν υπάρχει τίποτα που να θέλεις.

Αλλά εγώ πιστεύω ότι αν ψάξεις, αν ψάξεις χωρίς να φοβηθείς, θα καταλάβεις τι θέλεις πραγματικά.

Για αυτό σε ρωτάω ξανά...

Τι δώρο θα ήθελες για τα Χριστούγεννα;

Τι θα ήθελες να σου φέρω;

Τι θα ήθελες να σου προσφέρω;

Τι θα ήθελες να σου δώσω;

Τι θα ήθελες να σου παραδώσω;

Σου ζητάω να ρωτήσεις τον εαυτό σου, χωρίς περιορισμούς, για το τι πραγματικά θέλεις και όταν το βρεις να μου το πεις.

Θα βρω τρόπο να σου φέρω αυτό που θέλεις.

Ξέρω πως δεν με πιστεύεις.
Ξέρω πως δεν μου έχεις εμπιστοσύνη.
Αλλά εγώ θα βρω τρόπο να σου φέρω ό, τι κι αν θέλεις.

Εσύ το μόνο που έχεις να κάνεις, το μόνο που πρέπει να κάνεις, είναι να βρεις τι θέλεις.

Κι εγώ θα βρω τρόπο να στο πραγματοποιήσω.

Πώς;

Δεν έχω ιδέα.

Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι έχεις ακόμα δικαίωμα να είσαι ευτυχισμένος...

Και για αυτήν την ευτυχία αξίζει να σπάσω το κεφάλι μου και να βρω ένα τρόπο να σου φέρω αυτό που επιθυμείς.

Το δώρο σου θα βρίσκεται κάτω από το δέντρο σου, μέσα στο δωμάτιό σου, έξω από την πόρτα σου... Ανάλογα με το τι είναι θα είναι εκεί που πρέπει να είναι.

Τυλιγμένο με μπόλικη αγάπη.

Και από έξω θα γράφει:

Από εμένα για εσένα.

Καλά Χριστούγεννα...

12/22/10

My stage, My home.

Η σκήνη είναι το σπίτι μου και το σπίτι μου είναι η σκηνή μου.

Η σκηνή είναι το σπίτι μου.

Ο ήχος του κουδουνιού του θεάτρου είναι ο ήχος του κουδουνιού του σπιτιού μου.

Η αυλαία είναι η πόρτα μου.

Όταν ανοίγει η αυλαία, ανοίγω την πόρτα.

Στους θεατές, στους καλεσμένους μου.

Τα καθίσματα του θεάτρου είναι οι καρέκλες του σπιτιού μου. Σε αυτά τα καθίσματα, σε αυτές τις καρέκλες, θα καθίσουν οι, διαφορετικής ηλικίας και διαφορετικού φύλου, προσκεκλημένοι μου. Θέλω να νιώθουν άνετα και να περάσουν καλά.

Τα ρούχα που φοράω είναι αυτά που επιλέγω κάθε φορά να φορέσω με προσοχή και σεβασμό ανάλογα με την περίσταση. Είναι ρούχα που νιώθω άνετα μέσα σε αυτά και που, ταυτόχρονα, μου αρέσουν και με εκφράζουν. Είναι ρούχα που μου επιτρέπουν να είμαι αυτό που κάθε φορά επιλέγω να είμαι. Το μακιγιάζ μου το ίδιο. Άλλοτε είναι απλό και διακριτικό, άλλοτε εντυπωσιακά έντονο. Αλλά πάντοτε αντίστοιχο της κάθε κατάστασης.

Τα σκηνικά είναι τα έπιπλα του σπιτιού μου. Ένας πίνακας, ένα κάδρο, ένα τραπέζι, ένα βάζο, μια βαλίτζα... Το οτιδήποτε... Μπορεί να είναι και μόνο ένα χαλί ή μόνο ένα κουτί... δεν έχει σημασία... Κανένας δεν είπε πως το σπίτι μου είναι απαραίτητα πλούσιο, γεμάτο με επίπλα, το σπίτι μου είναι πλούσιο από άλλες απόψεις. Το σπίτι μου είναι απλά το σπίτι μου. Και έχει αυτά που εγώ θέλησα να έχει. Μικροπράγματα που αγαπάω, που με βοηθάνε όταν τα κοιτάζω, που με ηρεμούν όταν τα αγγίζω. Είναι τα δικά μου αντικείμενα. Τα αντικείμενα που επέλεξα ένα – ένα και που συνδέομαι με κάθε ένα από αυτά με ιδιαίτερο τρόπο.

Ο φωτισμός της σκηνής είναι ο φωτισμός του σπιτιού μου. Οι προβολείς που με φωτίζουν είναι κάθε πιθανό φως των δωματίων μου.Οι λάμπες και τα κεριά... Το φως που φαίνεται αχνό κάτω από την χαραμάδα μιας πόρτας ή το φως που μπαίνει από ένα παράθυρο... Κάθε δυνατή πηγή φωτός την δημιουργούν οι προβολείς μου. Ακόμα και το φως του ήλιου ή του φεγγαριού. Κάθε φως που μας φωτίζει ανάλογα με την ώρα της ημέρας... άλλοτε πιο δυνατά, όταν είναι πρωί ή μεσημέρι, κι άλλοτε πιο αχνά, όταν είναι απόγευμα ή βράδυ.

Η μουσική που ακούγεται, το μουσικό χαλί της παράστασής μου, είναι η μουσική που έχω επιλέξει να ακούσουν οι καλεσμένοι μου. Θα μας συνοδεύει συνεχόμενα ή διακεκομμένα... Μπορεί να είναι μια μόνιμη μουσική υπόκρουση ή πάλι να ακουστεί για λίγο και μετά να μείνουμε στην σιωπή.

Οι στιγμές παύσης της παράστασης είναι οι στιγμές σιωπής μιας επίσκεψης.

Ο διάλογος μου με το κοινό είναι ο διάλογος μου με τους καλεσμένους μου.

Το κείμενο μου είναι η συζήτηση μας.

Οι λέξεις μου είναι οι λέξεις μου.

Οι διάφοροι ήχοι είναι οι διάφοροι ήχοι.

Τα καμαρίνια είναι το δωμάτιό μου. Εκεί ντύνομαι, εκεί βάφομαι. Μπροστά στον καθρέφτη μου... Εκεί ετοιμάζομαι.

Ο διάδρομος πίσω από την σκηνή είναι το μπαλκόνι του σπιτιού μου. Εκεί κάνω τις αναπνοές μου και συγκεντρώνομαι. Εκεί κάθομαι και περιμένω τους επισκέπτες μου, πριν έρθουν, με άγχος και ανυπομονησία. Εκεί, αφού έρθουν, μπορώ να πάρω απόσταση από τους καλεσμένους μου. Εκεί μπορώ να βρω τον προσωπικό μου χώρο. Εκεί προετοιμάζομαι.

Οι ηθοποιοί της σκηνής είναι όσοι συγκατοικούν μαζί μου στο ίδιο σπίτι. Έχουμε βρει έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας. Όλοι έχουμε τον ίδιο στόχο να κάνουμε τους καλεσμένους μας να περάσουν καλά, να ανταλλάξουμε σκέψεις, ιδέες και συναισθήματα.

Η ατμόσφαιρά είναι αυτή που επιλέγω να δημιουργήσω κάθε φορά...

Η επικοινωνία και η ποιότητα της συνάντησής μας εξαρτάται από εμένα, τους συγκατοίκους μου αλλά και από τους καλεσμένους μου. Από την διάθεσή μας και από την διαθεσιμότητά μας. Να ανοιχτούμε και να μοιραστούμε.

Η παράστασή μου είναι αυτό που έχω ετοιμάσει να προσφέρω στους καλεσμένους μου. Ανάλογα με τις περιστάσεις. Μπορεί να είναι μια χαρούμενη συνάντηση για να γιορτάσουμε ή μια τραγική συνάντηση για να θρηνήσουμε. Μπορεί να είναι μια απλή καθημερινή συνάντηση απλά για να συζητήσουμε για κάτι ή μπορεί να είναι μια παράλογη συνάντηση για κάτι που δεν μπορώ καν να ορίσω.

Το χειροκρότημα του κοινού είναι το τέλος της βραδυάς. Είναι η επιβεβαίωση ότι οι καλεσμένοι μου πέρασαν καλά. Είναι η αγκαλιές που δίνονται, τα φιλιά που ανταλλάσονται λίγο πριν φύγουν... Είναι το σημάδι που μου αποδεικνύει πως αν ήταν στο χέρι τους θα έρχονταν κάθε μέρα επίσκεψη για να με δουν ξανά και ξανά και ξανά. Γιατί χαίρονται που με βλέπουν. Γιατί είμαι σπάνια. Γιατί είμαι διαφορετική. Γιατί τους μιλάω για διαφορετικά πράγματα από ό,τι έχουν συνηθίσει. Γιατί... είμαι εγώ. Γιατί τους κάνω να δακρύζουν αλλά και να χαμογελάνε. Και γιατί γνωρίζουν πως τους αγαπάω. Πως το σπίτι μου δεν θα είχε καμία αξία χωρίς τους ανθρώπους που έρχονται να με επισκεφτούν...

Η σκηνή είναι το σπίτι μου.

Οι γνώσεις μου είναι τα κλειδιά μου.

Χωρίς αυτά δεν μπορώ να μπω στο ίδιο μου το σπίτι.
Μπορεί να έχω ένα πάρα πολύ ωραίο σπίτι... αλλά δεν έχει καμία σημασία αν εγώ δεν το γνωρίζω. Αν δεν μπορώ να ανοίξω την πόρτα για να το δω, για να το παρατηρήσω, για να το αγαπήσω, για να το γεμίσω με εμένα και για να καταφέρω στο τέλος να ζήσω μέσα σε αυτό.

Η σκηνή είναι το σπίτι μου.

Ο ήχος του κουδουνιού είναι ο ήχος του κουδουνιού.

Η αυλαία είναι η πόρτα μου.

Οι θεατές είναι οι καλεσμένοι μου.

Τα καθίσματα είναι τα καθίσματα.

Τα έπιπλα είναι τα επίπλα.

Τα αντικείμενα είναι τα αντικείμενα.

Τα σκηνικά είναι κάθε δυνατός χώρος.

Οι προβολείς είναι κάθε πιθανό φως.

Η μουσική είναι η μουσική.

Η παύση είναι η παύση.

Οι ήχοι είναι οι ήχοι.

Η συζήτηση είναι η συζήτηση.

Η σιωπή είναι η σιωπή.

Ο διάλογος είναι ο διάλογος.

Ο μονόλογος είναι ο μονόλογος.

Η επικοινωνία είναι η επικοινωνία.

Τα συναισθήματα είναι τα συναισθήματα.

Οι σκέψεις είναι οι σκέψεις.

Η ενέργεια είναι η ενέργεια.

Η ατμόσφαιρα είναι η ατμόσφαιρα.

Η παράσταση είναι ό, τι προσφέρω.

Το χειροκρότημα είναι ό, τι δέχομαι.

Το σπίτι μου είναι η σκηνή μου και η σκηνή μου είναι το σπίτι μου.

(Ίσως το μοναδικό σπίτι που είχα ποτέ...)

Ό,τι έχω φτιάξει, Ό,τι έχω δημιουργήσει... το οφείλω σε αυτό το πολυτίμο σπίτι που κρύβει η αυλαία μου. Ό,τι είμαι το οφείλω σε αυτόν τον μαγικό κόσμο που ονομάζεται «θέατρο» και που υπάρχει σε τόσα σπίτια, σε τόσες σκηνές, σε όλο τον κόσμο...

12/13/10

Θα τα καταφέρω



Θα τα καταφέρω.
Με βοήθεια ή χωρίς.
Θα τα κατάφερω.
Αργά ή γρήγορα.
Θα τα καταφέρω.
Με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο.

Θα τα καταφέρω, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός μου χρόνος, θα τα καταφέρω, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός μου δρόμος, θα τα καταφέρω, όχι γιατί έτυχε, αλλά γιατί το αξίζω.

Θα τα καταφέρω και θα αποδείξω ότι έχει κάποια αξία η αξία μου.

Θα τα καταφέρω και θα αποδείξω και στον εαυτό μου και στους άλλους ότι έχει σημασία. Έχει σημασία να τα καταφέρνουμε. Όχι μόνο να τα βγάζουμε πέρα, αλλά να τα καταφέρνουμε ουσιαστικά, να πηγαίνουμε παρακάτω προσπερνώντας όλα αυτά που συνέβησαν και όλους αυτούς που άρπαξαν κάθε ευκαιρία σαν αρπαχτικά που ανυπομονούσαν για το επόμενο θύμα τους.

Θα τα καταφέρω γιατί δεν μου αρέσει ο ρόλος του θύματος.
Θα τα καταφέρω γιατί θέλω να αποδείξω ότι μπορώ να τα καταφέρω χωρίς να χρειαστεί να παίξω το ρόλο του θύτη.
Θα τα καταφέρω βγαίνοντας από το παιχνίδι.
Θα τα καταφέρω με τρόπους ανύπαρκτους που δεν φαντάστηκε ποτέ κανείς.
Θα τα καταφέρω μένοντας στο παιχνίδι.
Θα τα καταφέρω με ρόλους άγραφους που δεν ερμήνευσε ποτέ κανείς.

Θα τα καταφέρω.
Δημιουργώντας καινούριους κανόνες. Τους δικούς μου.
Θα τα καταφέρω.

Θα τα καταφέρω για να μπορώ να στέκομαι με αξιοπρέπεια απέναντί στον εαυτό μου κοιτάζοντας στον καθρέφτη. Θα τα καταφέρω για να μπορώ να κοιτάζω όλους μου τους εαυτούς με χαμόγελο και για να μπορούν όλοι μου οι εαυτοί να με κοιτάζουν με περηφάνια.

Θα τα καταφέρω για να μπορώ να πείσω τον παιδικό εαυτό μου ότι έδωσα όλες μου τις δυνάμεις για να πραγματοποιήσω όλα, ούτε καν τα μισά, από όσα ονειρευόταν. Θα τα καταφέρω για να μπορώ να πείσω τον εφηβικό εαυτό μου ότι όσα πέρασε δεν πήγαν χαμένα. Θα τα καταφέρω για να μπορώ να πείσω τον ενήλικο εαυτό μου ότι ό,τι κι αν έγινε δεν πειράζει. Θα τα καταφέρω για να μπορούν όλοι μου οι εαυτοί να με χειροκροτήσουν και να μου πουν...

«Ξέρεις κάτι; Τα κατάφερες!».

Κι όλοι αυτοί που μου έλεγαν ότι δεν θα τα καταφέρω... Κι όλοι αυτοί που δεν μου έλεγαν τίποτα, που δεν χρειάστηκε να μου πουν τίποτα γιατί έκαναν τα πάντα για να μην τα καταφέρω... Κι όλοι αυτοί που τράφηκαν από την λάμψη μου και που ήπιαν την αξία μου σταγόνα σταγόνα... Κι όλοι αυτοί που νομίζουν πως μόνο έτσι λειτουργεί η ζωή με τις αδικίες τους και τα συμφέροντά τους... Κι όλοι αυτοί που δεν κατάλαβαν ποτέ πόση απώλεια ενέργειας είναι το να συμπεριφέρεσαι έτσι, τόσο αηδιαστικά στενόμυαλα, τόσο εξαντλητικά εγωιστικά... Κι όλοι αυτοί... ας κάνουν την ζωή τους... όπως επέλεξαν να την κάνουν... αλλά δεν θα τους δώσω αυτό που μου ζήτησαν να τους δώσω. Την επιβεβαίωση ότι όλοι είμαστε ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ να συμπεριφερόμαστε έτσι, γιατί όχι, δεν είμαστε όλοι... Κι εγώ δεν θα βάλω την υπογραφή μου σε αυτό το χυδαίο συμβόλαιο ανηθικότητας και απανθρωπιάς... Γιατί; Γιατί δεν χρειάζεται να την βάλω. Κι ακόμα κι αν χρειαζόταν πάλι δεν θα την έβαζα. Κι αν κάποια στιγμή το όνομά μου είναι ανάμεσα στα δικά τους, θα σημαίνει ότι δεν θα τα κατάφερα...

Θα κάνω τα αδύνατα δυνατά.
Θα κάνω τα απίστευτα πιστευτά.
Θα βρω άλλο τρόπο να τα καταφέρω.
Και θα τα καταφέρω.
Με βοήθεια ή χωρίς.
Αργά ή γρήγορα.
Με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο.
Θα τα καταφέρω.
Θα τρέξω, θα ιδρώσω, θα λιώσω, θα κινήσω γη και ουρανό για να τα καταφέρω.
Και θα τα καταφέρω για να μπορέσω να πω όσα έχω να πω και είναι πολλά.
Επιβάλλεται να τα καταφέρω για να ακουστεί η φωνή μου.
Και όταν ακουστεί...
Δεν θα έχω ξεχάσει την πορεία.

Θα θυμάμαι κάθε βήμα, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, από το πιο ανώδυνο μέχρι το πιο οδυνηρό, θα θυμάμαι όλη την διαδρομή, σου υπόσχομαι να την θυμάμαι, όχι για εμένα αλλά για εσένα, για να μπορώ να σε εμπνεύσω να τα καταφέρεις και εσύ, και όχι μόνο θεωρητικά αλλά και πρακτικά, για να μπορώ να σου μεταδώσω όλα όσα έμαθα, λύσεις και πράξεις και σκέψεις και λέξεις που δεν μας είπε ποτέ κανείς... Και δεν θα είναι γιατί θα έχω μάθει τα μεγάλα μυστικά. Θα τα καταφέρω χωρίς μεγάλα μυστικά και μαγικές λύσεις. Θα τα καταφέρω μόνη μου. Αλλά θα θυμάμαι πως δεν ήταν ανάγκη να τα καταφέρω μόνη μου... Αυτό θα το θυμάμαι... Ξέρεις γιατί; Γιατί πάντα πίστευα πως δεν είναι ντροπή να ζητάς βοήθεια και πως είναι όμορφο να σε καθοδηγούν και να σε συμβουλεύουν και να σε βοηθάνε οι άλλοι χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έχεις την δική σου κρίση και πως δεν κάνεις εσύ τις δικές σου επιλογές. Αλλά επειδή θα θυμάμαι πως συμπεριφέρθηκαν σε αυτά τα κρίσιμα σημεία οι περισσότεροι γύρω μου, επειδή θα γνωρίζω πόσο πολύ δεν με βοήθησε κανείς, θα είμαι εκεί για εσένα για να σε βοηθήσω. Θα σου πω ό, τι θέλεις. Θα σου δείξω ό, τι χρειάζεσαι. Θα σε μάθω ό, τι έχεις ανάγκη. Ξέρεις γιατί;

Γιατί θα θέλω να τα καταφέρεις κι εσύ.
Θα θέλω τόσο πολύ να τα καταφέρεις, όσο το ήθελα και για εμένα, αν όχι και περισσότερο.
Θα τα καταφέρω για να μπορώ να σε βοηθήσω να τα καταφέρεις κι εσύ.

Θα τα καταφέρω για να τα καταφέρεις.
Θα τα καταφέρω και θα τα καταφέρεις.

Θα τα καταφέρεις.
Με βοήθεια ή χωρίς.
Θα τα κατάφερεις.
Αργά ή γρήγορα.
Θα τα καταφέρεις.
Με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο.

Θα τα καταφέρεις, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός σου χρόνος, θα τα καταφέρεις, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός σου δρόμος, θα τα καταφέρεις, όχι γιατί έτυχε, αλλά γιατί το αξίζεις.

Θα τα καταφέρεις για να τα καταφέρω.
Θα τα καταφέρεις και θα τα καταφέρω.

Θα τα καταφέρω.

Θα γιατρέψω τον πόνο.
Θα διώξω τον φόβο.
Θα ξεπεράσω τις ήττες.
Θα νικήσω τις αρρώστιες.

Και το μόνο πράγμα που θα μου επιτρέψω να μην νικήσω είναι ο θάνατος. Το μόνο που πραγματικά δεν μπορώ να γιατρέψω, να διώξω ή να ξεπεράσω. Το μόνο που πραγματικά δεν μπορώ να νικήσω.

Αλλά μέχρι τότε θα προσπαθώ για να τα καταφέρω. Και θα τα καταφέρω.

Θα τα καταφέρω για εμένα.
Θα τα καταφέρω για εσένα.
Θα τα καταφέρω για εμάς.

Θα τα καταφέρω.
Με βοήθεια ή χωρίς.
Θα τα κατάφερω.
Αργά ή γρήγορα.
Θα τα καταφέρω.
Με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο.

Θα τα καταφέρω, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός μου χρόνος, θα τα καταφέρω, όποιος κι αν είναι τελικά ο δικός μου δρόμος, θα τα καταφέρω, όχι γιατί έτυχε, αλλά γιατί το αξίζω.

Θα τα καταφέρω και θα αποδείξω ότι έχει κάποια αξία η αξία μου.
Θα τα καταφέρω και θα αποδείξω ότι έχει κάποια αξία η αξία σου.
Θα τα καταφέρω και θα αποδείξω ότι έχει κάποια αξία η αξία μας.

Θα τα καταφέρω.

12/5/10

Προχωρώντας Περπατώντας Προσπερνώντας


Όλοι προχωράνε, εκτός από εμένα.
Όλοι με προσπερνάνε και προχωράνε.
Και έχουν δίκιο που προχωράνε.
Έχουν δίκιο ίσως και που με προσπερνάνε.
Δικαίωμά τους, στην τελική.
Μπορεί να μην με συμπαθούν.
Ή να μην με θέλουν στη ζωή τους.
Μπορεί να με θεωρούν αδιάφορη, συνηθισμένη, βαρετή, πολύπλοκη, ή ακόμα και σχιζοφρενή.
Δικαίωμά τους. Να με θεωρούν το ένα ή το άλλο. Δικά τους τα συμπεράσματα. Δικές τους οι αποφάσεις.

Στην όλη διαδικασία υπάρχει κάτι που όχι μόνο δεν συμφωνώ αλλά, κατά την γνώμη μου, θεωρώ ανήθικο, απαράδεκτο και αδιανόητο...

Δικαίωμά τους να προχωράνε αλλά όχι να με σπρώχνουν για να προχωρήσουν.
Δικαίωμά τους να με προσπερνάνε αλλά όχι να με πατάνε για να με προσπεράσουν.

Μπορείς να με προσπεράσεις περπατώντας δίπλα μου και όχι πάνω μου.
Μπορείς να προχωρήσεις μπροστά χωρίς να έχεις την ανάγκη να μένω εγώ πίσω, στάσιμη, για να επιβεβαιώνεις γυρνώντας το κεφάλι σου κάθε τόσο, προς τα εμένα, ότι προχώρησες πιο πολύ.
Δεν θέλω να είμαι το σημείο αναφοράς σου.
Δεν θέλω η πορεία σου να έχει καμία σχέση με την δική μου.
Κάνε ό,τι θέλεις με την δική σου ζωή αλλά άφησέ με να ζήσω την δική μου.
Απαιτώ να με σέβεσαι ακόμα κι αν δεν με συμπαθείς.
Θα περπατήσω.
Θα προχωρήσω.
Μα δεν θα προσπεράσω τίποτα και κανέναν.
Δεν νιώθω καμία ανάγκη να προσπεράσω τίποτα.
Ό, τι αγάπησα, αγάπησα.
Όσο πονέσα, πόνεσα.
Για τίποτα δεν μετανιώνω.
Για τίποτα δεν νιώθω την ανάγκη να επιβεβαιωθώ.
Προσπέρασα χωρίς να χρειαστεί να προσπεράσω.
Έχω πολλά να κάνω ακόμα. Πολλά πρέπει να γίνουν.
Δεν μπορώ να ασχολούμαι με εσένα ή με τον απέναντι.
Όχι με αυτόν τον απάνθρωπο τρόπο.
Όχι συγκριτικά, ανταγωνιστικά.
Όχι με την λογική «Ο θάνατός σου ή η ζωή μου».
Ναι, θέλω την ζωή μου.
Αλλά, σε καμία περίπτωση, δεν θέλω τον θάνατο σου.
Θέλω και την ζωή σου.
Για αυτό θα σε αφήσω να περπατάς και να αντιμετωπίζεις τα εμπόδια σου χωρίς ποτέ να γίνω εγώ ένα από αυτά.
Δεν πρόκειται να συναντήσεις το δικό μου χέρι να σε σταματάει.
Ακόμα κι αν εσύ, με ύπουλους τρόπους, με προσπέρασες και προχώρησες, σε αφήνω να συνεχίσεις.
Όχι γιατί είμαι ανόητη.
Αλλά γιατί έχω περισσότερη ανάγκη να βρω τον δικό μου δρόμο από το να σε σταματήσω από τον δικό σου.

Καλή συνέχεια να έχεις. Στον δρόμο σου.

Εύχομαι να σταματήσεις να πατάς ανθρώπους για να ανέβεις.
Μπορείς να περηφανεύεσαι για τα ανθρώπινα σκαλοπάτια σου αλλά θα έρθει η στιγμή που εκείνα θα επαναστατήσουν. Θα αρχίσουν να τρέμουν κάτω από τα πόδια σου. Και όσα νόμισες πώς έχτισες στις πλάτες άλλων όλα θα διαλυθούν.

Εύχομαι να έχεις το θάρρος να κατέβεις από την κορυφή πριν να σπάσει η εύθραυστη σκάλα σου.
Να αποδεχτείς τα λάθη σου. Να ζητήσεις τις συγνώμες σου. Να συγχωρεθείς. Ή να μην συγχωρεθείς. Και μετά να μπορέσεις να συνεχίσεις με τίμιους τρόπους την πορεία σου.

Εύχομαι να περπατήσεις (με την αξία σου) και να προχωρήσεις (δίπλα κι όχι πάνω στην αξία των άλλων).

Εύχομαι να σταματήσεις να προσπερνάς (τα πάντα) και να αρχίσεις να προσπαθείς (για τα πάντα).

Εύχομαι ο δρόμος σου να είναι αληθινός, αυθεντικός και, πάνω από όλα, ανθρώπινος...

Ό, τι ακριβώς εύχομαι και για τον δικό μου δρόμο...

12/1/10

Η βιτρίνα


Θυμάμαι ακόμα εκείνα τα Χριστούγεννα.
10 χρόνια, ακριβώς, από σήμερα.
Ήταν 1 Δεκεμβρίου, ημέρα Τετάρτη, το 2010. Απόγευμα προς βράδυ...

Περπατούσα προς το σπίτι μου και, αν και όλα γύρω μου ήταν ήδη φωτεινά και γιορτινά, τίποτα μέσα μου δεν έμοιαζε σωστό. Ήμουν πολύ στενοχωρημένη αλλά αυτή η μόνιμη θλίψη ήταν μια συνηθισμένη κατάσταση για εμένα. Τίποτα δεν μύριζε Χριστούγεννα... Όλα μύριζαν μια μουχλιασμένη απογοήτευση. Δεν ήξερα πώς θα συνεχίσω από εδώ και πέρα και έτρεμα στην ιδέα ότι πλησιάζουν οι οικογενειακές συγκεντρώσεις, οι ανακριτικές συζητήσεις, τα «καλοπροαίρετα» σχόλια των άλλων σε σχέση με εμένα, την ζωή μου, τις επιλογές μου, οι κριτικές... Δεν είχα όρεξη να ακούσω για άλλη μια φορά τις ίδιες ατάκες σαν να παίζω τριάντα χρόνια στο ίδιο έργο με τους ίδιους ηθοποιούς, να με κοιτάνε με το ίδιο ύφος, να έχω τις ίδιες αντιδράσεις και να καταλήγουμε πάντα στο ίδιο τέλος... Καβγάδες, καβγάδες, καβγάδες... Φωνές, τσακωμοί και συγκρούσεις... Όχι, δεν ανυπομονούσα καθόλου να έρθουν αυτά, τα επόμενα ή τα – δέκα χρόνια – αργότερα Χριστούγεννα. Να μου λείπει. Η «ευχάριστη» Χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, τα στολισμένα δωμάτια, τα υποκριτικά δώρα. Τίποτα δεν ήταν ποτέ αληθινό... και τίποτα δεν θα γινόταν ποτέ αληθινό. Τουλάχιστον, έτσι πίστευα τότε...

Περπατούσα με τα ακουστικά στα αυτιά μου χαμένη στις σκέψεις μου ακούγοντας μουσική...

Τα περισσότερα μαγαζιά ήταν κλειστά λόγω μέρας και ώρας. Οι δρόμοι ήταν σχετικά σκοτεινοί και ταίριαζαν με την συνολική διάθεση μου. Το σκοτάδι γύρω μου με ηρεμούσε.

Πόσο θα ήθελα να συμβεί κάτι όμορφο! Κάτι αληθινά όμορφο!!! Κάτι που να με κάνει να νιώσω το ότι έρχονται οι γιορτές με έναν διαφορετικό τρόπο από όλες τις προηγούμενες χρονιές, κάτι που να με κάνει να χαμογελάσω...

Και ξαφνικά, εκείνη ακριβώς την στιγμή, πριν καλά καλά προλάβω να διατυπώσω την εσωτερική ευχή μου, στο σκοτεινό δρόμο που περπατούσα είδα ένα δυνατό φως... Σαν να ερχόταν από κάπου... από κάπου στα δεξία μου... Προχώρησα κοιτάζωντας δεξιά με περιέργεια ωσπού είδα ένα μικρό κάθετο δρομάκι που ούτε ήξερα ότι υπάρχει... Χωρίς δεύτερη σκέψη έστριψα και, δειλά δειλά, συνέχισα να προχωράω μπροστά...

Συνάντησα μια βιτρίνα. Μέσα ήταν καθισμένη μια κυρία γύρω στα σαράντα η οποία προφανώς είχε αποφασίσει να εκμεταλλευτεί αυτό το βράδυ Τετάρτης στολίζοντας την βιτρίνα του καταστήματος της. Ήταν γονατισμένη και τοποθετούσε προσεχτικά γύρω της ένα τεράστιο κόκκινο χαρτόνι, στα πόδια της υπήρχαν μαρκαδόροι και χρυσόσκονες. Ήταν προσηλωμένη στην δουλειά της, με την πλάτη της στραμμένη προς τα εμένα. Κάθε της κίνηση ήταν απαλή, γεμάτη φροντίδα και αγάπη. Χωρίς να το θέλω σταμάτησα χαζεύοντας την ιδιαίτερη εικόνα. Το αμυδρό φως που έβγαινε από την βιτρίνα της και αυτή την άγνωστη σε εμένα γυναίκα, καθισμένη σαν μικρό κοριτσάκι που παίζει με το αγαπημένο της παιχνίδι. Ένιωσα ζεστασιά και χαμογέλασα σκεφτόμενη ότι ίσως αυτό που συνέβαινε μπροστά μου να ήταν ό,τι πιο Χριστουγεννιάτικο έζησα ποτέ. Πήγα πολύ κοντά στην βιτρίνα ελπίζοντας ότι θα γυρίσει το κεφάλι της να με κοιτάξει. Ήθελα να δω το πρόσωπο της πρωταγωνίστριας της ιστορίας μου. Εκείνη ήταν τόσο συγκεντρωμένη που δεν μου έδωσε καμία σημασία. Παρατήρησα το υπόλοιπο μαγαζί. Βιβλιοθήκες, βιβλία από πάνω μέχρι κάτω. Ήταν λοιπόν ένα βιβλιοπωλείο... Πόσο χάρηκα που το μέρος που διαδραματιζόταν αυτή η σκηνή ήταν ένα βιβλιοπωλείο! Όλη μου τη ζωή την είχα περάσει μέσα στα βιβλία! Ένιωσα να γεμίζω από ικανοποίηση! Και, χωρίς να το σκεφτώ, πάνω στον αυθορμητισμό μου, της χτύπησα το τζάμι... Ήθελα να την ευχαριστήσω γιατί έφερε έστω και στιγμιαία τα Χριστούγεννα στην καρδιά μου... Έστριψε το κεφάλι της και η καθαρή ματιά της με διαπέρασε. Ήταν τόσο συμπαθητική! Φωτίστηκε όταν με είδε! Της χαμογέλασα. Με χαιρέτησε και αποφάσισα να φύγω...

Συνέχισα να προχωράω μπροστά γιατί ήθελα να δω από που προερχόταν το έντονο φως που είχα δει. Το φως της συγκεκριμένης βιτρίνας ήταν τόσο αμυδρό και ήμουν σίγουρη πως δεν ήταν το αρχικό φως που είχα προσέξει... Είχα δίκιο. Λίγο πιο πέρα είδα ένα μεγάλο μαγαζί που ακτινοβολούσε ένα έντονο λευκό φως. Ένας άντρας ήταν όρθιος, κι αυτός με στραμμένη την πλάτη του προς τα εμένα, σε μια τεράστια βιτρίνα παιχνιδιών και ταχτοποιούσε. Πριν να φτάσω, γύρισε το κεφάλι σαν να γνώριζε πως πηγαίνω προς αυτόν. Μου χαμογέλασε. Και αν κάτι μπορώ να ξεχωρίσω με σιγουριά σε αυτόν τον κόσμο, είναι ένα αληθινό χαμόγελο από ένα ψεύτικο. Και το δικό του ήταν αληθινό. Συνέχισα να περπατάω προς το μέρος του και έφτασα ακριβώς απέναντι του. Μας χώριζε μόνο το τζάμι της βιτρίνας. Με χαιρέτησε με μια ανδρική υπόκλιση μιας άλλης εποχής... Σαν ένας Αναγεννησιακός κύριος που η επόμενη κίνηση του θα ήταν να μου ζητήσει να χορέψουμε. Έκανα κι εγώ την αντίστοιχη γυναικεία υπόκλιση... γελώντας... σαν να νιώθω ότι παίζουμε ένα παιχνίδι ρόλων. Τον κοίταξα και τότε με ρώτησε χωρίς να με ρωτήσει... Χωρίς να ακούω την φωνή του, διαβάζοντας τα χείλια του χωρίς δυσκολία, άκουσα την σχηματισμένη ερώτηση...

«Θα με αγοράσεις;»

«Πόσο κοστίζεις;»

Χωρίς φωνή, τον ρώτησα κι εγώ με την σειρά μου.

Ξεκόλλησε μια ετικέτα από ένα διπλανό παιχνίδι και την κόλλησε πάνω στο ανοιχτόχρωμο πουκάμισό του.

«Τόσο.»

Χαμογέλασα... Άνοιξα την τσάντα μου... Έβγαλα το μικρό πορτοφολάκι μου σε σχήμα αρκουδιού... Το άνοιξα... και του το έδειξα... συνεχίζοντας τον σιωπηλό διάλογο.

«Είσαι πολύ ακριβός για εμένα.»

«Κρίμα.»

Μουρμούρισε και κατσούφιασε σαν μικρό παιδάκι. Τότε χαμογέλασε πονηρά και το ύφος του δεν ήταν καθόλου παιδικό πια. Με κοίταζε στα μάτια πολύ σοβαρά ρωτώντας με

«Εσύ πόσο κοστίζεις; Μπορώ να σε αγοράσω;»

Το σκέφτηκα λίγο κοιτάζοντας πάνω δεξιά...

Έβγαλα ένα χαρτάκι και ένα στυλό από την τσάντα μου... άρχισα να γράφω... σταμάτησα να γράφω...

Με κοίταξε ερωτηματικά.

Κούνησα αρνητικά το κεφάλι.

«Δεν μπορείς να με αγοράσεις.»

Με κοίταξε με ακόμη μεγαλύτερη απορία και περιέργεια στα μάτια του.

Κόλλησα το χαρτάκι μου στο τζάμι με την γραμμένη πλευρά προς αυτόν.

«Μπορείς να με κερδίσεις.»

Χαμογέλασε κοιτάζωντας τους σκόρπιους αριθμούς.

Έσκασα στα γέλια και απομακρύνθηκα.

«Καλές γιορτές»

Του φώναξα από μακρυά, φεύγοντας...

Και εκείνος έμεινε να με κοιτάζει έτσι όπως δεν με κοίταξε ποτέ κανείς.

Και έφυγα.

Ένα λεπτό αργότερα χτύπησε το κινητό μου.
Δεν με άφησε να περιμένω.
Δύο λεπτά αργότερα έκλεισα το κινητό μου.
Δεν με άφησε να αναρωτιέμαι πώς είναι η φωνή του.
Τρία λεπτά αργότερα κατευθυνόμουν προς αυτόν.
Δεν με άφησε να γίνω μια φευγαλέα φιγούρα στη ζωή του.
Πέντε λεπτά αργότερα βρισκόμουν μαζί του.
Δεν με άφησε να φαντάζομαι πώς θα ήταν να βρίσκομαι μαζί του.
Επτά λεπτά αργότερα συζητούσαμε.
Δεν με άφησε να νιώσω αμήχανα.
Δέκα λεπτά αργότερα γνώριζα πως αυτός είναι ο άνθρωπος της ζωής μου.
Δεν με άφησε να έχω ίχνος αμφισβήτησης.

Ένα χρόνο αργότερα.
Δεν με άφησε.
Δύο χρόνια αργότερα.
Δεν με άφησε.
Τρία χρόνια αργότερα.
Δεν με άφησε.
Πέντε χρόνια αργότερα.
Δεν με άφησε.
Επτά χρόνια αργότερα
Δεν με άφησε.
Δέκα χρόνια αργότερα.
Δεν με άφησε.

Δεν με άφησε ποτέ.

Είμαστε ακόμα μαζί. Είναι ο άντρας που επέλεξα να έχω δίπλα μου για πάντα. Είμαι η γυναίκα που έπελεξε να έχει δίπλα του για πάντα. Τον διάλεξα από το πρώτο δευτερόλεπτο. Με διάλεξε από την πρώτη στιγμή.

Όταν ρωτάνε τα παιδιά μας πώς γνωριστήκαμε... Εκείνος χαμογελάει. Λέει πώς πέρασα έξω από μια βιτρίνα και τον αγόρασα. Εγώ χαμογελάω. Η δική μου εκδοχή είναι διαφορετική. Λέω πως πέρασα έξω από μια βιτρίνα και με κέρδισε. Τα παιδιά ρωτάνε πόση ήταν η τιμή του. Εκείνος απαντάει ένα χαμόγελο. Τα παιδιά ρωτάνε πώς με κέρδισε. Εγώ απαντάω με ένα χαμόγελο. Τα παιδιά χαμογελούν και πηγαίνουν στα δωμάτιά τους. Εμείς χαμογελάμε.

Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο μας φωτίζει.
Υποκλίνεται μπροστά μου. Υποκλίνομαι μπροστά του.
Υποκλινόμαστε μπροστά στην αγάπη.

Και μετά...
σαν άνθρωποι που βγήκαμε από μια άλλη εποχή
χορεύουμε...

Τώρα κάθε Χριστούγεννα μυρίζουν Χριστουγεννιάτικα...
Τώρα όλα μου φαίνονται αληθινά. Τώρα όλα τα νιώθω αληθινά.
Τώρα όλα είναι αληθινά.
Τόσο αληθινά...

Σαν εκείνη την πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε...
Μόνο που τώρα δεν μας χωρίζει τίποτα.
Ούτε καν το τζάμι μιας βιτρίνας...

11/30/10

Είμαι μόνη μου



Είμαι μόνη μου.

Ξανά.

Και χαίρομαι που είμαι μόνη μου.

Όχι γιατί δεν θα ήθελα να είμαι με κάποιον.

Θα ήθελα να είμαι με κάποιον.

Όλοι θα ήθελαν να είναι με κάποιον.

Το να είσαι με κάποιον κάνει τη ζωή πιο εύκολη και πιο όμορφη.

Αλλά το ότι θα ήθελα να είμαι με κάποιον δεν σημαίνει πως θα ήθελα να είμαι μαζί σου.

Δεν θα ήθελα να είμαι μαζί σου.

Δεν θα ήταν σωστό απλά και μόνο επειδή όλοι θα ήθελαν να είναι με κάποιον, (και κατά συνέπεια, επειδή είμαστε άνθρωποι και ανήκουμε σε αυτούς τους «όλους» και εγώ θα ήθελα να είμαι με κάποιον και εσύ θα ήθελες να είσαι με κάποιον), απλά να μείνουμε μαζί θεωρώντας αυτονόητο πως είσαι ο «κάποιος» μου και είμαι ο «κάποιος» σου... Όπως αποδείχτηκε... δεν είσαι ο «κάποιος» μου. Και για να πω την αλήθεια μου, μάλλον κι εγώ δεν είμαι ο «κάποιος» σου.

Δεν φοβάμαι να μείνω μόνη μου.

Δεν φοβάμαι την μοναξιά.

Η μοναξιά ήταν περισσότερα χρόνια μαζί μου από την συντροφιά.

Είχα δίπλα μου ανθρώπους.

Σημαντικούς.

Που με σημάδεψαν.

Νιώθω τυχερή για αυτό.

Για το ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να σταθώ δίπλα σε πολύ σπάνιους ανθρώπους.

Και οι σπάνιοι άνθρωποι φτιάχνουν σπάνιες σχέσεις με σπάνια συναισθήματα...

Αλλά αυτοί ήταν μόνο για λίγο.

Και το λίγο μπορεί να σήμαινε μέχρι και τρία χρόνια... ίσως και παραπάνω...

Δεν έχει σημασία. Τι είναι τρία χρόνια μπροστά στα τριάντα χρόνια της ζωής μου;

Ήμουν μόνη μου τον περισσότερο καιρό.

Ήμουν με παρέα μόνο για μερικές κοφτές ανάσες.

Στενοχωριέμαι για το ότι μέχρι σήμερα δεν μου δόθηκε η δυνατότητα να μοιραστώ με κάποιον τα πάντα.

Γιατί μία φορά γίνονται τα πάντα. Όλα από μία.

Ό, τι μοιράστηκες στα 9 το μοιράστηκες στα 9.

Ό, τι μοιράστηκες στα 15 το μοιράστηκες στα 15.

Ό, τι μοιράστηκες στα 28 το μοιράστηκες στα 28.

Και δεν γίνεται να το μοιραστείς, εκ των υστέρων.

Όσα πέρασες στα 17 δεν μπορείς να τα μοιραστείς στα 40... Μπορείς να συζητήσεις για αυτά, να τα διηγηθείς, να γελάσεις ή να δακρύσεις με τις διάφορες παρελθόντικες ιστορίες του εαυτού σου, αλλά δεν μπορείς να τις ζήσεις ξανά με κάποιον. Να γυρίσεις τον χρόνο πίσω και εκεί που ήσουν μόνος σου να τοποθετήσεις και κάποιον άλλον μαζί σου για να δεις, έτσι από περιέργεια, πώς θα ήταν η ζωή σου αν δεν ήσουν μόνος σου.

Αλλά...

Όπου ήσουν μόνος, ήσουν μόνος.

Αυτό δεν αλλάζει.

Ό, τι δεν μοιράστηκες δεν το μοιράστηκες.

Και όχι απαραίτητα γιατί δεν ήθελες να το μοιραστείς.

Αλλά γιατί δεν βρέθηκε κάποιος για να το μοιραστείς.

Και τώρα θέλω να μοιραστώ. Θέλω να μοιραστώ όσα ζω τώρα.

Αλλά, για μια ακόμα φορά, δεν υπάρχει κανείς γύρω μου για να τα μοιραστώ.

Υπήρχες εσύ (νόμιζα πως υπήρχες εσύ), αλλά δεν είχες καμία διάθεση να μοιραστείς.

Και αυτό δεν με καλύπτει. Ποτέ δεν με κάλυπτε και συνεχίζει να μην με καλύπτει.

Είμαι μόνη μου.

Ξανά.

Και το πιθανότερο είναι να γράφω τώρα μία από αυτές τις ιστορίες που θα μπορώ αργότερα να διηγηθώ, με εκείνο το τόσο γνώριμο σφίξιμο στην καρδιά, με εκείνη την γροθιά της μοναξιάς στο στομάχι, χαραχτηριστικά που δεν θα βλέπουν οι άλλοι αλλά που θα νιώθω εγώ, γιατί μόνο εγώ θα ξέρω πόση ανάγκη είχα ιδιαίτερα σε αυτήν την φάση της ζωής μου να μοιραστώ, πόσο θα ήθελα να είμαι ΜΕ κάποιον και πόσο μου κόστισε το ότι για μία ακόμη φορά ήμουν ΧΩΡΙΣ αυτόν.

11/29/10

Κάνε το να αξίζει


Κάνε αυτήν την μέρα να αξίζει...
Μείνε κοντά μου και κάνε την να αξίζει...
Άγγιξέ με όπως δεν με έχεις ξαναγγίξει...
Κοίταξέ με όπως δεν με έχεις ξαναδεί...
Απλά, σε παρακαλώ, κάνε την να αξίζει...

Κάνε αυτήν την νύχτα να αξίζει...
Μείνε κοντά μου και κάνε την να αξίζει...
Δώσε μου κάτι που δεν μου έχεις ξαναδώσει,
Πες μου κάτι που δεν μου έχεις ξαναπεί...
Απλά, σε παρακαλώ, κάνε την να αξίζει...

Μόνο τότε έχει νόημα...
Μόνο τότε έχουμε νόημα...
Όταν αξίζει...

Κάνε το να αξίζει...
Κάνε με να αξίζω...

Μείνε κοντά μου και κάνε με να αξίζω...
Σε παρακαλώ, κάνε με να αξίζω...

Μόνο τότε έχει νόημα...
Μόνο τότε έχω νόημα...
Όταν αξίζω...

Άγγιξέ με όπως δεν με έχεις ξαναγγίξει...
Κοίταξέ με όπως δεν με έχεις ξαναδεί...
Δώσε μου κάτι που δεν μου έχεις ξαναδώσει,
Πες μου κάτι που δεν μου έχεις ξαναπεί...

Κάνε με να αξίζω.

11/28/10

Έσπασα και Έχασα...



Έσπασα το βάζο.
Μου φώναξαν επειδή έσπασα το βάζο.
Με μάλωσαν επειδή έσπασα το βάζο.
Μου έδωσαν χαστούκια επειδή έσπασα το βάζο.
Δεν ξαναέσπασα ποτέ βάζο.

Έσπασα, όμως, το ποτήρι.
Μου φώναξαν επειδή έσπασα το ποτήρι.
Με τιμώρησαν επειδή έσπασα το ποτήρι.
Μου έδωσαν κλωτσιές επειδή έσπασα το ποτήρι.
Δεν ξαναέσπασα ποτέ ποτήρι.

Έχασα, όμως, το τσαντάκι.
Μου φώναξαν επειδή έχασα το τσαντάκι.
Με απείλησαν επειδή έχασα το τσαντάκι.
Μου έδωσαν μπουνιές επειδή έχασα το τσαντάκι.
Δεν ξαναέχασα ποτέ τσαντάκι.

Έχασα όμως τα κλειδιά μου.
Μου φώναξαν επειδή έχασα τα κλειδιά μου.
Με έδειραν επειδή έχασα τα κλειδιά μου.
Μου έδωσαν ξύλο επειδή έχασα τα κλειδιά μου.
Δεν ξαναέχασα ποτέ τα κλειδιά μου.

Τώρα δεν σπάω ποτέ τίποτα.
(Μπράβο μου, Μπράβο μου.)
Τώρα δεν χάνω ποτέ τίποτα.
(Μπράβο μου, Μπράβο μου.)

Τώρα είμαι σπασμένη και χαμένη εγώ.
(Μπράβο μου; Μπράβο μου;)

Τώρα όλοι γύρω μου είναι περήφανοι για όσα με κόπο με έμαθαν.
(Μπράβο τους, Μπράβο τους.)
Τώρα όλοι γύρω μου είναι ευτυχισμένοι για όσα με κόπο με δίδαξαν.
(Μπράβο τους, Μπράβο τους.)

Τώρα είμαι χαμένη και σπασμένη εγώ.
(Μπράβο τους; Μπράβο τους...)

11/10/10

Τα μάτια της, τα δικά μου.


Περπατούσα στο δρόμο και έκλαιγα...
Περπατούσα και έκλαιγα...
Περπατούσα, έκλαιγα...
Έκλαιγα...
Μετά δεν έκλαιγα...
Σταμάτησα να κλαίω...
Συνέχισα να περπατάω, σταμάτησα να κλαίω...
Συνέχισα να περπατάω αλλά σταμάτησα να κλαίω...

Μετά σταμάτησα να περπατάω...
Μόνο για μια στιγμή.
Για να περάσει το αμάξι στρίβοντας από την γωνία.
Ο οδηγός μου έκανε νόημα να σταματήσω για να περάσει.
Για αυτό σταμάτησα να περπατάω. Για να περάσει.
Εκείνος απλά με προσπέρασε κάνοντας ένα σήμα για να με ευχαριστήσει.
Κούνησα το κεφάλι στην προσπάθεια μου να ανταποδώσω το χαιρετισμό.
Η μάτια μου έπεσε στην γυναίκα που καθόταν δίπλα του.
Οι ματιές μας διασταυρώθηκαν...
Μόνο για λίγο...
Μόνο για κλάσματα δευτερολέπτου.
Στα δάκρυα μου διάβασε το κλάμα μου.

Όλες οι προηγούμενες ώρες πόνου συμπυκνώθηκαν σε μια ανταλλαγή αμοιβαίας κατανόησης.

Ό, τι μου είπαν τα μάτια της το ίδιο, ακριβώς, της είπαν και τα δικά μου.
Ό, τι μου είπαν τα μάτια της, το ίδιο της είπαν και τα δικά μου.
Ό, τι μου είπαν τα μάτια της, της είπαν και τα δικά μου.
Τα μάτια της, τα δικά μου.

Διαφορετικά μάτια, ίδια βλέμματα.
Ίδιες σκέψεις, διαφορετικά βιώματα.
Ίδια δάκρυα, διαφορετικός λόγος.
Διαφορετικές γυναίκες, ίδιος πόνος.

Και το αμάξι έφυγε.
Και η στιγμή έφυγε.
Και έφυγαν τα μόνα μάτια που με κοίταξαν έτσι ακριβώς όπως είμαι.
Τα μάτια της, τα δικά μου.

10/17/10

Αν με ρωτήσεις...


Αν με ρωτήσεις «Πώς σε λένε;».
Θα σου απαντήσω το όνομά μου.
Δεν έχω κανένα λόγο να στο κρύψω.

Αν με ρωτήσεις «Πόσο χρονών είσαι;».
Θα σου απαντήσω την ηλικία μου.
Δεν έχω κανένα λόγο να σου πω ψέματα.

Αν με ρωτήσεις «Με τι ασχολείσαι;».
Το ομολογώ πως η απάντησή μου θα είναι λίγο πιο μπερδεμένη. Δεν θα είναι επειδή προσπαθώ να σου πω ψέματα. Το αντίθετο. Θα είναι επειδή προσπαθώ να σου πω την αλήθεια που, καμιά φορά, δεν είναι και τόσο εύκολο να την περιγράψεις. Δεν θα είναι επειδή προσπαθώ να σου κρύψω κάτι αλλά επειδή προσπαθώ να σου δείξω κάτι... Τι να σου δείξω; Τι ακριβώς είμαι... Γιατί πιο πολύ από το με τι ασχολούμαι θα θέλω να μάθεις ποια είμαι... Για αυτό μην περιμένεις μια μονολεκτική απάντηση...

Αν με ρωτήσεις «Πιστεύεις στον θεό;» Θα σου πω «Όχι.». Αν με ρωτήσεις «Πιστεύεις στην άνθρωπο;» Θα σου πω «Ναι.». Και αν με ρωτήσεις «Γιατί;» Θα χρειαστούν μερικές ώρες για να σου εξηγήσω τις απόψεις μου. Μπορεί να με καταλάβεις από τα πρώτα λεπτά, μπορεί να χρειαστούν ώρες, μέρες ή χρόνια για να με καταλάβεις ή μπορεί να μην με καταλάβεις καθόλου, ποτέ. Αλλά δεν θα έχω κανένα πρόβλημα να κάτσω με υπομονή και με ενθουσιασμό να σου μεταφέρω τις απόψεις μου ανεξάρτητα από το αν συμφωνέις ή διαφωνείς.

Αν με ρωτήσεις «Πιστεύεις στην αγάπη;». Θα σου απαντήσω «Εξαρτάται». Και έχεις κάθε δικαίωμα να με ρωτήσεις τι εννοώ και εγώ θα σου εξηγήσω και πάλι όσο καλύτερα μπορώ το τι συμβαίνει στο μυαλό μου.

Αν με ρωτήσεις «Ποια είναι τα όνειρά μου;». Δεν θα σου πω τίποτα. Θα σου τα ζωγραφίσω.

Αν με ρωτήσεις «Τι νιώθω τώρα;». Δεν θα σου πω τίποτα. Θα σου τραγουδήσω.

Και αν με ρωτήσεις «Τι πιστεύεις για εμένα;»... αν με ρωτήσεις τι πιστεύω για εσένα... θα σου πω, τι θα σου πω;, θα σου πω ακριβώς ό, τι πιστεύω για εσένα. Αλλά θα σου ξεκαθαρίσω πως αυτή είναι η δική μου άποψη. Δεν θα σου πω τι πιστεύουν οι άλλοι για εσένα. Δεν θα σου πω τι πιστεύει κάποιο άτομο που σε ενδιαφέρει ή δεν σε ενδιαφέρει για εσένα. Δεν θα σου πω τι πιστεύεις ή τι θα έπρεπε ή δεν θα έπρεπε να πιστεύεις εσύ για εσένα. Θα σου πω τι πιστεύω εγώ για εσένα. Τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο. Θα σου απαντήσω σε αυτό ακριβώς που με ρώτησες και απλά θα σου πω την πραγματική μου άποψη για εσένα.

Μπορείς να με ρωτήσεις για τα πάντα και θα έχεις για απαντήσεις τις απαντήσεις μου.

Υπάρχει μόνο ένα πράγμα που δεν μπορείς να με ρωτήσεις.

Μόνο ένα πράγμα που δεν μπορώ να σου απαντήσω.

Μην με ρωτήσεις σε παρακαλώ...

Τι πιστεύω για τον κόσμο μας.

Μην με ρωτήσεις τίποτα για αυτό.

Γιατί μπροστά σε αυτήν την ερώτηση χάνεται η φωνή μου...
Γιατί μπροστά σε αυτήν την ερώτηση τρέμει το σώμα μου...
Γιατί μπροστά σε αυτήν την ερώτηση σωριάζεται η ψυχή μου...
Γιατί μπροστά σε αυτήν την ερώτηση, η μόνη απάντηση που θα δεις είναι τα μάτια μου, δακρυσμένα...

Τίποτα παραπάνω δεν θα έχω να σου δώσω.
Τίποτα παραπάνω δεν θα έχω να σου πω.

Για αυτό...

Σε παρακαλώ...

Ρώτησέ με ό, τι θέλεις... Ό, τι, ό,τι, θέλεις...

Αλλά μόνο μην με ρωτήσεις για τον κόσμο μας...

10/16/10

Γιατί; (7)


Γιατί ήρθες;
Γιατί είσαι εδώ;

Γιατί δεν ήρθες;
Γιατί δεν είσαι εδώ;

Γιατί μένεις όταν θέλω να φύγεις;
Γιατί φεύγεις όταν θέλω να μείνεις;

Γιατί είμαστε μαζί;
Γιατί δεν είμαστε μαζί;

Γιατί με πονάει το να είμαστε μαζί σχεδόν το ίδιο όσο με πονάει το να μην είμαστε μαζί;

Γιατί δεν καταλαβαίνω; Γιατί δεν σε καταλαβαίνω;
Γιατί δεν καταλαβαίνεις; Γιατί δεν με καταλαβαίνεις;

Γιατί δεν συζητάμε;
Γιατί δεν με ακούς;
Γιατί δεν μου μιλάς;
Γιατί δεν ακούμε;
Γιατί δεν μιλάμε;
Γιατί δεν συζητάμε;

Γιατί εξαφανίζεσαι;
Γιατί εμφανίζεσαι;

Γιατί επιστρέφεις πάντα σε εμένα;

Γιατί όταν είμαι ευτυχισμένη επιλέγεις να μην είσαι κοντά μου;
Γιατί όταν είσαι δυστυχισμένος επιλέγεις να είσαι κοντά μου;

Γιατί με θέλεις;
Γιατί με χρειάζεσαι;
Γιατί ζητάς την δική μου βοήθεια;
Γιατί είμαι πάντα εκεί για εσένα;
Γιατί μου τηλεφωνείς μετά από μέρες, μήνες ή χρόνια;
Γιατί ανοίγω το τηλέφωνο μετά από μέρες, μήνες ή χρόνια;
Γιατί δεν το σταματάω;
Γιατί δεν βάζω τελεία;
Γιατί δεν θέλω να βάλω τελεία;
Γιατί λες πως με αγαπάς;
Γιατί δεν με αγαπάς;
Γιατί σε αγαπάω;
Γιατί δεν με αγαπάω;
Γιατί νομίζουμε ότι είναι αγάπη αυτό που έχουμε ενώ δεν είναι τίποτα άλλο από έλξη;
Γιατί έλκομαι από εσένα;
Γιατί σε θέλω;
Γιατί σε χρειάζομαι;
Γιατί όταν χρειάζομαι την βοήθεια σου δεν σε βρίσκω;
Γιατί δεν είσαι εδώ ποτέ για εμένα;
Γιατί απουσιάζεις;
Γιατί οι απουσίες σου δεν είναι αρκετές ώστε να με κάνουν να μην εκτιμώ τις σπάνιες παρουσίες σου;
Γιατί επιμένω να προσπαθώ;
Γιατί επιμένεις να μην προσπαθείς;
Γιατί δεν έχω άλλες αντοχές;
Γιατί μοιάζεις να είσαι μια χαρά με μια τέτοια κατάσταση;
Γιατί δεν ξεκαθαρίζεις την θέση σου;
Γιατί δεν προστατεύω την θέση μου;
Γιατί δεν με υπερασπίζομαι;
Γιατί νιώθω τόσο αδύναμη μπροστά σου;
Γιατί έχεις τόσες εναλλαγές διάθεσης;
Γιατί έχεις τόσο απότομες αλλαγές απόψεων;
Γιατί να μην είναι τα πράγματα πιο απλά;

Γιατί;
Γιατί συνεχίζεις;
Γιατί συνεχίζουμε;
Γιατί συνεχίζω;
Γιατί;

10/15/10

Γιατί; (6)


Γιατί;

Γιατί;
Γιατί Αγχώνεσαι;
Γιατί Βασανίζεσαι;
Γιατί Γελοιοποιήσαι;
Γιατί Διαλύεσαι;
Γιατί Εξαντλήσαι;
Γιατί Ζαλίζεσαι;
Γιατί Ηττάσαι;
Γιατί Θυμώνεις;
Γιατί Ιδρώνεις;
Γιατί Κουράζεσαι;
Γιατί Λερώνεσαι;
Γιατί Μπερδεύεσαι;
Γιατί Ντροπιάζεσαι;
Γιατί Ξεσκίζεσαι;
Γιατί Πασχίζεις;
Γιατί Ραγίζεις;
Γιατί Σκοτώνεσαι;
Γιατί Τσακώνεσαι;
Γιατί Υποκρίνεσαι;
Γιατί Φωνάζεις;
Γιατί Χτυπιέσαι;
Γιατί Ψυχοπλακώνεσαι;
Γιατί Ωρύεσαι;
Γιατί;


Για τι;

Για τι;
Για τι Αγχώνεσαι;
Για τι Βασανίζεσαι;
Για τι Γελοιοποιήσαι;
Για τι Διαλύεσαι;
Για τι Εξαντλήσαι;
Για τι Ζαλίζεσαι;
Για τι Ηττάσαι;
Για τι Θυμώνεις;
Για τι Ιδρώνεις;
Για τι Κουράζεσαι;
Για τι Λερώνεσαι;
Για τι Μπερδεύεσαι;
Για τι Ντροπιάζεσαι;
Για τι Ξεσκίζεσαι;
Για τι Πασχίζεις;
Για τι Ραγίζεις;
Για τι Σκοτώνεσαι;
Για τι Τσακώνεσαι;
Για τι Υποκρίνεσαι;
Για τι Φωνάζεις;
Για τι Χτυπιέσαι;
Για τι Ψυχοπλακώνεσαι;
Για τι Ωρύεσαι;
Για τι;

10/14/10

Γιατί; (5)


Γιατί με φλερτάρουν αν δεν τους αρέσω;
Γιατί με διεκδικούν αν έχουν σχέση;
Γιατί κάνουν σχέση μαζί μου αν θέλουν να είναι ελεύθεροι;
Γιατί με ερωτεύονται αν δεν θέλουν να ερωτευτούν;
Γιατί με χωρίζουν αν είναι ερωτευμένοι μαζί μου;
Γιατί με πονάνε αν με αγαπάνε;
Γιατί με αγαπάνε αν με πονάνε;

Γιατί οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι θέλουν;
Γιατί κανείς δεν ξέρει τι θέλει;

Γιατί άλλα λένε κι άλλα κάνουν;
Γιατί άλλα κάνουν κι άλλα νιώθουν;
Γιατί άλλα νιώθουν κι άλλα δείχνουν;
Γιατί άλλα δείχνουν κι άλλα λένε;

Γιατί να λένε, να λένε, να λένε, χωρίς στην ουσία να μου μιλάνε;
Γιατί κανείς δεν μου μιλάει;

Γιατί δεν μου εξηγούν; Γιατί δεν προσπαθούν;
Γιατί δεν προσπαθούν να μου εξηγήσουν;
Γιατί κανείς δεν μου εξηγεί; Γιατί κανείς δεν προσπαθεί;

Γιατί δεν υπάρχει κανείς που να ενδιαφέρεται να επικοινωνήσει αληθινά;
Γιατί δεν υπάρχει κανείς που να ενδιαφέρεται να επικοινωνήσει;
Γιατί δεν υπάρχει κανείς που να ενδιαφέρεται;
Γιατί δεν υπάρχει κανείς;
Γιατί δεν υπάρχει;
Γιατί;

10/13/10

Γιατί; (4)


Γιατί θυμάμαι;
Γιατί να θυμάμαι;
Γιατί να θυμάμαι τα πάντα;
Γιατί να θυμάμαι, σχεδόν, τα πάντα;

Γιατί φοβάμαι;
Γιατί να φοβάμαι;
Γιατί να φοβάμαι τα πάντα;
Γιατί να φοβάμαι, σχεδόν, τα πάντα;

Γιατί να θυμάμαι όσα φοβάμαι; Γιατί να φοβάμαι όσα θυμάμαι;

Γιατί θέλω να θυμάμαι; Γιατί δεν θέλω να φοβάμαι;

Γιατί φοβάμαι ό,τι φοβάμαι;
Γιατί θυμάμαι ό, τι φοβάμαι;
Γιατί φοβάμαι το να θυμάμαι;
Γιατί φοβάμαι το να φοβάμαι;
Γιατί φοβάμαι ό,τι θυμάμαι;
Γιατί θυμάμαι το να φοβάμαι;
Γιατί θυμάμαι το να θυμάμαι;
Γιατί θυμάμαι ό,τι θυμάμαι;

Γιατί;
Γιατί θυμάμαι; Γιατί φοβάμαι;
Γιατί;

10/12/10

Γιατί; (3)


Γιατί νιώθω τόσο σκορπισμένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να με συγκεντρώσει σε ένα σημείο;
Γιατί νιώθω τόσο εγκλωβισμένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να με ελευθερώσει από ένα σημείο;

Γιατί νιώθω τόσο κουρασμένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να διώχνει την μόνιμη εξάντλησή μου;
Γιατί νιώθω τόσο στενοχωρημένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να γιατρεύει την μόνιμη θλίψη μου;
Γιατί νιώθω τόσο απογοητευμένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να ξορκίσει την μόνιμη απογοήτευσή μου;
Γιατί νιώθω τόσο διαλυμένη;
Γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να ενώσει τα μόνιμα σκορπισμένα κομμάτια μου;

Γιατί νιώθω αυτήν την μονιμότητα να υπάρχει σε ό, τι δεν επιθυμώ ενώ ό, τι επιθυμώ είναι προσωρινό και φευγαλέο;

Γιατί νιώθω τόσο προσωρινή και φευγαλέα;

Γιατί νιώθω τόσο ξεθωριασμένη;
Γιατί νιώθω τόσο εγκλωβισμένη;
Γιατί νιώθω τόσο σβησμένη;
Γιατί νιώθω τόσο χαμένη;
Γιατί νιώθω τόσο...;
Γιατί νιώθω;
Γιατί;

10/10/10

Γιατί; (2)


Γιατί δεν με αφήνουν στην ησυχία μου;

Γιατί δεν έχει ησυχία εδώ που βρίσκομαι;

Γιατί δεν σταματάνε τους θορύβους;

Γιατί δεν σταματάνε τις φωνές;

Γιατί δεν σταματάνε τους υστερικούς ήχους;

Γιατί δεν σταματάνε τις υστερικές συμπεριφορές;

Γιατί, απλά, δεν σταματάνε;

Γιατί δεν βρίσκουν κάτι καλύτερο να κάνουν;

Γιατί δεν βρίσκουν άλλο τρόπο επικοινωνίας;

Γιατί δεν θέλουν να γίνουν καλύτεροι; Γιατί δεν θέλουν να είναι καλύτεροι;

Γιατί να βριζόμαστε, να χτυπιόμαστε, να σπρωχνόμαστε; Γιατί να σαραβαλιαζόμαστε;

Γιατί να γκρινιάζουμε, να νευριάζουμε, να μιζεριάζουμε; Γιατί να μουχλιάζουμε;

Γιατί να ντροπιάζουμε ο ένας τον άλλον; Γιατί να υποβιβάζουμε ο ένας τον άλλον;

Γιατί να μην υπάρχει ηρεμία; Γιατί να μην υπάρχει ψυχραιμία;

Γιατί δεν τους αρέσει η ησυχία; Γιατί δεν μας αρέσει η ησυχία;

Γιατί μου αρέσει η ησυχία; Γιατί δεν έχει ησυχία εδώ που βρίσκομαι; Γιατί μου αρέσει η ησυχία μου; Γιατί δεν με αφήνουν στην ησυχία μου;

Γιατί μου αρέσει να μένω σιωπηλή; Γιατί μου αρέσει να είμαι σιωπηλή;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την σιωπή μου;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την σιωπή τους;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την σιωπή;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται;

Γιατί εγώ φοβάμαι;

Γιατί φοβάμαι;

Γιατί;

10/9/10

Γιατί; (1)


Γιατί είναι ανάγκη να ξέρω κάθε στιγμή «ποια είμαι» και «πού πάω»;

Γιατί είμαι υποχρεωμένη να έχω απαντήσεις για τα πάντα;

Γιατί πρέπει να ξέρω πάντα με σιγουριά ποιο πρέπει να είναι το επόμενο βήμα πριν καν προλάβω να τελειώσω το προηγούμενο;

Γιατί δεν μπορώ απλά να μην έχω επόμενο βήμα;

Γιατί κάθε παύση μεταφράζεται σαν αδράνεια ενώ κάθε νότα θεωρείται δράση;

Γιατί ο κόσμος προτιμάει μια φάλτσα νότα από μια γεμάτη, ολόκληρη, παύση;

Γιατί οι άνθρωποι γύρω μου είναι ικανοποιημένοι με όλες τις τυπικές απαντήσεις του κόσμου αλλά αν μιλήσω για τα πραγματικά μου αδιέξοδα ψάχνουν την έξοδο κινδύνου;

Γιατί με ρωτάνε αν δεν είναι διατεθειμένοι να με ακούσουν;

Γιατί με κοιτάνε αν δεν είναι διατεθειμένοι να με δουν;

Γιατί σε κάθε «Τι κάνεις;» πρέπει να απαντάω «καλά» ανεξάρτητα από το πώς πραγματικά είμαι;

Γιατί να υπάρχουν αυτοί οι γελοίοι κώδικες επικοινωνίας;

Γιατί εγώ να πρέπει να υπακούω σε αυτούς;

Γιατί θεωρείσαι υστερικός όταν λες την αλήθεια και φυσιολογικός όταν την κρύβεις; Ή τουλάχιστον, όταν κρύβεις ένα μέρος της;

Γιατί να μην μπορώ να είμαι πέρα για πέρα αληθινή;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την αλήθεια μου;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την αλήθεια τους;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται την αλήθεια;

Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται;

Γιατί εγώ φοβάμαι;

Γιατί φοβάμαι;

Γιατί;

10/2/10

Η εξαφάνιση του Σεπτέμβρη



Ήρθε ο Σεπτέμβρης του 2010 και με ρώτησε «Να εξαφανιστώ;» εγώ του απάντησα «Όχι.» αλλά εκείνος δεν με άκουσε. Φαντάζομαι ότι με ρώτησε τυπικά, έτσι για να νιώθει ότι με ρώτησε και να μην αισθάνεται άσχημα που έχει ήδη πάρει την απόφασή του χωρίς να χρειάζεται την δική μου άδεια για να την εφαρμόσει... και ο άτιμος... το έκανε... εξαφανίστηκε... και έτσι έζησα ένα μήνα σε άλλη διάσταση... χωρίς χρόνο και χωρίς χώρο... γιατί μαζί με τον Σεπτέμβρη αποφάσισε να εξαφανιστεί και το σπίτι μου. Δεν λέω... Και αυτό είχε την καλοσύνη να με προειδοποιήσει ρωτώντας με «Να εξαφανιστώ;» και πριν προλάβω να αρθρώσω το «Όχι» μου εξαφανίστηκε κι αυτό, έτσι, απλά, μπροστά στα μάτια μου... Χωρίς σπίτι και χωρίς Σεπτέμβρη πρέπει να το παραδεχτώ πως ένιωθα λίγο χαμένη... αλλά τουλάχιστον είχα τα πράγματα μου... Μέχρι που αποφάσισαν να εξαφανιστούν κι αυτά. Γιατί χωρίς σπίτι ένιωθαν απροστάτευτα. «Να εξαφανιστούμε;» με ρώτησαν. Για κάποιο περίεργο λόγο δεν προσπάθησα να απαντήσω καν. Ήξερα πως δεν έχει νόημα. Δεν περίμεναν καμία απάντηση από εμένα. Και εξαφανίστηκαν. Τώρα δεν ένιωθα μόνο χαμένη. Ένιωθα και μόνη μου. Μετά εξαφανίστηκαν και οι δρόμοι. Μετά και οι άνθρωποι. Και ένιωσα ακόμα πιο μόνη μου. Απέραντα μόνη μου. Δεν ήξερα τι μέρα και τι μήνας είναι. Δεν ήξερα πού είμαι. Τίποτα δεν ήταν ίδιο για εμένα. Φοβόμουν τα βράδυα και αγχωνόμουν τα πρωινά... Όταν μου ζήτησε το φεγγάρι να εξαφανιστεί ήξερα πως δεν θα ζήσω άλλο βράδυ και όταν δεν ένιωσα το φως του ήλιου ήξερα πως είχε αποφασίσει κι αυτός να εξαφανιστεί, αυτός χωρίς καν να με ρωτήσει. «Πάνε και τα πρωινά» σκέφτηκα... Χάθηκε το πρωί και το βράδυ. Χάθηκαν οι μέρες. Δεν σας κρύβω πως ήμουν εκνευρισμένη. Κανένας δεν έδινε λογαριασμό για το τι νιώθω εγώ. Για το τι θέλω εγώ. Καθένας έκανε τα δικά του. Τι να κάνω μόνη μου;Χωρίς χώρο και χρόνο; Θέλησα να εξαφανιστώ κι εγώ... «Να εξαφανιστώ;» ρώτησα το κενό. «Να εξαφανιστώ;» φώναξα στο κενό. «Να εξαφανιστώ; Να εξαφανιστώ; Να εξαφανιστώ;» Επανέλαβα πολλές φορές... αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Καμία απάντηση δεν ερχόταν από πουθενά. Δεν μπορούσα να κατάλαβω πως όλοι οι υπόλοιποι μπορούσαν να εξαφανιστούν χωρίς να περιμένουν την άδεια μου αλλά εγώ δεν μπορούσα, μου ήταν αδύνατο να εξαφανιστώ χωρίς να πάρω την άδεια... Την άδεια από ποιον; Από το κενό... Αλλά το κενό συνέχιζε να μην απαντάει και εγώ συνέχιζα να μην εξαφανίζομαι. «Τέλεια!» σκέφτηκα και γέλασα ειρωνικά με τον εαυτό μου «Γιατί δεν μπορώ απλά να εξαφανιστώ όπως όλα τα υπόλοιπα;». Και συνέχισα να μένω παρέα με το κενό μου. Και δεν είναι και καμία ευχάριστη παρέα το κενό. Όσο να΄ ναι νιώθεις λίγο κενά στο κενό. Αλλά δεν είχα επιλογή. Ζούσα στην παράλληλη διάσταση ενώ ήξερα πως κάπου αλλού έχουν μαζευτεί όλα τα υπόλοιπα και όλοι οι υπόλοιποι. Οι δρόμοι, οι πλατείες, οι άνθρωποι, το σπίτι μου και μαζί τους και ο Σεπτέμβρης. Τους άφηνε, ο άτιμος, να ζούνε κανονικά τον χρόνο. Ο ήλιος και το φεγγάρι φώτιζαν κανονικά δηλώνοντας τις μέρες και τις νύχτες. Και εγώ καθόμουν στην παράλληλη διάστασή μου και ονειρευόμουν να δω ξανά μια πανσέληνο. Αλλά καμία πανσέληνος δεν ήρθε... 30 μέρες έζησα σε άλλη διάσταση. 30 μέρες έχασα (ή κέρδισα;). 30 ολόκληρες μέρες και νύχτες δεν έζησα κανονικά. 30 μέρες δεν κοιμήθηκα, αλλά δεν ένιωθα και την κούραση του ύπνου, 30 μέρες δεν χρειάστηκε να ξυπνήσω, 30 μέρες δεν ήμουν ανθρώπινη. 30 μέρες χρειάστηκαν να περάσουν για να σκεφτώ... «Μήπως έφταιξα κάπου κι εγώ; Μήπως εξαφανίστηκαν όλοι και όλα για κάποιο λόγο;». Και τότε θυμήθηκα.

Είχα περάσει γεμάτη άγχος εκείνο το βράδυ. Εκείνο το βράδυ πριν την 1η Σεπτέμβρη. Στριφογυρνούσα στο κρεβάτι μου. Κοιμόμουν και ξυπνούσα ιδρωμένη από εφιάλτες. Λίγο πριν έρθει το πρωί σηκώθηκα από το κρεβάτι και καταριόμουν. Έριχνα κατάρες στον μήνα Σεπτέμβρη. Έβριζα σπρώχνοντας ό, τι έβρισκα μπροστά μου. Από την κούπα με το ζεστό τσάι μέχρι τον γάτο μου που πηγαινοερχόταν κουνώντας χαρούμενος την ουρά του. Είχα νεύρα. Δεν ήθελα να έρθει άλλος ένας Σεπτέμβρης. Από εκείνους που φέρνουν το φθινόπωρο στην ψυχή μου. Που φέρνουν βροχή στα μάτια μου και συννεφιά στην καρδιά μου. Ευχήθηκα να εξαφανιστούν τα πάντα. Και κυρίως να εξαφανιστεί αυτός. Ο
Σεπτέμβρης. Και η ευχή μου πραγματοποιήθηκε. Εξαφανίστηκαν. Εξαφανίστηκε.

«Συγνώμη» ψιθύρισα.

Και εμφανίστηκε μπροστά μου.

«Δεν ήθελα να σε προσβάλλω. Δεν φταις εσύ αν εγώ δεν ξέρω τι μου γίνεται. Σε συμπαθώ πολύ. Πραγματικά. Είσαι από τους αγαπημένους μήνες. Μου αρέσει η αίσθηση σου. Το δροσερό αεράκι σου το λατρεύω. Ξέρεις... Αυτό το αεράκι που χτυπάει απαλά στο δέρμα μου και μου δηλώνει τον ερχομό σου... Μου αρέσεις. Μου αρέσουν οι μυρωδιές σου... Μου αρέσουν οι βροχές σου... Μου αρέσεις εσύ. Έτσι όπως είσαι. Είναι δικό μου λάθος αν φέρνω το δικό μου άγχος και το φορτώνω σε εσένα. Εσύ δεν φταις σε τίποτα. Είμαι αδικαιολόγητη. Θα πρέπει να τα βρω καλύτερα με τον εαυτό μου. Είναι δικό μου λάθος αν σε φοβάμαι. Η αλήθεια είναι πως δεν φοβάμαι εσένα. Φοβάμαι τις αποφάσεις μου. Φοβάμαι το τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Φοβάμαι αυτά που σκέφτομαι και αυτά που θα κάνω. Αλλά δεν σε φοβάμαι. Σε αγαπώ. Αυτή είναι η αλήθεια. Σε αγαπώ. Και δεν ήταν σωστό να ζητήσω να εξαφανιστείς. Ήταν λάθος μου. Σε χρειάζομαι. Και σε θέλω κοντά μου».

Και εμφανίστηκε ο ήλιος.

Και εμφανίστηκε το φεγγάρι.

Και εμφανίστηκαν οι άνθρωποι.

Και εμφανίστηκαν οι δρόμοι.

Και εμφανίστηκαν τα πράγματά μου.

Και εμφανίστηκε το σπίτι.

Και έγινε κάτι... απίστευτο.

Δεν θα με πιστέψετε.

Και... εμφανίστηκε ο Σεπτέμβρης.

Ξαναέζησα τον Σεπτέμβρη!

Τον Σεπτέμβρη που έχασα... δεν τον έχασα...

Με αφήσε να τον ζήσω.

Με μοναδική προϋπόθεση να μην χρεώνω πια στους μήνες τις ανθρώπινες αδυναμίες μου.

Γύρισε ο χρόνος πίσω εκείνο το βράδυ πριν την 1η Σεπτέμβρη.
Σταμάτησα να στριφογυρίζω.
Και κοιμήθηκα.
Και ξύπνησα.

Και...

Έζησα τον πιο όμορφο Σεπτέμβρη που έζησα ποτέ.

Χωρίς άγχος.

Χωρίς φόβο.

Χαρούμενη που μου δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία.

Γιατί ο Σεπτέμβρης του 2010 είναι ο Σεπτέμβρης του 2010. Δεν είναι σαν κανέναν άλλον Σεπτέμβρη. Και αν εξαφανιζόταν και δεν επέστρεφε δεν θα είχα την δυνατότητα να τον ξαναζήσω. Ποτέ. Αλλά εμφανίστηκε και με άφησε να τον ζήσω...

Χόρεψα μέσα στις βροχές του.

Χαμογέλασα στα σύννεφά του.

Μέσα μου καμία βροχή και καμία συννεφιά.

Όλα ήταν πιο όμορφα.

Ζούσα το φθινόπωρο με φθινοπωρινή διάθεση, φθινοπωρινά αισθήματα, φθινοπωρινές σκέψεις...

Αλλά η καρδιά μου ήταν φωτεινή και τα μάτια μου έλαμπαν.

Και το πιο περίεργο ήταν πως κι αυτό το φως άνηκε στο φθινόπωρο...

«Σε ευχαριστώ, Σεπτέμβρη» ψιθύρισα πριν κοιμηθώ εκείνο το βράδυ πριν την 1η Οκτώβρη. Και κοιμήθηκα με ανυπομονησία για το επόμενο πρωί και τον καινούριο μήνα που θα έμπαινε...

8/29/10

Μα είναι αυτό φυσικό;


Τρέμω και στην ιδέα ότι έρχεται ο Σεπτέμβριος...

Τα ερωτήματα «Ποια είμαι;» και «Πού πάω;» συχνά με κυνηγάνε εκείνες τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου... Λες και χτυπάει ένα εσωτερικό κουδούνι μέσα μου... μια φωνούλα που μου φωνάζει... «Πρέπει να ωριμάσεις, πρέπει να πάρεις την ευθύνη της ζωής σου ολοκληρωτικά, πρέπει να σταματήσεις να αποφεύγεις την ουσία, πρέπει, επιτέλους, να βρεις μια λύση στα αδιέξοδά σου...»

Τότε η σκέψη μου, περνάει ακριβώς από τα ίδια μονοπάτια... Υπέρ, κατά, υπέρ, κατά, υπέρ, κατά, σε κάθε μονοπάτι για κάθε επιλογή... Γυρνάει γύρω από τον εαυτό της, στριφογυρίζει, εξαντλείται, και, μετά, κάθεται σε μια γωνία μαζεμένη και κλαίει...

Δεν θα ακούσετε ποτέ την σκέψη μου να κλαίει...

Γιατί ο κάθε άνθρωπος μπορεί να ακούσει μόνο τα συναισθήματα της δικής του σκέψης...

Εγώ ακούω την σκέψη μου να κλαίει...

Είναι εκείνες οι στιγμές που έχω εκείνη την περίεργη έκφραση στο πρόσωπο μου που παραδέχεται πως νιώθω αβοήθητη απέναντι στα τωρινά διλήμματά μου...

Αυτήν την έκφραση μπορείτε να την δείτε...

Γιατί όλοι μπορούμε να δούμε τα σημάδια που αφήνουν τα συναισθήματα της σκέψης στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου...

Στο πρόσωπό μου θα διακρίνετε την σκέψη μου να κλαίει και ας μην μπορείτε να την ακούσετε... Είναι αυτή η έκφραση... απογοήτευσης και θλίψης και στενοχώριας... αυτή η έκφραση απόλυτης απόγνωσης...

Εγώ δεν μπορώ να δω την σκέψη μου να κλαίει... Μόνο την ακούω...

Πόσο θα ήθελα να σταματήσει να κλαίει... Πόσο θα ήθελα να είχα τις λύσεις!

Πόσο θα ήθελα να γεννηθούν οι απαντήσεις και να γίνουν με τον πιο φυσικό τρόπο
αποφάσεις;

Χωρίς να χρειάζεται να εκβιαστούν καταστάσεις...

Χωρίς να νιώθω ότι γίνεται τίποτα βιαστικά ή πρόχειρα...

Όμως αυτή η φυσικότητα, στην οποία πίστευα σχεδόν σε όλη μου την ζωή, είναι αδύνατον να συμβεί... Γιατί τίποτα φυσικό δεν μπορεί να έρθει... μετά από τόσες αφύσικες στιγμές...

Είναι σαν να ζητάω το αδιανόητο... Και σαν να μην παραδέχομαι το αυτονόητο...

Δεν μπορεί να γεννηθεί το φυσικό μέσα από το αφύσικο.

Τουλάχιστον, όχι με φυσικό τρόπο.

Πρέπει να το πάρω απόφαση και να διεκδικήσω το φυσικό, να μην το περιμένω να γεννηθεί από μόνο του, μπας και επισπεύσω τις καταστάσεις... Αλλά είναι πιο δύσκολο το να βρεις τι είναι φυσικό για εσένα αν αυτή η επιλογή δεν έχει γεννηθεί με φυσικό τρόπο...

Τώρα νιώθω πως τίποτα δεν θα γεννηθεί φυσικά...

Φυσικά! Αυτό είναι!

Με αφύσικο τρόπο πρέπει να βρω την φυσική επιλογή...

Μα είναι αυτό φυσικό;

Όχι, δεν είναι...

Αλλά αφού δεν θα έρθει καμία φυσική λύση με φυσικό τρόπο το μόνο που μου μένει είναι να δοκιμάσω αφύσικους τρόπους με στόχο τις φυσικές λύσεις... και αν αποτύχουν κι αυτοί τότε... ίσως το μόνο που θα μου μένει είναι να δοκιμάσω αφύσικες λύσεις...

Ποιος ξέρει; Μπορεί αυτές να λειτουργήσουν!

Αλλά ας μην προτρέχουμε...

Για την ώρα θα διεκδικήσω το φυσικό μέσα από το αφύσικο...

8/27/10

Τελείωσαν τα ψέμματα.



Το θέμα δεν είναι μόνο να τελείωσαν τα ψέματα...

Αυτό είναι ένα απαραίτητο βήμα για να πας στο επόμενο στάδιο...

Το θέμα είναι να ξεκινήσουν και οι αλήθειες…

Έχω περάσει από στάδια που έλεγα ψέματα, στον εαυτό μου κυρίως. Τα ψέματα αυτά με προστάτευαν. Ήταν η ασπίδα μου απέναντι σε καταστάσεις που δεν είχα ιδέα πώς να αντιμετωπίσω. Και επειδή δεν γίνεται να λες ψέματα στον εαυτό σου χωρίς να λες και στους άλλους, υποχρεωτικά έλεγα σε όλους ψέματα... Σε εμένα, σε εκείνους... Είχα δημιουργήσει έναν ψεύτικο κόσμο. Σε αυτόν τον ψεύτικο κόσμο ζούσα. Και αυτόν τον ψεύτικο κόσμο μπορούσα να μοιραστώ και με τους άλλους.

Κάποια στιγμή, ξύπνησα και συνειδητοποίησα πως ό,τι είχα μέχρι εκείνο το σημείο της ζωής μου βασίζονταν στο ψέμα. Στον ψεύτικο κόσμο που εγώ είχα δημιουργήσει. Δεν μου άρεσε τίποτα. Δεν με ικανοποιούσε τίποτα. Και έτσι τα βρόντηξα όλα στον αέρα και αποφάσισα να ξεκινήσω από την αρχή. Και έτσι έκανα. Ξεκίνησα από το μηδέν (που ήταν το μόνο σίγουρα αληθινό) με μοναδική προϋπόθεση από εδώ και πέρα να μην υπάρχουν ψέματα. Και το παραμικρό ψεματάκι θα μπορούσε να οδηγήσει στον δρόμο του ψέματος... Ήταν ένας δρόμος που είχα δοκιμάσει και που είχα επιλέξει ότι δεν μου ταιριάζει. Κατά συνέπεια από εδώ και πέρα έπρεπε όλα να είναι αληθινά. Και η πιο μικρή λέξη και η πιο απλή φράση και η πιο αμυδρή κίνηση και η πιο αχνή έκφραση. Δεν θα υπήρχε τίποτα επάνω μου που να είναι ψεύτικο.

Για κάποιους ανθρώπους, ίσως, η πραγματική ελευθερία βρίσκεται στην επιλογή του να λες αλήθεια ή ψέματα. Στο να μπορείς με την ίδια ευκολία να περάσεις από τον ένα δρόμο στον άλλον. Για κάποιους ανθρώπους είναι σχεδόν το ίδιο εγκλωβιστικό το να λες πάντα ψέματα με το να λες πάντα αλήθεια. Γιατί ο εγκλωβισμός βρίσκεται στην λέξη «πάντα» και στην αδυναμία επιλογής που, ίσως, δηλώνεται με αυτήν την λέξη. Όπως γίνεται και με την λέξη «ποτέ». Και με άλλες τέτοιες «βαρύγδουπες» λέξεις. Για εμένα, όμως, ανεξάρτητα με το τι θα αποφάσιζα αργότερα για την ζωή μου είχε σημασία να βιώσω την αλήθεια. Μόνο την αλήθεια. Ολοκληρωτικά την αλήθεια. Δεν ήθελα μισές αλήθειες. Δεν ήθελα σχεδόν ολόκληρες αλήθειες. Ήθελα αλήθειες. Ήθελα να είναι όλα γύρω μου αληθινά. Τουλάχιστον όσα ορίζονται από εμένα. Το δικό μερίδιο σε κάθε ανθρώπινη σχέση θα ήταν αληθινό.

Ξεκίνησε, λοιπόν, μια ενδιαφέρουσα διαδικασία. Γιατί ξαφνικά η αλήθεια με απελευθέρωσε. Και όσο πιο πολύ προχωρούσα στον δρόμο της αλήθειας τόσο πιο ελεύθερη γινόμουν. Δεν το πίστευα ότι υπάρχουν άνθρωποι που με αποδέχονταν όπως είμαι. Χωρίς να χρειάζεται να είμαι ή να γίνω κάτι άλλο. Χωρίς να προσπαθούν ή να επιθυμούν να με αλλάξουν. Ήμουν αληθινή και όλα έγιναν πιο αληθινά. Η σχέση μου με τον εαυτό μου και η σχέση μου με τους άλλους. Φυσικά, κάθετι ψεύτικο απομακρύνθηκε. Το τίμημα ήταν να χάσω ορισμένους ανθρώπους και να αναγκαστώ να σταματήσω αρκετές σχέσεις. Αλλά το τίμημα ήταν πολύ μικρό σε σχέση με το συναίσθημα ολοκλήρωσης που είχα στον δρόμο της αλήθειας!

Έγιναν, λοιπόν, όλα αληθινά. Όχι εύκολα. Αληθινά. Εύκολα δεν ήταν. Κανείς δεν ισχυρίστηκε πως ο δρόμος της αλήθειας είναι εύκολος. Το ψέμα καμιά φορά φαίνεται (ή, μήπως, είναι;) πιο εύκολο. Αλλά δεν με ενδιέφερε. Δεν είχα πρόβλημα με το να αντιμετωπίζω τις δυσκολίες όταν γνώριζα πως αυτό είναι απαραίτητο κομμάτι του αληθινού ταξιδιού μου για να προχωρήσω.

Κατά έναν περίεργο τρόπο... όσο πιο πολύ προχωρούσα στον δρόμο της αλήθειας, τόσο πιο πολλές αλήθειες ζούσα. Γιατί, όπως είναι γνωστό, η αλήθεια γεννάει αλήθειες και το ψέμα γεννάει ψέματα. Έτσι η μια αλήθεια έφερνε την επόμενη και, πριν καλά καλά το καταλάβω, έλεγα τόσες αλήθειες στον εαυτό μου και έγινα τόσο αληθινή όσο δεν με είχα βιώσει μέχρι τότε. Βρήκα κάτι. Κάτι που δεν μπορούσε να μου κλέψει κανείς. Βρήκα την πιο ισχυρή αλήθεια από όλες: Την αλήθεια μου. Και τότε εξαφανίστηκαν φόβοι και ανασφάλειες... Και το πιο ωραίο ήταν όταν μπορούσα να μοιραστώ με άλλους αυτήν την αλήθεια μου.

Κάπου σε εκείνο το σημείο, όμως, άρχισε να συμβαίνει κάτι περίεργο. Όταν βρήκα την αλήθεια μου, ξαφνικά, τα πράγματα δυσκόλεψαν ακόμα περίσσοτερο. Κανείς δεν άντεχε την αλήθεια μου. Κανείς δεν ήθελε να μείνει δίπλα μου. Κανείς δεν άντεχε τόση αλήθεια. Και καταλαβαίνω ότι η αλήθεια μπορεί να είναι δύσκολη. Αλλά εγώ δεν μπορούσα να αποχωριστώ την αλήθεια μου απλά και μόνο επειδή δεν την άντεχαν οι άλλοι. Η αλήθεια μου άρχισε να γεννάει την παράλογη συμπεριφορά των άλλων. Όσο πιο αληθινή γινόμουν τόσο πιο παράλογες ήταν οι καταστάσεις γύρω μου.

Έμεινα μόνη μου. Για μέρες, για μήνες, για χρόνια, για εποχές, για αιώνες.

Έμεινα μόνη μου. Γιατί δεν ήθελα να θυσιάσω την αλήθεια μου. Πίστευα ότι θα βρεθεί κάποιος αληθινός άνθρωπος που να είναι δυνατόν οι αλήθειες μας να περπατήσουν μαζί, δίπλα δίπλα. Αλλά δεν ήρθε κανένας. Κανένας αληθινός άνθρωπος. Και η αλήθεια μου άρχισε να φοβάται και να κουράζεται.

Ήρθε ένα μικρό ψεματάκι και μου είπε... «Δεν πειράζει... Χρησιμοποιησέ με... Πες με... Πες ένα μικρό ψεματάκι... Αυτό θα βοηθήσει τις καταστάσεις... Γίνε για λίγο... πιο χαζή ή πιο επιφανειακή ή πιο επιπόλαια... Γίνε για λίγο κάτι άλλο... Βάλε στην άκρη αυτό που είσαι... Στρίμωξε σε μια γωνία τις πραγματικές σκέψεις σου... Κανείς δεν θα καταλάβει το ψέμα σου... Και ένα μικρό ψεματάκι δεν είναι αρκετό για να νοθεύσει την αλήθεια... Δεν είμαι αρκετό να καταστρέψω την αλήθεια σου... Είμαι μικρό... Είμαι αδύναμο... Είμαι ένα τόσο δα ψεματάκι...»

Και, όπως ο καπνιστής που έχει κόψει το κάπνισμα εδώ και καιρό, ξαφνικά υποκύπτει στο τσιγάρο και μετά νιώθει άσχημα με τον εαυτό του, έτσι κι εγώ, υπέκυψα. Και ένιωσα άσχημα με εμένα. Αλλά ταυτόχρονα είχα την παρουσία κάποιου άλλου δίπλα μου...

Είχα κάποιον άλλον δίπλα μου. Ήμουν χαρούμενη για αυτό. Και μετά μπήκε ο φόβος μην η αλήθεια μου χαλάσει την μη αληθινή σχέση μου. Και σταμάτησα να λέω αλήθειες. Και πριν καλά καλά το καταλάβω βουτήχτηκα ξανά στο ψέμα μέχρι να φτάσω στο σημείο να ξεχάσω ποια είμαι εγώ.

Και όταν με ξέχασα θύμωσα με τον άλλον. Θύμωσα με τους ανθρώπους. Θύμωσα με την ανθρωπότητα. Θύμωσα με τον κόσμο. Θύμωσα με όλους. Θύμωσα, όμως, κυρίως, με τον εαυτό μου, με εμένα, που το άφησα να συμβεί αυτό. Πέταξα όλα τα ψέματα, βγήκε ξανά το αληθινό προσωπό μου ο άλλος απέναντι μου τρόμαξε με αυτό που αντίκρυσε. Και έφυγε. Και έφυγα κι εγώ.

Έμεινα ξανά με το μηδέν. Το μόνο αληθινό στοιχείο στο οποίο σίγουρα μπορείς να βασιστείς όταν έχεις χάσει τον δρόμο σου.

Και τώρα; Τώρα είμαι εδώ. Ξανά. Αληθινή. Ξανά. Εγώ. Ξανά. Χωρίς κανέναν. Αλλά αν το τίμημα της αλήθειας μου είναι να μην έχω κανέναν δίπλα μου είμαι διατεθιμένη να το πληρώσω. Γιατί ό,τι κι αν συμβεί, όσο μόνη μου κι αν νιώσω, όσο κι αν τύχει να ερωτευτώ ή ακόμα και να αγαπήσω, τίποτα δεν έχει νόημα αν μου ζητηθεί πάλι να θυσιάσω την αλήθεια μου. Η αλήθεια μου δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Και αν είναι φτιαγμένη έτσι ώστε να απομακρύνει τους ανθρώπους... δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτό. Είναι τόσο όμορφο να ζω με την αλήθεια μου που δεν μπορώ πια να την προδώσω για τίποτα και κανέναν. Δεν μπορώ να με προδώσω άλλο.

Έχω κάνει πια την επιλογή μου.

Τελείωσαν τα ψέματα.

Είμαι ένας αληθινός άνθρωπος και αποφάσισα συνειδητά να είμαι αληθινή.

Και έτσι τώρα περπατάω στον δρόμο της αλήθειας με την αλήθεια μου και εύχομαι να βρεθεί ένας αληθινός άνθρωπος που να μπορεί όχι μόνο να ανεχτεί αλλά και να καταλάβει την αλήθεια μου...

Αλλά μέχρι τότε... είμαι χαρούμενη που είμαι αληθινή και που βρέθηκα ξανά στον μόνο δρόμο που έχει νόημα να περπατάει κανείς...

Στον μόνο αληθινό δρόμο...

Στον δρόμο της αλήθειας του...

Οι Άνθρωποι του Αυγούστου.


Έχει κάτι όμορφο η πολή όταν αδειάζει…

Έχει κάτι όμορφο το καλοκαίρι προς το τέλος του…

Έχουν κάτι όμορφο αυτοί οι Άνθρωποι που μένουν πίσω στους δρόμους της Αθήνας τον Αύγουστο...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που, όταν κι εγώ είμαι από αυτούς που μένω πίσω, δίνουν ζωή στο καλοκαίρι μου...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που γεμίζουν την πόλη όταν εκείνη αδειάζει από κινήσεις και ήχους...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που πήγαν διακοπές λίγο πιο πριν ή που θα πάνε διακοπές λίγο πιο μετά και, όμως, έχουν ένα παράξενο κοινό σημείο συνάντησης: Τις Αυγουστιάτικες μέρες... Και αν και έχουν σχεδόν αντίθετες διαθέσεις, οι πρώτοι βρίσκονται σε στάδιο προσαρμογής ενώ οι δεύτεροι σε στάδιο προσμονής, υπάρχει κάτι ίδιο στον τρόπο που περπατάνε... υπάρχει μια φανερή ομοιότητα... ίσως είναι αυτή η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που έχουν γύρω τους μόνο αυτοί... οι Άνθρωποι του Αυγούστου...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που έχουν δουλειά, πρέπει να εργαστούν, είναι υποχρεωμένοι να μείνουν μέσα στην ζέστη, μέσα στον ήλιο, μέσα στον καύσωνα, εξαιτίας του επαγγέλματός τους... Είναι και εκείνοι που μπορεί να πήραν άδεια αλλά να επέλεξαν συνειδητά να μην ταξιδέψουν σε κανένα μέρος και να μείνουν εδώ... είτε επειδή δεν θέλουν να ξοδέψουν χρήματα και πρέπει να κάνουν οικονομίες... είτε επειδή δεν έχουν όρεξη και νιώθουν πως θα μπορέσουν να χαλαρώσουν καλύτερα τις λίγες ελεύθερες μέρες τους εδώ... είτε επειδή οτιδήποτε άλλο... Και είναι και εκείνοι, οι άνεργοι, που είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να φύγουν... άλλοι ψάχνουν για δουλειά... άλλοι επιλέγουν να αφήσουν αυτές τις δύσκολες μέρες να κυλήσουν και να ψάξουν κάτι μετά το καλοκαίρι...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που μπορεί να τους κρατάει πίσω μια κατάσταση ή κάποιος άνθρωπος... Ένα ευχάριστο ή ένα δυσάρεστο γεγονός... Μια χαμογελαστή ή δακρυσμένη σχέση... Δεν έχει σημασία... Σημασία έχει ότι έμειναν και δεν έφυγαν...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που περπατάνε τις νύχτες παραπατώντας στα στενά, ξεκαρδισμένοι στα γέλια, φλερτάρωντας, μεθυσμένοι, είτε κυριολεκτικά είτε από έρωτα...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που είναι με ένα βιβλίο στο χέρι και διαβάζουν είτε για κάποιες εξετάσεις που κάποιος είχε την φαινή ιδέα να τις βάλει σε μια τραγικά άβολη και επώδυνη ημερομηνία... είτε, έτσι απλά, για τον εαυτό τους... και, πού και πού, διακόπτουν το διάβασμά τους, για μια απειροελάχιστη στιγμή, σηκώνουν το κεφάλι από τις σελίδες του βιβλίου τους και ρίχνουν μια κλεφτή ματιά στο φεγγάρι...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που βγαίνουν βόλτες με τον καλύτερο τους φίλο... Διαφορετικός φίλος για τον καθέναν... Την γιαγιά τους, το παιδί τους, τον σκύλο τους... Και κάνουν ατελείωτες συζητήσεις για την ζωή και για τον κόσμο... Ή απλά μένουν σιωπηλοί και απολαμβάνουν την ησυχία...

Είναι όλοι εκείνοι που μένουν πίσω και ξορκίζουν όλους τους άλλους που μένουν πίσω και που είναι φανερό πως δεν ανήκουν στους Ανθρώπους του Αυγούστου... Εκείνους που βασανίζουν το καλοκαίρι μου με φωνές, υστερίες, καυγάδες, θορύβους, κρίσεις και πανικούς... χωρίς λόγο... Είναι ικανοί με την γκρίνια τους να σπαταλήσουν όλο τον καλοκαιρινό τους χρόνο και προσπαθούν με κάθε δυνατό τρόπο να εξαντλήσουν κάθε δυνατό όριο υπομονής των γύρω τους... Αλλά δεν με νοιάζει, δεν με πειράζει... γιατί οι Άνθρωποι του Αυγούστου έχουν λειτουργήσει επάνω μου με έναν μαγικό τρόπο...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που με κάνουν να θυμάμαι πόσο ωραία πράγματα μπορείς να δεις και να ακούσεις το καλοκαίρι αντίστοιχα όμορφα με το γαλάζιο της θάλασσας και με τον ήχο των κυμάτων...

Ναι, ναι, ξέρω, ξέρω... Δύσκολο να το πιστέψει κανείς ότι υπάρχει αντίστοιχη ομορφιά με αυτήν της απέραντης θάλασσας... αλλά κι όμως...

Οι άνθρωποι της πόλης μοιάζουν με τα στοιχεία της φύσης...

Η φύση έχει τα στοιχεία της... Η πόλη έχει τους ανθρώπους της...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου, οι Άνθρωποι στοιχεία της πόλης, που μου θυμίζουν το απέραντο της ανθρώπινης ομορφιάς...

Και είμαι και εγώ... που κάθομαι και τους κοιτάζω και τους παρατηρώ και τους ακούω και τους βιώνω... και, πού και πού, επιλέγω να βρίσκομαι κι εγώ ανάμεσά τους... και περπατάω με τον δικό μου σκύλο για παρέα, τον μόνο φίλο που με ακούει πραγματικά, συζητώντας για τον κόσμο, κάτω από την πανσέληνο, παρέα με την ανασφάλεια μου για το τι θα κάνω με τη ζωή μου...

Και γύρω μου οι Άνθρωποι του Αυγούστου, όλοι αυτοί που υποχρεώθηκαν ή επέλεξαν ή απλά έτυχε να μείνουν πίσω, με κάνουν να μην νιώθω και τόσο μόνη μου... Με κάνουν να νιώθω πως όλα θα πάνε καλά... χωρίς να ξέρω πώς... αλλά θα πάνε... Διώχνουν τη μιζέρια της πόλης και την φωτίζουν με έναν διαφορετικό τρόπο... Την κάνουν να μοιάζει λιγότερο ψεύτικη και περισσότερο αληθινή...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι που κάνουν τον Αύγουστο να έχει ανθρωπόμορφη υπόσταση... Προσωποποιούν τον Αύγουστο...

Έχει κάτι όμορφο η πόλη όταν αδειάζει...
Τους λιγοστούς ανθρώπους της...

Τους Ανθρώπους του Αυγούστου...

8/16/10

«Σχεδόν»


Δεν θα ήθελα να ξαναγυρίσω στην ηλικία της εφηβείας...
Αυτό το περίεργο στάδιο που δεν είσαι ούτε παιδί ούτε ενήλικος...

Είσαι κορίτσι χωρίς να είσαι.
Είσαι γυναίκα χωρίς να είσαι.
Είσαι κάτι ενδιάμεσο.

Είσαι αγόρι χωρίς να είσαι.
Είσαι άντρας χωρίς να είσαι.
Είσαι κάτι ανάμεσα.

Είσαι παιδί χωρίς να είσαι.
Είσαι ενήλικος χωρίς να είσαι.
Είσαι χωρίς να είσαι.

Διαμορφώνεσαι. Μεγαλώνεις. Σχηματίζεσαι.
Νιώθεις αμήχανα και άβολα. Με το σώμα σου, με τον εαυτό σου.
Οι ανασφάλειες μεγενθύνονται. Οι φόβοι πολλαπλασιάζονται.
Όλα σου φαίνονται δύσκολα, γίνονται τεράστια στο μυαλό σου.
Δε μπορείς να χειριστείς αυτό που είσαι.

Ο έρωτας είναι απαγορευμένος και δεν είναι. Είναι σχεδόν απαγορευμένος.
Η αγάπη είναι είναι υπαρκτή και δεν είναι. Είναι σχεδόν υπαρκτή.

Ο λόγος σου έχει βάρος και δεν έχει. Έχει σχεδόν βάρος.

Οι απόψεις σου ακούγονται και δεν ακούγονται. Σχεδόν ακούγονται.
Οι σκέψεις σου διατυπώνονται και δεν διατυπώνται. Σχεδόν διατυπώνονται.

Τα «πιστεύω» σου αρθρώνονται και δεν αρθρώνονται. Σχεδόν αρθρώνονται.
Τα όρια σου σχηματίζονται και δεν σχηματίζονται. Σχεδόν σχηματίζονται.

Οι σχέσεις σου είναι και δεν είναι. Σχεδόν είναι.

Το άγγιγμα είναι σχεδόν άγγιγμα και το φιλί σχεδόν φιλί.

Και εσύ... νιώθεις «σχεδόν».

Ανολοκλήρωτος. Ξεκρέμαστος. Μισός.
Δεν χωράς πουθενά. Δεν ταιριάζεις πουθενά. Δεν αναπνές πουθενά.

Είσαι και δεν είσαι,
σχεδόν είσαι.

Πόσο απαίσιο είναι να στέκεσαι στο σημείο «σχεδόν»;
Πόσο οδυνηρό;
Μόνο εσύ το ξέρεις. Σχεδόν το ξέρεις.

Όλα είναι ασφυκτικά και η μόνη λύση για να καταπολεμήσεις το πνίξιμο που νιώθεις είναι η αντίδραση. Η παιδιάστικη αντίδραση. Αφού δεν είσαι ακόμα ενήλικος για να αντιδράσεις όπως αντιδρούν οι, σχεδόν, ώριμοι άνθρωποι, το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι αυτό που ξέρεις να κάνεις εδώ και αρκετά χρόνια. Να συμπεριφερθείς σαν παιδί. Και έτσι συμπεριφέρεσαι. Σχεδόν σαν παιδί. Γιατί πια δεν μπορείς να συμπεριφερθείς ολοκληρωτικά σαν παιδί. Είτε το θέλεις, είτε όχι, σου αρέσει, δεν σου αρέσει, δεν είσαι πια παιδί. Έχεις μεγαλώσει. Ούτε η καθαρή παιδική συμπεριφορά δεν σου ανήκει. Είσαι έφηβος. Έφηβος! Και επειδή δεν ξέρεις τι να σε κάνεις από το παιδικό περνάς στο παιδιάστικο...

Δεν έχεις ιδέα πώς να ανταποκριθείς σε όλα αυτά τα «σχεδόν». Γιατί όταν είσαι έφηβος όλα μέσα σου και γύρω σου σου φαίνονται «σχεδόν».

Ξέρεις ποια είναι η διαφορά με το μετά;
Σχεδόν καμία.

Έχεις να ζήσεις διάφορα «σχεδόν» και αργότερα. Προσωπικά και επαγγελματικά.
«Σχεδόν» που δεν θα αντέχονται.

Όλα γύρω σου θα συνεχίσουν να είναι «σχεδόν».

Οι φίλοι σχεδόν φίλοι.
Η οικογένεια σχεδόν οικογένεια.
Οι περισσότεροι άνθρωποι σχεδόν άνθρωποι.

Οι σπουδές σχεδόν σπουδές.
Η δουλειά σχεδόν δουλειά.
Οι περισσότερες συνεργασίες σχεδόν συνεργασίες.

Έχεις να ακούσεις πολλά σχεδόν σε αγαπάω... έχεις να λάβεις πολλές σχεδόν υποσχέσεις...

Έχεις ακόμα να ζήσεις σχεδόν τόσα «σχεδόν» όσα έζησες και τότε! Αλλά τι λέω; Ακόμα περισσότερα! Έχεις να ζήσεις τόσα «σχεδόν» όσα δεν φαντάζεσαι!

Ποιος θα τόλμαγε να πει στον εφηβικό εαυτό σου... πως ένα μεγάλο μέρος των «σχεδόν» που νιώθεις δεν ανήκει σε εσένα αλλά στον κόσμο; Και θα συνεχίσει να υπάρχει και αργότερα; Εσύ μέσα στο σχεδόν πανικό σου νομίζεις πως οφείλονται όλα στην σχεδόν ηλικία σου. Αλλά δεν οφείλονται όλα εκεί.

Το «σχεδόν» κυριαρχεί και καθοδηγεί τον κόσμο.
Δεν είναι τρομαχτικό;
Το «σχεδόν» είναι ελεύθερο και κυκλοφορεί ανάμεσά μας.

Πως θα τόλμαγε κανείς να παραδεχτεί σε ένα σχεδόν παιδί, πως τα περισσότερα από τα «σχεδόν» που φοβάται είναι σχεδόν αληθινά; Πώς δεν θα αλλάξει σχεδόν τίποτα μεγαλώνοντας;

Σχεδόν τίποτα.

Θα αλλάξει κάτι.

Μπορεί να αλλάξει κάτι.

Κάτι μικρό.

Το μόνο κομμάτι που σου ανήκει πραγματικά.

Το δικό σου «σχεδόν».

Τα «σχεδόν» των άλλων ανήκουν στους άλλους.

Και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για την επιδημία «σχεδόν» που έχει ρημάξει το ανθρώπινο σύμπαν.

Για το γύρω «σχεδόν» σου δεν υπάρχουν και πολλά που μπορείς να κάνεις. Υπάρχουν. Αλλά όχι πολλά. Για το μέσα «σχέδον» σου όμως... μπορείς.

Το δικό σου «σχεδόν» μπορείς να το εξουδετερώσεις.

Αν φανείς βέβαια αρκετά δυνατός για να το καταπολεμήσεις.

Γιατί σε έναν σχεδόν κόσμο με σχεδόν ανθρώπους που κάνουν σχεδόν σχέσεις και ζουν σχεδόν ζωές δεν είναι εύκολο να αποβάλεις το «σχεδόν» σου.

Μπορείς να επιλέξεις να μείνεις σχεδόν άνθρωπος. Αλλά δεν θα το κάνεις. Θα επιλέξεις να γίνεις άνθρωπος. Γιατί δεν αντέχεις άλλα «σχεδόν»! Και ίσως το χειρότερο από όλα τα «σχεδόν», αυτό που πονάει περισσότερο, να είναι το δικό σου «σχεδόν». Για αυτό θα προσπαθήσεις να το αλλάξεις, να το κάνεις κάτι, οτιδήποτε, που δεν θα είναι «σχεδόν»...

Ξέρεις γιατί δεν θα ήθελα να ξαναγίνω έφηβη;

Γιατί δεν αντέχω με τίποτα να ξαναπεράσω το δικό μου «σχεδόν». Σωματικά και ψυχολογικά.

Τουλάχιστον μεγαλώνοντας έχω μόνο να αντιμετωπίσω τον σχεδόν κόσμο.

Τότε ήμουν σχεδόν υποχρεωμένη να υπακούω στην σχεδόν εφηβική κατάσταση μου.

Σχεδόν αποφάσεις. Σχεδόν επιλογές. Σχεδόν σκέψεις. Σχεδόν συναισθήματα.

Τώρα εγώ δεν είμαι «σχεδόν». Έχω επιλέξει να μην είμαι «σχεδόν». Γιατί έχω την επιλογή να μην είμαι «σχεδόν»! Πριν δεν την είχα.

Τα καταφέρνω; Σχεδόν τα καταφέρνω. Είμαι αρκετά ικανοποιημένη από εμένα και από τον αγώνα μου με τα «σχεδόν» μου.

Αυτή είναι η διαφορά με το πριν.

Εσύ δεν είσαι «σχεδόν». Είναι στο χέρι σου να μην είσαι «σχεδόν». Και το να μην είσαι «σχεδόν» θα σου δώσει μια ελευθερία στην σχεδόν ελευθερία του κόσμου.

Και, πρόσεξέ με, αυτή η ελευθερία θα είναι πραγματική.

Δεν θα είναι καθόλου μα καθόλου «σχεδόν».

Γιατί ένας άνθρωπος που έχει αποβάλει το δικό του «σχεδόν» αυτομάτως αποβάλλει το «σχεδόν» και από όσα θα ζήσει. Τίποτα δεν θα είναι πια «σχεδόν» για εσένα.

Εντάξει, εντάξει...

Σχεδόν τίποτα...

8/15/10

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις;



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την μέρα σου;
Με ένα χαμόγελο.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την νύχτα σου;
Με ένα βλέμμα.



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα βιβλίο;
Με μια λέξη.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα τραγούδι;
Με μια νότα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις έναν διάλογο;
Με μια πρόταση.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια μουσική;
Με μια φράση.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια πορεία;
Με ένα βήμα.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια αλλαγή;
Με μια στροφή.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια παράσταση;
Με μια αυλαία.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια ταινία;
Με ένα πλάνο.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια σχέση;
Με ένα φιλί.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα ταξίδι;
Με μια βαλίτσα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα πείραμα;
Με μια προσπάθεια.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια εφεύρεση;
Με ένα όραμα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια ζωγραφιά;
Με μια πινελιά.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα χορό;
Με μια κίνηση.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα στόχο;
Με μια απόφαση.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα όνειρο;
Με μια ιδέα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια συγχώρεση;
Με ένα «Συγνώμη».
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια αγάπη;
Με ένα «Σε αγαπώ».



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την μέρα σου;
Με μια σκέψη.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την νύχτα σου;
Με μια διάθεση.




Πώς μπορείς να σταματήσεις τα πάντα;
Με μια παύση.
Πως μπορείς να σταματήσεις για πάντα;
Με μια ατελείωτη παύση.




Πώς μπορείς να σταματήσεις...;
Με ένα τέλος.


Πώς μπορείς να ξεκινήσεις...;
Με μια αρχή...




Άνοιξε την αυλαία σου...


Μια απόφαση είναι. Έχεις την ιδέα. Έχεις το όραμα. Έχεις την διάθεση. Πάρε την βαλίτσα σου. Κάνε το βήμα. Πες την λέξη, την φράση, την πρόταση... Κάνε την κίνηση, πάρε την στροφή... Ζήτησε «Συγνώμη». Μοίρασε «Σε αγαπώ». Βάλε την δική σου νότα, την δική σου πινελιά... Ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα, ένα φιλί... Κάνε την σκέψη προσπάθεια... και, επιτέλους, μπες στο πλάνο της ζωής σου...

8/2/10

Από το ένα «-ισμός» στο άλλο!


Από τον απόλυτο ρεαλισμό πέρασα στον απόλυτο ρομαντισμό μετά ξανά στον απόλυτο ρεαλισμό για να ξαναπεράσω στον απόλυτο ρoμαντισμό...

Μετά κουράστηκα από τόση απολυτότητα και αποφάσισα πως είναι καλύτερη μια ενδιάμεση λύση.... Ένας συνδυασμός και των δύο. Οπότε έγινα ρομαντική αλλά πάνω σε ρεαλιστικές βάσεις... και μετά, σιγά σιγά, χωρίς να ξέρω πώς, πέρασα στο να είμαι ρεαλίστρια αλλά με ρομαντικές ιδέες!

Ρομαντικός ρεαλισμός ή ρεαλιστικός ρομαντισμός; Ήταν ένα ερώτημα που με βασάνιζε για χρόνια...

Μετά έγινα απλά κυνική και χάθηκε κάθε ίχνος ρομαντισμού αλλά και ρεαλισμού. Ο κυνισμός κατάπιε κάθε ίχνος πραγματικότητας ή παραμυθιού!

Και μετά έγινα μηδενίστρια και τελείωσε η υπόθεση! Ο σκληρός μηδενισμός μου σκότωσε ακόμα και τον υπερβολικά αντιδραστικό κυνισμό μου!

Κυνικός μηδενισμός ή μηδενιστικός κυνισμός; Ήταν ένα ερώτημα που δεν με βασάνισε ιδιαίτερα...

Μετά, επειδή, παρά έκανα πολύ παρέα με το μηδέν, βαρέθηκα. Θέλησα να περάσω στο «ένα». Αλλά το «ένα» δεν μου ήταν αρκετό και σκέφτηκα να στοχεύσω λίγο παραπάνω και λίγο παραπάνω και λίγο παραπάνω... και τελικά κατάλαβα πως το λίγο δεν μου αρκεί αλλά θέλω να φτάσω εκεί που είναι το πιο ψηλό σημείο που μπορώ να φτάσω. Δεν υπάρχει στοχεύω λίγο. Υπάρχει στοχεύω ή δεν στοχεύω. Όλα τα ενδιάμεσα στάδια μου φαίνονταν συμβιβασμός...

Και έγινα ιδεαλίστρια... Στόχευσα στά σύννεφα... και σύντομα έπεσα από αυτά...

Μετά σκέφτηκα πάλι πως η αλήθεια κρύβεται κάπου ανάμεσα στα δύο...

Με βάση το μηδέν να αποζητάω το ιδανικό και το αντίστροφο, με βάση τα ιδανικά να επιστρέφω στο μηδέν. Έγινα λοιπόν ένα κράμα μηδενισμού και ιδεαλισμού... Από την μια μεριά είχα απομυθοποιήσει τα πάντα και από την άλλη μεριά τις ίδιες αξίες που είχα απορρίψει τις πίστευα πιο πολύ από ποτέ αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο...

Μετά, όμως, όλο αυτό το περίεργο μείγμα που είχα γίνει με μπέρδεψε... Πέρασα στην αμφιβολία και στην αμφισβήτηση... Δεν μπορούσα να με ορίσω. Δεν μπορούσα να με γνωρίσω. Δεν υπήρχε καμία ονομασία που να ένιωθα ότι είμαι εγώ. Κανένα «–ισμός» δεν μπορούσε να με εκφράσει... Άρχισα, λοιπόν, να απαντάω «Δεν ξέρω» σε όλα...

Είσαι ρομαντική; Δεν ξέρω.

Είσαι ρεαλίστρια; Δεν ξέρω.

Είσαι κυνική; Δεν ξέρω.

Είσαι μηδενίστρια; Δεν ξέρω.

Είσαι ιδεαλίστρια; Δεν ξέρω.

Τι είσαι; Δεν ξέρω.

Τι ξέρεις; Δεν ξέρω, δεν ξέρω, δεν ξέρω!!!

Και μετά από όλα αυτά τα «–ισμός» πέρασα στον αγνωστικισμό!

Αλλά σε έναν άλλον αγνωστικισμό. Όχι μόνο σε αυτόν που πιστεύει ότι είναι αδύνατη η γνώση της αρχής του κόσμου. Αλλά και σε αυτόν που πιστεύει ότι είναι αδύνατη η γνώση της αρχής του δικού μου κόσμου.

Όσο και να προσπαθώ να με ορίσω, όσο και να προσπαθώ να με γνωρίσω, όσο και να προσπαθώ να με ονοματίσω, είμαι αυτό που είμαι και τίποτα παρά πέρα από αυτό. Είμαι τίποτα και όλα. Και δεν υπάρχει κανένα όνομα, καμία λέξη, καμία έννοια, που να μπορεί να συμπεριλάβει όλα τα στοιχεία που με αποτελούν.

Και από εκεί, από εκείνο το σημείο που ένιωσα πως είμαι μια σύνθετη σύνθεση που μπορεί να μην καταλάβω ποτέ, κρατώντας όλα τα προηγούμενα, χωρίς να πετάξω τίποτα, και αποδεχόμενη πια ότι είμαι όλα αυτά ταυτόχρονα,

Πέρασα στο επόμενο στάδιο...

Πίστεψα στον άνθρωπο(πάνω και πέρα από όλα)...

Πίστεψα σε εμένα, πίστεψα στον διπλανό μου, πίστεψα σε εσένα...

Πίστεψα σε έναν ελεύθερο άνθρωπο, πίστεψα σε όλους τους ελεύθερους ανθρώπους...

Και κάπως έτσι πέρασα στον ανθρωπισμό...

8/1/10

Μόνο...


Μόνο όταν σε συνάντησα κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα να συναντήσω κάποιον σαν εσένα.

Μόνο όταν βρέθηκες μπροστά μου κατάλαβα ότι ήταν αδύνατο να σε αγνοήσω.

Μόνο όταν μου μίλησες κατάλαβα πόσο ξεκούραστο είναι το να κάνει κάποιος την πρώτη κίνηση και αυτός ο κάποιος να μην είμαι εγώ.

Μόνο όταν συζητήσαμε κατάλαβα ότι υπάρχουν και διάλογοι που δεν φτιάχνονται απαραίτητα από δύο μονολόγους.

Μόνο όταν με κοίταξες κατάλαβα πως είναι να αιχμαλώτιζει κάποιος όλη σου τη ζωή σε μια στιγμή.

Μόνο όταν με άγγιξες κατάλαβα πως με καταδικάζεις να αποζητάω, από τώρα μέχρι την αιωνιότητα, το δικό σου μόνο άγγιγμα.

Μόνο όταν με αγκάλιασες κατάλαβα πόσο διψούσα να με αγκαλιάσεις, πόσο διψούσα για εσένα.

Μόνο όταν ξυπνήσαμε μαζί, νωρίς το πρωί, κατάλαβα πως είναι να ξυπνάς μαζί με κάποιον άλλον. Ξυπνάω τόσο νωρίς που σε όλες μου τις σχέσεις ξυπνούσα μόνη μου. Και αυτό δεν με ενοχλούσε και δεν με ενοχλεί. Δεν είναι απαραίτητο να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε όλοι τις ίδιες ώρες! Αλλά δεν είχα μοιραστεί ποτέ το πρώτο πρωινό φως της μέρας με κάποιον άλλον. Και μόνο με εσένα κατάλαβα πόσο όμορφο είναι το να βλέπεις μαζί με κάποιον άλλον τις πρώτες αχτίνες του ήλιου να μπαίνουν από το παράθυρο.

Μόνο όταν με φίλησες, το βράδυ πριν κοιμηθώ, κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα το φιλί σου, για αυτό το συγκεκριμένο βράδυ, για κάθε βράδυ από εδώ και πέρα, για όλη μου την ζωή... Ναι, θα επέλεγα το φιλί σου για πάντα, χωρίς δεύτερη σκέψη. Όχι οποιοδήποτε φιλί... Το δικό σου μόνο φιλί.

Πριν με φιλήσεις δεν είχα φιληθεί.

Πριν με αγαπήσεις δεν είχα αγαπηθεί.

Μόνο όταν με αγάπησες κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα να με αγαπήσουν με τον δικό σου τρόπο. Θεωρούσα αυτονόητο πως δεν υπάρχει τέτοια αγάπη πουθενά σε ολόκληρο τον κόσμο. Έκανα λάθος. Όσες καταστάσεις κι αν βιώσεις δεν είναι, τελικά, αρκετές για να βγάλεις «σωστά» συμπεράσματα για τους ανθρώπους. Νόμιζα πως η αγάπη, αυτή η αγάπη που δεν χωράει καμία αμφισβήτηση, που είναι όλα τόσο απόλυτα, απλά και αληθινά, ήταν ένα παιδικό όνειρο, μια εφηβική ελπίδα, μια ενήλικη παραίσθηση. Ένα σκορπισμένο όραμα που δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα...

Νόμιζα πως δεν υπήρχε πια αγάπη, τουλάχιστον όχι για εμένα... Είχα σταματήσει να πιστεύω...

Μόνο όταν σε γνώρισα κατάλαβα πως πιστεύω ακόμα στην αγάπη. Είναι πέρα από τις δυνάμεις μου... Πάντα πίστευα και πάντα θα πιστεύω... Μέχρι τέλους...

Μόνο όταν σε βρήκα κατάλαβα πως δεν έχουν νόημα όλα τα υπόλοιπα.

Μόνο η αγάπη.

Μόνο η αγάπη γεμίζει τη ζωή.

Μόνο οι άνθρωποι που αγαπάνε είναι ζωντανοί.

Πώς ζούσα χωρίς εσένα;

Πώς υπήρχα χωρίς να υποφέρω από το ότι δεν σε έχω γνωρίσει;

Δεν με ενδιαφέρει που άργησες... μου αρκεί το ότι ήρθες, το ότι έφτασες, το ότι
είσαι εδώ...

Πώς κατάφερες να βρεις τον δρόμο;

Νόμιζα πως έχεις χαθεί...

Νόμιζα πως ο δρόμος σου είχε γκρεμιστεί...

Περίμενα και περίμενα και περίμενα...

Μόνο όταν ήρθες ήξερα πως είσαι αυτός ο κάποιος που περίμενα.

Μόνο όταν μου είπες το όνομά σου αυτός ο κάποιος απέκτησε όνομα. Το δικό σου.

Και μόνο όταν σε είδα αυτός ο κάποιος απέκτησε μορφή. Την δική σου.

Η σκιά έγινε άνθρωπος και η σιωπή έγινε φωνή και η αγάπη έγινε αληθινή...

Τόσο αληθινή... όσο ποτέ πριν.

Όνειρα, ελπίδες, παραισθήσεις και οράματα έγιναν τόσο πραγματικά...

και αυτήν την απτή μορφή τους την οφείλω σε εσένα...

Ξέρεις γιατί;

Μόνο όταν με συνάντησες δεν φοβήθηκες να αγαπήσεις... να με κρατήσεις και να με αγαπήσεις...

Και θέλει θάρρος το να αγαπάς, θέλει τόλμη το να ερωτεύσαι, θέλει γενναίοτητα και γενναιοδωρία το να υπάρχεις μαζί με κάποιον άλλον και όχι μόνος σου.

Σε ευχαριστώ, που ήσουν και είσαι τόσο γενναίος, σε ευχαριστώ.

Πριν σε γνωρίσω δεν υπήρχες για εμένα.
Και αφού σε γνώρισα υπάρχω για εσένα.

Μόνο για εσένα...

7/24/10

Μου λείπει...


Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να μην γράψω τίποτα στο Blog μου σε σχέση με το θέατρο. Έχω σκοπό να φτιάξω ένα Blog σε σχέση με το θέατρο και για αυτό ό,τι «καλλιτεχνικά» κείμενα γράφω τα βάζω σε μια άκρη λέγοντας στον εαυτό μου «Αυτά ανήκουν στο Blog μου για τις τέχνες». Όμως, μάλλον, δεν μπορείς να ξεφύγεις (δεν είναι εύκολο να ξεφύγεις) από το να μιλήσεις (από το να γράψεις) για αυτό για το οποίο νιώθεις πως είσαι φτιαγμένος (για αυτό για το οποίο ξέρεις πως είσαι γεννημένος). Δεν μπορείς να ξεφύγεις (δεν υπάρχει περίπτωση να γλιτώσεις) από τον ίδιο σου τον εαυτό. Και αυτήν την στιγμή η αλήθεια μου (μία από τις τωρινές αλήθειες μου) είναι αυτή:

Μου λείπει το θέατρο.

Βέβαια, ξέρω. Αυτή η φράση με καταδικάζει αυτόματα στα μάτια σας. Ένα σωρό κόσμος λέει «Μου λείπει το θέατρο». Ένα σωρό κόσμος λέει «Μου λείπει το ένα» ή «Μου λείπει το άλλο». Η φράση αυτή με τοποθετεί αμέσως στην κατηγορία ανθρώπων «Μου λείπει». Πώς μπορώ να σας πείσω και γιατί να μπω στην διαδικασία να σας πείσω πως το δικό μου «Μου λείπει» διαφέρει από την πλειοψηφία των περισσότερων «Μου λείπει» που κυκλοφορούν εκεί έξω; Ακόμα κι αν μπω στην διαδικασία αυτήν θα με αντιμετώπισετε σαν να προσπαθώ να δηλώσω ότι είμαι καλύτερη από τους υπόλοιπους. Σαν να προσπαθώ να σας πείσω ότι το δικό μου «Μου λείπει» αξίζει περισσότερο από το «Μου λείπει» των άλλων.

Ποτέ δεν είπα πως είμαι καλύτερη. Ποτέ δεν ένιωσα καλύτερη. Πάντα ένιωθα διαφορετική. Διαφορετική όχι καλύτερη. Πάντα πίστευα πως το να είσαι διαφορετικός δεν σε κάνει καλύτερο ή χειρότερο, σε κάνει διαφορετικό. Μόνο διαφορετικό. Ήμουν διαφορετική στη ζωή μου. Είμαι διαφορετική στη ζωή μου. Είχα μια διαφορετική ζωή και αυτό με έκανε διαφορετική και, κατά συνέπεια, έκανε και την αντίληψη μου για τον κόσμο, τους ανθρώπους και την ζωή διαφορετική. Ποτέ δεν ισχυρίστηκα πως γεννήθηκα διαφορετική. Δεν έχω ιδέα αν η διαφορετικότητα μου (ή αν ένα μέρος της διαφορετικότητάς μου) γεννήθηκε μαζί μου. Είμαι σίγουρη όμως πως όσα έζησα αφού γεννήθηκα έπαιξαν τον ρόλο τους στο να γίνω διαφορετική. Ήταν σαν να υπέγραψα ένα συμβόλαιο διαφορετικότητας από πολύ νωρίς. Δεν το διεκδίκησα. Απλά έγινε. Και ήταν πολύ δύσκολο να υπερασπίζομαι αυτήν την διαφορετικότητα κάθε στιγμή.

Όλα αυτά με έκαναν φυσικά να αντιμετωπίζω διαφορετικά και το θέατρο. Απασχόλησα πολλούς ανθρώπους με διάφορους τρόπους. Κανείς φυσικά δεν έκανε το επόμενο βήμα. Δεν είχε το θάρρος να κάνει μια ουσιαστική κίνηση υποστήριξης. Δεν μιλάω για σκόρπιες, κατά καιρούς, βοηθητικές κινήσεις που μπορεί να έγιναν (και που οι περισσότερες είχαν σαν αντάλλαγμα το ξεζούμισμα της ψυχής μου). Μιλάω για θαραλλέα, ουσιαστική, υποστήριξη.

Κάποια στιγμή μπορεί να ανοίξω το στόμα μου και να μιλήσω ανοιχτά για τον κόσμο που βρίσκεται πίσω από την αυλαία. Γιατί όταν κλείνει η αυλαία γίνονται όλα αυτά που, ευτυχώς, οι θεατές δεν βλέπουν. Όταν κλείνει η αυλαία ανοίγει ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο. Για την ώρα κρατάω την αυλαία μου κλειστή χωρίς να μπορώ να μιλήσω για όσα κρύβονται πίσω από αυτήν.

Με πονάνε πολύ τα πάντα. Με πονάει το να μιλήσω, με πονάει το να μη μιλήσω. Με πονάει το να δω θέατρο, με πονάει το να μην δω θέατρο. Με πονάει το να παίξω θέατρο, με πονάει το να μην παίξω θέατρο. Με πονάνε τα πάντα. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, βγαίνω χαμένη.

Έχουν γίνει όλα τόσο δύσκολα. Και είναι τόσο εύκολο να θεωρούν οι άλλοι πως εγώ τα κάνω δύσκολα και πως εγώ θα έπρεπε να τα κάνω εύκολα. Εγώ σκέφτομαι πολύ, εγώ ψάχνω το ιδανικό, εγώ έχω παραπάνω απαιτήσεις, εγώ, εγώ, εγώ... Ναι, οι περισσότεροι θεωρούν πως εγώ ευθύνομαι. Ο κάθε «Εγώ». Φταίει αυτός που δεν άντεξε το ένα ή αυτή που δεν ανέχτηκε το άλλο. Τι ευκόλο!!! Απλά να αποστασιοποιήσαι από τον άλλον ερμηνεύοντας τα πάντα (συμπεριφορές και καταστάσεις που δεν ξέρεις και δεν σου ανήκουν) έτσι όπως σε βολεύει, επιβεβαιώνοντας τον εαυτό σου και νιώθοντας καλά.

Κανείς δεν ξέρει τι συνέβαινε πίσω από κάθε κίνησή μου. Κανείς δεν έχει καμία ιδέα για το τι κρυβόταν πίσω από κάθε μου απόφαση και πόσο δύσκολα ήταν τα «Ναι» και τα «Όχι» και πόσο δύσκολες ήταν όλες οι ενδιάμεσες διαδικασίες. Δεν λέω... Υπάρχουν «Ναι» και «Όχι» που ξέρεις 100% από την αρχή. Και εκεί δεν τίθεται θέμα διαπραγμάτευσης. Αλλά υπάρχουν και ένα σωρό άλλα ενδιάμεσα βηματάκια που πρέπει να ζυγίζεις καλά τα συν και τα πλήν και να πάρεις την πιο σωστή απόφαση για εσένα.

Και σε κάθε βήμα, σε κάθε βήμα, παραμoνεύει ο κίνδυνος του να σε ξεσκίσουν. Και δεν μιλάω για το απλά να σου συμπεριφερθούν άσχημα. Όχι. Αυτά έχω μάθει να τα αντιμετωπίζω από πολύ νωρίς. Το «άσχημα» δεν είναι τίποτα μπροστά στο μέγεθος της παράνοιας και της χυδαιότητας.

Αν πιστεύετε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα στον καλλιτεχνικό χώρο είναι το αν θα σου την πέσει κάποιος ή αν θα θελήσει να σε ρίξει στο κρεβάτι κάνετε μεγάλο λάθος. Μεγάλοι άνθρωποι είμαστε. Θα βρούμε τρόπο να το χειριστούμε. Θα μείνεις και θα βάλεις τα όρια σου ή θα φύγεις. Και δεν είμαι υπέρ αυτών των καταστάσεων. Σε καμία, μα καμία, περίπτωση δεν τις θεωρώ φυσιολογικές και, φυσικά, δεν τις θεωρώ απαραίτητες! Αλλά ποιος μπορεί να διανοηθεί πως αυτό είναι το λιγότερο που μπορούν να σου κάνουν;

Το θέατρο μου δεν είναι ιδανικό.

Το θέατρο μου είναι ανθρώπινο.

Από πότε το ανθρώπινο ισοδυναμεί με το ιδανικό;

Από πότε η ανθρωπιά θεωρείται πολυτέλεια;

Από πότε ο σεβασμός και η αισθητική δεν βρίσκονται μέσα στην λίστα των αυτονόητων αλλά αυτονόητα κατατάσσονται μέσα στην λίστα των ιδανικών;

Από πότε το να θέλω να νιώθω άνθρωπος θεωρείται έγκλημα;

Δηλαδή πρέπει να κάθομαι να με χουφτώνουν, να μην με πληρώνουν, να μην μου βάζουν ένσημα, να κάνω γυμνό, να με υποβιβάζουν, να μου λένε να ξυρίζω τα μαλλιά μου (και δεν μιλάμε για πρωταγωνιστικό ρόλο που θα σου αλλάξει δήθεν την ζωή), να αδυνατίσω ή να πάρω κιλά (για να παίξεις τελευταίος κομπάρσος σε μια ταινία της πλάκας ή για να κάνεις την κολώνα σε μια θεατρική παράσταση του κλάματος), να κάνω πρόβα (να κάνουμε πρόβα όλοι οι ηθοποιοί) και από κάτω να κοιμούνται, να χασμουριούνται, να καπνίζουν, να τρώνε σουβλάκια, να τραγουδάω 10ωρα χωρίς φωνητικό ζέσταμα (μην απορείτε που σχεδόν όλοι οι ηθοποιοί έχουν κάλους στις φωνητικές χορδές) και να κάνω επαγγελματικές χορογραφίες χωρίς σωματικό ζέσταμα (μην απορείται που ηθοποιοί έχουν πρόβλημα στα γόνατά τους λες και μιλάμε για επαγγελματίες αθλητές), να με σέρνουν στα βουνά και στα λαγκάδια χωρίς καν να υπάρχει θέατρο εκεί για να παίξεις (για να μην πω για τις ανύπαρκτες τουαλέτες), να πηγαίνω σε οντισιόν στημένες ή μη στημένες και να ανέχομαι τον οποιονδήποτε... «Κάνε την πατημένη κότα και το γουρούνι που πνίγεται! Πώς έρχεται σε οργασμό η φοράδα και πώς θα ήταν σκηνικά ένα σπερματοζωάριο!». Τι ενδιαφέρον! Και να βλέπεις 50, 100, 200 άτομα στην σκηνή να κάνουν τις πατημένες κότες. Δεν ξέρω αν κάνουν καλά τις πατημένες κότες πάντως το θέαμα που βλέπεις είναι πατημένες αξιοπρέπειες (αυθεντικές, όχι ό,τι κι ό,τι)!

Αλλά όχι, εγώ θέλω το ιδανικό!

Γνωστοί και άγνωστοι που φέρουν τίτλους που δεν πάσχισαν για αυτούς. Σκηνοθέτες και ηθοποιοί που βλέπετε στις τηλεοράσεις και τα θέατρα. Που θαυμάζετε και που λατρεύετε και που μιλάτε για αυτούς. Αυτοί οι ίδιοι. Αυτοί είναι. Και φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις. Δεν θα πω πως δεν υπάρχουν. Αλλά αφήστε με λίγο να μιλήσω για τον κανόνα! Για αυτούς που θα έπρεπε να ντρέπονται που περιφέρονται από θέατρο σε θέατρο (γιατί δεν τους φτάνει ένα θέατρο την φορά πρέπει να τα κάνουν όλα μαζί ταυτόχρονα, και κανένα πρόβλημα αν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν και να κάνουν και δέκα καλές παραστάσεις μαζί αλλά γιατί κοροιδεύουν κόσμο και κοσμάκη κάνοντας «ξεπέτες;»). Ακόμα και η λέξη «ντροπή» είναι λίγη. Το να πεις πως θα έπρεπε να ντρέπονται όλοι αυτοί είναι «φτωχό».

Αλλά όχι, ΕΓΩ θέλω το ιδανικό!

Κάνουν τα πάντα σαν τα μούτρα τους και δεν είναι καθόλου ωραία τα μούτρα τους. Και το χειρότερο, κάνουν τα πάντα σαν αυτό που κουβαλάνε μέσα τους και δεν είναι καθόλου αξιοθαύμαστος ο εσωτερικός τους κόσμος. Γιατί όταν τίποτα είσαι, τίποτα θα δώσεις...

Συμφέροντα, παιχνίδια εξουσίας, πισωμαχαιρώματα. Ακρωτηριάζουν το πνεύμα, ξεσκίζουν τη διαφορετικότητα, απορρίπτουν το ταλέντο. Ποιοι; Αυτοί οι άνθρωποι του «πνεύματος». Ποιοι; Αυτοί οι άνθρωποι που και καλά κουβάλανε το βάρος ενός Σοφοκλή, ενός Ευριπίδη, ενός Αισχύλου. Και έγινε η Eπίδαυρος κέντρο επιθεώρησης. Αλλά τι λέω; Εδώ κατάφεραν να καταστρέψουν ακόμα και την επιθεώρηση! Γιατί και η επιθεώρηση έχει τρόπους και τρόπους να γίνει. Μπορεί να έχει αυθεντικό χιούμορ, έξυπνες ατάκες... αλλά τι λέω; Αυτά πια είναι ανύπαρκτα. Τα έκαναν όλα ένα. Φαντάζομαι πως θα έπρεπε να είμαι περήφανη για αυτήν την γενικότερη ατμόσφαιρα ενότητας. Όλα είναι ένα... Ηθοποιοί,μη ηθοποιοί, τραγουδιστές, μη τραγουδιστές, μοντέλα, μη μοντέλα, της τηλεόρασης, του κινηματογράφου, της πίστας, του θεάτρου, όλοι μπορούν να συνεργαστούν με όλους και να κάνουν το οτιδήποτε! Τα ισοπέδωσαν όλα.

Αλλά όχι, ΕΓΩ θέλω το ΙΔΑΝΙΚΟ!

Και μην βιαστείτε να με ονομάσετε «κουλτουριάρα». Άλλο κι αυτό! Σου βάζουν την ταμπέλα του συντηρητικού όταν δεν ανέχεσαι το αυτονόητα χυδαίο, σου βάζουν την ταμπέλα του «κουλτουριάρη» όταν απλά δεν αντέχεις το αυτονόητα ξεφτιλισμένο.

Και μην ακούσω για το κοινό που αυτό ευθύνεται γιατί αυτά ζητάει. Για να δικαιολογεί ο καθένας τις επιλογές του και τις κινήσεις του ρίχνει την ευθύνη στο κοινό! Εγώ ξέρω πολύ καλά πως ο κόσμος αν του προσφέρεις κάτι καλό και θα το δει και θα το αναγνωρίσει και θα του αρέσει. Αλλά αν δεν του το προσφέρεις πού θα το βρει; Του στερείς την δυνατότητα να το γνωρίσει. Το κοινό βλέπει ό,τι υπάρχει. Αυτό υπάρχει. Αυτό θα δει. Όχι, δεν φταίει το κοινό αν εσύ επιλέγεις να κάνεις τέτοιες παραγωγές. Ο μόνος υπεύθυνος είσαι εσύ, κανένας άλλος. Απλά είσαι τέτοιος άνθρωπος που ούτε αυτήν την ευθύνη δεν μπορείς να αναλάβεις. Ούτε αυτό δεν μπορείς να παραδεχτείς με περηφάνια. Πούλησες την ψυχή σου στο διάβολο και διέλυσες το καλλιτεχνικό σύμπαν. Μην γκρινιάζεις τώρα, μην παραπονιέσαι, μην αναρωτιέσαι. Και μην ρίχνεις την ευθύνη στους άλλους! Ούτε στο κοινό, ούτε σε εμάς. Γιατί εσύ δεν έχεις δικαίωμα σε αυτό. Άσε εμάς παρέα με τα ερωτηματικά μας μπας και βρούμε καμία άκρη και μπορέσουμε να υπάρξουμε μέσα σε αυτό το μη δημιουργικό χάος και μπας και καταφέρει να επιβιώσει καμία φρεσκάδα και καμία δημιουργική ομορφιά μέσα σε αυτό το τόσο άγονο έδαφος.

Ξέρω πως δεν μας θέλεις για παρέα. Και συγχαρητήρια. Έχεις διώξει αρκετούς από εμάς.

Μάντεψε! Όχι γιατί θέλαμε το ιδανικό! Αλλά πέρα του ότι θέλαμε την υγεία μας (γιατί-ξανά μάντεψε- δεν είναι απαραίτητο να υποφέρεις για να κάνεις τέχνη!) θέλαμε και την ουσία και την μαγεία του θεάτρου. Κάτι που εσύ και οι δικοί σου δεν γνώρισες ίσως ποτέ. Και ας είστε αυτοί που, θεωρητικά, έχετε τα περισσότερα. Και ας είστε αυτοί που, θεωρητικά, γνωρίζει ο κόσμος και πετύχατε. Δεν έχετε κερδίσει. Γιατί αν είχατε κερδίσει... Δεν μπορεί... Κάτι παραπάνω θα θέλατε να προσφέρατε. Κάτι θα θέλατε να δώσετε. Κάτι παραπάνω από τις βλακείες που προσφέρετε έτσι απλόχερα χωρίς δεύτερη σκέψη. Δεν μπορεί... θα νιώθατε κάποια ανάγκη για ουσιαστική δημιουργία. Έστω λίγο... έστω για κάτι μικρό... δεν μπορεί... θα θέλατε να μοιραστείτε κάτι παραπάνω από την βαρεμάρα και την κούρασή σας ή τον επιτηδευμένο και ακραίο, και καλά, πειραματισμό σας. Δεν μπορεί! Θα θέλατε να δώσετε κάτι παραπάνω! Ακόμα και η απληστία σας θα σταματούσε για κανένα δευτερόλεπτο και θα άφηνε ένα, έστω μικρό, παραθυράκι ελπίδας για κάτι καλύτερο! Αλλά τι λέω; Πόσο αφελής μπορεί να είμαι! Για να πιστεύω ακόμα και στις δικές σας δυνατότητες! Για να πιστεύω σε εσάς! Που επιλέξατε να ξεφτιλίσετε τα πάντα! Να, ένας ακόμα λόγος που φύγαμε από μόνοι μας. Λέγεται Αξιοπρέπεια. Άγνωστη λέξη για εσάς. Μπορείτε να ανοίξετε κανένα λεξικό για να μάθετε τι σημαίνει. Αλλά ακόμα και τότε δεν θα καταλάβετε.

Ναι... Φταίω ΕΓΩ γιατί ΘΕΛΩ το ΙΔΑΝΙΚΟ...

Εγώ, λοιπόν, που, και καλά, ψάχνω το ιδανικό, δεν έχω ιδέα πώς να προχωρήσω από εδώ και πέρα. Δεν μπορώ να βρω κάποιο επόμενο βήμα με νόημα...

Εσείς, λοιπόν, που δεν ψάχνετε τίποτα, ρουφήξατε το νόημα μου και το νόημα πολλών άλλων και το βάλατε στην κατάψυξη γιατί δεν είχατε ιδέα πώς να το αξιοποιήσετε.

Αλλά στην κατάψυξη διατηρούμαι μέχρι να βρω τρόπο να με ξεπαγώσω και να ξαναεμφανιστώ. Με άλλους όρους πια.

Αν ξαναεμφανιστώ...

Υπάρχει και η περίπτωση να μείνω για πάντα στην κατάψυξη! Καθόλου ευχάριστη για εμένα. Πολύ ευχάριστη για εσάς.

Και πάλι θα σας πω τότε συγχαρητήρια.

Γιατί αν καταφέρατε εμένα (εμένα!) να μην αγωνιστώ για κάτι παρά πέρα... σημαίνει πως είστε πολύ μάστορες σε αυτό που κάνετε. Σκοτώνετε την τέχνη καλλιτεχνικά, με μαεστρία! Όχι ό,τι κι ό,τι!! Πρέπει να σας παραδεχτώ.

Στέκεστε στο θρόνο σας, στοχεύετε τα ταλέντα, πυροβολείτε για το κέφι σας, ξεφτιλίζετε ανθρώπους και αξίες, διασκεδάζετε, γελάτε, υποτιμάτε, χαχανίζετε, τρώτε και τα λεφτάκια του κοσμάκη, και μια χαρά, χαμογελαστοί και χαρούμενοι με το γενικότερο αποτέλεσμα. Ικανοποιημένοι χειροκροτάτε τους εαυτούς σας ή τους εαυτούς των «φίλων» σας. Ανταλλάζετε τα «μπράβο» σας και αγκαλιάζεστε με το φτυάρι στο ένα χέρι και με το πιστόλι στο άλλο.

Στα ερείπια της τέχνης το γέλιο σας αντηχεί εφιαλτικό.

Και εγώ κάθομαι σε μια σπασμένη πέτρα και κοιτάζω γύρω μου το χάος.

Κάνω την σπασμένη μου πέτρα σκηνή, στέκομαι επάνω της και αρχίζω να μιλάω στον κόσμο για μια ακόμα φορά. Αλλά η φωνή μου δεν βγαίνει και μάλλον θα αργήσει να βγει... και ο κόσμος αρχίζει να απομακρύνεται... γιατί ο κόσμος βαριέται να περιμένει...

Μου λείπει η φωνή μου. Μου λείπει η σκηνή μου.
Μου λείπει το θέατρο.

Αλλά δεν μου λείπει το δήθεν θέατρο.
Δεν μου λείπει η φωνή σας. Δεν μου λείπει η σκηνή σας.

Δεν μου λείπει το εφιαλτικό γέλιο σας.
Δεν μου λείπει η συμπεριφορά σας και οι τρόποι σας.
Δεν μου λείπει καθόλου το υστερικό αντικαλλιτεχνικό κλίμα σας.
Δεν μου λείπετε εσείς και ο απάνθρωπος κόσμος σας.
Δεν μου λείπει η ανύπαρκτη τέχνη σας.

Μου λείπει η τέχνη.
Μου λείπει η τέχνη μου.

Ένα Ακρωτηριασμένο Πνεύμα.