8/29/16

«Χωρίς»



Ένιωθα πάντα ένας άνθρωπος χωρίς ιστορία. Σαν να κατέβηκα από το πουθενά στο τίποτα και απλά να υπήρξα. Χωρίς αφετηρία. Χωρίς ξεκίνημα. Χωρίς αρχή. Και χωρίς καμία αίσθηση του τέλους. Χωρίς καμία σύνδεση με το όποιο παρελθόν και χωρίς καμία σύνδεση με το όποιο μέλλον. Σαν ένα πλάσμα χωρίς όνομα και χωρίς ταυτότητα. Χωρίς οικογένεια. Χωρίς θρησκεία. Χωρίς αίσθηση για το τι είναι πολιτική. Χωρίς τόπο που γεννήθηκα. Χωρίς τόπο που μεγάλωσα. Χωρίς τόπο μέσα στον οποίο κάποτε θα πεθάνω. Χωρίς χώρο και χωρίς χρόνο. Χωρίς ανθρώπους. Χωρίς τους άλλους. Χωρίς εμένα. Χωρίς τον εαυτό μου. Ίσως για αυτό να ενώνομαι με όλο τον κόσμο... Ίσως για αυτό με τέτοια ευκολία η υπαρξή μου υπάρχει παντού, ταυτόχρονα. Χωρίς σύνορα. Το σώμα μου θα μπορούσε να είναι άλλων ανθρώπων κι ας είναι το δικό μου. Το χρώμα μου θα μπορούσε να είναι άλλων ανθρώπων κι ας είναι το δικό μου. Είναι τυχαίο γεγονός. Το ότι βρέθηκα εδώ και όχι εκεί. Θα μπορούσα το ίδιο καλά να είμαι αλλού. Δεν έτυχε. Δεν συνέβηκε. Το πρόσωπό μου θα μπορούσε να είναι άλλο κι ας είναι αυτό. Το χαμόγελό μου το ίδιο εύκολα θα μπορούσε να είναι δάκρυ. Και η όποια κίνησή μου θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να είναι η όποια ακινησία. Ίσως για αυτό όταν πήραν το χέρι μου και δοκίμασαν να αφήσουν το δακτυλικό μου αποτύπωμα... συνέβηκε κάτι περίεργο που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ούτε κι εκείνοι θα ξεχάσουν... Λένε πως κάθε άνθρωπος στον κόσμο έχει το δικό του μοναδικό δακτυλικό αποτύπωμα... Μα ο δικός μου αντίχειρας... όχι... το σημάδι εκείνο που αφέθηκε δεν ήταν το δικό μου... Και ήρθαν ειδικοί να το κοιτάξουν... να δουν τι θα δουν και τι θα βρουν... Κι εγώ καθόμουν και τους κοιτούσα... Δεν ήξερα τι να πω και τι να κάνω... Αυτό ήταν σίγουρα το δικό μου χέρι... απλά αυτό που άφηνα πίσω μου... δεν ήταν σημάδι με το οποίο θα με ξεχώριζαν... Δεν ξέρω τι συνέβηκε... Έμοιαζε με το αποτύπωμα όχι ενός ανθρώπου... όχι δύο ανθρώπων... όχι πολλών ανθρώπων... αλλά όλων των ανθρώπων... Άλλαζε το σχήμα του συνέχεια... Μπορούσε να γίνει κι αυτός ο άνθρωπος κι ο άλλος... Τότε με κοίταξαν σαν να είμαι επικίνδυνη... Μα εγώ δεν ένιωθα επικίνδυνη... Εγώ ένιωθα απλά εγώ... Μου ζήτησαν να σταθεροποιήσω το σημάδι μου... για να μπορέσουν κάπου, κάπως, να με κατηγοροποιήσουν... Μα αυτό δεν ήταν στο χέρι μου... Δηλαδή το αποτύπωμα ήταν στο χέρι μου αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι για να το κάνω να σταθεροποιηθεί... Εγώ το άφηνα απλά να αλλάζει... Ένιωθα πάντα άνθρωπος χωρίς ξεχωριστά δακτυλικά αποτυπώματα... Χωρίς σπίτι. Χωρίς κοινωνία. Χωρίς εκπαίδευση. Χωρίς παιδεία. Χωρίς δρόμο. Χωρίς πορεία. Χωρίς όνειρα. Χωρίς υγεία. Πώς να είναι υγιής αυτός που είναι μαζί με τις αρρώστιες; Πώς να είναι δυνατός αυτός που βρίσκεται μαζί με τις αδυναμίες; Πώς να βρει την ειρήνη αυτός που βρίσκεται διαρκώς σε πόλεμο; Πώς μπορεί να επιβιώσει αυτός που ζει μέσα σε ατελείωτες μάχες; Όταν δεν υπάρχει καμία παύση ξεκούρασης, καμία ανάσα απόλυτης ησυχίας; Πώς να σωπάσει αυτός που γεννιέται μέσα στις κραυγές; Πώς να γαληνέψει αυτός που μεγαλώνει μέσα στις διαταραχές; Πώς να καταφέρει να κάνει κανείς καλύτερο έναν ολόκληρο κόσμο ή έστω ένα μέρος του, όταν είναι κι αυτός κομμάτι της παράνοιας, κομμάτι του παραλόγου; Ένιωθα πάντα χωρίς ρόλο σε μια παράσταση που δεν έχει καν ξεκινήσει, σε μια ταινία που δεν έχει καν γυριστεί... Όχι γιατί δεν υπήρχε κανένας ρόλος για εμένα... μα γιατί ήμουν όλοι οι ρόλοι μαζί... Όχι γιατί δεν υπήρχε σενάριο αλλά γιατί δεν χρειαζόταν σενάριο... Ποιες λέξεις μπορούν να περιγράψουν την ζωή; Ποιες φράσεις μπορούν να εξηγήσουν την αλήθεια; Και το μυαλό μας πώς να το μεταφέρουμε έξω από το μέσα μας; Πώς να υπάρξουμε έξω από εμάς; Ένιωθα πάντα χωρίς ουσία, χωρίς νόημα. Και όταν οι άλλοι μου έλεγαν να κοιτάξω μόνο τον εαυτό μου, εγώ κοίταζα τους άλλους. Έτσι κι αλλιώς, ένιωθα πως είμαστε όμοιοι. Κοιτάζοντας τους άλλους, καταλάβαινα πόσο πιο ενωμένοι είμαστε από όσο νομίζουμε, πόσο πιο όμοιοι από όσο νιώθουμε. Κι όταν μου έλεγαν πως έτσι κάνουν οι άνθρωποι κοιτάζουν το συμφέρον τους και πως πρέπει να κάνω κι εγώ το ίδιο... Εγώ δεν το έκανα γιατί δεν μπορούσα να αντιληφθώ τι σημαίνει η λέξη «συμφέρον». Ένιωθα πάντα χωρίς... συμφέρον. Κι όταν μου έλεγαν πως θα χαθώ μέσα στο ενδιαφέρον μου για τους ανθρώπους... και όταν μου έλεγαν πως θα σβήσω μέσα στο ενδιαφέρον μου για τον κόσμο... εγώ αναρωτιόμουν... γιατί άραγε νομίζουν πως αυτό είναι επιλογή... Κι αν αισθανόμουν όλα τα συναισθήματα κι αν βίωνα όλες τις σκέψεις... ήταν... γιατί ήμουν πάντα... ένας άνθρωπος... χωρίς έλλειψη φαντασίας... χωρίς έλλειψη ανθρωπιάς... Και δεν μπορούσα να το σταματήσω... αυτό το να κοιτάζω λίγο πιο πέρα... αυτό το να αισθάνομαι λίγο πιο σε βάθος... Ένιωθα πάντα «χωρίς». Για αυτό αναζητούσα τα «με». Προσπαθούσα να ζω «με». Με αγάπη. Με εμπιστοσύνη. Με κάτι οτιδήποτε που να δίνει, έστω και δειλό, νόημα, έστω και αχνή, ουσία ανάμεσα σε όλα αυτά τα «χωρίς».

Κι αν έζησα χωρίς ασφάλεια ήταν γιατί αποφάσισα να ζήσω με γενναιότητα.

Και, ίσως, δεν υπάρχει πιο γενναίο πράγμα από το να ζει κανείς με ζωή την - χωρίς ζωή - ζωή μας.


8/16/16

Κι αν...



Πόσο φοβάμαι μην έχει μείνει μόνο ο απόηχος του εαυτού μου.
Η σκιά του σώματός μου.
Η ηχώ της φωνής μου.
Πόσο αγχώνομαι μην είμαι πια, πιο λίγη από όσο ήμουν.
Κι αν δεν μπορώ να σταθώ όπως στεκόμουν;
Κι αν δεν μπορώ να μιλήσω όπως συνήθιζα κάποτε να μιλάω;
Κι αν δεν μπορώ να τους κοιτάξω;
Κι αν δεν μπορώ να τους απευθυνθώ;
Κι αν δεν μπορώ να είμαι πια εγώ γιατί δεν υπάρχει πια αυτό που είμαι;
Κι αν χάθηκαν στην πορεία όλα όσα είχαν νόημα;
Κι αν έγινα κι εγώ όπως όλοι οι άλλοι;
Κι αν τα όνειρα πια δεν είναι αρκετά ισχυρά για να με προστατεύσουν;
Κι αν οι στόχοι πια δεν είναι αρκετά δυνατοί για να με υποστηρίξουν;
Κι αν όσα θέλω έγιναν καπνός;
Κι αν όσα ονειρεύτηκα έγιναν σκόνη;
Κι αν η μουσική μου έχει φάλτσες νότες, ο χορός μου έχει λάθος βήματα, το τραγούδι μου είναι βραχνό και το παίξιμό μου είναι θολό;
Κι αν δεν μπορώ να κουνήσω τα χέρια μου από αδυναμία;
Κι αν δεν μπορώ να ξυπνήσω τα συναισθήματά μου από ακινησία;
Κι αν δεν αισθάνομαι τίποτα πια;
Κι αν δεν μπορώ να αρθρώσω πια κανένα «Σ’ αγαπώ»;
Κι αν καμία σκηνή δεν με αντέχει;
Κι αν εγώ δεν αντέχω καμία σκηνή;
Κι αν αυτός ήταν μόνο ο έρωτας; Ό,τι έζησα μέχρι σήμερα...
Κι αν αυτή ήταν μόνο η αγάπη; Ό,τι βίωσα ως εδώ...
Μα πόσο θλιβερό!
Να μην υπάρχει τίποτα, τίποτα πια!
Κι αν η αυλαία μου πριν να πέσει, έχει ήδη πέσει;
Κι αν το έργο μου πριν να τελειώσει, έχει ήδη τελειώσει;
Κι αν το αληθινό φιλί έγινε ψεύτικο;
Κι αν το αιώνιο άγγιγμα έγινε θνητό;
Κι αν όσα νόμιζα πως είναι αθάνατα... σκοτώθηκαν νωρίς;
Κι αν εγώ που νόμιζα πως δεν είμαι αθάνατη... δεν υπήρξα καν θνητή;
Κι αν ό,τι ήταν εξακολουθητικό έγινε στιγμιαίο;
Κι αν ό,τι ήταν να είναι στιγμιαίο έγινε τελικά εξακολουθητικό;
Κι αν ό,τι ήταν να μείνει, έφυγε και ό,τι ήταν να φύγει, έμεινε;
Κι αν κάτι στράβωσε το ίσιο ενώ κάτι ποτέ δεν ίσιωσε το στραβό;
Κι αν μπήκαν σημεία στίξης... εκεί που έπρεπε να υπάρχει μόνο το κενό;
Κι αν μπήκε το κενό... εκεί που έπρεπε να υπάρχουν σημεία στίξης;
Κι αν μπήκε το κενό... παντού... αλύπητα... χωρίς να αφήσει τίποτα άλλο να υπάρξει γύρω του;
Κι αν εγώ είμαι πια κενή;
Κι αν εγώ είμαι πια άδεια;
Κι αν αυτό ήταν; Μόνο αυτό... χωρίς να έχει άλλο;
Τότε... πες μου... πώς να κοιτάξω τον παρελθοντικό εαυτό μου στα μάτια...
πὠς να του πω... με κάθε ειλικρίνεια...
πως μία είναι η αλήθεια...
Απέτυχα...
Προσπάθησα...
Μα απέτυχα.
Και δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέρα από αυτό.
Μια ατελείωτη δική μου αποτυχία σε έναν ατελείωτο παράλογο κόσμο...
Και πώς εγώ να μην δακρύσω όταν αυτό θα το παραδεχτώ; Σκύβοντας το κεφάλι... όχι στους άλλους... μα σε εμένα...
Με μόνο στοιχείο και μόνο σημείο που κάπως με παρηγορεί...
Μία ευχή... ο παρελθοντικός εαυτός μου... να μου χαμογελάσει... και να με συγχωρέσει για αυτήν μου την αποτυχία...


8/12/16

Φθινοπωρινός Αέρας



Ο Σεπτέμβριος πάντα με γεμίζει αισιοδοξία. Είναι σαν ο φθινοπωρινός αέρας να φέρνει καινούρια όνειρα και φρέσκες ιδέες ή να αναζωογονεί παλιότερες σκέψεις και να τις εξελίσσει σε μια μορφή ανώτερη... Η βροχή... είναι πηγή έμπνευσης και δημιουργίας για πολλούς καλλιτέχνες... Οι σταγόνες... Οι ψιχάλες... Οι ομπρέλες... ακόμα και οι καταιγίδες... Ο ήχος της ή η μυρωδιά της... ακόμα και η γεύση της... Αλλά... για τον αέρα; Γιατί κανείς δεν μιλάει; Για εμένα κι αυτός είναι εξίσσου σημαντικός και καλλιτεχνικός... Ίσως να είναι λίγο παρεξηγημένος... Και για τον ήλιο... θα μιλήσουν πολλοί... για το φως του ή τις αχτίνες του ή το χρώμα του... για την ατμόσφαιρα που δημιουργεί όταν δύει ή ανατέλλει... Και για την θάλασσα... θα μιλήσουν αρκετοί... για τα κύματα... για την άμμο... για τα κοχύλια... για την αίσθηση της γαλήνης ή της απεραντοσύνης... Για τον αέρα... είναι πιο σπάνιο... να μιλήσει κανείς... ή να ακούσει κανείς... Τι κρίμα και τι άδικο...!... Αφού κι αυτός καθαρίζει τις σκέψεις και ξεκαθαρίζει τα συναισθήματα... και τις αισθήσεις... τις κάνει πιο έντονες και πιο αληθινές... Αυτὀς ο αέρας... που έρχεται... σε χτυπάει... σε διαπερνάει... και φεύγει... Σε δροσίζει... Σε γεμίζει... Πάντα τον νοσταλγώ και τον επιθυμώ... Πάντα με κάνει να αισθάνομαι όμορφα μελαγχολικά... Νιώθω γερή και δυνατή μέσα σε αυτόν... Και η ζωή μου ξαφνικά αποκτάει όλες τις προοπτικές της... Εξόδους... Διεξόδους...

Τώρα γιατί είμαι τρομοκρατημένη, αυτήν την μοναδική φορά, σε σχέση με το πώς γλιστράει ο καλοκαιρινός χρόνος... δεν το καταλαβαίνω... Συνήθως, βιάζομαι να κυλήσει το καλοκαίρι και να έρθει το φθινόπωρο... τώρα φοβάμαι... Ίσως να είναι ότι φεύγουν οι μέρες χωρίς να τις καταλάβω...

Με αγχώνει το τώρα,
μα, κυρίως, επειδή με αγχώνει το μετά.

Επιλογές. Αποφάσεις.

Δυνάμεις που εξαντλούνται.
Υπομονή που δεν λέει να ξαναγεννηθεί.

Κι αν νιώθω χαμένη
δεν είναι επειδή δεν θέλω να βρεθώ
αλλά επειδή όσα κάποτε έμοιαζαν να βρέθηκαν
επέλεξαν κι αυτά τα λίγα να χαθούν.

Δεν είμαι εγώ πια.
Είμαι και δεν είμαι.
Και αυτά που ήταν κάτι,
τώρα πια δεν είναι τίποτα.

Θα ήθελα να παγώσει ο χρόνος,
για λίγο,
εδώ μέσα στο καλοκαίρι.

Μα τίποτα δεν μπορεί να παγώσει μέσα στην ζέστη του καλοκαιριού.

Ακόμα κι ο χρόνος λιώνει...

Σαν τα γνωστά ρολόγια...
Στους πίνακες γνωστού ζωγράφου...
που στον καθέναν μας γεννάν
άγνωστες σκέψεις και άγνωστα συναισθήματα...

Τι μου συμβαίνει;
Θα με ρωτήσεις.
(Αν με ρωτήσεις...)
Τα ίδια, τα γνωστά.
Θα σου απαντήσω.
(Αν σου απαντήσω...)

Άγνωστα στους άλλους.
Γνωστά σε εμένα.

Δεν ξέρω πώς να συνεχίσω.
Και προς τα πού.
Μπερδεύτηκα στα «πώς» και στα «γιατί».

Χρειάζεται προσοχή στα επόμενα βήματα.
Λίγη προσοχή.
Ίσως και όχι.
Ίσως χρειάζεται απροσεξία.
Πολλή απροσεξία.

Στην «προσοχή» ακόμα και το σώμα νιώθει ακίνητο και εγκλωβισμένο.

Και όταν σκεφτεί κανείς
πως έχει μόνο μία ζωή...
Καμία προσοχή δεν χρειάζεται...
Ίσα ίσα... Μόνο ζωή χρειάζεται η ζωή...
Μόνο ζωή χρειάζεσαι κι εσύ...

Τι να σου γράψω άλλο
πέρα από αυτά που ήδη γράφω;

Μόνο το «χαμόγελο» μου έρχεται στο μυαλό.
«Να χαμογελάς» αυτό ακόμα θέλω να σου γράψω.
Ίσως γιατί γνωρίζω πόση ανάγκη
έχεις εσύ ο ίδιος το χαμόγελό σου.
Και ο κόσμος το έχει ανάγκη (και ο κόσμος σε έχει ανάγκη)
μα πάνω από όλα και πάνω από όλους το έχεις εσύ (σε έχεις ανάγκη εσύ).

Γίνομαι μέσα στο καλοκαίρι, λοιπόν, φθινοπωρινός και φθινοπρωινός αέρας
κι έρχομαι κοντά σου
για να σου θυμίσω,
όποιον ήλιο κι αν κοιτάς και
σε όποια θάλασσα κι αν βρίσκεσαι,
να χαμογελάς...

Κανένα κύμα
εύχομαι να μην σου στερεί
την δύναμή σου.

Καμία τρικυμία
να μην βαραίνει
το κορμί σου.

Καμία θάλασσα
να μην ταλαιπωρεί
την ψυχή σου.

Όσα κι αν συμβαίνουν
(Όσα κι αν σου συμβαίνουν)
μην βυθιστείς
και πάνω από όλα μην πνιγείς.

Το νερό μπορεί να γίνει φίλος σου
και όχι να μείνει εχθρός σου...

Χαμογέλα.

Πήγαινε με το κύμα.

Βγες από την τρικυμία ζωντανός.

Μπορείς.

Γιατί είσαι εσύ...

Και...

Γιατί Σ’ αγαπώ...


8/10/16

Άκου να δεις...



Άκου να δεις τι μου συμβαίνει...
Η μία λέξη δεν μου φαίνεται αρκετή μα ούτε, τουλάχιστον, συγκεκριμένη
και οι πολλές λέξεις μου φαίνονται περιττές και άσκοπες.
Και έτσι περιπλανιέμαι χωρίς να μπορώ να εκφραστώ
ανάμεσα
στο υπερβολικά λίγο ή στο αταίριαστα πολύ,
στο μη συγκεκριμένο ή στο χωρίς σκοπό.
Και με εξοντώνει αυτή η ταλάντωση,
με υποχρεώνει να μένω στην σιωπή,
να παραμένω στην ακινησία,
γιατί καμιά μορφή έκφρασης
δεν είναι αρκετά ικανοποιητική.
Τίποτα δεν με ευχαριστεί
γιατί δεν είναι ακριβώς όπως το νιώθω.
Τίποτα δεν με ικανοποιεί
γιατί δεν είναι ακριβώς όπως το σκέφτομαι.
Όσο κι αν προσπαθώ...
δεν αποτυπώνεται το αληθινό συναίσθημα, δεν καταγράφεται η αληθινή σκέψη.
Μα, ίσως, τα συναισθήματα δεν είναι για να ζουν ταριχευμένα και οι σκέψεις δεν είναι για να διατηρούνται στην κατάψυξη...
Ίσως απλά... δεν πειράζει... αν δεν υπάρχει αυστηρή ακρίβεια στην μεταφορά του συναισθήματος και στην μοιρασιά της σκέψης...
Κι αν είμαι εγώ θνητή... οι ιδέες μου δεν είναι...
και έτσι το μόνο που απομένει είναι μια ατελής και ατελείωτη προσπάθεια να αφήσω πίσω μου αυτό που τελικά δεν ξέρω αν θα αφεθεί... Κάτι μικρό από εμένα... Κάτι, έστω και ελάχιστα, ολοδικό μου...


8/9/16

Πρωί πρωί...



(Πριν κάποιες ημέρες...)

Ξύπνησα, λοιπόν, πρωί πρωί... και περπάτησα... περπάτησα... περπάτησα... Στην μέση του δρόμου, κάπου στο Μοναστηράκι, ένας άνθρωπος, πεσμένος, ακίνητος. Περνούσαν αυτοκίνητα (ακριβώς δίπλα του, στρίβοντας λίγο το τιμόνι για να τον προσπεράσουν), περνούσαν περαστικοί (από λίγο μεγαλύτερη απόσταση, στρίβοντας λίγο το σώμα τους για να τον αγνοήσουν).
Δεν έχω ιδέα πια τι υποτίθεται πως πρέπει να κάνει κανείς όταν βλέπει έναν πεσμένο άνθρωπο στον δρόμο. Από όταν καλέσαν μια φορά, πριν χρόνια, δικοί μου άνθρωποι, ασθενοφόρο για έναν άνθρωπο που ήταν πεσμένος ακριβώς μπροστά από την πολυκατοίκια μας και εκείνος δεν ήθελε να τον πάρουν και μετά κάθισε (ή ζήτησε να τον καθίσουν ή κάτι τέτοιο) και εκείνοι είπαν πως αν είναι καθισμένος δεν είναι υποχρεωμένοι να τον πάρουν και τελικά έφυγαν με το άδειο ασθενοφόρο τους αφήνοντάς τον πίσω... μπερδεύτηκα...
Ξέρω πως οι περισσότεροι άνθρωποι προσπερνάνε... και εγώ το ίδιο πήγα να κάνω μην ξέροντας τι πρέπει να κάνω... και μετά δεν άντεξα και γύρισα προς τα πίσω... Μπήκα ακριβώς απέναντι, στο μοναδικό ανοιχτό μαγαζί... ήταν δύο άντρες εκεί και έπιναν καφέ... Τους ρώτησα αν είναι του μαγαζιού, μου είπαν πως είναι, τους ρώτησα αν πήρε κανείς τηλέφωνο για τον άνθρωπο που είναι πεσμένος στον δρόμο (εγώ, όπως είναι γνωστό, δεν τα πάω καλά με τα κινητά και ακόμα και τις φορές που έχω κινητό μαζί μου, όπως σήμερα, δεν έχω μονάδες... αν και μόλις τώρα θυμήθηκα ότι και χωρίς μονάδες μπορείς να καλέσεις ασθενοφόρο... τέλος πάντων... εκείνη την στιγμή δεν το σκέφτηκα)... Με κοιτάει ο ένας νεαρός σαν να είμαι εξωγήινος που ενδιαφέρομαι... μου λέει "γιατί τι έχει ο άνθρωπος" όχι αδιάφορα αλλά πραγματικά με αυτό το αίσθημα του "τι μπορεί να κάνει κανείς για αυτούς τους ανθρώπους" και με έκφραση σαν να μου δηλώνει πως αυτά συμβαίνουν κάθε μέρα εκεί... Ύστερα βλέποντας το αποφασισμένο βλέμμα μου, σηκώνεται και έρχεται μαζί μου για να δει τι συμβαίνει... Μου λέει πως νομίζει πως θα είναι καλά... Πάμε από πάνω από τον ακίνητο πεσμένο άνθρωπο και του μιλάει... εκείνος αρχίζει να κουνιέται... ανοίγει τα ανοιχτόχρωμα γκρίζα μάτια του... μας κοιτάζει... λέει να τον σηκώσουμε... Φαινόταν λιώμα... Απόλυτη ψυχική και σωματική καταρράκωση... Δίνει το χέρι στον άντρα που είχα φέρει μαζί μου από το μαγαζί... Εκείνος τον καθίσε λίγο πιο άκρη στον δρόμο... Κοιταχτήκαμε... Του είπα απλά να καλέσει ασθενοφόρο σε περίπτωση που δει τον άνθρωπο να ξαναπεσμένο και ακινητοποιημένο... Ο καθισμένος άνθρωπος με κοίταξε λίγο τρομοκρατημένα "για εμένα;" με ρώτησε και εγώ δεν απάντησα... «Για εμένα;» ξαναρώτησε... κι εγώ πάλι δεν απάντησα γιατί δεν είχα τι να απαντήσω... Ο άντρας του μαγαζιού κούνησε το κεφάλι... απαντώντας σε εμένα πως θα καλούσε ασθενοφόρο αν χρειαζόταν να καλέσει ασθενοφόρο... αλλά και πάλι δεν μπορώ να πω πως είμαι ικανοποιημένη... Αυτοί οι άνθρωποι, έτσι κι αλλιώς, δεν θέλουν να τους πάρει το ασθενοφόρο... Τι είναι το σωστό να κάνει κανείς; Έχεις απέναντί σου έναν ναρκομανή... και τον βρίσκεις πεσμένο κάτω... απλά τον αφήνεις; Και γιατί κάποιος δεν ενδιαφέρεται πιο ουσιαστικά για αυτούς τους ανθρώπους... γιατί δεν τους μαζεύουν, να τους βοηθήσουν να κάνουν αποτοξίνωση και να σταθούν στα πόδια τους ουσιαστικά;... Από το να αφήνουμε τους πεσμένους κάτω και να τους προσπερνάμε σαν να μην υπάρχουν... ή να τους σηκώνουμε μέχρι να ξαναπέσουν στο επόμενο τετράγωνο... και να ξαναπέσουν... και να ξαναπέσουν... μέχρι να μην υπάρχει επόμενο τετράγωνο για αυτούς... μέχρι να μην υπάρχει καμία συνέχεια...
Συνέχισα να περπατάω... έχοντας την αίσθηση... πως δεν είναι πάντα εύκολο να βοηθήσεις... ακόμα κι όταν θέλεις να βοηθήσεις... Πόση προσπάθεια άραγε... και από πόσους ανθρώπους... χρειάζεται... για να πάμε όλοι μαζί προς μία καλύτερη κατεύθυνση; Και πόσοι πεσμένοι ακίνητοι άνθρωποι χρειάζονται για να καταλάβουμε πως... κάτι δεν πάει καλά... και κάτι έχει ανάγκη να αλλάξει... Όταν νιώσει κανείς πόσο κοντά του είναι αυτοί οι άνθρωποι... πόσο εύκολα θα μπορούσε να είναι και ο ίδιος σε εκείνη την θέση... του είναι δύσκολο να αδιαφορήσει ή να προσπεράσει... αλλά και πάλι... δεν υπάρχουν και πολλά που μπορεί να κάνει... Δυστυχώς... Κοίταξα απεγνωσμένη τον ουρανό... Δεν ξέρω γιατί... Είχα ανάγκη από λίγο αέρα και από πολύ γαλάζιο... Έπειτα κοίταξα μπροστά μου... και συνέχισα να περπατάω...


8/8/16

Δεν θέλεις να είσαι συνηθισμένη



«Δεν θέλω να είμαι συνηθισμένη.» μου έγραψες κι εγώ αναρωτήθηκα ποια ανάγκη σε έσπρωξε στο να μου γράψεις κάτι τέτοιο. Τι σε κάνει να πιστεύεις πως είσαι τώρα συνηθισμένη; Τι σε κάνει να αισθάνεσαι πως δεν διαφέρεις από τους υπόλοιπους; Τι είναι αυτό που αποδυνάμωσε την διαφορετικότητά σου; Η πραγματικότητα είναι πως, είτε το γνωρίζεις είτε όχι, είτε σου αρέσει είτε όχι, είσαι διαφορετική. Ακόμα κι αν νιώθεις ίδια, δεν είσαι ίδια. Ακόμα κι αν φαίνεσαι ίδια (στα μάτια των άλλων ή και ακόμα στα δικά σου τα μάτια, όχι στα δικά μου, ποτέ στα δικά μου), δεν είσαι ίδια.
Είναι γεγονός.
Είσαι διαφορετική.
Και δεν είσαι μόνο διαφορετική.
Μα είσαι διαφορετικά διαφορετική.
«Δεν θέλω να είμαι συνηθισμένη.» μου είπες κι εγώ προσπάθησα να σου πω πως δεν είσαι μα δεν με άκουσες γιατί δεν ήθελες να με ακούσεις.
«Είμαι τόσο ίδια! Τόσο ίδια! Κοίταξε τα συνηθισμένα χαρακτηριστικά μου! Το συνηθισμένο πρόσωπό μου! Το συνηθισμένο σώμα μου! Κοίταξε την συνηθισμένη πορεία μου! Και, κυρίως, κοίταξε την συνηθισμένη ζωή μου! Κοίταξέ με! Πόσο συνηθισμένη είμαι!»!
Μα σε κοιτάζω! Και τα κοιτάζω όλα αυτά! Τα βλέπω, τα νιώθω, τα καταλαβαίνω! Τίποτα δεν μου φαίνεται συνηθισμένο. Πώς γίνεται να πιστεύεις πως υπάρχουν συνηθισμένα πρόσωπα και συνηθισμένα σώματα...; Ίσως να φταίει ο συνηθισμένος καθρέφτης σου! Ἐλα να κοιταχτείς στον δικό μου καθρέφτη, να μου πεις αν βλέπεις έστω και ένα σημείο σου συνηθισμένο... Τι κρίμα! Να μην μπορώ να σε πείσω για το πόσο μη συνηθισμένη είσαι! Πόσο ξεχωριστή! Αν οι άνθρωποι γύρω σου σε κάνουν να νιώθεις συνηθισμένη αυτό δεν σημαίνει πως είσαι συνηθισμένη... Τι άδικο! Να μην μπορείς να σε δεις μέσα από τα δικά μου μάτια... Κανένα πρόσωπο δεν είναι συνηθισμένο. Κανένα σώμα δεν είναι συνηθισμένο. Κανένας άνθρωπος δεν είναι συνηθισμένος. Κανένας δρόμος δεν είναι συνηθισμένος. Καμία ζωή δεν είναι αδιάφορη. Καμία διαδρομή δεν είναι απρόσωπη.
Δεν θέλεις να είσαι συνηθισμένη;
Είναι απλή η ευχή σου. Απλά δεν το γνωρίζεις.
Γιατί αυτό που επιθυμείς το έχεις ήδη.
Ήδη ισχύει.
Δεν είσαι συνηθισμένη.
Και δεν θα γίνεις ποτέ.
Δεν κινδυνεύεις από καμία συνήθεια και από τίποτα το συνηθισμένο.
Ήσουν, είσαι και θα είσαι διαφορετική.
Αρκεί να το νιώσεις, να το δεις και να το αποδεκτείς...

Από άλλα κινδυνεύεις... από εκείνα τα ξεχωριστά σου σημεία που έχουν ανάγκη να αναπνεύσουν και δεν τους το επιτρέπεις... από εκείνη την διαφορετικότητά σου που ούτε καν τολμάς να την αναγνωρίσεις... Κρύβεις τα διαφορετικά σου κομμάτια... Πνίγεις τις ιδιαίτερες σου πλευρές... Ντρέπεσαι για αυτό που είσαι... Φοβάσαι για αυτό που σκέφτεσαι... Εγκλωβίζεις αυτό που αισθάνεσαι... Περιορίζεις αυτό που αντιλαμβάνεσαι... Και έπειτα γράφεις και λες και φωνάζεις και ουρλιάζεις «Δεν θέλω να είμαι συνηθισμένη!»... Σαν μια κραυγή που δεν ακούγεται, όμως, από κανέναν... Μα για να ακούσει κάποιος την φωνή σου... πρέπει πρώτα να την ακούσεις εσύ... Όσο εσύ κλείνεις τα μάτια στην μορφή σου... δεν θα σε δει κανείς όπως είσαι... Όσο εσύ κλείνεις τις πόρτες στην κραυγή σου... δεν θα σε νιώσει κανείς όπως είσαι...

Δεν είναι πως είσαι συνηθισμένη... είναι πως δεν είσαι συνηθισμένη... Αυτό σε τρώει... Αυτό σε καταπίνει...

Και ο μόνος τρόπος για να μην είσαι συνηθισμένη είναι να είσαι ο εαυτός σου. Θα καταλάβω αν τον φοβάσαι αυτόν τον τον δρόμο. Θα καταλάβω αν σε αγχώνει αυτός ο δρόμος. Μα δεν υπάρχει άλλος. Πιο εύκολος ή πιο γρήγορος. Μόνο αυτός. Και δεν είναι καθόλου συνηθισμένος... Όπως κι εσύ... Δεν είσαι συνηθισμένη... και δεν θα γίνεις... ποτέ.


8/4/16

Άγχος



Μου ήρθε, λοιπόν, ένα μήνυμα, μετά την πρεμιέρα μας, που μου έγραφε ανάμεσα στα διάφορα πως οι ηθοποιοί μου είχαν άγχος και να τους πω να μην έχουν άγχος... Ανεξάρτητα με το αν αυτό είναι ένα καλοπροαίρετο ή ένα κακοπροαίτερο σχόλιο (προσωπικά, δεν θεωρώ πως έγινε κακοπροαίτερα το συγκεκριμένο σχόλιο, εξάλλου δεν είναι όλα τα σχόλια καλοπροαίτερα ή κακοπροαίρετα... υπάρχουν και σχόλια που απλά είναι σχόλια), σίγουρα, πάντως, δεν είναι ένα βοηθητικό ή ένα εποικοδομητικό σχόλιο. Όποιος έχει ασχοληθεί με το θέατρο (ή με όποια άλλη μορφή έκθεσης) γνωρίζει πως δεν είναι τόσο απλό το θέμα «άγχος». «Είχαν άγχος». «Φάνηκαν ότι είχαν άγχος». «Πες τους να μην έχουν άγχος». Ακόμα και να θεωρούσα πως οι ηθοποιοί μου είχαν πολύ άγχος, το σχόλιο αυτό δεν θα με βοηθούσε. Γιατί το άγχος δεν είναι κάτι που θα πας να πεις στους ηθοποιούς σου «Μην έχετε άγχος» και εκείνοι απλά θα σταματήσουν να το έχουν. Ο σκηνοθέτης ξέρει πότε έχει άγχος ο ίδιος, ξέρει και πότε έχουν άγχος οι ηθοποιοί του. Και οι ηθοποιοί ξέρουν πότε έχουν άγχος. Η παρατήρηση «Είχες άγχος» για εμένα (και όταν είμαι ηθοποιός και όταν είμαι σκηνοθέτης) δεν είναι βοηθητική. Η συμβουλή «Σταμάτα να το έχεις», επίσης, δεν μου φαίνεται βοηθητική. Δεν μου φαίνεται πως μπορεί να πάει κάποιος να πει σε κάποιον (ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό) «Σταμάτησε να έχεις άγχος» και εκείνος έτσι απλά να σταματήσει να το έχει. Το άγχος είναι κάτι το οποίο μαθαίνει κανείς να το χειρίζεται... και οφείλουμε να δώσουμε στους ανθρώπους το περιθώριο του να μάθουν να χειριστούν το άγχος τους... Να το βιώσουν κάτω από την σκηνή... Να το βιώσουν πάνω στην σκηνή... και να μάθουν σιγά σιγά να το χρησιμοποιούν εποικοδομητικά... Είναι σημαντικό... ο καθένας να κάνει την πορεία του σε σχέση με αυτό... Πόσο τρελό, λοιπόν, είναι να ζητάμε από ανθρώπους που ανεβαίνουν ακόμα και πρώτη φορά πάνω στην σκηνή (!) να μην έχουν άγχος;! Εδώ επαγγελματίες ηθοποιοί και μπορούν να πουν πως κάθε, μα κάθε, φορά που ανεβαίνουν στην σκηνή έχουν άγχος...

Επίσης, καμιά φορά η παρατήρηση «Είχες άγχος» (και δεν χρησιμοποιώ καθόλου τυχαία την λέξη «παρατήρηση») γίνεται με τέτοιο τρόπο στον ηθοποιό που τον κάνει να αγχωθεί ακόμα περισσότερο για το άγχος... Αρχίζει να σκέφτεται «Είχα πολύ άγχος; Είχα τόσο άγχος ώστε να καταλάβουν οι θεατές πως είχα άγχος; Καλά πόσο πολύ ήταν το άγχος μου! Για να μου το λέει αυτός θα πρέπει να είχα πάρα πολύ άγχος! Για να μου το λέει αυτή θα πρέπει να ήμουν πάρα πολύ αγχωμένος πάνω στην σκηνή! Και τώρα τι θα κάνω με αυτό το άγχος; Πώς δεν θα φαίνεται ότι έχω άγχος; Πώς θα εξαφανίσω το άγχος μου;». Έτσι κάνει τον ηθοποιό να εστιάσει στο άγχος του με έναν αγχωτικό τρόπο... και δίνει χώρο στο άγχος να πάρει πρωταγωνιστική θέση στην ζωή και στην σκηνή... Ενώ το άγχος έχει το εξής χαραχτηριστικό... όσο λιγότερο εστιάσεις σε αυτό τόσο πιο εύκολα εξαφανίζεται... όσο λιγότερη σημασία του δώσεις τόσο πιο ήσυχα θα περιοριστεί... Δεν είναι τόσο φοβερό το να έχει άγχος κανείς... Αν όμως του το κάνεις τεράστιο στο κεφάλι του, του το γράψεις με κεφαλαία γράμματα.... σαν να είναι ένα μεγάλο «πρόβλημα»... τότε αμέσως... ξεκινάει ένας αγχωτικός αγώνας με το άγχος...


Και ας επιστρέψουμε στην συγκεκριμένη περίπτωση μας... Τους είδα τους ηθοποιούς μου επάνω στην σκηνή. Δεν είχαν πολύ άγχος. Είχαν άγχος. Είναι λογικό που είχαν άγχος. Είναι φυσικό που είχαν άγχος. Και στα μάτια μου... επειδή εγώ τους γνωρίζω και εγώ τους έχω ζήσει στις πρόβες... είχαν πολύ λιγότερο άγχος από όσο νόμιζα ότι θα έχουν. Σε μια πρεμιέρα που πήγαμε χωρίς γενική πρόβα (δεν ευθυνόμασταν εμείς για αυτό μα το θέατρο και οι γύρω συνθήκες)... εκείνοι κατάφεραν όχι μόνο να τα πάνε καλά... μα να τα πάνε όσο καλύτερα θα μπορούσαν να τα πάνε... και να καλύψουν και όλα τα «λάθη» ομαδικά... Δεν είχα ιδέα για αυτά τα «δύσκολα» σημεία... πώς θα τα αντιμετωπίσει ο Θίασος... γιατί υπάρχουν πράγματα που μπορεί να τα δει κανείς να λειτουργούν μόνο στις παραστάσεις... και ήμουν εκεί θεατής... να τους βλέπω... να τα καλύπτουν όλα... όλοι μαζί... Ποιο άγχος; Εγώ που έχω ανέβει ξανά και ξανά στην σκηνή... αν με ανέβαζαν στην σκηνή σε αυτές τις συνθήκες... θα είχα παραπάνω άγχος από τους Ανθρώπους μου... Που υποτίθεται πως έχω μια παραπάνω εμπειρία... Όχι πολλή μα λίγη... Και ένιωσα πως οι Άνθρωποί μου το χειρίστηκαν τέλεια. Δεν το περίμενα να έχουμε μια τόσο καλή πρεμιέρα κι ας πίστευα στις δυνάμεις τους και στις δυνάμεις μου. Δεν σας κρύβω πως τους θαύμασα. Ένιωσα απεραντα περήφανη... Καταλαβαίνεις πως ένας Θίασος έχει ενωθεί όταν τόσα άτομα συντονίζονται στο να καλύψουν ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ένα λάθος! Έχει γίνει μια ένωση πολύ πιο ουσιαστική.

Ήταν η πρώτη τους παράσταση. Είναι γεγονός. Είχα άγχος. Είχαν άγχος. Είχαμε άγχος. Και είχαμε δικαίωμα να έχουμε άγχος. Χειριστήκαμε το άγχος μας... όσο καλύτερα μπορούσε ο καθένας μας... και αυτό ήταν το πιο σημαντικό.

Ένα χέρι που τρέμει πάνω στην σκηνή είναι αληθινό. Γνωρίζει πως τρέμει. Και σιγά σιγά θα μάθει να χειρίζεται αυτό το τρέμουλο.
Ένα χέρι που δείχνει το χέρι που τρέμει και λέει «Έχεις άγχος! Δεν είναι ωραίο που έχεις άγχος! Δεν φαίνεται ωραίο που έχεις άγχος! Πρέπει να μάθεις να το κρύβεις!». Κάθεται στην ασφάλειά του. Δεν γνωρίζει πως κρίνει. Και δεν είναι και τόσο εύκολο να συνειδητοποιήσει και να μάθει να χειρίζεται αυτήν την εκ του ασφαλούς κριτική.

Είναι πολύ πιο δύκολο να επιλέξεις να τρέμεις πάνω στην σκηνή από το να επιλέξεις να κρίνεις κάτω από την σκηνή.

Το χέρι μου που τρέμει σήμερα, αύριο θα τρέμει λιγότερο. Είναι θέμα χρόνου.

Δεν πρέπει να μάθω να κρύβω το άγχος μου, θέλω να μάθω να χειρίζομαι το άγχος μου.
Και αν έχω άγχος, ίσως να προτιμάω να το δουν οι θεατές μου από το να μην το δουν. Είμαι άνθρωπος. Ανέβηκα πάνω στην σκηνή μπροστα σε κόσμο. Έχω άγχος. Μοιράζομαι το άγχος μου και μέσα από αυτήν την μοιρασιά... μαθαίνω να το ηρεμώ... Ένα καλό κοινό θα σου επιτρέψει να έχεις άγχος... και σύντομα... χωρίς να το καταλάβει και χωρίς να το καταλάβεις... θα σε βοηθήσει να το χειριστείς... και το άγχος... θα αρχίσει να μειώνεται...

Το χέρι που τρέμει σήμερα, αύριο θα τρέμει λιγότερο. Είναι θέμα χρόνου.

Το χέρι που τρέμει σήμερα, αύριο θα τρέμει λιγότερο. Είναι θέμα τρόπου.

Και δεν υπάρχει καμία προστακτική κανενός σκηνοθέτη που να μπορεί να μάθει τον ηθοποιό αυτά που τον μαθαίνει η ίδια η σκηνή...

(Όπως και δεν υπάρχει καμία προστακτική κανενός ανθρώπου που να μπορεί να μάθει κάποιον άλλον άνθρωπο αυτά που τον μαθαίνει η ίδια η ζωή... )