12/11/13

Περπατούσα στο δρόμο και... (9)



Περπατούσα στο δρόμο και... περπατούσε και κάποιος μαζί μου. Όχι δίπλα μου. Πίσω μου. Όχι γνωστός μου. Άγνωστος. Άκουγα τα βήματά του να πηγαίνουν με τον ρυθμό των δικών μου βημάτων. Δοκίμασα να πάω πιο γρήγορα. Τα βήματα πίσω μου πήγαν και εκείνα πιο γρήγορα. Δοκίμασα να πάω πιο αργά. Τα βήματα πίσω μου πήγαν και εκείνα πιο αργά. Αποφάσισα να αλλάξω κατεύθυνση και έστριψα στην πρώτη στροφή. Για λίγα δευτερόλεπτα είχα την ελπίδα πως τα βήματα πίσω μου δεν θα με ακολουθούσαν και μετά την στροφή. Αλλά μετά από λίγο τα άκουσα και εκείνα να στρίβουν και με τον ήχο εκείνων των βημάτων η ελπίδα όπως ήρθε έφυγε. Σταμάτησα απότομα. Σταμάτησαν και εκείνα απότομα. Ξανάρχισα να περπατάω. Ξανάρχισαν και εκείνα να περπατάνε. Πήγα σε ευθεία. Πήγαν σε ευθεία. Έκανα ελιγμούς. Έκαναν ελιγμούς. Άλλαξαν πεζοδρόμιο. Άλλαξαν πεζοδρόμιο. Ήταν γεγονός. Κάποιος με ακολουθούσε. Ήταν, επίσης, γεγονός. Είχε επιστρέψει ο φόβος. Μα γιατί είχε επιστρέψει ο φόβος; Νομίζα πως είχα τελειώσει μια για πάντα με το θέμα του φόβου-δρόμου (λες και γίνεται να τελειώσεις μια για πάντα με τέτοια θέματα! Τέλος πάντων... απλά μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολα επέστρεψε ο φόβος σε σχέση με το πόσο δύσκολο ήταν να φύγει...). Μου είχαν συμβεί στο δρόμο σε όλη μου την ζωή τρία «σκηνικά» και, κάθε φορά, χρειαζόμουν τον χρόνο μου για να ξεπεράσω το ό,τι συνέβηκε. Και, κάποια στιγμή, ξύπνησα και αποφάσισα να σταματήσω να φοβάμαι. Δεν άντεχα να ζω με τον φόβο αν και τι και πώς και πού και πότε θα συμβεί... Και ήταν τόσο ωραία! Το να ζω χωρίς φόβο! Τώρα, λοιπόν; Γιατί ήταν εδώ ο φόβος για μια ακόμα φορά; Συνέχιζα να περπατάω ενώ είχα δίλημμα τι να κάνω στην επόμενη στροφή... Να στρίψω; Να μην στρίψω; Να στρίψω; Να μην στρίψω; Τελικά αποφάσισα να στρίψω και, φυσικά, αποφάσισαν να στρίψουν και τα βήματα πίσω από εμένα. Σε αυτήν την στροφή, όμως, πρόλαβα να ρίξω μια κλεφτή ματιά για να δω την σκοτεινή φιγούρα που περπατούσε, ευτυχώς, αρκετά πίσω από εμένα... Ήταν τρομαχτική... Να τρέξω; Να μην τρέξω; Να τρέξω; Να μην τρέξω; Τελικά αποφάσισα να μην τρέξω και, φυσικά, αποφάσισαν να μην τρέξουν και τα βήματα πίσω από εμένα. Αν έτρεχα μπορεί να προλάβαινα να φύγω γρήγορα από αυτά τα δρομάκια και από τα σκοτεινά βήματα που με ακολουθούσαν... Τρέχω πολύ πολύ γρήγορα... Σπάνια με προλαβαίνει κάποιος... Ναι... Ναι... Αν έτρεχα... η σκοτεινή φιγούρα αποκλειόταν να με προλάβει... αλλά το τρέξιμο δείχνει πανικό. Και δεν ήθελα να δείξω πανικό...Ψυχραιμία. Δεν πρέπει να δείξεις ότι φοβάσαι. Μα είμαι μέσα στις ερημιές (αλήθεια, πού είμαι;)... και έχει επιστρέψει ο φόβος (αλήθεια, γιατί έχει επιστρέψει;). Πώς θα καταφέρω να δείξω ότι δεν φοβάμαι; Σκέψου. Σκέψου. Σκέψου. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις είναι να πας κάπου με κόσμο... Κάπου με φως... Αλλά δεν βλέπω ούτε ένα ανοιχτό κατάστημα... Δεν βλέπω ούτε μία φωτεινή ταμπέλα... Ούτε ένα φαρμακείο... Ούτε ένα περίπτερο... Και δεν έχει ούτε έναν άνθρωπο πουθενά... Ψυχραιμία. Άκουσα τα βήματα πίσω μου να πήγαινουν πιο γρήγορα... και ξεχνώντας εντελώς το να μην δείξω ότι φοβάμαι... περπάτησα – ένιωσα τα πόδια μου να περπατάνε – πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο αγχωμένα... Στο μυαλό μου περνούσαν γρήγορα όλα όσα έχω μάθει στην αυτοάμυνα... Δεν έχει σημασία η δύναμη... Τα σημεία... Να θυμάμαι τα σημεία... Τα αδύναμα σημεία... Λοιπόν... Στο πρόσωπο; Πού χτυπάω στο πρόσωπο; Πώς χτυπάω στο πρόσωπο; Συγκεντρώσου... Θυμίσου τι σου έλεγε ο δάσκαλος... Ναι, αλλά εδώ δεν είσαι με τον δάσκαλο... δεν έχει στρώματα... και συμμαθητές... και δασκάλους... και καθρέφτες... Δεν είσαι σε τάξη... Δεν είσαι σε μάθημα... Εδώ είναι ζωή... Συμβαίνει τώρα... Συγκεντρώσου... Μπορεί να μην καταφέρω να τον βάλω κάτω... Αλλά μπορώ να κερδίσω χρόνο... Και αν κερδίσω χρόνο... Απλά θα τρέξω... Τα βήματα πίσω μου άρχισαν να πηγαίνουν ακόμα πιο γρήγορα και εγώ έστριψα στην πρώτη στροφή, χωρίς να το σκεφτώ και χωρίς να έχω ιδέα πού πηγαίνω, και εκεί επιτάχυνα... Και άκουσα τα βήματα πίσω μου να στρίβουν και να επιταχύνουν κι αυτά... Κοίταξα μπροστά μου, ήμουν σε ένα ακόμα σκοτεινό δρομάκι... Σαν λαβύρινθος είναι αυτή η περιοχή... Δεν θα τα καταφέρω ποτέ να βγω σε έναν μεγάλο δρόμο... Άκουσα τα βήματα πίσω μου να περπατάνε σε ακόμα πιο γρήγορο ρυθμό και να με πλησιάζουν όλο και πιο πολύ και άρχισα να αγχώνομαι όλο και πιο πολύ και όλο και πιο πολύ... και ξαφνικά εκεί στο τέλος στο δρομάκι μπροστά μου είδα κάτι να κινείται... Ναι, εκεί στο τέλος... μια λεπτή ψιλή φιγούρα περπατούσε κρατώντας μια μπάλα στο ένα της χέρι... Ένιωσα ανακούφιση... και επιτάχυνα ακούγοντας τα βήματα πίσω μου να επιβραδύνουν... Άρχισα να πλησιάζω την ψιλόλιγνη σκιά όλο και πιο πολύ και όλο και πιο πολύ και ένιωθα να απομακρύνομαι από την τρομαχτική σκιά όλο και πιο πολύ και όλο και πολύ... Τα βήματα πίσω μου ακούγονταν πιο διστακτικά... σε αντίθεση με τα βήματα μπροστά μου που ακούγονταν ανέμελα... Έφτασα πολύ κοντά στην ψιλή λεπτή φιγούρα που περπατούσε χωρίς καμία αίσθηση του φόβου αγνοώντας την δική μου κατάσταση... και άρχισα να περπατάω πίσω της... Σε μια απόσταση τόση ώστε και να νιώθω ασφάλεια αλλά και να μην το καταλάβει η φιγούρα μπροστά μου... Προφανώς, δεν τα κατάφερα και τόσο καλά με το να μην το καταλάβει η ψιλόλιγνη σκιά... γιατί η ευγενική φιγούρα έστριψε το κεφάλι της και είδα το πρόσωπο ενός νεαρού να με κοιτάζει ερωτηματικά και με περιέργεια... και ήταν και το πρόσωπο τόσο ευγενικό όσο και το περπάτημα... Και το μόνο που μπόρεσα να πω ήταν «Κάποιος με ακολουθεί...» Εκείνος χωρίς να χρειαστεί να πω τίποτα άλλο καθυστέρησε λίγο το βήμα του έτσι ώστε να τον προλάβει το περπάτημά μου και να περπατήσουμε μαζί δίπλα δίπλα... «Είναι καλύτερα, τώρα;» με ρώτησε... Και εγώ έγνεψα καταφατικά νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τον άγνωστο νεαρό που συνάντησα μέσα στις ερημιές. Τα βήματα περπατούσαν ακόμα πίσω μας αλλά ακόμα πιο διστακτικά. Στρίψαμε στην στροφή και είδα τον έφηβο-ενήλικο να ρίχνει και εκείνος κλεφτές ματιές για να δει ποιος μας ακολουθεί... Ψιλογέλασε λέγοντας «Βρήκες άνθρωπο να σε προστατέψει! Μισή μερίδα άνθρωπο!». Φαινόταν ότι το κάνει για να με χαλαρώσει... και το κατάφερνε... «Αυτός είναι σαν να βγήκε από θρίλερ... Σου το λέω να το ξέρεις... Αν παλέψουμε... Δεν έχω καμία ελπίδα μαζί του...» ψιθύρισε με μια ελαφριά δόση αυτοσάτιρας... και ο φόβος παραδόξως είχε αρχίσει ήδη να φεύγει... Η ματιά μου στράφηκε στην μπάλα του που φωτίστηκε κάπως περίεργα από μία λάμπα στο δρομάκι που περπατούσαμε... «Μπάσκετ;!» ρώτησα και δεν ρώτησα, σαν να ρωτάω και να απαντάω στον εαυτό μου... και εκείνος παραξενεύτηκε με την αλλαγή του θέματός μου... και μετά ο ήχος των βημάτων του τρομαχτικού μου ακόλουθου με επανέφερε στην πραγματικότητα και είπα σιγά και γρήγορα «Άκου, λοιπόν, μικρέ ουρανοκατέβατε μπασκετμπολίστα. Δεν χρειάζεται να με προστατέψεις... Και μόνο που περπατάμε μαζί νιώθω καλύτερα... Άρχισε να φεύγει ο φόβος... Ξέρω να προστατεύω τον έαυτό μου... Απλά για κάποιο λόγο με έπιασε πανικός... Από εδώ και πέρα θα το χειριστώ εγώ... Πες μου, μόνο προς τα πού είναι το τρένο... ο πιο κοντινός σταθμός... Γιατί έχω μπερδευτεί σε αυτά τα σκοτεινά δρομάκια... Όλα ίδια μου φαίνονται... Δείξε μου προς τα πού να πάω... και θα πάω...» «Σιγά μην σε αφήσω μόνη σου, με αυτόν τον – «βγήκα από ταινία θρίλερ» – να σε ακολουθεί... Να διαβάσω αύριο τίποτα στις εφημερίδες και να νιώσω τύψεις ή ενοχές ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων...» και εγώ ψιλοχαμογέλασα «Έτσι μπράβο!» μου είπε... και για λίγο έδιωξε τον ήχο των βημάτων που συνέχιζαν να περπατάνε πίσω μας... «Θα σε πάω μέχρι το τρένο...» είπε αποφασιστικά. Και εγώ αναρωτήθηκα πότε ήταν η τελευταία φορά που κάποιος με πήγε μέχρι το τρένο... Ή αν είχε υπάρξει ποτέ τέτοια φορά... Που κάποιος απλά να με πάει μέχρι εκεί που θέλω να πάω... Ας μην είμαι άδικη... είχε υπάρξει... Μα είχε υπάρξει; Νομίζω δεν είχε υπάρξει... Κι αν είχε υπάρξει θα ήταν πριν πολύ πολύ καιρό... Ήταν αυτός ο υποτιθέμενος (;) δυναμισμός που εξέπεμπα... και ποτέ κανείς δεν με πήγαινε μέχρι κάπου... Άκου τώρα θέμα με το οποίο βρήκε να ασχοληθεί το μυαλό μου... Για κάποιο λόγο με συγκίνησε η τόσο, χωρίς σκέψη και χωρίς διαπραγμάτευση, όμορφη και απλή κίνησή του... Είχα απέναντί μου ένα αγόρι που δεν ήταν αγόρι... ένα αγόρι που φαινόταν ότι ανυπομονονεί να μεγαλώσει και συμπεριφερόταν σαν ώριμος άνδρας. Ενώ φοβόταν και αυτός την σκοτεινή φιγούρα πίσω μας... (και φαινόταν αυτό στο βλέμμα του, αν και ήθελε να το κρύψει από εμένα)... Ξεπερνούσε τον φόβο του... Συνέχιζε να περπατάει μαζί μου... και θα με πήγαινε και μέχρι το τρένο... Περπατούσαμε σχετικά γρήγορα... ενώ τα βήματα πίσω μας έχω την αίσθηση ότι πήγαιναν όλο και πιο αργά... και πηγαίναμε μέσα από κάτι περίεργα δρομάκια αλλά ο νεαρός φαινόταν να γνωρίζει καλά την περιοχή και για κάποιο λόγο μου ενέπνεε ασφάλεια και εμπιστοσύνη... Χωρίς να το καταλάβω βρεθήκαμε σε έναν φωτεινό μεγάλο κεντρικό δρόμο... και πρέπει να τον κοίταξα σαν να έκανε κάποιο μαγικό θαύμα γιατί εκείνος κοκκίνισε ελαφρά και ένιωσε την ανάγκη να δικαιολογηθεί στο βλέμμα μου. «Ε... απλά γνωρίζω την περιοχή...» Περπατήσαμε λίγο ακόμα και ο ήχος των βημάτων πίσω μας φαινόταν να έχει σταματήσει... Ή μήπως ήταν ιδέα μας;... Μήπως ήταν τα αυτοκίνητα που κάλυπταν τον ήχο... ή οι άνθρωποι που πηγαινοερχόντουσαν... Κοιταχτήκαμε και συνεχίσαμε να περπατάμε... και μετά από λίγο γυρίσαμε και οι δύο συγχρονισμένα δειλά το κεφάλι μας. Δεν υπήρχε κανείς πίσω μας... Κοιτάξαμε ξανά μπροστά... και εκεί στο βάθος έβλεπα το φως του σταθμού του τρένου... Ξανακοιτάξαμε πίσω... Κανείς... Συνεχίσαμε να περπατάμε... «Δεν σου κρύβω ότι φοβήθηκα λιγάκι...» μου είπε εκείνος σχεδόν με ένα αίσθημα ντροπής... «Είναι λογικό που φοβήθηκες. Δεν έπρεπε να σε βάλω σε όλο αυτό... Σου ζητάω συγνώμη... Αλλά πραγματικά δεν υπήρχε κανένας άλλος... και πάντα είναι καλύτερα δύο από έναν... Σε περίπτωση που σε κάνει να νιώθεις καλύτερα... Εγώ φοβήθηκα πολύ... όχι μόνο λίγο... Και πίστεψέ με... Δεν είναι εύκολο να με κάνει κανείς να φοβηθώ... Ο συγκεκριμένος όμως με ακολουθούσε για πολύ ώρα... και ήμουν και σε περιοχή που δεν γνώριζα... και... είναι και η ώρα τέτοια... και...» «Δεν χρειάζεται να μου πεις τίποτα άλλο. Τον είδα. Ακόμα και σε περιοχή που γνώριζες να ήσουν... και ακόμα και μέρα μεσημέρι... ήταν τόσο τρομαχτικός από μόνος του!»... και ψιλογελάσαμε και οι δύο... Συνεχίσαμε να περπατάμε μέχρι που φτάσαμε στο τρένο... «Σε ευχαριστώ που με έφερες...» ενώ εκείνος σήκωσε τους ώμους κάνοντας μια έκφραση στο πρόσωπο του στυλ «Δεν κάνει τίποτα» κι εγώ συμπλήρωσα «Είσαι ο σημερινός Ήρωάς μου.» «Είμαι 18...» μου είπε χαμηλώνοντας το κεφάλι... σαν να θέλει να μου πει πως δεν γίνεται να είσαι Ήρωας στα 18 σου... «Ε, και;» του είπα εντελώς φυσικά... και ο αυθόρμητος τρόπος που τον ρώτησα τον έκανε να προβληματιστεί... «Τι σχέση έχει η ηλικία; Είσαι ο σημερινός Ήρωάς μου. Είτε είσαι 18 είτε 58 δεν μου κάνει καμία διαφορά... Εκεί έξω... Είδες τον δικό μου φόβο... και ενώ φοβήθηκες και εσύ... έμεινες μαζί μου... Χωρίς να έχεις ιδέα τι μπορεί να συμβεί στην συνέχεια... Για εμένα αυτό είναι γενναιότητα...» και εκείνος σήκωσε το κεφάλι του... μου είπε σιγά «Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει... Όταν κάποιος με χρειάζεται... Δεν γίνεται να μην τον βοηθήσω...» «Είσαι άνθρωπος, αυτό σου συμβαίνει... Και εύχομαι σε εκείνη την δύσκολη πορεία από τα 18 στα 58 να μην το χάσεις... αυτό το να βοηθάς τους άλλους... ή το να ξεπερνάς τον δικό σου φόβο για να διώξεις τον φόβο κάποιου άλλου... Λείπει αυτό από την εποχή μας... Οι άνθρωποι που ξεπερνάνε τον φόβο τους... είναι είδος προς εξαφάνιση... Είσαι σπάνιος άνθρωπος, αυτό σου συμβαίνει...» Χτύπησε την μπάλα του μπάσκετ κάτω αμήχανα... «Παίζεις μπάσκετ;» με ρώτησε... και τώρα εγώ τον κοίταξα περίεργα με την αλλαγή του θέματος «Έχω χρόνια να παίξω... και όταν έπαιζα δεν με έπαιζαν και πολύ... γιατί είχα την τύχη του αρχάριου μαζί μου... και έβαζα συνέχεια τρίποντα...» «Θα παίξεις κάποια στιγμή έναν αγώνα μαζι μου; Βλέπεις, οι συνομίλικοι μου δεν με συμπαθούν και πολύ και...» Τον διέκοψα «Όποτε θες...»...«Και όσους αγώνες θες...» Και εκείνος χαμογέλασε. «Τώρα που το σκέφτομαι... Θα μαζέψω την παρέα του μπάσκετ και θα σε φωνάξω να έρθεις και εσύ...» Με κοίταξε σαν να μου λέει μήπως θα είναι μικρός για να παίξει με την «ομάδα» μας. «Η παρέα μου του μπάσκετ είναι μεγάλη και έχει ανθρώπους όλων των ηλικιών... Ο μικρότερος, η μικρότερη δηλαδή γιατί είναι κοπέλα είναι 16-17 νομίζω (και από μέσα μου δεν μπόρεσα στιγμιαία να μην σκεφτώ πως πρέπει να τους γνωρίσω οπωσδήποτε αυτούς τους δύο γιατί μου φαίνονταν πολύ ταιριαστοί, είχαν και οι δύο αυτό το βλέμμα του πιο ώριμου από την ηλικία τους, ναι, ναι, έπρεπε οπωσδήποτε να τους γνωρίσω) και ο μεγαλύτερος γύρω στα 43-45... Και είναι όλοι υπέροχοι άνθρωποι... Είμαι σίγουρη ότι θα ενταχθείς μια χαρά...» και εκείνος χτύπησε την μπάλα κάτω πιο γρήγορα ενθουσιασμένος... Μετά την κράτησε πάλι στα χέρια του... και μου την πέταξε... την έπιασα και την σβούριξα στον δείκτη του ενός χεριού μου (είχα χρόνια να το κάνω αυτό!) την χτύπησα κάτω τρεις φορές (και αυτό είχα να το κάνω χρόνια) και του την πέταξα πίσω... «Μπορεί να σε είπα μικρό... αλλά θυμάμαι ακριβώς τι συμβαίνει στην ηλικία σου. Δεν είσαι καθόλου μικρός. Θα την βρεις την άκρη... Ένας μπασκετμπολίστας πάντα την βρίσκει... Ξέρει πότε να κάνει επίθεση... Ξέρει πότε να κάνει άμυνα... Ξέρει πότε να κάνει πάσα... Ξέρει πότε να κάνει σουτ... Ξέρει πότε να πάει για τρίποντο... Ξέρει πότε να περιμένει... Ξέρει πότε να διεκδικεί... Ξέρει πότε να ξεκουράζεται... Πότε να γυμνάζεται... Πότε να αγωνίζεται... Ξέρει την αξία της προπόνησης... Ξέρει και τον ενθουσιασμό του αγώνα... Ξέρει και να περιμένει στον πάγκο την σειρά του, παρακολουθώντας το παιχνίδι... Ξέρει και να χάνει... Ξέρει και να κερδίζει... Ξέρει και να συνεχίζει, είτε χάνει είτε κερδίζει... Μα πάνω από όλα... Ξέρει να παίζει... Και η ζωή μας... είναι ένα μεγάλο παιχνίδι... Τι καλύτερο από το να έχεις το εφόδιο του να είσαι παίκτης... Και αν ο αριθμός στην μπλούζα σου γράφει 18... Είναι μόνο ένας αριθμός τίποτα παραπάνω... Ένας αριθμός που αλλάζει... Και πρέπει να τον χαρείς αυτόν τον αριθμό... και να χαρείς και τον επόμενο και τον επόμενο... Αλλά μην ξεχνάς πέρα από τον αριθμό... που συνέχεια αλλάζει... γράφει και το όνομά σου η μπλούζα σου... και το όνομά σου... Δεν αλλάζει... Είσαι ένας γενναίος παίκτης. Θα την βρεις την άκρη...» και άκουσα τον ήχο του τρένου μου να πλησιάζει... Ανταλλάξαμε γρήγορα στοιχεία... του είπα να προσέχει γυρνώντας... και έφυγα τρέχοντας για να προλάβω... το τρένο της επιστροφής... Ένας πόντος μείον σήμερα για τον φόβο... Τρεις πόντοι συν... Ένας για την συνεργασία... Ένας για την επικοινωνία... Και ένας γιατί στο τέλος νικήθηκε ο φόβος... 3 – 1 το σκορ... Πιο πολύ σαν ποδοσφαιρικό αποτέλεσμα μου ακούγεται... σκέφτηκα... αλλά δεν έχει καμία σημασία... Τον νικήσαμε τον σημερινό αγώνα... Ή... αν θέλω να το σκεφτώ σε σχέση με το μπάσκετ... ένα καλάθι τρίποντο... Επικοινωνία – Συνεργασία - Ελευθερία. Και με αυτήν την σκέψη... Και με αυτήν την εικόνα... μια μπάλα του μπάσκετ να πετιέται από μακρυά να γυρνάει, γύρω γύρω, στο δαχτυλίδι, γύρω γύρω, και τελικά να μπαίνει στο καλάθι... Μπήκα στο τρένο... Και με το κούνημα του τρένου ένιωσα το κούνημα του διχτιού... Εκείνη την κίνηση που συμβαίνει-εκείνη την αίσθηση που αφήνει στο δίχτυ η μπάλα αμέσως μετά το καλάθι...



12/6/13

Ξεχωριστό και Συνηθισμένο.



Πιστεύεις πως είμαι ξεχωριστή.
Πιστεύεις πως είσαι συνηθισμένος.
Και από αυτό το σημείο ξεκινάνε όλα...
Όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα σου...
Όλα αυτά που δεν τολμάς να μοιραστείς μαζί μου... Όχι, έτσι όπως τα μοιράζεσαι με τον εαυτό σου...
Βασανίζεσαι... Ενώ δεν υπάρχει κανένας λόγος να βασανίζεσαι...
Δεν είμαι ξεχωριστή.
Και δεν είσαι συνηθισμένος.

Είμαι ξεχωριστή για εσένα.
Είσαι συνηθισμένος για εσένα.

Αλλά για εμένα...

Για εμένα τα πράγματα είναι διαφορετικά...

Και δεν έχω καμία ανάγκη να νιώσω πως εγώ είμαι συνηθισμένη για να βιώσω πως εσύ είσαι ξεχωριστός... Μπορούμε να είμαστε και οι δύο ξεχωριστοί... Δεν έχω ανάγκη να κλέψω από την αξία σου για να νιώσω πως αξίζω... Σου έγραψα πως δεν είμαι ξεχωριστή... Είμαι ξεχωριστή... Αλλά όχι όπως το βιώνεις εσύ... Δεν είναι τόσο τρομαχτικό να είσαι με έναν ξεχωριστό άνθρωπο... Παρόλο που οι άνθρωποι δεν το τολμάνε... Γιατί έχουν συνηθίσει με τους συνηθισμένους ανθρώπους στις συνηθισμένες σχέσεις τους... Αλλά άσε με να σου πω ένα μυστικό... Δεν υπάρχουν συνηθισμένοι άνθρωποι ούτε συνηθισμένες σχέσεις... Οι άνθρωποι τις κάνουν να είναι ή να μοιάζουν συνηθισμένες... Αλλά αν ήθελαν θα έφτιαχναν ξεχωριστές σχέσεις με ξεχωριστούς ανθρώπους. Γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι ξεχωριστοί... Αλλά επειδή οι περισσότεροι έχουν συνηθισεί να δημιουργούν αυτού του τύπου τις «συνηθισμένες» σχέσεις... Νιώθουν «συνηθισμένοι»... Και έτσι... Ξεχωρίζουν κάποιοι άνθρωποι... Ανάμεσά τους κι εγώ...που απλά θέλουν κάτι διαφορετικό... πιο ξεχωριστό...

Αφού με θεωρείς ξεχωριστή... Σε ρωτάω... Έχεις το θάρρος να ζήσεις κάτι ξεχωριστό; Ή θα γυρίσεις στην ασφάλειά σου; Σε αυτό που έμαθες να ζεις; Σε αυτό που συνήθισες να βιώνεις; Σε αυτό που σε οδήγησε στο να νιώθεις συνηθισμένος; Και εκεί θέλω να εστιάσεις πιο πολύ από όλα... Ανεξάρτητα με εμένα... Γιατί νιώθεις συνηθισμένος; Τι σε έκανε να νιώθεις συνηθισμένος; Πώς γίνεται να μην μπορείς να αντιληφθείς το πόσο μοναδικός είσαι; Πώς είναι δυνατόν να μην νιώθεις ξεχωριστός;

Ξέρεις γιατί φαίνομαι στα μάτια σου ξεχωριστή;... Γιατί μαζί σου δεν νιώθω συνηθισμένη...

Που σημαίνει ότι αν νιώθεις συνηθισμένος μαζί μου... Ίσως δεν είμαι ο ξεχωριστός άνθρωπος σου... Κάπου εκεί έξω... Υπάρχει μια άλλη, ξεχωριστή, γυναίκα... Που θα σε κάνει να μην νιώθεις συνηθισμένος... Τότε θα καταλάβεις... Πως είμαστε ξεχωριστοί μαζί με τον άλλον... Και εκεί είναι η πραγματική μαγεία του να είσαι ξεχωριστός... Το να καταφέρεις να μείνεις ξεχωριστός μαζί με έναν άλλον ξεχωριστό άνθρωπο και να δημιουργήσεις κάτι ξεχωριστό...

Και εγώ δεν θέλω κάτι συνηθισμένο. Θέλω κάτι ξεχωριστό.


Όλοι είμαστε ξεχωριστοί και όλοι μπορούμε να γίνουμε συνηθισμένοι.

Όλοι αξίζουμε το ξεχωριστό και όλοι μπορούμε να αρκεστούμε στο συνηθισμένο.

Δεν θέλω να γίνω συνηθισμένη.
Δεν θέλω να αρκεστώ στο συνηθισμένο.

Θέλω να είμαι ξεχωριστή.
Και θέλω να ζω το ξεχωριστό.

Αν θέλεις να μείνεις δήθεν συνηθισμένος...
Αν θέλεις να ζήσεις δήθεν συνηθισμένα...

Δεν είμαι σε καμία περίπτωση ο ξεχωριστός άνθρωπος σου.

Δεν χωράει καμία συνήθεια στο ξεχωριστό...
Δεν χωράει τίποτα ξεχωριστό στο συνηθισμένο...




12/4/13

Η Στιγμή του Βιβλίου



(Στιγμή ημερολογίου. 17.10.2013.)

Μου αρέσει να γράφω κείμενα για το ιστολόγιό μου. Με ευχαριστεί. Μου δίνει χαρά. Με κάνει να νιώθω καλύτερα. Το να γράφω. Είναι το μόνο που με κρατάει στο Τώρα. Το μόνο που φαίνεται να έχει κάποιο νόημα. Το μόνο που με εκφράζει και με κινητοποιεί. Νιώθω πως επικοινωνώ με τους άλλους. Νιώθω πως επικοινωνώ με τον έαυτό μου. Βασικά, πρώτα επικοινωνώ με εμένα και μετά με τους άλλους. Είναι σαν μέσα από όλα αυτά να με καταλαβαίνω καλύτερα. Βέβαια, νιώθω πια την ανάγκη να γράψω ένα βιβλίο. Έχει έρθει η ώρα του βιβλίου μου. Το νιώθω. Το ξέρω. Πρέπει να τοποθετήσω μπροστά μου όλα αυτά που θέλω να πω. Να έρθω αντιμέτωπη με αυτά και μετά να επιλέξω. Αν και τι θα βγει προς τα έξω από μέσα μου. Το βιβλίο μου είναι σαν να έχει ήδη γραφτεί. Απλά δεν έχω ιδέα ακόμα τι είναι! Κι όμως είναι σαν να υπάρχει ήδη! Απλά εγώ δεν μπορώ να το δω! Μπορώ όμως να το γράψω χωρίς να έχω ιδέα τι είναι, χωρίς να μπορώ να το δω! Κι όμως μπορώ να το γράψω! Και αυτό σκοπεύω να κάνω. Το 2014 θα είναι η χρονιά του βιβλίου μου. Και αν δεν διαβαστεί ποτέ δεν θα είναι γιατί δεν γράφτηκε γιατί είναι ήδη γραμμένο μέσα μου. Θα είναι γιατί δεν τόλμησε να πάρει την χάρτινη-υλική μορφή του. Και χωρίς μορφή δεν γίνεται να ταξιδέψει από χέρι σε χέρι. Ταξιδεύει μόνο μαζί μου... Όταν μιλάω, όταν κινούμαι, όταν επικοινωνώ...

(Και ένιωσα το χέρι μου να γράφει...)

«Όταν το άμορφο υλικό μου πάρει μορφή τότε θα μπορείς να το διαβάσεις κι εσύ...»


(Στιγμή ήμερας και λόγου. 18.10.2013.)

Ήρθε σήμερα σαν απάντηση στο χθες. Ήρθε και με ρώτησε πότε θα γράψω το πρώτο βιβλίο μου. Και μου έκανε εντύπωση που με ρώτησε κάτι τέτοιο αφού την αμέσως προηγούμενη ημέρα έγραφα για αυτό στο ημερολόγιό μου. Με τιμάει που οι άνθρωποι γύρω μου με ρωτάνε για το πρώτο μου βιβλίο σαν να θεωρούν αυτονόητο ότι θα γραφτεί, ότι θα το γράψω... Μου είπε πως έχει ένα σπίτι στην θάλασσα... Κάπου μακρυά από εδώ... Σε μια άλλη Χώρα... Και μήπως θέλω να πάω εκεί να γράφω... Να πάω σε ένα σπίτι... μπροστά στην θάλασσα... Στο απέραντο και στην σιωπή... και να γράφω... απλά να γράφω... Και εγώ γέλασα... Δεν ξέρω αν ήταν αληθινή πρόταση ή όχι... Ακούγεται ιδανικό... αλλά δεν είναι...! Εγώ δεν θα μπορούσα κάπου μακρυά από τον ρυθμό του εδώ... Το αγαπάω το μέρος μου... Και αν είναι να γράψω το βιβλίο μου κάποια στιγμή... Θα το γράψω εδώ... που γεννήθηκα και μεγάλωσα... Εδώ θέλω να γεννηθεί και το πρώτο μου βιβλίο όπως εδώ γεννήθηκε και η πρώτη μου παράσταση... Νιώθω πως μόνο το γράψιμο με ηρεμεί... Κι αυτό όχι πάντα... Και δεν ξέρω για την Μεγάλη Ιστορία... Για την ώρα μου αρέσει να γράφω μικρές ιστορίες... Η Μεγάλη Ιστορία θέλει άλλη αντιμετώπιση από τις μικρές ιστορίες... Θέλει άλλου τύπου διαδικασία... Δεν ξέρω αν είμαι έτοιμη για αυτήν... Ή μάλλον ξέρω... Είμαι έτοιμη για αυτήν... Και ξέρω πως αυτό που πρέπει να γίνει θέλω να γίνει εδώ... Και αυτό που θέλω να γίνει πρέπει να γίνει εδώ... Εδώ είναι η δική μου θάλασσα... Εδώ είναι το δικό μου σπίτι... Εδώ είναι οι δικές μου λέξεις... Και εδώ θα γεννηθούν και οι δικές μου σελίδες... Και αν είναι μετά να πετάξουν και να γυρίσουν τον κόσμο... Ας το κάνουν... Αλλά εδώ θα είναι το σημείο από το οποίο θα ξεκινήσει το ταξίδι τους... Με ξαναρώτησε πότε θα γράψω το πρώτο μου βιβλίο γιατί το περιμένει για να το διαβάσει...

(Και ένιωσα την φωνή μου να λέει...)

«Όταν το άμορφο υλικό μου πάρει μορφή τότε θα μπορείς να το διαβάσεις κι εσύ...»


(Στιγμή ημερολογίου και ημέρας και λόγου. 23.10.2013.)

Η στιγμή του βιβλίου μου είναι εδώ. Ας αρχίσω να γράφω, λοιπόν... Αυτά που θέλει το χέρι να γράψει και αυτά που θέλει η φωνή να πει... Ας τα αφήσω να εκφραστούν στο χαρτί...

(Και ένιωσα το χέρι μου να γράφει και την φωνή μου να λέει...)

«Ας αρχίσει να παίρνει μορφή το άμορφο...»


11/28/13

Σαν σήμερα...



Και όπως άνοιξα τα μάτια μου ακόμα μισοκοιμισμένη, τον είδα να με κοιτάζει με τα μεγάλα όμορφα μάτια του και με το γεμάτο αυθεντικό ενδιαφέρον βλέμμα του... και ενώ υπό κανονικές συνθήκες κάτι τέτοιο θα με τρόμαζε... ξαφνικά να ανοίγω τα μάτια μου και να βλέπω κάποιον μπροστά μου... την συγκεκριμένη στιγμή απλά δεν είχα δυνάμεις ούτε για να τρομάξω... «Τι κάνεις εσύ εδώ;» του είπα βραχνιασμένη... «Πώς μπήκες;»... και συνειδητοποίησα πως δεν είχε νόημα η ερώτηση μου αφού ήταν ο καλύτερος μου φίλος και εγώ του είχα δώσει το κλειδί για όλες εκείνες τις άπειρες φορές που δεν έχω μυαλό στο κεφάλι μου και που ξεχνάω τα κλειδιά στο σπίτι. «Ήρθα να δω ότι είσαι καλά.» μου είπε... «Σε έπαιρνα τηλέφωνο και δεν το άνοιγες. Και ανησύχησα...». «Είναι 8 το πρωί...» απάντησα εγώ «Κοιμάμαι...». Και εκείνος είπε... «Ακριβώς, για αυτό ήρθα... Εσύ ποτέ δεν κοιμάσαι στις 8 το πρωί! Εσύ ξυπνάς από τις 6! Ήθελα να σιγουρευτώ πως σήμερα θα είσαι καλά...». «Θα είμαι.» είπα δυναμικά αν και ακόμα μισοκοιμισμένη και μισοκουρασμένη «Πήγαινε στην δουλειά, να μην αργήσεις...» και άλλαξα πλευρό γυρίζοντάς του την πλάτη... «Δεν πάω πουθενά αν δεν σηκωθείς.» μου είπε και περίμενε εκεί. «Σε παρακαλώ...» ψιθύρισα «Άφησε με, μόνο σήμερα.» «Όχι.» είπε και περίμενε να σηκωθώ. Εγώ ξαναγύρισα πλευρό κοιτάζωντάς τον... Σκεπάστηκα καλά καλά... και είπα σιγά «Θέλω να μείνω για πάντα εδώ.». «Το ξέρω.» είπε εκείνος «Για αυτό και ήρθα. Μετά θα έχω δουλειά και δεν θα μπορώ να σε σηκώσω. Και θα μείνεις όλο το πρωί ξαπλωμένη...» Έκανε μια μικρή περίεργη παύση και μετά η φωνή του ακούστηκε αποφασιστική «Και δικός μου φίλος ήταν.» και εγώ τον κοίταξα σαν να τον παρακαλάω να μην μιλήσουμε για αυτό νιώθωντας τρομοκρατημένη μήπως και θέλει να συζητήσουμε κάτι παραπάνω, δεν είχα καμία όρεξη, δεν είχα διάθεση να αναλύσω τίποτα, δεν είχα τις αντοχές για μια τέτοιου τύπου συζήτηση... εκείνος επανέλαβε την ίδια φράση αλλάζοντας λίγο την σειρά των λέξεων «Ήταν και δικός μου φίλος.» και συνέχισε « Δεν θέλω να μείνεις ξαπλωμένη παρέα με την θλίψη. Όλοι, στενοχωριόμαστε μια τέτοια μέρα. Έχουν περάσει, σχεδόν, δύο χρόνια από τότε. Δεν είναι πολύς καιρός μα ούτε και λίγος. Αλλά δεν θέλω να σε αφήσω μέσα στο σπίτι κλεισμένη μια τέτοια μέρα. Βγες έξω. Πήγαινε στον άερα! Να περπατήσεις που σου αρέσει να περπατάς! Να αναπνεύσεις! Να πιεις εκείνο το αγαπημένο σου τσάι που εμένα δεν μου αρέσει καθόλου και που αναρωτιέμαι πώς στο καλό το πίνεις... Να κάτσεις να γράψεις και να διαβάσεις... Οτιδήποτε άλλο, από το να μείνεις κλεισμένη σε τέσσερις τοίχους... μόνη σου... να σκέφτεσαι... Έλα μαζί μου στην δουλειά αν δεν θέλεις να κάνεις τίποτα άλλο!» Και εγώ γέλασα με αυτό το τελευταίο... «Σε παρακαλώ, θέλω να μείνω εδώ... Άσε με να μείνω εδώ... Θέλω να κοιμηθώ... Έχω δικαίωμα μια τέτοια ημέρα να μείνω το πρωί στο κρεββάτι μου... Θέλω να μείνω ξαπλωμένη... Θα σηκωθώ μετά... Αλήθεια σου λέω... Και θα είμαι καλά...» «Όχι.» επέμεινε εκείνος. «Δεν φεύγω μέχρι να σηκωθείς.» και εγώ κατάλαβα πως το εννοούσε και σηκώθηκα καθιστή με τα μαλλιά μου άνω κάτω και με αυτά που συνέβαιναν μέσα μου ακόμα πιο άνω κάτω. «Πολύ καλύτερα.» Μου είπε και χαμογέλασε. Σηκώθηκα πολύ αργά... περπάτησα... με την κουβέρτα τυλιγμένη γύρω μου... σέρνοντας τον έαυτό μου και πήγα μέχρι την πόρτα. Την άνοιξα. «Πήγαινε στην δουλειά σου. Θα είμαι μια χαρά.». «Θα είσαι;» με ρώτησε επιφυλακτικά... «Θα είμαι.» και το είπα τόσο σίγουρα που έπεισα ακόμα και τον έαυτό μου. Με αγκάλιασε... «Σε παρακαλώ, μην ξαναξαπλώσεις... Βγες στον αέρα... Κάνε μια βόλτα...» και τον διέκοψα «Ξέρω... Ξέρω... Θα πάω να πιω εκείνο το τσάι που εσύ δεν αγαπάς...» και εκείνος χαμογέλασε. «Και... Μην σκεφτείς...» ξεκίνησε την φράση του «Τον αριθμό...» είπαμε μαζί... Βγήκε από την πόρτα και τον είδα να κατεβαίνει τα σκαλιά γρήγορα με εκείνο το ιδιαίτερο περπάτημά του. Και για λίγο μέσα σε αυτό το περπάτημα ένιωσα την αγάπη. Ήρθε ως εδώ απλά για να δει ότι είμαι καλά. Για αυτό δεν υπάρχουν οι φίλοι; Για να σε αγαπάνε; Για να σε φροντίζουν; Για να σε προσέχουν; Και για να κάνεις κι εσύ το ίδιο για αυτούς; Όταν σε χρειάζονται; Για να είναι εδώ για εσένα και για να είσαι και εσύ εκεί για αυτούς; Έκλεισα την πόρτα... Και με ένα αίσθημα ενοχής πήγα και ξαναξάπλωσα. Μου ήταν αδύνατο να είμαι όρθια μία τέτοια ημέρα... Ένιωθα το σώμα μου βαρύ... Και την ψυχή μου ακόμα πιο βαριά... Στριφογύρισα, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ... Η επίδραση του φίλου μου ήταν ακόμα εκεί. Είχε δεν είχε τα κατάφερε! Πέτυχε τον στόχο του! Δεν θα μπορούσα τώρα να ακολουθήσω το αρχικό μου σχέδιο του να μείνω ξαπλωμένη όλη μέρα προσπαθώντας μόνο να κοιμάμαι και να μην σκέφτομαι... Προσπαθώντας να ξεχάσω. Είχε δίκιο. Μήπως όλοι δεν πονούσαμε; Κοίταξα για λίγο το ταβάνι... Κύλησαν δύο δάκρυα στα μάτια μου... Αλλά δύο. Μόνο δύο. Δεν τα άφησα να γίνουν περισσότερα. Και σηκώθηκα... Έκανα μηχανικές κινήσεις απλά και μόνο για να καταφέρω να αντιμετωπίσω τα πρώτα λεπτά της ημέρας... Ή αρχή ήταν δύσκολη... Αυτό το να κάνω ντους... το να ντυθώ... το να φάω... Και μετά έκανα ότι μου είπε ο καλύτερος μου φίλος να κάνω... Βγήκα στον αέρα, περπάτησα, πήρα και τις αναπνοές μου, ήπια και το αγαπημένο μου τσάι, έγραψα και διάβασα, βγήκα από τους τέσσερις τοίχους μου, πέρασα και πιο αργά από την δουλειά του φίλου μου απλά για να δει ότι όλα καλά... Πήρα τηλέφωνο και την υπόλοιπη παρέα... Όλους έναν έναν... Για να τους ακούσω λίγο... Και για να με ακούσουν... ότι είμαι καλά... Πέρασε η μέρα... Όχι, ακριβώς, χωρίς να το καταλάβω... αλλά τουλάχιστον καλύτερα από όσο θα περίμενα να περάσει... και το βράδυ που ξάπλωσα... κύλησαν άλλα δύο δάκρυα... για αυτό το... Σαν σήμερα... που ήταν τα γενέθλια κάποιου... αλλά δεν είναι πια...

Και η ζωή συνεχίζει... Για εμάς τους υπόλοιπους... που είμαστε ακόμα εδώ...

Τέσσερα δάκρυα... για αυτά τα άσβηστα κεριά...

Σκέφτηκα...

Και κύλησε ένα ακόμα δάκρυ. Αλλά μόνο ένα. Πέμπτο και τελευταίο...

Και τα, χωρίς αριθμό, κεριά έμειναν να φωτίζουν στο μυαλό μου χωρίς να υπάρχει κανείς για να τα σβήσει...


11/23/13

Καθρέφτη, Καθρεφτανθρωπάκι μου...




Είμαι συναχωμένη και νομίζω είναι λογικό και να νυστάζω και να γκρινιάζω...
Νιώθω, ταυτόχρονα, χαζούλα και σοφή όταν με κοιτάζεις και κοκκινίζω και επειδή ντρέπομαι αλλά και επειδή χαίρομαι...

Είμαι άσπρη σαν το χιόνι μα είμαι και μαύρη σαν την νύχτα...

Είμαι αθώα και αγνή μα είμαι και πονηρή και ραδιούργα...

Και τα χείλια μου είναι κόκκινα και σαν το κεράσι μα και σαν το αίμα...

Είμαι το πρόσωπο που ρωτάει τον μαγικό καθρέφτη.

Είμαι το πρόσωπο που απαντάει στον μαγικό καθρέφτη.

Είμαι το πρόσωπο μέσα και έξω από τον καθρέφτη.

Είμαι ο άνθρωπος... Είμαι ο καθρέφτης...

Είμαι η ερώτηση... Είμαι η απάντηση...

Είμαι αυτός που αγαπάει το ελάφι... Είμαι το ελάφι που τρέχει... Είμαι και αυτός που το σκοτώνει... Είμαι όμως και ο αυτός που την τελευταία στιγμή μπορεί να διστάσει και η ανθρωπιά του να νικήσει την αναισθησία του και η αγάπη του να νικήσει την αδυναμία... Είμαι αυτός που μπορεί να αφήσει το ελάφι να ζήσει και να του επιτρέψει να φύγει ελεύθερο μέσα στο δάσος... Είμαι και το ίδιο το δάσος... Όχι ένα δέντρο ή ένα φυτό του... Όχι ένα ζώο του... Είμαι όλο το δάσος... Με τους ήχους και τις μυρωδιές του... Με τα άγρια και με τα απαλά στοιχεία του...

Είμαι η ευαίσθητη πριγκήπισσα... Είμαι και η μοναχική μάγισσα...

Είμαι ο αλώβητος μα είμαι και ο τραυματισμένος...

Είμαι ικανή να φτιάξω ένα δηλητηριασμένο μήλο... δεν ξέρω αν είμαι ικανή να το δώσω σε κάποιον άλλον... αλλά σίγουρα είμαι ικανή να το φάω από το ίδιο μου το χέρι...

Είμαι το ίδιο το μήλο... Κόκκινο... Λαμπερό... Δελεαστικό... Ανάμεσα στα άλλα ξεχωρίζω... Μα αυτό που κρύβω μέσα μου είναι επικίνδυνο και σκοτεινό και τρομαχτικό... και για τους άλλους μα και για μένα...

Είμαι ικανή να αφήσω την όποια αφέλειά μου να με κάνει να εμπιστευτώ λάθος ανθρώπους...
Είμαι ικανή να αφήσω την όποια ατέλειά μου να με κάνει να γίνω ένας από αυτούς τους λάθους ανθρώπους που δεν θα έπρεπε κανείς να εμπιστευτεί...

Είμαι εκείνο το μικρό σπιτάκι που έχει τα πάντα μικροσκοπικά και όλα είναι ζεστά, απλά και ζωντανά... Μα είμαι και εκείνο το παλάτι που έχει τα πάντα τεράστια και όλα είναι μεγαλειώδη, σύνθετα και ψυχρά...

Είμαι εκείνο το μακρύ δαντελένιο φόρεμα μα είμαι και εκείνο το κοντό σκισμένο φορεματάκι... Είμαι εκείνο το ακριβό χρυσό κουστούμι μα είμαι και εκείνο το φτηνό καφέ γιλέκο...

Είμαι ο δυναμικός αδύναμος πρίγκηπας ... Είμαι και ο αδίστακτος δισταχτικός κυνηγός...

Είμαι ο ανέγγιχτος... Μα είμαι και ο φουρτουνιασμένος...

Είμαι το όπλο στο χέρι... Μα είμαι και το κέντημα στο χέρι... Είμαι το χέρι... και ό,τι αποφασίζει να κρατήσει αυτό...

Είμαι ο άντρας... Είμαι η γυναίκα...

Ο κάθε άντρας... Η κάθε γυναίκα...

Είμαι και οι άνθρωποι στο παλάτι είμαι και οι άνθρωποι στο σπιτάκι...

Ο κάθε άνθρωπος... Σε κάθε μέρος...

Είμαι τα πρόσωπα... Είμαι τα βλέμματα...

Είμαι όλα τα χέρια... και είμαι και όλα τα αντικείμενα...

Δεν υπάρχει μονοπάτι ή γκρεμός που να μην είμαι...
Δεν υπάρχει ποτάμι ή καταρράχτης που να μην είμαι...

Είμαι όλοι οι δρόμοι καλοστρωμένοι ή κακοστρωμένοι... Με εμπόδια ή χωρίς... Με λακούβες... Με γέφυρες... Με τοίχους... Με τρύπες...

Είμαι όλα αυτά μαζί...

Δεν μπορώ να σου ζητήσω να γίνεις ο πρίγκηπάς μου γιατί ποτέ δεν ένιωσα πριγκήπισσα...

Είμαι όλο το παραμύθι...

Είμαι η αρχή... Είμαι η μέση... Είμαι το τέλος... Το οποίο δεν είναι πάντα καλό...

Είμαι αυτοί που έζησαν καλά
Είμαι και αυτοί που έζησαν καλύτερα...
Είμαι αυτοί που έζησαν κακά
Είμαι και αυτοί που έζησαν χειρότερα...

Είμαι η Χιονάτη, είμαι η κακιά μάγισσα, είμαι οι επτά νάνοι, είμαι και ο πρίγκηπας, είμαι και ο κυνηγός... Είμαι και η μητέρα που χάθηκε... Είμαι και ο πατέρας που πέθανε... Είμαι και όλα αυτά που έγιναν μετά... Είμαι και όλοι αυτοί που έζησαν... Είμαι και εκείνο το φιλί που παίρνει ή δίνει αναπνοή...

Είμαι ο χρόνος...

Είμαι η γέννηση...

Είμαι ο θάνατος...

Είμαι η ζωή...

Είμαι όλο το παραμύθι...

Και αν είναι να είσαι εδώ μαζί μου...

Θα πρέπει όχι μόνο να αποδεχτείς το δικό μου παραμύθι αλλά θα πρέπει να αντιληφθείς και το δικό σου παραμύθι...

Γιατί και εσύ όλο το παραμύθι είσαι...

Και στην ερώτηση «Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποιο είναι το πιο όμορφο παραμύθι από όλα;»

Η απάντηση είναι «Εσύ».

Εσύ είσαι το πιο όμορφο παραμύθι από όλα.

Γιατί εσύ είσαι το δικό σου παραμύθι.

Είσαι το παραμύθι.

Όποιος κι αν είσαι...
Και
Όποιο κι αν είναι το παραμύθι...

... ... ...


Δεν περιμένω έναν πρίγκηπα... Μα περιμένω έναν άνθρωπο...
Δεν περιμένω έναν πρίγκηπα... Μα περιμένω ένα παραμύθι...

Έναν άνθρωπο – παραμύθι...



11/21/13

Το γράμμα των γραμμάτων



Έκλεισα τον φάκελο...
Το γράμμα μου είναι έτοιμο...
Το έγραψα για εσένα...

Πες μου πού βρίσκεσαι να σου το στείλω...
Πες μου που είσαι να σου το φέρω...
Πες μου ποιος είσαι να βρω τρόπο να έρθω σε εσένα...

Το έγραψα σήμερα... Πριν λίγο...
Για εσένα.
Μόνο για εσένα.

Ξέρεις τα γράμματα μου δεν διαβάζονται εύκολα... Έχω την αίσθηση πως μόνο εσύ μπορείς να τα διαβάσεις... Μόνο εσύ μπορείς να με διαβάσεις... Για αυτό έγραψα σε εσένα... Γιατί ήμουν σίγουρη πως εσύ θα δεις πίσω από τις μουτζούρες...

Δεν είναι καθαρογραμμένο... Ήθελα να ήταν... αλλά δεν τα κατάφερα...

Το γράμμα μου είναι όπως εγώ... Ανακατεμένο... Μπερδεμένο...

Και στις σελίδες έχει βελάκια... Για να καταλάβεις πώς θα διαβαστεί... Από πού θα πας πού... Από ποιο σημείο σε ποιο σημείο... Δεν είναι γραμμένο με την σειρά... Θα πρέπει να πηγαίνεις συνέχεια μπροστά και πίσω και πίσω και μπροστά αν θέλεις να βγάλεις κάποιο νόημα... Ακολούθησε τα βελάκια... Ελπίζω να μην δυσκολευτείς... Και αν είναι τσαλακωμένες οι σελίδες... μην τις υποτιμήσεις... Προσπάθησα να τις κρατήσω ίσιες... όμορφες... αλλά και πάλι δεν γινόταν... τσαλακώθηκαν στην πορεία... Μέχρι να γραφτούν όλα όσα ήθελα να σου πω... τσαλακώθηκαν οι σελίδες... μουτζουρώθηκαν και τα γράμματα... Και τα σκισμένα σημεία... μην τα προσπεράσεις... είναι κι αυτά κομμάτια του έαυτού μου... Εκείνα τα σκισμένα γράμματα... είναι το ίδιο πολύτιμα με τα μη σκισμένα... Και εκείνες οι ψιλοδειλές σταγόνες... είναι γιατί εκεί αποφάσισε να αρχίσει να αδειάζει το μελάνι... Και εκείνα τα ψιλοαόρατα γράμματα... είναι γιατί εκεί μου τελείωσε... αλλά αν το βάλεις στο φως... θα διαβάσεις ακόμα και εκείνες τις λέξεις τις αδιάβαστες... και αν κοιτάξεις λίγο ακόμα πιο κοντά... θα διαβάσεις ακόμα και εκείνες τις λέξεις τις άγραφες... Γιατί δεν πρόλαβα να σου τα γράψω όλα... Σου έγραψα μόνο τα βασικά... Δεν μου έφτασε... το μελάνι... δεν μου έφτασε ο χώρος... δεν μου έφτασε ο χρόνος... Βλέπεις πάντα τρέχω για να προλάβω... αυτά που δεν προλαβαίνονται... τρέχω... για να προφτάσω... Μα δεν προλαβαίνω... Και σε εσένα... Δεν πρόλαβα... Δεν πρόλαβα να σου γράψω όλα όσα ήθελα να σου γράψω... Μα δεν πειράζει... Εσύ θα καταλάβεις... Σου έγραψα για την ζωή... Ξέρεις... Για εκείνη την ζωή... που κανείς δεν μιλάει... γιατί κανείς δεν προλαβαίνει να μιλήσει... γιατί όλοι τρέχουν... όπως κι εγώ... Σου έγραψα για αυτά... στα οποία δεν στεκόμαστε... Σου έγραψα για αυτά... για τα οποία δεν χρειάζεται να τρέξουμε... Μην ξεχάσεις... Να δεις και τα σημεία στίξης μου... Είναι κι αυτά σημαντικά... Στις τρεις τελείες... Να σταθείς σε κάθε τελεία... Και μην αφήσεις ούτε ένα ερωτηματικό, ούτε ένα θαυμαστικό να σου ξεφύγει... Το κάθε τι έχει την σημασία του... Και κάθε στίξη είναι κάθε στιγμή μου... Πόσο θα ήθελα να ήσουν εδώ... Για να σου πω όλα αυτά για τα οποία σου έγραψα... Αλλά δεν είσαι... Εύχομαι μόνο να μην τρέχεις... Κι εσύ όπως και οι άλλοι... Σε φαντάζομαι πάντα να περπατάς... Ήρεμος... Και αναρωτιέμαι σε ποια κύματα βρίσκεσαι... Να είναι της θάλασσας ή του ήχου;... Έτσι κι αλλιώς, σε νιώθω στον αέρα... Σε νιώθω στις αισθήσεις... Δεν γίνεται να είσαι μόνο ήχος... Δεν γίνεται να είσαι μόνο εικόνα... Δεν γίνεται να είσαι μόνο κάτι που βλέπω ή κάτι που ακούω... Σε νιώθω... Για αυτό σου γράφω... Γιατί σε νιώθω...

Και ακόμα κι αν δεν μου πεις πού βρίσκεσαι...
Και ακόμα κι αν δεν μου πεις πού είσαι...
Και ακόμα κι αν δεν μου πεις ποιος είσαι...

Και ακόμα και αν δεν βρω τρόπο να έρθω σε εσένα...

Ο φάκελος μου θα βρει τρόπο...
Το γράμμα μου θα σε βρει...
Γιατί είναι φτιαγμένο με όλα τα γράμματα της ζωής μου...
Και κάθε Άλφα είναι κάθε Αγάπη...
Και κάθε Ωμέγα είναι κάθε τι Ωραίο...
Και κάθε γράμμα ανάμεσα είναι κάθε όραμά μου...
Το γράμμα μου των γραμμάτων μου θα σε βρει...
Γιατί είσαι το γράμμα που μου λείπει...
Για να συμπληρώσω το αλφάβητο...
Εσύ μόνο μπορείς να τελειώσεις το ατελείωτο γράμμα μου...
Εσύ μόνο έχεις το μελάνι που μου τελείωσε...
Εσύ μόνο μπορείς να γράψεις όσα δεν πρόλαβα να σου γράψω...
Εσύ μπορείς να προστατεύσεις, να αγαπήσεις, να συμπληρώσεις, να γεμίσεις τις σελίδες μου...

Σου στέλνω το γράμμα μου...
Για να γράψεις κι εσύ το δικό σου...

Το γράμμα μου είναι έτοιμο... μα όχι ακριβώς έτοιμο...
Σε περιμένει...
Το έγραψα για εσένα...
Για να το γράψεις κι εσύ...

Άφησα τον κλειστό μου φάκελο που φτιάχτηκε για να τον ανοίξεις εσύ... να ταξιδέψει...

Και μέσα από τα κύματα του ήχου και της θάλασσας θα έρθει να σε βρει...

Κάπου ανάμεσα στα δικά σου γράμματα βρίσκεται και το δικό μου... Μην το αγνοήσεις... Μην με αγνοήσεις... Διάβασέ το... Διάβασέ με... Και έλα να με βρεις...

(Και είδα το γράμμα μου με όλα τα γράμματα της ζωής μου να φεύγει και να χάνεται για να έρθει να σε βρει...)


11/19/13

Το δήθεν τσιγάρο



Από όταν ήμουν μικρή είχα ανάμεσα στις διάφορες συνήθειες -παιχνίδια και αυτήν: Να τυλίγω χαρτάκια και να παίζω πως είναι τσιγάρα που τα καπνίζω. Μάλιστα, πού και πού, νομίζω οι γονείς μου άκουγαν να μην με αφήνουν να το κάνω γιατί μεγαλώνοντας θα καπνίσω (παρένθεση: Δεν κάπνισα).

Μέχρι σήμερα αν βρεθεί ένα εισιτήριο στο χέρι μου ασυναίσθητα το τυλίγω και το κρατάω στα δάχτυλά μου σαν τσιγάρο. Μερικές φορές μπορεί να το βάλω και στα χείλια μου. Καμιά φορά, με ηρεμεί ή με βοηθάει να σκεφτώ...

Κατά καιρούς, έχω μπερδέψει πολύ κόσμο με αυτό... Με έχουν ρωτήσει αν έχω φωτιά, αν θέλω φωτιά, αν έχω τσιγάρο και διάφορα άλλα μέσα στα χρόνια... Είχε καιρό να μου συμβεί κάτι...

Χθες, λοιπόν, συνέβηκε το εξής...

Στον σταθμό του τρένου... Περιμένοντας το τρένο για να πάω στο Μοναστηράκι... Τύλιξα το εισιτήριο μου στο χέρι μου και περπατούσα πάνω κάτω καθώς είχα χαθεί στις διάφορες σκέψεις μου... Το κράτησα, το στριφογύρισα, στα δάχτυλά μου μπορεί και να το ανέβασα μέχρι τα χείλια μου... Δεν θυμάμαι... Μετά το ξετύλιξα... (και είμαι σίγουρη πως θα το ξανατύλιγα σε λίγο!)...

Με σταματάει, λοιπόν, ο υπεύθυνος εκεί και αρχίζει να μου λέει «Ξέρετε τι δεν μου αρέσει; Να με κοροιδεύουν μπροστά στα μάτια μου! Αυτό το πράγμα δεν μου αρέσει καθόλου! Να με κοροιδεύουν! Περάσατε από δίπλα μου, με είδατε που σας είδα (είχα περάσει όντως από δίπλα του, και όντως τον είδα που με είδε...), μου ήρθε όλος ο καπνός και...» εγώ αμέσως πήγα να του πω «Μα δεν καπνίζω... Είναι το εισιτήριό μου, να το τυλίγω έτσι και...» και εκείνος επέμενε πως του ήρθε ο καπνός του φανταστικού τσιγάρου μου... «Σας είδα που πετάξατε το τσιγάρο σας... Εκεί στο τέλος της αποβάθρας... Και όταν περάσατε δίπλα μου... Μου ήρθε όλος ο καπνός!»... Με αντιμετώπιζε σαν να λέω σχολικές δικαιολογίες... Εγώ το μόνο που είπα ήταν γελώντας (γιατί μου φαινόταν πολύ αστείο και το ότι άκουγα παρατήρηση για το κάπνισμα και το ότι του ήρθε όλος ο καπνός!) «Μα δεν καπνίζω... Δεν έχω καπνίσει ποτέ στην ζωή μου...». Και, κάποια στιγμή, βλέπει στο χέρι μου το εισιτήριο μου ξανά τυλιγμένο (χωρίς να το καταλάβω το είχα τυλίξει πάλι στο χέρι μου σαν ψεύτικο τσιγάρο)... και τον ακούω να ψιθυρίζει «Καλά αν το κρατούσατε έτσι... Μπορεί... » Μου ζήτησε «Συγνώμη» αλλά δεν κατάλαβα αν το εννοούσε ή όχι... Νομίζω το εννοούσε... Δεν κατάλαβα αν με πίστεψε... Νομίζω με πίστεψε... Δεν έχει και πολύ σημασία εξάλλου...

Μου έκανε πολύ εντύπωση πως μέσα από μία εικόνα... Ο άνθρωπος δημιουργήσε μία ιστορία με άλλες εικόνες... Ακόμα και το ότι με είδε να πετάω το τσιγάρο μου... Και το πιο φοβερό από όλα για εμένα είναι... Ότι του ήρθε ο καπνός... Επέμενε ότι του ήρθε ο καπνός... Τόσο πολύ του δημιουργήθηκε αυτή η ψεύτικη πραγματικότητα... που ένιωσε τον καπνό στο πρόσωπό του...

Ίσως ο άνθρωπος θα έπρεπε να έχει γίνει ηθοποιός...



11/18/13

Έχεις κάτι δικό μου...



‘Εχεις κάτι δικό μου...
Δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά
και κανείς άλλος δεν μπορεί να το καταλάβει
εκτός από εμένα.
Αλλά εγώ το ξέρω και το νιώθω...
Έχεις κάτι από εμένα.
Για αυτό και όταν σε κοιτάζω
νιώθω πως μπορείς να με καταλάβεις
χωρίς να χρειάζεται να πω τίποτα παραπάνω.
Για αυτό και όταν με κοιτάζεις
σε νιώθω.

Εκείνες τις πτυχές σου που κρύβεις
τις βλέπω.
Εκείνες τις πλευρές σου που αρνείσαι
τις αισθάνομαι.

Και είναι οι δικές μου πτυχές
Και είναι οι δικές μου πλευρές
που κρύβεις και αρνείσαι
για αυτό τις βιώνω και τις αναγνωρίζω
γιατί κάποτε κι εγώ προσπάθησα
να τις κρύψω και να τις αρνηθώ.

Και ξέρω τι σε περιμένει
μέχρι να αποδεχτείς
αυτό που είσαι
και
αυτό που έχεις.

Και ξέρω πόσο δύσκολος είναι ο δρόμος της αποδοχής.

Και αυτός ο φόβος που σε περιτριγυρίζει
είναι ο δικός μου ο φόβος.
Και αυτός ο πόνος που σε περιβάλλει
είναι ο δικός μου ο πόνος.

Για αυτό
Χωρίς να το γνωρίζεις
Χωρίς να σε γνωρίζεις
Σε αγαπάω.

Και δεν χρειάζομαι τίποτα παραπάνω από αυτό.

Μου αρκεί η αγάπη.

Και δεν έχω ανάγκη τίποτα παραπάνω από αυτό.

Μου αρκείς εσύ.

Είσαι ανάμεσα στα πρόσωπα που σκέφτομαι να είναι καλά... Είσαι ανάμεσα στους ανθρώπους που εύχομαι για αυτούς ό,τι καλύτερο... Σε συμπαθώ τόσο απέραντα πολύ... Σε κουβαλάω τόσο ατελείωτα μαζί μου...

Γνωρίζω τι περνάς.

Και είμαι εδώ για εσένα
Χωρίς να σου το έχω δηλώσει ποτέ.

Αλλά είμαι εδώ
Και θα είμαι.

Για να μην φοβάσαι με τον φόβο.
Για να μην πονάς με τον πόνο.

Έχεις κάτι δικό μου...
Και σε αγαπάω
Για αυτό.

Έχεις όμως και πολλά δικά σου...
Και σε αγαπάω
Και για αυτά.

Έχεις κάτι δικό μου
Για αυτό (αλλά και για άλλα)
Χωρίς να το γνωρίζεις
Χωρίς να σε γνωρίζεις
Σε αγαπάω.

Με κάνει ευτυχισμένη
Απλά και μόνο το ότι υπάρχεις...

Έχεις κάτι δικό μου...
Και θα ευχόμουν να μην το είχες
Γιατί (εγώ πάνω από όλους) ξέρω αυτό το «κάτι»
Πόσο σε ταλαιπωρεί
Πόσο σε πιέζει
Πόσο σε περιορίζει
Πόσο σε καταπιέζει.

Αλλά από την στιγμή που το έχεις
το έχεις...
Και δεν μπορώ να κάνω εγώ κάτι
για αυτό...

Αν μπορούσα
θα σου το έπαιρνα
θα σου το έκλεβα
Για να νιώσεις καλύτερα
Για να φύγει το βάρος.
Αλλά δεν γίνεται...
Θα ζεις και θα ζήσεις με αυτό
Όπως κι εγώ...

Έχεις κάτι δικό μου...
Και αυτό το είδα από την πρώτη στιγμή και θα το βιώνω μέχρι την τελευταία.

Έχεις κάτι δικό μου...
Και κανείς δεν έχει κάτι δικό μου
Εκτός από εμένα.
Δεν ξέρω πώς γίνεται!
Εσύ!
Να έχεις κάτι δικό μου!
Αλλά το έχεις!
Και, ίσως, αυτό με έλκει περισσότερο σε εσένα...

Δεν ξέρω
Αν είναι το δικό μου
Ή το δικό σου
Κομμάτι
Που με τραβάει προς τα εσένα...
Αλλά με τραβάει...

Έχεις κάτι δικό μου...
Και σε νιώθω τόσο κοντά μου
Όσο κι αν εσύ προσπαθείς να μείνεις μακρυά
Όσο κι αν πιστεύεις πως απομακρύνεσαι.

Δεν υπάρχει καμία απόσταση μεταξύ μας.

Έχεις κάτι δικό μου...
Και σε τρομάζει ότι το ξέρω...

Στεκόμαστε σε άλλα σημεία...
Μα έχεις κάτι από εμένα...

Και θέλω να ξέρεις
Πως δεν υπάρχει τρόπος να κρυφτείς
Από εμένα
Και δεν χρειάζεται να κρυφτείς.

Σε αγαπάω.
Σε όλο το μέγεθος σου
Με όλες τις πλευρές και τις πτυχές σου
Δικές μου και δικές σου
Σε αγαπάω.

Έχεις κάτι δικό μου.
Έχω κάτι δικό σου.

Έχεις κάτι από εμένα.
Έχω κάτι από εσένα.

Και για αυτό δεν θα φύγω
Μέχρι να το νιώσεις κι εσύ.

Αυτό το «κάτι» που είναι δικό μας.

Που ανήκει μόνο σε εμάς.
Και που ο κόσμος γυρνάει
Και θα γυρνάει
Μέχρι να το ανακαλύψουμε.

Έχεις κάτι δικό μου...
Έχω κάτι δικό σου...

Και θα σε ευχαριστώ
Για αυτό το «κάτι»
Που έχεις και που είσαι...
Όλη μου την ζωή...

Έχεις κάτι δικό μου...
Δεν έχω ιδέα πώς βρέθηκε μέσα σε εσένα
Αλλά σε ευχαριστώ...
που το έχεις
Και που το κουβαλάς
Και που το προστατεύεις
Και που το αγαπάς.

Σε ευχαριστώ που με αγαπάς...
Χωρίς να το γνωρίζεις...

Απλά σε ευχαριστώ
Για αυτό το «κάτι»
Που έχεις εσύ μα κι όμως είναι δικό μου...
Που δεν μου ανήκει μα κι όμως είναι δικό μου...
Σε ευχαριστώ
Για αυτό το «κάτι»
Το δικό μου.

Έχεις κάτι δικό μου... που (κι όμως) είναι κάτι δικό σου...

Έχεις κάτι δικό μου...
Για αυτό (αλλά και για (όλα τα) άλλα)
Χωρίς να το γνωρίζεις
Χωρίς να σε γνωρίζεις
Σε αγαπάω.


11/16/13

Τα μάτια μου, τα δικά μου...



Άφησα πίσω τον εαυτό μου, ανέβηκα σε ένα λεωφορείο, έκλεισαν οι πόρτες, και ο οδηγός ξεκίνησε... Και κάθως έφευγε πρόλαβα να δω τα δικά μου μάτια να με αποχαιρετούν με ένα βλέμμα απόλυτης εγκατάλειψης...

«Πού πας χωρίς εμένα;» με ρωτούσα. «Γιατί με εγκαταλείπεις;»

Και εγώ στρέφοντας το κεφάλι μου προς τον οδηγό και μην κοιτάζοντας πια τον ίδιο τον εαυτό μου προσπάθησα να διώξω την ερώτηση από το θολό μυαλό μου... Μα η ερώτηση όσο κι αν την διώξεις μένει εκεί και σε στοιχειώνει μέχρι να δώσεις μια απάντηση που κάπως να σε ικανοποιεί…

Ταξίδευε το λεωφορείο. Κοίταζα εγώ μπροστά για να μη ζαλιστώ. Το συνηθίζω αυτό μέσα στα αυτοκίνητα. Το να ζαλίζομαι. Άνοιξα το παράθυρο για να μπαίνει αέρας. Πάντα με βοηθάει. Ο αέρας.

Καμία στάση δεν έκανε ο οδηγός. «Πού να πηγαίνει;» αναρωτήθηκα.

Γύρισα το κεφάλι μου πίσω μου. Κανένας επιβάτης. Μόνο εγώ. Περίεργο, σκέφτηκα. Πολύ περίεργο...

Γύρισα το κεφάλι μπροστά μου. Κανένας επιβάτης. Μόνο εγώ. Περίεργο, σκέφτηκα. Πολύ περίεργο...

Σε ένα λεωφορείο, μόνη μου, χωρίς καμία παρέα, χωρίς καν τον ίδιο μου τον εαυτό, να ταξιδεύω, μην ξέροντας για πού... μην ξέροντας γιατί... ταξιδεύοντας... ταξιδεύοντας... πηγαίνοντας προς τα εκεί που κανένας άλλος δεν πάει... ταξιδεύοντας... ταξιδεύοντας...

Πηγαίνοντας στο πίσω μέρος του λεωφορείου ψάχνωντας απεγνωσμένα για έναν ακόμα επιβάτη... κανένας... πουθενά... κανείς... όλες οι θέσεις άδειες... όλες κενές...

Πηγαίνοντας ξανά στο μπροστά μέρος του λεωφορείου, ανάμεσα στις άδειες, κενές, θέσεις, προς τον οδηγό να τον ρωτήσω πού πάμε... να πάρω κάποιο στοιχείο κατεύθυνσης ή προορισμού... Μα ούτε ο οδηγός δεν είναι εκεί...

Πριν λίγο ήταν εκεί ή μήπως νόμισα πως ήταν εκεί; Νόμιζα πως κάποιος οδηγούσε... Μα τώρα ακόμα και η θέση του οδηγού είναι κενή... Με έκπληξη παρακολουθώ το λεωφορείο να πηγαίνει μόνο του λίγο άτσαλα... και να συνεχίζει να πηγαίνει την άγαρμπη πορεία του χωρίς να το οδηγεί κανείς...

Πανικόβλητη πηγαινοέρχομαι μήπως κάποιος κάπου εμφανιστεί μα πουθενά κανείς...

Μόνο εγώ.
Μόνο εγώ χωρίς τον εαυτό μου.
Μόνο εγώ.

Σαν υστερική να πηγαίνω πάνω κάτω, πάνω κάτω, μην ξέροντας τι άλλο μπορώ να κάνω.

Βλαστημώντας που δεν έχω δίπλωμα οδήγησης, που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα να μάθω να οδηγώ ούτε ένα απλό αυτοκίνητο πόσο μάλλον ένα λεωφορείο...

Τι να κάνω; Και να κάτσω στο τιμόνι τι μπορώ να κάνω; Δεν έχω ιδέα τι πρέπει να κάνω. Όχι επειδή είμαι γυναίκα (άλλο κι αυτό... να πιστεύουν πως οι γυναίκες οδηγοί είναι χειρότεροι από τους άντρες οδηγούς... ως επιβάτης που δεν ζαλίζεται μόνο όταν βρίσκεται σε όχημα ενός καλού οδηγού, μπορώ να πω με σιγουριά πως ο καλός οδηγός είναι καλός οδηγός ανεξάρτητα από το αν είναι άντρας ή γυναίκα...) αλλά επειδή δεν έμαθα ποτέ. Και δεν είναι δυνατόν να κάνεις πράξη κάτι που δεν έχεις μάθει ούτε στην θεωρία.

Να κοιτάζω το τιμόνι και να μου φαίνεται το πιο τρομαχτικό πράγμα στον κόσμο.

Όλα εύκολα είναι όταν τα κάνουν οι άλλοι. Μα όταν έρχεται η σειρά μας τίποτα δεν είναι τόσο εύκολο.

Κάθομαι στην θέση του οδηγού... δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουν τα πόδια μου, πώς να πατήσουν τι, δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουν τα χέρια μου, πώς να στρίψουν τι. Αλλά η μόνη μου ελπίδα να επιβιώσω είναι να πάρω το τιμόνι στα χέρια μου και να κάνω ό, τι καταλαβαίνω. Να το στρίψω όπως να’ ναι, όπου να’ ναι...

Γιατί κανείς δεν με έμαθε να οδηγώ;
Γιατί κανείς δεν μου έδωσε τα εφόδια για να οδηγήσω;
Γιατί εγώ δεν έμαθα να οδηγώ;

Τι μπορεί να κάνει ένα τιμόνι μέσα σε χέρια που δεν γνωρίζουν να το χειριστούν;

Παρακολουθώ με τρόμο το λεωφορείο να πηγαίνει και να πηγαίνει...

Ευτυχώς ο δρόμος είναι ευθεία χωρίς εμπόδια. Όσο δεν βρίσκω εμπόδια μπροστά μου μου επιτρέπεται απλά να το αφήσω να πηγαίνει και να πηγαίνει...

Αλλά τι θα κάνω στο πρώτο εμπόδιο που θα συναντήσω;

Ακόμα κι αν είναι το πιο απλό εμποδιάκι του κόσμου δεν θα μου είναι δυνατόν να το ξεπεράσω...

Πόσο τρέμω στο να εμφανιστεί και το πιο μικρό πετραδάκι του κόσμου μπροστά μου;!

Πόσο απροετοίμαστη νιώθω!

Πιάνω το τιμόνι δειλά και δοκιμάζω... λίγο δεξιά λίγο αριστερά...

Τουλάχιστον, για να προσπαθήσω να μην με γκρεμίσει το πιο μικρό εμποδιάκι του κόσμου.

Τώρα που το σκέφτομαι ευτυχώς δεν έχω επιβάτες. Αν είχα επιβάτες θα τους ταλαιπωρούσα κι αυτούς μαζί μου.

Ευτυχώς, που είμαι μόνη μου...

Μα τον έαυτό μου;

Αυτόν ίσως και να έπρεπε να τον έχω μαζί μου... Ίσως αν τον είχα μαζί μου να ήξερε εκείνος να πάρει το τιμόνι...

Ίσως...

Αλλά, όχι, ούτε εκείνος θα ήξερε... Το ίδιο απεγνωσμένος θα ήταν με εμένα...

Απλά...

Έχω την αίσθηση πως θα ήμουν πιο δυνατή και πιο σίγουρη αν τον είχα μαζί μου...

Και σαν από θαύμα...

Ξέρω, ακριβώς, τι πρέπει να κάνω...

Αφήνω το τιμόνι... Πατάω το κουμπί, αυτό το κόκκινο στρογγυλό κουμπάκι που βρίσκεται κοντά στα τρία άλλα, που ανοίγει την πόρτα... την μπροστινή... Η ταχύτητα δεν είναι και τόσο μεγάλη... Σηκώνομαι... Πατάω και τα υπόλοιπα κουμπιά, να ανοίξουν όλες οι πόρτες... Και ο αέρας μπαίνει με δύναμη... Και το λεωφορείο τρέχει με ταχύτητα... Ούτε που ξέρω πώς βρέθηκα εδώ... Τι κι αν οι άλλοι οδηγούν λεωφορείο; Τι κι αν οι άλλοι γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν με το τιμόνι; Ή δεν γνωρίζουν αλλά απλά κάνουν ότι γνωρίζουν αδιαφορώντας για τα ατυχήματα που προκαλούν γύρω τους; Τι κι αν οι άλλοι δεν ενδιαφέρονται αν τους έμαθαν να οδηγούν... και θεωρούν αυτονόητο... πως αφού τους έδωσαν ένα τιμόνι πρέπει να τα βγάλουν πέρα με αυτό; Εγώ δεν θέλω να τα βγάλω πέρα έτσι... Στραβά κουτσά... Πατώντας περαστικούς... Χτυπώντας αδέσποτα... Και βάζοντας σε κίνδυνο εμένα και τους άλλους... Δεν με ενδιαφέρει αυτό το ταξίδι... Ποτέ δεν με ενδιέφερε... Αυτό το παράλογο... Να πρέπει απλά να τα βγάλω πέρα... Μην έχοντας ιδέα τι να κάνω... Περπάτησα πάνω κάτω... Κοιτάζοντας τις ανοιχτές πόρτες... Μην μπορώντας να επιλέξω... Βρέθηκα ξανά στην μπροστινή ανοιχτή πόρτα... Από εδώ θα είναι πιο δύσκολο... Είναι πιο μικρή... Πιο στενή... Αποφασίζω να πάω στην δεύτερη, που είναι μία από τις κεντρικές... Έτσι κι αλλιώς, καμιά φορά, δεν έχει σημασία ποια πόρτα θα επιλέξεις... Καμιά φορά, όλες οι πόρτες σε οδηγούν στον ίδιο δρόμο απλά εσύ δεν το γνωρίζεις... Πήρα μια ανάσα, ένιωσα τον αέρα και πήδηξα στο κενό... Κατρακύλησα πρώτα στο τσιμέντο... και μετά στα χορτάρια λίγο πιο πέρα... Τραυματίστηκα λιγάκι... Ευτυχώς, όχι πολύ... Γρατζουνίστηκα... Στα χέρια μου... Και στα γόνατά μου... και χτύπησα και λίγο στην πλάτη μου... Όχι, όμως στο κεφάλι μου... Αυτό κατάφερα να το προστατεύσω... Άφησα το λεωφορείο να φεύγει χωρίς εμένα... Άδειο... Και, προς μεγάλη μου έκπληξη, δεν ένιωθα απόλυτη εγκατάλειψη... Ένιωθα απόλυτη ανακούφιση... Σηκώθηκα... Και ήξερα ακριβώς τι πρέπει να κάνω... Μα δεν είναι το λεωφορείο που έχει σημασία!!! Εγώ είμαι! Άρχισα να περπατάω προς τα πίσω... και ήξερα πως και εκείνος θα περπατάει προς τα εμένα... Θα συναντηθούμε κάπου στην μέση της διαδρομής ... Δεν έπρεπε από την αρχή να σε έχω αφήσει... Δεν έχω ιδέα πως μου ήρθε αυτή η ιδέα! Να μπω σε ένα λεωφορείο!!! Ίσως είναι που έβλεπα όλους τους άλλους να μπαίνουν σε ένα λεωφορείο και να προχωράνε πιο γρήγορα από εμένα... Ακόμα και στραβά κουτσά... Αλλά εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό, Εαυτέ μου... Δεν γίνεται... Δεν γίνεται να σε θυσιάσω έτσι απλά... Μου είναι αδύνατον να σε αφήσω έτσι... Δεν μπορώ να προχωρήσω χωρίς εσένα... Και δεν με νοιάζει να πάω όλο τον δρόμο περπατητά αν χρειαστεί... Αρκεί να σε έχω μαζί μου... Δεν με νοιάζει να κάνω ακόμα και μισό βήμα... Αρκεί να είναι μαζί σου... Αρκεί να μην είναι στραβό... Αρκεί να μην είναι κουτσό... Αρκεί να είναι ανθρώπινο και αληθινό...

Και ανάμεσα σε άλλα λεωφορεία... που πήγαιναν στραβά κουτσά... που συγκρούονταν μεταξύ τους... που οι οδηγοί τσακώνονταν μεταξύ τους χωρίς να καταλαβαίνουν πως δεν ευθύνονται απαραίτητα μόνο αυτοί για την κατάσταση που επικρατεί... Ανάμεσα σε χαμένους θλιμμένους εαυτούς που περιμένουν σε θλιμμένες χαμένες στάσεις τους οδηγούς που υπεροπτικά επέλεξαν να τους αφήσουν για να προχωρήσουν... Ανάμεσα σε τραυματισμένους εαυτούς που χτύπησαν τα τρελαμένα λεωφορεία των αγχωμένων οδηγών... Σε μια γενικότερη ατμόσφαιρα πανικού και χάους... (όσο ήμουν μέσα στο λεωφορείο ήμουν τόσο εστιασμένη μέσα στο δικό μου αδιέξοδο και δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να αντιληφθώ το πόσο είναι το μέγεθος του παραλόγου)... Αποφεύγωντας τις ρόδες και τα οχήματα... των δυστυχισμένων, απογοητευμένων, αγανακτισμένων, απεγνωσμένων, οδηγών...

Άρχισα να περπατάω προς τα εμένα...

Και όταν είδα τα μάτια μου... Ήξερα πως είναι τα δικά μου...

Και φώναζοντας «Συγνώμη» στον έαυτό μου (γιατί τον άφησα πίσω αντί να τον αφήσω να με τραβήξει μπροστά) με όλη την δύναμη της ψυχής μου έτρεξα να τον αγκαλιάζω...

Και εκείνη την στιγμή της αγκαλιάς, της σύνδεσης, της συνάντησης... Ήξερα πως δεν έχω ανάγκη κανένα τιμόνι και κανένα λεωφορείο... Μόνο εμένα έχω ανάγκη για να συνεχίζω...

(Εγώ είμαι το τιμόνι του έαυτού μου!)

Και αυτό είναι αρκετό... Και συνεχίσαμε τον υπόλοιπο δρόμο μαζί... Ήταν περίεργα μέχρι να γνωριστούμε... Ήταν πανέμορφα όταν γνωριστήκαμε... Και ήταν υπέροχα όταν τα καταφέραμε να συνεχίσουμε μαζί...

(Εγώ είμαι το τιμόνι του έαυτού μου!)

Είχα το θάρρος να πιάσω το τιμόνι και να με γυρίσω προς τα εμένα. Και δεν χρειάζεται δίπλωμα οδήγησης για αυτό. Το μόνο που χρειάζεται είναι επαφή. Επαφή με αυτό που νιώθεις. Επαφή με αυτό που σκέφτεσαι. Επαφή με αυτό που συμβαίνει. Και, κυρίως, επαφή με το πραγματικό σου όχημα. Τον Έαυτό σου.

(Εγώ είμαι το τιμόνι του έαυτού μου! Και ο έαυτός μου είναι το όχημα! Ή ο έαυτός μου είναι το τιμόνι και εγω το όχημα! Ή, ακόμα καλύτερα, εγώ και ο έαυτός μου είμαστε και τιμόνι και όχημα μαζί! Δεν μπορείς να μας διαχωρίσεις!)

Αυτός είναι ο πιο εύκολος δρόμος... και ο πιο ανώδυνος...

Αυτός που βλέπω...

Με...

Τα μάτια μου, τα δικά μου...


11/13/13

Να ζεις ή να μην ζεις;



Να ζεις. Και δεν υπάρχει «ή».


11/12/13

Γρήγορο - Αργό



Γενικά διαβάζω γρήγορα... Αλλά σήμερα θα διαβάσω αργά... Γενικά περπατάω γρήγορα... Αλλά σήμερα θα περπατήσω αργά... Γενικά αναπνέω γρήγορα... Αλλά σήμερα θα αναπνεύσω αργά... Θα μειώσω λίγο την ταχύτητα, να αλλάξει λίγο και ο ρυθμός, μήπως αλλάξει και η μελωδία...

Νιώθω πως η σημερινή ημέρα μου επιβάλλει το αργό για να γυρίσω αύριο πάλι στο γρήγορο...


11/11/13

Ό, τι κι αν σου πουν...



Ό,τι κι αν σου πουν για εμένα είναι ψέματα.

Μην τους πιστέψεις.
Μην τους ακούσεις.
Μην επηρεαστείς από αυτούς.

Αυτοί συνηθίζουν να μιλάνε χωρίς να γνωρίζουν.

Λένε για να λένε... υποστηρίζουν για να υποστηρίξουν, κουτσομπολεύουν για να κουτσομπολεύσουν, υπονομεύουν για να υπονομεύσουν...

Αν θέλεις να μάθεις κάτι για εμένα, ο μόνος τρόπος για να το μάθεις, είναι να με ρωτήσεις.

Τίποτα άλλο δεν θα σε κάνει να καταλάβεις. Τίποτα άλλο δεν θα σε φέρει κοντά μου.

Εκτός... Εκτός αν προτιμάς τις αποστάσεις. Εκτός αν δεν θέλεις να με μάθεις. Αν δεν σε ενδιαφέρω εγώ αλλά σε ενδιαφέρει αυτό που θα φτιάξει το μυαλό σου με βάση τα λόγια των άλλων ή με βάση τις ανάγκες τις δικές σου ή με βάση οτιδήποτε άλλο έξω από εμένα. Οφείλω να σου υπενθυμίσω... δεν υπάρχει τίποτα να μάθεις έξω από εμένα για εμένα. Όσα υπάρχουν να μάθεις για εμένα, υπάρχουν εδώ. Μέσα. Μέσα στο μυαλό μου, κυρίως, μέσα στο μυαλό μου. Και μετά μέσα στην καρδιά μου. Αλλά εκεί έξω... δεν υπάρχω εγώ. Πουθενά. Δεν θα με βρεις μέσα στους ανθρώπους. Δεν μοιάζω με αυτούς. Δεν διαφέρω από αυτούς. Δεν βρίσκομαι μέσα σε αυτούς. Οι άνθρωποι με προσπερνάνε. Νομίζουν πως κάτι έμαθαν ή κατάλαβαν για εμένα. Αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα. Τίποτα απολύτως. Βέβαια, ίσως να κάνω κι εγώ το ίδιο με αυτούς. Δεν έχεις άδικο. Μπορεί. Μπορεί να το κάνω. Μπορεί να το κάνουμε όλοι. Για αυτό, όμως, προσπαθώ να προλάβω τις καταστάσεις και να σου τονίσω πως αν ενδιαφέρεσαι για κάτι παραπάνω σε σχέση με εμένα, έλα σε εμένα. Είναι ο πιο εύκολος δρόμος επικοινωνίας. Ο άμεσος. Ο απλός.

Οι άνθρωποι με έχουν απογοητεύσει.
Φαντάζομαι και εσένα.

Και οι σχέσεις με έχουν απογοητεύσει.
Φαντάζομαι και εσένα.

Αλλά δεν με έχεις απογοητεύσει εσύ.
Δεν με έχει απογοητεύσει η σχέση μου μαζί σου.

Αυτό κρατάω.
Αυτό θυμάμαι.

Κι αυτό μου δίνει δύναμη να συνεχίζω.

Αφού, λοιπόν, δεν με έχεις απογοητεύσει και δεν σε έχω απογοητεύσει, τουλάχιστον όχι ακόμα, θέλω να προσπαθήσω να πάμε σε ένα παραπάνω (ή παρακάτω) επίπεδο την σχέση μας. Δεν θέλω να είμαστε όπως όλοι οι άλλοι. Θέλω να βγάλουμε τους άλλους από την σχέση μας. Τα λόγια των άλλων, οι πράξεις των άλλων, ανήκουν στους άλλους όχι σε εμάς. Και η δική μας σχέση αφορά μόνο εμάς. Και η δική μας ζωή αφορά μόνο εμάς. Οι αδυναμίες μας είναι αυτές που μας στρέφουν στους άλλους. Ζητάμε, ζητάμε, όλο ζητάμε. Επιβεβαιώσεις, μπράβο, και συγχαρητήρια. Και όταν αυτά δεν έρχονται νομίζουμε πως αυτό κάτι σημαίνει. Αλλά δεν βγαίνει κανένα συμπέρασμα ούτε από τις «ζητοκραυγές» ούτε από τα «θαψίματα». Κόλακες και προδότες. Προδότες και κόλακες. Άλλοι σε καίνε στην πυρά και άλλοι χειροκροτάνε. (Από αυτούς...) Όλοι είναι εχθροί σου. Κι αυτοί που βλέπουν, κι αυτοί που ακούν, κι αυτοί που σε έφεραν μέχρι εκεί, κι αυτοί που σε έδεσαν, κι αυτοί που σε έκαψαν. Αυτοί που χειροκροτάνε όμως... ίσως... είναι οι χειρότεροι, φίλε μου. Αυτοί που χειροκροτάνε. Να τους φοβάσαι. Όπως και αυτούς που παρατηρούν και δεν μιλάνε, αυτούς που βλέπουν και σιωπούν... που διαφωνούν και, όμως, δεν αντιδρούν... Και αυτούς... Να τους θυμάσαι.

Τίποτα μην εμπιστεύεσαι. Τίποτα και κανέναν.
Εγώ εμπιστεύομαι εμένα και εσένα.
Αυτό είναι όλο.
Μέχρι εκεί φτάνει η εμπιστοσύνη μου.
Και είμαι τυχερή που εμπιστεύομαι κι άλλον έναν εκτός από τον ίδιο τον εαυτό μου.
Πόσα ευχαριστώ είπα στην ζωή για εσένα ούτε που ξέρω.
Σταμάτησα να μετράω.
Και καλά έκανα που σταμάτησα γιατί δεν έχουν νόημα πια οι αριθμοί.
Τίποτα δεν έχει νόημα πια.

Μόνο εσύ. Και εγώ.

Μόνο εμείς.

Μόνο εκεί βρίσκω το νόημα.

(Και ευχόμαι εμείς να σταθούμε δυνατοί και να μην συμπεριφερθούμε όπως οι υπόλοιποι... Εύχομαι να μην μας νικήσουν οι αδυναμίες μας... και να βάλουμε την αγάπη πάνω από τον εγωισμό... και την σχέση μας πάνω από εμάς...)




11/10/13

Ο αγώνας



Όλοι ξεκινάμε και όλοι τερματίζουμε στον αγώνα τρεξίματος της ζωής... Και υπάρχουν μετάλλια για όλους... Και για αυτούς που πήγαν όλο τον δρόμο τρέχοντας και για αυτούς που μια έτρεχαν και μια περπατούσαν ανάλογα με τις δυνάμεις τους και για αυτούς που κουράστηκαν και πήγαν όλο τον δρόμο περπατώντας, με αργό ή γρήγορο περπάτημα, και για αυτούς που σταμάτησαν κάπου και αποφάσισαν να αλλάξουν κατεύθυνση και για αυτούς που κάθισαν κάτω σε ένα σημείο και αποφάσισαν να μείνουν εκεί και για αυτούς που, κάπου κάπου, έπεσαν... και για αυτούς που, κάπου κάπου, τραυματίστηκαν... και για αυτούς... και για αυτούς... και για αυτούς... και για όλους... Γιατί το ωραίο με αυτόν τον αγώνα είναι πως μπορεί να έχει γραμμή εκκίνησης και γραμμή τερματισμού... μα η διαδρομή δεν είναι ίδια για όλους... και άλλος πάει από το βουνά και άλλος από τα ποτάμια... και άλλος περνάει γέφυρες και άλλος σκαρφαλώνει τοίχους... και άλλος μαζεύει πετραδάκια και άλλος κοχύλια... και άλλος κολυμπάει με τα ψάρια και άλλος πετάει με τα πουλιά... μα όλοι μα όλοι μα όλοι... τρέχουμε μαζί... την διαφορετική μας διαδρομή... στον ίδιο δρόμο και στον ίδιο αγώνα... χωρίς νούμερα και χωρίς αριθμούς... Σαν άνθρωποι... Με τα διαφορετικά μας ονόματα... μα με τα κοινά μας στοιχεία... που ανάμεσα στα τέσσερα στοιχεία της Φύσης, λάμπουν και ξεχωρίζουν... Και κάπου εκεί μεταξύ φωτιάς και νερού, μεταξύ αέρα και γης... Η ανθρωπιά μας και η αγάπη μας φωτίζει, κυλάει, αναπνέει και φυτρώνει...


11/9/13

Πώς θα συνεχίσω;



Έχει σημασία να είναι αληθινό.
Αυτό που συμβαίνει, έχει σημασία πραγματικά να συμβαίνει.
Αυτό που υπάρχει, έχει σημασία πραγματικά να υπάρχει.
Πότε γεννήθηκε αυτή η απεγνωσμένη ανάγκη μου για το απτό δεν το κατάλαβα.
Ίσως βαρέθηκα να ζω στις καταστάσεις του μυαλού μου.
Αν και αγαπάω τόσο πολύ την φαντασία... δεν αντέχω πια να καταπίνει την πραγματικότητα.
Ή ίσως κουράστηκα από τις ζωντανές καταστάσεις που έγιναν καπνός.
Αν και λατρεύω την πραγματικότητα δεν αντέχω πια να σκοτώνει την φαντασία.
Εξάλλου, δεν πιστεύω ότι πρέπει να επιλέξω ανάμεσα στα δύο.
Μπορεί αυτοί οι δύο δρόμοι κάπου να ενώνονται.
Φαντασία και πραγματικότητα μπορούν να γίνουν ένα.
Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν μπορώ να παραιτηθώ από την πραγματικότητα.
Την έχω ανάγκη.
Την χρειάζομαι για να συνεχίσω.
Ούτε μπορώ να αφήσω την φαντασία.
Αυτά που πρέπει να αφήσω είναι εκείνα τα σημεία της φαντασίας που μου απαγορεύουν να ζήσω και εκείνα τα σημεία της πραγματικότητας που μου απαγορεύουν να φαντάζομαι.


11/8/13

Ζω;



Ζω στο κεφάλι μου... Ο κόσμος της φαντασίας μου έχει περισσότερο ενδιαφέρον από τον πραγματικό κόσμο... Όμως πρέπει να αρχίσω να πατάω στη γη χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να θυσιάσω τα φανταστικά μου εδάφη, τους φανταστικούς μου ουρανούς. Απλά πρέπει να σταματήσω να ζω μόνο εκεί. Δεν μου κάνει καλό. Πρέπει να βρω τρόπο να αποχτήσω επαφή με την πραγματικότητα. Απλά φοβάμαι τον πόνο με τον οποίο επιβάλλεται να έρθω αντιμέτωπη. Δημιούργησα τους φανταστικούς μου κόσμους... Για αυτόν τον λόγο. Για να μην πονάω. Και ξέρω πως αν ανοίξω την πόρτα της πραγματικότητας ο πόνος είναι ο πρώτος που θα με επισκεφτεί. Όμως δεν γίνεται αλλιώς. Δεν είναι δυνατόν να ζω μόνο μέσα στο κεφάλι μου. Δεν μπορώ να υπάρχω μόνο στις σκέψεις μου και μόνο στα όνειρά μου. Δεν θέλω να καταστρέψω τις σκέψεις. Δεν θέλω να σκοτώσω τα όνειρα. Θέλω και τα όνειρα και τις σκέψεις. Θέλω όμως και την αληθινή ζωή. Αυτήν που συμβαίνει τώρα εδώ. Θέλω να έχω την επιλογή. Να ζω και εδώ και εκεί. Να μπορώ να επιλέγω κάθε στιγμή. Τώρα φοβάμαι. Πως αν γυρίσω στην πραγματικότητα θα χάσω την φαντασία. Μα ο άνθρωπος που ζει και εδώ και εκεί είναι ο πραγματικά γενναίος. Και δεν θέλω να είμαι δειλή. Δεν θέλω να είμαι μόνο φανταστικά γενναία. Δεν θέλω να βρίσκομαι μόνο εκεί. Να αναπνέω και να εξελίσσομαι μόνο φανταστικά... Πρέπει να βρω τρόπο να αναπνεύσω με τους πραγματικούς ανθρώπους... Σε αυτόν τον κόσμο... Και δεν είναι καθόλου εύκολο... Εδώ τίποτα δεν με εκφράζει... Τίποτα δεν με αγγίζει... Τίποτα δεν με συγκινεί... Και εγώ έχω ανάγκη από αυτά που μας εκφράζουν και μας αγγίζουν και μας συγκινούν... Αλλά αν δεν υπάρχει πραγματικότητα δεν υπάρχει και φαντασία... Αν αφήσω να μου γλιστρίσει η πραγματικότητα μαζί της θα γλιστρίσει και η φαντασία... Αν καταστραφεί ο πραγματικός κόσμος δεν θα υπάρχει και ο φανταστικός... Το σώμα μου εδώ κατοικεί. Και αν δεν υπάρχει φαντασία δεν υπάρχει πραγματικότητα. Αν καταστραφεί ο φανταστικός μου κόσμος δεν θα έχει κανένα νόημα ο πραγματικός. Η ψυχή εκεί κατοικεί. Το φανταστικό μου σώμα εκεί κινείται. Πώς θα καταφέρω να τους έχω και τους δύο κόσμους; Να τους ζω; Να υπάρχω και εδώ και εκεί; Δεν ξέρω. Ξέρω μόνο τι θέλω. Ξέρω και τι θα έπρεπε. Δεν γίνεται να κατοικείς μόνο στον φανταστικό κόσμο. Αυτό σε απομακρύνει από τους ανθρώπους και τα αντικείμενα. Σε απομακρύνει ακόμα και από την αλήθεια. Βέβαια, μπορείς να δημιουργήσεις την φανταστική αλήθεια... μα πώς θα επιβιώσει χωρίς την πραγματική αλήθεια; Χρειάζονται και οι δύο αλήθειες. Για να δημιουργήσω την φανταστική αλήθεια πρέπει να έχω ζήσει ή να έχω αισθανθεί την αληθινή αλήθεια... Ή ακόμα και αν δεν την έχω ζήσει ή αισθανθεί να προσπαθώ να την ζήσω και να την αισθανθώ στον αληθινό κόσμο... Αυτή η προσπάθεια είναι που με διδάσκει πώς να χτίσω και την φανταστική μου αλήθεια. Έτσι ώστε να είναι μια γερή αλήθεια και αυτή. Να μην είναι έτοιμη να γκρεμιστεί. Είναι αφόρητο το αίσθημα του να μην αντέχεις την αληθεια. Την αληθινή αλήθεια. Την ανθρώπινη αληθινή αλήθεια. Πρέπει να μεγαλώσω... Πρέπει να έχω το θάρρος να κοιτάξω την πραγματικότητα... για να ζήσω ακόμα πιο βαθιά στην φαντασία...


11/7/13

Από εκείνη την στιγμή...



Από την στιγμή που θα πας μπροστά τίποτα πια δεν θα είναι ίδιο. Το ξέρεις. Είναι και ένας από τους λόγους που καθυστερείς. Καθυστερείς να προχωρήσεις. Δεν είναι ο φόβος. Δεν είναι το άγχος. Δεν είναι η ανασφάλεια. Είναι η σιγουριά. Ότι από την στιγμή που θα κάνεις το βήμα, αυτό το συγκεκριμένο βήμα, αφήνεις πίσω σου όλα εκείνα που είναι ήδη πίσω σου αλλά εσύ τα τραβάς απεγνωσμένα για να νιώθεις ακόμα ένα κομμάτι τους, για να τα νιώθεις δίπλα σου. Ξεχειλώνεις το παρελθόν για να το φτάσεις μέχρι το παρόν σου. Δεν είσαι έτοιμος να ανοίξεις τα δάχτυλά σου και απλά να το ελευθερώσεις. Όμως εκείνο δεν είναι εδώ. Εσύ είσαι εδώ. Και η πραγματικότητά σου είναι η πραγματικότητά σου. Αυτό που νιώθεις, αυτό που νιώθεις. Αυτό που σκέφτεσαι, αυτό σκέφτεσαι. Και αυτά που δεν θέλεις να αποδεχτείς... ισχύουν, είτε τα δέχεσαι είτε όχι, είτε τα παραδέχεσαι είτε όχι. Η αλήθεια σου, είναι η αλήθεια σου. Και είναι φοβερό ότι έφτασες στο σημείο να μην φοβάσαι πια. Ούτε τον χρόνο. Ούτε κανέναν. Αλλά δεν κάνεις το βήμα. Γιατί ένα κομμάτι του έαυτού σου δεν αντέχει να σκοτώσει αυτό που έχει ήδη σκοτωθεί. Δεν υπάρχει πια εκείνος ο έρωτας. Και εκείνο το όνειρο πνίγηκε. Δεν υπάρχει πια εκείνος ο στόχος. Και εκείνη η αγάπη πόνεσε. Δεν υπάρχει πια εκείνος, εκείνη, εκείνο. Υπάρχει αυτός, αυτή, αυτό. Δεν υπάρχει πια το εκεί. Υπάρχει το εδώ. Ήρθε η ώρα σου να αφήσεις τα πράγματα να γίνουν. Να πάνε όπως ήταν να πάνε εδώ και καιρό... Κι αν αφεθείς... Στο να γίνουν τα πράγματα... Αν δεν πιέσεις τις καταστάσεις... Αν δεν καταπιέσεις τα συναισθήματα... Θα δεις... πως μέχρι να σκεφτείς να πάρεις την απόφαση να κάνεις το βήμα... Θα το έχεις ήδη κάνει. Χωρίς να το καταλάβεις. Το πόδι σου θα έχει προχωρήσει... Το σώμα σου θα έχει κινηθεί. Αυτό ήταν όλο που έπρεπε να κάνεις. Αυτό ήταν όλο που έπρεπε να γίνει. Να αφεθείς. Στην σκληρή μα αληθινή πραγματικότητα.


11/6/13

Σήματα



Ξύπνησα, πρωί πρωί, να βάλω πινακίδες στον δρόμο σου να μην χαθείς και έτσι όπως περπατούσα μου φάνηκε πιο όμορφος ο δρόμος σου έτσι όπως είναι, χωρίς πινακίδες, και αποφάσισα πως είναι κρίμα να τον πειράξω εξαιτίας της δικής μου ανασφάλειας. Θα τον βρεις τον δρόμο σου. Έτσι όπως επιλέξεις να τον βρεις. Με πινακίδες ή χωρίς. Έτρεξα στον δικό μου δρόμο γιατί με έπιασε όρεξη να τον περπατήσω και μου είχες βγάλει όλες τις πινακίδες μου, αυτές που είχα φτιάξει με τόσο κόπο, γιατί εσύ δεν μπόρεσες να νικήσεις την δική σου ανασφάλεια, γιατί ήθελες να κάνεις τον δρόμο μου ίδιο με τον δικό σου (και εγώ το θέλησα αυτό για ένα ανθρώπινο λανθασμένο λίγο), γιατί δεν μπόρεσες να με εμπιστευτείς πως θα βρω τον δρόμο μου όπως επιλέξω να τον βρω, γιατί, γιατί, γιατί... Ανάμεσα στα πεταμένα κατεστραμμένα σήματα μου έκανες σήμα να σε ακολουθήσω. Μα εγώ δεν σε ακολούθησα. Σου φώναξα να πας στον δρόμο σου και έμεινα στον δικό μου. Άρχισα να μαζεύω τα σήματά μου. Τα είχα ανάγκη αυτά τα σήματα. Σχεδόν όσο είχα ανάγκη και εσένα...


11/5/13

Ευτυχισμένος;



- Είσαι ευτυχισμένος;

- Όχι.

- Ήσουν κάποτε ευτυχισμένος;

- Ναι.

- Πότε ήσουν ευτυχισμένος;

- Τότε, τότε και τότε.

- Ωραία. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να μετατρέψεις το "Τότε, τότε και τότε" σε "Τώρα, τώρα και τώρα" και θα νιώσεις και πάλι ευτυχισμένος...

- Κι αν δεν νιώσω ευτυχισμένος;

- Τότε θα πρέπει να βρεις άλλο "Τώρα".


11/4/13

Οι λέξεις του χθες



Και στην προσπάθειά μου να βάλω μία τάξη στο χάος... ανακάλυψα κείμενα εδώ και εκεί και παραπέρα... Σκόρπια... Άλλα μισοτελειωμένα... Άλλα ολοκληρωμένα... Άλλα απλά αρχινισμένα... Όλα... Ξεχασμένα... Ή μισοξεχασμένα...

Λέξεις που γράφτηκαν στο χθες, στο όποιο χθες, το κοντινό ή το μακρινό, σε διάφορα σημεία για διάφορους λόγους...

Λέξεις που διαβάζονται στο σήμερα, στο όποιο σήμερα, το σημερινό ή το αυριανό, σε διάφορα σημεία με διάφορους τρόπους...

Κάπου κάπου... συμφωνώ... Κάπου κάπου... διαφωνώ... Μου συμβαίνει συχνά αυτό με τον έαυτό μου... Άλλα με εκφράζουν περισσότερο άλλα λιγότερο... Μα όλα τα αγαπάω και τα αποδέχομαι... Γιατί είναι κείμενα-κομμάτια δικά μου...

Θα γεμίσω, λοιπόν, με λέξεις του χθες για να βρω τις λέξεις του σήμερα...

Για αυτό και αυτός ο χρόνος του τώρα θα έχει μισή γεύση από το πριν και μισή από το μετά... Δεν έχει σημασία τι ανήκει πού... αφού όλα ανακατεμένα μέσα μου κάποτε υπήρξαν ή κάποτε θα υπάρξουν...

Αφού όλα μέσα μου, υπάρχουν...

Τα κείμενα του χθες, κομμάτια του σήμερα...
Τα κομμάτια του χθες, κείμενα του σήμερα...

Και όλα κείμενα-κομμάτια του αύριο...


10/21/13

Απόρριψη - Αποδοχή



Απόρριψη


Πόσες φορές κοίταξες την λίστα με τα ονόματα και το όνομά σου δεν ήταν ανάμεσα σε αυτά;

Πόσες φορές αυτά που έγραψες δεν ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές εξετάσεις;
Πόσες φορές αυτά που είπες δεν ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές συνεντεύξεις;
Πόσες φορές αυτά που έκανες δεν ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές καταστάσεις;

Πόσες φορές αυτά που έγραψες ή αυτά που είπες ή αυτά που έκανες απλά δεν ήταν αρκετά καλά;

Πόσες φορές κάποιο εξωτερικό χαραχτηριστικό σου δεν ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Ήσουν πολύ ψηλός, ή πολύ παχύς, ή πολύ κοντός ή πολύ αδύνατος ή πολύ «κάτι» για τα δικά τους δεδομένα...
Πόσες φορές κάποιο εσωτερικό χαραχτηριστικό σου δεν ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Ήσουν πολύ καλός ή πολύ ηθικός ή πολύ ευαίσθητος ή πολύ δίκαιος ή πολύ «κάτι» για τα δικά τους δεδομένα...
Πόσες φορές κάποιο εξωτερικό ή εσωτερικό σου χαραχτηριστικό δεν ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Ήσουν πολύ έτσι ή πολύ αλλιώς ή πολύ λίγοτερος ή πολύ περισσότερος ή πολύ «κάπως» για τα δικά τους δεδομένα...

Πόσες φορές αυτό που ήσουν, για κάτι ή για κάπου ή για κάποιους, απλά δεν ήταν αρκετά καλό;

Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Φύγε.»;
Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Δεν ενδιαφέρομαι για εσένα.»; Ή ακόμα χειρότερα...
Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Δεν σε αγαπώ.»;

Πόσες φορές κάποιος σου είπε κάτι που δήλωνε ότι δεν σε ήθελε;

Πόσες φορές κάποιος φίλος επέλεξε να γίνει εχθρός;
Πόσες φορές κάποιος εραστής επέλεξε να γίνει μόνο φίλος;
Πόσες φορές κάποιος εραστής επέλεξε να γίνει μόνο εχθρός;

Πόσες φορές κάποιος σου έκανε κάτι που δήλωνε ότι δεν σε ήθελε;

Πόσες φορές αυτό που ήσουν, για κάποιον, απλά δεν ήταν αρκετά καλό;

Πόσες φορές ήσουν αταίριαστος;
Πόσες φορές ήσουν απροσάρμοστος;
Πόσες φορές ήσουν απορριπτέος;

Πόσες φορές αυτό που ήσουν απλά δεν ήταν αρκετό;

Πόσες φορές ένιωσες μια τεράστια σφραγίδα να έρχεται κατά επάνω σου και να αφήνει στο σώμα σου, στο στέρνο σου, ένα μόνιμο τατουάζ... Ένα τεράστιο κόκκινο ορθογώνιο και μέσα με κεφαλαία κόκκινα γράμματα η λέξη…

(Μπουπ.)

(Ήχος σφραγίδας.)

«ΑΠΟΡΡΙΨΗ».

Και ένιωθες να κυκλοφορείς με αυτό το αόρατο τατουάζ ανάμεσα στους ανθρώπους...


Αποδοχή


Πόσες φορές κοίταξες την λίστα με τα ονόματα και το όνομά σου ήταν ανάμεσα σε αυτά;

Πόσες φορές αυτά που έγραψες ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές εξετάσεις;
Πόσες φορές αυτά που είπες ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές συνεντεύξεις;
Πόσες φορές αυτά που έκανες ήταν αρκετά καλά, σε πόσες διαφορετικές καταστάσεις;

Πόσες φορές αυτά που έγραψες ή αυτά που είπες ή αυτά που έκανες απλά ήταν αρκετά καλά;

Πόσες φορές κάποιο εξωτερικό χαραχτηριστικό σου ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Δεν ήσουν πολύ ψηλός, ή πολύ παχύς, ή πολύ κοντός ή πολύ αδύνατος ή πολύ «κάτι» για τα δικά τους δεδομένα...
Πόσες φορές κάποιο εσωτερικό χαραχτηριστικό σου ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Δεν ήσουν πολύ καλός ή πολύ ηθικός ή πολύ ευαίσθητος ή πολύ δίκαιος ή πολύ «κάτι» για τα δικά τους δεδομένα...
Πόσες φορές κάποιο εξωτερικό ή εσωτερικό σου χαραχτηριστικό ήταν αρκετά καλό για να γίνεις μέλος μιας ομάδας; Δεν ήσουν πολύ έτσι ή πολύ αλλιώς ή πολύ λίγοτερος ή πολύ περισσότερος ή πολύ «κάπως» για τα δικά τους δεδομένα...

Πόσες φορές αυτό που ήσουν, για κάτι ή για κάπου ή για κάποιους, απλά ήταν αρκετά καλό;

Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Έλα.»;
Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Ενδιαφέρομαι για εσένα.»; Ή ακόμα καλύτερα...
Πόσες φορές κάποιος σου είπε «Σε αγαπώ.»;

Πόσες φορές κάποιος σου είπε κάτι που δήλωνε ότι σε ήθελε;

Πόσες φορές κάποιος φίλος επέλεξε να μην γίνει εχθρός;
Πόσες φορές κάποιος εραστής επέλεξε να μην γίνει μόνο φίλος;
Πόσες φορές κάποιος εραστής επέλεξε να μην γίνει μόνο εχθρός;

Πόσες φορές κάποιος σου έκανε κάτι που δήλωνε ότι σε ήθελε;

Πόσες φορές αυτό που ήσουν, για κάποιον, απλά ήταν αρκετά καλό;

Πόσες φορές ήσουν ταιριαστος;
Πόσες φορές ήσουν προσαρμόσιμος;
Πόσες φορές ήσουν αποδεκτός;

Πόσες φορές αυτό που ήσουν απλά ήταν αρκετό;

Πόσες φορές ένιωσες μια μικρή (και ήταν μικρή γιατί οι φορές του συν (+) ήταν πολύ λιγότερες από τις φορές του πλυν (-) ) σφραγίδα να έρχεται κατά επάνω σου και να αφήνει στο σώμα σου, στο στέρνο σου, ένα μόνιμο τατουάζ... Ένα μικρό κόκκινο ορθογώνιο και μέσα με κεφαλαία κόκκινα γράμματα η λέξη…

(Μπουπ.)

(Ήχος σφραγίδας.)

«ΑΠΟΔΟΧΗ».

Και ένιωθες να κυκλοφορείς με αυτό το αόρατο τατουάζ ανάμεσα στους ανθρώπους...


Απόρριψη - Αποδοχή


Πόσες φορές κοίταξες την λίστα με τα ονόματα και ένιωσες πως δεν έχει σημασία αν το όνομά σου είναι ή δεν είναι ανάμεσα σε αυτά;

Πόσες φορές σκέφτηκες πως καμία εξέταση, καμία συνέντευξη, καμία κατάσταση, δεν μπορεί να κρίνει (αν είναι ή δεν είναι αρκετά καλά) αυτά που έγραψες ή αυτά που είπες ή αυτά που έκανες;

Πόσες φορές σκέφτηκες πως καμία ομάδα δεν μπορεί να κρίνει (αν είναι ή δεν είναι αρκετά καλό) κανένα εξωτερικό ή εσωτερικό χαραχτηριστικό σου, πως κανένα κάτι, κανένα κάπου, κανένας κάποιος, δεν μπορεί να κρίνει (αν είναι ή δεν είναι αρκετά καλό) αυτό που είσαι;

Πόσες φορές σκέφτηκες πως καμία λέξη, καμία φράση, καμία δήλωση, κανένας φίλος, κανένας εραστής, κανένας εχθρός, κανένας κάποιος, κανένα κάτι που σου είπαν ή κάτι που σου έκαναν, κανένας άνθρωπος, δεν μπορεί να κρίνει αν είσαι ή δεν είσαι αρκετά καλός;

Πόσες φορές σκέφτηκες πως αυτή ή εκείνη, η μικρή ή τεράστια σφραγγίδα που ένιωθες να έρχεται κατά επάνω σου δεν είναι υπαρκτή... πως το σημάδι που ένιωθες να αφήνει στο στέρνο σου, δεν είναι υπαρκτό, πως το μόνιμο τατουάζ σου, δεν είναι υπαρκτό, πως όλα είναι προϊον της φαντασίας σου και όχι της πραγματικότητας... Πως εκείνο το μικρό ή τεράστιο κόκκινο ορθογώνιο που νομίζες πως έχει μέσα του τα κεφαλαία κόκκινα γράμματα στην πραγματικότητα δεν είχε τίποτα μέσα του, ήταν άδειο, ήταν κενό, απλά δεν έγραφε τίποτα...

(Κανένα Μπουπ.)

(Κανένας ήχος καμίας σφραγίδας.)

«.......»

Και αυτό το τατουάζ με το οποίο ένιωθες να κυκλοφορείς, κατά καιρούς, ανάμεσα στους ανθρώπους ήταν όντως αόρατο όχι μόνο επειδή δεν το έβλεπαν οι άλλοι, αλλά επειδή δεν υπήρχε όντως εκεί...




Η αξία σου δεν είναι διαπραγματεύσιμη και δεν εξαρτάται από το αν είναι ή δεν είναι γραμμένο κάπου το όνομά σου.


Κανένας δεν είναι αρκετός για να κρίνει αν είσαι αρκετός.

Κανένας δεν μπορεί να ορίζει την δική σου απόρριψη.
Κανένας δεν μπορεί να ορίζει την δική σου αποδοχή.

Κανένας δεν ορίζει την δική σου απόρριψη ή αποδοχή...

Από όλα αυτά που συμβαίνουν και με τον τρόπο που συμβαίνουν...

Στην ουσία... τίποτα δεν σημαίνει πραγματική απόρριψη ή πραγματική αποδοχή...

Μόνο εσύ απορρίπτεις ή αποδέχεσαι εσένα.

Εσύ ορίζεις την απόδοχή σου.
Εσύ και την απόρριψή σου.

(Μπουπ.)

(Και αυτό δεν είναι ήχος σφραγίδας αλλά σφυριού.)

«Εσύ.»

(Και αυτή είναι η τελειωτική απόφαση όχι του δικαστηρίου αλλά της ζωής.).




10/16/13

Η Μαριονέτα σου, Εσύ.


...

Όσο και να κοιτάς τα σκοινιά της Mαριονέτας σου δεν θα δεις τίποτα, αν το πρόβλημα είναι στον τρόπο που την κινείς. Τα χέρια σου πρέπει να κοιτάξεις. Όχι τα σκοινιά της. Στην ζωντανή κίνηση των χεριών σου κρύβεται και η ζωντανή κίνηση της Μαριονέτας σου. Αν θέλεις πραγματικά να της δώσεις ζωή αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να νιώσεις στα χέρια σου την ζωή σου και να της την περάσεις μέσα από τα σκοινιά της. Δύσκολο ε; Να μεταβιβάσεις την ζωή χωρίς ακριβώς να την μεταβιβάσεις. Γιατί η ζωή πρέπει να είναι σε δύο σημεία, ταυτόχρονα. Και σε εσένα και σε εκείνην. Μην ανησυχείς. Φτάνει η ζωή και για τους δυό σας. Φτάνει η ζωή για όλους.



Και τα σκοινιά της Μαριονέτας σου θα αρχίσουν να λύνονται όταν τα χέρια σου αποχτήσουν ζωή... Τότε η Μαριονέτα σου θα αποχτήσει κι εκείνη ζωή... Και, σιγά σιγά, δεν θα ξέρεις ποιος οδηγεί ποιον... Εσύ αυτήν... Ή αυτή εσένα... Και τα σκοινιά θα γίνουν πρώτα αχνά και μετά αόρατα... Μέχρι που θα έρθει η στιγμή που τα σκοινιά δεν θα υπάρχουν πια γιατί κανένας δεν τα έχει ανάγκη για να κινηθεί... Ούτε εσύ... Ούτε αυτή... Και η Μαριονέτα σου θα ανεξαρτητοποιηθεί, θα ελευθερωθεί, θα γίνει αληθινή, θα ζωντανέψει... Η Μαριονέτα σου θα αρχίσει να αναπνέει...

...

Εκείνη την στιγμή να την θυμάσαι... Γιατί είναι η στιγμή και της δικής σου ελευθερίας και ανεξαρτητοποίησης... Γιατί είναι η στιγμή που θα γίνεις αληθινός... Είναι η στιγμή που θα ζωντανέψεις... Γιατί είναι η στιγμή και της δικής σου αναπνοής...

...

Και μετά... μετά τι θα συμβεί; Κανείς δεν το γνωρίζει... Μάλλον, αυτό είναι το σημείο που θα δώσετε μαζί την καλύτερη παράσταση της ζωής σας... Δύο ζωές μέσα σε μία... Ξεχωριστές μα ενωμένες... Δύο αναπνοές μέσα σε μία... Ξεχωριστές μα ενωμένες...

...

Εκείνα τα σκοινιά με τα οποία κρατούσες την Μαριονέτα σου, εκείνα τα ίδια σκοινιά ήταν και αυτά που σε κρατούσαν και εσένα... Χωρίς να το καταλάβεις ήσουν δεμένος... Εκείνα τα σκοινιά που χειριζόσουν, εκείνα τα ίδια σκοινιά ήταν που σε χειρίζονταν... Φυλακισμένος του έαυτού σου... Ακόμα και ο Μαριονετοπαίχτης είναι Μαριονέτα της ίδιας της Μαριονέτας του... Εκείνα τα σκοινιά που χειριζόσουν, πολύ απλά δεν τα χρειαζόσουν...

...

Γιατί η ζωή δεν έχει ανάγκη από κανένα σκοινί να κρατηθεί...
Και μας συνδέει όλους με όλα...
Γιατί η ζωή δεν είναι φυλακισμένη για να έχει ανάγκη να ελευθερωθεί...
Και τα συνδέει όλα με όλους...
Γιατί η ζωή δεν έχει ανάγκη από κανένα σκοινί να κινηθεί...

...

Γιατί η ζωή θέλει και μπορεί να είναι σε πολλά σημεία, ταυτόχρονα. Και σε εσένα και παντού. Μην ανησυχείς. Φτάνει η ζωή και για τα πάντα. Φτάνει η ζωή για τους πάντες. Φτάνει η ζωή για όλους.




10/13/13

Αγαπητέ Οκτώβρη



Αγαπητέ Οκτώβρη,

Ήρθες! Και ήρθες με βροχή! Ξύπνησα και σε άκουσα να έρχεσαι και έτρεξα για να σε δω... Βγήκα έξω από το σπίτι την ώρα ακριβώς που ο γατούλης μου έμπαινε μέσα στο σπίτι βρεγμένος... Τον χάιδεψα γρήγορα... και τον άφησα να πάει να ξεκουραστεί... Και εγώ έμεινα έξω... Και ένιωσα την βροχή... Και έμεινα στην βροχή! Τι όμορφα! Να είσαι και πάλι εδώ! Φθινοπωρινός και πανέμορφος! Πόσο πολύ μου αρέσει ο αέρας σου! Διώχνεις όλες τις ανησυχίες! Σκορπάς όλους τους φόβους! Πόσο πολύ μου αρέσει η ατμόσφαιρά σου! Νιώθω σαν να σου ανήκω... Και πώς να μην σου ανήκω... Πώς να μην νιώθω στο στοιχείο μου όταν έρχεσαι... Είσαι το στοιχείο μου... Όταν έρχεσαι... Νιώθω εγώ... Νιώθω ο έαυτός μου... Νιώθω πως με βρίσκω... πως με καταλαβαίνω... πως με αισθάνομαι... Πόσο μου αρέσει που έφερες την βροχή μαζί σου... όλες αυτές τις σταγόνες... Δεν έχω ιδέα πώς θέλω να ζήσω την σημερινή ημέρα... πώς να γιορτάσω αυτήν την χαρά... του έρχομού σου... Πόσο όμορφα είναι όταν επιστρέφεις... Καμιά φορά όταν φεύγεις φοβάμαι ότι δεν θα ξαναγυρίσεις... Μα εσύ πάντα ξαναγυρνάς... Στην ώρα σου... Δεν χάνεις ούτε μία μέρα... ούτε μία στιγμή... Πόσο συνεπής είσαι! Δεν με αφήνεις ποτέ να περιμένω ούτε ένα δευτερόλεπτο παραπάνω... Και έχουμε πάντα 31 ημέρες γεμάτες να τις περάσουμε μαζί! 31 ολόκληρες ημέρες... Ούτε μέρα παραπάνω... Ούτε μέρα παρακάτω... Πόσο μου αρέσει αυτός ο καιρός σου! Πόσο μου αρέσει αυτό το κυριολεκτικό ούτε κρύο ούτε ζέστη... σχεδόν όσο δεν μου αρέσει το μεταφορικό ούτε κρύο ούτε ζέστη... Πόσο μου αρέσει αυτό το ενδιάμεσο στάδιο... που δεν είναι τίποτα υπερβολικό... τίποτα ακραίο... Που δεν κρυώνω... Που δεν ζεσταίνομαι... Νομίζω έχεις ακριβώς την θερμοκρασία μου... Για αυτό είναι αδύνατον να νιώσω κρύο ή ζέστη μαζί σου... Μέσα σε εσένα νιώθω την εκκίνησή μου... Και πώς να μην την νιώθω... Όλα γλιστράνε... Όλα κυλάνε... Όλα μου φαίνονται τόσο ζωντανά... Γιατί εσύ είσαι η ζωή... Είσαι η ζωή μου... Είσαι εγώ... Και πώς να μην είσαι εγώ;... Δεν γίνεται να μην είσαι εγώ... Μέσα σε εσένα αναγνωρίζω δικές μου πτυχές... παρακολουθώ τα δικά μου σημεία... και τα δικά μου στοιχεία... Στα σκαμπανεβάσματα του δικού σου καιρού αναπνεύουν τα σκαμπανεβάσματα του δικού μου καιρού, της δικής μου διάθεσης... Είσαι η μέση του Φθινοπώρου... Ούτε η αρχή του ούτε το τέλος του... Είσαι όπως εγώ... που πάντα βρίσκομαι στην μέση... και ποτέ δεν είμαι σε κανένα άκρο... γιατί κανένα ακραίο σημείο δεν με εκφράζει... Είσαι το πέρασμα... Χωρίς εσένα δεν θα υπήρχε ένωση... Δεν θα υπήρχε σύνδεση... Θα πηγαίναμε από την αρχή στο τέλος χωρίς τίποτα στο ενδιάμεσο... Αλλά εσύ κάνεις τόσο πλούσια την διαδρομή... Χωρίς εσένα δεν θα υπήρχε Φθινόπωρο... Είσαι όπως εγώ... ενώνω τα σημεία... τα συνδέω... Λειτουργώ πάντα σαν ένας κρίκος... Συνδετικός... Σημαντικός... Γεμίζω τα ενδιάμεσα σημεία... Τα συμπληρώνω... Μέσα σε εσένα συμβαίνει... η εξέλιξη... της αρχής... η προετοιμασία... του τέλους... Μέσα σε εσένα... Σκορπίζουν τους σπόρους στην Γη για να βλαστήσουν... Έτσι με σκόρπισαν και εμένα... σαν σπόρο... μέσα σε εσένα... Εσύ είσαι η δική μου Γη... Το δικό μου έδαφος... Το δικό μου χωράφι... Μέσα σε εσένα με τοποθέτησαν για να αναπτυχθώ... Είμαι ο σπόρος της γενιάς μου... Είμαι η σταγόνα της βροχής σου... Είσαι ο μήνας της σποράς! Είσαι ο μήνας της δικής μου σποράς! Πόσο πολύ ενώνομαι μαζί σου! Πόσο πολύ νιώθω ένα με εσένα! Πόσο πολύ η ψυχή μου χορεύει όταν είσαι εδώ! Μέσα σε εσένα στριφογυρίζω... Μέσα σε εσένα πανηγυρίζω... Μέσα σε εσένα γυρίζω... τον χρόνο και πίσω και μπροστά... Και είναι σαν να είσαι αιώνιος... Πώς να μην είσαι εγώ... Πώς να μην είμαι εσύ... αφού... εξάλλου... Με εσένα ξεκίνησαν όλα... Πριν πολλά χρόνια... Πριν πολλά πολλά χρόνια... Μέσα σε εσένα άρχισε η ζωή... Μέσα σε εσένα άρχισε η ζωή μου... Και όταν νιώθω την πρώτη βροχή σου σκέφτομαι το πρώτο μου κλάμα... Και η πρώτη βροχή σου είναι το πρώτο μου κλάμα... Μέσα σε εσένα γεννήθηκα...

Η αιώνια δική σου.

Μαριλού.

Υ.Γ. Και, ευτυχώς, μόλις ήρθες... που σημαίνει πως έχω πολύ χρόνο ακόμα μαζί σου...

-

(Και κάθε, μα κάθε φορά, όταν έρχεται ο Οκτώβρης... απλά... να νιώθω ο έαυτός μου!)


10/6/13

Ο πιο άσχημος



Ένας από τους μικρούς μου Φίλους μου είπε πως είναι ο πιο άσχημος. Ο πιο άσχημος από όλους. Του είπα πως αυτό δεν ισχύει. Μου είπε πως το λένε όλα τα κορίτσια της τάξης του και μέταξύ τους αλλά και σε όλους τους άλλους. Και πως ισχύει. Είναι ο πιο άσχημος. Ο πιο άσχημος από όλους. Του είπα πως πολλές φορές οι άλλοι λένε πράγματα για εμάς που δεν ισχύουν. Αλλά δεν μου φάνηκε να το πιστεύει. Δεν με πίστεψε...

Στενοχωρέθηκα.

Γιατί δεν βρίσκω πάντα τρόπο να περάσω το μήνυμα που θέλω...

Με έχουν πει κι εμένα άσχημη, μικρέ μου Φίλε...

(Πριν πολύ πολύ καιρό... αλλά μπορεί και τώρα να το λένε κάποιοι για εμένα...)

Πώς μπορώ να σε πείσω πως όλα αυτά που λέγονται δεν έχουν, καμία, μα καμία, σημασία;

Παιδιά. Παιδιά. Παιδιά.
Αγόρια. Αγόρια. Αγόρια.
Κορίτσια. Κορίτσια. Κορίτσια.
Άντρες. Άντρες. Άντρες.
Γυναίκες. Γυναίκες. Γυναίκες.
Άνθρωποι. Άνθρωποι. Άνθρωποι.
Λόγια. Λόγια. Λόγια.

Πώς μπορώ να σε πείσω πως αυτά τα λόγια δεν έχουν, καμία, μα καμία, σχέση
με αυτό που είσαι
και
με αυτό που θα γίνεις;

Και πώς μπορώ να σου δώσω να καταλάβεις
πόσο όμορφος φαίνεσαι
στα δικά μου τα μάτια;

Πόσο όμορφος είσαι;!

Πώς να σου δώσω να καταλάβεις
πως δεν έχει καμία, μα καμία, σημασία
τι λένε τα κορίτσια όλης της τάξης
ούτε καν τα κορίτσια όλου του κόσμου;

Σημασία έχει μόνο
Εκείνο το κόριτσι...
που θα ελπίζω και θα εύχομαι
να βρεθεί στο δρόμο σου...

Μα ακόμα κι αν δεν βρεθεί...

Σημασία έχει μόνο
αυτό που πιστεύεις
εσύ για εσένα

και

Σημασία έχουν
αυτοί που θα έχεις γύρω σου
και που θα σε αγαπάνε.

Και θέλω να πιστεύω πως θα υπάρξουν κορίτσια στον δρόμο σου που θα σε βλέπουν, όπως είσαι, όμορφο!

Δεν μου λείπει καθόλου το σχολείο.

Και ένας από τους λόγους είναι και αυτός.

Όταν σε κοιτάζω
δεν μπορώ να φανταστώ ούτε ένα άτομο
να μιλάει άσχημα για εσένα
και να σε λέει άσχημο...
Εσένα!
Άσχημο!!!

Αλλά τα παιδιά
είναι σκληρά
μέσα στην αθωότητά τους.

Και, δυστυχώς, αυτή η σκληράδα συνεχίζει και αργότερα...

Και γίνεται και ακόμα χειρότερη αφού χάνεται και η όποια αθωότητα υπήρχε... και δεν υπάρχει τίποτα αγνό να την αντισταθμίσει...

Θα πουν πολλά για εσένα στο μέλλον
και ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα
θα είναι να μάθεις
να μην ακούς
αυτά που λένε για εσένα
οι άλλοι.

Εγώ αυτό το έμαθα πολύ νωρίς, γιατί ήμουν ιδιαίτερο παιδί, αλλά πώς μπορώ να απαιτήσω και από εσένα το ίδιο;

Πώς μπορώ να σε μάθω αυτό το μάθημα από τώρα;

Αφού βλέπω...
πως η γνώμη της τάξης σου
έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από την δική μου;

Δεν ακούς.
Εμένα.
Ακούς.
Τους άλλους.

Δεν θα με πείραζε
να μην ακούς
ούτε εμένα ούτε τους άλλους.

Με πειράζει
που ακούς
μόνο τους άλλους.

Δεν είναι δίκαιο
να ακούς μόνο την μία πλευρά...
Αυτήν που σε πονάει, σε ταλαιπωρεί και σε βασανίζει...

Στα μάτια τα δικά μου
Είσαι όμορφος.
Δεν θα σου έλεγα πως είσαι ο πιο όμορφος γιατί αυτό θα σήμαινε πως σε συγκρίνω με τους άλλους. Και μου είναι αδύνατο να το κάνω αυτό.
Αλλά είσαι τόσο όμορφος!
Τόσο πολύ όμορφος!

Είναι περίεργη η ηλικία σου και έρχεται και η άχαρη εφηβεία...

Έχεις πολλά να ζήσεις
πολλά να βιώσεις.

Πώς να σε πείσω
μικρέ μου Φίλε...

Πως αυτή η μικρή σου τάξη που είναι όλος ο τωρινός σου κόσμος δεν έχει καμία σημασία για το μετά;

Οι δάσκαλοι που δεν σου συμπεριφέρθηκαν σωστά θα σου φαίνονται αργότερα τόσο μικροί και οι συμμαθητές σου που σε ταλαιπώρησαν τόσο αδύναμοι...

Αυτοί που τώρα νιώθεις πως ασκούν εξουσία επάνω σου αργότερα δεν θα έχουν καμία εξουσία στην ζωή σου...

Πώς να σε πείσω...
σε πόσο βάθος
καταλαβαίνω
ακριβώς αυτό που περνάς
όχι μόνο από βιώματα
δικά μου
μα και από βιώματα
άλλων κοντινών μου προσώπων;

Πόσο δύσκολο
θεωρώ ότι είναι αυτό που περνάς...

Πόσο ακατόρθωτο
το να βρίσκεσαι κάθε μέρα
σε ένα περιβάλλον που δεν σε αποδέχονται;

Μα πώς να σου δείξω να καταλάβεις
πως αυτή η διαφορετικότητά σου
είναι το πιο δυνατό χαρτί σου (και όχι το πιο αδύναμο);
Αρκεί να μην το σκίσεις
να μην το πετάξεις
να μην το απαρνηθείς
επειδή οι άλλοι
το δείχνουν
και γελάνε με αυτό που κρατάς στο χέρι σου.
Μα βλέπουν μόνο το πίσω μέρος του χαρτιού σου...

Αυτό το χαρτί
θα σε κάνει
να κερδίσεις την παρτίδα.

Αρκεί να το γυρίσεις
και να το ρίξεις πάνω στο τραπέζι.

Και τα γέλια θα σταματήσουν.

Καμιά φορά, νιώθω τόσο ανήμπορη...
Σαν να μην μπορώ να σε διδάξω
Τίποτα παραπάνω
Από όσα μόνος σου μαθαίνεις
Στον δρόμο της ζωής.

Πάντως αν είσαι ο πιο άσχημος
Κι εγώ είμαι η πιο άσχημη.

Και στον ίδιο δρόμο περπατάμε...

Και δεν με ενδιαφέρει
αν δεν υπάρχει
κανένας άλλος
σε αυτόν τον δρόμο...

Και αυτός ο δρόμος... ο δρόμος μας... έχει τόση ομορφιά...

Και μάντεψε... ποιος φέρνει αυτήν την ομορφιά;

Η «ασχημια» μας... μικρέ μου Φίλε...

Αυτό που οι άλλοι ονομάζουν «ασχήμια»...

Η «ασχήμια» μας γεννάει όλη αυτήν την ομορφιά...
Μέσα στην οποία τώρα περπατάμε...

Και αν καταφέρεις να σβήσεις τις φωνές των άλλων
θα καταφέρεις να την δεις κι εσύ.

Και την ομορφιά του δρόμου μας.
Και την ομορφιά την δική σου.

Και τότε...

Θα με πιστέψεις, μικρέ μου Φίλε...

Είσαι όμορφος.

Χωρίς να χρειάζεται να συγκριθείς με κανέναν...

Ο πιο όμορφος.


9/27/13

Περπατούσα στο δρόμο και... (3)



Περπατούσα στον δρόμο και... ήμουν με το κεφάλι μου σκυμμένο και με το μυαλό μου να τρέχει σε χίλιες δύο σκέψεις όταν... αυτός ήρθε και στάθηκε ακριβώς μπροστά μου κόβοντας την ταχύτητά μου, σταματώντας την πορεία μου, εμποδίζοντάς με να προχωρήσω και υποχρεώνοντας με να σηκώσω το βλέμμα μου για να τον κοιτάξω.

Ήταν ένας άντρας γύρω στα σαράντα-σαρανταπέντε, απίστευτα γοητευτικός, δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από το εντυπωσιακό του βλέμμα. Αλλά δεν τον γνώριζα... δεν είχα ιδέα ποιος ήταν... Εκείνος πάλι φαινόταν να με γνωρίζει... και σαν να διάβασε την σκέψη μου με ρώτησε... «Ποια είσαι;». Δεν μπορώ να πω ότι αυτή η ερώτηση με βοήθησε να καταλάβω τι συμβαίνει... Πιο πολύ σαν φιλοσοφικό ερώτημα μου ακούστηκε παρά σαν ερώτηση που θα μπορούσε να μου δώσει το οποιοδήποτε στοιχείο για αυτόν που έχω απέναντί μου. Τον κοίταξα ερωτηματικά και εκείνος ρώτησε ξανά μια διαφορετική ερώτηση «Εσύ είσαι;». Εμένα το μυαλό μου είχε σταματήσει γιατί το όλο σκηνικό μου φαινόταν σουρεαλιστικό. Ένας ξένος στεκόταν μπροστά μου και με ρώταγε αν είμαι εγώ. Δεν είχα ιδέα τι υποτίθεται πως έπρεπε να απαντήσω... Και τότε εκείνος είπε ερωτηματικά το όνομά μου... Το δικό μου όνομα... και ήξερα πως υπήρχε μόνο μία απάντηση... Ήμουν εγώ. Γιατί δεν έχω και κανένα συνηθισμένο όνομα που να μπορεί απλά να το μαντέψει ο άλλος... Και, βλέποντας την έκπληξη στο βλέμμα μου, αναγνωρίζοντας ότι εγώ είμαι αυτή που νόμιζε ότι είμαι αφού ακούω στο συγκεκριμένο όνομά, εκείνος επανέλαβε ενθουσιασμένος και χωρίς ερωτηματικό πια «Εσύ είσαι!».

Και ξαφνικά άλλαξε έκφραση και άρχισε ένα ασταματήτο κατεβατό λέξεων που παρόμοιο του δεν έχω ακούσει ποτέ στην ζωή μου... Έχω την αίσθηση ότι κράτησε αιώνες αλλά τελικά πρέπει να ήταν δέκα με δεκαπέντε λεπτά κανονικού χρόνου. Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω πώς ξεκίνησε αυτός ο μονόλογος αυτού του ξένου για εμένα ανθρώπου.

«Ντροπή σου, Ντροπή σου, Ντροπή σου...»

Πρέπει να είπε τουλάχιστον με είκοσι διαφορετικούς τρόπους τις συγκεκριμένες λέξεις... Σε σημείο που πραγματικά άρχισα να νιώθω ντροπή χωρίς να ξέρω γιατί... προσπαθούσα να καταλάβω τι συνέβαινε, ποιος ήταν και γιατί μου μιλούσε έτσι... Δεν ήταν κάποιος φίλος, δεν ήταν κάποιος γνωστός, δεν ήταν κάποιος εραστής, δεν ήταν κάποιος συγγενής, δεν ήταν κάποιος δάσκαλος, δεν ήταν κάποιος συμμαθητής, δεν ήταν κανένας που να θυμόμουν να έχω γνωρίσει ή έστω να έχω δει κάπου, κάπως, κάποτε... Ειλικρινά δεν είχα ιδέα... Ποιος ήταν αυτός που μου μιλούσε έτσι όπως δεν μου έχουν μιλήσει ποτέ στην ζωή μου; Αυτός συνέχιζε να μιλάει χωρίς να σταματημό... και αποφάσισα να εστιάσω σε αυτά που λέει μήπως και καταφέρω να βγάλω καμιά άκρη...

«... Δεν το πιστεύω! Ειλικρινά, δεν το πιστεύω! Έχω εκνευριστεί μαζί σου! Έχω θυμώσει! Είσαι απαράδεκτη! Είσαι πραγματικά Α-ΠΑ-ΡΑ-ΔΕ-ΚΤΗ! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι! Ντροπή, ντροπή, ντροπή! Δεν είναι συμπεριφορά αυτή! Δεν το περίμενα από εσένα... Να ηττηθείς... Γιατί αυτό έγινε ηττήθηκες... Και μην μου πεις πως δεν ηττήθηκες... Ηττήθηκες. Έδωσες την μάχη σου και αντί να ξανασηκωθείς έμεινες κάτω! Εσύ! ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους! Επέλεξες να μείνεις κάτω! Γιατί όλοι το ξέρουμε πως αν σηκωνόσουν θα έδινες την καλύτερη μάχη που έδωσες μέχρι τώρα! Α, ναι, αυτό όλοι το ξέρουμε, ακόμα κι εσύ... Αλλά όχι... Έμεινες κάτω... ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους επέλεξες να μείνεις κάτω! Γιατί ήταν επιλογή! Το επέλεξες! Το Ε-ΠΕ-ΛΕ-ΞΕΣ! Δεν υπάρχει περίπτωση εσύ, ΕΣΥ, να μην είχες την δύναμη να ξανασηκωθείς! Εσύ πάντα ξανασηκωνόσουν! Πάντα έβρισκες τρόπο να σηκωθείς! Πάντα στεκόσουν όρθια! Έβρισκες τρόπους και απλά σηκωνόσουν! Περίμενα περισσότερα από εσένα... Α, ναι, περίμενα πολλά πολλά περισσότερα... Νόμιζα πως εσύ θα τα κατάφερνες... Από όλους τους ανθρώπους νόμιζα πως ΕΣΥ θα τα κατάφερνες... Να μην απογοητευτείς... Να μην επηρεαστείς... Από τους άλλους! Πώς είναι δυνατόν εσύ, ΕΣΥ, να άφησες να εισβάλλουν οι άλλοι στο μυαλό και στην ψυχή σου; Πώς το επέτρεψες να γίνει αυτό; Δεν είχες κανένα να σε στηρίξει γύρω σου; Δεν υπήρχε ούτε ένας να σε υποστηρίξει; Και δεν υπήρχε ούτε ένας άλλος να σε ταρακουνήσει και να σου πει... «Δεν έχεις δικαίωμα να τα παρατήσεις! Για εσένα δεν υπάρχει η επιλογή του να παραιτηθείς!». Και ακόμα και αν δεν είχες κανέναν, ακόμα και τότε, τι σημασία έχει;, εσύ πάντα έβρισκες την δύναμη από μέσα σου! Δεν είχες ανάγκη κανέναν άλλον να σε στηρίξει ή να σε υποστηρίξει! Πού πήγε η εσωτερική σου δύναμη; Πού πήγε η ασυμβίβαστη γενναιότητά σου; Τι σου συνέβηκε; Τι έγινε; Τι σου έκαναν; Τι άφησες να σου κάνουν; Γιατί τους άφησες να σου το κάνουν; Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία! Δεν θέλω να ακούσω τίποτα! Δεν υπάρχει κάτι που να με κάνει να πιστέψω πως έγινε κάτι αρκετά ισχυρό για να τα παρατήσεις. Είσαι αδικαιολόγητη! Είσαι αδιόρθωτη! Είσαι... κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο είσαι! Σκέφτηκες πόσο κακό κάνεις στους γύρω σου; Υπάρχουν άνθρωποι που ήσουν η ελπίδα τους, άνθρωποι που είχαν αρπαχτεί από εσένα, τους έδινες κουράγιο να συνεχίσουν, να αγωνιστούν, ήσουν η απόδειξη πως γίνεται να υπάρξει και κάτι άλλο και κάτι διαφορετικό... Και εσύ τι έκανες για αυτούς; Όχι, πες μου! Τους σκέφτηκες; Όχι, δεν τους σκέφτηκες! Τους απογοήτευσες; Ναι, τους απογοήτευσες! Αυτό έκανες. Μας απογοήτευσες! Με απογοήτευσες! Και δεν το πιστεύω ότι εσύ, ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους, με απογοήτευσες! Όχι, εσύ ήσουν προορισμένη να μην με απογοητεύσεις, εσύ ήσουν προορισμένη για τα μεγάλα, εσύ... »

Εγώ τον κοιτούσα με παραξενεμένα μάτια... Εκείνος συνέχιζε και συνέχιζε και δεν έλεγε να σταματήσει... Λες να ήταν... η φωνή της συνείδησής μου; Άρχιζα να τρελαίνομαι! Αυτό ήταν... Ξέρω πως η φαντασία μου είναι πλούσια αλλά όχι και έτσι... Αυτός έμοιαζε τόσο αληθινός... αλλά μήπως δεν ήταν;... Ποιος θα μπορούσε να μου τα λέει όλα αυτά αν όχι ο έαυτός μου... Πήρα μια ανάσα και ξεκίνησα να φύγω γιατί ήμουν σίγουρη πως θα συναντούσα μόνο τον αέρα.

Αλλά έπεσα επάνω του. Έκανα ένα βήμα πίσω. Έκανα λάθος. Δεν ήταν αέρας. Δεν ήταν πλάσμα της φαντασίας μου. Ήταν αληθινός με σάρκα και οστά. Με σώμα και φωνή. Μια θυμωμένη δυνατή φωνή η οποία συνέχιζε να απευθύνεται σε εμένα... Το κεφάλι μου άρχισε να πονάει από τις φωνές... Ήμουν απεγνωσμένη... Δεν ήξερα τι να κάνω!

«Α, όχι, δεν θα σε αφήσω να φύγεις τώρα! Όχι, έτσι! Τόσο απλά! Να φύγεις! Άκου να φύγεις! Τώρα που σε βρήκα; Τώρα που σε βρήκα θα μείνεις εδώ! ΕΔΩ! Και θα τα ακούσεις. Θα τα ακούσεις όλα μέχρι το τέλος! Όλα όσα έχω να σου πω! Και θα τα ακούσεις ξανά και ξανά και ξανά μέχρι να τα εμπεδόσεις. Μέχρι να τα κατάλαβεις. Μέχρι να τα αισθανθείς! Ντροπή σου, ντροπή σου, ντροπή σου! Και ξανά ντροπή σου! Σε παρακολουθώ χρόνια! ΧΡΟΝΙΑ! Πάνω από δέκα χρόνια! Βλέπω την πορεία σου... Να μεγαλώνεις, να ωριμάζεις, να εξελίσσεσαι! Και μετά τι; Ξαφνικά τι αποφασίζεις να κάνεις; Να κρυφτείς στο καβούκι σου; Να εξαφανιστείς από προσώπου γης; Να μείνεις στην γωνίτσα σου; Να κλειστείς στην μοναξιά σου; Όχι, πες μου, τι προσπαθείς να κάνεις; Να φύγεις; Πάλι να φύγεις; Να πας πού; Να κάνεις κάτι άλλο; Κάτι που δεν σου αρέσει; Κάτι που δεν αγαπάς; Τι προσπαθείς να κάνεις; Να πνίξεις αυτό που είσαι; Από πού και ως πού μετά από τόσα χρόνια προσπάθειας αποφασίζεις πως αυτή η προσπάθεια ήταν αρκετή; Βάλε το καλά στο μυαλό σου! ΠΟΤΕ δεν είναι αρκετή η προσπάθεια! ΠΟΤΕ δεν σταματάει! Αυτή είναι η ζωή! Πρέπει να αγωνίζεσαι συνέχεια! ΣΥΝΕΧΕΙΑ! Δεν υπάρχει διακοπή στην προσπάθεια, δεν υπάρχει διάλειμμα στην ζωή! Αλλά ξέρω τι έγινε! Είμαι σίγουρος πως δεν έχεις καταλάβει ούτε εσύ η ίδια την αξία σου! Πες μου, την έχεις καταλάβει; Την αξία σου; Την γνωρίζεις; Πιστεύεις ότι είσαι κάτι συνηθισμένο; Κάτι που το συναντάμε συνέχεια και συχνά; Ρώτησε και εμένα! Έχω γνωρίσει τόσους ανθρώπους! Δεν είσαι κάτι συνηθισμένο! Αλλά εσύ συνέχεια θέλεις να πηγαίνεις κόντρα στην φύση σου! Αυτό το μη συνηθισμένο για κάποιο λόγο το αρνείσαι. Το κλωτσάς! Το πολεμάς! Θα ήμασταν όλοι πολύ καλύτερα αν απλά αποδεχόσουν πως η πραγματικότητα είναι πως είσαι κάτι σπάνιο και αν υποστήριζες αυτήν την σπάνια σπανιότητά σου και την διαφορετική διαφορετικότητά σου με όλες σου τις δυνάμεις! Με ακούς; Με ΟΛΕΣ σου τις δυνάμεις! Μην γυρνάς το βλέμμα! Σου μιλάω! Εσύ είσαι αυτή που πρέπει να επενδύσεις πρώτα σε εσένα! Το ξέρεις αυτό έτσι; ΕΣΥ! Όχι, κάποιος άλλος... Και θα περάσει όλη σου η ζωή μέχρι να το καταλάβεις. Ε, λοιπόν, σου το λέω εγώ τώρα! Αξίζεις πολύ! Κοίταξέ με! ΑΞΙΖΕΙΣ! Και δεν έχεις κανένα δικαίωμα να τα παρατάς! Πρέπει να είσαι συνέχεια παρούσα! Συνέχεια εδώ! ΕΔΩ! Να κάνεις αισθητή την παρουσία σου! Και όχι να απουσιάζεις! Άκου να απουσιάζεις! ΕΣΥ να απουσιάζεις! Έχω δει τι μπορείς να κάνεις! Έχω δει για τι είσαι ικανή! Και δεν το έχω ξαναδεί αυτό σε κανέναν... Ξέρω ποια είσαι! Με καταλαβαίνεις; ΞΕΡΩ ΠΟΙΑ ΕΙΣΑΙ! Ξέρω τι μπορείς να κάνεις... Ξέρω τι μπορείς να γίνεις... Ξέρω... Αλλά δεν έχει σημασία τι ξέρω εγώ... Σημασία έχει τι ξέρεις εσύ! Και τι ξέρεις εσύ; Μπορείς να μου πεις τι ξέρεις εσύ; Τίποτα! Τίποτα δεν ξέρεις. Για αυτό συμπεριφέρεσαι έτσι! Γιατί δεν έχεις καταλάβει τίποτα. Ντροπή σου, ντροπή σου, ντροπή σου! Εσύ, ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους, θα έπρεπε να ξέρεις καλύτερα! Εσύ... »

Και συνέχιζε και συνέχιζε παθιασμένος να φωνάζει...

Και εγώ έκλεισα για μια στιγμή τα μάτια μου για να συγκεντρωθώ σε εμένα. Είχα έρθει εξ απροόπτου και ήταν σαν να μου έχουν κλέψει την φωνή. Προσπάθησα για λίγο να μην τον ακούω και τα κατάφερα. Τι συνέβαινε; Τι μου συνέβαινε; Μα ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος; Ποιος ήταν; Η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα. Ήθελα να φύγω, να τρέξω, να εξαφανιστώ... Αλλά για μια στιγμή; Γιατί να θέλω να φύγω, να τρέξω, να εξαφανιστώ; Δεν έκανα κάτι κακό... Έκανα κάτι κακό; Γιατί ένιωθα ντροπή; Γιατί ένιωθα ενοχές; Για μια στιγμή! Εκείνος με έκανε να νιώθω άσχημα! Εκείνος με έκανε να νιώθω άβολα! Και δεν ήξερα καν ποιος είναι! Ένιωθα την φωνή μου να έρχεται ξανά στην επιφάνεια. Ήξερα τι συμβαίνει. Τι μου συμβαίνει. Αυτός ο άνθρωπος εμφανίστηκε από το πουθενά και με έκανε να αισθανθώ άσχημα... Ήταν ο τρόπος που μου μίλαγε... Ναι! Ήταν ο τρόπος του! Μου φώναζε! Μου φώναζε τόσο πολύ! Ήθελα να με καταπιεί η γη και εκείνος ήταν αυτός που άνοιγε την γη κάτω από τα πόδια μου... Άκουσα ξανά την φωνή του ενώ εκείνος δεν είχε σταματήσει καθόλου να μιλάει... Μια φράση του μου τράβηξε την προσοχή...

«Έχω δει όλες σου τις παραστάσεις...»

Αυτό ήταν, λοιπόν! Είχε δει όλες μου τις παραστάσεις!! Αυτός που μου μιλούσε... Ήταν κάποιος που είχε δει όλες μου τις παραστάσεις!!! Ήταν ένας θεατής!!!!! Άνοιξα τα μάτια μου, τον κοίταξα κοκκινισμένη γιατί είχα αρχίσει και εγώ να εκνευρίζομαι, με ένα βλέμμα που ενώ ήταν αρκετά τρομαχτικό εκείνος δεν το κατάλαβε αφού απλά, χωρίς να μου δώσει ιδιαίτερη σημασία, συνέχιζε και συνέχιζε ... συνέχιζε δηλαδή να συνεχίζει...

«... Με ακούς; Έχω δει ΟΛΕΣ σου τις παραστάσεις! Ο Λ Ε Σ! Από την πρώτη μέχρι την τελευταία! Δεν έχω αφήσει ούτε μία να μου ξεφύγει! Ούτε μία! Κάθε φορά σε ψάχνω, σε αναζητώ να δω πού θα βρίσκεσαι. Και δεν ήταν καθόλου εύκολο για εμένα να σε βρίσκω κάθε φορά... Πραγματικά πρέπει να κάνεις κάτι με αυτό! Δεν είναι δυνατόν εσύ να κάνεις παράσταση και να μην μπορεί να το μάθει κάποιος που θέλει να σε δει! Άλλο θέμα αυτό... Κάτι πρέπει να κάνεις με την προώθησή σου! Κάπως πρέπει να βγεις προς τα έξω. Κάτι πρέπει να κάνεις με τις δημόσιες σχέσεις σου... Ξέρω, ξέρω δεν τις συμπαθείς... Αλλά είναι και αυτό μέρος της διαδικασίας... Είσαι αντικοινωνική, το έχουμε καταλάβει... Είσαι απροσάρμοστη, το έχουμε καταλάβει... Αλλά μερικά πράγματα πρέπει να τα κάνει κάνεις... Μερικά πράγματα... Τέλος πάντων, αυτό είναι άλλο θέμα... Έστω, στραβά κουτσά, κάπως σε βρίσκαμε πριν! Τα τελευταία χρόνια; Τι έγινε; Πες μου, τι έγινε; Πού είσαι; Πού χάθηκες; Δεν σε βρίσκω πουθενά. Και ξέρεις πόσο με πονάει αυτό; Έχεις καμία ιδέα πόσο πολύ με πονάει; Το να μην σε βρίσκω! Εσύ θα έπρεπε να φροντίζεις να βρίσκεσαι παντού όχι πουθενά! Δεν είναι δυνατόν, εσύ, ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους, να είσαι αυτή που δεν βρίσκεται πια. Υπάρχουν τόσα και τόσα γύρω μας. Και εσύ δεν θα έπρεπε να είσαι καν μέσα σε αυτά, θα έπρεπε να είσαι πέρα από αυτά! Θα έπρεπε να δίνεις την δυνατότητα της επιλογής στους ανθρώπους να σε δουν! Η δική σου δημιουργία έχει μια ανθρωπιά που σπάνια βρίσκεται, μια ποιότητα που δύσκολα ανακαλύπτεται! Μια αξιοπρέπεια!!! Δεν έχω δει κάτι παρόμοιο ξανά πάνω στην σκηνή... Και έχω δει πολλά πράγματα πάνω στην σκηνή... Πάρα πολλά... Αλλά εσύ... Δεν μπορώ να το περιγράψω... Για εμένα είσαι... Αλλά δεν έχει σημασία τι είσαι για εμένα... Σημασία έχει τι είσαι για εσένα... Τι είσαι για εσένα; Πες μου, λοιπόν, τι κάνεις με το ταλέντο σου; Όχι, να μου πεις... Τι κάνεις με το ταλέντο σου; Σε ρωτάω! Μην κοιτάς κάτω. Εδώ! ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΣΟΥ; Αποφάσισες έτσι απλά να το χαραμίσεις; Προσπαθείς να το παραμερίσεις, να το ξεχάσεις, να το θάψεις; Έχεις καταλάβει πόσο είναι το ταλέντο σου; Πώς αντέχεις να το βάζεις στην άκρη; Πώς ανέχεσαι το να μην κάνεις τίποτα με αυτό; Να μην κάνεις τίποτα για αυτό; Η τέχνη σου είναι...»

Και με το που άκουσα την λέξη τέχνη σαν να πατήθηκε ένα κουμπί μέσα μου άκουσα την φωνή μου να βγαίνει κατευθείαν από τα βάθη της ψυχής μου, μια φωνή που δεν ξέρω αν έχω ξανακούσει ποτέ στην ζωή μου, βαθιά, δυναμική, σίγουρη αλλά και επιθετική, ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ, εγώ, ΕΓΩ από όλους τους ανθρώπους, όπως έλεγε και ο άνθρωπος απέναντί μου, ήμουν ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ!

Και μόνο το ύφος μου τον έκανε να σταματήσει απότομα και τώρα εγώ ήμουν αυτή που μίλαγε και μίλαγε και συνέχιζε και συνέχιζε χωρίς να μπορεί να σταματήσει... Προσπαθούσα να μετριάσω τον θυμό μου... Αλλά τον ένιωθα να με γεμίζει... Προσπαθούσα να ηρεμήσω την φωνή μου... αλλά την ένιωθα να με ξεπερνάει... και να κάνει τα δικά της... Απλά μίλαγα και μίλαγα και μίλαγα... και φώναζα; Δεν μπορώ καν να θυμηθώ αν φώναζα... Ένιωθα την οργή... Αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ αν φώναζα... Έτσι κι αλλιώς η φωνή μου μου ακουγόταν περίεργη οργισμένη... Δεν μπορούσα να καταλάβω αν αυτό που άκουγα ήταν συγκρατημένη οργή ή μη συγκρατημένος πόνος... Απλά συνέχιζα και συνέχιζα και συνέχιζα... με σπασμένη φωνή που δεν ένιωθα να μπορώ να την ορίσω... Και συνέχιζα και συνέχιζα... συνέχιζα δηλαδή να συνεχίζω...

«Ποιος νομίζεις ότι είσαι; Όχι, πες μου, εσύ, πες μου, ποιος νομίζεις ότι είσαι; Με ποιο δικαίωμα μου μιλάς έτσι; Δεν μου έχει μιλήσει ποτέ κανείς έτσι! Και όταν λέμε ποτέ, το εννοούμε! ΠΟΤΕ! (Α, ναι, σε αυτό το σημείο με θυμάμαι να φωνάζω... Άρα... Φώναζα!) Νομίζεις πως έχεις δικαίωμα να με κρίνεις; Ξέρεις ποια είμαι; Έχεις ιδέα ποια είμαι; Ξέρεις ποια είναι η ζωή μου; Έχεις ιδέα ποια είναι η ζωή μου; Πώς μπορείς, λοιπόν, να στέκεσαι απέναντί μου και να μου μιλάς με αυτόν τον τρόπο και με αυτόν τον τόνο χωρίς να με γνωρίζεις; Να μου φωνάζεις; Στην μέση του δρόμου; Να μου ΦΩΝΑΖΕΙΣ; Το ότι είδες μερικές παραστάσεις μου νομίζεις πως σου δίνει το δικαίωμα να με κρίνεις; Να μου ασκείς κριτική;! Κάθεσαι σε μία καρέκλα με την ασφάλεια του θεατή και νομίζεις πως έχει το δικαίωμα να πυροβολήσεις τον καλλιτέχνη; Ή, ίσως, ακόμα χειρότερα, να στοχεύσεις τον άνθρωπο; Ξέρεις τους λόγους που με οδήγησαν να «εξαφανιστώ;»; Πες μου! Τους ξέρεις; Γνωρίζεις μήπως τις συνθήκες που με οδήγησαν στο να πάρω τις αποφάσεις μου και τις αποστάσεις μου; Πες μου! Τις γνωρίζεις; Αλλά όχι... Τώρα δεν ξέρεις να πεις τίποτα ε; Τίποτα! Όταν δεν μιλάει αυτός που έχεις απέναντί σου είναι πιο εύκολα τα πράγματα ε; Ε, λοιπόν, μάθε πως συνήθως μιλάω! Απλά εσύ με έπιασες εξ απροόπτου και δεν ήξερα τι να πω! Όχι, γιατί δεν είχα τι να πω! Έχω πολλά να πω. Πάρα πολλά. Αλλά δεν ξέρω αν έχει νόημα ή αν αξίζει να τα πω σε εσένα! Σε ΕΣΕΝΑ. Βλέπεις, ξέρω κι εγώ να φωνάζω! Εσύ, ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους, όπως λες και εσύ, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να με κρίνεις! Όπως βλέπεις... Και να ειρωνεύομαι μπορώ! Απλά ΕΠΙΛΕΓΩ να μην το κάνω! Συνήθως, επιλέγω να μην το κάνω! Επιλέγω να μην φωνάζω, επιλέγω να μην ειρωνεύομαι! Τώρα το κάνω επειδή με έφτασες στα όριά μου! Και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να με φέρνει στα όριά μου! Και, κυρίως, εσύ! ΕΣΥ από όλους τους ανθρώπους! Είσαι ένας άγνωστος!!! Να σου το συλλαβίσω; Α – ΓΝΩ – ΣΤΟΣ! Με είδες μερικές φορές από την θέση του θεατή και νομίζεις πως αυτό σε τοποθετεί στους ανθρώπους που μπορούν να μου ασκούν τέτοιου τύπου κριτική, να μου μιλάνε έτσι; Κανένας δεν μπορεί να μου μιλάει έτσι! Ούτε οι γνωστοί μου! Πόσο μάλλον οι άγνωστοι! Πόσο μάλλον εσύ! Και πώς μπορείς εσύ, να μου μιλάς για το ταλέντο; Για το ταλέντο μου; Πώς μπορείς εσύ να μου μιλάς για την σχέση ΜΟΥ με το ταλέντο ΜΟΥ; Νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα; Νομίζεις ότι με ξέρεις; Νομίζεις ότι ξέρεις καλύτερα από εμένα το ποια είμαι; Νομίζεις ότι ξέρεις καλύτερα από εμένα το τι μπορώ να κάνω; Νομίζεις πως εσένα σε πονάει περισσότερο από εμένα το ότι εγώ βρίσκομαι εκτός σκηνής; Νομίζεις πως εσύ είσαι αυτός που πονάει; Κοίταξε την εικόνα μου και πες μου ποιος από τους δυό μας είναι αυτός που πονάει; Και δεν το πιστεύω ότι κλαίω τώρα! Κλαίω μπροστά σου! Μπροστά σε έναν άγνωστο! Κανείς δεν με έχει κάνει να κλαίω έτσι ξαφνικά! Νομίζω είναι ο εκνευρισμός! Μου έρχεται να ουρλιάξω! Με έχεις εκνευρίσει πάρα πολύ. Αλλά, όχι, δεν θα φύγω για να σου το κάνω εύκολο. Θα μείνω εδώ και θα συνεχίσω να μιλάω κλαίγοντας μπροστά σου. Γιατί αυτό που βλέπεις δεν είναι εκνευρισμός είναι πόνος! Την ξέρεις την λέξη; ΠΟΝΟΣ! Θέλεις, λοιπόν, να μάθεις τις συνθήκες που με οδήγησαν στο να απομακρυνθώ; Να! Αυτές είναι εδώ μπροστά σου! Θέλεις, λοιπόν, να μάθεις τους λόγους που με οδήγησαν; Αυτοί είναι εδώ μπροστά σου! Σου είναι αρκετοί ή θέλεις κι άλλους; Χρειάζεσαι μήπως ανάλυση; Να σου πω τι θέλει να πει ο ποιητής πίσω από τις λέξεις; Θέλεις να σου εξηγήσω αυτό που συμβαίνει τώρα; Να σου το ζωγραφίσω; Αυτήν την εικόνα; Ή σου είναι αρκετή; Γιατί αν θέλεις μπορώ να το πάω πολύ πιο βαθιά. Α, ναι, αυτό είναι σίγουρο. Μπορώ να το τραβήξω το σκοινί όσο θέλεις. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να μιλήσω. Κανένα απολύτως πρόβλημα. Και να μιλήσουμε για την ουσία και όχι για την επιφάνεια. Έχεις την δύναμη να ακούσεις την ουσία; Ή θέλεις να μείνεις στην ωραία την επιφάνειά σου; Εκεί που στέκεσαι και που, εκ του ασφαλούς, κρίνεις τους άλλους. Γιατί είμαι σίγουρη πως αυτό δεν το κάνεις μόνο με εμένα. Είμαι σίγουρη πως αυτό το κάνεις με όλους. Βγάζεις τα γρήγορα συμπεράσματά σου, φτιάχνεις την όμορφη ιστορία σου και αντιμετωπίζεις τους άλλους έξω από την ζωή τους. Αν θέλεις μπορώ να σε προσγειώσω λιγάκι στην πραγματικότητά μου. Έχω την αντοχή να σε προσγειώσω. Αλλά δεν θέλω. Γιατί δεν πιστεύω ότι σε αφορά. Πιστεύω ότι κανονικά θα έπρεπε να έχεις το θάρρος να μην χρειάζεσαι να σου εξηγήσει ο άλλος την ζωή του για βρεις τις δικαιολογίες του αρκετά ισχυρές ή μη ισχυρές. Αλλά είμαι σίγουρη πως αν μιλήσουμε για τις δικές μου «δικαιολογίες» δεν θα τις βρεις καθόλου ανίσχυρες. Είμαι σίγουρη πως είσαι ένας άνθρωπος που δεν γνωρίζεις τον κόσμο του θεάτρου. Τον γνωρίζεις από έξω όχι από μέσα. Και όλοι έξω από τον χορό πολλά τραγούδια λέμε. Και είναι και παράφωνα αυτά τα τραγούδια. Δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική μελωδία που παίζεται για αυτούς που χορεύουν. Θα έβαζα και στοίχημα για αυτό. Δεν έχεις καμία σχέση με τον καλλιτεχνικό χώρο. Κάθεσαι στην θέση σου και από εκείνη την θέση νομίζεις πως τα γνωρίζεις όλα και...»

«Θα το χάσεις το στοίχημα. Είμαι γνωστός σκηνοθέτης και...» τόλμησε να με διακόψει μιλώντας ψύχραιμα με μία ελαφριά δόση αυταρέσκειας αλλά δεν τον άφησα να συνεχίσει... Τόσο εκνευρισμένη ήμουν! Εγώ που δεν διακόπτω ποτέ κανέναν... Δεν άντεξα να τον αφήσω να τελειώσει την πρότασή του...

«Α! Είσαι γνωστός σκηνοθέτης... «ΓΝΩΣΤΟΣ» ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ! Τώρα εξηγούνται όλα... ΟΛΑ! Δεν το πιστεύω! Δεν το πιστεύω ότι αυτό το σημείο μου ξέφυγε! Τώρα κατάλαβα... Νόμιζα πως ήσουν από την μεριά αυτών που δεν είναι μέσα στα πράγματα αλλά είσαι από την αντίθετη μεριά. Από αυτούς που παρά είναι μέσα στα πράγματα. Είσαι από αυτούς που νομίζουν ότι κάνουμε το ίδιο επάγγελμα. Που πιστεύουν ότι ασκούμε την ίδια τέχνη. Δεν κάνουμε το ίδιο επάγγελμα. Δεν ασκούμε την ίδια τέχνη. Είσαι από αυτούς που το πιθανότερο και οι δύο σου γονείς ήταν ηθοποιοί ή σκηνοθέτες, ή αν όχι και οι δύο, ο ένας. Ή, για να μην ξεχνιόμαστε, μπορεί απλά και οι δύο σου γονείς να μην έχουν καμία σχέση με την τέχνη και να είναι απλά πολιτικοί! Είσαι από αυτούς που έχουν το δικό τους θέατρο, το πιθανότερο το είχαν από πάντα και δεν χρειάστηκε να κάνουν τίποτα για να το αποχτήσουν, που έχουν την δική τους σχολή, το πιθανότερο την είχαν από πάντα και δεν χρειάστηκε να κάνουν τίποτα για να την αποχτήσουν, και το μόνο που τους νοιάζει δεν είναι οι παραστάσεις ή οι σπουδές ή η ποιότητα του πολιτισμού ή το επίπεδο της εκπαίδευσης μα το χρήμα, το χρήμα, το χρήμα, το κέρδος, το κέρδος, το κέρδος, το συμφέρον, το συμφέρον, το συμφέρον... Είσαι από αυτούς που είναι στην επιτροπή που «κόβει» τόσους ανθρώπους κάθε χρόνο ενώ ταυτόχρονα πληρώνεται για να τους προετοιμάσει για αυτές τις ίδιες εξετάσεις στις οποίες ο ίδιος είναι κριτής και τους «κόβει», τους ίδιους αυτούς ανθρώπους! Είσαι από αυτούς που κάνει οντισιόν κάθε χρόνο για τα μάτια του κόσμου ενώ γνωρίζει ποιον θα πάρει από πριν. Και σαν να μην του φτάνει αυτό υποτιμάει και τους ανθρώπους στις διάφορες ακροάσεις, τους συμπεριφέρεται σαν να μην είναι άνθρωποι... Και είσαι από αυτούς που χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να προχωρήσει... Γιατί ποτέ δεν του φτάνουν όσα έχει... Θέλει κι άλλα... Ε, λοιπόν, μάθε κι άλλον ένα λόγο για τον οποίο έχω «εξαφανιστεί». Στέκεται μπροστά μου. Εσύ είσαι ένας από τους λόγους που απομακρύνθηκα.»

Αυθόρμητα κράτησα το στόμα μου. Σαν να μην πιστεύω πως βγήκαν όλα αυτά από μέσα μου. Εκείνος στην στιγμιαία παύση μου πρόλαβε να μιλήσει γρήγορα σαν να φοβάται ότι θα τον διακόψω μα καθόλου εκνευρισμένα, με ένα αχνό χαμόγελο, σχεδόν σαν να διασκεδάζει με τον δικό μου εκνευρισμό.

«Τώρα ποιος είναι αυτός που κρίνει; Τώρα ποιος είναι αυτός που βιάζεται να βγάλει συμπεράσματα;»

Είπε και ένιωθα πως το κύρος του ήταν πάνω από το δικό μου. Αυτός ήταν ήρεμος κι εγώ όχι. Αυτός ήταν σταθερός και εγώ έτρεμα. Είχε δίκιο. Και δεν ήθελα να έχει δίκιο. Κοίταξα για λίγο χαμηλά για να βρω ξανά την αναπνοή μου, ύστερα τον κοίταξα και τον ρώτησα ήρεμα, προσπάθησα να τον ρωτήσω ήρεμα...

«Πες μου, είναι λάθος όσα είπα;»

Ήμουν ακόμα φανερά εκνευρισμένη... αλλά προσπαθούσα να μείνω ψύχραιμη... Πιστεύα πως θα αρχίσει να υπερασπίζεται τον έαυτό του, τονίζοντάς μου σε πόσο πολλά σημεία ήμουν λάθος. Και ήθελα να προετοιμαστώ για να αντιμετωπίσω, όσο το δυνατόν πιο χαλαρά, το επόμενο κατεβατό λέξεων. Αλλά εκείνος, προς μεγάλη μου έκπληξη, δεν είπε τίποτα. Και αυτό με έκανε να χάσω την ψυχραιμία που ακόμα δεν είχα καταφέρει να βρω! Πάλι μιλούσα επιθετικά...

«Δεν το πιστεύω! Δεν το πιστεύω!!! Το βλέπω στο βλέμμα σου! Είναι σωστά! Προσωπικά, νομίζα πως κάπου θα είχα πέσει έξω! Αλλά, όπως φαίνεται, έπεσα την πρώτη φορά έξω για τα καλά και την δεύτερη μέσα για τα καλά! Είχα δίκιο! Έχω δίκιο!!!»

Μετά θυμήθηκα πως ήθελα να είμαι ψύχραιμη και συνέχισα σε λίγο πιο ήρεμο τόνο...

«Αλλά η αλήθεια είναι πως και εσύ έχεις δίκιο. Βιάστηκα να βγάλω συμπεράσματα, άσχετο με το αν αυτά τα συμπεράσματα ήταν σωστά. Δεν μου αρέσει να κρίνω τους ανθρώπους. Και αυτό δηλώνει και το πόσο με εκνεύρισες. Δεν μου αρέσει ο έαυτός μου έτσι.»

Εκείνος με κοιτούσε σαν να διασκεδάζει με αυτήν την πάλη που έβλεπε να μου συμβαίνει... Και αυτό με εκνεύριζε ακόμα περισσότερο... Από την μία να προσπαθώ να είμαι ψύχραιμη και από την άλλη να μην τα καταφέρνω... Εγώ συνέχισα προσπαθώντας να κρατήσω σε χαμηλούς τόνους την φωνή μου...

«Αφού τώρα βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο δεν αντέχω να μην σε ρωτήσω. Πάντα ήθελα να ρωτήσω έναν άνθρωπο που να βρίσκεται από την πλευρά που στέκεσαι εσύ... Πες το περιέργεια... Πες το ενδιαφέρον... Πες το όπως θες... Αφού μου δίνεται η ευκαιρία να έχω έναν άνθρωπο σαν και εσένα απέναντί μου δεν γίνεται να μην ρωτήσω!»

Εκείνος τότε στιγμιαία έχασε το χαμόγελό του... Σαν να αγχώθηκε λίγο για το τι θα ακολουθήσει... Αλλά αμέσως το ξαναβρήκε σαν να μην ήθελε να φανεί η όποια ελάχιστη ανασφάλεια... Και εγώ τον ρώτησα κοιτάζοντάς τον στα μάτια... Και μου ήταν δύσκολο να κρατήσω το βλέμμα μου σταθερό... στο δικό του βλέμμα...

«Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις; Αλήθεια... Θέλω να ξέρω... Αυτό; Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις; Δεν νιώθεις την ανάγκη να κάνεις και κάτι άλλο; Δεν θέλεις να κάνεις... Δεν ξέρω... Να κάνεις και κάτι ακόμα;... Κάτι περισσότερο;... Πώς γίνεται να είσαι ευχαριστημένος με αυτό; Ή μάλλον... Είσαι ευχαριστημένος με αυτό; Είσαι ικανοποιημένος; Με την κατάσταση που επικρατεί; Με το δικό σου μερίδιο της ευθύνης; Με αυτό που κάνεις; Με αυτό που σου αναλογεί; Εσύ υποτίθεται πως είσαι μέσα στο σύστημα και θα μπορούσες να κάνεις ό,τι θες. Οτιδήποτε θέλεις!!! Ακόμα και να αρχίσεις να αλλάζεις το σύστημα μέσα στο οποίο είσαι... Αλλά ακόμα κι αν δεν θέλεις να αλλάξεις το σύστημα γιατί σου φαίνεται υπέροχο έτσι όπως είναι... Δεν έχω ιδέα πώς γίνεται αυτό... Αλλά πες ότι γίνεται... Ακόμα και τότε... Γιατί δεν κάνεις και κάτι καλό ανάμεσα στα υπόλοιπα; Έτσι για αλλαγή! Γιατί δεν αποφασίζεις να κάνεις και κάτι καλύτερο; Είμαι σίγουρη πως μπορείς να το κάνεις! Έχεις τα χρήματα, έχεις τον χώρο, έχεις τους τρόπους, έχεις τους ανθρώπους και, ίσως, να έχεις και την όρεξη... Γιατί δεν επιλέγεις να κάνεις και κάτι καλύτερο; Γιατί ανάμεσα στα υπόλοιπα δεν προσθέτεις και κάτι παραπάνω; Λίγο ανώτερο; Λίγο... Έχεις σκεφτεί πως η αλλαγή θα μπορούσε να έρθει και μέσα από εσένα; Όχι, από κάποιον άλλον... Από εσένα! Εσένα που στέκεσαι τώρα απέναντί μου... Έχεις σκεφτεί πως μπορείς... μπορείς να παίξεις σπουδαίο ρόλο στο να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο... αρχίζοντας να αλλάζεις την συμπεριφορά σου... και ακολουθώντας και λίγο αυτό που συμβαίνει μέσα σου που μόνο εσύ το γνωρίζεις... Και μπορώ να καταλάβω... Ίσως η θέση σου δεν σου επιτρέπει να είσαι εντελώς ελεύθερος... Βασικά, δεν σου επιτρέπει να είσαι ανθρώπινος... Ή μάλλον προσωπικά δεν μπορώ να το καταλάβω... Αλλά μπορώ να καταλάβω πως εσύ το πιστεύεις... Πως εσύ νιώθεις περιορισμένος στο να μην μπορείς να κάνεις πραγματικά αυτά που θέλεις... Πως εσύ νιώθεις πως δεν είσαι ελεύθερος... Πως εσύ νιώθεις πως είσαι υποχρεωμένος να συμπεριφέρεσαι έτσι... Επειδή όλοι συμπεριφέρονται έτσι... Επειδή... Δεν γνωρίζεις πως μπορεί να λειτουργήσουν τα πράγματα αν αποφάσιζες να συμπεριφερθείς διαφορετικά... Αλλά έχεις σκεφτεί... Πως αν άρχιζες να κάνεις έστω και κάτι από αυτά που πραγματικά θέλεις εσύ και όχι οι άλλοι... Θα μπορούσε να γίνει μια ουσιαστική αλλαγή... Μπορεί να φοβάσαι... Μπορεί να αγχώνεσαι... Μπορεί και να μην έχεις καθόλου ιδέα πώς να το κάνεις... Μπορεί να νιώθεις μια χαρά στην ασφάλειά σου... Αλλά είσαι καλά σε σχέση με αυτό; Κοιμάσαι καλά τις νύχτες; Ξυπνάς καλά τα πρωινά; Τα έχεις καλά με την συνείδησή σου; Έχεις συνείδηση; Είσαι σε επαφή με τον έαυτό σου; Δεν νιώθεις άσχημα... όταν δεν συμπεριφέρεσαι σωστά; Η χυδαιότητα... όλη αυτή η χυδαιότητα... Σε εκφράζει; Η εκμετάλλευση... όλη αυτή η εκμετάλλευση... Σε εκπροσωπεί; Δεν υπάρχει κανένα σημείο που να νιώθεις άβολα με τις επιλογές σου; Που να νιώθεις περίεργα με τις αποφάσεις σου; Δεν θα ήθελες... Να αρχίσεις να γίνεσαι πιο άνθρωπινος... Να νιώσεις ξανά την ανθρωπιά... που ίσως έχεις ξεχάσει... Να... Δεν ξέρω... Να νιώσεις ξανά άνθρωπος... Από πολύ αρχή σου δόθηκε μια γερή αφετηρία... Δεν θα ήθελες να χρησιμοποιήσεις αυτήν την ίδια βάση για κάτι καλύτερο... για κάτι πιο όμορφο... για κάτι πιο μεγαλειώδες... για κάτι... Αυτό είναι πραγματικά το καλύτερο που μπορείς να κάνεις;»

Σταμάτησα απότομα. Δεν έβρισκα κανένα νόημα σε αυτήν την – αν μπορούμε να την πούμε – συζήτηση. Ήθελα μόνο να φύγω. Είχα δοκιμάσει να κάνω και στο παρελθόν τέτοιου τύπου συζητήσεις... όχι, βέβαια, σε τέτοιες συνθήκες... και δεν μπορούσα με τίποτα να ενώσω τους δύο διαφορετικούς κόσμους... Δεν μπορούσα να φτιάξω καμία γέφυρα επικοινωνίας... Δεν είχα καταφέρει να βρω τον κατάλληλο τρόπο... Ξαφνικά, μου φάνηκε πολύ ματαίο το όλο σκηνικό... Δεν είχε νόημα να μπω στην διαδικασία να προσπαθήσω να τον κάνω να καταλάβει... Ήταν το σημείο που εγώ θα άρχιζα να λέω τα δικά μου και ο άλλος θα με αντιμετώπιζε σαν να είμαι ρομαντική και ιδεαλίστρια και σαν να μην ξέρω πώς λειτουργεί ο κόσμος... Και δεν άντεχα να το βιώσω, για μια ακόμα φορά...

«Θα φύγω. Νομίζω δεν έχουμε τίποτα άλλο να πούμε.»

Είπα ξερά και πήγα να φύγω και αυτός μου κράτησε το χέρι με δύναμη για να με σταματήσει. Τον κοίταξα θυμωμένα υπονοώντας πως δεν έχει κανένα δικαίωμα να με κρατάει και μου άφησε το χέρι. Το βλέμμα του ήταν πολύ διαφορετικό από πριν. Είχε σοβαρέψει. Σχεδόν τρόμαξα από το ύφος του. Δεν άντεχα να τον κοιτάξω. Τον προσπέρασα φεύγωντας και εκείνος άρχισε να περπατάει δίπλα μου.

Γύρισα το κεφάλι μου εκνευρισμένη...

«Τώρα, σοβαρά, ποιο είναι το σχέδιο σου, θα με ακολουθείς;»

«Φεύγω κι εγώ. Και δεν σε ακολουθώ. Περπατάω δίπλα σου.»

«Πήγαινες προς την αντίθετη κατεύθυνση.»

«Ε, τώρα πάω προς αυτήν.»

«Πολύ ώριμη συμπεριφορά...»

«Ούτε το να φεύγεις έτσι, είναι ώριμη συμπεριφορά...»

Και μετά από αυτόν τον σύντομο, γρήγορο, διάλογο, όπου εκείνος ήταν ήρεμος με το αχνό χαμόγελο του να ξαναεπιστρέφει σιγά σιγά στο πρόσωπό του και την βραχνή φωνή του να ξαναεπιστρέφει σιγά σιγά στην προηγούμενη αυτοπέποίθησή του και εγώ ήμουν εκνευρισμένη και συνοφρυωμένη... Αναστέναξα.

Σταμάτησα να περπατάω και σταμάτησε κι αυτός. Τον κοίταξα.

«Συγνώμη.» μου είπε.

«Συγνώμη.» επανέλαβε.

«Α, όχι... Δεν θα το κάνεις αυτό...» αναστέναξα πάλι και ο εκνευρισμός άρχισε να φεύγει σιγά σιγά.

«Μα μόλις σου είπα συγνώμη.» δικαιολογήθηκε εκείνος.

«Για λάθος λόγους.» είπα και ήξερα πως κινδυνεύω να ακουστώ σαν όλες τις γυναίκες του κόσμου.

«Και πώς ξέρεις εσύ τους λόγους μου;» με ρώτησε με μία παιχνιδιάρικη διάθεση, η σοβαρότητα του είχε ως δια μαγείας εξαφανιστεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.

Γενικά, φαινόταν σαν να φαίνεται σε εκείνον όλο αυτό ένα παιχνίδι. Εγώ δεν μπορούσα να μπω σε αυτήν την διάθεση. Είχα εκνευριστεί υπερβολικά πολύ πριν για να μπορώ τόσο γρήγορα να μπω σε άλλη διάθεση. Του είπα πολύ σοβαρά και, σχεδόν, βαρετά σαν να είμαι υποχρεωμένη να δηλώσω τα αυτονόητα και σαν να μην έχω καμία διάθεση για αυτού του τύπου την συζήτηση...

«Όλοι ξέρουμε πως όταν μια γυναίκα κλαίει μπροστά σε έναν άντρα ο άντρας νιώθει υπεύθυνος. Ο μόνος λόγος για τον οποίο μου ζητάς συγνώμη είναι γιατί με είδες να κλαίω μπροστά σου και ένιωσες πως ευθύνεσαι. Ένιωσες ένοχος. Ε, λοιπόν σου παίρνω αυτήν την ενοχή. Σε απαλλάσσω από τις ευθύνες σου. Δεν φταις εσύ για το ότι έκλαψα. Δεν φέρεις καμία ευθύνη. Ήσουν η αφορμή. Αλλά δεν ήσουν η αιτία. Ο κόσμος μου είναι ένα χάος σε αυτήν την φάση και απλά βγήκε όλο αυτό που ήταν έτοιμο να εκραγεί εδώ και μέρες. Για να μην πω μήνες. Που σημαίνει... Δεν χρειάζεται να μου πεις συγνώμη. Θα είχε νόημα να μου ζητήσεις συγνώμη αν αισθανόσουν άσχημα για τον τρόπο που μου μίλησες, αν εσύ πίστευες πως δεν μου μίλησες σωστά, αν εσύ όντως έκανες μια κριτική του έαυτού σου σε σχέση με τον τρόπο σου προς εμένα... Αλλά αυτό είναι λίγο δύσκολο να γίνει μέσα σε λίγα λεπτά. Όχι, πες μου, ειλικρινά... Αισθάνθηκες άσχημα για αυτά που μου είπες ή, κυρίως, αισθάνθηκες άσχημα για το πώς μου τα είπες;»

«Όχι και όχι.» απάντησε εκείνος ειλικρινά και χωρίς το αχνό χαμόγελό του.

«Άρα μην μου ζητάς συγνώμη.» είπα και χαμογέλασα εγώ αχνά χωρίς να το θέλω. Σαν για να υπάρχει ισορροπία ανάμεσά μας να πρέπει πάντα κάποιος από τους δύο μας να χαμογελάει αχνά...

«Άκου...» Είπε εκείνος κοιτάζοντας το αχνό χαμόγελό μου και το βλέμμα του άλλαξε περίεργα, πήγαινε προς μία κατεύθυνση που δεν περίμενα να πάει... «Κανείς δεν μου έχει μιλήσει έτσι όπως εσύ. Κανείς. Το καταλαβαίνεις αυτό; Κανείς...»

Εγώ έκανα ένα βήμα πίσω γιατί δεν μου άρεσε η απότομη αλλαγή της ατμόσφαιρας και εκείνος συνέχισε...

«Μου αρέσεις. Πραγματικά μου αρέσεις. Θέλεις να βγούμε για καφέ κάποια στιγμή να τα πούμε πιο ήρεμα; Να συζητήσουμε. Με ενδιαφέρουν πολύ όλα όσα είπες και... »

Εμένα τότε μου έφυγε το χαμόγελο και γύρισε ο προηγούμενος εκνευρισμός! Δεν είχα ανάγκη για καμία ισορροπία ανάμεσά μας πια! Πάλι φώναζα... Λιγότερο από πριν... αλλά και πάλι μίλαγα έντονα...

«Πλάκα μου κάνεις! Μου κάνεις πλάκα! Πες μου ότι μου κάνεις πλάκα! Σε παρακαλώ, πες μου ότι μου κάνεις πλάκα! Πες μου ότι όλο αυτό το προηγούμενο που συνέβηκε υπάρχει περίπτωση σε κάποιο εξωγήινο κόσμο να ονομάζεται φλερτ! Έτσι μιλάς εσύ στους ανθρώπους που σου «αρέσουν»;»

Τώρα εκείνος χαμογελούσε καθαρά και αυτό με εκνεύριζε ακόμα περισσότερο από το ήδη περισσότερο.

«Μπορείς να μην εκνευρίζεσαι με όλα; Σου έκανα μια απλή ερώτηση! Μπορείς να απαντήσεις σε αυτήν;»

Είχε χαμηλώσει την φωνή του και φαινόταν πως χρησιμοποιούσε όλη του την γοητεία. Ήρθε πιο κοντά προς εμένα και εγώ αμέσως έκανα περισσότερα βήματα προς τα πίσω για να απομακρυνθώ και να διατηρήσω την απόσταση που είχαμε τόση ώρα μεταξύ μας. Μίλησα απότομα και απρόσωπα.

«Ναι. Μπορώ να απαντήσω. Όχι. Δεν θέλω να βγούμε για καφέ.» είπα πεισμωμένη.

«Μπορώ να ρωτήσω γιατί;» Το σίγουρο ύφος του μου την έδινε κυριολεκτικά στα νεύρα.

«Γιατί πρώτον δεν πίνω καφέ και γιατί δεύτερον ακόμα κι αν έπινα καφέ δεν θα τον έπινα μαζί σου.»

«Γιατί;» εκείνος δεν άλλαζε τίποτα στο ύφος του ή στο βλέμμα του. Με ρωτούσε με σιγουριά και με κοίταζε έντονα.

«Γιατί δεν μου μίλησες ωραία. Γιατί μου φώναξες. Γιατί με έκανες να αισθανθώ άσχημα. Γιατί με έκανες να νιώσω ντροπή.Γιατί με έκανες να νιώσω ενοχή. Γιατί δεν μου άρεσε ο τόνος σου. Γιατί δεν μου άρεσε ο τρόπος σου. Γιατί... » μέσα στον εκνευρισμό μου, σιγά σιγά, άρχιζα, σχεδόν, να απολογούμαι και δεν μου άρεσε...

«Είχα άδικο σε αυτά που είπα;» με ρώτησε γλυκά και δεν είχα ξανακούσει αυτόν τον τόνο στην φωνή του.

Πήγα να πανικοβληθώ και δεν μου άρεσε ούτε αυτό... Ένιωθα πως κρύβεται κάποια παγίδα στην ερώτησή του.

«Αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Δεν πήρα θέση για το περιεχόμενο του λόγου σου. Σου είπα για τον τρόπο. Δεν μου άρεσε ο τρόπος σου.» είπα προσπαθώντας να ακουστώ δυναμική.

«Ναι, αλλά είχα άδικο;» επέμεινε αυτός.

«Όχι, σε όλα.» παραδέχτηκα. Και μου ήταν δύσκολο να το παραδεχτώ.

«Τότε γιατί δεν ξεκινάμε από εκεί; Δεν μπορεί να είμαι ένας άνθρωπος που ενδιαφέρεται για εσένα και που σου μιλάει έτσι;» αυτός είδε το σημείο που με δυσκόλεψε, το θέωρησε αδύναμο σημείο μου, και βρήκε χώρο για να μου μιλήσει ακόμα πιο γλυκά.

«Όχι. Γιατί για εμένα οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται... Ενδιαφέρονται διαφορετικά... Με αγάπη. Ξέρω πως ακούγεται περίεργο για τον κόσμο σου. Αλλά στον δικό μου κόσμο έτσι συμβαίνει.» είπα εγώ χωρίς τίποτα το γλυκό στην φωνή μου. Ήμουν απότομη.

«Δεν μπορεί να σε αγαπάει κάποιος που να σου φωνάζει;» με ρώτησε με πραγματική περιέργεια.

«Δεν ξέρω αν μπορεί να με αγαπάει κάποιος που να μου φωνάζει ή να μου φωνάζει κάποιος που να με αγαπάει. Και δεν έχει σημασία. Εσύ δεν με γνωρίζεις. Και σίγουρα δεν με αγαπάς! Και δεν έχω ιδέα πώς συζητάμε για την αγάπη! Από πού κι ως πού, εγώ κι εσύ, συζητάμε για «αγάπη»; Δεν θέλω να βγω μαζί σου. Πώς αλλιώς να σου το πω; Δεν σου έχει πει ποτέ ξανά γυναίκα «Όχι»;» είπα και για μια ακόμα φορά γύρισα στο επιθετικό, και ταυτόχρονα αμυντικό, ύφος μου. Και δεν το πίστευα ότι εγώ κάνω τέτοιου τύπου ερώτηση! Δεν είχα ξαναρωτήσει ποτέ άνθρωπο κάτι τέτοιο! Ήταν βέβαιο! Το μυαλό μου πρέπει να βρέθηκε σε απόλυτο αδιέξοδο για να φτάσει να ξεπηδήσει με τέτοια ευκολία μια τέτοια μικρότητα! Μια τέτοια τόσο μη δική μου φράση! Πρέπει να ένιωσα πολύ στριμωγμένη...

«Όχι.» είπε αυτός αυθόρμητα και απλά. Σαν να μην έχει καταλάβει τίποτα από το προσωπικό μου εσωτερικό χάος.

«Δεν σου έχει ξαναπεί ποτέ γυναίκα «όχι»;» ξαναρώτησα σαν να μην τον πολυπιστεύω. Και μπορώ να πω ότι με αυτήν την αφοπλιστική απάντησή του το μυαλό μου βρέθηκε στο κενό χωρίς να σκέφτεται τίποτα άλλο.

«Όχι.» ξαναείπε αυτός.

«Δεν το πιστεύω! Πραγματικά, δεν το πιστεύω! Ε, λοιπόν, δεν με βοηθάς και ιδιαίτερα να σου πω «Ναι.», βασικά... με υποχρεώνεις να σου πω «Όχι». Ίσως ήρθε η ώρα να προσθέσεις και αυτήν την λέξη στο λεξικό σου: «Όχι.». Και μου αρέσει που μου κάνει και εντύπωση! Αφού φαίνεται πως είσαι άνθρωπος που δεν σου έχει πει ποτέ κανένας «Όχι.». Όλοι τρέχουν γύρω από εσένα. Όλα τρέχουν γύρω από εσένα. Τι καιρό κάνει στον κόσμο σου, στον κόσμο του «Όλοι μου λένε «Ναι»»; Είσαι από τους ανθρώπους που τα έχουν όλα. Σπάνια ακούς το «Όχι». Και νομίζω πως ήρθε η ώρα να μάθεις κάτι καινούριο. ΟΧΙ. Υπάρχει και αυτή η λέξη στο λεξικό, υπάρχει και αυτή η λέξη στο λεξιλόγιό μας: Όχι. Όχι. Όχι. Όχι. Όχι. Όχι. Όχι...» Είχα εκνευριστεί! Πάλι!

«Είσαι τόσο θυμωμένη μαζί μου;» με ρώτησε γελώντας.

Τότε εγώ σταμάτησα να λέω «Όχι». Και σοβάρεψα. Με είχε κουράσει όλο αυτό το σκηνικό ήθελα απλά να φύγω και να ξεμπερδεύω με αυτόν τον άνθρωπο.

«Άκου, δεν είμαι θυμωμένη μαζί σου. Έτσι έχεις μάθει, έτσι έχεις συνηθίσει, έτσι έχεις ζήσει... Ή μάλλον, τι λέω; Κάτσε περίμενε! Τώρα που το σκέφτομαι... Είμαι θυμωμένη μαζί σου! Ο κυριότερος λόγος για τον οποίο δεν θα έβγαινα ποτέ μαζί σου είναι γιατί ανήκεις σε αυτόν τον κόσμο τον οποίο, όσο κι αν προσπαθώ, δεν μπορώ να τον καταλάβω! Στον κόσμο του συμφέροντος και του χρήματος και της αναξιοκρατίας και της αδικίας και της απανθρωπιάς και της χυδαιότητας και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο... Δεν έχει σημασία αν έχεις μάθει, αν έχεις συνηθίσει, αν έχεις ζήσει έτσι... Κάποια στιγμή θα έπρεπε να έχεις προβληματιστεί λίγο παραπάνω πάνω στα πράγματα... Κάποια στιγμή θα έπρεπε να έχεις προβληματιστεί και πάνω στην δική σου συμπεριφορά... Κάποια στιγμή θα έπρεπε να έχεις προβληματιστεί λίγο παραπάνω!... Στον δικό μου κόσμο τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Αλλιώς ζω... Αλλιώς έχω επιλέξει να ζω... Όχι, πως μου αφήνουν δηλαδή και πολλά περιθώρια ζωής... Δεν με αφήνουν να ζήσουν έτσι όπως θα ήθελα... Αλλά τουλάχιστον το προσπαθώ... Έχεις προσπαθήσει ποτέ για κάτι; Πραγματικά προσπαθήσει; Έχεις θελήσει ποτέ κάτι πολύ, κάτι που να μην μπορείς να το αποχτήσεις αμέσως, κάτι που να πρέπει να προσπαθήσεις για αυτό και που ακόμα και τότε να μην γνωρίζεις αν αυτή η προσπάθειά σου θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα; Έχεις αγαπήσει ποτέ κάτι τόσο πολύ... Που να νιώθεις πως αυτό είναι η ζωή σου... Και να μην σε αφήνουν να το ζήσεις... Να μην σε αφήνουν να το έχεις... Να μην σου επιτρέπουν να το φτάσεις... Να το αγγίξεις... Να το βρεις... Να το βιώσεις... Έχεις προσπαθήσει ποτέ για κάτι; Έχεις αποτύχει; Ξανά και ξανά και ξανά; Δεν νομίζω... Να έχεις αποτύχει... Δεν νομίζω... Να έχεις προσπαθήσει... Ο τρόπος σου έχει κάτι αντίθετο από τον δικό μου τρόπο. Δεν υπάρχει προσπάθεια μέσα σε αυτόν. Δεν υπάρχει τίποτα κοινό στους δύο τρόπους και...»

Και... στην στιγμιαία διακοπή μου... εκείνος βρήκε ευκαιρία για να συνεχίσει με απόλυτη σοβαρότητα πια...

«Και... πώς είσαι τόσο σίγουρη για αυτό; Πώς είσαι σίγουρη πριν μου δώσεις μία ευκαιρία για να δεις... Πως υπάρχουν πέρα από πολλά διαφορετικά σημεία και κάποια πολύ ισχυρά κοινά σημεία. Τι μπορώ να κάνω για να σε κάνω να βγεις μαζί μου, μόνο μία φορά; Μέσα σε αυτήν την μία φορά είμαι σίγουρος πως μπορώ να σε πείσω πόσο ίδιοι είμαστε κι ας νιώθεις πως είμαστε τόσο διαφορετικοί. Σου ζητάω μία μόνο συνάντηση. Μία συζήτηση. Μήπως φοβάσαι να την κάνεις μαζί μου; Μήπως φοβάσαι να δεις τα κοινά σημεία μας; Σε τρομάζει να δεις πως υπάρχουν δικά σου σημεία μέσα σε εμένα; Τι θα έκανες αν καταλάβαινες πως στους δύο κόσμους μας υπάρχει κάτι ίδιο; Ίσως ένας ίδιος ουρανός... Ίσως ένα κοινό έδαφος... Ίσως...»

Τον διέκοψα, ρωτώντας τον...

«Και εσύ τι θα έκανες αν καταλάβαινες... Πως δεν υπάρχει τίποτα κοινό; Τι θα έκανες... Αν συνειδητοποιούσες... Πως η ανάγκη σου να έχουν οι δύο κόσμοι μας κάτι κοινό... Είναι μια ανάγκη για να δικαιολογείς την συμπεριφορά σου... Το να σκέφτεσαι πως όλοι, αν ήμασταν στην δική σου θέση, μπορεί να συμπεριφερόμασταν έτσι... ΘΑ συμπεριφερόμασταν έτσι... Πως όλοι είμαστε ίδιοι... Όλοι θα κάναμε τα ίδια... Γιατί όλοι είμαστε άνθρωποι... Κάτω από τον ίδιο ουρανό και πάνω στο ίδιο έδαφος... Τι θα έκανες όμως αν καταλάβαινες... Πως δεν είναι ίδιος ο ουρανός μας... Πως το έδαφός μας δεν είναι κοινό... Και πως ναι, είμαστε όλοι άνθρωποι, αλλά είμαστε διαφορετικοί... Και καμιά φορά τόσο διαφορετικοί που δεν υπάρχει κανένας τρόπος επικοινωνίας... κανένας κοινός κώδικας... κανένα κοινό σημείο... Κανένα...»

Με διέκοψε, ρωτώντας με...

«Γιατί φοβάσαι, λοιπόν, να βγεις μαζί μου; Και να μου πεις όλα αυτά... Τα οποία μου λες τώρα... Και προσωπικά νιώθω πως δεν τα υποστηρίζεις ολοκληρωτικά... Έχω την αίσθηση πως τα λες σαν αντίδραση σε αυτά που σου είπα εγώ, εσύ πάντα υποστήριζες την ένωση του κόσμου και όχι την διάλυση του, τόνιζες πάντα τις ομοιότητες των ανθρώπων και όχι τις διαφορές τους... Εσύ πάντα... »

«Μην μου λες «Εσύ πάντα...»... Δεν ξέρεις τι «Εγώ πάντα...». Και μην παίρνεις αυτό το ύφος... του και καλά ψυχολόγου... που και καλά με ψυχολογεί... Ο και καλά σκηνοθέτης ψυχολογεί την και καλά ηθοποιό... Έχω κουραστεί με αυτήν την και καλά ψυχολογική ανάλυση που κάνουμε στον και καλά καλλιτεχνικό χώρο... Δεν με ξέρεις. Αν με ήξερες... Θα ήξερες πως... Δεν φοβάμαι να βγω μαζί σου. Δεν θέλω να βγω μαζί σου. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά από το ένα στο άλλο. Και όσα είπα τα είπα για να σου δώσω και μία άλλη οπτική...‘Εχεις δίκιο... Συνήθως, υποστηρίζω τις ομοιότητες... Αλλά η σκέψη μου είναι πολύπλοκη και πολύπλευρη και τα σκέφτομαι όλα και έτσι και αλλιώς... Και όλα αυτά τα είπα... Για να σου δώσω μία άλλη εικόνα... Αλλά δεν έχει σημασία... Ας πάρω κι εγώ, λοιπόν, το ύφος του και καλά ψυχολόγου που και καλά ψυχολογεί... Λες πως θέλεις να βγεις μαζί μου. Έχεις καταλάβει πως ο μόνος λόγος για τον οποίο θέλεις να βγεις μαζί μου είναι γιατί σου είπα «Όχι»; Πως ο μόνος λόγος που θέλεις να βγεις μαζί μου είναι απλά γιατί δεν είμαι από αυτούς που γυρνάνε γύρω από εσένα; Δεν θα μπορούσα να είμαι ένας από αυτούς... Δεν θα μπορούσα ποτέ να γίνω ένας από αυτούς...»

Κούνησε το κεφάλι...

«Κάνεις λάθος. Φαίνεται πως κανείς μας δεν είναι καλός σε αυτήν την και καλά ψυχολογία... Κάνεις και πάλι λάθος. Δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Εξάλλου... σου ζήτησα να βγούμε πριν να μου πεις «Όχι». Βέβαια, θα μου πεις... Ξέρω τι θα μου πεις... Πως η συμπεριφορά σου προς τα εμένα, έτσι κι αλλιώς, το εκπέμπει το «Όχι». Ας είμαι ειλικρινής. Είναι και αυτός ο λόγος. Βέβαια, όχι έτσι ακριβώς όπως τον λες και τον εννοείς εσύ. Για εμένα... Αυτό το «όχι» δηλώνει το ότι στέκεσαι απέναντί μου σαν ίσος προς ίσο και δεν φοβάσαι να με κοιτάξεις στα μάτια και να μου πεις όσα πιστεύεις, ότι δεν έχεις την ίδια αντιμετώπιση που έχουν οι άλλοι απέναντί μου. Δεν θα μου πεις αυτά που θέλω να ακούσω. Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Είναι άδικο να θεωρήσεις πως είναι μόνο αυτός ο λόγος... ή πως είναι αυτός ο κύριος λόγος... Υπάρχουν και ένα σωρό άλλοι λόγοι... Θα ήθελα να έχω την ευκαιρία να μιλήσω μαζί σου. Γιατί σου είναι δύσκολο να δεχτείς πως απλά ενδιαφέρομαι για εσένα; Με ενδιαφέρεις με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Και θα ήθελα να έχω την δυνατότητα του να μιλήσουμε. Απλά να μιλήσουμε. Εξάλλου... Θα μπορούσα να σε βοηθήσω... Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ...»

Δεν ήμουν σίγουρη αν κατάλαβα αυτό που εννοούσε... αλλά άρχισε πάλι ο εκνευρισμός και στο σώμα και στην φωνή μου και στο βλέμμα μου...

«Θα μπορούσες... τι; Πες μου ότι δεν υπονόησες αυτό που νομίζω ότι υπονοήσες... Δεν με ενδιαφέρουν τέτοιου τύπου «βοήθειες»... Θα ήθελα να είναι έτσι φτιαγμένος ο κόσμος ώστε να μπορώ να προχωρήσω με την αξία μου, όχι να χρειάζομαι την δική σου «βοήθεια» για να προχωρήσω... Αυτό και μόνο σημαίνει πως το σύστημα σου έχει πρόβλημα... Δεν θέλω ούτε την δική σου «βοήθεια» ούτε κανενός άλλου την «βοήθεια». Αυτές οι «βοήθειες» οδήγησαν τον κόσμο σε αυτό το τραγικό σημείο. ΚΑΙ αυτές. Όχι μόνο αυτές... αλλά ΚΑΙ αυτές. Δεν θέλω να με «βοηθήσεις». Και αν είδες πραγματικά τις παραστάσεις μου, αν κατάλαβες έστω και κάτι μικρό, ελάχιστο, από αυτές, αυτό δεν χρειάζεται να σου το πω, το ξέρεις ήδη για εμένα. Εσύ που με παρακολουθείς τόσα χρόνια, που υποστηρίζεις πως ξέρεις ποια είμαι, δεν έχεις καταλάβει, λοιπόν, το παραμικρό για τις απόψεις μου για όλα αυτά; Όχι, ευχαριστώ. Δεν θέλω να με «βοηθήσεις». Αλλά το πιο φοβερό δεν είναι ότι εγώ δεν θέλω να με «βοηθήσεις» το πιο φοβερό είναι ότι ούτε κι εσύ θέλεις να με «βοηθήσεις» και ας μου το λες τώρα. Το λες απλά γιατί έτσι έχεις μάθει να προσεγγίζεις τους ανθρώπους. Αυτός που βοηθάει βοηθάει... Δεν λέει πως θα βοηθήσει... Δεν υπόσχεται πως θα βοηθήσει... Αυτός που βοηθάει... Απλά βοηθάει... Και δεν εννοώ με ύπουλους τρόπους... Αν ήθελες πραγματικά να με βοηθήσεις θα το είχες κάνει μέσα στα τόσα χρόνια που με βλέπεις και αυτή η βοήθεια δεν θα ήταν μέσα σε εισαγωγικά... Θα ήταν πραγματική βοήθεια. Ξέρεις τι σημαίνει βοήθεια; Όχι, με τον τρόπο που την εννοείς εσύ. Πραγματική βοήθεια; Σε έχει βοηθήσει ποτέ κάποιος; Σε κάτι, οτιδήποτε; Ε, λοιπόν, να σου πω και κάτι άλλο; Κρύβεσαι ανάμεσα στους θεατές και βλέπεις ΟΛΕΣ μου, όπως μου τόνισες, τις παραστάσεις, και, παρόλα αυτά, δεν μου έχεις μιλήσει ούτε μία φορά, ούτε μία!, η πρώτη φορά που μου μιλάς είναι σήμερα... Τι δηλώνει αυτό για εσένα; Τι δηλώνει για εμένα; Και τι δηλώνει για την σχέση μας; Μήπως δηλώνει αυτό που ήδη σου είπα; Πώς δεν ενώνονται οι δύο κόσμοι; Ακόμα και εσύ ξέρεις... πως οι δικοί σου κανόνες δεν με αγγίζουν... και οι δικές σου συνθήκες δεν με συγκινούν... Έρχεσαι και βλέπεις τις παραστάσεις μου για κάποιο λόγο που μόνο εσύ γνωρίζεις... Ίσως κάτι να σε συγκινεί μέσα σε όλα αυτά που κάνω... αλλά το πιθανότερο δεν σε αφορά ουσιαστικά... Είσαι από αυτούς που δέκα χρόνια έρχονται στις παραστάσεις μου, που κάθονται, πίσω πίσω, σε μια καρέκλα, ανάμεσα στους θεατές, που ψάχνεις να βρεις και να δεις πότε και πού και πώς και παίζω, αλλά που δεν θα κουνούσες ούτε το μικρό σου δαχτυλάκι για να βοηθήσεις όχι εμένα αλλά και πολλούς άλλους. Δεν θα έκανες τίποτα για να δημιουργήσεις λίγη αξιοκρατία στον χώρο σου. Δεν νομίζω πως θα ήθελες να ενωθούν πραγματικά οι δύο κόσμοι... Βαρέθηκα να με κοιτάνε σαν αυτόν που τους θυμίζει το πώς ήταν παλιά... Τα όνειρά τους... Τις ελπίδες τους... Μα κανένας από αυτούς που με κοιτάνε έτσι να μην έχουν το θάρρος να στηρίξουν αυτό το όνειρο, αυτές τις ελπίδες... Θέλεις να θαυμάζεις από μακρυά το πάθος μου; Κανένα πρόβλημα... Αρκεί να μην εμποδίζεις τον δρόμο μου... Δεν θέλω να με «βοηθάς» αλλά δεν θέλω και να με εμποδίζεις... Και μην μου παρουσιάζεις και καλά ότι ενδιαφέρεσαι για εμένα, για το αν χάνομαι ή δεν χάνομαι... για το αν είμαι ή δεν είμαι ακόμα εδώ... Γιατί αν πραγματικά ενδιαφερόσουν για εμένα... αυτή η συζήτηση δεν θα γινόταν τώρα, εδώ, επειδή συναντηθήκαμε τυχαία... Θα είχε γίνει πολύ νωρίτερα... Οι λόγοι, λοιπόν, που δεν θα έβγαινα μαζί σου είναι εδώ μπροστά μας. Δεν υπάρχει κανένα σημείο επαφής.»

Εκείνος κοίταξε για μια στιγμή κάτω μετά ανέβασε το βλέμμα του με κοίταξε βαθιά στα μάτια και μου είπε

«Για αυτό σε χρειάζομαι. Ακριβώς, για αυτό που συμβαίνει τώρα. Δεν φοβάσαι να μου πεις τα πράγματα όπως τα βλέπεις. Δεν προσέχεις τις λέξεις σου πριν μου τις πεις. Δεν σε ενδιαφέρει το να μου μιλήσεις κάπως για να εξασφαλίσεις μια μελλοντική σίγουρη δουλειά. Τα έχω καταλάβει όλα αυτά για εσένα. Για αυτό και θέλω μια συνάντηση μαζί σου... Όσο για την βοήθεια... πώς ξέρεις αν η δική μου βοήθεια είναι με εισαγωγικά ή χωρίς... πώς μπορείς να ξέρεις εσύ πώς εννοώ εγώ την βοήθεια... Θα μπορούσα να σε βοηθήσω μιλώντας απλά πάνω σε αυτά που έχω καταλάβει για εσένα... Θα μπορούσες απλά να ακούσεις την δική μου άποψη πάνω στα πράγματα... και μετά να την κάνεις ό,τι θέλεις... Θα ήσουν άραγε διατεθιμένη να μιλήσεις με έναν άνθρωπο του άλλου κόσμου; Αυτού του κόσμου που δεν καταλαβαίνεις; Νόμιζα πως είσαι από τους ανθρώπους που δίνουν ευκαιρίες... Και πως... »

Για μια ακόμα φορά, τον διέκοψα...

«Μελλοντική σίγουρη...τι; Μα αν κάτι ισχύει σίγουρα για το μέλλον είναι πως τίποτα δεν είναι σίγουρο. Δεν μπορεί να είναι σίγουρο. Και καλά θα κάνεις να το συνειδητοποιήσεις κι εσύ αυτό γιατί κάποια στιγμή θα γκρεμιστείς απότομα. Θα φτάσει η όποια κρίση και στην δική σου πόρτα. Και δεν θα σε περιμένει να της ανοίξεις. Απλά θα μπει απρόσκλητη στο σπίτι σου. Δεν υπάρχει μελλοντική σίγουρη δουλειά. Όπως δεν υπάρχει και μελλοντική σίγουρη σχέση. Δεν υπάρχει σίγουρο στο μέλλον... Δεν με αγγίζουν όλα αυτά. Προτιμάω να έχω την ανασφάλεια μου αλλά να έχω διατηρήσει την ακεραιότητά μου από το να μπω σε μία και καλά σίγουρη θέση που και καλά με εξασφαλίζει. Δεν με αφορά όλο αυτό το παιχνίδι... Είναι χαλασμένο... και δεν βρίσκω καμία ομορφιά και καμία ανθρωπιά στο να το παίζω... Προτιμάω να έχω ήθος... Καταλαβαίνεις; Προτιμάω την ηθική μου...»

«Νόμιζα πως είσαι από τους ανθρώπους που δίνουν ευκαιρίες...» Ξαναείπε αυτός.

«Είμαι. Είμαι από τους ανθρώπους που δίνω ευκαιρίες.» είπα αυθόρμητα.

«Τότε;» με ρώτησε.

Τότε;

Με ρώτησα στο μυαλό μου...

Τότε τι;

Τότε...

Μου ήρθε μια ιδέα...

«Πότε έκανες την τελευταία σου οντισιόν;» τον ρώτησα.

«Πριν τρεις μήνες.» μου απάντησε χωρίς να καταλαβαίνει.

«Πόσοι άνθρωποι ήρθαν;» συνέχισα να τον ρωτάω.

«Περίπου πεντακόσια άτομα.» μου απάντησε ακόμα χωρίς να καταλάβαινει τι σχέση έχει αυτό με όλα τα προηγούμενα.

Χαμογέλασα. Περήφανη για την ιδέα μου!

«Θα πρέπει να ζητήσεις πεντακόσια «Συγνώμη». Θα πρέπει να πάρεις τηλέφωνο αυτούς τους πεντακόσιους ανθρώπους και να ζητήσεις συγνώμη...»

«Μα αυτό είναι αδύνατον...» είπε ξεροβήχωντας...

«Αν θέλεις να βγεις μαζί μου... Θα πρέπει να ζητήσεις πεντακόσια συγνώμη.»

Εκείνος άρχισε να γελάει πολύ δυνατά...

«Για να καταλάβω... Μου λες πως για να βγω μαζί σου πρέπει να ζητήσω πεντακόσιες συγνώμες από τους πεντακόσιους ανθρώπους που ήρθαν στην τελευταία μου οντισιόν;»

Και εγώ χαμογέλασα τόσο πολύ που ένιωθα και την ψυχή μου να χαμογελάει!

«Ακριβώς! Με ρώτησες τι μπορείς να κάνεις. Αυτό μπορείς να κάνεις.»

«Και πώς θα ξέρεις ότι εγώ σου είπα την αλήθεια, αν το έκανα πραγματικά, αν τους πήρα τηλέφωνο;» με ρώτησε γελώντας ακόμα ενώ, ταυτόχρονα, φαινόταν να επεξεργάζεται αυτό που του είχα πει.

«Θα αρκεστώ στον λόγο σου. Θα σε εμπιστευτώ ότι θα μου πεις την αλήθεια. Αν είμαστε έστω και λίγο ίδιοι, όπως υποστηρίζεις, δεν θα μου πεις ψέμματα.» δεν ήμουν και πολύ ενθουσιασμένη με αυτό το κομμάτι του σχεδίου μου.

Σταμάτησε να γελάει σαν να συνειδητοποίησε πως μίλαγα πολύ σοβαρά.

«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό... Εννοώ, πρακτικά δεν μπορώ να το κάνω. Είναι αδύνατο! Δεν έχω ιδέα ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι!» είπε με εκνευριστική ειλικρίνεια.

«Έπρεπε να το φανταστώ! Δεν ξέρεις καν ποιοι ήταν! Δεν ξέρεις καν τα ονόματα! Ούτε τα βιογραφικά τους δεν θα κράτησες! Συνήθως, δεν ξέρω αν το ξέρεις... αλλά τα κρατάνε αυτά τα στοιχεία γιατί, υποτίθεται, πως μπορεί αυτούς τους ανθρώπους να τους χρειαστούν κάποια στιγμή στο μέλλον για κάτι άλλο...» άρχισα να φωνάζω πάλι, λιγότερο από πριν, αλλά και πάλι είχα υψώσει την φωνή μου αρκετά!

Και εκείνος πήγε να δικαιολογηθεί...

«Πεντακόσια βιογραφικά... Τρώνε πολύ χώρο... Αν κράταγα τις φωτογραφίες και τα βιογραφικά όλων αυτών των ανθρώπων που ήρθαν σε όλες τις οντισιόν που έχω κάνει μέχρι σήμερα το σπίτι μου θα είχε γεμίσει από... Βέβαια, τώρα θα μου πεις ότι θα μπορούσα να τα έχω κρατήσει ηλεκτρονικά... αλλά η αλήθεια είναι πως... »

«Δεν θέλω να ξέρω την συνέχεια! Δεν με βοηθάς καθόλου να σε συμπαθήσω!»

«Δεν είναι ανάγκη να με συμπαθήσεις για να βγεις μαζί μου.»

«Ωραία, λοιπόν...»

«Ωραία;»

«Περίμενε.» είπα και έβγαλα από την τσάντα μου ένα χαρτί και ένα στυλό και άρχισα να γράφω... Μόλις τελείωσα το γράψιμο του το έδωσα. «Ορίστε.»

«Τι είναι αυτό;» με ρώτησε χωρίς να καταλαβαίνει.

«Λίστα από ονόματα!»

«Ναι, αυτό το βλέπω! Αλλά τι ονόματα είναι;»

«Είναι οι άνθρωποι από τους οποίους θα ζητήσεις συγνώμη. Αυτά είναι τα ονόματα και αυτοί είναι οι αριθμοί τους.» είπα για μια ακόμα φορά περήφανη για την καινούρια ιδέα μου!

«Ξέρεις εσύ τα ονόματά τους; Ξέρεις εσύ ότι αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν στην οντισιόν μου;» με ρώτησε με έκπληξη.

«Δεν ήρθαν στην δική σου οντισιόν. Πήγαν όμως σε κάποιου άλλου. Για την ακρίβεια, για χρόνια, έτρεχαν σε διάφορες τέτοιου τύπου οντισιόν... Σε αυτές τις οντισιόν... Ξέρεις... Που μόνο με «βοήθεια» επιλέγουν κανέναν... Τώρα τα έχουν παρατήσει. Δεν είναι πια στον καλλιτεχνικό χώρο... Είναι οι πιο ταλαντούχοι άνθρωποι που γνώρισα ποτέ... Δεν είναι καν φίλοι μου... Είναι απλά γνωστοί μου... Ή ακόμα και άγνωστοι μου... Χάνει το θέατρο χωρίς αυτούς... Κουβαλάω πάντα μέσα μου αυτήν την λίστα από ονόματα για να θυμάμαι... Πως οφείλω να συνεχίσω να προσπαθώ όχι μόνο για εμένα αλλά και για αυτούς... Και κάθε φορά που ανεβαίνω στην σκηνή είναι κι αυτοί μαζί μου... Και σε κάθε προσπάθεια μου είναι κι αυτοί μαζί μου... Από αυτούς θέλω να ζητήσεις συγνώμη...» είπα και ακουγόμουν πολύ σοβαρή.

«Μα δεν ήρθαν καν στην δική μου οντισιόν! Μπορεί να μην τους γνωρίζω καν...» πήγε για μια ακόμα φορά να δικαιολογηθεί.

«Δεν έχει σημασία. Κάποιος πρέπει να τους ζητήσει συγνώμη. Και πρέπει να είναι από τον δικό σου κόσμο... Γιατί από τον δικό μου δεν έχει νόημα. Κάποιος από την άλλη μεριά... από την πλευρά που στέκεσαι εσύ... πρέπει να ζητήσει συγνώμη... Κάποιος πρέπει να τους πάρει το βάρος που κουβαλάνε. Αυτό δεν μπορεί να γίνει, ετσι κι αλλιώς το κουβαλάνε και θα το κουβαλάνε, αλλά η κίνησή σου μπορεί να τους κατευθύνει έστω και λίγο πιο κοντά προς την δική τους λύτρωση. Θα κάνεις κάτι καλό. Και, ταυτόχρονα, θα μου αποδείξεις πως είσαι ικανός να κάνεις ένα βήμα από τον έναν κόσμο στον άλλον. Αφού θέλεις να σου δώσω μία ευκαιρία... Θα πρέπει να μου δείξεις πως την αξίζεις... Πώς έστω για μία φορά... Αποφάσισες να τους αντιμετωπίσεις σαν ανθρώπους και όχι σαν ονόματα σε μία λίστα σε ένα χαρτί... Θα πρέπει να επικοινωνήσεις με έναν – έναν... Και θα πρέπει να τους ζητήσεις συγνώμη... Και είσαι και τυχερός... Αντί για πεντακόσια συγνώμη θα ζητήσεις εικόσι... Όπως βλέπεις, είναι είκοσι άνθρωποι και όχι πεντακόσιοι. Βέβαια, από αυτούς τους ανθρώπους... Μπορώ να μάθω αν ζήτησες ή όχι συγνώμη... Αλλά θα αρκεστώ και πάλι στον λόγο σου. Θα σε εμπιστευτώ. Μπορείς να πεις ψέμματα. Μπορείς να πεις την αλήθεια. Θα εύχομαι να συμβεί το δεύτερο. Αν ζητήσεις είκοσι συγνώμη... Θα έχεις μία συνάντηση μαζί μου. Θα έχεις την ευκαιρία να ακούσω την δική σου πλευρά, να δω τον κόσμο μέσα από τα δικά σου μάτια...»

«Έκλεισε.»

«Έκλεισε.»

Είπαμε και δώσαμε τα χέρια... Εγώ πήγα να αφήσω γρήγορα το δικό του και εκείνος δεν με άφησε.

«Είδες που υπάρχει τελικά κοινό σημείο επαφής;» μου είπε χαμογελώντας κοιτάζοντας τα χέρια μας... και μετά συμπλήρωσε «Δηλαδή, θα βγεις μαζί μου;»

«Προσωπικά, πιστεύω πως δεν θα βγω.» είπα τραβώντας το χέρι μου και σπάζοντας την χειραψία.

«Δεν πιστεύεις ότι έχω τη δύναμη να ζητήσω είκοσι συγνώμη;!»

«Δεν πιστεύω πως έχεις το θάρρος να ζητήσεις ούτε δύο συγνώμη...»

«Θα το δούμε.»

«Θα το δούμε.»

Είπαμε και ήταν σαν να βάλαμε ένα σιωπηλό στοίχημα όπου το βλέμμα μας έβαζε την υπογραφή.

Και ενώ περίμενα να χαιρετηθούμε και να φύγει προς την άλλη κατεύθυνση... αυτός συνέχισε να περπατάει δίπλα μου... Και ήταν περίεργο να περπατάμε μαζί χωρίς να μιλάει κανείς...

Επειδή δεν άντεχα την περίεργη και παράδοξη σιωπή γύρισα και τον ρώτησα

«Τώρα γιατί συνεχίζεις να περπατάς μαζί μου;»

«Ήθελα να κερδίσω λίγα ακόμα λεπτά μαζί σου. Μην αγχώνεσαι. Στο επόμενο τετράγωνο θα σε αφήσω στην ησυχία σου...» μου είπε χαμογελαστός και φανερά ικανοποιημένος με το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα.

Και συνεχίσαμε να περπατάμε μαζί... Μετά εκείνος δεν άντεξε την παράδοξη και περίεργη σιωπή και με ρώτησε

«Πού πηγαίνεις;»

Και έγω άρχισα να γελάω...

«Υπό κανονικές συνθήκες... Μπορεί και να μην σου απαντούσα... Αλλά μόνο με εσένα μπορώ να μοιραστώ το παράδοξο αυτής της στιγμής...»

Εκείνος με κοίταξε ερωτηματικά

Το σκέφτηκα για τρία δευτερόλεπτα, δεν ήμουν σίγουρη αν θέλω να του το πω...

«Πηγαίνω... στην πρώτη μου πρόβα.»

Εκείνος «πάγωσε» και εγώ αποφάσισα να συνεχίσω παρά την αντίδρασή του.

«Μετά από αυτό το διάστημα της απόλυτης παύσης... Μετά από τόσο καιρό απόσταση... με πέτυχες στον δρόμο όπου πηγαίνω για την πρώτη μου πρόβα! Ήταν μια πολύτιμη διαδρομή αυτή για εμένα... Και σε αυτήν την τόσο σημαντική ημέρα για εμένα... Έτυχε να σε συναντήσω και έπρεπε να ακούσω όλα αυτά... Δεν ήταν ό,τι καλύτερο... Βλέπεις... Όταν ξεκινάς κάτι μετά από καιρό... Είναι τόσο εύθραυστη η σχέση σου μαζί του... Η παραμικρή φράση μπορεί να παίξει τον ρόλο της... Κάτι που θα πει ή θα κάνει ο άλλος... δυστυχώς, μπορεί να σε επηρεάσει... Κάτι που θα συμβεί μπορεί να σε αποθαρρύνει ή να σε ενθαρρύνει... αλλά συνήθως είναι πιο εύκολο το πρώτο... Ήταν μία πολύ σημαντική ημέρα... Πριν σε συναντήσω σκεφτόμουν τα πάντα γύρω από την πρόβα μου... Είναι τόσο σημαντική η πρώτη πρόβα... τόσο ιερή... Ήμουν απόλυτα προετοιμασμένη για αυτό που θα γίνει... Έχω τα χαρτιά μου, τα στυλό μου... Έχω τα άνετα ρούχα μου μέσα στην τσάντα μου... Έχω τις σημειώσεις μου... Έχω τις μουσικές μου... Ήμουν σε μία συγκεκριμένη ατμόσφαιρα... και είχα τόση ανυπομονησία... Τώρα δεν ξέρω... Σαν να μου έφυγε η όρεξη... Ίσως και για αυτό να εκνευρίστηκα τόσο πολύ μαζί σου... ΚΑΙ για αυτό... Όχι μόνο για αυτό... Μην πάρεις θάρρος... Έτσι κι αλλιώς, δεν θα μου άρεσε ο τρόπος σου... Σε ό,τι διαδρομή κι αν με πετύχαινες... Αλλά εσύ... Με πέτυχες... Σε αυτήν την τόσο... τόσο ιδιαίτερη διαδρομή μου... Λίγο πριν σε συναντήσω... Δεν μπορείς να φανταστείς τι συνέβαινε μέσα μου... Το χάος! Πηγαίνω στην πρώτη μου πρόβα μετά από τόσο καιρό... Θα μπορούσα να μην σου το πω. Αλλά σου το λέω. Μέσα από αυτό φαντάζομαι πως θέλω να σου πω... πως ποτέ δεν ξέρουμε σε τι σημείο πετυχαίνουμε τον άλλον... Δεν ήθελα να μου συμβεί όλο αυτό σήμερα... Δεν ήθελα να με φέρεις αντιμέτωπη με εμένα... Δεν ήθελα να έχει γίνει αυτή η συνάντηση... Στο αμέσως προηγούμενο τετράγωνο πριν σε συναντήσω... τραγουδούσα... Το πιστεύεις; Τραγουδούσα... Την ημέρα που πάω στην πρώτη μου πρόβα... μου έκανες όλο αυτό το κήρυγμα για εμένα και για την σχέση μου με την τέχνη μου... Περίεργο ε; Και είναι πολύ επικίνδυνο αυτό το σημείο... Που αποφασίζεις να ξεκινήσεις ξανά κάτι που έχεις αφήσει για καιρό και μετά σου λέει κάποιος κάτι και απογοητεύσαι... ή στενοχωριέσαι... ή πανικοβάλλεσαι... Η μόνη λύση είναι να μην ακούς κανέναν. Αλλά πόσο δύσκολο είναι! Πόσο πολύ δύσκολο! Τι σου λέω τώρα... Τα ίδια και τα ίδια... Επαναλαμβάνομαι... Και όταν αρχίζω να επαναλάμβανομαι είναι το σημείο που πρέπει να σταματήσω. Φτάσαμε στο τέλος του τετραγώνου... Μπορείς να φύγεις τώρα...»

«Δεν μπορώ να φύγω τώρα... Μου είπες όλα αυτά... Δεν το πιστεύω... ότι πήγαινεις στην πρώτη σου πρόβα... Θέλεις να μου μιλήσεις για αυτήν; Για τι κάνεις πρόβα; Θα μου πεις;Θα είσαι μόνη σου; Είναι με κάποια ομάδα; Εσύ γράφεις το κείμενο; Θα παίξεις ή θα σκηνοθετήσεις; Θα...» είχε έρθει σε δύσκολη θέση παρόλο που δεν ήταν αυτός ο στόχος μου...

Σταμάτησα να περπατάω και σταμάτησε και εκείνος δεν ήθελα να περάσουμε κι άλλο τετράγωνο περπατώντας μαζί...

«Μην με ρωτήσεις τίποτα άλλο. Δεν μπορώ να σου απαντήσω... Δεν θέλω να σου απαντήσω. Δεν θα σου πω τίποτα. Ποτέ δεν λέω. Σε κανέναν. Ποτέ δεν μιλάω για αυτά που κάνω. Νιώθω πως αν μιλήσω για αυτά... Μου φεύγουν... Τα χάνω... Μου γλιστράνε... Ακόμα δεν ξεκίνησα καλά καλά... Δεν είναι δίκαιο... Απέναντι στην προσπάθεια που κάνω... Δεν θέλω να μιλάω... Κάνω την πρώτη μου πρόβα... δεν ξέρω καν αν θα φτάσει να γίνει παράσταση... Δεν θέλω να μιλήσω τώρα για τίποτα... Θα προσπαθήσω να βρω απλά ξανά την αγάπη μου για το αντικείμενό μου... και την πίστη μου... και στον έαυτό μου και στην τέχνη μου... Αλλά δεν θέλω να μιλήσω άλλο για αυτό...»

«Συγνώμη.» μου είπε.

«Συγνώμη.» επανέλαβε. «Και αυτήν την φορά το εννοώ και νομίζω πως το λέω και για τους σωστούς λόγους...»

Χαμογέλασα.

«Κράτησε την συγνώμη σου. Έχεις είκοσι συγνώμες να ζητήσεις... κράτησε την συγνώμη σου για έναν από αυτούς τους ανθρώπους... και μετά από τις είκοσι συγνώμες αν θέλεις ακόμα να ζητήσεις και από εμένα... Εδώ θα είμαι και εδώ θα είσαι... για να μου πεις την συγνώμη σου...» δεν ενιωθα πια τόσο εκνευρισμένη... ένιωθα ήρεμη... και τον ένιωθα κι αυτόν πιο ήρεμο και σαν να φεύγει σιγά σιγά από την δύσκολη θέση που είχε έρθει.

«Θα τα πούμε πιο σύντομα από ό,τι νομίζεις...» μου είπε.

Κούνησα το κεφάλι... και από μέσα μου αναρωτήθηκα αν πραγματικά αυτός ο άνθρωπος θα μιλούσε με τους είκοσι ανθρώπους που εκτιμάω και θαυμάζω... αν θα τους ζητούσε συγνώμη...

Χαμογέλασε.

Μου ξαναέδωσε το χέρι του, του ξαναέδωσα το χέρι μου, προς μεγάλη μου έκπληξη το σήκωσε στα χείλη του και το φίλησε και μου είπε

«Δεσποίνις μου...»

Άφησε το χέρι μου... και... χωρίς να περιμένει και από εμένα να του πω κάτι... Έφυγε... χωρίς να μου πει τίποτα άλλο... Απλά γύρισε την πλάτη του... και τον είδα να περπατάει... Με ένα σίγουρο σταθερό βήμα... εντελώς πραγματικό... και απόρησα πως στην αρχή τον είχα νομίσει πλάσμα της φαντασίας μου... πως έστω και για μια στιγμή μου φάνηκε μη αληθινός...

«Τα λέμε από κοντά! Είκοσι συγνώμες αργότερα!»

Φώναξε χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει γνωρίζοντας πως θα τον κοίταζα μέχρι να φύγει...

Για μια ακόμα φορά ένιωσα την ελπίδα να έρχεται και να με γεμίζει...

Σκέφτηκα τους είκοσι ανθρώπους μου... και φαντάστηκα να τους ζητάνε συγνώμη...

Με το που τον έχασα από τα μάτια μου... Συνέχισα τον δρόμο μου...

Και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα αφού έφυγε αυτός ο άνθρωπος που συνάντησα τυχαία, το πρώτο πράγμα που έκανα, ήταν να ζητήσω κι εγώ μία συγνώμη... Την όφειλα αυτήν την συγνώμη... Ζήτησα συγνώμη από τον έαυτό μου... Για όλη αυτήν την απόσταση, για όλο αυτόν τον καιρό, που επέτρεψα στην πραγματικότητα να νικήσει την φαντασία, που επέτρεψα στην ζωή να μου κλέψει την τέχνη...

Και μετά από όλα αυτά... πήγα να κάνω την πρόβα μου...

Μετά από πολύ πολύ πολύ καιρό...

Την πρώτη μου πρόβα...