6/26/18

Ο άνθρωπος της γειτονιάς.



Είναι ένας άνθρωπος στην γειτονιά που με γνωρίζει από όταν ήμουν μικρή, πολύ μικρή, παιδάκι, σε ηλικία δημοτικού. Τώρα έχει περάσει ο χρόνος έχει κι εκείνος μεγαλώσει κι εγώ. Εκείνος είναι πια σε προχωρημένη ηλικία... Κάτι έχει συμβεί στο μυαλό του, ποιος ξέρει τι, και όποτε με βλέπει με ρωτάει το ίδιο πράγμα. «Πού είσαι;», γουρλώνοντας τα μάτια του, με απορία στο βλέμμα. Δεν ξέρω τι εννοεί με αυτό το «Πού είμαι» αλλά του απαντάω «Εδώ είμαι». Άλλες φορές, επειδή αυτό συμβαίνει συχνά, δεν του απαντάω τίποτα και κουνάω το κεφάλι. Στην αρχή, νόμιζα πώς τα έχει χάσει εντελώς, μα τον βλέπω να επικοινωνεί με άλλους, να συζητάει, να κάνει διάλογο. Για κάποιο λόγο, σε σχέση με εμένα, κάτι έχει βραχυκυκλώσει κι έτσι μου κάνει την ίδια πάντα ερώτηση και μόνο αυτό, τίποτα άλλο. Πού και πού μετά από καιρό κάτι ξεμπλοκάρει και με ρωτάει και κάτι άλλο... αλλά και πάλι μπορεί να είναι κάτι περίεργο... Σήμερα για παράδειγμα με ρώτησε «Πώς και μένεις λεπτή;». Άλλο και τούτο! Πώς και μένω λεπτή... Τι ερώτηση είναι και τούτη. Κούνησα το κεφάλι, βραχυκυκλωμένη κι εγώ αυτήν την φορά, γιατί δεν περίμενα να με ρωτήσει κάτι άλλο από αυτό που με ρωτάει. Κι έφυγα... Αυτό, όμως, όπως είπα συμβαίνει σπάνια... το να με ρωτάει κάτι άλλο... Το καθημερινό, το συνηθισμένο, είναι αυτό το μόνιμο «Πού είσαι;». Και με κοιτάζει σαν να χάθηκα και σαν να έχει να με δει καιρό... Αυτός· που με βλέπει πιο συχνά από όλους... αφού είναι στην γειτονιά και με βλέπει συνέχεια... Τι να σημαίνει άραγε αυτό το «Πού είσαι;» του μυαλού του; Δεν ξέρω. Πάντως, είναι σαν να ακούω την εσωτερική μου ερώτηση εξωτερικά καθημερινά, από την φωνή κάποιου άλλου, με το ύφος κάποιου άλλου, με τον τρόπο κάποιου άλλου. Πού είμαι; Ρωτάω κι εγώ κάθε μέρα τον εαυτό μου. Πότε και πώς έχασα τον δρόμο; Τον έχασα ή τον βρήκα; Μήπως είμαι ακόμα πάνω και μέσα σε αυτόν; Και τι σημαίνει «χάθηκα» και τι σημαίνει «βρέθηκα» και τι σημαίνει πού είμαι και πού δεν είμαι και πώς είμαι και πώς δεν είμαι και πότε είμαι και πότε δεν είμαι... Πού είμαι; Εδώ είμαι. Πάντα είμαι εδώ. Και, ταυτόχρονα, ποτέ δεν είμαι εδώ. Πάντα είμαι σε μια διαρκή αναζήτηση του πού είμαι. Σε ποιο σημείο της ζωής βρίσκομαι; Κάτι με στενοχωρεί όταν με ρωτάει «Πού είμαι». Κάτι με στενοχωρεί για εκείνον. Κάτι με στενοχωρεί για εμένα. Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Αφού δεν φαίνεται να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου παρά μόνο να με ρωτάει μόνο αυτό. Ξανά και ξανά και ξανά. Κι εγώ να του απαντάω: Εδώ. Εδώ. Εδώ. Λες και τον έφερε η ζωή μπροστά μου για να μου υπενθυμίζω πως είμαι ακόμα εδώ. Να είμαι ακόμα εδώ. Να μην φεύγω αλλού. Να μην χάνομαι. Κι αυτό το καθημερινό «Πού είσαι;» είναι κομμάτι της διαδρομής μου και της αναζήτησής μου... Είτε λέγεται από την φωνή την δική μου είτε λέγεται από την φωνή κάποιου άλλου... Καμιά φορά, εξάλλου, οι φωνές ενώνονται... όπως και οι ερωτήσεις... όπως και οι διαδρομές...

Εδώ είμαι. Όπως κι εσύ. Αν αναρωτιέσαι πού είσαι... Εδώ είσαι κι εσύ.



6/17/18

Δεν ξέρω



(παρελθοντικά κείμενα που μοιράζονται στο παρόν)


Δεν ξέρω


Δεν ξέρω. Δεν ξέρω. Δεν ξέρω. Συνέχεια σημειώνω πως «Δεν ξέρω». Τις τελευταίες εβδομάδες, τους τελευταίους μήνες, τα τελευταία χρόνια, τον τελευταίο καιρό... «Δεν ξέρω». Δύο λέξεις. Που περιγράφουν την πραγματικότητα. Χωρίς περισπασμούς. Χωρίς παραπάνω προσπάθεια. Χωρίς πολλά πολλά. Λένε αυτό που λένε. Απλά και ειλικρινά. «Τι κάνεις στην ζωή σου;» «Δεν ξέρω», «Είσαι ευτυχισμένος;» «Δεν ξέρω», «Πώς θα συνεχίσεις;» «Δεν ξέρω», «Πώς τα καταφέρνεις;» «Δεν ξέρω», «Ποια είσαι;» «Δεν ξέρω», «Τι θέλεις;» «Δεν ξέρω», «Τι κάνεις;» «Δεν ξέρω», «Τι θέλεις να κάνεις;» «Δεν ξέρω», «Τι ξέρεις;» «Δεν ξέρω», «Πώς είναι να μην ξέρεις;» «Δεν ξέρω», «Τι αισθάνεσαι;» «Δεν ξέρω», «Τι σκέφτεσαι;» «Δεν ξέρω»... Δεν είμαι υποχρεωμένη να ξέρω. Μπορεί να μην ξέρω. Μπορώ να μην ξέρω. Έχω δικαίωμα να μην ξέρω. Μπορεί, όμως, και να ξέρω... Μπορεί να ξέρω τι σκέφτομαι και να μην θέλω να το μοιραστώ, μπορεί να ξέρω τι αισθάνομαι και να μην θέλω να το εκφράσω, μπορεί να ξέρω πως είναι να μην ξέρω αλλά να μην έχω την διάθεση να το εξηγήσω, μπορεί να ξέρω τι ξέρω και τι δεν ξέρω αλλά να μην έχω όρεξη να το διαχωρίσω, μπορεί να ξέρω τι θέλω να κάνω αλλά να μην θέλω να το αναφέρω, μπορεί να ξέρω τι κάνω αλλά να μην θέλω να μιλήσω για αυτό, μπορεί να ξέρω τι θέλω αλλά να πιστεύω πως δεν έχει νόημα να το πω, μπορεί να ξέρω ποια είμαι αλλά να γνωρίζω πως το ποια είμαι φαίνεται και δεν μιλιέται, μπορεί να μην πιστεύω πως τα καταφέρνω, μπορεί να μην πιστεύω πως συνεχίζω όπως θα ήθελα να συνεχίσω, μπορεί να είμαι ή να μην είμαι ευτυχισμένη και μπορεί να κάνω στην ζωή μου ό,τι κάνω χωρίς αυτό να σημαίνει πως θέλω να κάτσω να το αναλύσω... Μπορεί να ξέρω... πως δεν είναι τα πράγματα έτσι όπως τα θέλω... Μπορεί να ξέρω... πως τα πράγματα αρχίζουν ή δεν αρχίζουν να γίνονται όπως τα θέλω... Μπορεί να ξέρω...

Μπορεί και τίποτα από όλα αυτά... Μπορεί απλά να μην ξέρω...



Πώς γίνεται... Απλά γίνεται...




Όταν ήμουν μικρή κι έβλεπα τους μεγάλους... αναρωτιόμουν... πώς γίνεται. Πώς γίνεται να μην σε ενδιαφέρει να μιλήσεις ουσιαστικά και να ακούσεις πραγματικά; Πώς γίνεται να μην θέλεις να μάθεις ποιος είναι αυτός που έχεις απέναντί σου, ποια είναι η ιστορία του, τι αισθάνεται, τι σκέφτεται, τι κάνει, αν είναι καλά, πώς νιώθει, αν φοβάται, αν είναι στενοχωρημένος, αν είναι ευτυχισμένος... Πώς γίνεται να μην έχεις χιλιάδες ερωτήσεις για τον κάθε άνθρωπο που συναντάς. Πώς είναι δυνατόν να προσπερνάς με τέτοια ευκολία το ό,τι μπορεί να συμβαίνει στους κοντινούς σου ανθρώπους ή στους μακρινούς σου ανθρώπους, στους γνωστούς ή στους αγνώστους. Πώς είναι δυνατόν να βαρεθείς μία σχέση ή έναν άνθρωπο και να έχεις την ανάγκη άλλων ανθρώπων για να καλύψεις τα κενά σου όταν ούτε καν προσπαθείς να γνωρίσεις τον άνθρωπο με τον οποίο είσαι μαζί. Πώς είναι δυνατόν με τέτοια ευκολία να χαλάς μια φιλία ή να διαλύεις μια σχέση, να ερωτεύεσαι και να ξε-ερωτεύεσαι, να αγαπάς και να ξε-αγαπάς. Λες και ο έρωτας και η αγάπη εύκολα περνούν... Πώς γίνεται να μην κοιτάζεις το βλέμμα του άλλου και να μην ακούς αυτό που θέλει να σου πει η καρδιά του.

Κι έπειτα μεγάλωσα. Κι από εκεί που νόμιζα πως εγώ θα γίνω ο άνθρωπος που δεν θα αφήσω να με καταπιεί όλη αυτή η αδιαφορία... κατέληξα κι εγώ να μην μπορώ. Να μην μπορώ να πω την ιστορία μου, γιατί ο άλλος δεν ενδιαφέρεται να την ακούσει. Να μην μπορώ να μιλήσω για αυτό που νιώθω και για αυτό που αισθάνομαι γιατί ο άλλος θα φοβηθεί, ή θα τρομάξει ή θα αγχωθεί. Να μην μπορώ να είμαι εγώ γιατί ο άλλος δεν αντέχει να είμαι εγώ.

Πώς γίνεται; Έτσι γίνεται.

Έτσι απλά... γίνεται.


6/16/18

Χιπ Χοπ



(Ψάχνοντας στα αρχεία μου βρήκα αυτό. Ιανουάριος 2018. Όταν ένας Φίλος μου έγραψε πως πρέπει να γράψω Χιπ Χοπ... την ίδια κιόλας ημέρα χωρίς σκέψη έγραψα αυτό (με εξαίρεση δύο-τρεις φράσεις που προστέθηκαν μετά)... Κλασικά, έχει σημεία που δεν μου αρέσουν, που θέλουν αλλαγή και μπλα μπλα μπλα... αλλά δεν πειράζει! Ήθελα να του το κάνω έκπληξη-βίντεο αλλά επειδή αυτό θα αργήσει να γίνει ή δεν θα γίνει ποτέ, το μοιράζομαι εδώ...).


Χιπ Χοπ


Μου είπε ο Φιλοποίμην να γράψω ένα χιπ χοπ,
μα εγώ δεν είμαι χιπ κι εγώ δεν νιώθω χοπ,
δεν έχω ιδέα πώς γράφεται κάτι σε ραπ ρυθμό,
οι στίχοι πως μετριούνται κι αν έχουν αριθμό.
Πρέπει να έχουν άραγε κάποια ομοιοκαταληξία,
ή να δημιουργούν μια φαινομενική μικρή ηλεκτροπληξία;
Να έχουν λέξεις σύντομες, φτωχές, λιτές κι απλές,
ή να είναι σύνθετες, επινοημένες και επινοητικές,
Και ποιο να είναι το θέμα του, να είν’ πολιτικό,
ή να είναι κάτι άλλο πιο... δημιουργικό;
Να κάνει κάποιου είδους κριτική στην άδεια εποχή μας;
Ή να μιλάει για την κάπως, κάπου, κάποτε, αδιάφορη αρχή μας;
Να θίγει τους ανθρώπους; Την συμπεριφορά τους;
Να θίγει τους γονείς ή μήπως τα παιδιά τους;
Και να μιλάει για ποια γενιά; Για αυτήν ή για την άλλη;
Έτσι κι αλλιώς, όλες τους είναι μέσα στο χάλι!
Μου είπε ο Φιλοποίμην πως είμαι για χιπ χοπ,
μα εγώ δεν είμαι χιπ κι εγώ δεν νιώθω χοπ,
δεν ξέρω αλήθεια τι εννοεί, πώς το σκέφτηκε αυτό,
ποτέ δεν ένιωσα πώς έχω, έστω λίγο ρυθμό.
Μπορώ να βάλω ένα καπέλο, να γίνω λίγο ραπ,
και άμα νιώθω down αυτό με κάνει up.
Μα πρέπει, όμως, πραγματικά να το ομολογήσω,
πως δεν με κάνει τραγουδιστή ό,τι κι αν τραγουδήσω.
Δεν έχω το ταλέντο σε αυτό ή σε κάτι άλλο,
και δεν γεννήθηκα εγώ για τίποτα μεγάλο!
Εγώ δεν έχω χρήματα, δεν έχω και γνωστό,
για αυτό δεν εξελίσσομαι και μένω πάντα εδώ.
Οι άλλοι βλέπεις προχωρούν με όμορφα φακελάκια,
κι ερώτα ονομάζουν τα σκόρπια ραβασάκια.
Ψηφίζουν πρώτα κάποιον για να βρουνε μία θέση,
μετά γκρινιάζουν και καλά για ό,τι δεν τους αρέσει.
Τα έχουμε ξεφτιλίσει όλα, ποια ιδεολογία,
ποια σκέψη, ποια ανθρωπιά και ποια ελευθερία;

Μου είπε ο Φιλοποίμην να γράψω ένα χιπ χοπ,
μα εγώ δεν είμαι χιπ κι εγώ δεν νιώθω χοπ,
δεν ξέρω πώς να κινηθώ και πώς να τραγουδήσω,
δεν ξέρω πώς να εκφραστώ και πώς να δημιουργήσω.
Να, και τώρα που όσα έγραψα κοιτάω,
τίποτα δεν μ’ αρέσει, λοιπόν, τα παρατάω.
Μου είπε ο Φιλοποίμην να γράψω ένα χιπ χοπ,
και δεν κατάφερα το χιπ μα ούτε και το χοπ.



6/15/18

Εκτός




Και δεν αντέχω πια αυτό το «φταίει η ηλικία»,
και δεν μπορείς να κάνεις αίτηση, δεν έχεις τα πτυχία,
μια είμαι μεγάλη, μια μικρή, για εκείνο που ζητάνε,
μια είμαι «αδύνατη», μια «χοντρή», με ό,τι μου φοράνε,
και δεν σε θέλουμε για αυτό, δεν κάνεις για το άλλο,
και μεταξύ τους κάνουνε απορριπτικό σινιάλο,
τα μαλλιά σου είναι σκούρα μα όχι ανοιχτά,
θα ήτανε καλύτερα να είναι πιο ξανθά,
το δέρμα σου δεν είναι μαύρο μα είναι λευκό,
θα ήτανε καλύτερα σε χρώμα πιο ζεστό.
Και το όνομά σου, ίσως, να ήθελε μια κάποια αλλαγή,
αν θες να κάνεις «πετυχημένη καριέρα» σε τούτη την ζωή.
Δεν θα σε δούμε καν, δεν έχεις τον γνωστό,
Σε πρότεινε κανένας; Δεν είσαι για εδώ.
Και δεν αξίζει τίποτα από το ιστορικό σου,
σκίσε το πολυσέλιδο το βιογραφικό σου.
Κι αφού δεν είναι καλλιτεχνική η οικογένειά σου,
κανείς δεν θα ’ναι «καλλιτέχνης» ούτε και τα παιδιά σου.
Αν θες να κάνεις τέχνη, ας είχες τον μπαμπά,
να είχε δικό του θέατρο, δική σου η δουλειά.
Αν θες να κάνεις τέχνη, ας είχες τα λεφτά,
για να πληρώνεις χώρους και χρόνους στην σειρά.
Για χώρους θεατρικούς, πληρώνεται το βήμα,
Για χρόνους τηλεοπτικούς, χρειάζεται το χρήμα.
Μα αν δεν είσαι πλούσιος, μα αν δεν είσαι γνωστός,
Γιατί προσπαθείς; Να μένεις εκτός.
Καμία πόρτα δεν είναι για εσένα.
Δεν είναι για καθένα. Δεν είναι για κανένα.
Να μένεις εκτός, να μην προσπαθείς,
Να γερνείς εμπρός, να μην σηκωθείς.
Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τα όνειρά σου,
σβήσε το μυαλό σου και ξέχνα την καρδιά σου.
Μην έχεις προσωπικότητα, να κρύβεις την ουσία,
μην έχεις σκέψη κριτική, σκύψε στην εξουσία.
Μου δίνετε αυτήν την αίτηση για να την κάνω τι;
για να ζητήσω μια δουλειά που στίβει την ζωή;
Και ποιοι είναι οι όροι φυλακής που γράφει το χαρτί;
Σε τι ζητάτε ακριβώς να βάλω υπογραφή;
Να είσαι σκυφτός, να μην σηκωθείς,
να μένεις εκτός, να μην προσπαθείς...






6/13/18

28.05.2018 Δευτέρα


28.05.2018 Δευτέρα

Ξεκίνησε, λοιπόν, η αναζήτηση γυμναστηρίου... Πρώτο γυμναστήριο και πρώτο βασικό θέμα: Δεν μπορούν να μου δίνουν κλειδί για αίθουσα… Κι είχαν υπέροχες αίθουσες! Και είναι άδειες τόσες ώρες! Δεν είναι κρίμα να μένουν οι αίθουσες άδειες χωρίς ανθρώπους να δημιουργούν μέσα σε αυτές; (Έσπασε η καρδιά μου... Πάμε παρακάτω...)

30.05.2018 Τετάρτη

Πηγαίνω, λοιπόν, στο σημερινό γυμναστήριο (τελικά έχω μιλήσει με τον υπεύθυνο πριν τηλεφωνικά και μου έχει πει πως η αίθουσα είναι ανοιχτή για να μπαίνει όποιος θέλει, όταν δεν έχει ομαδικά προγράμματα)... Μπαίνοντας συναντάω μπροστά μπροστά έναν από το προηγούμενο γυμναστήριο... με ρωτάει αν θα πάω κι εγώ εκεί, του απαντάω πως ακόμα δεν ξέρω, αρχίζει τα "Όλα συμβαίνουν για καλό..." και κάτι τέτοια... Εγώ του λέω τα δικά μου τα γνωστά τα "Θα δούμε..." αφού αισθάνομαι πως τα πράγματα απλά συμβαίνουν. Δεν συμβαίνουν για καλό ή για κακό. Απλά συμβαίνουν κι εμείς προσαρμοζόμαστε σε αυτά... Τώρα το καλό, κακό είναι σχετικό κι ανάλογο με τον καθέναν μας... Λίγο πιο πέρα ένας άλλος από το γυμναστήριο μας, ο οποίος μου λέει κι αυτός "Εδώ να έρθεις, είναι καλά..." και κάτι τέτοια, που είναι τα μηχανήματα τέλεια και που δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο... Τέλος πάντων, μιλάω με έναν κύριο στην γραμματεία που μου λέει τι καλής ποιότητας που είναι όλα εκεί... Του λέω πως ενδιαφέρομαι μόνο για την αίθουσα... Και με αφήνει να μείνω χωρίς να πληρώσω για σήμερα... απλά για να δω το γυμναστήριο... Μπαίνω στην αίθουσα είναι ήδη κάποιος... Του λέω αν τον πειράζει να μπω κι εγώ... μου λέει πως αυτό θα με ρώταγε κι αυτός... Κάθομαι σε μία γωνία... κι αναρωτιέμαι πώς στο καλό θα προσαρμοστώ... Είναι κι αυτή μία λύση αν δεν βρω άλλη... 90% μου είπαν πως η αίθουσα είναι άδεια και δεν έχει κανέναν... Προφανώς, έπεσα στο 10%... Επίσης, είπαν πως δεν θα μου ανοίγουν κλιματισμό και οι ώρες που πηγαίνω... αλλά ας μην μένω στα αρνητικά... Στοπ. Κάθομαι δειλά δειλά σε μια γωνίτσα και κάνω ακόμα πιο δειλά δειλά κάτι ασκήσεις... Κοιτάζω γύρω γύρω... Ναι, αλλά δεν έχει μπάρες... Ναι, αλλά δεν έχει... Στοπ. Σταματάω το μυαλό μου. Δεν έχει νόημα. Αποδοχή και προσαρμογή. Προσαρμογή και αποδοχή. Έρχονται μετά και κάτι άνθρωποι για να φτιάξουν κάτι που έχει χαλάσει, αρχίζουν να σκαρφαλώνουν στις σκάλες και να ανοίγουν τα ταβάνια... Έρχεται μετά κι ο γυμναστής και μου λέει "Έπεσες στην μέρα... Δεν είναι έτσι τις άλλες μέρες... Απλά σήμερα έχουν κάτι εργασίες...". ''Δεν πειράζει" λέω... "Έτσι κι αλλιώς, πρόλαβα να μείνω λίγο. Σας ευχαριστώ που με αφήσατε να μείνω σήμερα το είχα ανάγκη."... Τι να πει κι ο άνθρωπος... Μάλλον του φάνηκα λίγο εξωγήινος... Φεύγω και αισθάνομαι εξόριστη. Στο όνειρό μου χθες το βράδυ έβλεπα πως είχα αίθουσα. Στο δεύτερο όνειρό μου έβλεπα πως είχα χρήματα. Τόσο ρεαλιστικά όνειρα είναι περίεργο για εμένα. Συνήθως, είναι επιστημονικής φαντασίας τα όνειρά μου. Τώρα το γύρισαν στον ρεαλισμό κι αυτά. Λύθηκαν προβλήματα στα όνειρα. Στην πραγματικότητα δεν ξέρω τι γίνεται... Τέλος πάντων, αύριο έχω συνάντηση με έναν άλλον γυμναστή άλλου γυμναστηρίου ο οποίος με ξέρει από το γυμναστήριο που πήγαινα στο πριν από το δέκα χρόνια γυμναστήριό μου. Με ξέρει ο άνθρωπος... ούτε που ξέρω πόσα χρόνια... Δώδεκα-δεκατρία-δεκαπέντε; Σκέφτομαι μήπως επειδή με θυμάται κι εκείνος να πηγαίνω χρόνια στο προηγούμενο του προηγούμενου γυμναστηρίου μήπως μου κάνει την χάρη και βρει κάποιο τρόπο να μπαίνω στην αίθουσα... Επίσης, εκείνος ξέρει ήδη πόσο εξωγήινος είμαι (από τότε μου έλεγε που κάνω τα δικά μου και δεν μπαίνω σε κάποιο πρόγραμμα) οπότε ίσως αυτό να βοηθήσει... Θα δούμε... Θα δούμε... Θα δούμε... Αυτά για σήμερα... Αυτά για τώρα... Πάω να κάνω δημιουργικοδουλίτσες...



25.05.2018 Παρασκευή



Έκλεισε το γυμναστήριο στο οποίο πήγαινα πάνω από δέκα χρόνια... Έτσι απλά... και ξαφνικά... από το χθες στο σήμερα... χωρίς καμία προειδοποίηση... Πέρασα από εκεί... ήταν τα πάντα σκοτεινά και εκείνη την στιγμή ήμασταν επτά-οκτώ άνθρωποι... που μας ενημέρωναν για την κατάσταση. Επτά-οκτώ άνθρωποι που έρχονταν για χρόνια σε αυτόν τον συγκεκριμένο χώρο κάθε πρωί... Που τους γνωρίζω χωρίς να τους γνωρίζω... Που τους νιωθω οικογένεια χωρίς να είναι οικογένεια... Κοιταζόμασταν και δεν είχαμε τι να πούμε... Πού θα βρεθεί τώρα άλλο γυμναστήριο στην γειτονιά με μπλε στρώματα ενόργανης γυμναστικής; Πού θα βρεθεί άλλο γυμναστήριο που θα μου δίνουν κλειδί για να μπαίνω μόνη μου στην αίθουσα; Στα απρόσωπα γυμναστήρια του σήμερα ήταν πολύτιμο το συναίσθημα του να έχεις πρόσωπο... Μία κοπέλα με την οποία φύγαμε μαζί συζητώντας το πώς αισθανόμαστε... Είπε "Εις το επανιδείν"... Αυτό, λοιπόν, θα γράψω κι εγώ... Εις το επανιδείν... Τι κρίμα... να μην μένουν ίδια... όσα θα ήθελα να μένουν ίδια...


Είσαι Χαρούμενη.



Της είπε τόσο πολλές φορές στο τηλέφωνο "Εσύ είσαι χαρούμενη τώρα", "Είσαι χαρούμενη", "Έχεις την χαρά σου", "Μα είσαι χαρούμενη", "Είσαι πολύ χαρούμενη", "Αυτό να σκέφτεσαι, το ότι είσαι χαρούμενη"... που μόνο ένα πράγμα είναι σίγουρα σίγουρο: Δεν είναι χαρούμενη.



(Υ.Γ. Αγαπημένο Καλοκαίρι με τα ανοιχτά παράθυρα σου...)


Μια Προηγούμενη Πέμπτη




Σκεφτόμουν σήμερα να περάσω από το γυμναστήριο που έκλεισε. Μου είπε η κοπέλα της γραμματείας πως μέχρι σήμερα θα ήταν ανοιχτά μόνο για να ενημερώνουν τον κόσμο πως κλείνουν. Από αύριο τους διώχνουν. Ήθελα να περάσω να δω τους χώρους, να βγάλω φωτογραφίες τις αίθουσες. Ήθελα να αποχαιρετήσω αυτά που δεν αποχαιρετιούνται. Παρόλα αυτά, δεν πήγα. Σε καινούριο γυμναστήριο πήγα για να ρωτήσω (θα γραφτεί κι αυτή η ιστορία ή δεν θα γραφτεί) αλλά το παλιό δεν πήγα να το αποχαιρετήσω. Ό,τι αναμνήσεις έχω έχω. Ό,τι εικόνες έχω έχω. Δεν χρειάζεται να έχουμε από όλα φωτογραφίες. Ό,τι φωτογραφίες έχω έχω. Σε αυτές τις αίθουσες έφτιαξα στιγμές από την παράσταση «≈ Τρία Λεπτά». Σε αυτές τις αίθουσες γεννήθηκαν στιγμές της παράστασης «Άνθρωποι». Σε αυτές τις αίθουσες δημιουργήθηκαν στιγμές για την παράσταση «Οι 5 αισθήσεις». Στιγμές των τελευταίων χρόνων και των τελευταίων παραστάσεων γεννήθηκαν εδώ. Σε αυτές τις αίθουσες ήρθαν και κάποιες ιδέες για τις παραστάσεις που, αν όλα πάνε καλά κι αν όλα κυλήσουν ήρεμα, θα ανέβουν στην σκηνή σε ≈ έναν μήνα από σήμερα με Ανθρώπους που Αγαπώ και που δημιουργήθηκαν και με τις 5 μας Αισθήσεις... Παρελθοντικές Παραστάσεις και Παροντικές Πρόβες... όλα σε αυτές τις αίθουσες. Σε αυτές τις αίθουσες υπήρξαν και καλλιτεχνικές στιγμές που δεν τις ανέβασα ποτέ στην σκηνή. Είτε γιατί έμειναν ανολοκλήρωτες... Είτε γιατί αποφάσισα να τις αφήσω στο σκοτάδι και στην σιωπή αντί να τις ανεβάσω στην σκηνή. Εκείνο το χορευτικό που έμεινε στο σκοτάδι, εκείνο το τραγούδι που έκλεισε η φωνή του κλείνοντας την φωνή μου, εκείνο το κείμενο που από τις τόσες διαφορετικές φορές που ειπώθηκε έμεινε τελικά ανείπωτο. Εκείνες οι ιδέες που έμειναν ιδέες. Αλλά άξιζαν απλά και μόνο για την χαρά και τον ενθουσιασμό που μου έδωσαν έστω και για τόσο έστω και για λίγο.

Ένα από αυτά που με ηρέμησαν αυτόν τον καιρό, που μου έδιναν εσωτερική γαλήνη, είναι αυτή η αίθουσα, η μέσα μέσα, πίσω πίσω, που κάνεις δεν την γνωρίζει και που κανείς δεν σε ενοχλεί εκεί. Κανένας δεν σου μιλάει, κανένας δεν σε ρωτάει. Κάθεσαι όσο θες και κάνεις ό,τι θες. Τόσους μήνες εκεί έκανα την γυμναστική μοναχική προπόνησή μου, τις αποτυχημένες χορευτικές προσπάθειές μου. Εκεί έχτιζα τις δημιουργίες είτε έφταναν πιο πέρα από εμένα είτε δεν έφταναν. Επειδή είχα παραστάσεις τον Ιούλιο είχα πληρώσει μέχρι τον Αύγουστο ακριβώς επειδή γνώριζα πως αυτός ο μήνας, ο τελευταίος πριν τις παραστάσεις είναι ο πιο πιεστικός και θα τρέχω πάλι να τα κάνω όλα μαζί. Αυτή η αίθουσα μου ήταν και μου είναι απαραίτητη για αυτό το σημείο. Παρόλα αυτά η ζωή τα έφερε έτσι ώστε να κλείσει τώρα. Ούτε καν μετά από έναν ή δύο μήνες (που και πάλι το βάρος θα ήταν ασήκωτο αλλά θα είχα τον χρόνο μου για να προσαρμοστώ). Τώρα, όχι. Τώρα, στο πιο δύσκολο σημείο, πρέπει απλά να προσαρμοστώ. Κι ανάμεσα στα άλλα τρεξίματά μου... ψάχνω για γυμναστήριο για να ακούω ξανά και ξανά ή πως δεν με αφήνουν να μπω στην αίθουσα ή πως στην αίθουσα μπορεί να μπαίνει όποιος θέλει, όποτε θέλει, δεν μπορεί δηλαδή να την κλεἰσει κάποιος για κάποια συγκεκριμένη ώρα. Να είμαι στην αίθουσα και τι; Να φτιάχνω χορευτικό μαζί με αυτόν που κάνει βάρη και μαζί με την γυμνάστρια που κάνει προσωπικό πρόγραμμα με κάποιον άλλο; Όλοι μαζί; Κι αυτό πώς υποτίθεται θα λειτουργήσει; Μέχρι να προσαρμοστώ θα έχουν φτάσει και θα έχουν περάσει οι παραστάσεις.

Για την ώρα κάνω γυμναστική στο σπίτι. Κάνω πρόβες στο σπίτι. Δεν έχω περιθώριο τώρα ούτε για στενοχώριες ούτε για μη προσαρμογές. Χθες μπόρεσα και συγκεντρώθηκα κι έκανα πολλή δουλίτσα σπίτι. Απλά λυπάμαι. Λυπάμαι που στο πιο δύσκολο σημείο τα πράγματα βρίσκουν τρόπους να γκρεμιστούν. Όπως και οι άνθρωποι πιέζονται και, συνήθως, αντί να στηρίξουν ο ένας τον άλλον βγάζουν τις αντιδράσεις, τις ανασφάλειες, τις φοβίες τους, τα άγχη τους ο ένας πάνω στον άλλον. Δεν ξέρω... Ήμουν πάντα άνθρωπος που έβαζα την Ομάδα πάνω από τον εαυτό μου. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζω να το κάνω. Ό,τι κι αν συμβεί είτε με τις καταστάσεις, είτε με τους ανθρώπους, είτε με την ζωή... εγώ θα κάνω το καλύτερο που μπορώ. Από εκεί και πέρα εύχομαι να κυλήσουν όλα όμορφα και ήρεμα. Η πορεία θα δείξει. Θα δούμε...


6/12/18

Α Β



Δεν είχαμε τσακωθεί ποτέ για τίποτα. Ήμασταν και οι δύο άνθρωποι της μη σύγκρουσης και της επικοινωνίας. Του διαλόγου και της ηρεμίας. Υπάρχουν κι αυτές οι σχέσεις. Όπου δύο άνθρωποι περπατάνε ο καθένας τον δρόμο του και, συχρόνως, περπατάνε και μαζί έναν άλλον κοινό δρόμο.

Πότε δεν είχα φανταστεί πως μπορεί να τσακωθούμε για το οτιδήποτε. Από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο. Από το πιο ασήμαντο μέχρι το πιο σημαντικό. Από το πιο γελοίο μέχρι το πιο σοβαρό. Κι ίσως να είχα δίκιο που το πίστευα γιατί ακόμα κι αυτήν την μία φορά δεν τσακωθήκαμε. Πιεστήκαμε; Ναι. Εγώ πιέστηκα. Φτάσαμε σε αδιέξοδο; Ναι. Εγώ έφτασα σε αδιέξοδο. Νιώσαμε εγκλωβισμένοι; Ναι. Εγώ ένιωσα εγκλωβισμένη. Και γράφω «εγώ» γιατί όσο κι αν γνωρίζεις (ή νομίζεις πως γνωρίζεις) τον άλλον δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για το τι σκέφτηκε και για το πώς αισθάνθηκε εκείνος. Οπότε ο πληθυντίκος δεν μπορώ να ξέρω αν είναι σωστός. Ο ενικός; Ναι. Αυτό μπορώ να το ξέρω.

Αυτήν την μία φορά (μία φορά, μόνο μία φορά στον τόσο χρόνο που ήμασταν μαζί, αλλά κι όμως ήταν αρκετή...), συνέβηκε το εξής. Εγώ πίστευα το Α. Και ο φίλος μου πίστευε το Β. Εγώ ήθελα να κάνω το Α και ο φίλος μου ήθελε να κάνει το Β. Καλά ως εδώ; Καλά. Μια χαρά. Γιατί δεν είμαστε ίδιοι άνθρωποι και δεν χρειάζεται ούτε να πιστεύουμε ακριβώς τα ίδια πράγματα ούτε να θέλουμε να κάνουμε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Εγώ δεν είχα θέμα να κάνω εγώ το Α κι εκείνος το Β, αφού αυτό θεωρούσε ο καθένας σωστό σε σχέση με τον εαυτό του. Εκείνος, όμως, είχε θέμα να κάνω εγώ το Α κι εκείνος το Β. Ο φίλος μου δεν ήθελε απλά να κάνει το Β, ήθελε να κάνω κι εγώ το Β. Και κάπου εκεί ξεκινάνε τα προβλήματα. Εγώ να κάνω το Β αποκλειόταν αφού δεν πίστευα το Β. Να μην κάνω τίποτα θα ήταν πιο πιθανό αλλά και πάλι δεν θα ένιωθα καλά με τον εαυτό μου. Αν έκανα, όμως, το Α, που ήταν κι αυτό που ήθελα να κάνω πραγματικά, ήξερα πως ο φίλος μου θα μου το «χρέωνε». Δεν θα μου το «συγχωρούσε». Και δεν ήμουν σίγουρη αν η σχέση θα έβρισκε τρόπο να επιβιώσει μετά και μέσα από αυτό...

Στην ζωή μου... είχα παρακολουθήσει αρκετούς ανθρώπους... που «πίστευαν» το Α... και όταν έκαναν πολύχρονη (ή και μη πολύχρονη) σχέση ή όταν παντρεύτηκαν, έτσι απλά, από την μία στιγμή στην άλλη, «άλλαξαν» και «πίστευαν» το Β μόνο και μόνο επειδή ο σύντροφός τους πίστευε το Β. Δεν μπορούσα να το καταλάβω. Σκεφτόμουν... τόσα χρόνια μου έλεγαν τα Α τώρα γιατί λένε τα Β και τα υποστηρίζουν και σαν να τα πίστευαν μια ζωή;! Πού πήγε η δική τους προσωπικότητα; Πού πήγε ο δικός τους χαραχτήρας; Οι δικές τους ιδέες; Τα δικά τους πιστεύω; Και τι συμβαίνει; Άλλαξαν τα πιστεύω τους ή απλά καταπιέζουν τα δικά τους πιστεύω για κάποιον άλλον; Είδα ανθρώπους να ψηφίζουν κάτι απλά και μόνο επειδή το ψηφίζει ο σύντροφός τους, κάτι που δεν θα το ψήφιζαν ποτέ πριν, ανθρώπους να ψηφίζουν κάποιον απλά και μόνο επειδή τους τάζει κάτι και επειδή ο σύντροφός τους θεωρεί πως αυτό είναι το σωστό να γίνει, ανθρώπους να βάζουν μέσο απλά για μία θέση στον μη ήλιο επειδή ο σύντροφός τους υποστήριζε πως αυτή η θέση του μη ήλιου είναι πιο σημαντική από όσο πραγματικά είναι, ανθρώπους να μιλάνε για την κοινωνία και τους ανθρώπους με τρόπους που δεν θα μιλούσαν ποτέ πριν απλά και μόνο επειδή ο σύντροφός τους... πίστευε πως ο κόσμος λειτουργεί έτσι οπότε πρέπει να λειτουργήσουν υποχρεωτικά και εκείνοι έτσι. Κι ήταν οι δικοί μου Φίλοι. Οι Φίλοι που συζητούσαμε για έναν καλύτερο κόσμο. Οι Φίλοι που είχαμε υποσχεθεί μεταξύ μας πως ποτέ δεν θα πέφταμε τόσο χαμηλά. Στο να κάνουμε κάτι μόνο και μόνο επειδή υποτίθεται πως το κάνουν όλοι. Γιατί δεν το κάνουν όλοι. Το κάνουν σχεδόν όλοι. Και σε αυτό το «σχεδόν» (που δεν ανήκει στους όλους) ανήκουν οι άνθρωποι που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Εμείς υποτίθεται πως ήμασταν αυτοί που θα προσπαθούσαμε χωρίς... χωρίς να δώσουμε φακελάκι... χωρίς να κομματοποιηθούμε... χωρίς να κάνουμε γνωριμίες... Ήμασταν αυτοί που θέλαμε να δώσουμε αξία στην αξία... που θέλαμε να δώσουμε ανθρωπιά στον άνθρωπο... Έναν έναν παρακολούθησα τους τότε Φίλους μου, έναν έναν, πραγματικά, να σταματάνε να πιστεύουν στον έρωτα, να σταματάνε να πιστεύουν στην αγάπη, στον άνθρωπο, στον καλύτερο κόσμο. Έναν έναν τους παρακολούθησα να είναι σε μία σχέση που δεν τους αρέσει, σε μια δουλειά που δεν τους αρέσει, και να κάνουν μια ζωή που δεν τους αρέσει. Με πιστεύω μη δικά τους. Με ιδέες μη δικές τους. Και ήταν τότε που ένιωσα τόσο μόνη μου όσο ποτέ. Κανένας χωρισμός δεν μου το είχε κάνει αυτό, κανένας θάνατος. Αυτό το να νιώσεις πως όλοι πάμε προς την ίδια κατεύθυνση και πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Γιατί δεν σε αφήνουν να υπάρξει άλλος δρόμος. Και σε αυτό το σημείο της ζωής, πριν πολλά πολλά χρόνια, έτυχε να είμαι σε σχέση με εκείνον που ήθελε να πω το Β απλά και μόνο επειδή το λέει αυτός. Και τότε είδα την ζωή μου αποστασιοποιημένα. Και είπα στον εαυτό μου. Αυτό. Αυτό είναι το σημείο που μπορείς να επιλέξεις τι θα κάνεις. Θα πας στα πιστεύω του άλλου θυσιάζοντας τον εαυτό σου ή θα πας στα πιστεύω τα δικά σου και θα δεις αν θα αντέξει η σχέση; Κι είπα να μείνω στα δικά μου πιστεύω. Κυρίως, γιατί δεν ήθελα να αφήσω την ελπίδα μου για τον κόσμο και την πίστη μου για τον άνθρωπο. Δεν ήμουν έτοιμη να γίνω όπως όλοι. Για το μέλλον δεν ήμουν (όπως και δεν είμαι) σίγουρη για το τι θα συνέβαινε (όπως και για το τι θα συμβεί). Μπορεί κι εγώ να άλλαζα με τρόπους που δεν θα περίμενα ποτέ να αλλάξω. Αλλά για εκείνο το σημείο μου ήθελα ακόμα να μείνω στην προσπάθεια του... είμαι αυτό που είμαι και αυτά είναι όσα πιστεύω για τον κόσμο και για τους ανθρώπους. Προσπάθησα τότε να εξηγήσω την θέση μου... Μπορείς να πιστεύεις τα Β αλλά εγώ πιστεύω τα Α και τα πιστεύω πολύ πριν σε γνωρίσω... Και υπάρχουν κάποια σημεία μου που μπορείς να τα επηρεάσεις, γιατί, φυσικά, μέσα από τις σχέσεις εξελισσόμαστε και αλλάζουμε, αλλά υπάρχουν και κάποια σημεία μου που είναι εγώ... είναι πρωταρχικά υλικά δικά μου... είμαι φτιαγμένη από αυτά... και αν τα χάσω θα με χάσω και δεν θα είναι καλό ούτε για εμένα ούτε για εσένα ούτε για την σχέση μας... Σε αυτό το σημείο μου, λοιπόν, επιλέγω να μείνω στα δικά μου πιστεύω... γιατί αν δεν μείνω στα δικά μου πιστεύω δεν θα νιώθω καλά με εμένα... Κι έτσι απλά... με αυτήν την μικρή κίνηση... του να μείνω σε αυτό που ήθελα να μείνω... του να μείνω σε αυτό που είμαι και σε αυτό που θα ήθελα να γίνω... έτσι απλά... η σχέση δεν άντεξε. Δεν μπόρεσε να αντέξει. Γιατί ο φίλος μου μου χρέωσε αυτό το ότι δεν πήγα προς αυτόν. Αλλά εγώ δεν το έβλεπα σαν να πηγαίνω προς αυτόν το έβλεπα σαν να απομακρύνομαι από εμένα. Δεν θα συγχωρούσα ποτέ εμένα αν μου επέτρεπα να πέσω τόσο χαμηλά ώστε να θυσιάσω τις ιδέες μου για τον κόσμο. Κι όσο μεγάλωνα τα πράγματα στις σχέσεις δυσκόλευαν. Γιατί, καμιά φορά, ο άλλος θεωρεί πως το να είστε μαζί στην σχέση είναι το να γίνεις σαν κι αυτόν, να επιβεβαιώνεις μόνο ό,τι λέει εκείνος, να κάνεις μόνο ό,τι κάνει εκείνος, να συμφωνείς μόνο με ό,τι λέει και κάνει εκείνος. Και από πολύ νωρίς γνώριζα πως δεν μπορώ ούτε να γίνω ούτε να είμαι μια τέτοια γυναίκα, ένας τέτοιος άνθρωπος. Όπως και από πολύ νωρίς γνώριζα πως το πιθανότερο θα μείνω μόνη μου σε αυτήν την ζωή.

Είναι πολύ εύκολο να σου πουν οι άνθρωποι γύρω σου πως μένεις μόνος σου, επειδή εσύ θέλεις να μείνεις μόνος σου, επειδή εσύ δεν συμβιβάζεσαι, επειδή εσύ δεν επιλέγεις να κάνεις τις «θυσίες» που χρειάζεται για να μείνεις σε μία σχέση.

Θυσίες... Είναι δυνατόν να έχουμε επιλέξει αυτήν την λέξη να υπάρχει μέσα στις σχέσεις μας; Θυσίες;!

Ποτέ δεν έβλεπα την ανθρώπινη επικοινωνία σαν θυσία. Ποτέ δεν ένιωσα σε καμία σχέση μου να κάνω καμία θυσία. Όχι έτσι όπως την λένε και την εννοούν οι άνθρωποι. Όταν πήγαινα προς τον άλλον, ήθελα να πάω προς τον άλλον. Τίποτα δεν το βίωνα σαν θυσία. Όταν αρχίζεις να βιώνεις πως κανείς θυσίες για τον άλλον... στα δικά μου τα μάτια... υπάρχει ουσιαστικό θέμα στην σχέση. Ποτέ δεν έκανα κάτι που ήμουν υποχρεωμένη να κάνω για τον άλλον. Ό,τι έκανα, το έκανα γιατί ενδιαφερόμουν για τον άλλον, γιατί ήμουν ερωτευμένη με τον άλλον, γιατί αγαπούσα τον άλλον... γιατί ήθελα να μάθω τον κόσμο του, να καταλάβω πώς σκέφτεται, τι νιώθει, ήθελα να μοιραστούμε αυτό που είμαστε και να ανταλλάξουμε αυτό που έχουμε... Ούτε μία θυσία στα τόσα χρόνια ζωής. Ούτε ένα φιλί από υποχρέωση. Ούτε μία λέξη επειδή πρέπει. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τον άλλον άνθρωπο στα μάτια για να πάει προς αυτόν χωρίς να χρειαστεί να κάνει ούτε μία θυσία. Κι αν και οι δύο άνθρωποι είναι ισορροπημένοι, κανένας δεν θα ζητήσει από τον άλλον να γίνει κάτι που δεν είναι.

Ποτέ δεν μου συνέβησαν αυτά που συμβαίνουν στους άλλους άνθρωπους στις σχέσεις.

Πότε δεν ένιωσα να περνάει ο έρωτας με τον χρόνο. Για κάποιο λόγο ο δικός μου έρωτας έμενε με τον χρόνο. Το ίδιο ισχυρός. Το ίδιο έντονος.

Πότε δεν ένιωσα τον έρωτα να γίνεται αγάπη.

Πότε είχα έρωτα, πότε είχα αγάπη, πότε είχα και τα δύο... αλλά πότε δεν ένιωσα το ένα να μεταμορφώνεται στο άλλο. Μπορεί να είχα έναν αιώνιο έρωτα ή μια κεραυνοβόλα αγάπη. Ναι, ναι αγάπησα κάποιον με την πρώτη ματιά! Ναι, ναι, ερωτεύτηκα κάποιον για πολλά πολλά χρόνια! Ποτέ δεν ήταν έτσι όπως τα όριζαν οι άλλοι. Κι όταν μου μίλαγαν οι άλλοι για τις δικές τους σχέσεις... τα άκουγα όλα με προσοχή, τα καταλάβαινα, τα επεξεργαζόμουν, τα αισθανόμουν... έκανα ενδιαφέρουσες συζητήσεις... έδινα βοηθητικές συμβουλές... έτσι μου έλεγαν... έτσι αισθανόμουν... μα... σε σχέση με εμένα... τα ένιωθα όλα ξένα ακριβώς επειδή εγώ τα βίωνα διαφορετικά.

Για εμένα η μαγεία στις σχέσεις βρισκόταν σε εκείνο το ΑΒ. Όπου μπορούσε να υπάρξει και το Α και το Β μαζί χωρίς να υπερισχύσει το ένα ή το άλλο, χωρίς να καταπιεί το ένα το άλλο. Χωρίς να είναι μία μάχη για το ποιος έχει δίκιο, ένας αγώνας για το ποιος θα τραβήξει τον άλλον στην δική του μεριά. Καμία ανάγκη να έχω δίκιο. Καμία ανάγκη να υπερισχύσω. Ανάγκη να υπάρξω; Ναι. Ανάγκη να υπάρχει κι ο άλλος; Ναι. Ανάγκη να υπάρχουμε μαζί; Ναι.

Και χαίρομαι πολύ για όλα τα ΑΒ της ζωής μου. Είτε ήταν μικρές στιγμές είτε εποχές ολόκληρες. Αυτά τα μικρά, ελάχιστα, ΑΒ ήταν η ζωντανή απόδειξἠ μου πως υπάρχει κι άλλος τρόπος, άλλο αν οι άνθρωποι δεν τον επιλέγουν. Είναι πιο δύσκολος εκείνος ο δρόμος. Σε εκείνον τον δρόμο εξαφανίζονται τα «Εγώ», ακούς και μιλάς, επικοινωνείς, καταλαβαίνεις, συζητάς, προχωράς, αγαπάς. Σε εκείνον τον δρόμο εσύ είσαι εσύ, ο άλλος είναι ο άλλος και μαζί είστε μαζί. Υπάρχει ισότητα, ελευθερία και, φυσικά, πάνω και πέρα από όλα, αγάπη.

Η πορεία θα δείξει για την συνέχεια...
Η συνέχεια θα δείξει για την πορεία...



Σέρνεται Σέρνεται



Θυμάστε ένα παιχνίδι που παίζαμε παλιά και που λεγόταν «Πετάει, Πετάει»;
Έλεγε ένας «Πετάει, πετάει» το άλφα ή το βήτα και οι υπόλοιποι σηκώναν το χέρι αν πέταγε το άλφα ή δεν το σηκώναν αν δεν πέταγε το βήτα.

«Πετάει, πετάει ο αετός...» σηκωνόντουσαν τα χέρια.
«Πετάει, πετάει η αγάπη...» δεν σηκωνόντουσαν τα χέρια.
«Πετάει, πετάει ο χαρταετός...» σηκωνόντουσαν τα χέρια.
«Πετάει, πετάει η απάτη...» δεν σηκωνόντουσαν τα χέρια.

Για κάποιο λόγο, αυτόν τον καιρό, το μυαλό μου σκέφτεται συνέχεια αντί για πετάει, πετάει... σέρνεται, σέρνεται...

Νιώθω πως όλα σέρνονται... Και νιώθω πως αν παίζαμε τώρα αυτό το παιχνίδι... θα σήκωνα το χέρι μου όχι μόνο στα φίδια που σέρνονται... αλλά στο ίντερνετ που σέρνεται, στον υπολογιστή που σέρνεται, στο κινητό που σέρνεται... και μετά θα έφευγα και από όλα τα τεχνολογικά που σέρνονται... και θα πήγαινα στα μη τεχνολογικά... στις προσπάθειές μου που σέρνονται... στις στιγμές μου που σέρνονται... στην ζωή μου σέρνεται... στον εαυτό μου σέρνεται...

Τόσο σούρσιμο, αδερφέ μου, δύσκολα αντέχεται...

Πώς περάσαμε από το «πετάει πετάει» στο «σέρνεται σέρνεται»... δεν το κατάλαβα... Πότε και πώς μας έκοψαν τα φτερά... ούτε που το προσέξαμε... Πονέσαμε μα δεν δώσαμε σημασία... κι έτσι απλά βρεθήκαμε στο έδαφος να σερνόμαστε...

Να ζητιανεύουμε... για λίγο ενδιαφέρον, για λίγη αγάπη, για ελάχιστη προσοχή, για ελάχιστη αξιοπρέπεια... Να ζητιανεύουμε... για να υπάρχει μία γεύση τέχνης και μία στάλα ζωής...

Σέρνεται, σέρνεται... η σκέψη μου. Σέρνεται, σέρνεται... και το συναίσθημα μου.
Σέρνονται, σέρνονται... οι άνθρωποι. Σέρνονται, σέρνονται... και οι σχέσεις.
Σέρνεται η επικοινωνία. Σέρνεται και η ψυχολογία.
Ένα μόνιμο σούρσιμο.
Μία μόνιμη ζητιανιά.
Για τα απλά, για τα αυτονόητα, για τα αληθινά.

Και κάπου στην πορεία, κουράζεσαι, εξαντλείσαι, πονάς, γρατζουνίζεσαι, ματώνεις, πληγώνεις, πληγώνεσαι, σταματάς, συνεχίζεις, σέρνεσαι, σέρνεσαι...

Και ονειρεύεσαι εκείνα τα φτερά που ποτέ δεν είχες και ποτέ δεν θα αποκτήσεις γιατί σου τα έκοψαν πριν καν γεννηθούν από την ρίζα τους για να μην ξαναφυτρώσουν.

Μα ακόμα κι εκεί στο έδαφος... μπορείς να δημιουργήσεις ομορφιά...

Σπέρνεις λίγη ελπίδα γύρω σου... Πετάς σπόρους αισιοδοξίας... Μήπως και... οι επόμενοι μπορέσουν να πετάξουν ακόμα κι αν εσύ δεν θα πετάξεις ποτέ.

Και συνεχίζεις να σέρνεσαι και σέρνεσαι συνεχίζοντας.

Σέρνεται Σέρνεται το σύμπαν σου... Σέρνεσαι, Σέρνεσαι κι εσύ...

Σώζεσαι Σερνάμενος...



6/11/18

Αιώνιος Θρήνος




Βαρέθηκα να θρηνώ πια έρωτες πεθαμένους,
και να ανασταίνω τους νεκρούς απ’ τους ερωτευμένους,
κουράστηκα να ξεθάβω όνειρα παρελθοντικά,
να σκάβω με τα χέρια μου, να ψάχνω τα παλιά,
δεν θέλω να ασχολούμαι με ιδέες πεθαμένες,
αφού δεν έγιναν ζωή, ας μείνουν ξεχασμένες,
ούτε αγάπες με ενδιαφέρουν που ’ναι υποκριτικές,
για να μην έγιναν αλήθεια, θα ήταν σχηματικές.
Αυτά που δεν είναι εδώ, που δεν υπάρχουν τώρα,
δεν έζησαν μες στο λεπτό, δεν έγιναν στην ώρα,
ήταν για τότε, πια, δεν έχουν σημασία,
ήταν για κάποτε, που νόμιζα θα φέρουν ευτυχία.
Κιτρινισμένες σελίδες, σκισμένες μες στον χρόνο,
που άντεξαν στα σκοτεινά, που είναι γεμάτες πόνο,
είναι κομμάτι μου, αυτό, ποτέ δεν θα το αρνηθώ,
μα δεν σημαίνει, όμως, πως είναι ακόμα εγώ.
Είμαι άλλος άνθρωπος πια κι ας είναι ίδιο το όνομά μου,
άλλος ο χαραχτήρας μου μα όμοια τα όνειρά μου.
Κουράστηκα να ζητιανεύω απεγνωσμένα ανθρωπιά,
δεν θέλω άλλο να ζω σε αυτήν την ζητιανιά.
Βαρέθηκα να αισθάνομαι σκληρή αδιαφορία,
η μόνη μου ελπίδα να ζω στην φαντασία.
Τώρα αλλάζω αλλιώς, τώρα κοιτάζω αλλού,
τώρα δεν είμαι στο πότε μα είμαι στο παντού.
Διασκορπισμένη στα λίγα και στα παντοτινά,
στα βλἐμματα του κόσμου που είναι αληθινά.
Εκεί θα ζω κι εκεί θα κατοικήσω.
Σε αυτά όχι που μίλησα, σε αυτά που θα μιλήσω.
Κι αν πέθανα στο κάποτε, στο τώρα μου θα ζήσω,
μέσα απ’ τις στάχτες της καρδιάς θα με δημιουργήσω.
Βαρέθηκα να θρηνώ πια έρωτες πεθαμένους,
και να ανασταίνω τους νεκρούς απ’ τους ερωτευμένους...
Δεν θέλω να αναστηθώ, δεν θέλω να πεθάνω,
Θέλω να είμαι Άνθρωπος και κάτι παραπάνω.

Σε αυτό το «κάτι» το μικρό βρίσκεται όλη η ουσία.
κι εκεί ο θάνατός μου ζει μες στην αθανασία.


6/8/18

Ανά...



Είμαι ένας αναβάτης σε αναβρασμό. Αναζητώ την αναζωογόνηση. Αναζωογονώ την αναζήτηση. Είμαι ένας σε αναβρασμό αναβάτης. Ανεβαίνω χωρίς να αναβάλλω, αναβάλλω χωρίς να ανεβαίνω. Η αναβατική ανάβασή μου δεν αναδέχεται την ανάβαθη αναβλητικότητά μου. Η αναζήτησή μου ανάγλυφη και αναγνωριστική. Είναι αναγκαία η αναδημιουργία. Είναι αναγκαστική η αναβίωση. Από την αναβίωση θα αναστηθεί η αναδημιουργία. Θα με αναβιώσω. Θα με αναδημιουργήσω. Από την αναδρομή στην ανάδυση. Από την αναθεώρηση στην αναθάρρηση. Αναθυμάμαι, αναλογίζομαι, αναθεωρώ και αναβαθμίζομαι. Αναβαθμίζοντάς με, θα με αναβαθμολογήσω. Αναζωογωνόντας με, θα με αναγεννήσω. Είμαι ένας αναβάτης αναγεννητής, αναγεννώ την αναγέννηση, αναζητώ την αναζήτηση, είμαι ένας αναγεννητής αναβάτης...