10/21/19

21.10.2019 Δευτέρα



Λιγότερο από τρεις εβδομάδες έμειναν...

Ανεβαίνω ξανά στην σκηνή... Δεν έχω προλάβει να συνειδητοποιήσω τίποτα... σχεδόν τίποτα...

Τώρα διόρθωνα και έφτιαχνα και εκτύπωνα τα κείμενα...

Τα χαρτιά που κουβαλάω μαζί μου... δεν διαβάζονται πια... από τα σκισίματα... τις μουτζούρες... τις αλλαγές... τις σημειώσεις... Σκέφτηκα πως είναι πιο σοφό και πιο σωστό να έχω μαζί μου καθαρά κείμενα ώστε αν χρειαστεί να γίνουν κι άλλες σημειώσεις πάνω σε αυτά.

Θα έχω, όμως, πάντα μαζί μου και τα ημιδιαλυμένα... με αυτά περάσαμε μαζί την όποια διαδρομή μας... είναι κρίμα να μην τα έχω μαζί μου μέχρι το τέλος...

Εξάλλου, τα νιώθω να μου μοιάζουν πιο πολύ... με τις μουτζούρες τους και τα σκισίματά τους...

-

Τώρα που γράφω... πολλά τα συναισθήματα και οι σκέψεις... και με ένα μισοτελειωμένο μαρκαδοράκι σε ένα μισοτελειωμένο τετράδιο... τι να χωρέσει κανείς;

-


9/14/19

Το βραχιολάκι



(04.09.2019, Παρασκευή)


Έσπασε το βραχιολάκι μου σκορπίστηκε στο δρόμο,
κατέβασα την τσάντα μου απ' τον πονεμένο ώμο,
κοιτούσα σαν χαμένη το πεζοδρόμιό μου,
με χίλια δύο πράγματα να τρέχουν στο μυαλό μου,
μάζευα πετραδάκια ροζ και ασημένιες χάντρες,
με κοιτάζαν γυναίκες, με κοίταζαν και άντρες,
πέρασε και δίπλα μου, τυχαία, ένας γνωστός,
με ρώτησε "Τι ψάχνεις;" κι έψαξε κι αυτός...
Και μια γυναίκα που στεκόταν εκεί κοντά στην στάση,
μου έδειξε κάτι κάτω "Μήπως αυτό έχεις χάσει;"
αλλά εκείνο ήταν μαύρο κι έμοιαζε μενταγιόν,
κάποιας άλλης κοπέλας, είχε πάνω κραγιόν...
Ψάχνοντας κομματάκια σαν μικρά δαχτυλίδια,
το μόνο που συνάντησα ήταν πολλά σκουπίδια...
Πόσοι πετάνε κάτω, αλήθεια, τόσες γόπες;
Θυμήθηκα εσένα που κάποτε μου το 'πες...
"Μοιάζουν να μην ενδιαφέρονται για την αισθητική,
ετούτη εδώ η πόλη δεν είναι καθαρή...
οι άνθρωποι αδιάφορα ρίχνουν γύρω τους ό,τι βρουν,
κι αν τους ρωτήσεις το "γιατί;" δεν έχουν τι να πουν..."
Δεν βρίσκω το κομμάτι μου με το ένα λουλουδάκι...
Κι εκείνη τη στιγμή πέρασε ένα παιδάκι...
Πόσα βήματα, πόσα τρεξίματα, πόσοι περαστικοί,
πώς μες σ' αυτό το χάος, το "κάτι" να βρεθεί...
Μετά από ώρα, άφησα πίσω, αυτό που είχε σπάσει,
ό,τι χάνεται προστίθεται σε ό,τι έχεις χάσει...
και αφαιρείται αυτόματα απ' ό,τι έχει μείνει...
Ό,τι έγινε, έγινε... Θα γίνει ό,τι θα γίνει...
Βραχιόλια σπάει η ζωή, κρικάκια οι στιγμές μας,
κι εμάς, κι ας συνεχίζουμε, μας μένουν οι ρωγμές μας...
με εκείνα τα κομμάτια μας που ξέρουμε πώς μοιάζουν,
να μένουν αιώνια κενά και να απουσιάζουν...



Ο θησαυρός


(05.09.2019, Σάββατο)


Κι ο θησαυρός που βρίσκεται μες στις φωτογραφίες,
κρύβεται μέσα σε μία λέξη μόνο: «Ιστορίες»,
οι άνθρωποι όλοι μοιάζουμε να είμαστε πειρατές,
και στο καράβι της ζωής δεν έχει ακροατές,
είσαι εσύ, ο εαυτός σου, ό,τι θα σου συμβεί,
τα κύματα που έρχονται μαζί με ό,τι θα ’ρθει,
οι άνεμοι που παίρνουν τα πάντα στο πέρασμά τους,
που κατεβάζουν πλοία με το κατέβασμά τους,
και εμείς να επιμένουμε, κρατώντας το κατάρτι,
τι δείχνουν τα βελάκια, κοιτάζοντας τον χάρτη,
πού είναι τα νομίσματα και τα κοσμήματά μας,
στα αμύθητα τα πλούτη πώς παν τα βήματά μας,
πού είναι αυτό το Χι που το σημείο δηλώνει,
που όταν φτάσουμε εκεί δεν θα νιώθουμε μόνοι,
φοράμε το καπέλο μας, κρατάμε το σπαθί,
χωρίς ποτέ να πούμε ό,τι θέλει να ειπωθεί,
πηγαίνουμε στην μάχη, το χρήμα οδηγεί,
ξεχνάμε στην πορεία, τα «θέλω», τα «γιατί»,
αφήνουμε κλεισμένο κάπου κάτω στο κελάρι,
τον ίδιο τον εαυτό μας, λες και του κάνουμε χάρη,
Αφού σε έχουμε μαζί, μην επαναστατήσεις,
τίποτα παραπάνω ποτέ σου μη ζητήσεις...
Είμαστε δήθεν ελεύθεροι μα τόσο κουρασμένοι,
καθώς η αλήθεια μας είναι γερά αλυσοδεμένη...
Να έχεις συναισθήματα δούλους και να τραβάν κουπιά,
και στο κατάστρωμά σου καμία ανθρωπιά,
κι οι σκέψεις στο μπαούλο να είναι φυλακισμένες,
άβολα στριμωχτές και κλειδαμπαρωμένες...
Να μαστιγώνεις τις ελπίδες, να ματώνεις τα όνειρά σου,
να πιάνεις το στέρνο σου να δεις... χτυπάει η καρδιά σου;
Και αντί να ψάχνεις το κλειδί να βρεις για την ουσία,
εσύ ακόμα ψάχνεσαι για την αθανασία,
λες και το νόημα είναι να ζήσεις πολύ αντί να ζήσεις λίγο,
να μη λες ποτέ «έρχομαι» να λες πάντα «θα φύγω»...
να πας προς κάποιους θησαυρούς που είναι μόνο χρυσάφι,
μπορεί να σε σκοτώσουν, μυρίζουνε θειάφι...
Ό, τι αγάπησες είναι εδώ, μαζί σου στο καράβι,
Ό,τι έσβησε, έσβησε και, μάλλον, δεν ανάβει...
Μην αναζητάς στο πουθενά να βρεις την ευτυχία,
Χωρίς το πρόσωπό σου, δεν έχει ισορροπία,
να πας να ξεκλειδώσεις τον ίδιο τον εαυτό σου,
αυτά που κάποτε ήθελες και ό,τι είναι δικό σου,
μετά θα συζητήσουμε ποιος είναι ο θησαυρός,
κι αν είναι τα νομίσματα ή είναι απλά αυτός,
ο άνθρωπος, τα μάτια σου, το σώμα σου και η ελευθερία,
ο κόσμος μας, τα όνειρα, οι στόχοι σου, η κάποια ευτυχία...
Ξέρεις, οι πειρατές, αλήθεια, δεν κλέβουνε μόνο,
πάνω τους κουβαλάνε και μη κλεμμένο πόνο...
είναι γενναίοι στην καρδιά, αυστηροί με τον κωδικά τους,
μα αυτό που τρέμουν πιο πολύ η ίδια η σκιά τους...
Πάρε, λοιπόν, τα όπλα σου, πάρε και το σπαθί σου,
στάσου απέναντι απ’ τους φόβους σου και από την ενοχή σου.
Νίκησε αυτά που σε τραβάνε και δεν σε αφήνουνε να πας,
σε αυτά που αγάπησες και αγαπάς, σε αυτά που αναζητάς...
Σκίσε το χάρτη με το Χι, πέταξε τα βελάκια,
δεν υπάρχει κάτι να οδηγεί σε μαγικά σκαλάκια,
εσύ θα βρεις τον δρόμο σου, χωρίς κλεψιές και κτήσεις,
με αίσθηση, με ανθρωπιά, με άλλου τύπου λύσεις...
Δεν είναι στην ποσότητα μα στην ποιότητα το θέμα,
αιθάνεσαι μέσα σου ζωή να καίει μες στο αίμα;
Χωρίς δούλους, χωρίς μαστιγώματα, χωρίς φυλακές,
μόνος σου στο τιμόνι, πας προς αυτά που θες,
Καράβια υπάρχουνε πολλά και έχουν πολλές χρήσεις...
Εσύ, όμως, το τιμόνι σου προς τα πού θα γυρίσεις;
Πονάνε τα βυθίσματα, πονάνε και οι πτήσεις...
Μα μία είναι η ερώτηση... πόσο ποθείς να ζήσεις...



Ξεκινάν οι συναντήσεις...


(06.09.2019, Κυριακή)


Την άλλη εβδομάδα ξεκινάν οι συναντήσεις,
για τις θεατρικές ομάδες, αν θες να με ρωτήσεις,
ποια είμαι, τι κάνω, τι θέλω, τι αγαπώ,
τι διδάσκω, τι μοιράζομαι και πώς δημιουργώ,
η πρώτη συνάντηση δεν είν' δεσμευτική,
είναι γνωριμίας και αναγνωριστική,
να μου πεις τι κάνεις, πού βρίσκεσαι, ποιος είσαι,
να μου πεις πώς νιώθεις και με τι ασχολείσαι...
Αν θες να αρχίσεις Θέατρο ποτέ δεν είναι αργά,
όλοι έχουμε ικανότητα να γίνουμε παιδιά,
να παίξουμε ασταμάτητα χωρίς περιορισμούς,
να διώξουμε σκληρούς, πεζούς, εγκλωβισμούς...
Οι ομάδες μου έχουν την Ανθρωπιά σαν βάση,
πολλές φορές οι άνθρωποι την έχουνε ξεχάσει...
Οι ομάδες μου έχουν την Αγάπη στην κορυφή,
κι αυτή η πονεμένη... πώς έχει ξεχαστεί!
Μου αρέσει ο σεβασμός και η επικοινωνία,
να υπάρχει κατανόηση κι ωραία συνεργασία...
Θα ξεκινήσουμε αργά, σταθερά τα βήματα,
και στην πορεία θα γίνουν πρόβες τα μαθήματα,
να έχουμε όμορφη διαδρομή, ένα τρελό παιχνίδι,
να κάνουμε όλοι μαζί ένα μακρύ ταξίδι,
και μετά ας κλείσει ο κύκλος μας μπροστά στο κοινό,
εκεί που σταματάνε όλοι θα λέμε "Ξεκινώ"!
Τα νέα ξεκινήματα, οι άγνωστες αρχές,
έχουν μια ικανότητα να μένουν ζωντανές!
Αν ψάχνεις κάπως να πλησιάσεις μια κάποια αθανασία,
μέσα απ' την Τέχνη η ζωή ποτέ δεν μοιάζει μία...


Υπάρχει πάντα ένα αύριο...


(08.09.2019 Τρίτη)


Υπάρχει πάντα ένα αύριο που γκρινιάζει για να μην γίνει σήμερα...

Τρέμει πως όσο είναι ακόμα αύριο είναι γεμάτο και δημιουργικό μα με το που θα γίνει σήμερα θα πελαγώσει και θα αδρανήσει...

Υπάρχει ένα αύριο που σου λέει πως αν δεν δώσεις αξία στο σήμερα θα κάνει την επανάστασή του και θα αποφασίσει να μην έρθει...

Ένα αύριο που σου λέει πως δεν θέλει να το περιμένεις να έρθει για να γίνει αυτό ή το άλλο, δεν θέλει να παίξει τον ρόλο που του δίνεις. Γιατί; Γιατί του δίνεις πρωταγωνιστικό ρόλο στο σήμερα και μετά όταν έρθει το μεταμορφώνεις σε κομπάρσο ή το απολύεις.

Υπάρχει ένα αύριο που στην ουσία δεν υπάρχει. Γιατί; Γιατί είναι μόνο στο μυαλό σου. Το κάνεις να είναι μόνο στο μυαλό σου αφού όταν έρχεται η ώρα να γίνει πραγματικό το αγνοείς κάνοντας το ένα αδιάφορο σήμερα.

Υπάρχει ένα αύριο που σήμερα το αγαπάς γιατί είναι αύριο και αύριο το μισείς γιατί είναι σήμερα.

Ένα αύριο που όταν έρχεται το βιώνεις σαν κάθε σου χθες.

Ένα αύριο που όταν φεύγει το βιώνεις σαν κάθε σου σήμερα.

Ένα αύριο που γίνεται μεθαύριο ή παραμεθαύριο...

Ένα άπιαστο αύριο που ποτέ δεν το φτάνεις όσο κι αν το κυνηγάς... αφού με το που θα φτάσεις σε αυτό έχει αλλάξει ονομασία...

Ο μόνος τρόπος να τιμήσεις το αύριο είναι να γνωρίσεις το σήμερα...

Μόνο τότε κι εκείνο θέλει να έρθει σε εσένα... χωρίς φόβο.

Και πώς γνωρίζεις το σήμερα; Πολύ απλά με το να το ζεις.

Και πώς μπορείς να το ζήσεις; Με το να μην το μετατρέπεις σε αύριο.

Υπάρχει ένα σήμερα που πάντα γκρινιάζει για να μην γίνει αύριο...

Ένα σήμερα που μπορεί να είναι γεμάτο και δημιουργικό, που δεν μπορεί να αποφασίσει να μην έρθει γιατί είναι ήδη εδώ, που έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, που υπάρχει, που δεν είναι αδιάφορο, που μπορείς να το αγαπήσεις αντί να το μισήσεις, που δεν ανήκει στο χθες, που δεν ελπίζει στο αύριο, που δεν είναι άπιαστο, που έχει το όνομα που έχει...

Υπάρχει ένα σήμερα που αλλάζει...

Ένα σήμερα που σαν σήμερα μοιάζει...



Θυμάσαι τότε...;



(08.09.2019, Κυριακή)


Θυμάσαι τότε... που αγόραζες τετράδια και στυλό και κασετίνα (αν σου είχε χαλάσει η κασετίνα) και τσάντα (αν σου είχε χαλάσει η τσάντα) για το ξεκίνημα της χρονιάς στο σχολείο;

Τότε που, καμιά φορά, έφτιαχνες τα βιβλία σου από το προηγούμενο βράδυ για να είναι η τσάντα σου έτοιμη το επόμενο πρωί;

Τότε που στρίμωχνες στην τσάντα σου σχεδόν τα πάντα και, παρόλα αυτά, όλο και κάτι κατάφερνες να ξεχάσεις; Που το βάρος της σάκας ήταν τόσο που έγερνες το σώμα σου για να την κουβαλήσεις;

Που ο Σεπτέμβριος μύριζε σχολείο και έναρξη καινούριας χρονιάς;

Και δεν είχες ιδέα πώς θα είναι το φέτος γιατί όσες χρονιές κι αν έχουν περάσει μια νέα χρονιά είναι μια νέα χρονιά... κι αναρωτιόσουν ποιοι θα είναι οι μαθητές της τάξης... Ποιοι θα μείνουν, ποιοι θα φύγουν, πώς θα διαμορφωθεί το τμήμα και πώς θα είναι το μάθημα;

Χμ... Κάθε φορά που έρχεται Σεπτέμβριος ακόμα αγοράζω τετράδια και στυλό και κασετίνα (αν μου έχει χαλάσει η κασετινά) και τσάντα (αν μου έχει χαλάσει η τσάντα) και, καμιά φορά, φτιάχνω την τσάντα μου από το βράδυ για το πρωί, και στριμώχνω μέσα της τα πάντα και όλο και κάτι καταφέρνω να ξεχάσω και το βάρος της είναι τόσο που γέρνω το σώμα μου για να την κουβαλήσω και μυρίζει έναρξη καινούριας χρονιάς και δεν έχω ιδέα πώς θα είναι το φἐτος και αναρωτιέμαι ποιοι θα είναι οι μαθητές και πώς θα διαμορφωθεί το (κάθε) τμήμα και πώς θα είναι το (κάθε) μάθημα...

Δεν χρειάζεται να θυμηθώ τίποτα γιατί είναι όλα ακόμα εδώ. Και οι άνθρωποι της γειτονιάς με ρωτάνε γελώντας αν πάω σχολείο κι εγώ απλά απαντάω "Είναι για τις Ομάδες μου". Για τις ομάδες μου τα χρωματιστά τετράδια (και κάθε ομάδα το δικό της ξεχωριστό χρώμα) και τα χρωματιστά στυλό. Για τις ομάδες μου η βαριά τσάντα που δεν σηκώνεται και δεν κουβαλιέται. Για τις ομάδες μου τα βιβλία και οι σημειώσεις που δεν χωράνε πουθενά ούτε καν στο μυαλό μου. Για τις ομάδες μου, για μια ακόμα φορά, θα προσπαθήσω να κάνω αυτό που κάνω κάθε (μα κάθε) χρονιά: Το καλύτερο που μπορώ.

Αύριο ξεκινάνε οι ημέρες συναντήσεων.
Σύντομα ξεκινάνε και τα μαθήματά μας.

Εύχομαι να είναι μια δημιουργική και δυναμική χρονιά για όλους.

Καλή μας χρονιά!


Οι πεταλούδες


(10.09.2019, Τρίτη)


Είχα μια ξύλινη πεταλούδα.
Κρεμόταν από ένα μωβ σκοινάκι.
Και την φορούσα.
Συνέχεια.
Την είχα μαζί μου.

Έπεσε. Έσπασε.

Και δεν γινόταν ούτε να κολληθεί ούτε να κρεμαστεί.

Πήγα και πήρα μια άλλη πεταλούδα.

Ακριβώς ίδια.

(Όσο γίνεται κάτι να είναι ίδιο με κάτι άλλο).

Έχω μια ξύλινη πεταλούδα.
Κρέμεται από ένα μωβ σκοινάκι.
Και την φοράω.
Συνέχεια.
Την έχω μαζί μου.

Πέφτει. Σπάει.

Και δεν γίνεται ούτε να κολλήσει ούτε να κρεμαστεί.

Και τι να κάνω;

Να πάω να πάρω κι άλλη πεταλούδα;

Ακριβώς ίδια;

(Όσο γίνεται κάτι να είναι ίδιο με κάτι άλλο).

Να πέσει; Να σπάσει;

Θα πέσει. Θα σπάσει.

Μου φαίνεται θα γεμίσω πεσμένες και σπασμένες πεταλούδες.

Θα πάω να πάρω κι άλλη πεταλούδα.

Θα έχω μια ξύλινη πεταλούδα.
Θα κρέμεται από ένα μωβ σκοινάκι.
Και θα την φοράω.
Συνέχεια.
Θα την έχω μαζί μου.

Κι αν πέσει; Έπεσε.
Κι αν σπάσει; Έσπασε.

Και με τις πεσμένες, σπασμένες, πεταλούδες;
Τι θα κάνεις; Θα τις πετάξεις;
Όχι.
Θα τις αφήσω να πετάξουν.

Και δεν θα κρέμονται ούτε θα κρεμιούνται.
Και δεν θα φοριούνται.
Και δεν θα είναι πια ξύλινες... θα γίνουν αληθινές.
Χρωματιστές. Ελεύθερες. Αθάνατες.

Γιατί οι πεταλούδες δεν είναι για να τις φοράνε...
είναι για να πετάνε...

(Κι ίσως για αυτό σπάνε...
για να πετάνε... για να πετάνε...)


Χάθηκε το Χαρτονόμισμα



(12/09/2019, Πέμπτη)


Χάθηκε το χαρτονόμισμα.
Έπεσε. Έφυγε.
Χωρίς να το νιώσω. Χωρίς να το καταλάβω.

Πήγα να στενοχωρηθώ.
Πόσα θα μπορούσα να πάρω με αυτό το χαρτονόμισμα!
Κάτι για κάποιον.
Κάτι που χρειάζεται ή κάτι που του αρέσει.
Κάτι για εμένα.
Κάτι που χρειάζομαι ή κάτι που μου αρέσει.

Μα όσο και να το ψάχνεις δεν βγάζει το πορτοφόλι χαμένα χαρτονομίσματα και η τσάντα δεν εμφανίζει από το πουθενά κάτι που έπεσε ή που έφυγε.

Πήγα να ρίξω το φταίξιμο σε εμένα.
Μα πώς δεν το κατάλαβα;
Πού μου έπεσε; Πώς μου έφυγε;
Πού και πώς είναι το μυαλό μου;
Είναι σίγουρο πως κανένας δεν το έκλεψε.
Ήταν μια στιγμή τροπής όχι κλοπής.

Μετά σταμάτησα. Τι σταμάτησα; Αυτό που πήγαινε να συμβεί.

Πήγα να στενοχωρηθώ αλλά δεν στενοχωρέθηκα. Πήγα να με ενοχοποιήσω αλλά δεν με ενοχοποίησα.

Και, ξαφνικά, χαμογέλασα.

Από όλα τα πράγματα που θα μπορούσα να χἀσω στην ζωή μου, από όλα όσα θα μπορούσαν να χαθούν, αυτό ήταν το λιγότερο.

Ένα χαρτονόμισμα...

Χάθηκε το χαρτονόμισμα.
Έπεσε. Έφυγε.
Χωρίς να το νιώσω. Χωρίς να το καταλάβω.

Όμως, αυτό το νιώθω και το καταλαβαίνω:

Δεν χάνεται ο κόσμος από ένα χαμένο χαρτονόμισμα.


-αίνω...


(13/09/2019 Παρασκευή)


Έχω να γράψω μια ιστορία, όμως, δεν προλαβαίνω,
και χάνονται οι λέξεις μου στους δρόμους που διαβαίνω,
τις σκέψεις στο μυαλό μου, σιγά σιγά, υφαίνω,
μα δεν καταγράφονται αφού δεν ξαποσταίνω,
όσα κρυώνουν στον κόσμο με τη γραφή ζεσταίνω,
όσα πεθαίνουν γύρω μου μέσα μου ανασταίνω,
όσα κοιτάζω στη ζωή και δεν καταλαβαίνω,
τα φέρνω πάνω στη σκηνή και τα αναπαρασταίνω,
όταν το βάρος με κρατά ψάχνω πώς να ελαφραίνω,
όταν ο πόνος με χτυπά ψάχνω πώς να ανασαίνω,
και αντιστέκομαι όταν νιώθω πως, ξαφνικά. μικραίνω,
μα αρνούμαι και την ψύχρα μου σαν νιώθω να σκληραίνω,
τα συναισθήματα αγαπώ για αυτό και τα θερμαίνω,
και μόνο όταν ζω βαθιά τα πάντα ξεθυμαίνω,
όταν δημιουργώ, συχνά, συνήθως, συμπεραίνω,
αυτός ο μόνος τρόπος μου κάπως να υγιαίνω.
για αυτό κι όταν αισθάνομαι πως, φεύγω, αργοπεθαίνω,
μέσα από τη θλίψη μου μαθαίνω να μαθαίνω,
κι όπου με πάει η ροή εκεί κι εγώ πηγαίνω,
και με ό,τι πάει να συμβεί μαζί κι εγώ συμβαίνω...


8/30/19

Μερικές ακόμα Σκέψεις...



(26.08.2019 Δευτέρα)


Κι εκεί που δεν το περιμένεις...
γιατί προχωράς οδυνηρά αργά...
γίνεται μια προσωπική έκρηξη...
κι αρχίζει να κατρακυλάει η εξέλιξή σου,
όλο και πιο γρήγορα κι όλο και πιο γρήγορα,
ανώδυνα και φυσικά...
και βρίσκεσαι από το βάθος του πηγαδιού στο χείλος του...
(και για πρώτη φορά... βλέπεις φως...).

-

Άλλαξε ο άνθρωπος
και άλλαξε τον κόσμο...
Άλλαξε ο κόσμος
και άλλαξε τον άνθρωπο...



8/29/19

Άγνωστο



Αγνώριστο το Άγνωστο όταν γίνει γνώριμο γνωστό...


Μερικές Σκέψεις


(26.08.2019 Δευτέρα)

Αν πιστεύεις πως ο ρυθμός που προχωράς είναι αργός... σκέψου πόσα χρόνια χρειάστηκαν για να κατέβουμε από τα δέντρα, να προχωρήσουμε στα δυό μας πόδια, να περπατήσουμε, να σταθούμε όρθιοι και να αποκτήσουμε πιο «προικισμένο» και πιο «εξοπλισμένο» εγκέφαλο.

Δεν πειράζει αν, καμιά φορά, αισθάνεσαι πως χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο. Δεν γίνονται όλες οι αλλαγές ούτε στον ίδιο χρόνο ούτε με τον ίδιο τρόπο. Αυτό δεν τις κάνει λιγότερο σημαντικές.

Σκέψου και πόσα χρόνια χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί ο κόσμος μας.

Χρόνια χρειάστηκαν για τον κόσμο.
Χρόνια χρειάστηκαν για τον Άνθρωπο.

Χρόνο χρειάζεσαι κι εσύ.
Για εσένα. Και για την εξέλιξή σου.
Για τον κόσμο. Και για την εξέλιξή του.
Για τους ανθρώπους. Και για την εξἐλιξή τους.

Μην απαιτείς από την εξέλιξη αυτό που ούτε εκείνη δεν απαιτεί από εσένα.
Το αδύνατο.
Να συμβεί όταν θες, όπως θες.

Εκείνη σε αφήνει να αλλάζεις στους χρόνους σου.
Το ίδιο οφείλεις να κάνεις κι εσύ.
Άφησέ την να συμβεί στους χρόνους της.


8/2/19

Σε μια γωνίτσα...


Θέλω να κάτσω σε μια γωνίτσα και να κρυφτώ,
κάπου στο βάθος του εαυτού μου να αφεθώ,

θέλω να φύγω στη φαντασία και να χαθώ,
με συναισθήματα και εικόνες να με μεθώ,
από ατελείωτη ευτυχία να εξαντληθώ,
στην αναζήτηση να μη δεινοπαθώ,
κι εκεί που χάνομαι, εκεί και να βρεθώ,
σ΄ όσα μου αρέσουν και επιθυμώ,
σε όσα πηγαίνω και ακολουθώ,
απ’ τη ζωή μου μακάρι να μη διωχθώ,
θέλω να ζω αλλά όχι να πενθώ,
να προσπαθώ μα όχι να μοχθώ,
το «συμπαθώ» νικάει το «αντιπαθώ»,
το «προωθώ» νικάει το «απωθώ»,
ό,τι ερωτεύομαι, ό,τι ποθώ,
αφού το νιώσω ας το διηγηθώ,
κι αν τους ανθρώπους βοηθώ,
είναι γιατί εξακολουθώ,
και να διανθίζω και να διανθώ,
θέλω απλά να με αισθανθώ...

Θέλω να κάτσω σε μια γωνίτσα και να σκεφτώ,
κάπου στο βάθος του εαυτού μου να αφεθώ...


Όταν ήμουν μικρή...




Όταν ήμουν μικρή... συχνά... έκλεινα τα μάτια και ονειρευόμουν... Έναν καλύτερο κόσμο και μια καλύτερη πραγματικότητα... Όποτε έβρισκα μία στιγμή μόνη μου... ταξίδευα στον κόσμο και στην πραγματικότητα του μυαλού μου... Και η φαντασία με έκανε να αντέχω την όποια δυσάρεστη αλήθεια... "Θα τα καταφέρω" μου έλεγα... "Δεν μπορεί... θα τα καταφέρω..."... "Δεν θα είμαι για πάντα παιδί... θα μεγαλώσω... κι όταν μεγαλώσω η ζωή μου θα αλλάξει... θα την κάνω εγώ να αλλάξει..." σκεφτόμουν... "Προστάτευσε την Αγάπη... και τη θέληση... Θα σου χρειαστούν..." μου υπενθύμιζα... Κι είχα δίκιο... Μου χρειάστηκαν και ευχαριστώ τον παιδικό μου εαυτό για όσα κατάφερε να σώσει μες στα χαλάσματα... Αν δεν τα είχα σώσει τότε... δεν θα ήμουν αυτό που είμαι τώρα... Αν τα είχα αφήσει όλα να γκρεμιστούν... θα ήμουν κι εγώ ολότελα γκρεμισμένη... Αλλά θυμάμαι πόση δύναμη χρειάστηκε για να κατορθώσω το αδύνατο... Σε αυτό το κλείσιμο των ματιών οφείλω το άνοιγμα της καρδιάς μου... Τον καλύτερο κόσμο δεν τον κατάφερα... αλλά την καλύτερη πραγματικότητα; Θα έλεγα πως άρχισα να την αγγίζω όταν μεγάλωσα...






8/1/19

Φεύγει και ο Ιούλιος...


Φεύγει και ο Ιούλιος...

Φεύγει και ο Ιούλιος είναι τριάντα μία,
πότε έφτασε άραγε κι αυτή η ημερομηνία,
στη θάλασσα δεν πήγαμε, μπάνιο κανένα ακόμα,
και δεν απογοητευόμαστε που νιώθουμε ένα πτώμα!
Πήγαμε και στους γιατρούς γιατί όπου καλοκαίρι,
πάντα κάτι συμβαίνει προς της υγείας τα μέρη!
Το ηθικό, όμως, ακμαιότατο και η ψυχολογία,
δεν μας αφήνει να πέσουμε στην όποια υστερία!
Αύριο θα είναι, λοιπόν, η πρώτη του Αυγούστου,
ο μήνας κάποιων διακοπών, ο μήνας κάθε γούστου,
εύχομαι να μη φύγει γρήγορα χωρίς να τον βιώσω,
είναι σημαντικό τον χρόνο να προλάβω να τον νιώσω...
Δεν θέλω τίποτα άλλο πέρα από ησυχία,
λίγη γαλήνη, διάβασμα και λίγη ηρεμία...
Κι αν δεν έχετε χρήματα να πάτε σε νησί,
μη στενοχωριέστε, τρόπος θα βρεθεί,
να χαλαρώσετε και να ξεκουραστείτε,
μέσα στα τρεξίματα να ξεπιεστείτε...
Κάντε κάτι για εσάς, μια βόλτα, ένα ποτό,
καλά εγώ δεν πίνω, θα φάω ένα γλυκό,
βγείτε με τους φίλους σας, κάντε κι ένα ξενύχτι,
καλά εγώ δεν ξενυχτάω, θα ρίξω ένα δίχτυ,
να πιάσω αστέρια απ’ τον ουρανό και να σας τα προσφέρω,
και μέσα στα σκοτάδια μας το φως τους να μας φέρω...
Αχ, τι καλά, να κολυμπάς μες στης καρδιάς τα μέρη!
Ήρθε ο ήλιος στη ζωή, μύρισε καλοκαίρι!
Έλα, Αύγουστε, εδώ, έλα, να μας χορέψεις,
όλα όσα δεν αντέχουμε, εσύ να τα αντέξεις!
Να μας γεμίσεις δύναμη, να μας γεμίσεις θάρρος,
να γίνεις στα ταξίδια μας ένας μεγάλος φάρος,
να φύγει από μέσα μου όλο αυτό το βάρος...
να νιώσω πάλι ελεύθερη, να γίνω ένας γλάρος...


Οι 10 στενοχώριες



1. Το τι σημαίνει "απόρριψη" είναι σχετικό. Όλα αυτά που αισθανόμαστε σαν "απορρίψεις" είναι απλά σημεία της γραμμής. Μπορεί να μην απορρίφθηκες, μπορεί να εγκρίθηκες. Εγκρίθηκες να πας στο επόμενο στάδιο, όποιο κι αν είναι αυτό.

2. Το να "θυμάσαι" είναι σημαντικό. Όλα αυτά που θυμόμαστε μελαγχολικά είναι απλά στιγμές της ζωής. Μπορεί να μην είναι για να μελαγχολείς, μπορεί να είναι για να χαμογελάς. Να χαμογελάς που είσαι ακόμα εδώ, όπου κι αν είναι το "εδώ".

3. Ο θάνατος είναι μέσα στη ζωή. Ζούμε και με αυτόν ή κοντά σε αυτόν ή δίπλα σε αυτόν... αλλά ακόμα... ζούμε. Ζούμε για όσο ζούμε.

4. Η μοναξιά μπορεί να είναι ΚΑΙ δημιουργική. Σε μοναχικές καταστάσεις μπορούμε να έχουμε έντονες εμπνεύσεις.

5. Η φαντασία υπάρχει ΚΑΙ για να μας προκαλεί συγκίνηση. Σε "ψεύτικους" κόσμους μπορούμε να έχουμε αληθινά συναισθήματα.

6. Ο έρωτας, κάποιες φορές, πονάει. Άλλες φορές, καταφέρνει να αγαπάει. Αν η καρδιά σου έσπασε, ζεις με το σπάσιμο και, κάποια στιγμή, μπορεί και να ξαναερωτευτείς, μπορεί και να ξαναγαπήσεις. Καμιά φορά, οι σπασμένοι άνθρωποι συνυπάρχουν και οι σπασμένες καρδιές συναρμολογούνται...

7. Η απώλεια έχει πολλές μορφές και μας πληγώνουν όλες. Προσπερνάμε την απώλεια κοιτάζοντάς την κατάματα. Με Αποδοχή και Αγάπη.

8. Όταν οι άλλοι σε απογοητεύουν, καμιά φορά, μπορεί να σε έχει απογοητεύσει ο εαυτός σου.

9. Όταν εσύ σε απογοητεύεις, καμιά φορά, μπορεί να σε έχουν απογοητεύσει οι άλλοι.

Σε κάθε περίπτωση η απογόητευση σπάνια βοηθάει... Αν σε απογοητεύουν οι άλλοι ή εσύ... μπορείς να κοιταχτείς, για λίγο ή για πολύ, για όσο έχεις ανάγκη, στον καθρέφτη... και στο βλέμμα σου δες, αν μπορείς να δεις, το βλέμμα όλων των ανθρώπων... Εκεί είναι οι άλλοι. Εκεί είσαι κι εσύ. Εκεί είναι όλοι. Κανείς δεν είναι τέλειος ή όλοι είμαστε τέλειοι. Η τελειότητα είναι δικό μας δημιούργημα.

Υπάρχουν αυτές... Υπάρχουν κι άλλες... στιγμές στενοχώριας...

Αν είσαι στενοχωρημένος οφείλεις να βρεις τρόπο να αποδεχτείς το ότι τώρα είσαι στενοχωρημένος. Αυτό δεν σημαίνει πως θα είσαι για πάντα στενοχωρημένος. Αυτό σημαίνει πως είσαι τώρα στενοχωρημένος. Αν χρειάζεσαι βοήθεια, να ζητήσεις βοήθεια. Αν χρειάζεσαι μια αγκαλιά, να ζητήσεις μια αγκαλιά. Αν χρειάζεσαι ένα φίλο, να ζητήσεις ένα φίλο. Αν χρειάζεσαι κάποιος να σε ακούσει, να ζητήσεις από κάποιον να σε ακούσει. Άνθρωποι υπάρχουν. Τρόποι υπάρχουν.

10. Η στενοχώρια είναι μέρος της εικόνας. Δεν έχει νόημα να θυμώνεις με ένα κομμάτι του παζλ. Πάρε το στα χέρια σου, κοίταξε το καλά, ποια είναι τα χρώματα, οι γραμμές του, οι λεπτομέρειες του, και βρες πού είναι η θέση του... από τη στιγμή που θα βάλεις το κομμάτι στη θέση του και φεύγει από εσένα και σε βοηθάει να φτιάξεις και να δεις όλη την εικόνα.

Και, Φίλε μου, αξίζει όλη η εικόνα. Πάντα αξίζει. Δείχνει το πρόσωπό σου...








Πότε ήταν η τελευταία φορά που γέλασες;



Πότε ήταν η τελευταία φορά που γέλασες;... Που γέλασες πολύ... μέχρι τα γέλια σου να γίνουν δάκρυα... Πότε ήταν η πρώτη φορά που γέλασες;... Που γέλασες ασταμάτητα... και ο ήχος του γέλιου σου γκρέμισε ή έχτισε τον κόσμο; Με ποιον ήσουν μαζί; Και τι συνέβηκε; Για τι συζητούσατε; Ποιο ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε και αναπτύχθηκε το γέλιο; Ήταν κάποια λέξη; Ήταν κάποια φράση; Ήταν μια στιγμή; Ή ήταν μια δράση; Ένα γεγονός; Μια κατάσταση; Πώς ήταν αυτή η αίσθηση του γέλιου... στο σώμα; Πώς ένιωθες; Τι σκεφτόσουν; Αν σκεφτόσουν... Ήταν ένας άνθρωπος που σε έκανε να γελάσεις ή κάτι μη ανθρώπινο; Μήπως ήταν ένα δημιουργικό έργο; Μια μουσική ή μια ταινία ή ένα βιβλίο ή ένα τραγούδι; Αισθάνθηκες λύτρωση; Αισθάνθηκες γαλήνη; Ή ένιωσες αδρεναλίνη και γέμισες από ενέργεια; Και αυτό το γέλιο εξαπλώθηκε και στις επόμενες ημέρες; Ο απόηχος του; Η κράτησε για ελάχιστο; Ο απόηχος του γέλιου της στιγμής βρίσκεται και στα χαμόγελα της ζωής... Θυμάσαι; Πώς ήταν το γέλιο σου όταν ήσουν παιδί και πώς είναι τώρα; Έχεις ξεχάσει; Πώς είναι να γελάς; Χωρίς αύριο. Έχεις αλλάξει; Το γέλιο σου έχει αλλάξει μέσα στο χρόνο; Γελάς συχνά ή σπάνια; Για λίγο ή για πολύ; Με ποια αιτία και ποια αφορμή; Πόσες φορές γέλασες μέσα στον τελευταίο μήνα; Και πόσες μέσα στον τελευταίο χρόνο; Μετριούνται; Γιατί αν μετριούνται δεν είναι ισχυρά αρκετές. Ξεχνιούνται; Γιατί αν ξεχνιούνται δεν είναι αρκετά ισχυρές. Φίλε μου, Φίλε μου, Φίλε μου. Να γελάς... Όχι για τους άλλους... για εσένα... Να γελάς... ακόμα κι όταν αισθάνεσαι πως το γέλιο σου σε έχει εγκαταλείψει... Κι αν δεν μπορείς να γελάσεις... ξεκίνα έστω και φτιαχτά... ψεύτικα... πώς να το πω... σαν παιχνίδι... Ξεκίνα να γελάς παιχνιδιάρικα... έτσι χωρίς λόγο... και, σιγά σιγά, θα δεις πώς από το ψεύτικο θα γεννηθεί το αληθινό και από το παιχνίδι θα έρθει η πραγματικότητα... Το γέλιο θα φέρει γέλιο... όπως και το χαμόγελο φέρνει χαμόγελα... ο ενικός είναι η βάση για τον πληθυντικό... κι έτσι από το "εγὠ" πηγαίνουμε στο "εμείς"... το γέλιο... γέλια... Γελάει ένας... Γελάει η Γη... και το έχει ανάγκη το γέλιο σου... η Γη μας.





Ήθελα να έχω χρόνο...



Ήθελα να έχω χρόνο...
(28.07.2019 Κυριακή)


Ήθελα να έχω χρόνο να κάνω όσα θέλω,
πιάνο, άρπα, κρουστά και, αν προλάβω, τσέλο,
Ήθελα να έχω χρόνο να μάθω μουσική,
και οι νότες στο μυαλό μου τώρα πια σε χαρτί,
Ήθελα να έχω χρόνο να αρχίσω και χορό,
όσα πιέζονται μέσα μου να τα αποσυμφορώ,
Ήθελα να έχω χρόνο και για φωνητική,
μου έλειψε να νιώθω την κάθε αναπνοή,
Ήθελα να έχω χρόνο να πω ένα τραγούδι,
για μία Μαριλού που ήταν "Μαριλουλούδι",
Ήθελα να έχω χρόνο να ψάξω να με βρω,
και όλα όσα μου κρύβονται αμέσως να τα δω...
Ήθελα να έχω χρόνο και για ψυχολογία,
να κάνω συζητήσεις, βαθιά φιλοσοφία,
να γράφω και να χάνομαι σε όμορφα βιβλία,
να περπατώ στους δρόμους, αυτό είναι ευτυχία!
Να πίνω ένα ρόφημα, να τρώω ένα γλυκό,
κι αν είναι καλοκαίρι... να ψάχνω παγωτό...
και αν είναι φθινόπωρο... να νιώθω τη βροχή...
και κατά την άνοιξη... να πάω μια εκδρομή...
κι αν είναι χειμώνας... να παίζω μες στο χιόνι,
και μέσα στις χιονόμπαλες να είναι η ζωή ακόμη!
Ήθελα να έχω χρόνο και για φωτογραφίες,
που δείχνουν συναισθήματα, που γράφουν ιστορίες...
Ήθελα να έχω χρόνο για αμέτρητες ταινίες,
για θέατρα και ιδιαίτερες, άγνωστες, συναυλίες...
Ήθελα να έχω χρόνο για να εξελιχθώ,
να μη μας τρώει συνέχεια το ρήμα το "μοχθώ"...
Ήθελα να έχω χρόνο να μείνω λίγο μόνη,
να πιάσω της ζωής μου το άπιαστο τιμόνι...
Μα ο χρόνος πάντα έρχεται, ο χρόνος πάντα φεύγει,
και αν τον αποφεύγουμε αυτός δεν αποφεύγει...
Αυτός, ό,τι κι αν γίνεται, πλησιάζει και πλησιάζει,
εμείς συχνά τον σπρώχνουμε κι αυτός μας αγκαλιάζει...
Κι αυτά που μας αγχώνουν, όπως οι ηλικίες...
για τον χρόνο είναι μικρές, ανθρώπινες, φοβίες...
Ήθελα να έχω χρόνο τον χρόνο να γνωρίσω,
και όσα αναρωτιέμαι απλά να τα ρωτήσω...
Δεν ξέρω αν θα μιλήσει, δεν ξέρω αν θα απαντήσει,
θα του ζητήσω αν θέλει κι αυτός να με γνωρίσει...
Μα ούτε ο χρόνος δεν έχει χρόνο για τέτοιες συναντήσεις,
Ήθελα να έχεις χρόνο, χρόνε, για να με αγαπήσεις...


Ήθελα να έχω χρήματα...


Ήθελα να έχω χρήματα...

(27.07.2019 Σάββατο)



Ήθελα να έχω χρήματα... ξανά για να σπουδάσω,
κι ένα μικρό ή μεγάλο θέατρο εδώ να αγοράσω,
μια κάμερα θα έπαιρνα επαγγελματική,
να κάνω μια ταινία πολύ προσωπική...
Ήθελα να έχω χρήματα... να βγάλω ένα βιβλίο,
στα οικονομικά πρόβληματα να δώσω ένα "αντίο",
Ήθελα να έχω χρήματα... να φύγει το φορτίο,
να χαλαρώσει η διάθεση, να ανοίξει το τοπίο...
Ήθελα να έχω χρήματα... ανθρώπους να στηρίζω,
κι όσα μας τελειώνουν, εγώ να τα αρχίζω,
αυτά που φαίνονται βούνα, να μοιάζουν τόσο λίγα,
κι εκεί που δεν πηγαίνουμε να λέμε "Τώρα πήγα"!
Ήθελα να έχω χρήματα... να κάνω ένα ταξίδι,
να μοιάζει η ζωή σαν μόνιμο παιχνίδι,
να παίζω στην αλήθεια, να παίζω στο σανίδι,
για όλα τα καλά να φτιάξω αντικλείδι...
Δεν λέω πως τα χρήματα μας φέρνουν ευτυχία...
μα σίγουρα δίνουν άνεση και κάποια ηρεμία...
Και όλα αυτά που νιώθουμε αβάσταχτα να μας πνίγουν,
με τα χρήματα αντί να κλείνουν αρχίζουν να ανοίγουν...
Αυτό το βάρος στην καρδιά, το άγχος μες στο σώμα,
για όσα έρχονται κι όσα θα 'ρθουν ακόμα,
θα αρχίζε να αναπνέει, να παίρνει μια ανάσα,
θα βάζαμε τα προβλήματα λεφτών σε μια ωραία κάσα!
Ήθελα να έχω χρήματα... για να δημιουργώ,
χωρίς να ψάχνω απεγνωσμένα για ένα μικρό Ευρώ...
Άδειο το πορτοφόλι μου, βλέπω τον κουμπαρά μου,
μετράω τα κέρματά μου, αυτά είναι τα λεφτά μου...
Μιλάω με ένα φίλο μου που έχει δυσκολευτεί,
του δίνω τα χρήματά μου και με ευγνωμονεί...
Την μέρα που θα χάσουμε εμείς την ανθρωπιά μας,
θα ζούμε τη ζωή όπως τη ζει η σκιά μας...
Ήθελα να έχω χρήματα... να μην ανησυχώ...
για τα έξοδα που τρέχουν με έναν τρελό ρυθμό...
Ήθελα να έχω χρήματα... να φτιάξω μια σχολή...
κι εκεί που ήταν δύση να γίνει ανατολή,
να φτιάξω τα υλικά μου χωρίς αναβολή,
για λόγους οικονομικούς καμία αναστολή,
σε ό,τι δεν μας αρέσει, στροφή, μεταβολή,
ακολουθούμε της καρδιάς τη σοφή αποστολή...
Ήθελα να έχω χρήματα... απλά να σε βοηθήσω...
αντί να λες πεθαίνω να λες "εγώ θα ζήσω"...
Μα δεν πειράζει, Άνθρωπέ μου, ακόμα είμαστε εδώ,
δεν έχουμε χρήματα, μα λέμε "Σ' αγαπώ"...
Για αυτό δεν μας χρεώνουν και δεν υπάρχουν φόροι,
δίνουμε ακόμα αγκαλιές κι ας είναι λίγοι οι πόροι,
αυτό να μη χάσεις και λύση θα βρεθεί...
σε ό,τι σε πιέζει, σε ό,τι έχει τεθεί...
Ήθελα να έχω χρήματα... δεν έχω... δεν πειράζει...
μου αρκεί που βρίσκομαι εδώ, που νιώθω πως με νοιάζει...
ο κόσμος, τα ζώα, ο άνθρωποι, η φύση,
μπορεί, κάποτε, η τύχη, κάπως και να γυρίσει...
Μα μέχρι τότε ξέρεις τι; Εμείς τα δυνατά μας!
Και αν μας κόψαν τα φτερά... μας μένει η καρδιά μας...


7/19/19

Πέτρα Άλφα



Αυτή είναι η ιστορίας μιας... πέτρας.

Το κορίτσι πήρε στα χέρια του μια τυχαία πέτρα και την κοίταξε. Ήταν μια περίεργη πέτρα... Την έβαλε όρθια αντί για ξαπλωμένη κι εκείνη με το παράξενο σχήμα της κατάφερνε να σταθεί. Σταθερή. Το κορίτσι ένιωθε αστάθεια, η πέτρα έφερνε σταθερότητα... αυτό της άρεσε. Πήρε ένα πλαστικό σκυλάκι και το κόλλησε στην κορυφή της πέτρας κι ένα άλλο πλαστικό σκυλάκι και το κόλλησε λίγο πιο πέρα, κάπου στο κάτω μέρος της πέτρας. Το σκυλάκι που ήταν στην κορυφή κοίταζε μπροστά ενώ το σκυλάκι που ήταν στο έδαφος κοιτούσε το άλλο σκυλάκι που στεκόταν πάνω από αυτό. Γύρω από το σκυλάκι που ήταν χαμηλά τοποθέτησε τρεις μικρές κόκκινες καρδούλες ενώ γύρω από το σκυλάκι που στεκόταν ψηλά δεν τοποθέτησε τίποτα. Έπειτα, πρόσθεσε κάπου πιο μπροστά, λίγο πιο μακρυά, μια μικρή, κόκκινη, φουσκωτή, μαξιλαράκι, καρδιά, με γύρω γύρω άσπρη δαντέλα. «You bring out The Devil in Me!» έγραφε στο κέντρο της καρδιάς με άσπρα γράμματα. Κι αυτά ήταν όλα κι όλα... όσα κόλλησε πάνω στην πέτρα...

Αν και είδαν πολλοί άνθρωποι την πέτρα ελάχιστοι ένιωσαν τον συμβολισμό... Ούτε καν η ίδια δεν είχε καταλάβει πως η μικρή δημιουργία της έκρυβε (φανέρωνε δηλαδή) μεγάλες αλήθειες... Αυτή ήταν η σχέση της... ερωτευμένη με έναν άνθρωπο σε μια σχέση χωρίς ισορροπία και σε μια ισορροπία χωρίς σχέση... Οι καρδιές υπήρχαν μόνο γύρω από εκείνην κι όχι γύρω από εκείνον... Κι αυτή η σχέση είχε τόσο πόνο... Κι αυτή η σκιά που άρχιζε να γεννιέται μέσα της... άλλαζε την αγγελική μορφή της... Πού θα κατέληγε αυτός ο έρωτας; Δεν την ενδιέφερε καθόλου. Την ένοιαζε μόνο που τον ζούσε... «Για πόσο;»... «Για όσο...»... έλεγαν και ξανάλεγαν και οι δύο... και το αγόρι και το κορίτσι... «Ας είμαστε μαζί... Για όσο...»... Καμία υπόσχεση... Καμία δήλωση... Καμία δέσμευση... Τίποτα το συμβατικό... Τίποτα το αγχωτικό... «Ας είμαστε μαζί...» έλεγαν και ξαναέλεγαν μα το εννοούσαν διαφορετικά... Άλλο σήμαινε «μαζί» για τον έναν, άλλο σήμαινε «μαζί» για τον άλλον... Στεκόντουσαν σε διαφορετικά σημεία... Εκείνος ψηλά... Εκείνη χαμηλά... Κι όσο ψήλωνε εκείνος τόσο χαμήλωνε εκείνη... Αλλά δεν είχε μάτια να το δει... Το βλέμμα της ήταν στραμμένο μόνο σε εκείνον... Τον θαύμαζε... Τον αγαπούσε... Εκείνος δεν εκφραζόταν ποτέ... κι εκείνη αποκωδικοποιούσε κινήσεις και λέξεις... μετρημένες κινήσεις... στερημένες λέξεις... εγκλωβισμένες εκφράσεις... Κυκλωμένη και τυφλωμένη από τις κόκκινες καρδούλες... έβλεπε γύρω της μόνο κόκκινο... μόνο έρωτα... δεν υπήρχε τίποτα άλλο στον κόσμο...

Της πήρε χρόνο να δει πως αυτό το, ίδιο μα και διαφορετικό, κόκκινο άρχισε να την πληγώνει... να στρέφεται εναντίον της... να την τρώει σιγά σιγά... από αγάπη να γίνεται αίμα... Ο ἐρωτας αυτός της σκότωνε την αγάπη... της σκότωνε την ελπίδα, την επικοινωνία... την αισιοδοξία... την ρουφούσε... Οι καρδούλες της άρχισαν να αποκτούν κοφτερές άκρες... κι η μόνη λύση για να ζήσει ήταν να φύγει...

Η σχέση σταμάτησε... Η πέτρα μετά από τόσα χρόνια υπάρχει ακόμα... Στέκεται. Σταθερή. Μα το κάτω σκυλάκι ξεκόλλησε και το κορίτσι, γυναίκα πια, δεν το ξανακόλλησε ποτέ... Γιατί; Γιατί... Να ένας ακόμα συμβολισμός... Εκείνη έφυγε... όπως και το σκυλάκι... και πήρε τον δρόμο της, την ευθεία της, την πορεία της, την διαδρομή της... Άφησε πίσω τις καρδούλες της... Μα όχι την καρδιά της... Άφησε πίσω εκείνον... Μα όχι τον εαυτό της... Είπε αντίο... στους τραυματικούς έρωτες... στις κοφτερές άκρες... και πήγε αλλού... σε άλλους ανθρώπους και σε άλλες σχέσεις... Και περπατάει και προχωράει όπως και το σκυλάκι... με σταθερή αστάθεια... με ασταθή σταθερότητα... χωρίς να είναι κολλημένη σε καμία πέτρα... αλλάζοντας κατευθύνσεις και βλέμματα και εμπειρίες... Θα μείνει κάπου σταθερά μόνο αν δεχτεί κάποιος να μην στέκει πιο ψηλά ή πιο χαμηλά από εκείνην... Μα να περπατάνε μαζί... και να εννοούν με τον ίδιο τρόπο το «μαζί»...


7/18/19

Τα αόρατα παιδιά

(Τετάρτη, 17.07.2019)


Τα αόρατα παιδιά


Τα παιδιά πάντα βλέπουν
(ακόμα κι όταν νομίζουμε πως δεν βλέπουν).
Πάντα ακούν
(ακόμα κι όταν νομίζουμε πως δεν ακούν).
Και το κυριότερο;
Πάντα (μα πάντα!)
νιώθουν
(πολλά περισσότερα από όσα νομίζουμε ότι νιώθουν)
και καταλαβαίνουν
(πολλά περισσότερα από όσα νομίζουμε ότι καταλαβαίνουν).

Τα αόρατα παιδιά είναι αυτά
που τους έδωσαν χωρίς να το θέλουν την ιδιότητα του αόρατου
και
τους στέρησαν χωρίς να το θέλουν την ιδιότητα του παιδιού.

Οι ανάγκες τους δεν αναγνωρίζονται κι αντιμετωπίζονται σαν να μην είναι υπαρκτές.
Τα συναισθήματά τους παραμερίζονται και υποτιμώνται σαν να μην έχουν αξία.

Τα όποια προβλήματα των γονιών πηγαίνουν πάνω από τα όποια προβλήματα των παιδιών.
Αυτό, καμιά φορά, έχει σαν συνέπεια τα παιδιά να συμπεριφέρονται σαν γονείς και οι γονείς να συμπεριφέρονται σαν παιδιά.

Τα αόρατα παιδιά επισκιάζονται.
Είναι σαν να μην υπάρχουν.
Τα αόρατα παιδιά αποστασιοποιούνται.
Είναι σαν να μην συνδέονται.

Απομονώνονται και σιωπούν.
Γνωρίζουν πως δεν μπορούν να μοιραστούν αυτό που τους συμβαίνει.
Δεν μιλάνε. Από ενοχή.
Δεν μιλάνε. Από ντροπή.
Δεν μιλάνε. Από φόβο.
Δεν μιλάνε γιατί δεν εμπιστεύονται τίποτα και κανέναν αφού κανείς δεν τους έμαθε τι σημαίνει «εμπιστοσύνη».

Δεν αισθάνονται πουθενά ασφάλεια.
Δεν γνωρίζουν τι θα πει αγάπη.

Τα αόρατα παιδιά νιώθουν μόνα τους γιατί είναι μόνα τους. Η οικογένεια και η κοινωνία τα άφησε να είναι μόνα τους, σε μια ηλικία που δεν είναι ούτε σωστό ούτε λογικό ούτε εφικτό αυτό να συμβεί.

Ζούνε μια διαφορετική πραγματικότητα που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα των παιδιών γύρω τους. Αυτήν την οδυνηρή, παράλογη, σκληρή, δική τους πραγματικότητα καλούνται όχι μόνο να την δουν και να την ακούσουν, όχι μόνο να την αισθανθούν, να την βιώσουν, να την ζήσουν αλλά και να την κουβαλήσουν για πάντα, αιώνια, στην πλάτη τους και στην καρδιά τους, έξω και μέσα τους (ακόμα κι αν αργότερα, αν είναι τυχερά, καταφέρουν να κάνουν τις διαδικασίες τους και να την αποδεχτούν). Στιγματίζονται από τα – πριν της ώρας τους – τραύματα. Παραμορφώνονται από τις – πριν της ώρας τους – πληγές.

Τα αόρατα παιδιά είναι αόρατα στο σπίτι
και μπορεί να γίνουν αόρατα και στο σχολείο.

Πολλές φορές, οι δάσκαλοι δεν βλέπουν (ή δεν θέλουν να δουν) τα σημάδια, δεν αντιλαμβάνονται (ή δεν θέλουν να αντιληφτούν) το βάρος της κατάστασης, δεν καταλαβαίνουν (ή δεν θέλουν να καταλάβουν) το μέγεθος του προβλήματος.

Δεν διακρίνουν την διαφορετικότητα στο βλέμμα και την ωριμότητα στην συμπεριφορά. Δεν τους απασχολούν τα «γιατί», οι λόγοι που οδήγησαν ένα παιδί να κοιτάζει και να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο. Δεν τους προβληματίζει ιδιαίτερα ένα αόρατο παιδί. Δεν αναρωτιούνται (ή δεν θέλουν να αναρωτηθούν) και, κατά συνέπεια, δεν ρωτάνε (ή δεν θέλουν να ρωτήσουν).

Αφήνουν το αόρατο παιδί απλά να είναι κάπου, οπουδήποτε, όπως κι αν είναι, ό,τι κι αν νιώθει κι ό,τι κι αν σκέφτεται και κάνουν, το χειρότερο που θα μπορούσαν να κάνουν...

Κάνουν πως δεν το βλέπουν.

Όπως έτσι κάνουν και οι γύρω άνθρωποι της οικογένειας, οι συγγενείς και οι φίλοι και οι γνωστοί και όλοι.

Κι έτσι τα αόρατα παιδιά μαθαίνουν πως δεν μπορούν να λάβουν βοήθεια από κανέναν και από πουθενά... πως όλοι οι ενήλικες (στην πραγματικότητα, ίσως να είναι οι περισσότεροι όχι όλοι μα στα μάτια ενός μικρού παιδιού το «οι περισσότεροι» γενικεύεται με ευκολία στο «όλοι») επιλέγουν να κάνουν πως δεν βλέπουν, να κάνουν πως δεν ακούν.

Και συνεχίζουν να μένουν αόρατα αφού οι ενήλικες όχι μόνο επιβεβαιώνουν μα σχεδόν επιβραβεύουν την μη ορατότητά τους.

Τα προτιμούν μη ορατά.
Γιατί έτσι, αόρατα, υποτίθεται πως δεν μπορούν να φέρουν κανέναν σε δύσκολη θέση.

Τα αόρατα παιδιά, κάποια στιγμή, μεγαλώνουν.
Και τους ζητάνε τότε, ξαφνικά, από την μία στιγμή στην άλλη, να γίνουν ορατοί ενήλικες.

Και πώς να ανταπεξέλθουν σε έναν ρόλο τόσο άγνωστο και τόσο ξένο για αυτά;
(όταν εκείνα, όπως είναι φυσικό και καθόλου περίεργο, έχουν την τάση να εξελιχθούν σε αόρατους ενήλικες).

Δεν τους ταιριάζει αυτού του τύπου η ορατότητα. Δεν τα εκφράζει.

Στο αόρατο γεννήθηκαν, στο αόρατο μεγάλωσαν κι έτσι αόρατα έμαθαν να ζουν.

Δεν ενδιαφέρει κανέναν με ποιο κόστος θα πρέπει να γίνουν «λειτουργικά». Ξαφνικά ο κόσμος ασχολείται μαζί τους τόσο - όσο... τόσο ώστε να τους πει ότι δεν γίνεται να είναι πια αόρατα.

Περίεργο. Τόσα χρόνια κανέναν δεν ενοχλούσε το να είναι αόρατα παιδιά, ίσα ίσα, τους βόλευε όλους... Τώρα, όμως, οι αόρατοι ενήλικες τους ξεβολεύουν. Απλά και μόνο με την ύπαρξή τους.

Τα αόρατα παιδιά, αν έχουν καταφέρει να επιβιώσουν για να μεγαλώσουν και να μεγαλώσουν για να επιβιώσουν, κι αν είναι τυχερά, κάποια στιγμή, βλέπουν, ακούν, νιώθουν, καταλαβαίνουν τον εαυτό τους. Αποφασίζουν να αφήσουν την ιδιότητα του αόρατου (έτσι κι αλλιώς, ήταν κάτι που δεν το είχαν επιλέξει τα ίδια). Αποφασίζουν να θρηνήσουν την ιδιότητα του παιδιού (έτσι κι αλλιώς, δεν επιστρέφεται η παιδική ηλικία κι όσο κι αν νιώθουν παιδιά δεν γίνεται να ξαναγίνουν παιδιά). Αποφασίζουν να προχωρήσουν σαν ορατοί ενήλικες όχι επειδή αυτό τους ζητείται, ξαφνικά, σαν αυτονόητο αλλά επειδή απλά αυτό θέλουν. Αυτό ήθελαν πάντα. Να ζήσουν όχι αόρατα, μα ορατά, όχι ανύπαρκτα μα υπαρκτά. Κουβαλάνε μέσα τους το αόρατο παιδί τους και σαν αόρατοι ενήλικες, για πρώτη φορά στη ζωή τους, αρχίζουν να εκφράζουν, δειλά δειλά, σιγά σιγά, με αργά και σταθερά βήματα, τη φωνή τους. Για άλλα αόρατα παιδιά αυτή η μετάβαση μπορεί να γίνει και γρήγορα, απότομα, οδυνηρά, σχεδόν βίαια. Πάντως, τα αόρατα παιδιά αρχίζουν να γίνονται ορατοί ενήλικες. Όχι έτσι όπως τους θέλει ο κόσμος μα έτσι όπως θέλουν οι ίδιοι τον εαυτό τους.

Κι αυτή η φωνή ακούγεται και απλώνεται.
Είναι η φωνή όλων των αόρατων παιδιών του κόσμου.
Όλα όσα κάποτε δεν ειπώθηκαν...
Όλα όσα κάποτε βιώθηκαν...
ενώνονται όλα μέσα σε αυτήν την φωνή.

Τα αόρατα παιδιά που πια έχουν γίνει ορατοί ενήλικες έχουν μια βασική διαφορά από τους περισσότερους ανθρώπους. Θυμούνται εκεί που οι άλλοι ξεχνούν. Ενδιαφέρονται εκεί που οι άλλοι αδιαφορούν. Βλέπουν εκεί που οι άλλοι κάνουν πως δεν βλέπουν. Ακούν εκεί που οι άλλοι κάνουν πως δεν ακούν. Νιώθουν και καταλαβαίνουν εκεί που οι άλλοι κάνουν πως δεν νιώθουν και δεν καταλαβαίνουν. Αναγνωρίζουν τα αόρατα παιδιά κάνοντάς τα ορατά. Είναι πρόθυμοι να ρωτήσουν και να βοηθήσουν εκεί που οι άλλοι δεν ρωτάνε και δεν βοηθάνε. Στἐκονται εκεί που οι άλλοι στρίβουν, μένουν εκεί που οι άλλοι φεύγουν.

Οι ορατοί ενήλικες που γεννήθηκαν μέσα από τα αόρατα παιδιά είναι αυτοί που μπορούν να βοηθήσουν τα επόμενα αόρατα παιδιά να γίνουν ορατοί ενήλικες. Πώς; Κάνοντας τα ορατά στο «τώρα» τους. Διώχνοντας το αόρατο από τη ζωή τους. Κάνουν τα αόρατα παιδιά... ορατά παιδιά... με το να τα κοιτάξουν.

Αφαιρούν την ενοχή. Σβήνουν την ντροπή. Αγκαλιάζουν τον φόβο.
Τα μαθαίνουν τι σημαίνει «εμπιστοσύνη» και τι σημαίνει «ασφάλεια».

Και το πιο σημαντικό;
Κάνουν ορατή την Αγάπη.

Και, για τα αόρατα παιδιά, αυτό είναι αρκετό...
για να τους αφαιρέσει ένα μέρος της ιδιότητας του αόρατου
και
για να τους επιστρέψει ένα μέρος της ιδιότητας του παιδιού...


6/14/19

Φούρνοι



Πάντα μου άρεσαν οι φούρνοι και οι άνθρωποί τους... Η μυρωδιά φρέσκου ψωμιού, οι ζεστές τυρόπιτες, οι χειροποίητες μπουγάτσες, τα κουλουράκια με κανέλα ή με σταφίδα ή με σουσάμι, τα μπισκοτάκια γεμιστά με σοκολάτα ή κρέμα, τα μαλακά μουστοκούλουρα, οι φρατζόλες, χωριάτικο, πολυτελείας, ολικής, πολύσπορο, άλλες φτιαγμένες από καλαμπόκι, οι μαργαρίτες, αλήθεια, με ενθουσίαζαν από παιδί, κυρίως το σχήμα τους, τα κέικ σε φόρμες, τα διάφορα γλυκάκια, κυρίως το χρώμα τους, οι τάρτες, οι πάστες, και η - μόλις βγήκε - πάστα φλώρα με τα διάφορα φρούτα της... Ναι, ναι, από μικρή μου άρεσε να πηγαίνω στο φούρνο τα μεσημέρια μετά το σχολείο ή πριν το σχολείο όταν ήμουν απογευματινή... Μία εβδομάδα έτσι, μία αλλιώς... Ήταν κάποτε η δική μου "δουλειά" όταν είχαν μοιραστεί οι "δουλειές" είτε του σπιτιού είτε του "εκτός σπιτιού"... Και δεν τη βαριόμουν ποτέ... Κι έπειτα, όταν μεγάλωσα λιγάκι, άρχισα να πηγαίνω όχι τα μεσημέρια μα τα πρωινά... νωρίς τα πρωινά... κι αυτός ο πρωινός φούρνος της γειτονιάς ήταν για χρόνια ένα κομμάτι του όμορφου ξυπνήματός μου... Κι οι άνθρωποι που δουλεύουν σε φούρνους ξυπνάν νωρίς πολύ νωρίς (από τους λίγους ανθρώπους που ξυπνούσαν τότε τόσο νωρίς όσο εγώ)... και ξυπνάν νωρίς... για να έχουμε εμείς ψωμί... και πάντα τους σκεφτόμουν... άλλους να ζυμώνουν και να πλάθουν... άλλους να ψήνουν... άλλους να φτιάχνουν... άλλους να τοποθετούν... άλλους μπροστά στο ταμείο... Και δεν μίλησα ακόμα για το αγαπημένο μου κουλούρι που μέχρι σήμερα με ακολουθεί καθημερινά... και όποτε έχω ανάγκη για κάτι φαγώσιμο... είναι εκεί να σταματήσει το αίσθημα της όποιας πείνας... Σύντροφος καλός σε όσους έχουν ευαίσθητο στομάχι... Ω, ναι... αυτό το απλό κουλουράκι ήταν αυτό που με βοήθησε στο να ισορροπήσει διατροφικά ο οργανισμός μου... όσο περίεργο κι αν ακούγεται... Καμιά φορά, γελάω και νομίζω πως έπαιξε ακόμα ρόλο στο ότι δεν έπεσε ο σίδηρός μου... γιατί έμαθα κάποτε κάτι που δεν το ήξερα... πως το σουσάμι έχει σίδηρο... κι αναρωτιόμουν πως αφού δεν τρώω τροφές με σίδηρο... δεν έχω έλλειψη σιδήρου... Ωραίο το κουλουράκι... κι ακόμα πιο ωραίο αν το πετύχεις ζεστό ζεστό το πρωί... Οι άνθρωποι με τις "καλημέρες" τους πάντα μου έφτιαχναν την ημέρα... Ζεστές κι αυτές... Ένα χαμόγελο... Ζεστό κι αυτό... Μία κουβέντα... Ζεστή κι αυτή... Αυτά είναι ικανά να σου αλλάξουν τη διάθεση... Μάλιστα θα γελάσετε... αλλά τις λίγες φορές που βρέθηκα στο εξωτερικό... πάντα μου έλειπαν οι φούρνοι και οι άνθρωποί τους... Έχω ακούσει να λείπουν τόσα και τόσα στους ανθρώπους όταν ταξιδεύουν στο εξωτερικό αλλά δεν θυμάμαι να έχω ακούσει από κανέναν να του έλειψαν αυτά που έλειψαν σε εμένα... Όχι, δεν με ενοχλούσε ο καιρός... Ούτε ο ρυθμός... Ούτε ο διαφορετικός τρόπος ζωής... Ούτε η κουλτούρα ή η νοοτροπία... Ούτε το ότι τα μαγαζιά έκλειναν νωρίς... Ούτε η μη βραδινή ζωή... Ούτε η αυστηρότητα, η πειθαρχία, η συνέπεια... Το να είσαι στην ώρα σου... Πωπωπω! Ίσα ίσα, κάποια μου ταίριαζαν κιόλας πιο πολύ!!! Αλλά... ένα από αυτά που μου έλειπε... ήταν... το κουλούρι που δεν το βρήκα πουθενά αλλού!!! Ναι, ναι... το απλό το κουλουράκι... Κι ανυπομονούσα να γυρίσω εδώ... για ένα ζεστό κουλούρι... κι αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που έκανα... κάθε φορά που γυρνούσα... Έτρεχα απεγνωσμένα και ενθουσιασμένα σε έναν φούρνο... Σε άλλους λείπουν άλλα φαγητά... άλλα κομμάτια της διατροφής μας... αλλά εμένα... το απλό το κουλουράκι... Πάντα μου άρεσαν οι φούρνοι και οι άνθρωποί τους... Οι μυρωδιές και οι γεύσεις... Οι βιτρίνες... Να χαζεύω και να αγοράζω... μετρώντας τα ψιλά μου... να δω αν μου φτάνουν τα χρήματα... Για ένα κουλουράκι βέβαια... τα χρήματα, ευτυχώς, ακόμα φτάνουν... Πάντα τους θαύμαζα αυτούς τους ανθρώπους που τρώνε τόση γκρίνια από τους πελάτες... και, παρόλα αυτά, έχουν υπομονή και χειρίζονται όσο καλύτερα μπορούν τις άσχημες συμπεριφορές... αυτό ισχύει για όλα τα επαγγέλματα που έχουν επαφή με πολύ κόσμο... γιατί οι πελάτες δεν έχουν πάντα δίκιο... για την ακρίβεια, αρκετές φορές έχουν άδικο... και υπήρξαν αρκετές στιγμές που ήμουν με το μέρος των υπαλλήλων... Κι εγώ αναρωτιόμουν πως έχει ο κόσμος διάθεση να τσακωθεί μέσα σε ένα μέρος με μυρωδάτα τσουρέκια κοτσίδες και με κουλουράκια φτιαγμένα από μέλι... Πώς δεν τους μαλάκωνε το μέλι; Από τι υλικό άραγε ήταν φτιαγμένοι οι άνθρωποι και δεν τους έκανε να αισθάνονται αισιόδοξα το άσπρο αλεύρι και το φρέσκο βούτυρο; Και η ζάχαρη άχνη σαν αστερόσκονη πώς δεν τους απασχολούσε, πώς δεν τους φώτιζε; Πώς δεν σκορπίζονταν σε όλη την ημέρα τους; Πάντα μου άρεσαν οι φούρνοι και οι άνθρωποί τους... Με τα ταψιά να πηγαινοέρχονται... γεμάτα και άδεια... γεμάτα και άδεια... Και ό,τι περίσσευε, πάντα, αναρωτιόμουν... πού πήγαινε... και αν έφτανε στα χέρια ανθρώπων που έχουν ανάγκη από φαγητό... Πάντα μου άρεσαν οι φούρνοι και οι άνθρωποί τους... Ένιωθα ζεστασιά... Ένιωθα ανθρωπιά... Σε αυτά τα μικρά σημεία γειτονιάς... αισθανόμουν... εγώ. Χωρίς να χρειάζομαι τίποτα παραπάνω για να είμαι καλά... για να είμαι, θα τολμήσω να το γράψω, σχεδόν... ευτυχισμἐνη...


Ονειροκυνηγητά

(Σάββατο 25.05.2019)


Ονειροκυνηγητά


Ήμουν σε ένα δωμάτιο του σπιτιού μαζί με άλλου ανθρώπους. Τους γνώριζα (στην πραγματικότητα δεν τους ξέρω). Θυμάμαι έναν άντρα που έμοιαζε να είναι ο υπεύθυνος της ομάδας. Υποτίθεται πως είχαν ανέβει στην εξουσία άτομα ακραίας ιδεολογίας και πως διώκονταν και θανατώνονταν άνθρωποι. Εμείς, λοιπόν, ως άνθρωποι μιας άλλης ιδεολογίας, κινδυνεύαμε και κρυβόμασταν. Στο σπίτι. Να το πάλι το κρυφτό! (Γράφω «πάλι» γιατί είχα δει πρόσφατα κι ένα άλλο όνειρο με εμάς παιδιά που παίζαμε κρυφτό...). Ήμουν, λοιπόν, σε αυτό το δωμάτιο και όλοι είχαν βρει τις κρυψώνες τους. Εγώ είχα πάει κάτω από το κρεββάτι αλλά δεν ήταν καθόλου καλή κρυψώνα... Δεν υπήρχαν πράγματα εκεί για να με κρύψουν, δηλαδή, είχε κάτι μικροπράγματα αλλά δεν ήταν αρκετά για να με κρύψουν καλά από όλες τις πλευρές. Αν έσκυβε κάποιος θα με έβλεπε αμέσως χωρίς δυσκολία. Θα με έβρισκε, θα με έπιανε. Δεν μου άρεσε καθόλου η θέση-κρυψώνα μου. Δεν ήμουν ικανοποιημένη. Σηκώθηκα και βγήκα από την κρυψώνα. Οι άλλοι είχαν κρυφτεί καλά. Ούτε καν τους έβλεπα. Ο υπεύθυνος είχε μια κρυψώνα που κανονικά είχε χώρο και για εμένα. Αλλά εκείνος δεν ήθελε να πάω εκεί κι επέμενε να επιστρέψω στην κρυψώνα μου. Ταυτόχρονα, με όλα αυτά... αγχωνόμουν πώς θα κρύψω και πώς θα μαζέψω τα γατάκια. Έτρεχαν πάνω κάτω και σβούριζαν ανήσυχα. Δεν ήθελα να τα πιάσουν αυτοί που μας κυνηγάνε. Δεν θα τα λυπόντουσαν ούτε αυτά. Ο χρόνος με πίεζε... ήξερα πως έρχονται για εμάς. Κι εγώ δεν είχα καλή κρυψώνα. Ήθελα να πάω εκεί μαζί με τον υπεύθυνο της ομάδας μας αν και πάλι θα υπήρχε ο κίνδυνος τότε να μας βρουν και τους δύο μαζί. Πάντως, η κρυψώνα μου ήταν σίγουρο πως ήταν χαμένη υπόθεση. Το ήξερα. Θα με έβρισκαν εκεί. Ένιωθα μόνη μου. Παρατημένη. Αγχωμένη. Ανήσυχη για εμένα, για τα γατάκια και για τους ανθρώπους γύρω μου. Πήγα να πάω στην «κακή» κρυψώνα νιώθοντας λίγο πως ο αρχηγός της ομάδας μας δεν ήταν διατεθειμένος να με βοηθήσει πόσο μάλλον να ρισκάρει την θέση του μαζί μου. Για αυτό δεν με άφησε να πάω εκεί. Το αποτέλεσμα; Με βρήκαν. Με έπιασαν. Και τώρα; Είχα δύο επιλογές. Ή θα υποστήριζα δημόσια πως πιστεύω όσα πιστεύουν και θα δήλωνα πως υποστηρίζω τις τρελές ακραίες θέσεις τους (οι οποίες μάλιστα είχαν και μια ιδιαίτερη ονομασία στο όνειρο που δεν την θυμάμαι. Ήταν τρεις λέξεις ενωμένες σε μία, όταν έλεγες αυτήν την μία λέξη, δηλαδή, εννοούσες και τις τρεις. Για παράδειγμα κακία-φανατισμός-αδιαφορία να ενώνονται σε μία λέξη. Αυτές τις τρεις λέξεις τώρα τις έγραψα στην τύχη. Δεν θυμάμαι ποιες τρεις αρνητικές λέξεις ήταν ούτε ποια ήταν η λέξη που τις ένωνε... Κι αυτές οι τρεις λέξεις σε μία ήταν το σύνθημά τους). Ή, η δεύτερη επιλογή μου, θα πήγαινα από τον άλλο δρόμο, δεν θα έλεγα ψέμματα, δεν θα υποστήριζα πως πιστεύω σε αυτό το σύνθημα και σε αυτούς και θα έμενα πιστή σε όσα πιστεύω εγώ και θα με σκότωναν. Έπρεπε να δηλώσω υποστηρικτής τους... αν ήθελα να ζήσω. Αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Τι να έκανα; Να έλεγα ψέμματα για να ζήσω; Αυτό που θα συνέβαινε θα κατοχυρωνόταν για πάντα στην προσωπική μου ιστορία αλλά και στην ιστορία της ανθρωπότητας. Θα έμενε και γραπτά. Και τι μήνυμα θα έδινα; Αλλά να πέθαινα; Για όσα πιστεύω; Αν πεθάνεις δεν μπορείς να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι. Πώς θα αγωνιστείς πεθαμένος; Ήμουν απεγνωσμένη και μπερδεμένη και δεν ήξερα τι να κάνω... Βρέθηκα, κάπως, μαγικά, στο δωμάτιο ξανά χωρίς αυτούς που με είχαν φυλακίσει. Μόνη μου. Χωρίς τους «κακούς». Δεν ήξεραν οι «κακοί» ότι εκεί ήταν κι άλλοι άνθρωποι κρυμμένοι και απλά με είχαν αφήσει-φυλακίσει εκεί. Έτσι μπόρεσα να ρωτήσω τον αρχηγό μας. Ποια ήταν η δική του γνώμη. Συζητήσαμε και δεν θυμάμαι καλά όλη την συζήτησή μας. Εκείνος, όμως, ήταν της άποψης πως δεν πηγαίνεις κόντρα στην ιδεολογία σου. Δεν την προδίδεις. Εγώ δεν είχα ακόμα καταλήξει μέσα μου μέχρι το τέλος του ονείρου. Δεν ήθελα να πάω κόντρα στην ιδεολογία μου ούτε να δηλώσω κάτι που δεν πιστεύω! Αλλά από την άλλη... δεν ήθελα να χάσω την ζωή μου για αυτό. Πεθαμένος δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να βοηθήσεις κανέναν.

Το όνειρο τελείωσε χωρίς να έχω πάρει την απόφασή μου...

Ξύπνησα, σκέφτηκα πάνω σε αυτά, και στον ξύπνιο μου συνειδητά πήρα την απόφασή μου... αλλά δεν θα την γράψω τώρα εδώ... θα αφήσω αυτήν την απόφαση να γίνει η αφορμή για κάποιο επόμενο κείμενο ή για κάποια επόμενη συζήτηση ή για κάποιο επόμενο όνειρο που θα γεννήσει κάποια επόμενη σκέψη που θα γεννήσει κάποια επόμενη επεξεργασία που θα γεννήσει κάποια επόμενη απόφαση που θα γεννήσει...

Και τι περίεργο... στο όνειρο της αγωνίας του θανάτου να γράφω τελευταία την λέξη «γεννήσει»...


6/13/19

Το ταβάνι...

(πριν καιρό...)

Το ταβάνι...

Μια φορά κοίταξα το ταβάνι
και με κοίταξε κι αυτό...

Είναι πολλές οι φορές που κοίταξα το ταβάνι αλλά μέχρι αυτήν την φορά που γύρισε να με κοιτάξει δεν είχα ξαναδεί το βλέμμα του. Ούτε είχα ακούσει την φωνή του.

Τώρα του μίλησα και μου απάντησε γυρνώντας την φωνή μου πίσω.

Τι συνέβαινε;

Γιατί το ταβάνι είχε αποφασίσει να αποκτήσει ξαφνικά μορφή και ήχο;

Για να με βγάλει από τον λήθαργο... μου είπε.
Για να με σώσει από την κατάθλιψη... υποστήριξε.

Κι ήταν αλήθεια.

Εκεί που δεν είχα κανέναν βρέθηκε ένα ταβάνι όχι μόνο να με κοιτάξει μα και να με αγκαλιάσει. Όχι μόνο να με ακούσει μα και να μου απαντήσει.

Λένε για τους τοίχους πως έχουν αυτιά... αλλά κανείς δεν μιλάει για τα μάτια των ταβανιών...

Τα ταβάνια τα βλέπουν όλα από ψηλά... Έχουν δει όλη μας την ζωή και γνωρίζουν όλες τις στιγμές μας... Κι εκείνο το ταβάνι το συγκεκριμένο με είχε δει να μεγαλώνω και να αλλάζω...

Μια φορά το ταβάνι έγινε ανθρώπινο κι ήταν αρκετή για να με ταρακουνήσει...

Μετά από αυτό δεν μου ξαναμίλησε ποτέ...

Δεν το ξαναχρειάστηκα.

Κι αν με έβγαλε κάποιος από την κατάθλιψη αυτός ήταν... ένα ταβάνι... που το μυαλό μου το έκανε για λίγο... άνθρωπο... τον άνθρωπο που είχα ανάγκη να είναι εδώ για εμένα μα δεν ήταν...


6/10/19

Χάθηκε...

(10.06.2019 Δευτέρα)


Χάθηκε...


Χάθηκε τόσος χρόνος
μέσα στην θλίψη και στην μελαγχολία...
Πνίγηκε τόσος χώρος
μέσα στα δάκρυα...

Κι όμως να νιώθω πως δεν έχει σημασία
τι χάθηκε και τι πνίγηκε
μα
τι βρέθηκε και τι επιβίωσε...



Σε καλούν...

(06.06.2019 Πέμπτη)

Σε καλούν...

Το άγραφο τετράδιο σε καλεί να το γράψεις...
Το αδιάβαστο βιβλίο σε καλεί να το διαβάσεις...

Κι εσύ κάθεσαι και θρηνείς αυτά που δεν έχουν ανάγκη τον θρήνο σου...



Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...

(07.06.2019 Παρασκευή)


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό...
Ήμουν Εγώ.
Ήσουν Εσύ.

Εγώ ήθελα να μείνω Εγώ.
Εσύ ήθελες να γίνω Εσύ.

Και έτσι, απλά, το «Εμείς» δεν το φτάσαμε και δεν το φτιάξαμε ποτέ...


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...

(07.06.2019 Παρασκευή)


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό...
Ήταν ένα βραχιόλι που ήθελε να φορεθεί.
Ήταν κι ένας άνθρωπος που ήθελε να το φορέσει.

Και, παρόλα αυτά, ο άνθρωπος δεν το φορούσε και το βραχιόλι δεν φοριόταν.

Γιατί;
Γιατί το βραχιόλι θρηνούσε και ο άνθρωπος αγχωνόταν.

Ο άνθρωπος αγχωνόταν να το φορέσει μη σπάσει και το βραχιόλι θρηνούσε μη σπάσει πριν φορεθεί...

Έτσι το βραχιόλι έμενε αφόρετο και ο άνθρωπος άπρακτος.

Τόσο πολύ του άρεσε που δεν τολμούσε να το αγγίξει και, κυρίως, δεν τολμούσε να το φορέσει. Νόμιζε πως αν το αφήσει εκεί, ακούνητο στην ίδια θέση, κλεισμένο σε ένα συρτάρι, ολοκαίνουριο και αχρησιμοποίητο, το βραχιόλι θα μείνει απαράλλαχτο. Κι έτσι ο άνθρωπος θα μπορεί να το κοιτάζει και να το θαυμάζει, να το θαυμάζει και να το κοιτάζει, αιώνια. Γιατί μόνο αυτό έκανε. Το κοίταζε και το θαύμαζε. Το θαύμαζε και το κοίταζε.

Μα ο χρόνος όπως περνάει πάνω και μέσα από τους ανθρώπους έτσι περνάει και πάνω και μέσα από τα βραχιόλια.

Τίποτα δεν μένει απαράλλαχτο.
Τίποτα δεν είναι αιώνιο.

Οι ρυτίδες άρχισαν να εμφανίζονται.
Οι χάντρες άρχισαν να ξεθωριάζουν.
Οι δυνάμεις άρχισαν να χάνονται.
Οι κρίκοι άρχισαν να μιζεριάζουν.

Κι ο άνθρωπος «τυφλός» στο παρόν, δεμένος με αλυσίδες στο παρελθόν, έβλεπε μόνο εκείνο που ήθελε να δει. Τέτοια η άρνησή του που η αντίδρασή του ήταν να βλέπει το βραχιόλι ακόμα ολοκαίνουριο κι ας άρχιζε εκείνο να παλιώνει...

Συνέχιζε να μην το φοράει.
Και το βραχιόλι συνέχιζε να θέλει απλά να φορεθεί.

Και μέσα σε αυτήν την Αφόρετη και Αφόρητη Απραξία...
το βραχιόλι σκούριασε
και ο άνθρωπος γέρασε.

Ο άνθρωπος χωρίς να ζήσει.
Το βραχιόλι χωρίς να φορεθεί.

Μα οι αφόρετες στιγμές,
άσπαστες και αθάνατες,
έμειναν να αιωρούνται μεταξύ χεριού και χάντρας...

Και ο άνθρωπος πέθανε.
Και το βραχιόλι έσπασε.

Μόνο του μέσα σε ένα συρτάρι.
Όπως κι ο άνθρωπος,
μόνος του μέσα σε ένα σπίτι.

Το βραχιόλι, πριν σπάσει, συγχώρεσε τον άνθρωπο που δεν το φόρεσε.
Ο άνθρωπος, πριν πεθάνει, συγχώρεσε το βραχιόλι που δεν φορέθηκε.

Μα οι στιγμές;

Δεν συγχώρεσαν.
Ούτε το βραχιόλι.
Ούτε τον άνθρωπο.

Οι στιγμές
είχαν ανάγκη να βιωθούν...
να φορεθούν... να στολιστούν...

Η μόνη τους ευκαιρία να υπάρξουν... ήταν... ένα χέρι κι ένα βραχιόλι... κι αυτά... τις αρνήθηκαν...

Και κάπως έτσι ξεχνάμε ή αρνιόμαστε να φορέσουμε τη ζωή...
Και την αφήνουμε κλειδωμένη σε ένα συρτάρι να σκουριάσει...


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...

(06.06.2019 Πέμπτη)


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό ήταν...


Μια Φορά Κι Έναν Καιρό...
Ήταν ένα τετράδιο που ήθελε να γραφτεί.
Ήταν κι ένας άνθρωπος που ήθελε να το γράψει.

Και, παρόλα αυτά, ο άνθρωπος δεν έγραφε και το τετράδιο δεν γραφόταν.

Γιατί;
Γιατί το τετράδιο έτρεμε και ο άνθρωπος φοβόταν.

Ο άνθρωπος φοβόταν μην δεν γράψει κάτι σωστό και το τετράδιο έτρεμε μην δεν γραφτεί από κάποιο λάθος...

Έτσι το τετράδιο έμενε άγραφο και ο άνθρωπος άπρακτος.

Και μέσα σε αυτήν την Άγραφη Απραξία...
το τετράδιο πάλιωσε
και ο άνθρωπος γέρασε.

Μα οι ανείπωτες ιστορίες,
ζωντανές και αγέραστες,
έμειναν να αιωρούνται μεταξύ μυαλού και χαρτιού...

Το τετράδιο συγχώρεσε τον άνθρωπο που δεν το έγραψε.
Ο άνθρωπος συγχώρεσε το τετράδιο που δεν γράφτηκε.

Μα οι ιστορίες;

Δεν συγχώρεσαν.
Ούτε το τετράδιο.
Ούτε τον άνθρωπο.

Οι ιστορίες
είχαν ανάγκη να ειπωθούν...
να γραφτούν... να διαβαστούν...

Η μόνη ευκαιρία τους να ζήσουν... ήταν... ένα χέρι κι ένα χαρτί... κι αυτά... τις αρνήθηκαν...



5/20/19

Έτρεχα...



Έτρεχα σε έναν δρόμο...
Χωρίς να με κυνηγάνε...
Χωρίς να αισθάνομαι άγχος ή φόβο...
Έτρεχα με σταθερό ρυθμό σε έναν άδειο δρόμο...
Χωρίς αυτοκίνητα, μηχανές... ούτε καν ποδήλατα...
Χωρίς πεζοδρόμια δεξιά και αριστερά...
Χωρίς ανθρώπους... ούτε καν πεζούς...
Χωρίς διαβάσεις... Χωρίς φανάρια...
Χωρίς κόκκινο, πράσινο, πορτοκαλί...
Χωρίς σήματα... Χωρίς «στοπ»...
Χωρίς «απαγορεύεται» να στρίψεις ή να συνεχίσεις...
Χωρίς στροφές... Χωρίς σταυροδρόμια...
Χωρίς διασταυρώσεις... Χωρίς άλλους δρόμους...
Μόνο αυτός... ο ένας δρόμος που τρέχω... τώρα...
Μόνο εγώ... Μόνο εδώ...
Χωρίς τέλος... Χωρίς ούτε καν την ελπίδα ή την προοπτική του τέλους...
Έτρεχα... ήρεμα... χωρίς να κουράζομαι... χωρίς να εξαντλούμαι...
Χωρίς να ακούω τίποτα...
Κανένας ήχος... Κανένας θόρυβος... ανθρώπινος ή μη...
ούτε καν εμένα... την ανάσα μου... την αναπνοή μου...
Κάτι οτιδήποτε...
Ίσως τα βήματά μου να ακουγόντουσαν μόνο...
Ίσως ούτε κι αυτά...

Μια απέραντη πορεία
μέσα σε μια απέραντη σιωπή.

Κι αυτό το έβλεπα,
ξανά και ξανά και ξανά,
κάθε φορά που έκλεινα τα μάτια
πριν κοιμηθώ...
Για ένα μικρό διάστημα της ζωής μου...
Δεν ξέρω ποια ανάγκη είχε δημιουργήσει
αυτήν την εικόνα κι αυτό το συναίσθημα...
αλλά με το που με έβλεπα να τρέχω γαλήνια
αμέσως κοιμόμουν... πριν προλάβω να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο...
κοιμόμουν καλά... κοιμόμουν ήρεμα...

Αυτό το φανταστικό τρέξιμο με βοηθούσε να ανταπεξέλθω στο πραγματικό τρέξιμο...

Στους δρόμους που έχουν αυτοκίνητα, μηχανές, ποδήλατα, πεζοδρόμια, ανθρώπους, διαβάσεις, φανάρια, σήματα, στροφές, σταυροδρόμια, διασταυρώσεις, ήχους, θορύβους...

Στους δρόμους που έχουν άγχος και φόβο...
Στους δρόμους που κουράζομαι και εξαντλούμαι...
Που ακούω την ανάσα μου, την αναπνοή μου...
Που ακούω τα βήματά μου...

Που έχουν τέλος...
Που με οδηγούν σε άλλους δρόμους...
κι άλλους κι άλλους...

Αυτός ο ένας και μοναδικός δρόμος του μυαλού μου ήταν το αντίβαρο για όλους τους άλλους δρόμους της ζωής...

Κι ο σταθερός αυτός ρυθμός μου αντιστάθμιζε όλη την αστάθεια της πραγματικότητας.

Τώρα κλείνω τα μάτια και δεν τρέχω πια
αλλά, κι όμως, κοιμάμαι γαλήνια.

Καμία ανάγκη πια για αυτήν την εικόνα...
και για αυτό το βίωμα του τρεξίματος...
πριν κοιμηθώ...

Τώρα κλείνω τα μάτια
κοιμάμαι
και ονειρεύομαι...

Από το «πριν κοιμηθώ» στο «αφού ξυπνήσω»
απλώνεται
μια απέραντη
ησυχία και ηρεμία...



1/23/19

Πότε, αλήθεια, πρόλαβες;



Πότε, αλήθεια, πρόλαβες;
(22/1/2019 Τρίτη)


Πότε, αλήθεια, πρόλαβες να απογοητευτείς;
και κρύβεσαι απ' τη ζωή μην τύχει και γευτείς...
Στα πόσα χρόνια θεωρείς πως έφυγε η χαρά,
πότε όλα τα αστεία σου, έγιναν σοβαρά;
Και είναι δίκαιο να νιώθεις πως είσαι ηττημένος;
Μα ακόμα κι αν χαθεί κανείς δε γίνεται χαμένος...
Και είναι ωραίο να ξεχνάς έτσι τα όνειρά σου;
Μ' ακόμα και με αργό ρυθμό δε χάνεται η σειρά σου...
Πότε αλήθεια ένιωσες πως έσβησε η ζωή;
Πότε αλήθεια έλιωσες στην κοσμοσυρροή;
Πότε έγινες αδύναμος μες στην οχλοβοή,
και πότε μέσα στις φωνές, σου πήραν τη φωνή;
Τίποτα δεν τελειώνει μέχρι να 'ρθει το τέλος,
Κι αν είναι γύρω "Ιάγοι", εσύ δεν είσαι "Οθέλλος"...
Δεν παρασύρεσαι από μυστικά κι από παρεξηγήσεις,
τον έρωτα και την αγάπη δε θα δολοφονήσεις...
Πόσο πληγώθηκε η καρδιά, πόσο τρέμει το χέρι,
μα εσύ ποτέ δεν έστριψες προς κάποιον το μαχαίρι...
Κι αν έμεινες σε μια γωνιά, μόνος κι απελπισμένος,
είναι που νίκησες τη μάχη απέναντι στο "μένος"...
Έζησες χωρίς σύνορα, έζησες χωρίς βία,
πονάει το διαφορετικό στην όποια κοινωνία,
έζησες με αλήθεια, με μη υποκρισία,
και ήσουν πάντα τίμιος, σε όλη την πορεία...
Δεν έχει τελειώσει η διαδρομή, εδώ είναι η ευτυχία...
Δεν έχει ξεχαστεί η έμπνευση, εδώ η δημιουργία...
Μην βγάζεις συμπεράσματα στου ταξιδιού τη μέση,
είχες και έχεις ακόμα στον κόσμο μία θέση...
Άφησε κάτω το βάρος που αισθάνεσαι στους ώμους,
έχεις ακόμα βήματα, έχεις ακόμα δρόμους...


1/10/19

Έψαχνα...


Έψαχνα...
(Δευτέρα βράδυ προς Τρίτη. 07.01.2019 προς 08.01.2019. 12.58 π.μ.)

Έψαχνα κάτι παλιά χαρτιά... για να δω... αν έχω την ημερομηνία όπου γράφτηκε ένα ποίημα μου πριν πολλά πολλά χρόνια... Το ποίημα το βρήκα... την ημερομηνία όχι... αν και νομίζω πως κάπου την είχα γράψει... Τέλος πάντων... Ανάμεσα σε αυτά τα χαρτιά βρήκα ένα γράμμα που είχα γράψει σε έναν δάσκαλό μου και που δεν του το έδωσα ποτέ... Είχε συμβεί ένα έντονο σκηνικό ανάμεσα σε έναν συμμαθητή-ηθοποιό και στον σκηνοθέτη-δάσκαλο... κι εγώ έγραψα στον δάσκαλό μου... (τώρα το γράφω με άλλα λόγια γιατί δεν αντέχω να το ξαναδιαβάσω!) πως είμαστε μία ομάδα... και πως σε μία ομάδα όλοι είμαστε ένα και πως ο συμμαθητής μου είναι προέκτασή μου κι εγώ είμαι προέκτασή του... και πως ζητάω συγνώμη εκ μέρους του... Κι αυτά τα έγραφα πολλά, πολλά, (μα πολλά!), χρόνια πριν! Πωπω... Δεν έχω λόγια... Για πολλούς λόγους... αλλά ας μείνω σε έναν... Για αυτό το αίσθημα... της ευθύνης και της ένωσης...

(Και η «μαθήτρια» που ήμουν με οδήγησε στο να γίνω η «δασκάλα» που είμαι... Υπάρχει μια συνέχεια στα σημεία μου ακόμα κι όταν αισθάνομαι πως μπορεί και να μην υπάρχει... επειδή κάτι, κάπου, κάπως, χάθηκε στην πορεία...)


1/8/19

Μπορεί


Μπορεί

Μπορεί τα πράγματα να μην πήγαν έτσι όπως τα σχεδίαζες να πάνε...
Μπορεί να μην έγινε κάτι που ήθελες πολύ...
Μπορεί να μην έτυχε κάτι για το οποίο ανυπομονούσες...
Μπορεί κάποια προσπάθειά σου να ένιωσες πως δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα...
Μπορεί κάποιο όνειρό σου να είδες πως δεν είχε την κατάλληλη υποστήριξη...
Μπορεί κάποια ιδέα σου να μην εξελίχθηκε...
Μπορεί κάποια σκέψη σου να μην διαμορφώθηκε...
Μπορεί να μην πέρασες κάποιο μάθημα ή να κόπηκες σε κάποιες εξετάσεις...
Μπορεί να μην πήγες καλά σε κάποια συνέντευξη ή να μην σε πήραν σε κάποια δουλειά...
Μπορεί και να πέρασες κάποιο μάθημα αλλά να αγχώνεσαι γιατί γνωρίζεις πως σε περιμένουν κι άλλα μαθήματα στην γωνία...
Μπορεί και να πέρασες κάποιες εξετάσεις αλλά αυτό να μην ήταν αρκετό για να πετύχεις τον όποιο στόχο...
Μπορεί να πήγες καλά σε κάποια συνέντευξη αλλά να αυτό να μην ήταν αρκετό για να σου δώσουν την όποια δουλειά...
Μπορεί και να σε πήραν σε κάποια δουλειά αλλά να μην είσαι ευχαριστημένος... γιατί είναι τρελές οι ώρες... ή γιατί είναι τρελές οι αποστάσεις... ή γιατί είναι τρελές οι απαιτήσεις... ή γιατί δεν σε πληρώνουν όσο θα έπρεπε ή όσο θα ήθελες ή όσο θα άξιζες... ή γιατί όλα τα παραπάνω...
Μπορεί οι άνθρωποι να μην ήταν έτσι όπως θα τους ήθελες να είναι...
Μπορεί οι σχέσεις να μην πήγαν έτσι όπως θα τις ήθελες να πάνε...
Μπορεί να χώρισες από κάποιον που ήσουν ή δεν ήσουν ερωτευμένος... από κάποιον που ήθελες ή δεν ήθελες να χωρίσεις... Ένας χωρισμός είναι πάντα ένας χωρισμός... Μπορεί να ζεις με την απώλεια...
Μπορεί και να μην χώρισες από κάποιον που είσαι ή δεν είσαι ερωτευμένος... από κάποιον που θέλεις ή δεν θέλεις να χωρίσεις... Μία σχέση είναι πάντα μία σχέση... Μπορεί να ζεις με την επικοινωνία ή με την έλλειψη επικοινωνίας...
Μπορεί να είχες ανάγκη την Αγάπη και να την βρήκες αλλά για λίγο... ή να μην την βρήκες για πολύ...
Μπορεί να είχες ανάγκη από μια αγκαλιά αλλά να μην το είπες και να μην το έδειξες ποτέ σε κανέναν... ή να το είπες και να το έδειξες κι όμως να μην σου δόθηκε...
Μπορεί να είχες ανάγκη από την σιωπή και, παρόλα αυτά, η ζωή σου να ήταν μέσα στις φωνές...
Μπορεί να είχες ανάγκη από την ηρεμία και, παρόλα αυτά, η ζωή σου να ήταν μέσα στις συγκρούσεις...
Γιατί δεν έχουν ανάγκη όλοι οι άνθρωποι την σιωπή...
Γιατί δεν έχουν ανάγκη όλοι οι άνθρωποι την ηρεμία...
Ή γιατί πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν πώς να ζουν με την σιωπή και την ηρεμία και ο μόνος τρόπος τους να υπάρξουν είναι να διαταράσσουν τους γύρω αφού έχουν διαταραγμένο το μέσα τους...
Μπορεί και να κατάλαβες πως η δική σου σιωπή και η δική σου ηρεμία εξαρτάται μόνο από εσένα...
Μπορεί να μην πήρες το πτυχίο σου... Μπορεί και να το πήρες...
Και, παρόλα αυτά, να στέκεσαι ακριβώς στο ίδιο σημείο με ή χωρίς πτυχίο...
Μπορεί να έκανες οικογένεια ή να μην έκανες οικογένεια... και, όμως, να είσαι ο ίδιος άνθρωπος...
Μπορεί να έκανες παιδί ή να μην έκανες παιδί... και, όμως, να είσαι ακόμα εσύ...
Μπορεί να θέλεις ή να μην θέλεις οικογένεια... Μπορεί να θέλεις ή να μην θέλεις παιδιά...
Μπορεί να ξέρεις πως δεν έχει σημασία τι θέλεις... η ζωή θα σου δείξει προς τα πού θα πας...
Έχει να κάνει και με το ποιον θα συναντήσεις...
Έχει να κάνει και με το τι θα συμβεί...
Έχει να κάνει και με τους ανθρώπους... και με τις συνθήκες...
Έχει να κάνει με το τι περνάει από τα χέρια σου αλλά έχει να κάνει και με το τι δεν περνάει από τα χέρια σου...
Μπορεί να πέρασες ένα πρόβλημα υγείας που να σε έκανε να σκεφτείς τα πράγματα διαφορετικά...
Μπορεί να πέρασες ένα πρόβλημα υγείας που δεν σε έκανε να σκεφτείς τίποτα παραπάνω από όσα ήδη σκεφτόσουν...
Μπορεί να μην πέρασες εσύ κάποιο πρόβλημα υγείας αλλά να το πέρασε κάποιος κοντινός σου και να αναθεώρησες κάτι ή να μην αναθεώρησες τίποτα... και να αγχώθηκες... πολύ ή λίγο ή ελάχιστο ή καθόλου... και να στενοχωρέθηκες αλλά να μην άφησες να φανεί η στενοχώρια σου στους άλλους ή στον εαυτό σου... Μπορεί και να άφησες να φανεί η στενοχώρια και να ένιωσες ή να μην ένιωσες καλά με το ότι μοιράστηκες την θλίψη...
Μπορεί και να μην πέρασε κανείς γύρω σου κανένα πρόβλημα υγείας... και, παρόλα αυτά, να ένιωσες πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες... από την μία στιγμή στην άλλη... το δεδομένο της ζωής μπορεί να χαθεί...

Μπορεί να έχεις ή να μην έχεις χρήματα...
Μπορεί να έχεις ή να μην έχεις χρόνο...

Μπορεί να έκανες φίλους...
Μπορεί να έχασες φίλους...
Μπορεί να έκανες προσπάθειες...
Μπορεί να έχασες προσπάθειες...

Μπορεί να έκανες ή να μην έκανες αλλαγές...
Μπορεί να έχασες ή να μην έχασες σταθερότητες...

Μπορώ να γράφω για ώρες, μέρες, μήνες κι ακόμα να μην μπορέσω να χωρέσω όλα τα «Μπορεί» σου...
Μπορώ να γράφω για ώρες, μέρες, μήνες κι ακόμα να μην μπορώ να χωρέσω όλα τα «Μπορεί» μου...
Μπορούμε να γράφουμε ή να μιλάμε για τα «Μπορεί» μας...
Μπορεί και να μην μπορούμε να μιλάμε ή να γράφουμε για τα «Μπορεί» μας...

Αλλά όσα κι αν είναι τα «Μπορεί», όποια κι αν είναι τα «Μπορεί»...
της χρονιάς που μας πέρασε ή της χρονιάς που μας έρχεται...

Ένα είναι αυτό που θέλω να σου πω...
Κι ένα είναι αυτό που θέλω να κρατήσεις...

Είσαι ακόμα Εδώ.
Επιβίωσες (όπως επιβίωσες).
Προσπαθείς (όσο προσπαθείς).
Υπάρχεις.
Ζεις.

Και για αυτό σου αξίζει ένα απτό «Συγχαρητήρια» κι ένα νοητό μετάλλιο...

Κι αφού δεν σου το δίνει κανένας άλλος... σου το δίνω εγώ...

Σε Ευχαριστώ που Είσαι ακόμα Εδώ.

Μπορεί να μην καταφέρνω όσα θέλω να καταφέρω...
Μπορεί να μην καταφέρνεις όσα θέλεις να καταφέρεις...
Αλλά δεν είναι εκεί η ουσία... ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι...
Θα σου ζητήσω να δεις πέρα από εσένα και από εμένα... Να δεις... Την συνολικότερη εικόνα...
Είμαστε όλοι σε έναν κοινό Αγώνα...
Μπορεί να το νιώθουμε... Μπορεί και να μην το νιώθουμε...
Αλλά υπάρχουμε πέρα από τα « Μπορεί» μας...
Κι αυτό...
Μπορεί να είναι το πιο σημαντικό...
Μπορεί το πέρα από τα «Μπορεί» όλα να τα μπορεί...



Με Αγάπη
Σε όλους τους Ανθρώπους Όλων των Ομάδων μου
Μαριλού

(07.01.2019, Δευτέρα)







1/5/19

Τα νομίσματα...



Έχω κι ένα παιχνίδι... δικό μου... που παίζω με τα νομίσματα... με αυτά τα κέρματα που κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι... Ξέρεις... δεν έχω πολλά χρήματα αλλά πάντα μου αρέσει να αφήνω κάτι σε όποιον μου έφτιαξε τον πρωινό ή τον απογευματινό καφέ μου... Δίνω κι αυτά που δεν έχω... γιατί σκέφτομαι την δουλειά που κάνει ο άλλος και πόση σημασία μπορεί να έχουν για αυτόν το κάτι παραπάνω που δίνει ο καθένας μας... Αυτά, λοιπόν, τα καθημερινά κέρματα που δίνω στους ανθρώπους, όπως όλοι γνωρίζουμε, έχουν εικόνες από πίσω, διαφορετικές και διάφορες, ανάλογα με το από ποια χώρα έρχονται... Και έχω δώσει διάφορες ονομασίες «δικές» μου... για την κουκουβάγια, για παράδειγμα, μπορεί να σκεφτώ ότι είναι η σοφία, το σύμβολο της σοφίας... για το δέντρο, ότι είναι το δέντρο της φύσης, η ίδια η φύση, για το σχέδιο του «Ντα Βίντσι», ο άνθρωπος, ο Σαίξπηρ, φυσικά, συμβολίζει για εμένα το θέατρο και γενικότερα την τέχνη... Δεν βλέπω χώρες... αλλά έννοιες... Σοφία, Φύση, Άνθρωπος, Τέχνη... Και, όταν έχω χρόνο... και, όταν αποφασίσω να παίξω το παιχνίδι μου... δίνω στον άνθρωπο απέναντί μου κάτι που θεωρώ πως μπορεί να χρειάζεται... Για παράδειγμα, αν δω κουρασμένο κάποιον... μπορεί να του δώσω ένα νόμισμα με έναν αετό και να σκεφτώ «Πάρε την δύναμη του αετού»... Αν δω κάποιον που έχει ανάγκη από διακοπές, θα του δώσω την αναπνοή της φύσης... Αν δω κάποιον που φαίνεται να είναι μοναχικός, θα του δώσω την συντροφικότητα του ανθρώπου... Αν δω κάποιον που φαίνεται αγχωμένος για τις εξετάσεις του, θα του δώσω την γνώση και την σοφία της κουκουβάγιας... Αν δω κάποιον που έχει ανάγκη από όνειρα, θα του δώσω τα φτερά των πουλιών... Κάπως έτσι... Δίνω αόρατες σιωπηλές ευχές, πού και πού, στους ανθρώπους... «Πάρε το άνθισμα του λουλουδιού!», «Πάρε την ταχύτητα του αλόγου!», «Πάρε την μαγεία του κάστρου!» «Πάρε την ησυχία του νησιού!» «Πάρε την σιωπή της σκέψης!»... Είναι ένα παιχνίδι... χωρίς ιδιαίτερη αξία... Δεν έχει παίκτες... Κανείς δεν κερδίζει και δεν χάνει... Κανείς δεν το γνωρίζει πέρα από εμένα... Ούτε αυτοί οι οποίοι τους δίνω τα νομίσματα... Είναι κάτι που με κάνει απλά, πού και πού, να νιώθω, με έναν γελοίο τρόπο το παραδέχομαι, απλά όμορφα... Φυσικά... όλα αυτά είναι παιχνίδια του μυαλού... Είναι πολύ περιορισμένο, επίσης, το παιχνίδι μου ανάλογα με τα κέρματα που έχω κάθε φορά... από αυτά επιλέγω και από αυτά προσφέρω... Οπότε, κάποιες φορές, προσαρμόζω τους ανθρώπους στα νομίσματα κι όχι τα νομίσματα στους ανθρώπους... Δεν το παίζω αυτό το παιχνίδι και τόσο συχνά... Μόνο όταν μου έρχεται ξανά η ανάγκη ή η ιδέα να το κάνω... Αλλά όποτε το εφαρμόζω... δεν ξέρω γιατί... χαμογελάω... σαν σκανδαλιάρικο παιδί... χωρίς κανέναν λόγο και αιτία... Ή ίσως... με λόγο και αιτία... ίσως να κλείνω το μάτι στον εαυτό μου... και να του λέω: «Πάρε την χαρά του παιχνιδιού!»...


1/4/19

Το Βραχιολάκι



Έχω ένα βραχιολάκι... με ένα βέλος...

Μπορώ να το φορέσω είτε έτσι είτε αλλιώς... δηλαδή... και προς τις δύο κατευθύνσεις... είτε να κοιτάει το βέλος αριστερά είτε δεξιά, είτε προς τα έξω είτε προς τα μέσα...

Κι έχω ένα μυστικό...

Όταν αισθάνομαι πως έχω διάθεση για ανθρώπους, για να επικοινωνήσω, για να μιλήσω, για να ακούσω... φοράω το βέλος έτσι ώστε να κοιτάζει προς τα έξω... Είναι τότε που αισθάνομαι πως είμαι έτοιμη για κοινωνικές στιγμές και συναναστροφές...

Όταν αισθάνομαι πως έχω διάθεση να μείνω μόνη μου, στην σιωπή, χωρίς κανέναν... φοράω το βέλος έτσι ώστε να κοιτάζει προς τα μέσα... Είναι τότε που αισθάνομαι πως είμαι έτοιμη για μοναχικές στιγμές και περιστροφές...

Κι αυτό το βελάκι σε αυτό το βραχιολάκι... ορίζεται από τις στροφές μου... τις συστροφές μου... τις επιστροφές μου... τις καταστροφές μου... τις αυτοκαταστροφές μου... τις αναστροφές μου... τις αντιστροφές μου... τις αποστροφές μου... τις μεταστροφές μου...

Για οτιδήποτε εξωστρεφές το βελάκι κάνει έξω στροφές...
Για οτιδήποτε εσωστρεφές το βελάκι κάνει έσω στροφές...

Κι είναι ένα παιχνίδι των στροφών των σκέψεων του μυαλού...

Κι όταν δεν υπάρχει τίποτα «έσω» και τίποτα «έξω» από εμένα... όταν είμαι απλά αυτό που είμαι χωρίς τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο...

Απλά... δεν φοράω το βραχιολάκι μου... και ξεκουράζεται και το βελάκι μου... από όλες αυτές τις στροφές... τις υποστροφές και τις υπερστροφές...

Ξεκουράζομαι κι εγώ...


1/2/19

Πόσο... (31.12.2018, Δευτέρα)



Πόσο...

Πόσες ήταν οι πρόβες, πόσες οι παραστάσεις,
και πώς ήταν να ζούμε σε τέσσερις διαστάσεις,
πόσα τα γεγονότα, πόσες οι καταστάσεις,
πόσες οι προσπάθειες, πόσες οι επαναστάσεις!
Πόσοι ήταν οι διάλογοι, πόσες οι αντιφάσεις,
πόσες οι αλλαγές κι οι αντικαταστάσεις!
Πόσα ήταν τα μετρημένα μαθήματα,
και πόσα τα αμέτρητα τρεξίματα...
Πόσες ήταν οι κορυφές, πόσες ήταν οι βάσεις;
Πόσες οι αλήθειες και πόσες οι προφάσεις...
Πώς ήταν ο έρωτας; Πώς ήταν οι σχέσεις;
Ποιοι ήταν οι ρόλοι και ποιες ήταν οι θέσεις;
Πώς ήταν η αγάπη; Πώς ήταν η ζωή;
Πόσο ήταν το συναίσθημα και πόση η λογική;
Πόσες ήταν όλου του χρόνου οι απορίες;
Πόσες οι πρακτικές, πόσες οι θεωρίες;
Πόσο ήταν το γράψιμο; Πόσα ήταν τα βιβλία;
Πόσα αυτά που θέλησαν να γίνουνε ταινία;
Πόσο το περπάτημα; Πόση η γυμναστική;
Και πόση ήταν η κίνηση που ήθελε να εκφραστεί;
Πόσο το τσάι, πόσα τα ροφήματα, πόσος ο καφές,
Πόσο το εσωστρεφές κομμάτι; Πόσο το εξωστρεφές;
Πόσοι ήταν οι φίλοι; Πόσες οι συζητήσεις;
Πόσες αμφιβολίες; Πόσες αμφισβητήσεις;
Πόσες αναζητήσεις; Πόσες διαδρομές;
Ποιες ήταν οι ζητήσεις; Και ποιες η προσφορές;
Πόση η μουσική; Πόση επικοινωνία;
Πόσος ήταν ο χρόνος μες στην τεχνολογία;
Πόσα τα βίντεο; Πόσες φωτογραφίες;
Πόσες ταινίες; Πόσες φιλμογραφίες;
Πόσο ήταν το άγχος; Πόσο ήταν το στρες;
Πόσο ήταν το «πρέπει»; Πόσο ήταν το «θες»;
Πόσος ο πανικός του μυαλού; Πόση η υστερία;
Πόσες οι αλλαγές του καιρού; Πόση ανησυχία;
Από τις τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες πόσες είχαν ευτυχία;
Και πόσες από αυτές έμοιαζαν να ’χουν μια κάποια ισορροπία;
Πόσα ήταν τα ταξίδια, τα πλοία, τα αεροπλάνα;
Πόσοι ήταν οι στόχοι και πόσα ήταν τα πλάνα;
Πόσα ποτάμια, πόσα βουνά, πόσες οι συννεφιές;
Πόσοι οι ήλιοι, πόσα τα αστέρια, πόσες και οι βροχές;
Πόσα χαρτιά μαζεύτηκαν, πόσα ρητά διαβάστηκαν,
Πόσες ιδέες κατέβηκαν, πόσες επιβιβάστηκαν;
Πόσο από το δικό σου δύο χιλιάδες δέκα οκτώ,
πιστεύεις πως φώναζε με γενναιότητα «ζω»;
Πόσα τα χαμόγελα, πόση η αισιοδοξία;
Πόσος ο πόνος και η μελαγχολία;
Πόσες ευθείες έγιναν στροφές;
Και πόσες ήταν οι καταστροφές;
Πόσες αγκαλιές; Πόσα αγγίγματα;
Πόσες χειραψίες; Πόσα στίγματα;
Σε πόσα φιλιά αφέθηκες να χαθείς;
Από πόσα βλέμματα θέλησες να πιαστείς;
Πόσες ήταν οι ευθύνες; Πόσες οι υποχρεώσεις;
Πόσες οι πληρωμές; Πόσες οι όποιες δόσεις;
Πόσο ήταν το καθάρισμα του σπιτιού;
Ποια ήταν τα όρια του κάθε ουρανού;
Πόσα ήταν τα δώρα; Πόσες οι μοιρασιές;
Πόσα κύλησαν ήρεμα; Πόσες ανατροπές;
Πώς ήταν αυτός ο χρόνος σου, πες μου ειλικρινά,
πόσες φορές σβήστηκες στα καθημερινά;
Πόσο το βάρος, πόσες οι αποσκευές!
Πόσο το ύψος, πόσες κατασκευές!
Πόσο το βάθος, πόσες ανασκαφές!
Πόσο το λάθος κι ας ήταν ασαφές...
Πόση αυτοκριτική, πόση αυτογνωσία,
Πόση αυτοκαταστροφή, πόση αυτοβιογραφία...
Πώς θα ήθελες να είναι το δύο χιλιάδες δέκα εννιά;
Τι θα ήθελες να αφήσεις στην επόμενη γενιά;
Τόσα μετρήματα... Ποιος είναι ο τελικός υπολογισμός;
Πόσα γεννήματα... Ποιος είναι ο αρχικός απολογισμός;
Φεύγει το πέρυσι, το φέτος εδώ,
να είναι η αγάπη χωρίς φειδώ...


(Εναλλακτικό τέλος:

Φεύγει το πέρυσι, το φέτος εδώ,
Καλό δρόμο να έχεις... σε ευοδώ...


αλλά δεν ήμουν σίγουρη για τη χρήση του «ευοδώ»... )





1/1/19

Λίγο πριν φύγει η πρώτη ημέρα του χρόνου...



Δεν έγραψα την καλημέρα μου... ούτε την καλησπέρα μου... αλλά την καληνύχτα μου θα σας την γράψω...

Λίγο πριν να φύγει η πρώτη ημέρα του χρόνου ήθελα να σας γράψω κάτι μικρό χωρίς να έχω ιδέα τι θα είναι αυτό...

Καμιά φορά, όταν τα συναισθήματα είναι πολλά μέσα σου δεν ξέρεις πώς να τα εκφράσεις...

Σκέφτηκα και να μην γράψω τίποτα...

Καμιά φορά και η σιωπή αφήνεται στο να λέει τα δικά της...

Αλλά δεν γινόταν... να μην σας γράψω κάτι... ακόμα κι αν είναι ακατέργαστο...

Και δεν θα έλεγα πως οι σκέψεις είναι πολλές... το αντίθετο μάλλον... η σκέψη έχει πέσει στο κενό...

Τις αλλάγες δεν τις φέρνει η αλλαγή του χρόνου αλλά η αλλαγή η δική μας...

Βέβαια, η αλλαγή η δική μας, αρκετές φορές, έχει σχέση και με το πέρασμα του χρόνου...

Οπότε με αυτήν την έννοια... θα μπορούσαμε να πούμε πως η αλλαγή η δική μας, κάποιες φορές, έχει σχέση και με την αλλαγή του χρόνου... Αλλά, αυτήν την φορά, δεν θα μιλούσαμε για το πέρασμα από το οκτώ στο εννιά κι από το εννιά στο δέκα ή από το δέκα οκτώ στο δέκα εννιά κι από το δέκα εννιά στο είκοσι... δεν θα μιλούσαμε για το πέρασμα από τον έναν αριθμό στον άλλον και από την μία χρονιά στην άλλη... Θα μιλούσαμε για άλλου τύπου αλλαγή κι άλλου τύπου χρόνο...

Στις δικές μας αλλαγές, συνήθως, δεν μετράμε αντίστροφα... οι δικές μας αλλαγές απλά συμβαίνουν... Ή μάλλον... καθόλου απλά... απλά και σύνθετα μαζί... αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία... Δεν θυμάμαι να μέτρησα ποτέ δέκα-εννιά-οκτώ... και μέχρι να φτάσει η αντίστροφη μέτρησή μου στο μηδέν απλά να είχε συμβεί η αλλαγή μου... να άλλαξα! Ωραία θα ήταν... Αλλά δεν είναι έτσι... Κι ας βρέθηκα, αρκετές φορές, στο μηδέν, σε αυτό το μηδέν που μόνο κύκλο δεν κάνω, σπάνια βρέθηκα εκεί επειδή με έσπρωξε σε αυτό μια αντίστροφη μέτρηση... Πολλά τα μηδέν της ζωής, πολλές οι αντίστροφες μετρήσεις, πολλές και οι αλλαγές... αλλά δεν σχετίζονται όλα μεταξύ τους... όχι πάντα... Δεν βρίσκονται όλα, συνέχεια, στον ίδιο δρόμο... Ή μάλλον... όλα στον ίδιο δρόμο βρίσκονται αν το σκεφτείς αλλιώς... στον δικό σου...

Βλέπετε τι συμβαίνει όταν γράφω ακατέργαστα; Αυτό το
«καμία κατεργασία»... δεν είμαι σίγουρη πως δίνει στο νοητικό και συναισθηματικό υλικό μου την τελική, γραπτή ή προφορική, μορφή που θα ήθελα να έχει... Αυτό το υψηλό, το ποιοτικό, επίπεδο... που όλο θέλεις να το φτάσεις κι όλο δεν το φτάνεις, που όλο θέλεις να το αγγίξεις κι όλο μένει ανέγγιχτο... Από την άλλη... η πρώτη ύλη (μου) βρίσκεται στην φυσική της κατάσταση... όποια κι αν είναι αυτή... κι έχει κι αυτό την δική του... πώς να το πω... όμορφια και μαγεία... γοητεία...


Ήθελα να σας γράψω απλά... ένα «Καλή Χρονιά»... για αυτό ξεκίνησα να γράφω... ήθελα να σας γράψω ευχές... για Υγεία και Δημιουργία και Ευτυχία... για Ισορροπία και Ηρεμία... και Αντοχή... πολλή Αντοχή... και Αγάπη... πάντα Αγάπη...

Δεν ξέρω πώς χάθηκα στις αλλαγές του χρόνου και στον χρόνο των αλλαγών...

Και τώρα σκέφτηκα πως... κάθε αλλαγή έχει τον δικό της χρόνο... Άλλες γίνονται γρήγορα, άλλες αργά, άλλες τώρα, άλλες ποτέ...

Πώς γίνεται άραγε η όποια αλλαγή; Πώς γίνεται η μετάβαση από μία κατάσταση, εσωτερική ή εξωτερική, σε άλλη;

Ίσως... το μυστικό δεν κρύβεται στην λέξη «αλλαγή» μα στην λέξη «αλλάζω»...
Ίσως... να μην υπάρχει και κανένα «μυστικό» σε καμία λέξη...

Παιχνίδια είναι όλα για το μυαλό μας...
Άλλες φορές τα πράγματα έχουν την μορφή που τους δίνουμε...
Άλλες φορές τα πράγματα έχουν διαφορετική μορφή από αυτήν που τους δίνουμε...

Άλλες φορές...

Τα πράγματα έχουν την μορφή που έχουν.

Αλλάζω, πάντως, σημαίνει γίνομαι διαφορετικός...
Πώς γίνεται να γίνω διαφορετικός από αυτό που είμαι;

Κι εγώ έχω την μορφή που έχω...

Κι αρκετές φορές αγωνίζομαι να αλλάξω... ενώ το θέμα είναι πώς θα καταφέρω να μείνω ίδιος.

Ίσως το θέμα δεν είναι να προσπαθείς να αλλάξεις.
Ίσως το θέμα δεν είναι να προσπαθείς να γίνεις διαφορετικός...
Ίσως το θέμα δεν είναι να προσπαθείς να μείνεις ίδιος...
Ίσως το θέμα είναι να είσαι σε επαφή με το υλικό σου... με όλο το υλικό σου... το ακατέργαστο ή το επεξεργασμένο...
(Και να αλλάζεις ή να μην αλλάζεις)...

Σας εύχομαι να είστε γλύπτες του δικού σας υλικού...

Και για να γίνετε γλύπτες του υλικού σας... θα περάσετε από τα στάδια του να δείτε το υλικό σας που έχετε απέναντί σας (δηλαδή μέσα σας), να το αγγίξετε, να το αποδεχτείτε, να του δώσετε την μορφή του ή να το αφήσετε να σας δείξει εκείνο την μορφή του... Γιατί πότε δίνει το χέρι του καλλιτέχνη μορφή στο υλικό αλλά πότε το υλικό οδηγεί το χέρι του καλλιτέχνη. Είναι μια σχέση... ιδιαίτερη... που θέλει αμοιβαιότητα... ανοιχτότητα... εμπιστοσύνη... Λίγοι είναι γλύπτες του εαυτού τους...

Και θα έχετε, ίσως, ακόμα πιο δύσκολο έργο από τους γλύπτες... γιατί το δικό σας έργο... δεν είναι αγάλμα... μα άνθρωπος... και δεν είναι κάτι έξω από εσάς... μα εσείς οι ίδιοι... Το δικό σας έργο δεν είναι ακίνητο, κινείται... Δεν είναι αμίλητο, μιλάει... Δεν είναι πέτρα, δεν είναι μάρμαρο... Είναι δέρμα, είναι καρδιά... Δεν είναι σμιλευτά μάτια... είναι ζωντανό βλέμμα... Δεν είναι σμιλευτά χέρια... είναι ζωντανό άγγιγμα... Δεν είναι σμιλευτά χείλη... είναι φιλί... είναι φωνή... είναι εσύ... Δεν είναι έργο... είναι ζωή...

(Δεν ξέρω πώς κατέληξα στους γλύπτες στην ζωή... Εγώ ήθελα απλά να σας γράψω μια ευχή...)