7/23/15

Ήθελε και Ήθελα... «κάτι»


Ήθελε κάτι.
Ήθελε κάτι πολύ.
Ήθελε κάτι πάρα πολύ.
Προσπάθησε για αυτό.
Προσπάθησε πολύ.
Προσπάθησε πάρα πολύ.
Έπειτα...
Όπως ήταν οι συνθήκες...
Όπως ήταν οι καταστάσεις...
Κατάλαβε.
Πως δεν μπορεί να το έχει.
Πως δεν πρέπει να το θέλει.
Κι έτσι σταμάτησε να προσπαθεί.
Και όλοι του έλεγαν πως προσπάθησε λίγο,
Ενώ εκείνος ήξερε πως προσπάθησε πολύ.
Μπερδεύτηκε μετά.
Με τους στόχους και τα όνειρα...
Δεν υπήρχε...
Τίποτα να τον ευχαριστεί.
Τίποτα να θέλει.
Τίποτα να ποθεί.
Και γύρισε όλο τον κόσμο για να βρει κάποιον να τον βοηθήσει.
Αυτό το «κάτι» να ξαναβρεί,
Που θα του δώσει νόημα στην ζωή.
Και ήρθε σε εμένα (...), εμένα (!), εμένα (.),
-δεν έχω ιδέα πώς κατέληξε σε εμένα-
Νόμιζε πως εγώ γνωρίζω το μυστικό,
Για να προστατεύω αυτά τα «κάτι»,
Από τους ανθρώπους, για τους ανθρώπους...
Τι να του πω;
Τι να του δώσω;
Εγώ κι αν είχα χάσει αυτό το «κάτι» που ήθελα και ποθούσα...
Εγώ κι αν πια να προσπαθήσω δεν μπορούσα...
Κι όμως...
Τον βοήθησα χωρίς να το καταλάβω.
Απλά και μόνο...
Επειδή βρήκε έναν άνθρωπο (σχεδόν) σαν κι αυτόν.
«Σε ευχαριστώ» μου είπε.
«Τώρα ξέρω πως υπάρχει έστω κι άλλος ένας σαν κι εμένα.
Αυτό μου δίνει δύναμη να προσπαθήσω.
Αυτό μου δίνει όρεξη να συνεχίσω.»
Κι έφυγε...
Μετά από χρόνια,
Μου έστειλε γράμμα (...), γράμμα (!), γράμμα (.),
Πως έγινε πια,
Επιτέλους, αυτό που ήθελε να γίνει...
Και πως αν δεν με είχε συναντήσει,
Δεν θα τα είχε καταφέρει,
Να γίνει αυτό που έγινε.
Και να’ μαι εγώ...
Ακόμα εδώ.
Ίσως ο ρόλος μου δεν είναι να βρω τον δικό μου δρόμο.
Ίσως ο ρόλος μου να είναι να βοηθήσω τους άλλους να βρουν τον δικό τους.
Του είπα τότε την ιστορία της ζωής μου,
Του είπα τότε την ουσία της στιγμής μου,
Κι εκείνος οδηγήθηκε, από το τότε στο τώρα,
Στην ζωή του και στην στιγμή του.
Ίσως αυτός να είναι ο δρόμος μου,
Αυτός που οδηγεί τους άλλους στον δρόμο τους...


7/20/15

Να...


Να στηριχτώ στα πόδια μου.
Να κρατηθώ από τα χέρια μου.
Να μην φοβάμαι.
Να μην αγχώνομαι.
Να κοιτάζω ψηλά στα βλέμματα των ανθρώπων.
Να αισθάνομαι βαθιά στα βιώματα των ανθρώπων.
Να συνεχίζω.
Να περπατάω.
Να σημειώνω.
Να γράφω.
Να χαμογελάω.
Να γελάω.
Να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ.
Όπως μπορώ, όταν μπορώ.
Να διαφωνώ αλλά όχι να συγκρούομαι.
Να συμφωνώ αλλά όχι να συμβιβάζομαι.
Να ακούω και Να μιλάω.
Να μην νιώθω κατώτερη.
Να μην νιώθω ανώτερη.
Να μην έχω ενοχές.
Να μην έχω εμμονές.
Να μου επιτρέπω να πέφτω.
Να μου επιτρέπω να σηκώνομαι.
Να κοιτάζω τον καθρέφτη.
Να ραγίζω τον καθρέφτη.
Να σπάω τον καθρέφτη.
Να φτιάχνω τον καθρέφτη.
Και, παρόλα αυτά, το είδωλό μου, παρά τις αλλαγές, να συνεχίζει να υπάρχει ανεξάρτητα από το πώς είναι ο καθρέφτης κάθε στιγμή.
Να ψιθυρίζω, Να φωνάζω...
Μα ο απόηχος της φωνής να είναι σταθερός ανεξάρτητα από την ένταση των συναισθημάτων... Έτσι η φωνή ακούγοντας τον αντίλαλο θα θυμηθεί πού και πώς πρέπει να είναι... και ο ήχος θα ομολοποιηθεί από την ηχώ.
Κι ας αισθάνομαι πως είμαι στην άκρη του γκρεμού να βρίσκω το κέντρο το δικό μου.
Κι ας αισθάνομαι πως είμαι στην μέση της θάλασσας να βρίσκω το κύμα το δικό μου.
Να αναπνέω.
Να κινούμαι.

Να χορεύω.
Παρά τους πόνους του σώματος.
Παρά τους φόβους του πνεύματος.
Να χορεύω.

Να μην χρειάζεται να αποδείξω πως έχω δίκιο.
Να μην χρειάζεται να μου αποδείξουν πως έχω άδικο.
Να μην έχω δίκιο.
Να μην έχω άδικο.
Και το ίδιο να ισχύει και για τους άλλους.
Να μην έχουν δίκιο.
Να μην έχουν άδικο.
Όμως να υπάρχουν και περιπτώσεις,
που υπάρχει το δίκαιο και το άδικο.
Το σωστό και το λάθος.
Να υπερασπίζομαι το σωστό.
Να διορθώνω το λάθος.

Να μην νιώθω μικρή.
Να μην νιώθω μεγάλη.
Ή Να νιώθω και μικρή και μεγάλη.

Να είμαι εγώ.
Να γίνομαι εγώ.

Να είμαι δυνατή.
Να μείνω δυνατή.

Να στηρίζω εμένα.
Να στηρίζω τους άλλους.

Να αγαπώ εμένα.
Να αγαπώ τους άλλους.

Να στηρίζω την αγάπη.
Να αγαπώ την στήριξη.
Να στηρίζω και να αγαπώ την ζωή.


Φοβάμαι.



Φοβάμαι. Δεν μου αρέσει που φοβάμαι. Αλλά φοβάμαι. Βέβαια, το θέμα δεν είναι αν φοβάται κανείς. Το θέμα είναι να αναγνωρίζει τον φόβο και να συνεχίζει παρά την ύπαρξή του. Να τον ξεπερνάει. Φοβάμαι πολύ. Και το ότι φοβάμαι πολύ και όχι λίγο, με εκνευρίζει ακόμα περισσότερο. Θα ήθελα, τουλάχιστον, να φοβάμαι λίγο. Δεν νιώθω δυνατή. Ίσως για αυτό να φοβάμαι τόσο. Δεν νιώθω ούτε ψυχολογικά ούτε σωματικά «υγιής». Νιώθω υπερβολικά αδύναμη... Και στις εκρήξεις... στις αναταραχές... στις συγκρούσεις... οι αδύναμοι δεν έχουν δύναμη ούτε για να αγωνιστούν, ούτε για να κρυφτούν. Φαντάζομαι, απλά ακινητοποιούνται μπροστά σε αυτό που συμβαίνει. Δεν νιώθω καθόλου περήφανη που φοβάμαι. Θα ήθελα να μην φοβάμαι. Είμαι στενοχωρημένη επειδή φοβάμαι και... φοβάμαι επειδή είμαι στενοχωρημένη. Νομίζω και με την στενοχώρια το ίδιο πρέπει να κάνει κανείς, να μην της δίνει τόση σημασία. Όπως και με τον φόβο. Να μην του δίνεις τόση σημασία. Να συνεχίζεις και ας αιωρούνται γύρω σου και μέσα σου και ο φόβος και η στενοχώρια. Κάποια στιγμή, υποχωρούν χωρίς να το καταλάβεις. Ακριβώς επειδή δεν τους έδωσες τόσο βάρος όσο ζητούσαν, τόσο χώρο όσο διεκδικούσαν. Χωρίς να υποτιμήσεις την ύπαρξή τους δεν άφησες στα χέρια τους την ζωή σου. Δεν υποτίμησες ούτε την ύπαρξή σου.


7/19/15

Ο ροζ φάκελος



Άνοιξα τον ροζ χάρτινο φάκελο.
Έναν από τους ροζ χάρτινους φακέλους.
Είναι πολλοί.
Τόσοι που μοιάζουν ατελείωτοι, αλλά δεν είναι.
Ήθελα να δω τι έχει μέσα.
Αυτός ο ροζ φάκελος που δεν γράφει τίποτα από έξω.
Για να ξεκαθαρίσω το χάος.
Αν έχει κάτι που χρειάζομαι, που θέλω, που αγαπώ ή αν έχει κάτι που πια είναι περιττό στην ζωή μου, κάτι παλιό, ξεχασμένο, αδιάφορο, πονεμένο, χωρίς θέση στο τώρα.

Ω! Τι έκπληξη!
Ένα σωρό χαρτιά! Σκισμένα, τσαλακωμένα, διπλωμένα, μουτζουρωμένα, γραμμένα, με μένα, για μένα, από μένα, σε μένα...
Ένα σωρό χώροι! Θέατρα και Μουσικές Σκηνές και Ωδεία και Χορευτικές Σχολές! Όταν έψαχνα για πρόβες, για παραστάσεις, για συνεργάτες, για δασκάλους, για γνώση, για εξέλιξη...
Τηλέφωνα, Ονόματα, Διευθύνσεις, ηλεκτρονικές και μη...
Ξαναπροσπάθησα πριν κάποια χρόνια.
Αλήθεια, ξαναπροσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις... ή τουλάχιστον με όσες δυνάμεις μου είχαν απομείνει...
Ήταν λίγο πριν αρχίσει η κρίση...
Ήταν και λίγο μετά...
Ξαναπροσπάθησα.
Ραδιοφωνικοί σταθμοί, κανάλια, εκδοτικοί οίκοι, στούντιο ηχογραφήσεων, τυπογραφεία...
Ψάχνωντας απεγνωσμένα...
Ανθρώπους να με στηρίξουν.
Χορηγούς, παραγωγούς...
Αναζητώντας κάποιον να επενδύσει στην αξία μου πέρα από εμένα...
Πηγαίνοντας εδώ, εκεί, αλλού, παραλλού...
Μιλώντας με αυτόν, με αυτήν, τον άλλον, τον παράλλον...

Σημειώσεις στα χαρτιά...
Να θυμάμαι...
Αυτός ο χώρος είναι ωραίος μα ακριβός...
Αυτός ο άνθρωπος είναι «πετυχημένος» μα αγενής...
Αυτό, ίσως, να με ενδιαφέρει στο μέλλον...
Αυτό, ίσως, να με ενδιέφερε στο παρελθόν...
Τικ και Χι.
Αυτό, ίσως, για εμένα, να έχει κάποτε ενδιαφέρον...
Αυτό, αποκλείεται, για εμένα, να έχει ποτέ ενδιαφέρον...

Απογοητευτικές συναντήσεις...
Απαισιόδοξες στιγμές...

Άρχισα να σκίζω και να πετάω χαρτιά...

Είναι πολύ πιθανό οι χώροι να έχουν αλλάξει...
Το ίδιο και οι άνθρωποι...
Ελπίζω οι άνθρωποι, τουλάχιστον, αν άλλαξαν, να άλλαξαν προς το καλύτερο...

Άλλοι χώροι θα έκλεισαν, άλλο χώροι θα άνοιξαν...
Άλλοι άνθρωποι θα «έκλεισαν», άλλοι άνθρωποι θα «άνοιξαν»...

Οι κατάλογοι μου δεν είχαν νόημα πια... Οι λίστες στο σήμερα είναι διαφορετικές... Ο χάρτης διαρκώς διαμορφώνεται, το τοπίο συνεχώς αλλάζει...

Έτσι απλά, πετάχτηκαν οι παλιές προσπάθειες στα σκουπίδια μήπως και καταφέρουμε να προχωρήσουμε στις καινούριες...

Κράτησα μερικά. Τα πιο σπουδαία, τα πιο σημαντικά... Για να θυμάμαι και λίγο από το τότε μου... όχι τόσα, όμως, που να γεμίζουν ασφυκτικά τον φάκελο... Άφησα χώρο για το μέλλον... όποιο κι αν είναι αυτό... αν έρθει... όπως θα έρθει... Εγώ, πάντως, του άφησα χώρο αφήνοντάς μου χώρο...

Πέταγα, πέταγα, πέταγα...

Βρήκα και κάτι στο τέλος... Εκεί, κάτω κάτω, πίσω από όλα... Το είχα ξεχάσει. Ή μάλλον... Δεν το είχα ξεχάσει... Το θυμόμουν... απλά είχα καιρό να το δω και να το διαβάσω... Το θυμόμουν λίγο αλλιώς... και πάλι συγκινητικό... απλά τώρα με τις τωρινές καταστάσεις, μου φάνηκε ακόμα πιο συγκινητικό...

Ένας άνθρωπος... που αφιέρωσε πολλά χρόνια στο θέατρο... αλλά μετά πήρε απόσταση από αυτό... Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν είχαμε μιλήσει από κοντά... που δεν τον είχα γνωρίσει και δεν με είχε γνωρίσει... που τον είχα δει μόνο στην σκηνή και αυτό παλιά όταν ήμουν σχετικά μικρή...

Μου έγραψε ένα μήνυμα... Ένα μήνυμα διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα... που μέσα στο χάος του τότε με έκανε να δακρύσω, να κλάψω, να κρατηθώ από αυτό απεγνωσμένα...

Ένα μήνυμα που ενώ δεν με ήξερε ούτε εμένα ούτε την ιστορία μου, χωρίς να μπορεί να με στηρίξει ή να με υποστηρίξει, χωρίς να έχει τις λύσεις στα προβλήματα ή τις απαντήσεις στα ερωτήματα, με καταλάβαινε και με ένιωθε...

Ένα μήνυμα που ήταν φως, που ήταν ελπίδα.

Είναι φορές που έχεις ανάγκη να ακούσεις αυτά που εσύ γνωρίζεις μα κανένας άλλος δεν μιλάει (τολμάει να μιλήσει;) για αυτά. Έχεις ανάγκη να τα ακούσεις και από κάποιον άλλον. Για να καταλάβεις πως δεν είσαι τρελός. Για να νιώσεις πως δεν είσαι μόνος.

Μου επιβεβαίωσε ότι δεν είμαι ανίκανη επειδή δεν τα βγάζω πέρα, δεν είμαι αδύναμη επειδή δεν τα «καταφέρνω».

Έτσι όπως είναι ο «χώρος» είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί χώρος... για εμένα...

Απλά και μόνο επειδή είμαι αυτό που είμαι...

Το διάβασα και τώρα αυτό το μήνυμα... και πάλι με συγκίνησε... κάθε του λέξη...

Το έβαλα και πάνω πάνω μέσα στον ροζ φάκελο πριν τον κλείσω...

Ώστε αν μπει αργότερα το μέλλον και ενωθεί με το παρελθόν να έχουν έναν σύνδεσμο όμορφο και ομαλό...

Αυτό το μήνυμα να είναι ανάμεσα στα παλιά και στα καινούρια χαρτιά... να γίνεται διαχωριστικό χωρίς να χωρίζει... συνδέοντας, για μια ακόμα φορά, τα χάρτινα κομμάτια του μη χάρτινου εαυτού μου, μέσα στον χάρτινο και μη χάρτινο, χώρο και χρόνο...

7/18/15

Ο γεράκος


Περπάτησα αρκετά. Έπειτα σκέφτηκα... να συνεχίσω να περπατάω ή μήπως να πάρω το τρένο; Και αποφάσισα να πάρω το τρένο για δύο μόνο στάσεις. Θα μπορούσα να περπατήσω απλά ένιωθα λίγο κουρασμένη. Περιμένω το τρένο. Έρχεται το τρένο. Μπαίνω στο τρένο. Περνάει μια στάση. Ανοίγουν οι πόρτες. Μπαίνει ένας γεράκος ο οποίος μιλάει μόνος του, απαγγέλει, τραγουδάει. Για μια διαδρομή μιας στάσης, ο γεράκος συνέχιζε ασταμάτητα, κάποιοι κρυφογελούσαν, κάποιοι αδιαφορούσαν, κάποιοι κοιτούσαν αμήχανα εδώ, εκεί ή αλλού. Κι εγώ; Εγώ... τον άκουγα να μιλάει... για μια Μαριλού... Ξέρω, φυσικά, πως δεν μίλαγε για εμένα... αλλά τι περίεργο... να μπαίνω στο τρένο και να ακούω έναν γεράκο να λέει «Γειά σου, Μαριλού, γαλιάντρα, που θα μείνεις δίχως άντρα!» και «Θα σου φύγω βρε γαλιάντρα Μαριλού...», δεν θυμάμαι την συνέχεια, «για να πάω να μείνω κάπου αλλού;», κάτι τέτοιο... Δεν άντεξα, ήθελα να μοιραστώ με κάποιον, αυτήν την κωμικοτραγική ειρωνία της στιγμής. Γυρνάω στην κοπελίτσα που ήταν δίπλα μου και με κοίταζε όλο νόημα και της λέω με τα χείλια μου «Με λένε Μαριλού...»... Και αυτό ήταν... δεν μπορούσε να κρατηθεί... χαμήλωσε το κεφάλι της και προσπαθούσε να συγκρατήσει το γέλιο της και να μην με κοιτάζει... Εγώ πάλι δεν μπορώ να πω πως μπορούσα να γελάσω... μπορούσα να χαμογελάσω αλλά όχι να γελάσω... άκουγα πράγματα... για «εμένα»... Το τρένο σταμάτησε. Άφησα πίσω τον γεράκο που έλεγε κάτι για τις γυναίκες και κάτι για τους άντρες και τραγουδούσε λαϊκά άσματα, όπως τα είπε και ο ίδιος, κάτι για καρδιές που αλυσοδένονται με χρυσές αλυσίδες και έφυγα ακούγοντας ξανά και ξανά το όνομά μου σε διάφορες φράσεις του με διάφορους τρόπους. Κατέβηκα στην στάση μου και συνέχισα να περπατάω καθώς απομακρυνόμουν όχι από την ιστορία του γεράκου αλλά από την ιστορία μιας Μαριλούς που δεν θα γνωρίσω ποτέ...