(συνέχεια από το «Σαν σήμερα...»)
Και όπως τέντωσα τα χέρια μου ένιωσα κάτι και πετάχτηκα επάνω! Και τον είδα και πάλι απέναντί μου και τον χτύπησα στο κεφάλι με το χέρι μου... «Με χτύπησες!» μου γκρίνιαξε. «Με κοψοχόλιασες!» του φώναξα. «Τι κάνεις εσύ πάλι εδώ; Είναι 8 το πρωί και ήδη θα έπρεπε να είσαι στον δρόμο!» «Ήρθα να δω ότι είσαι καλά... Δεν άνοιγες το τηλέφωνο και...» τον διέκοψα απότομα «Αρκετά! Είμαι ΚΑΛΑ! Και νομίζω δεν έχεις καταλάβει το νόημα του κλειδιού! Το κλειδί υπάρχει ΜΟΝΟ για όταν εγώ ξεχνάω τα κλειδιά μου! Δεν χρησιμοποιείται για ΚΑΝΕΝΑΝ άλλο λόγο! Δώσε μου, το κλειδί...» «Μα...» «Δώσε μου, το κλειδί...» «Μα...» «ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ!» «Καλά καλά μην φωνάζεις, θα σου το δώσω... απλά ήρθα να δω ότι είσαι καλά...» «Είμαι μια χαρά! Πήγαινε τώρα στην δουλειά σου... Μήπως καταφέρω κι εγώ επιτέλους να κοιμηθώ!» και ξαναξάπλωσα, του γύρισα και την πλάτη, κουκουλώθηκα και μέχρι πάνω και έκανα ψέμματα πως ροχαλίζω. Εκείνος άρχισε να γελάει... και μετά σοβάρεψε απότομα. «Δεν ήρθα για εσένα.». Κι εγώ ακινητοποιήθηκα για λίγο. Μετά ξεκουκουλώθηκα... άνοιξα τα μάτια και κοίταζα τον τοίχο ενώ εκείνος συνέχισε «Καλύτερα μην γυρίσεις να με κοιτάξεις γιατί δεν ξέρω αν θα καταφέρω να πω όσα θέλω να πω. Δεν είμαι καλά. Δεν είμαι καθόλου καλά. Δεν νιώθω καλά. Πέρασα πολύ δύσκολο βράδυ χθες. Δεν ξέρω αν θα το ξεπεράσω ποτέ. Νομίζω αυτή είναι η απάντηση: Δεν θα το ξεπεράσω ποτέ. Δεν ξέρω τι με έπιασε χθες. Δεν μπορούσα με τίποτα να μαζέψω τον έαυτό μου. Καταλαβαίνεις; Τα κομμάτια μου... τα ένιωθα... Δεν ξέρω πως τα ένιωθα... Δεν μπορώ να το περιγράψω... Νομίζω μόνο με εσένα μπορώ να το μοιραστώ. Εσύ ξέρεις πώς είναι... Ήταν και εκείνη χάλια χθες... Έπρεπε να μας δεις και τους δυό μας. Και σκεφτόμασταν πως εσύ είσαι στην πιο δύσκολη θέση από όλους. Και αναρωτιόμασταν πώς το χειρίζεσαι όλο αυτό, πώς το αντέχεις. Σκεφτόμασταν πως πρέπει κι εσύ να είχες πολύ δύσκολο βράδυ χθες και πως δεν θα κατάφερες να κοιμηθείς όπως και εμείς. Φοβάμαι και για την σχέση μας. Καταλαβαίνεις; Είναι και εκείνη περίεργα... Είμαι κι εγώ... Εννοώ... Είμαστε και οι δυό μας χάλια... Και ο ένας δεν μπορεί να στηρίξει τον άλλον... Και... Και... Και... Δεν ξέρω τι άλλο να πω... Απλά... Φοβάμαι...» «Μπορώ να γυρίσω τώρα;» είπα σιγά και εκείνος μου απάντησε «Ναι.» ακόμα πιο σιγά... «Ένα ένα... Πρώτα από όλα... Σε περίπτωση που σε παρηγορεί αυτό... Εγώ κοιμήθηκα μια χαρά χθες...» και εκείνος με κοίταξε σαν να μην το πιστεύει... «Αν εξαιρέσεις ότι έβλεπα κάτι φωτιές στον ύπνο μου, και για αυτό ευθύνομαι εγώ (από μέσα μου σκεφτόμουν τα άσβηστα κεριά που σκεφτόμουν λίγο πριν κοιμηθώ αλλά δεν του το είπα για να μην τον στενοχωρήσω παραπάνω), κοιμήθηκα μια χαρά...» Εκείνος γέλασε με τις φωτιές χωρίς να πολυκαταλαβαίνει... και είχε και μια δόση ανακούφισης το βλέμμα του επειδή έμαθε ότι δεν έμεινα κι εγώ ξύπνια όλο το βράδυ... «Πραγματικά, είμαι μια χαρά! Ξεκινάμε, λοιπόν, από το ότι εγώ είμαι καλά και θα είμαι καλά. Και πηγαίνουμε στο επόμενο κεφάλαιο: Εσείς. Αν δεν νιώθατε καλά έπρεπε να μου το πείτε. Και εσύ και η νεράιδα. Δεν καταλαβαίνω πως είναι δυνατόν να μπαίνετε σε διαδικασία σύγκρισής του πόνου! Αν εγώ πονάω παραπάνω, αν εσείς πονάτε λιγότερο! Λες και ο πόνος μετριέται! Θέλω, λοιπόν, να σου πω σταμάτα να νιώθεις ενοχές επειδή πονάς. Δεν πονάς λιγότερο από εμένα. Πονάς διαφορετικά από εμένα. Και έχεις κάθε δικαίωμα να πονάς. Ήταν ένα πολύ κοντινό σου άτομο. Όσο για την σχέση... Δεν σας φοβάμαι. Σας έχω εμπιστοσύνη. Εσύ είσαι ιππότης και εκείνη νεράιδα. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην λειτουργήσει η σχέση. Απλά περνάτε μια δοκιμασία και εσύ πρέπει να βγάλεις το σπαθί σου και εκείνη το ραβδί της. Αλλά πρέπει να μιλήσετε για την δοκιμασία που περνάτε... για να ξέρετε τι ακριβώς είναι αυτό που πολεμάτε μαζί και να ενώσετε τις δυνάμεις σας. Δεν μπορείς να το μοιραστείς μόνο μαζί μου αυτό. Μπορείς να το μοιραστείς και με εκείνην. Πρέπει να το μοιραστείς με εκείνην και εκείνη πρέπει να το μοιραστεί με εσένα. Ξέρω πως εγώ αποφεύγω να μιλήσω για αυτό... Δεν είμαι έτοιμη ακόμα. Αλλά εσένα σε νιώθω να θέλεις να μιλήσεις... και εκείνην την νιώθω να θέλει να μιλήσει... Μιλήστε... Θα είναι καλύτερα... Και σε εμένα μπορείτε να μιλήσετε... Μπορεί να μην μπορώ να μιλήσω... αλλά μπορώ να ακούσω... Μπορείτε να μου πείτε ό,τι θέλετε... Κι εσύ... Μπορείς να μου πεις ό,τι θέλεις... Δεν είναι σωστό να σε εμποδίζει το ότι πιστεύεις ότι πονάω περισσότερο από εσένα... Δεν πονάω περισσότερο από εσένα... Είναι γελοιό και να το συζητάμε... Ποιος πονάει πιο πολύ... Λες και αυτό έχει σημασία... Δεν έχει... Καμία... Και πρέπει να είσαι λίγο πιο ελαστικός με τον εαυτό σου... Μπορείς να έχεις τα πάνω σου και τα κάτω σου... Αυτές οι διακυμάνσεις δεν πειράζει να υπάρχουν... Είναι νωρίς ακόμα... Έχεις κάθε δικαίωμα να είσαι αποσυντονισμένος... Να μην είσαι, λοιπόν, τόσο αυστηρός με εσένα... Εγώ αυτό κάνω... Αφήνω να έρχονται και να φεύγουν τα κύματα... Τα αφήνω να υπάρχουν... και δεν τους δίνω και πολύ σημασία...» «Θα φύγει ο πόνος;» ρώτησε... «Δεν ξέρω... Εγώ αυτό που έχω μάθει είναι πως ο πόνος δεν φεύγει με τον χρόνο, αλλάζει... Δεν ξέρω αν θα φύγει. Ξέρω, όμως, να σου πω με σιγουριά πως δεν θα είναι έτσι όπως τον νιώθεις τώρα. Τόσο έντονος. Τόσο οξύς. Άκουσέ με. Σου έχω εμπιστοσύνη. Θα τα καταφέρεις. Βιώνεις τώρα τον πόνο γιατί έναν χρόνο πριν δεν τον βίωσες... Θυμάσαι που εγώ ήμουν στα πατώματα και εσύ ήσουν ακέραιος σαν βράχος; Ήρθε η δική σου ώρα να αφεθείς στον πόνο... Πέρασε τα στάδιά του, όλα τα στάδια του, και μετά θα είσαι καλύτερα... Θα το δεις. Εγώ είμαι εδώ και για εσένα και για εκείνην. Και μπορείτε να μου μιλάτε όποτε θέλετε... κάνω κι εγώ τις διαδικασίες μου... και σιγά σιγά είμαι και γίνομαι πιο έτοιμη για να συζητήσουμε... Αλλά αν δεν κοιμηθήκατε ένα βράδυ... Το χθεσινό... Μην σε τρομάζει αυτό... Είναι λογικό... Είναι φυσιολογικό... Δεν ήταν ένα οποιοδήποτε βράδυ... Ήταν μια σημαντική νύχτα... Μια πολύτιμη μέρα για όλους μας... Δεν πρέπει να μας ανησυχεί αυτός ο θρήνος... Δείχνει υγεία...» «Μα πώς γίνεται να είσαι τόσο... τόσο... δυνατή;... Αισιόδοξη;...» Γέλασα δειλα «Δεν είναι δύναμη, ούτε αισιοδοξία... Θυμάσαι πώς ήμουν; Εγώ θυμάμαι... Σιγά σιγά μαθαίνεις να τα χειρίζεσαι όλα... Ίσως όχι όλα... Αλλά τα περισσότερα...» «Σε ευχαριστώ.» μου είπε... κι εγώ του απάντησα «Αυτήν την φορά, δεν θα σηκωθώ να σε πάω μέχρι την πόρτα... Θέλω να κοιμηθώ... Πήγαινε να βγεις στον έξω κόσμο και πάρε και το σπαθί σου μαζί... » και εκείνος σηκώθηκε χαμογελώντας, άκουσα τα βήματά του ανάλαφρα πάνω στο ξύλινο πάτωμα, και λίγο πριν βγει του φώναξα να μου αφήσει το κλειδί αλλά δεν με άκουσε... και λίγο πριν κλείσουν τα μάτια μου σκεφτόμουν να δεις και που αύριο... πάλι θα με ξυπνήσει...
Και είχα τόση ανάγκη για μερικές μέρες να κοιμηθώ μέχρι τις 8 και να μην ξυπνήσω από τις 6... και ξέχασα να του το πω... Να με αφήσει να κοιμηθώ μερικές μέρες μέχρι τις 8... χωρίς να ανησυχεί για εμένα... Ξέχασα να του το πω... Κάτι ήθελα να του πω... Κάτι... αλλά τι... και οι σκέψεις μου άρχιζαν να θολώνουν και γίνονται όνειρο... «Και η ζωή συνεχίζει... Για εμάς τους υπόλοιπους... που είμαστε ακόμα εδώ...»... Ζωή... Εμάς... Εδώ...
Σκέφτηκα μέσα στην ομίχλη του μυαλού μου...
Και άκουσα την πόρτα να κλείνει...
No comments:
Post a Comment