4/26/14

Το ποιήμα



Μικρό κοριτσάκι...

Σε έβαλε ο δάσκαλος να διαβάσεις ένα ποιήμα... Το πρώτο σου ποιήμα... Μπροστά σε όλη την τάξη... Και εκεί που όλα τα παιδάκια το διάβασαν γρήγορα για να προσπεράσουν την στιγμή... Εσύ το διάβασες... Αργά και καθαρά και δυνατά... γιατί ήθελες να καταλάβεις την κάθε λέξη... την κάθε τελεία... το κάθε κόμμα... Και παρόλο που οι λέξεις σου φαίνονταν πολύ δύσκολες... και η σύνταξη πολύ περίεργη... κατάφερες να βρεις το νόημα πίσω από αυτές... και να μεταφέρεις την ουσία τους...

Και άρχισες να δακρύζεις... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και άρχισε να τρέμει η φωνή σου... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και άρχισες να κλαις... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και σταμάτησες να κλαις... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και η φωνή σου έγινε σταθερή... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και σκούπισες τα δάκρυά σου... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και χαμογέλασες... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και γέλασες ειρωνικά... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και γέλασες νευρικά... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και γέλασες ασταμάτητα... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και σταμάτησες να γελάς... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και έκανες παύσεις... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και πήρες βαθιές αναπνοές... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και ένιωσες σαν να γράφτηκε το κάθετι για εσένα... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και ένιωσες σαν να είσαι εσύ αυτές οι λέξεις... αλλά συνέχισες να διαβάζεις... Και όταν έφτασε στο τέλος του... μόνο τότε... με την καρδιά σου να χτυπάει γρήγορα και δυνατά γιατί δεν ήξερες πώς να ονομάσεις αυτό που μόλις συνέβηκε... σταμάτησες να διαβάζεις... και σήκωσες το κεφάλι σου και είδες όλα τα πρόσωπα γύρω δακρυσμένα... Στην σχολική τάξη επικρατούσε σιωπή... Και όλα τα παιδάκια σε κοιτούσαν με έναν τρόπο που δεν σε έχουν κοιτάξει ποτέ...

Τότε ο δάσκαλος ήρθε σου πήρε θυμωμένος το ποιήμα από το χέρι και το έδωσε σε ένα άλλο παιδί... Και δεν κατάλαβες... ούτε γιατί ήταν θυμωμένος... ούτε γιατί σου πήρε το ποίημα... το δικό σου ποιήμα... Σε κανένα άλλο παιδάκι δεν πήρε το ποιήμα... Σου είπε πως δεν θα πεις ποιήμα στην γιορτή χωρίς καμία εξήγηση... και έτσι κι έγινε... Στην γιορτή ήσουν το μόνο παιδάκι που δεν είπε ποιήμα... και δεν μπορούσες να αποδεχτείς... ότι το ποιήμα που είχες νιώσει να είσαι εσύ... απλά το είπε ένα άλλο παιδάκι... και στο τέλος της γιορτής αφού έφυγαν όλοι... πήγες κρυφά... σε μία άδεια τάξη... και είπες το ποίημα σου... χωρίς να σε ακούει κανένας... Για να νιώσεις πως ήσουν και εσύ μέρος της γιορτής... Για να νιώσεις πως ταιριάζεις κι εσύ... Έστω και λίγο... Σε αυτόν τον κόσμο... Και ένιωσες ακριβώς όπως ένιωσες και την πρώτη φορά που το διάβασες... μόνο που τώρα επειδή δεν κρατούσες στα χέρια σου το χαρτί, αφού από τις τόσες φορές που το είχες διαβάσει κάθε λέξη είχε γίνει πια δική σου, έκανες και κάποιες αχνές κινήσεις... που ακολουθούσαν τα όσα έλεγες... Και ένιωθες σαν να κάνεις την μεγαλύτερη ανακάλυψη του κόσμου...

Τότε, σε αυτήν την τόσο ιδιαίτερη, ξεχωριστή, μοναδική στιγμή σου, σε βρήκε ο δάσκαλος... Και πάλι ήταν θυμωμένος... Σε έβγαλε από την τάξη... Σε έβγαλε από τους διαδρόμους... Σε έβγαλε από την αυλή... Σε έβγαλε από το σχολείο... Σε έβγαλε και από την κοινωνία... Μα δεν σε ένοιαζε γιατί ήσουν ευτυχισμένη... Δεν υπήρχε πια τίποτα να σου πάρει... Το ποίημα ήταν μέσα σου... δεν ήταν σε χαρτί για να μπορεί να το δώσει σε κάποιον άλλον...

Και αν και δεν πήρες μέρος σε καμία γιορτή... Και αν και δεν ταίριαξες ποτέ σε αυτόν τον κόσμο...

Δεν είχε καμία σημασία...

Γιατί...

Ευτυχώς, για εσένα....

Δεν χρειάζεται να ταιριάξεις για να πεις το δικό σου ποιήμα...

Και έτσι συνέχισες να λες το ποίημα σου σε άδειες ή γεμάτες τάξεις...
Και συνέχισαν να υπάρχουν γύρω σου δακρυσμένα πρόσωπα...
Και τον θυμό του δασκάλου σου, που πια μπορούσες να δεις τι κρύβεται πίσω από αυτόν, τον συνάντησες πολλές φορές και με διαφορετικές μορφές...

Και το ποιήμα σου...
Δεν κινδυνεύει...

Θα υπάρχει...
Για όσο το λες...

Και αυτό είναι το μόνο που θα ήθελε να κάνεις και εκείνο το μικρό κοριτσάκι...

No comments:

Post a Comment