12/5/14

Περπατούσα στον δρόμο και... (13)



Περπατούσα στον δρόμο και... δεν ήμουν μόνη μου... ήταν και εκείνος μαζί μου... Τον συνάντησα τυχαία... και έτσι περπατούσαμε μαζί... είχαμε περάσει περίπου μισό λεπτό μη αμήχανης σιωπής όταν μου είπε...

«Πες μου μια ιστορία... μια ιστορία από εκείνες τις δικές σου...»

Τον κοίταξα παράξενα... Εκείνος συνέχισε...

«Από εκείνες που μου έλεγες παλιά και μου έφτιαχναν την διάθεση... Από εκείνες που με έκαναν να χαμογελάω... και που με έκαναν και να προβληματίζομαι... Δεν ξέρω τι ιστορία... Από εκείνες που έφτιαχνες... έτσι... αυθόρμητα και απλά... »

Τώρα τον κοίταζα λίγο αγχωμένα... Εκείνος συνέχισε ερμηνεύοντας σωστά το δεύτερο βλέμμα μου...

«Ναι, το ξέρω... δεν έχουμε πολύ χρόνο... έχεις μέχρι εκείνη την γνωστή στροφή που θα χωριστούμε... για να φτιάξεις μια ιστορία... αλλά, είμαι σίγουρος, ακόμα και σε τόσο λίγο χρόνο εσύ μπορείς να φτιάξεις μια ιστορία... έχεις μερικά τετράγωνα πεζοδρομίου χρόνου... για να μου πεις την ιστορία σου...»

Αυτό ήταν πρόκληση... Και δεν έλεγα «όχι» στις προκλήσεις...

«Τι πρωταγωνιστή θέλεις;» τον ρώτησα προσπαθώντας να κρατήσω τον ενθουσιασμό μου που ήδη άρχιζε να γεννιέται...

«Δεν ξέρω... Δική σου η ιστορία, δικοί σου οι κανόνες, δικοί σου και οι πρωταγωνιστές...» είπε εκείνος και στο ύφος του κατάλαβα πως ήξερε πως με είχε πείσει... Θα ακολουθούσε ιστορία...

«Ωραία, λοιπόν!!!» είπα και προσπάθησα να υπολογίσω πόσος είναι περίπου ο χρόνος που έχω... μέχρι εκείνη την γνωστή στροφή... Δεν ήταν λίγος μα δεν ήταν και πολύς... Έπρεπε, λοιπόν, η ιστορία μου να κυλήσει όσο πιο γρήγορα και απλά γίνεται...

«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν...» ξεκίνησα...

«Ένας άντρας.» είπαμε μαζί...

Τον κοίταξα αυστηρά...

«Ήθελα πολύ ο πρωταγωνιστής να είναι ένας άντρας!» είπε απολογητικά...

«Ήμουν σίγουρη.» του είπα... «και για αυτό το επέλεξα κι εγώ... Δεν ήσουν ποτέ ενθουσιασμένος με τις ιστορίες μου που είχαν πρωταγωνίστριες νεράιδες ή πριγκήπισσες ή πολεμίστριες ή, γενικά, γυναικείους πρωταγωνιστικούς ρόλους... τώρα που το σκέφτομαι... ίσως θα έπρεπε να το σκεφτείς αυτό... Αλλά, τέλος πάντων, αν θέλεις να προλάβουμε να έχουμε ολοκληρωμένη ιστορία... απαγορεύονται οι διακοπές, οι διορθώσεις ή οι εντολές ή οτιδήποτε άλλο!»

Έγνευσε καταφατικά...

«Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν... Ήταν ένας άντρας. Ένας νεαρός. 17-18 χρονών. Και ήταν διαφορετικός...»

Εκείνος γέλασε «Πολύ πρωτότυπο για τις ιστορίες σου!... Το να είναι κάποιος... διαφορετικός...»

Τον κοίταξα, με ύφος ψιλοψευτικοεκνευρισμένο... «Θέλεις να σου πω την ιστορία μου ή δεν θέλεις;»

Εκείνος σταμάτησε να γελάει...

«Δική μου η ιστορία. Δικοί μου οι κανόνες. Ήταν διαφορετικός! Ένιωθε, δηλαδή, διαφορετικός από όλους τους υπόλοιπους. Οι φίλοι του ήθελαν να τον κάνουν να γίνει ίδιος... και με εκείνους και με όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους... Επειδή, όμως, δεν μπορούσαν να τον πείσουν μέσα από τις διάφορες συζητήσεις τους... αποφάσισαν να κάνουν κάτι άλλο... Είχαν την ιδέα να του το δείχνουν σε κάθε ευκαιρία μέσα από τα δώρα τους... Του πήραν δώρο τηλεόραση... ενώ εκείνος δεν είχε και δεν ήθελε τηλεόραση... Οι φίλοι του, όμως, πίστευαν πως δεν γίνεται στον κόσμο του σήμερα να μην ενημερώνεσαι από την τηλεόραση... Του πήραν δώρο ένα αυτοκίνητο... ενώ αυτός δεν ήξερε να οδηγάει και δεν ήθελε και να μάθει να οδηγάει... Οι φίλοι του, όμως, πίστευαν πως δεν γίνεται στον κόσμο του σήμερα να μην μετακινείσαι με το αυτοκίνητο... Του πήραν δώρο μία μεγάλη κορνίζα τοίχου... γράφοντας του πως είναι για το μελλοντικό πτυχίο του... ενώ αυτός δεν ήθελε να πάει σε κανένα πανεπιστημίο και δεν ήθελε να σπουδάσει κανένα αντικείμενο... Οι φίλοι του, όμως, πίστευαν πως δεν γίνεται στον κόσμο του σήμερα να μην έχεις ούτε ένα πτυχίο... Του πήραν δώρο ακόμα και μία μικρή κοπέλα δρόμου... γράφοντας του πως είναι για το μελλοντικό βιογραφικό του... λες και η κοπέλα είναι κάτι σαν την κορνίζα... κάτι που αγοράζεται... κάτι που πουλιέται... κάτι που χαρίζεται... και κάτι που κρεμιέται... αυτός δεν ήθελε τον πληρωμένο έρωτα... δεν ήθελε την πουλημένη σχέση... Οι φίλοι του, όμως, πίστευαν πως δεν γίνεται στον κόσμο του σήμερα να μην έχεις ούτε μία τέτοια εμπειρία... Και όταν είδε την κοπέλα έξω από το σπίτι του... ήξερε πως η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο... της είπε να φύγει... αλλά εκείνη του είπε να μείνει... αφού, έτσι κι αλλιώς, είχε πληρωθεί το βράδυ της. Να μείνει και απλά να συζητήσουν... Και έτσι κι έγινε... Έμεινε και συζήτησαν...»

Διέκοψα τον εαυτό μου για να τον ρωτήσω

«Πόσα τετράγωνα χρόνου έχω;»

«Έχεις... Έχεις! Συνέχισε!» μου είπε... και εγώ συνέχισα...

«Συζήτησαν για τα πάντα... Συζήτησαν για την ζωή, συζήτησαν για τους ανθρώπους, συζήτησαν για την επικοινωνία, συζήτησαν για την φιλία, συζήτησαν για τους στόχους, συζήτησαν για τα όνειρα, συζήτησαν ακόμα και για τον έρωτα... Συζήτησαν και για το να είναι κάποιος διαφορετικός και να μην τον καταλαβαίνουν... Και αυτή η συζήτηση... εκείνης της νύχτας... κάτι του άλλαξε... μέσα του... Βλέπεις, είχε απέναντι του... μια κοπέλα... που ένιωθε κι εκείνη διαφορετική... ήθελε να ξεφύγει από την ζωή της... αλλά γνώριζε πως δεν είναι εύκολο... Ήταν πολύ έξυπνη και μορφωμένη... και η συζήτηση μαζί της... ήταν ευχάριστη... και ζωντανή... ήταν όμως και πολύ πληγωμένη... και η συζήτηση τους είχε και θέματα «σκοτεινά»... βαθιά και ουσιαστικά... από εκείνα τα θέματα για τα οποία κανείς δεν μιλάει... αλλά εκείνη με την ζωή που είχε ζήσει δεν φοβόταν να μιλήσει για αυτά... Έτσι την επόμενη ημέρα... ξύπνησε αλλαγμένος... και παρόλο που είχε κοιμηθεί ελάχιστα... ένιωσε για πρώτη φορά στην ζωή του... ξεκούραστος... Σαν να ξέρει τι θέλει και τι πρέπει να κάνει στην ζωή του... Είναι από εκείνες τις αλλαγές που συμβαίνουν απότομα και όχι σιγά σιγά... Μέσα στις επόμενες ημέρες... Πούλησε την τηλεόραση... και πήρε έναν υπολογιστή... χαρτιά, τετράδια και στυλό... Πούλησε και το αυτοκίνητο και πήρε ένα ποδήλατο... και κάτι άλλα πραγματάκια που χρειαζόταν... και τα υπόλοιπα χρήματα τα έβαλε σε έναν φάκελο και τα έβαλε στην άκρη για να τα δώσει στην κοπέλα... γιατί γνώριζε πως όφειλε πολλά σε εκείνη την συζήτησή τους... και σε εκείνη την βραδιά... Μα τελικά ντράπηκε να της τα δώσει...»

«Πούλησε και την κορνίζα...» μου είπε εκείνος διακόπτοντας με στιγμιαία...

«Όχι, την κορνίζα δεν την πούλησε... Την κράτησε για να έχει κάτι από τους φίλους του... Γνώριζε πως τώρα που άρχισε να αλλάζει πολλοί από τους, μέχρι τότε, φίλους του δεν θα έμεναν δίπλα του εξαιτίας αυτής της αλλαγής... Και έτσι κι έγινε... Πολλοί φίλοι του, οι περισσότεροι, σχεδόν όλοι, άρχισαν, σιγά σιγά, να απομακρύνονται... Αλλά ήξερε πως αυτό ήταν το τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσει... Το τίμημα της αλλαγής... Και, μετά, άρχισε να γράφει... να γράφει... και να γράφει... και να γράφει ακόμα περισσότερο... όλο και πιο πολύ... και όλο και πιο πολύ... Βλέπεις... Δεν χρειάζεται τηλεόραση για να γράψεις... Δεν χρειάζεται αυτοκίνητο για να γράψεις... Δεν χρειάζεται πτυχίο για να γράψεις... Γιατί το γράψιμο ανήκει σε όλους... όπως και οι ιδέες ανήκουν σε όλους... Το μόνο που χρειάζεται για να γράψεις είναι... η ζωή... η ίδια η ζωή... Και αν και μόνο 18 χρονών είχε μια γεμάτη ζωή... με πολλές δυσκολίες... και πολλές δυστυχίες... Και έτσι η ζωή του οδηγούσε το χέρι του... και γραφόταν... Και μετά από πολύ καιρό... γραψίματος... σβησίματος... διορθώματος... διαβάσματος... εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο... Το δικό του πρώτο βιβλίο... Το ονόμασε «Φίλοι» και έγραφε μέσα για το τι σημαίνει να είσαι φίλος... τι σημαίνει υποστηρίζω... τι σημαίνει βοηθάω... τι σημαίνει καταλαβαίνω... τι σημαίνει αποδέχομαι... Και έγινε διάσημος... πολύ πολύ διάσημος... Το βιβλίο του το συναντούσες παντού... Στα βιβλιοπωλεία, στις βιτρίνες, στα χέρια των ανθρώπων στα τρένα... Τον έμαθε όλος ο κόσμος... Εκείνον δεν τον ενδιέφερε να τον μάθει όλος ο κόσμος... αλλά ο κόσμος τον έμαθε... Και έβγαλε πολλά χρήματα... πολλά πολλά χρήματα... Και σε αυτήν την κορνίζα... την κορνίζα του πτυχίου... κρέμασε το εξώφυλλο του βιβλίου του... στην κορνίζα των φίλων κρέμασε την «Φιλία»...»

«Και η κοπέλα;» με ρώτησε... «Τι έγινε με την κοπέλα;» και ήταν η πρώτη φορά που με ρώτησε για γυναικείο χαραχτήρα...

«Η κοπέλα, φυσικά, τον ερωτεύτηκε... Η κοπέλα πάντα ερωτεύεται... Κράτησαν επαφή... Συναντιόντουσαν... Συζητούσαν... Σε όλη την πορεία του γραψίματος... Και αυτός την ερωτεύτηκε... Και δεν χρειάστηκε να πληρωθεί ο έρωτας για να υπάρξει... Ούτε χρειάστηκε να αγοραστεί για να ολοκληρωθεί... Και άρχισαν να γράφουν μαζί... Και το επόμενο βιβλίο ήταν και των δυό τους... Το δεύτερο του βιβλίο ήταν το πρώτο δικό τους βιβλίο... Και το ονόμασαν... «Διαφορετικότητα»... και έγινε και εκείνο μεγάλη επιτυχία... Και έτσι εκείνη ξέφυγε από την παλιά ζωή της... Και έτσι εκείνος έφυγε από την παλιά ζωή του... Και έτσι άρχισαν να ζουν μαζί την κοινή τους ζωή... Γράφοντας βιβλία... Είτε ο καθένας μόνος του... Είτε και οι δύο μαζί... Γράφοντας... Γράφοντας... Γράφοντας...»

«Ιστορίες» είπαμε μαζί.

«Ακριβώς» είπα χαμογελώντας... «Γράφοντας ιστορίες... Γιατί όπως σου έλεγα και παλιά...»

«Οι καλές ιστορίες μπορούν να κάνουν τον κόσμο καλύτερο...» συμπλήρωσε εκείνος.

«Κάπως έτσι...» είπα και σταμάτησα στην στροφή... «Και εκείνο τον φάκελο με τα χρήματα... Εκείνο που δεν δόθηκε ποτέ από εκείνον σε εκείνην... Ξέρεις τι έγινε;»

Με κοίταξε ερωτηματικά...

«Έγραψε πάνω μια τυχαία διεύθυνση μαζί με μία φράση και το έστειλε κάπου... Έτσι σαν ένα δώρο από το πουθενά... σε έναν άγνωστο... Η φράση ήταν «Μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για να υποστηρίξουν όνειρα.» και η διεύθυνση που έτυχε το χέρι του να γράψει πάνω στον φάκελο... είναι η δική σου... ο άγνωστος που το έστειλε... είσαι εσύ...

Μου χαμογέλασε...

«Είναι βασισμένο σε αληθινή ιστορία;» με ρώτησε.

«Πάντα είναι βασισμένο σε αληθινή ιστορία, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, κάτι είναι αληθινό...» απάντησα.

«Ποια είσαι εσύ μέσα στην ιστορία; Ο νεαρός; Η κοπέλα; Οι φίλοι;» με ρώτησε.

«Δεν μπορώ να είμαι όλοι μαζί ή να μην είμαι κανένας;» απάντησα ρωτώντας.

Και εκείνος χαμογέλασε.

«Κάπου εδώ πρέπει να φύγω» μου είπε... «Ήταν ωραία ιστορία...»

«Όχι, και τόσο ωραία... αλλά για τις συνθήκες... συμπαθητική...» είπα σιγά... και συμπλήρωσα... «Μην αγχώνεσαι» του είπα... και εκείνος με κοίταξε έκπληκτος. «Μην αγχώνεσαι.» επανέλαβα... «Η έμπνευση σου θα έρθει... Πάντα έρχεται... Δεν χρειάζεται και πολύ για να καταλάβω τι έχει συμβεί... Όποτε μου ζητούσες να σου πω ιστορία... Ήταν σχεδόν πάντα όταν ένιωθες πως έχασες το συγγραφικό σου ταλέντο... Είσαι συγγραφέας... Πάντα είσαι και πάντα θα είσαι... Ό,τι κι αν συμβαίνει στην ζωή σου... Τα βιβλία σου είναι πολύ πολύ καλά... Και αν αργήσει λίγο το επόμενο βιβλίο... δεν έγινε απολύτως τίποτα... Δώσε χώρο στο μυαλό σου... και χρόνο στον εαυτό σου... και όλα θα γίνουν... Είσαι ο διαφορετικός φίλος μου... και αν έχεις ένα βασικό χαραχτηριστικό είναι ότι πάντα, πάντα, πάντα... τα βγάζεις πέρα... και μετά συνεχίζεις να γράφεις...»

Με αγκάλιασε...

«Σε ευχαριστώ... Και για την ιστορία σου... αλλά και για τον επίλογο εκτός ιστορίας...»

Και έπειτα μου είπε...

«Πάντως, αν δεν ήσουν όλοι μέσα στην ιστορία... αν ήταν να διαλέξω μόνο κάτι για εσένα... ξέρω τι θα διάλεγα...»

Τον κοίταξα...

«Το δεύτερο βιβλίο...» μου είπε.

«Διαφορετικότητα.» είπαμε μαζί...

Και με αυτήν την λέξη... χωριστήκαμε...

Και έπειτα εγώ συνέχισα να περπατάω και αναρωτιόμουν... αν ήμουν βιβλίο... ποιος θα ήταν άραγε ο τίτλος μου... και, κάπως έτσι, έφυγα από την ιστορία που μόλις δημιούργησα για να μεταφερθώ στην ιστορία που κάθε μέρα δημιουργώ... την ιστορία της ζωής μου... και συνέχισα να περπατάω... στον δρόμο... που όταν περπατάω όλο και κάτι συμβαίνει... όλο και κάποια καινούρια ιστορία γράφεται...


No comments:

Post a Comment