12/11/13

Περπατούσα στο δρόμο και... (9)



Περπατούσα στο δρόμο και... περπατούσε και κάποιος μαζί μου. Όχι δίπλα μου. Πίσω μου. Όχι γνωστός μου. Άγνωστος. Άκουγα τα βήματά του να πηγαίνουν με τον ρυθμό των δικών μου βημάτων. Δοκίμασα να πάω πιο γρήγορα. Τα βήματα πίσω μου πήγαν και εκείνα πιο γρήγορα. Δοκίμασα να πάω πιο αργά. Τα βήματα πίσω μου πήγαν και εκείνα πιο αργά. Αποφάσισα να αλλάξω κατεύθυνση και έστριψα στην πρώτη στροφή. Για λίγα δευτερόλεπτα είχα την ελπίδα πως τα βήματα πίσω μου δεν θα με ακολουθούσαν και μετά την στροφή. Αλλά μετά από λίγο τα άκουσα και εκείνα να στρίβουν και με τον ήχο εκείνων των βημάτων η ελπίδα όπως ήρθε έφυγε. Σταμάτησα απότομα. Σταμάτησαν και εκείνα απότομα. Ξανάρχισα να περπατάω. Ξανάρχισαν και εκείνα να περπατάνε. Πήγα σε ευθεία. Πήγαν σε ευθεία. Έκανα ελιγμούς. Έκαναν ελιγμούς. Άλλαξαν πεζοδρόμιο. Άλλαξαν πεζοδρόμιο. Ήταν γεγονός. Κάποιος με ακολουθούσε. Ήταν, επίσης, γεγονός. Είχε επιστρέψει ο φόβος. Μα γιατί είχε επιστρέψει ο φόβος; Νομίζα πως είχα τελειώσει μια για πάντα με το θέμα του φόβου-δρόμου (λες και γίνεται να τελειώσεις μια για πάντα με τέτοια θέματα! Τέλος πάντων... απλά μου έκανε εντύπωση πόσο εύκολα επέστρεψε ο φόβος σε σχέση με το πόσο δύσκολο ήταν να φύγει...). Μου είχαν συμβεί στο δρόμο σε όλη μου την ζωή τρία «σκηνικά» και, κάθε φορά, χρειαζόμουν τον χρόνο μου για να ξεπεράσω το ό,τι συνέβηκε. Και, κάποια στιγμή, ξύπνησα και αποφάσισα να σταματήσω να φοβάμαι. Δεν άντεχα να ζω με τον φόβο αν και τι και πώς και πού και πότε θα συμβεί... Και ήταν τόσο ωραία! Το να ζω χωρίς φόβο! Τώρα, λοιπόν; Γιατί ήταν εδώ ο φόβος για μια ακόμα φορά; Συνέχιζα να περπατάω ενώ είχα δίλημμα τι να κάνω στην επόμενη στροφή... Να στρίψω; Να μην στρίψω; Να στρίψω; Να μην στρίψω; Τελικά αποφάσισα να στρίψω και, φυσικά, αποφάσισαν να στρίψουν και τα βήματα πίσω από εμένα. Σε αυτήν την στροφή, όμως, πρόλαβα να ρίξω μια κλεφτή ματιά για να δω την σκοτεινή φιγούρα που περπατούσε, ευτυχώς, αρκετά πίσω από εμένα... Ήταν τρομαχτική... Να τρέξω; Να μην τρέξω; Να τρέξω; Να μην τρέξω; Τελικά αποφάσισα να μην τρέξω και, φυσικά, αποφάσισαν να μην τρέξουν και τα βήματα πίσω από εμένα. Αν έτρεχα μπορεί να προλάβαινα να φύγω γρήγορα από αυτά τα δρομάκια και από τα σκοτεινά βήματα που με ακολουθούσαν... Τρέχω πολύ πολύ γρήγορα... Σπάνια με προλαβαίνει κάποιος... Ναι... Ναι... Αν έτρεχα... η σκοτεινή φιγούρα αποκλειόταν να με προλάβει... αλλά το τρέξιμο δείχνει πανικό. Και δεν ήθελα να δείξω πανικό...Ψυχραιμία. Δεν πρέπει να δείξεις ότι φοβάσαι. Μα είμαι μέσα στις ερημιές (αλήθεια, πού είμαι;)... και έχει επιστρέψει ο φόβος (αλήθεια, γιατί έχει επιστρέψει;). Πώς θα καταφέρω να δείξω ότι δεν φοβάμαι; Σκέψου. Σκέψου. Σκέψου. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις είναι να πας κάπου με κόσμο... Κάπου με φως... Αλλά δεν βλέπω ούτε ένα ανοιχτό κατάστημα... Δεν βλέπω ούτε μία φωτεινή ταμπέλα... Ούτε ένα φαρμακείο... Ούτε ένα περίπτερο... Και δεν έχει ούτε έναν άνθρωπο πουθενά... Ψυχραιμία. Άκουσα τα βήματα πίσω μου να πήγαινουν πιο γρήγορα... και ξεχνώντας εντελώς το να μην δείξω ότι φοβάμαι... περπάτησα – ένιωσα τα πόδια μου να περπατάνε – πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο αγχωμένα... Στο μυαλό μου περνούσαν γρήγορα όλα όσα έχω μάθει στην αυτοάμυνα... Δεν έχει σημασία η δύναμη... Τα σημεία... Να θυμάμαι τα σημεία... Τα αδύναμα σημεία... Λοιπόν... Στο πρόσωπο; Πού χτυπάω στο πρόσωπο; Πώς χτυπάω στο πρόσωπο; Συγκεντρώσου... Θυμίσου τι σου έλεγε ο δάσκαλος... Ναι, αλλά εδώ δεν είσαι με τον δάσκαλο... δεν έχει στρώματα... και συμμαθητές... και δασκάλους... και καθρέφτες... Δεν είσαι σε τάξη... Δεν είσαι σε μάθημα... Εδώ είναι ζωή... Συμβαίνει τώρα... Συγκεντρώσου... Μπορεί να μην καταφέρω να τον βάλω κάτω... Αλλά μπορώ να κερδίσω χρόνο... Και αν κερδίσω χρόνο... Απλά θα τρέξω... Τα βήματα πίσω μου άρχισαν να πηγαίνουν ακόμα πιο γρήγορα και εγώ έστριψα στην πρώτη στροφή, χωρίς να το σκεφτώ και χωρίς να έχω ιδέα πού πηγαίνω, και εκεί επιτάχυνα... Και άκουσα τα βήματα πίσω μου να στρίβουν και να επιταχύνουν κι αυτά... Κοίταξα μπροστά μου, ήμουν σε ένα ακόμα σκοτεινό δρομάκι... Σαν λαβύρινθος είναι αυτή η περιοχή... Δεν θα τα καταφέρω ποτέ να βγω σε έναν μεγάλο δρόμο... Άκουσα τα βήματα πίσω μου να περπατάνε σε ακόμα πιο γρήγορο ρυθμό και να με πλησιάζουν όλο και πιο πολύ και άρχισα να αγχώνομαι όλο και πιο πολύ και όλο και πιο πολύ... και ξαφνικά εκεί στο τέλος στο δρομάκι μπροστά μου είδα κάτι να κινείται... Ναι, εκεί στο τέλος... μια λεπτή ψιλή φιγούρα περπατούσε κρατώντας μια μπάλα στο ένα της χέρι... Ένιωσα ανακούφιση... και επιτάχυνα ακούγοντας τα βήματα πίσω μου να επιβραδύνουν... Άρχισα να πλησιάζω την ψιλόλιγνη σκιά όλο και πιο πολύ και όλο και πιο πολύ και ένιωθα να απομακρύνομαι από την τρομαχτική σκιά όλο και πιο πολύ και όλο και πολύ... Τα βήματα πίσω μου ακούγονταν πιο διστακτικά... σε αντίθεση με τα βήματα μπροστά μου που ακούγονταν ανέμελα... Έφτασα πολύ κοντά στην ψιλή λεπτή φιγούρα που περπατούσε χωρίς καμία αίσθηση του φόβου αγνοώντας την δική μου κατάσταση... και άρχισα να περπατάω πίσω της... Σε μια απόσταση τόση ώστε και να νιώθω ασφάλεια αλλά και να μην το καταλάβει η φιγούρα μπροστά μου... Προφανώς, δεν τα κατάφερα και τόσο καλά με το να μην το καταλάβει η ψιλόλιγνη σκιά... γιατί η ευγενική φιγούρα έστριψε το κεφάλι της και είδα το πρόσωπο ενός νεαρού να με κοιτάζει ερωτηματικά και με περιέργεια... και ήταν και το πρόσωπο τόσο ευγενικό όσο και το περπάτημα... Και το μόνο που μπόρεσα να πω ήταν «Κάποιος με ακολουθεί...» Εκείνος χωρίς να χρειαστεί να πω τίποτα άλλο καθυστέρησε λίγο το βήμα του έτσι ώστε να τον προλάβει το περπάτημά μου και να περπατήσουμε μαζί δίπλα δίπλα... «Είναι καλύτερα, τώρα;» με ρώτησε... Και εγώ έγνεψα καταφατικά νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τον άγνωστο νεαρό που συνάντησα μέσα στις ερημιές. Τα βήματα περπατούσαν ακόμα πίσω μας αλλά ακόμα πιο διστακτικά. Στρίψαμε στην στροφή και είδα τον έφηβο-ενήλικο να ρίχνει και εκείνος κλεφτές ματιές για να δει ποιος μας ακολουθεί... Ψιλογέλασε λέγοντας «Βρήκες άνθρωπο να σε προστατέψει! Μισή μερίδα άνθρωπο!». Φαινόταν ότι το κάνει για να με χαλαρώσει... και το κατάφερνε... «Αυτός είναι σαν να βγήκε από θρίλερ... Σου το λέω να το ξέρεις... Αν παλέψουμε... Δεν έχω καμία ελπίδα μαζί του...» ψιθύρισε με μια ελαφριά δόση αυτοσάτιρας... και ο φόβος παραδόξως είχε αρχίσει ήδη να φεύγει... Η ματιά μου στράφηκε στην μπάλα του που φωτίστηκε κάπως περίεργα από μία λάμπα στο δρομάκι που περπατούσαμε... «Μπάσκετ;!» ρώτησα και δεν ρώτησα, σαν να ρωτάω και να απαντάω στον εαυτό μου... και εκείνος παραξενεύτηκε με την αλλαγή του θέματός μου... και μετά ο ήχος των βημάτων του τρομαχτικού μου ακόλουθου με επανέφερε στην πραγματικότητα και είπα σιγά και γρήγορα «Άκου, λοιπόν, μικρέ ουρανοκατέβατε μπασκετμπολίστα. Δεν χρειάζεται να με προστατέψεις... Και μόνο που περπατάμε μαζί νιώθω καλύτερα... Άρχισε να φεύγει ο φόβος... Ξέρω να προστατεύω τον έαυτό μου... Απλά για κάποιο λόγο με έπιασε πανικός... Από εδώ και πέρα θα το χειριστώ εγώ... Πες μου, μόνο προς τα πού είναι το τρένο... ο πιο κοντινός σταθμός... Γιατί έχω μπερδευτεί σε αυτά τα σκοτεινά δρομάκια... Όλα ίδια μου φαίνονται... Δείξε μου προς τα πού να πάω... και θα πάω...» «Σιγά μην σε αφήσω μόνη σου, με αυτόν τον – «βγήκα από ταινία θρίλερ» – να σε ακολουθεί... Να διαβάσω αύριο τίποτα στις εφημερίδες και να νιώσω τύψεις ή ενοχές ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων...» και εγώ ψιλοχαμογέλασα «Έτσι μπράβο!» μου είπε... και για λίγο έδιωξε τον ήχο των βημάτων που συνέχιζαν να περπατάνε πίσω μας... «Θα σε πάω μέχρι το τρένο...» είπε αποφασιστικά. Και εγώ αναρωτήθηκα πότε ήταν η τελευταία φορά που κάποιος με πήγε μέχρι το τρένο... Ή αν είχε υπάρξει ποτέ τέτοια φορά... Που κάποιος απλά να με πάει μέχρι εκεί που θέλω να πάω... Ας μην είμαι άδικη... είχε υπάρξει... Μα είχε υπάρξει; Νομίζω δεν είχε υπάρξει... Κι αν είχε υπάρξει θα ήταν πριν πολύ πολύ καιρό... Ήταν αυτός ο υποτιθέμενος (;) δυναμισμός που εξέπεμπα... και ποτέ κανείς δεν με πήγαινε μέχρι κάπου... Άκου τώρα θέμα με το οποίο βρήκε να ασχοληθεί το μυαλό μου... Για κάποιο λόγο με συγκίνησε η τόσο, χωρίς σκέψη και χωρίς διαπραγμάτευση, όμορφη και απλή κίνησή του... Είχα απέναντί μου ένα αγόρι που δεν ήταν αγόρι... ένα αγόρι που φαινόταν ότι ανυπομονονεί να μεγαλώσει και συμπεριφερόταν σαν ώριμος άνδρας. Ενώ φοβόταν και αυτός την σκοτεινή φιγούρα πίσω μας... (και φαινόταν αυτό στο βλέμμα του, αν και ήθελε να το κρύψει από εμένα)... Ξεπερνούσε τον φόβο του... Συνέχιζε να περπατάει μαζί μου... και θα με πήγαινε και μέχρι το τρένο... Περπατούσαμε σχετικά γρήγορα... ενώ τα βήματα πίσω μας έχω την αίσθηση ότι πήγαιναν όλο και πιο αργά... και πηγαίναμε μέσα από κάτι περίεργα δρομάκια αλλά ο νεαρός φαινόταν να γνωρίζει καλά την περιοχή και για κάποιο λόγο μου ενέπνεε ασφάλεια και εμπιστοσύνη... Χωρίς να το καταλάβω βρεθήκαμε σε έναν φωτεινό μεγάλο κεντρικό δρόμο... και πρέπει να τον κοίταξα σαν να έκανε κάποιο μαγικό θαύμα γιατί εκείνος κοκκίνισε ελαφρά και ένιωσε την ανάγκη να δικαιολογηθεί στο βλέμμα μου. «Ε... απλά γνωρίζω την περιοχή...» Περπατήσαμε λίγο ακόμα και ο ήχος των βημάτων πίσω μας φαινόταν να έχει σταματήσει... Ή μήπως ήταν ιδέα μας;... Μήπως ήταν τα αυτοκίνητα που κάλυπταν τον ήχο... ή οι άνθρωποι που πηγαινοερχόντουσαν... Κοιταχτήκαμε και συνεχίσαμε να περπατάμε... και μετά από λίγο γυρίσαμε και οι δύο συγχρονισμένα δειλά το κεφάλι μας. Δεν υπήρχε κανείς πίσω μας... Κοιτάξαμε ξανά μπροστά... και εκεί στο βάθος έβλεπα το φως του σταθμού του τρένου... Ξανακοιτάξαμε πίσω... Κανείς... Συνεχίσαμε να περπατάμε... «Δεν σου κρύβω ότι φοβήθηκα λιγάκι...» μου είπε εκείνος σχεδόν με ένα αίσθημα ντροπής... «Είναι λογικό που φοβήθηκες. Δεν έπρεπε να σε βάλω σε όλο αυτό... Σου ζητάω συγνώμη... Αλλά πραγματικά δεν υπήρχε κανένας άλλος... και πάντα είναι καλύτερα δύο από έναν... Σε περίπτωση που σε κάνει να νιώθεις καλύτερα... Εγώ φοβήθηκα πολύ... όχι μόνο λίγο... Και πίστεψέ με... Δεν είναι εύκολο να με κάνει κανείς να φοβηθώ... Ο συγκεκριμένος όμως με ακολουθούσε για πολύ ώρα... και ήμουν και σε περιοχή που δεν γνώριζα... και... είναι και η ώρα τέτοια... και...» «Δεν χρειάζεται να μου πεις τίποτα άλλο. Τον είδα. Ακόμα και σε περιοχή που γνώριζες να ήσουν... και ακόμα και μέρα μεσημέρι... ήταν τόσο τρομαχτικός από μόνος του!»... και ψιλογελάσαμε και οι δύο... Συνεχίσαμε να περπατάμε μέχρι που φτάσαμε στο τρένο... «Σε ευχαριστώ που με έφερες...» ενώ εκείνος σήκωσε τους ώμους κάνοντας μια έκφραση στο πρόσωπο του στυλ «Δεν κάνει τίποτα» κι εγώ συμπλήρωσα «Είσαι ο σημερινός Ήρωάς μου.» «Είμαι 18...» μου είπε χαμηλώνοντας το κεφάλι... σαν να θέλει να μου πει πως δεν γίνεται να είσαι Ήρωας στα 18 σου... «Ε, και;» του είπα εντελώς φυσικά... και ο αυθόρμητος τρόπος που τον ρώτησα τον έκανε να προβληματιστεί... «Τι σχέση έχει η ηλικία; Είσαι ο σημερινός Ήρωάς μου. Είτε είσαι 18 είτε 58 δεν μου κάνει καμία διαφορά... Εκεί έξω... Είδες τον δικό μου φόβο... και ενώ φοβήθηκες και εσύ... έμεινες μαζί μου... Χωρίς να έχεις ιδέα τι μπορεί να συμβεί στην συνέχεια... Για εμένα αυτό είναι γενναιότητα...» και εκείνος σήκωσε το κεφάλι του... μου είπε σιγά «Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει... Όταν κάποιος με χρειάζεται... Δεν γίνεται να μην τον βοηθήσω...» «Είσαι άνθρωπος, αυτό σου συμβαίνει... Και εύχομαι σε εκείνη την δύσκολη πορεία από τα 18 στα 58 να μην το χάσεις... αυτό το να βοηθάς τους άλλους... ή το να ξεπερνάς τον δικό σου φόβο για να διώξεις τον φόβο κάποιου άλλου... Λείπει αυτό από την εποχή μας... Οι άνθρωποι που ξεπερνάνε τον φόβο τους... είναι είδος προς εξαφάνιση... Είσαι σπάνιος άνθρωπος, αυτό σου συμβαίνει...» Χτύπησε την μπάλα του μπάσκετ κάτω αμήχανα... «Παίζεις μπάσκετ;» με ρώτησε... και τώρα εγώ τον κοίταξα περίεργα με την αλλαγή του θέματος «Έχω χρόνια να παίξω... και όταν έπαιζα δεν με έπαιζαν και πολύ... γιατί είχα την τύχη του αρχάριου μαζί μου... και έβαζα συνέχεια τρίποντα...» «Θα παίξεις κάποια στιγμή έναν αγώνα μαζι μου; Βλέπεις, οι συνομίλικοι μου δεν με συμπαθούν και πολύ και...» Τον διέκοψα «Όποτε θες...»...«Και όσους αγώνες θες...» Και εκείνος χαμογέλασε. «Τώρα που το σκέφτομαι... Θα μαζέψω την παρέα του μπάσκετ και θα σε φωνάξω να έρθεις και εσύ...» Με κοίταξε σαν να μου λέει μήπως θα είναι μικρός για να παίξει με την «ομάδα» μας. «Η παρέα μου του μπάσκετ είναι μεγάλη και έχει ανθρώπους όλων των ηλικιών... Ο μικρότερος, η μικρότερη δηλαδή γιατί είναι κοπέλα είναι 16-17 νομίζω (και από μέσα μου δεν μπόρεσα στιγμιαία να μην σκεφτώ πως πρέπει να τους γνωρίσω οπωσδήποτε αυτούς τους δύο γιατί μου φαίνονταν πολύ ταιριαστοί, είχαν και οι δύο αυτό το βλέμμα του πιο ώριμου από την ηλικία τους, ναι, ναι, έπρεπε οπωσδήποτε να τους γνωρίσω) και ο μεγαλύτερος γύρω στα 43-45... Και είναι όλοι υπέροχοι άνθρωποι... Είμαι σίγουρη ότι θα ενταχθείς μια χαρά...» και εκείνος χτύπησε την μπάλα κάτω πιο γρήγορα ενθουσιασμένος... Μετά την κράτησε πάλι στα χέρια του... και μου την πέταξε... την έπιασα και την σβούριξα στον δείκτη του ενός χεριού μου (είχα χρόνια να το κάνω αυτό!) την χτύπησα κάτω τρεις φορές (και αυτό είχα να το κάνω χρόνια) και του την πέταξα πίσω... «Μπορεί να σε είπα μικρό... αλλά θυμάμαι ακριβώς τι συμβαίνει στην ηλικία σου. Δεν είσαι καθόλου μικρός. Θα την βρεις την άκρη... Ένας μπασκετμπολίστας πάντα την βρίσκει... Ξέρει πότε να κάνει επίθεση... Ξέρει πότε να κάνει άμυνα... Ξέρει πότε να κάνει πάσα... Ξέρει πότε να κάνει σουτ... Ξέρει πότε να πάει για τρίποντο... Ξέρει πότε να περιμένει... Ξέρει πότε να διεκδικεί... Ξέρει πότε να ξεκουράζεται... Πότε να γυμνάζεται... Πότε να αγωνίζεται... Ξέρει την αξία της προπόνησης... Ξέρει και τον ενθουσιασμό του αγώνα... Ξέρει και να περιμένει στον πάγκο την σειρά του, παρακολουθώντας το παιχνίδι... Ξέρει και να χάνει... Ξέρει και να κερδίζει... Ξέρει και να συνεχίζει, είτε χάνει είτε κερδίζει... Μα πάνω από όλα... Ξέρει να παίζει... Και η ζωή μας... είναι ένα μεγάλο παιχνίδι... Τι καλύτερο από το να έχεις το εφόδιο του να είσαι παίκτης... Και αν ο αριθμός στην μπλούζα σου γράφει 18... Είναι μόνο ένας αριθμός τίποτα παραπάνω... Ένας αριθμός που αλλάζει... Και πρέπει να τον χαρείς αυτόν τον αριθμό... και να χαρείς και τον επόμενο και τον επόμενο... Αλλά μην ξεχνάς πέρα από τον αριθμό... που συνέχεια αλλάζει... γράφει και το όνομά σου η μπλούζα σου... και το όνομά σου... Δεν αλλάζει... Είσαι ένας γενναίος παίκτης. Θα την βρεις την άκρη...» και άκουσα τον ήχο του τρένου μου να πλησιάζει... Ανταλλάξαμε γρήγορα στοιχεία... του είπα να προσέχει γυρνώντας... και έφυγα τρέχοντας για να προλάβω... το τρένο της επιστροφής... Ένας πόντος μείον σήμερα για τον φόβο... Τρεις πόντοι συν... Ένας για την συνεργασία... Ένας για την επικοινωνία... Και ένας γιατί στο τέλος νικήθηκε ο φόβος... 3 – 1 το σκορ... Πιο πολύ σαν ποδοσφαιρικό αποτέλεσμα μου ακούγεται... σκέφτηκα... αλλά δεν έχει καμία σημασία... Τον νικήσαμε τον σημερινό αγώνα... Ή... αν θέλω να το σκεφτώ σε σχέση με το μπάσκετ... ένα καλάθι τρίποντο... Επικοινωνία – Συνεργασία - Ελευθερία. Και με αυτήν την σκέψη... Και με αυτήν την εικόνα... μια μπάλα του μπάσκετ να πετιέται από μακρυά να γυρνάει, γύρω γύρω, στο δαχτυλίδι, γύρω γύρω, και τελικά να μπαίνει στο καλάθι... Μπήκα στο τρένο... Και με το κούνημα του τρένου ένιωσα το κούνημα του διχτιού... Εκείνη την κίνηση που συμβαίνει-εκείνη την αίσθηση που αφήνει στο δίχτυ η μπάλα αμέσως μετά το καλάθι...



No comments:

Post a Comment