Και πώς γίνεται
Να με καλείς να βρίσκομαι
Εκεί
Που θα είσαι
Όχι μόνος
Εκεί
Που θα είσαι
Με τον άνθρωπο που επέλεξες να είσαι.
Πώς είναι δυνατόν
Μετά από τόσο καιρό
Να με καλείς
Να βρίσκομαι εκεί
Αυτόπτης μάρτυρας
Της δήθεν ευτυχίας σου;
Και πώς γίνεται
Να μην νιώθεις
Πόση είναι η υποτίμηση
Όχι μόνο προς εμένα
Όχι μόνο προς τον έαυτό σου
Αλλά και προς εκείνο τον άνθρωπο
Που υποτίθεται πως είναι η επιλογή σου;
Πώς είναι δυνατόν
Να μην αναγνωρίζεις
Το πόσο δεν σέβεσαι
Ούτε τον άνθρωπο
Ούτε την σχέση σου μαζί του
Μα ούτε την αγάπη.
Και πώς γίνεται
Εγώ που πίστευα πως πάντα θα είμαι
Εκεί
Στην όποια κίνησή σου
Να μην είμαι εκεί
Που θα βρίσκεσαι
Να μην θέλω να είμαι εκεί
Που θα είσαι.
Πώς είναι δυνατόν
Μετά από τόσο καιρό
Που περίμενα την όποια πρόσκλησή σου
Και που πίστευα
Πως η απάντηση στο όποιο κάλεσμά σου
Θα είναι να βρίσκομαι εκεί
Να μην επιλέγω το «Ναι»
Όχι μόνο για εμένα
Όχι μόνο για εσένα
Αλλά και για εκείνον τον άνθρωπο που ούτε καν γνωρίζω.
Να επιλέγω το «Όχι»
Να επιλέγω να μην είμαι εκεί...
Και για εμένα
Αυτή η γελοία
Η τυπική πρόσκληση σου
Σε συνδυασμό
Με την ανείπωτη απάντηση μου
Να είναι η απόδειξη του τέλους.
Γιατί μου θυμίζει
Πως ακόμα και όταν έχεις κάποιον δίπλα σου που λες, ή ίσως και νιώθεις, πως αγαπάς
Και ας μην είμαι εγώ αυτός ο κάποιος
Ακόμα και τότε
Έχεις ανάγκη και από κάτι άλλο... κάτι παραπάνω...
Απλά στο τώρα
Έτυχε να έχεις ορίσει πως αυτό το κάτι παραπάνω το βρίσκεις μέσα από εμενα και έχεις την ανάγκη την δική μου.
Μα δεν είμαι το κάτι
Και δεν έχω το παραπάνω
Και δεν μπορώ πια να στηρίζω την μη ευτυχία σου με το να είμαι εκεί.
Και εκεί που νόμιζα πως, τουλάχιστον, εσύ είσαι ευτυχισμένος
Κατάλαβα πως δεν είσαι.
Γιατί ο ευτυχισμένος... έχει όλα όσα χρειάζεται και δεν επιθυμεί τίποτα άλλο παρά μόνο να ζει την ευτυχία του.
Και ο ερωτευμένος... δεν ζητάει τίποτα παραπάνω πάρα μόνο τον ίδιο τον έρωτα...
Και όσο ψαχνόμαστε, όσο θέλουμε όλο και πιο πολλά όλο και πιο πολλά, όσο ταλαιπωριόμαστε από εδώ και από εκεί, όσο κάνουμε κινήσεις σπασμωδικές, όσο η ψυχή μας είναι ταραγμένη ζητώντας από τους γύρω μας τα πάντα χωρίς να ξέρουμε ακριβώς τι, όσο κάτι μας λείπει, όσο κάτι μας πόνάει, όσο κάτι μας ενοχλεί, μας εκνευρίζει, μας θυμώνει... Δεν είμαστε ευτυχισμένοι...
Και αυτό το κάτι που αναζητάς
Είναι κάτι πέρα από τους ανθρώπους
Που είναι ή δεν είναι γύρω σου
Και αυτό το κάτι που αναζητάς
Μόνο μέσα σου μπορείς να το κοιτάξεις, να το λύσεις, να το βρεις και να το αγαπήσεις.
Στον ίδιο χώρο δεν χωράμε όλοι.
Ούτε όλοι εμείς.
Ούτε τα άλυτα θέματά μας.
Για αυτό μαζεύω τον από καιρό διαλυμένο μου έαυτό
Έτσι όπως είναι τώρα
Έτσι όπως έγινε με τα χρόνια
Και φεύγω
Από αυτήν την δίχως τέλος ιστορία.
Δεν με αφορά αυτού του τύπου η μη ευτυχία.
Η δική σου αυτοεπιβεβαιώση, οι δικές μου επαναλήψεις.
Βαρέθηκα πια.
Να βλέπω όλες αυτές τις δήθεν ευτυχίες.
Με τις εικόνες και τις λέξεις τους.
Που ούτε βλέπονται ούτε ακούγονται.
Με τις παράφωνες μουσικές
Και τα παράλογα συναισθήματα.
Βαρέθηκα να είμαι κομμάτι
Της όποιας τέτοιας ανήθικης για εμένα ιστορίας.
Να παίζω κι εγώ
Τον ίδιο πάντα ρόλο
Στο ίδιο απαράδεκτο έργο
Να στηρίζω με τις δικές μου ανασφάλειες
Τις ανασφάλειες των άλλων.
Να ενθαρρύνω με τους δικούς μου φόβους
Τους φόβους των άλλων.
Να χτίζω τις ζωές των άλλων δίνοντας τούβλα από την δική μου ζωή. Δανείζοντας στους άλλους κατασκευαστικά εργαλεία δικά μου χωρίς επιστροφή. Προσφέροντας τα δικά μου υλικά ως βάση για να σταθεροποιηθούν οι άλλοι... και χάνοντας εγώ την σταθερότητα μου... Μα για να φτάσω στην κορυφή πρέπει να έχω την δική μου βάση, τα δικά μου εργαλεία και υλικά... και πρέπει να σταματήσω να τα σκορπάω από εδώ και από εκεί...
Αφού δεν κόβουν οι άλλοι το σκοινί
Το κόβω εγώ.
Με το δικό μου το ψαλίδι.
Ή ακόμα κι αν μου πήραν το ψαλίδι μου με τα ίδια μου τα χέρια ή με τα δόντια μου αν χρειαστεί. Αν και νομίζω πως το μυαλό είναι αυτό που μπορεί να κόψει πρώτο από όλα το σκοινί... και όχι το σώμα... Γιατί είναι αόρατο αυτό το σκοινί που με δένει μαζί σου και όχι μόνο μαζί σου... Εγώ το δημιούργησα εγώ μπορώ και να το εξαφανίσω...
Τελείωσα με όλα αυτά.
Τα κάπως περίεργα.
Τα δύσκολα και τα αδύνατα.
Δεν έχω θέση όπου δεν μου δίνουν καρέκλα
Και δεν θέλω να είμαι όρθια
Σε έναν χώρο που ήδη με κάνουν να νιώθω ανεπιθύμητη.
Δεν είμαι εγώ
Και δεν το αξίζω.
Δεν με άκουσες όταν σου το ψιθύρισα, δεν με άκουσες όταν σου το φώναξα, δεν με άκουσες όταν σου το είπα.
Για αυτό τώρα δεν έχω τίποτα να πω.
Αφήνω την πρόσκλησή σου αναπάντητη.
Να αιωρείται στα μυστήρια του κόσμου.
Δεν έρχομαι πια σε εσένα.
Ούτε στα όνειρά μου.
Μέχρι και εκεί σταμάτησα να σε βλέπω...
Αυτό είναι το τέλος.
Και αν δεν το νιώθεις
Δεν είναι επειδή υπάρχει συνέχεια
Αλλά είναι ακριβώς επειδή δεν υπάρχει.
Και καμιά φορά το τέλος
Έχει ακριβώς αυτήν την αίσθηση
Που δεν αισθάνεσαι και που δεν νιώθεις.
Την αίσθηση του απόλυτου κενού.
Απλά για να το νιώσεις.
Πρέπει να κάνεις το βήμα.
Πρέπει να πέσεις.
Και πώς γίνεται να αρνείσαι να πέσεις στο κενό;
Από φόβο.
Και πώς είναι δυνατόν να αρνείσαι να αποδεχτείς το τέλος;
Από συνήθεια.
Και ούτε ο φόβος ούτε η συνήθεια δεν είναι αρκετοί λόγοι για εμένα πια. Για να με κρατήσουν κοντά σου.
Αυτό ήταν.
Αυτό είναι.
Και πώς γίνεται, πώς είναι δυνατόν, αυτό να ήταν και αυτό να είναι;
Κι όμως είναι.
Κι όμως ήταν.
Κι όμως είναι.
Και πώς γίνεται;
Κι όμως γίνεται.
Και πώς είναι δυνατόν;
Κι όμως είναι δυνατόν.
Γίνεται και είναι δυνατόν.
Αυτό είναι.
Αυτό ήταν.
No comments:
Post a Comment