3/27/14

Αστερισμοί



Δεν φταις εσύ αν γεννήθηκες στην Γη και όχι στον Άρη
Ούτε αν δεν περπάτησες ποτέ ως το Φεγγάρι
Σου έκλεψαν από μικρό τα δικαιώματά σου
Την σκέψη, την φωνή και όλη την ανθρωπιά σου
Και αυτά τα διαστημόπλοια που ήταν το όνειρό σου
Τα πήραν και τα πέταξαν έξω από το μυαλό σου
Και εκείνα τα ταξίδια που ήθελες να κάνεις
Σε έμαθαν πως δήθεν είναι μόνο για να χάνεις
Σου είπαν πως τα αστέρια είναι χαμένος χρόνος
Πως αν μιλάς με αυτά θα μένεις πάντα μόνος
Σου είπαν πως οι πλανήτες είναι μακρυά
Και οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι μόνο για τα μικρά
Σου πήραν τα βιβλία που έδειχναν αστερισμούς
Λέγοντας κάτι γελοίους, φτωχούς, ισχυρισμούς
Σου κρύψαν τα χαρτιά που έκανες ζωγραφιές
Μην γίνουν οι ιδέες σου πολύ ξεχωριστές
Μην γεννηθούν στοιχεία που πώς θα τα μαζέψουν;
Μην γίνει τόση η δημιουργία, πώς θα την συμμαζέψουν;
Μα εσύ συνέχιζες και πήγαινες κρυφά
Και μίλαγας στα άστρα όλο και πιο συχνά
Και όταν σε έβρισκαν σκυμμένο σε εκείνα τα βιβλία
Σε τράβαγαν, σε έσερναν, σε έβαζαν τιμωρία
Μα ακόμα και σε εκείνη, την κρύα, την γωνία
Έψαχνες μες στο σύμπαν να βρεις την ιστορία
Σε εκείνους τους τοίχους, τους άδειους, τους κενούς,
Σκεφτόσουν δορυφόρους, πολλούς και γυριστούς
Στην κίνηση των πλανητών εύκολα βυθιζόσουν
Στις εκρήξεις του διαστήματος καθόσουν και χανόσουν
Προσπάθησες όσο μπορείς να σε προστατεύσεις
Μα ήσουνα πολύ μικρός και πόσο πια να αντέξεις;
Έπρεπε να προσαρμοστείς και για να μεγαλώσεις
Τον εαυτό σου έπρεπε και εσύ να αναλώσεις
Ξέχασες την Μεγάλη Άρκτο μα και την Μικρή
Ξέχασες την Αφροδίτη μα και τον Ερμή...
Όλο εκείνο τον κόσμο που κάποτε σκεφτόσουν
Τον άφησες να σβήσει και τα όνειρα να λιώσουν...
Και έκανες τα βήματα, τα ίδια, τα γνωστά
Και έκανες μία σχέση και βρήκες μια δουλειά
Και άφησες τον Κρόνο, αλλά έκανες παιδιά
Και άφησες τον Ουρανό, αλλά έβγαλες λεφτά
Και άφησες τον Ποσειδώνα, Και άφησες τον Δία
Για να έχεις κάποιου τύπου περίεργη εξουσία...
Θυσίασες τον Πλούτωνα για να έχεις λίγο πλούτο...
Θυσίασες τον Ήλιο και εμείνες με ετούτο:
Το τίποτα και το κενό, σαν μαύρη τρύπα σε ρουφάει
Το άδειο και το σκοτεινό, σε εξοντώνει, σε τραβάει
Και εκεί χωρίς βαρύτητα γύρω σου πετάνε
Αυτά που όλοι οι άνθρωποι ξεχνάν μα αγαπάνε
Οι διαφορετικές ιδέες, οι τέχνες οι παρατημένες
Οι έξυπνες οι σκέψεις, οι επιστήμες οι χαμένες
Και όπως αιωρείσαι και άδικα λυγίζεις
Τις κοιτάζεις, προλαβαίνεις, τις αγγίζεις
Και νιώθεις όλον αυτόν τον ανθρώπινο πόνο
Για όσα οι άλλοι ονόμαζαν σπαταλημένο χρόνο...
Και καθώς στριφογυρίζεις
Σε θυμάσαι, σε γνωρίζεις
Και πηγαίνεις στον προόρισμό σου
Εσύ μαζί με τον εαυτό σου
Δεν είναι τόσο μακρυά από την Γη μέχρι τον Άρη
Ούτε και τόσο αδύνατο να πας προς το Φεγγάρι...



3/22/14

Το μέρος των πετρών


(Αφιερωμένο στις ανθρώπινες πέτρες)


Βρέθηκα σε ένα νοσοκομείο.

Όχι, επειδή συνέβηκε κάτι σε εμένα.
Όχι, επειδή συνέβηκε κάτι σε κάποιον δικό μου.
Όχι, επειδή συνέβηκε κάτι.

Ήμουν εκεί για να συμπαρασταθώ σε ένα πολύ κοντινό άτομο που έδινε ένα πολύ σημαντικό μάθημα.
Είχε σημασία να είμαι εκεί.
Καμιά φορά, δεν χρειάζεται τίποτα άλλο από το να είσαι εκεί.

Μιάμιση ώρα.
Μιάμιση ώρα περίμενα.
Μιάμιση ώρα μου δόθηκε η ευκαιρία να βρεθώ σε ένα νοσοκομείο και να το κοιτάξω από άλλη οπτική γωνία.

Δεν ήμουν εκεί σαν άρρωστος.
Δεν ήμουν εκεί σαν συγγενής αρρώστου.
Δεν ήμουν εκεί σαν γιατρός.
Δεν ήμουν εκεί σαν συγγενής γιατρού.
Δεν ήμουν εκεί σαν κάποιος, φίλος ή γνωστός, αρρώστου ή γιατρού.
Δεν ήμουν εκεί γιατί συνέβηκε κάτι σε κάποιον.
Δεν ήμουν εκεί γιατί συνέβηκε κάποιος σε κάτι.
Δεν ήμουν εκεί γιατί συνέβηκε το οτιδήποτε σε οποιονδήποτε.
Δεν ήμουν εκεί γιατί συνέβηκε ο οποιοσδήποτε σε οτιδήποτε.
Απλά ήμουν εκεί.

Παρατήρησα τους ανθρώπους...

Τους ασθενείς, τους συγγενείς, τους γιατρούς, τις νοσοκόμες...

Αυτούς που περίμεναν.
Αυτούς που δεν περίμεναν.
Αυτούς που πρώτα περίμεναν και μετά δεν περίμεναν.
Αυτούς που πρώτα δεν περίμεναν και μετά περίμεναν.

Περπάτησα μέσα.
Περπάτησα έξω.
Περπάτησα ανάμεσα στο μέσα και στο έξω.
Περπάτησα ανάμεσα στο έξω και στο μέσα.

Παρατήρησα και Περπάτησα.
Περπάτησα και Παρατήρησα.

Και, κάποια στιγμή, περπατώντας και παρατηρώντας, παρατηρώντας και περπατώντας, βρέθηκα σε εκείνο το παράξενο, περίεργο, μέρος...

Στο μέρος των πετρών...


Το μέρος των πετρών

Υπάρχει ένα μέρος... όπου οι άνθρωποι... γράφουν πάνω στις πέτρες τι αισθάνονται... Τις σκέψεις τους... Τα συναισθήματά τους... Τους φόβους τους... Τα όνειρά τους... Έτσι οι πέτρες χωρίς να το γνωρίζουν αποχτάνε φωνή και έτσι το μονοπάτι πάνω στο οποίο οι άνθρωποι περπατάνε γίνεται ζωντανό... και ενιαίο...

Σε αυτό το μονοπάτι βρέθηκα να περπατάω κι εγώ... χωρίς να το περιμένω...

Και γυρνώντας γύρω μου άρχισα να διαβάζω...

«Ελπίζω! Αγαπώ! Ζω!»

όσα έγραψαν οι προηγούμενοι...

«Όνειρο ήταν και πέρασε! Ο μπαμπάς.»

αυτοί που πέρασαν πριν από εμένα...

«Καλό ταξίδι, μαμά.»

από τα ίδια αυτά σημεία...

«Παιδάκια, περαστικά...»

πάνω στα οποία γίνονται...

«Υγεία για όλους.»

τα δικά μου βήματα...

«Κουράγιο σε όλους μην εγκαταλείπετε τις ελπίδες σας!».

Ανάμεσα σε αυτές τις πέτρες

«Σε λατρεύουμε! Έλα σπίτι γρήγορα!»

Ανάμεσα σε αυτές τις φράσεις

«Να γίνεις γρήγορα καλά για να είσαι κοντά μας γιατί σε αγαπάμε!»

Κινήθηκα και ακινητοποιήθηκα

«Ήσουν, είσαι και θα είσαι ο οδηγός στα βήματά μας!!! Πάντα θα έχουμε την πορεία σου, ζωντανό παράδειγμα. Τα εγγόνια σου.»

Και κάπου ανάμεσα στην πίστη

«’Εχω περάσει πολλά εδώ! Ευχαριστώ το θεό που μου δίνει δύναμη. Η ζωή είναι ωραία με χαρές και λύπες.»

Και στην επιστήμη

«Μπράβο στους γιατρούς και στο προσωπικό!»

Πάντα η αγάπη

«Αγάπη μόνο...»

Και κάπου ανάμεσα στον θάνατο

«Καλό ταξίδι...»

Και στην ζωή

«Τη σκαπούλαρα!»

Πάντα η ευγνωμοσύνη

«Ευχαριστώ! Thanks! Danke! Merci!»

Και ανάμεσα στην μη συνέχεια

«Μπήκα τότε. Βγήκα τότε. Δυστυχώς, δεν τα κατάφερα...»

Και στην συνέχεια

«Μπήκα τότε. Βγήκα τότε. Η ζωή είναι ωραία!!!»

Ο αγώνας

«Πάλι εδώ...»

Και ανάμεσα στις πέτρες και στους ανθρώπους...

«Κάποτε αυτός ο λαός ήξερε την αξία του, ήξερε ποιος ήταν. Η ζωή και ο θάνατος του χαραχτήριζαν την εποχή του. Δυστυχώς, εμείς σήμερα δεν είμαστε οι άνθρωποι που απαιτεί η εποχή μας. Ούτε καν Άνθρωποι! Καταφέραμε ως λαός οι χορτάτοι να κανονίζουν πόσο θα φάνε οι πεινασμένοι και να μας σηκώνουν το δάχτυλό ως Ευπατρίδες! ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΓΙΑ ΛΙΓΟΥΣ ΔΕΝ ΧΩΡΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ.»

Η ανάγκη για ανθρωπιά

«Σε έναν κόσμο για λίγους δεν χωράει κανείς...»

Ούτε άνθρωποι ούτε πέτρες... Ούτε ζωή ούτε φύση...

«Όνειρο ζω μην με ξυπνάτε...»

Και πώς να συνεχίσω να περπατάω και πώς να σταματήσω τα δάκρυά μου;

«Μπαμπά, γίνε γρήγορα καλά, σε χρειαζόμαστε...»

«Μητέρα υπάρχει μόνο μία...»

«Αγάπη μου...»

«Καλό μας καλοκαίρι, επιτέλους!»

«Περαστικά σε όλους και όλες...»

«Η ζωή μας έδωσε δοκιμασίες για να μπορούμε να παλέψουμε και να βγούμε νικητές. Καλή ανάρρωση σε όλους!»

...

«Ήμουν κι εγώ εδώ!»

Διαβάζω

«Β. Κ.»

Και γνωρίζω πως αυτά δεν είναι τα αρχικά ενός ατόμου μα είναι και τα δικά μου και όλων των ανθρώπων...

Ή ήμουν ή είμαι ή θα είμαι...

Εγώ ή εσύ, εμείς ή αυτοί...

Και εκείνη την στιγμή έρχεται η αδερφή μου και με αγκαλιάζει...

«Είμαι κι εγώ εδώ.»

Σκέφτομαι...

Και από το μέρος των πετρών επιστρέφω στο μέρος των ανθρώπων... Στο νοσοκομείο... Στους γιατρούς και στις νοσοκόμες που πάνε πάνω κάτω... Στους αγχωμένους ανθρώπους που κάθονται στις καρέκλες... Στα γελαστά παιδιά που τρέχουν στους διαδρόμους... Στις πραγματικές φωνές γύρω μου...

Και βλέπω την αδερφή μου ανάμεσα σε όλους και όλα χαμογελαστή...

Όλα πήγαν καλά... Και πώς να μην πάνε;

Αφού είμαστε ακόμα εδώ...

Ζωντανοί. Ζωντανές.

Και αφήνω πίσω μου το μέρος των πετρών...

Και όπως φεύγω σε κάθε μου βήμα σκέφτομαι...

«Σε ευχαριστώ, Γιώργο, Άννα, Μόνικα, Κώστα, Ειρήνη, Αγγελική, Χάρη, Βίκυ, Γιάννη, Αναστασία, Ανδρέα, Κατερίνα, Στέφανε, Χαρίκλεια, Καρίν, Στέργιε, Στέφανε, Σουζάνα, και Β.Κ! Και όσους φύγατε και όσους μείνατε! Σας ευχαριστώ όλους! Και εσάς χωρίς όνομα! Και εσάς σας ευχαριστώ! Είναι αυτή η ευγνωμοσύνη... Είναι αυτή η αγάπη... που νιώθω για εσάς! Υπόσχομαι να μην ξεχάσω... τα όσα γράψατε! Υπόσχομαι να θυμάμαι... το μέρος των πετρών...»...

Σας ευχαριστώ...

(... 1/11/2013... 26/12/2012... 26/11/2013.. 22/11/2013... 26/03/2013... Φοβήθηκα τότε... 21/01/2014... 17/12/2013... 11/11/2012... Αγχώθηκα τότε... ... 13.02.2012 Μπήκα τότε... Βγήκα τότε... 16.02.2012... ... 21.12.2013... Έζησα τότε... Έφυγα τότε... 25.02.2014... ... 18/02/2014... 26/12/2013... Πόνεσα τότε... Πάλεψα τότε... ... Αγάπησα τότε... 22.03.2014... Υπήρξα τότε... ?/?/????...)

Σας ένιωσα τότε...

.../.../... ... ... ...


3/20/14

Η κίτρινη γραμμή



Ήταν, λοιπόν, στην αποβάθρα του τρένου ένας μεθυσμένος. Μιλούσε μόνος του... Πήγαινε μέχρι άκρη άκρη σε εκείνο το σημείο που δεν φτάνει κανείς αν δεν έχει πιει... Ξεπερνώντας την κίτρινη γραμμή μαζί με τα προσωπικά του όρια... Μιλώντας μία σε όλους, μία στον εαυτό του... Μία να μοιάζει σαν να θέλει να πέσει... και μία σαν να θέλει να σηκωθεί... Μία έτοιμος να ριχτεί στις γραμμές... Και μία να γυρίζει σε κύκλους... Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά... Καθώς κανένας δεν έκανε τίποτα... Όλοι ήταν σε αμηχανία... και όλοι απομακρύνονταν... Εγώ να κοιτάζω τα λεπτά πότε θα έρθει το τρένο και να φοβάμαι για την συνέχεια... Μα γιατί δεν έρχεται αυτός της ασφάλειας απλά να τον απομακρύνει; Πώς τον αφήνουν απλά να πηγαίνει πάνω κάτω ετοιμόρροπος; Τι θα γίνει αν απλά παραπατήσει την ώρα που περνάει το τρένο... Σε πέντε έρχεται... Σε τέσσερα έρχεται... Να κοιτάζω στην απέναντί αποβάθρα τον υπεύθυνο και εκείνος στην αρχή να μην κάνει τίποτα και μετά απλά να ειδοποιεί μάλλον κάποιον ο οποίος δεν εμφανίζεται... Σε τρία έρχεται...Σε δύο έρχεται... Δεν θα το αντέξω να το δω ζωντανά μπροστά μου να συμβαίνει... Γυρίζω και κοιτάζω την αδερφή μου... Μα τι να κάνουμε; Ενώ όλοι πάνε πιο μακρυά... Εμείς πάμε πιο κοντά... Έχω την ψευδαίσθηση πως απλά θα τον κρατήσω αν πάει να πέσει την ώρα που περνάει το τρένο... Μα είμαι άραγε ικανή να το χειριστώ; Και μπορώ να τον κρατήσω; Να ρωτάει συνέχεια για τα χρήματα... Τα χρήματα που βρίσκει κανείς ανάμεσα στις ράγες... Να ρωτάει όλους μας γιατί δεν πετάει κανείς χρήματα εκεί να τα μαζέψει... Κάποτε έβρισκε χρήματα... Κάποτε έψαχνε και όλο και κάτι έβρισκε στις γραμμές... Να απλώνει το χέρι του και να κάνει κινήσεις σαν να πάει να κατέβει... Να ψάχνει τα χρήματα, τα χρήματα που μας πέφτουν, τα χρήματα που δεν έχουμε... Σε ένα έρχεται... Μα δεν αντέχω αυτήν την αδρεναλίνη... Και δεν τον μπορώ τον φόβο... Γιατί δεν έρχεται κανένας υπεύθυνος; Και τι μπορούμε να κάνουμε εμείς... Ακούω τον ήχο του τρένου... Σε μισό έρχεται... Το ξέρω... Μα τι να κάνω;... Δεν ξέρω... Οι λέξεις βγαίνουν χωρίς να προλάβω να τις επεξεργαστώ... "Πώς σε λένε;"... Δεν ξέρω γιατί επέλεξα αυτές τις λέξεις κι όχι άλλες... Και εκείνος ήρθε προς τα εμένα και απομακρύνθηκε παραπατώντας από όλα τα προηγούμενα επικίνδυνα σημεία που περπατούσε... Ακόμα δεν ένιωθα ασφάλεια... Και το τρένο το ένιωθα να έρχεται... Μου μιλάει για τα χρήματα που δεν βρίσκει, του μιλάω για τα χρήματα που δεν έχουν οι άνθρωποι... Συζητάμε... Όλοι οι άλλοι ακόμα πιο αμήχανοι γύρω μας... Το μόνο που χρειάζεται είναι να τον καταλάβει κάποιος... Το βουητό πλησιάζει... Να ενδιαφερθεί κάποιος για αυτόν... Βλέπω το τρένο να έρχεται και να σταματάει πίσω από την πλάτη του... Το μόνο που θέλει είναι κάποιον να τον κοιτάξει... σαν άνθρωπος προς άνθρωπο... Αυτό ήταν αυτό που έπρεπε να κάνω... Να του μιλήσω... Να τον ακούσω... Ανοίγουν οι πόρτες και μπαίνει στο βαγόνι... Μπαίνω κι εγώ με την αδερφή μου σε ένα παραδίπλα βαγόνι... Κοιταζόμαστε... Και γνωρίζουμε και οι δύο ότι αυτό που βιώσαμε ήταν μία σημαντική στιγμή... Η καρδιά μου ακόμα χτυπάει γρήγορα και δυνατά... Και είμαι σίγουρη και η δική της... Θέλει κάποιο χρόνο να ηρεμήσουμε... Και δεν ξέρω τι με τρομάζει παραπάνω... Το ότι είδα έναν άνθρωπο να μην έχει επαφή με την πραγματικότητα και με τρόμαξε το τι μπορεί να κάνει και το τι μπορεί να συμβεί... ή το ότι νιώθω ότι η απόσταση από εκείνον σε εμένα είναι σαν την κίτρινη γραμμή του τρένου... δεν είναι τίποτα για να βρεθείς από την μία μεριά στην άλλη... Ένα ποτό μακρυά, μία αποτυχία μακρυά, μία στενοχώρια μακρυά, μια απογοήτευση μακρυά, μία μοναξιά μακρυά... Νομίζουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν μας αφορούν... Απομακρυνόμαστε αμήχανα και παρατηρούμε... και δεν καταλαβαίνουμε... ότι αυτός εκεί ο άνθρωπος που παραπατάει, που ισορροπεί μεταξύ ψευδαίσθησης και πραγματικότητας, που ταλαντεύεται ανάμεσα στην ασφάλεια και στον κίνδυνο, που ψάχνει απεγνωσμένα να βρει κάτι που δεν υπάρχει... δεν είναι τόσο μακρυά από εμάς...

Για αυτό αν με δείτε να παραπατάω μεθυσμένη... Σας παρακαλώ... Μην με αφήσετε στην τύχη μου... Για το αν θα πέσω ή για το αν θα σταθώ... Ενδιαφερθείτε... Μιλήστε μου... Και ακούστε με... Στηρίξτε με... Όπως μπορείτε... Και προστατεύστε με... Δεν είμαι εγώ... Θα είναι το ποτό... Δεν είμαι εγώ... Θα είναι μία στιγμιαία τρέλα ή μία εξακολουθητική απογοήτευση... Δεν είμαι εγώ... Θα είναι η ζωή...



3/17/14

Τα Ζωντανά Παραμύθια...



Αν το ασχημόπαπο μπορεί να γίνει κύκνος, αν το τέρας μπορεί να γίνει πρίγκηπας, αν τα μεγάλα αυτιά μπορούν να γίνουν φτερά, αν η γοργονίσια ουρά μπορεί να γίνει ανθρώπινα πόδια, αν μέσα από ένα λουλούδι μπορεί να γεννηθεί ένα κοριτσάκι, αν εκεί που υφαίνεται η κλωστή μπορεί να γεννηθεί το χρυσάφι, αν η κολοκύθα μπορεί να γίνει άμαξα, αν τα μακρυά μαλλιά μπορούν να γίνουν ψηλή σκάλα, αν ο στρατιώτης ερωτεύεται την μπαλαρίνα, αν ο λευκός αγαπάει την Ινδιάνα, αν ο Αλήτης δεν μπορεί χωρίς την Λαίδη και η Λαίδη δεν μπορεί χωρίς τον Αλήτη, αν το φιλί ξυπνάει τον ύπνο, αν το φιλί νικάει τον θάνατο, αν τα ριγμένα φυστίκια μπορούν να δείξουν τον δρόμο, αν τα παππούτσια χορεύουν, αν τα τραπουλόχαρτα μιλούν, αν το μικρό φοβισμένο ελάφι μπορεί να γίνει μεγάλος θαραλλέος τάρανδος, αν το μικρό φοβισμένο λιοντάρι μπορεί να γίνει μεγάλος θαραλλέος βασιλιάς, αν το ξύλο μπορεί να γίνει δέρμα, το κουκλάκι να γίνει παιδάκι, και ο παλμός της ησυχίας να γίνει χτύπος καρδιάς...

Αν τα παιδιά μαθαίνουν να αντιστέκονται σε σπίτια φτιαγμένα από γλυκά, αν ξεπερνούν την λαιμαργία, αν οι μεγάλοι μαθαίνουν να αντιστέκονται στο ό,τι αγγίζουν να γίνεται χρυσός, αν ξεπερνούν την απληστία, αν οι άνθρωποι αρχίζουν να ενδιαφέρονται για αυτά τα σπίρτα που σβήνοντας παίρνουν μαζί τους ζωές, αν ξεπερνούν την αδιαφορία...

Όλα μπορούν να συμβούν.

Είμαι σίγουρη πως κι εσύ μπορείς την όποια «αδυναμία» σου να την μετατρέψεις σε δύναμη.


3/10/14

Στην μεγάλη μάχη του κόσμου...



Στην μεγάλη μάχη του κόσμου δεν είναι δίκαιο να βιώνεις όλα τα αρνητικά που συμβαίνουν σαν μικρές ή μεγάλες προσωπικές ήττες. Υπάρχουν πράγματα που δεν ορίζονται από εσένα, είτε το θέλεις είτε όχι. Υπάρχουν καταστάσεις που δεν μπορείς να τις αλλάξεις. Υπάρχουν πράγματα που δεν εξαρτώνται μόνο από την δική σου συμπεριφορά. Εσύ νομίζεις πως αν συμπεριφέρεσαι σωστά, όλα θα πάνε καλά. Αλλά μερικές φορές απλά δεν πάνε, για πολλούς και διάφορους λόγους... Σε αυτά τα σημεία, το πιο δύσκολο είναι να μην απογοητευτείς... και να συνεχίσεις... Το θέμα με τους ευαίσθητους, κυρίως, ανθρώπους είναι ότι ακριβώς επειδή ενδιαφέρονται, νοιάζονται, νιώθουν, δεν μπορούν να μην τα βιώσουν-να μην τα βιώνουν-όλα τόσο βαθιά και τόσο εντόνα μέσα τους... Δεν μπορούν, επίσης, να μην χρεώσουν στον εαυτό τους ένα μερίδιο της ευθύνης η οποία, αρκετές φορές, δεν τους ανήκει. Μερικοί άνθρωποι, πρέπει να ταρακουνηθούν και να ακούσουν "Ει εσύ! Έχεις και εσύ μερίδιο της ευθύνης με την συμπεριφορά σου! Ελπίζω να το θυμάσαι!". Μερικοί άνθρωποι πρέπει να ταρακουνηθούν και να ακούσουν "Δεν φταις εσύ για όλα.". Το θέμα είναι να κάνεις το καλύτερο που μπορείς. Από εκεί και πέρα δεν περνάει κάτι άλλο από τα δικά σου τα χέρια... (Το καλύτερο που μπορείς. Το λέω και το ξαναλέω στον εαυτό μου. Αυτό προσπαθώ να κάνω. Με τις δικές μου αδύναμες δυνάμεις. Με το "φτωχό" μυαλό μου και με την "πλούσια" καρδιά μου. Το καλύτερο που μπορώ... Δεν ξέρω αν αυτό είναι αρκετό... αλλά το κάνω... Τίμια, ειλικρινά, με αγάπη και με όλο μου τον εαυτό...)


3/9/14

Περπατούσα στον δρόμο και... (12)



Περπατούσα στον δρόμο και... ήρθε γρήγορα και ξαφνικά και, περπατώντας δίπλα μου, μου είπε

«Αν είχα φτερά...»

Εγώ γύρισα το κεφάλι μου, χαμογέλασα, είχα μήνες να τον δω, μου είχε λείψει, και, συνεχίζοντας να περπατάω μαζί του, του απάντησα

«Θα πέταγα...»

Και, ενθουσιασμένη, κοιτάζωντάς τον, συνέχισα

«Αν πέταγα...»

Και ήξερα ότι θα ακολουθήσει αυτό που ακολούθησε... Η πρώτη φράση είναι η δική του... Και η δεύτερη η δική μου... Και η συνέχεια συνεχίζει έτσι... Αλλά δεν έχει σημασία ποιος είπε τι... Γιατί είναι πάντα σαν να είμαστε, σαν να γινόμαστε, μία μόνο φωνή...

-Θα πήγαινα ψηλά... Αν πήγαινα ψηλά...

-Θα έφτανα στα σύννεφα... Αν έφτανα στα σύννεφα...

-Θα τα ακουμπούσα... Αν τα ακουμπούσα...

-Θα ένιωθα ελεύθερος... Αν ένιωθα ελεύθερος...

-Θα πήγαινα ακόμα πιο ψηλά... Αν πήγαινα ακόμα πιο ψηλά...

-Θα έβλεπα τον κόσμο από μακρυά... Αν έβλεπα τον κόσμο από μακρυά...

-Θα έβλεπα τους ανθρώπους πιο μικρούς... Αν έβλεπα τους ανθρώπους πιο μικρούς...

-Θα βίωνα την μικρότητα μου... Αν βίωνα την μικρότητα μου...

-Θα αισθανόμουν το σύμπαν... Αν αισθανόμουν το σύμπαν...

-Θα ήθελα να φτάσω στα αστέρια... Αν ήθελα να φτάσω στα αστέρια...

-Θα έλεγα στα φτερά μου να με πάνε εκεί... Αν έλεγα στα φτερά μου να με πάνε εκεί...

-Θα βρισκόμουν αμέσως ανάμεσα στους πλανήτες... Αν βρισκόμουν αμέσως ανάμεσα στους πλανήτες...

-Θα τρόμαζα γιατί είμαι ακόμα ζωντανός... Αν τρόμαζα γιατί είμαι ακόμα ζωντανός...

-Θα εκτιμούσα την αναπνοή μου... Αν εκτιμούσα την αναπνοή μου...

-Θα αγαπούσα την ζωή μου... Αν αγαπούσα την ζωή μου...

-Θα ένιωθα τυχερός που υπάρχω... Αν ένιωθα τυχερός που υπάρχω...

-Θα ήμουν ευτυχισμένος... Αν ήμουν ευτυχισμένος...

-Θα σκόρπιζα την ευτυχία μου στο διάστημα... Αν σκόρπιζα την ευτυχία μου στο διάστημα...

-Θα ένιωθα την ανάγκη να την σκορπίσω και στην Γη... Αν ένιωθα την ανάγκη να την σκορπίσω και στην Γη...

-Θα επέστρεφα πάλι στα σύννεφα... Αν επέστρεφα πάλι στα σύννεφα...

-Θα χαιρόμουν που βρίσκομαι πάνω στον ουρανό... Αν χαιρόμουν που βρίσκομαι πάνω στον ουρανό...

-Θα αισθανόμουν την ανάγκη του εδάφους... Αν αισθανόμουν την ανάγκη του εδάφους...

-Θα προσγειωνόμουν σε αυτόν εδώ τον δρόμο... Αν προσγειωνόμουν σε αυτόν εδώ τον δρόμο...

-Θα τον περπατούσα όπως δεν τον έχω περπατήσει μέχρι τώρα ποτέ... Αν τον περπατούσα όπως δεν τον έχω περπατήσει μέχρι τώρα ποτέ...

-Θα έμοιαζαν όλα σαν καινούρια... Αν έμοιαζαν όλα σαν καινούρια...

-Θα ήθελα να μην σταματήσω ποτέ να περπατάω... Αν ήθελα να μην σταματήσω ποτέ να περπατάω...

-Θα συνέχιζα να περπατάω ανάμεσα στους ανθρώπους... Αν συνέχιζα να περπατάω ανάμεσα στους ανθρώπους...

-Θα σε συναντούσα... Αν σε συναντούσα...

-Θα σου έλεγα «Αν είχα φτερά...»... Αν σου έλεγα «Αν είχα φτερά...»...

-Θα ξεκινούσαμε να παίζουμε ένα από τα αγαπημένα μας παιχνίδια... Αν ξεκινούσαμε να παίζουμε ένα από τα αγαπημένα μας παιχνίδια...

-Θα σε ευχαριστούσα που μου το έμαθες... Αν σε ευχαριστούσα που μου το έμαθες...

-Θα σε αγκάλιαζα... Αν σε αγκάλιαζα...

-Θα ένιωθες πως δεν χρειάζεσαι τα φτερά σου για να νιώσεις ευτυχισμένος... Αν ένιωθες πως δεν χρειάζεσαι τα φτερά σου για να νιώσεις ευτυχισμένος...

-Θα με αγκάλιαζες κι εσύ... Αν με αγκάλιαζες κι εσύ...

-Θα σταματούσαμε το παιχνίδι... Αν σταματούσαμε το παιχνίδι...

-Θα σημαίνει πως βρήκαμε το νόημα της ζωής... Αν σημαίνει πως βρήκαμε το νόημα της ζωής...

-Θα είναι ώρα για να αποχωριστούμε... Αν είναι η ώρα για να αποχωριστούμε...

-Θα σταματούσα μόνο μια στιγμή να περπατάω για να σε χαιρετήσω... Αν σταματούσα μόνο μια στιγμή να περπατάω για να σε χαιρετήσω...

-Θα σε φιλούσα και θα σου έλεγα πως θα τα πούμε σύντομα από κοντά.

Και με φίλησε στο χέρι, στο σημείο που έχω σημαδευτεί από ένα κάψιμο... Και αποχαιρετιστήκαμε... Και χώρισαν οι δρόμοι μας...

Και συνεχίζοντας να περπατάω... ευχαρίστησα την ζωή για εκείνο το άγνωστο κορίτσι που μου έμαθε αυτό το παιχνίδι... και το έμαθα κι εγώ σε όλους μου τους φίλους... Για αρκετά χρόνια... έδωσε χαρά σε αρκετές στιγμές της ζωής μου... Όπως αυτή... Όπως η σημερινή... Που δεν είπαμε τίποτα άλλο με τον φίλο μου που είχα να τον δω τόσο καιρό παρά μόνο τις φράσεις αυτές μέσα στα πλαίσια αυτού του παιχνιδιού...

Και η υπόλοιπη ημέρα μου ήταν γεμάτη με θετικά συναισθήματα... Γιατί ένα παιχνίδι πάντα είναι αρκετό για να σου φτιάξει την ημέρα...

Εγώ το γνωρίζω...

Και, ευτυχώς, το γνωρίζουν και οι φίλοι μου...

Είναι γεγονός.

Η ζωή είναι πιο όμορφη...

Περπατώντας και Παίζοντας...


3/2/14

Περπατούσα στον δρόμο και... (11)


Περπατούσα στον δρόμο και... έβρεχε... Όχι, πολύ... Λίγο... Τόσο ώστε να νιώθεις την βροχή χωρίς να την φοβάσαι...

Κάτι συμβαίνει με την βροχή... Είναι αλήθεια πως κάτι συμβαίνει... Και είναι και αυτή η σχέση μου μαζί της... Πάντα την αγαπούσα την βροχή... Την ένιωθα δική μου! Λες και γίνεται να σου ανήκει η βροχή! Ή μήπως ένιωθα εγώ δική της; Σαν εγώ να της ανήκω; Δεν ξέρω... Πάντα ένιωθα ένα με αυτήν... Με ηρεμούσε... Με χαλάρωνε... Με γέμιζε θλίψη... Ή ελπίδα... Έτσι και τώρα... Για κάποιο λόγο... Όταν βρέχει είμαι ευτυχισμένη... Κάτι γίνεται στην ψυχή μου... Μια μεταμόρφωση... Κάτι γίνεται στην σκέψη μου... Μια αλλαγή... Να περπατάω στην βροχή... Απλά να περπατάω...

Ήρθε εκείνος δίπλα μου με την ομπρέλα του και μου είπε με ύφος γοητευτικό:

«Θέλεις να μοιραστούμε την ομπρέλα μου;»

Κάτι συμβαίνει με την βροχή... και οι άνθρωποι αμέσως νιώθουν την ανάγκη να φλερτάρουν... και να ερωτευτούν... Με αυτήν την σκέψη... Χαμογέλασα...

Κούνησα αρνητικά το κεφάλι και βγήκα από την ομπρέλα του...

«Ωχ! Μην μου πεις πως είσαι από αυτούς που νομίζουν ότι ζεις την ζωή όταν βρέχεσαι στην βροχή! Το ξέρεις πως αυτό σημαίνει απλά ότι θα καταλήξεις άρρωστη;»


«Είμαι ήδη άρρωστη!» Φώναξα... και άρχισα να τρέχω...

Και εκείνος σαν παιδί αυθόρμητα με ακολούθησε...

Μερικές φορές, κάνεις πράγματα χωρίς να ξέρεις γιατί τα κάνεις... Και είναι εκείνες οι στιγμές που η ζωή σου μοιάζει με ταινία... Ούτε που ξέρω γιατί έτρεχα! Είχα τόση ανάγκη να τρέξω! Δεν είχε ανθρώπους στον δρόμο... Όλοι είχαν κλειστεί στα σπίτια τους... Και η βροχή... δεν δυνάμωνε μα ούτε και ηρεμούσε... απλά συνέχιζε...

Σταμάτησα να τρέχω και σταμάτησε κι αυτός... Και συνεχίσαμε να περπατάμε...

«Πώς σε λένε;» με ρώτησε...

Και κάπως δεν ήθελα να κάνω την στιγμή μας κοινή η συνηθισμένη... Δεν ξέρω... Τις βαρέθηκα αυτές τις στιγμές τις συνηθισμένες... και με το βλέμμα μου τον παρακάλεσα να μην πάμε σε αυτόν τον διάλογο ποιος είμαι, πού πάω και τι κάνω στην ζωή μου... Δεν ξέρω ποιος είμαι, δεν ξέρω πού πάω και δεν έχω ιδέα τι κάνω στην ζωή μου! Μπορώ για μια στιγμή να ζήσω χωρίς όνομα; Μπορεί να μην με ενδιαφέρει τίποτα άλλο εκτός από αυτό που συμβαίνει τώρα;

«Σε παρακαλώ» είπα ανάμεσα στις σταγόνες «Θέλεις να προσπεράσουμε όλο αυτό το στάδιο... Πώς σε λένε... Πώς με λένε... Με τι ασχολείσαι... Με τι ασχολούμαι... Θέλεις να βγούμε... Δεν θέλω να βγούμε...»

Και εκείνος μου είπε γελώντας «Έτσι μου λες ευγενικά πως δεν θέλεις να βγούμε;»

«Έτσι σου λέω ευγενικά πως τα βαριέμαι όλα αυτά στο σήμερα. Μπορείς να κάνεις αυτήν την στιγμή να αξίζει; Πες μου κάτι σημαντικό. Κάτι με ουσία. Κάτι που δεν θα το ξεχάσω στο αύριο. Κάτι που θα μείνει. Να έχω να σκέφτομαι πως συνάντησα έναν άγνωστο και αυτό που μοιραστήκαμε ήταν πιο οικείο από αυτά που βιώνω με τους οικείους... Κάτι με νόημα! Μπορείς να μου πεις κάτι που να έχει κάποιο νόημα; Κάτι που δεν λες σε κανέναν άλλον; Κάτι που θα πεις σε εμένα, τώρα, εδώ και θα το ακούσω μόνο εγώ και οι σταγόνες;»

Και το πρόσωπό του σκοτείνιασε...

Έκλεισε την ομπρέλα του και έμεινε στην βροχή και αυτός... Χωρίς καμία ασπίδα προστασίας πια...

«Αυτή η στιγμή είναι πραγματικά σαν κινηματογραφική ταινία... Τώρα είναι το σημείο που ο άντρας φιλάει την γυναίκα και κάνει αυτήν την στιγμή να αξίζει... Αλλά εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό...»

«Και δεν θα σου ζητούσα να το κάνεις... Βρες άλλο τρόπο να κάνεις την στιγμή να αξίζει... Ας πούμε... Να...»

Άνοιξα την τσάντα μου...

Και έβγαλα από μέσα ένα μικρό, μικρούτσικο, τετραδιάκι...

«Δεν σε γνωρίζω, μα στο χαρίζω...»

Με κοίταξε έκπληκτος χωρίς να το πιστεύει...

«Μου χαρίζεις ένα μικρό ροζ τετράδιο;»

«Ναι. Σου το χαρίζω. Είναι τα δικά μου μυστικά της ζωής. Και σου τα χαρίζω.»

Άνοιξε απότομα την ομπρέλα του για να το προστατεύσει από την βροχή... και εγώ γέλασα...

Και μετά, κρατώντας το, στα χέρια του, στριφογυρίζοντάς το, στα δάχτυλά του, άρχισε να μιλάει ανάμεσα στους ήχους της βροχής... ασταμάτητα...

«Παραιτήθηκα από την δουλειά μου σήμερα. Το πιστεύεις; Σήμερα. Και συναντάω μία άγνωστη κοπέλα και μου δίνει τα μυστικά της ζωής! Και τι μπορεί να ξέρει αυτή για την ζωή; Και τι μπορεί να ξέρει για τα μυστικά της; Τι μπορεί να ξέρει; Θέλεις να κάνω αυτήν την στιγμή να αξίζει; Ορίστε, λοιπόν... Θα σου πω αυτά που έλεγα σήμερα στον καθρέφτη... Δεν γίνεται να είμαι εγώ αυτό το πρόσωπο. Δεν είναι αυτό το σώμα το δικό μου. Δεν γίνεται να είναι αυτή η ζωή μου. Κάτι δεν έκανα σωστά. Πώς βρέθηκα να είμαι σε μια δουλειά που δεν μου αρέσει; Πώς γίνεται να νιώθω πως δεν χρησιμοποιούν το μυαλό μου; Να κάθομαι σε ένα γραφείο... σε μια οθόνη... και να βαριέμαι... και να μην πληρώνομαι... και να κουράζομαι... και να αγχώνομαι... και να νιώθω πως ζω την ζωή κάποιου άλλου; Ήμουν πάντα ο έξυπνος, ο μορφωμένος, ο καλύτερος... ο πρώτος... Πώς βρέθηκα να μην μπορώ να κουνηθώ... Να μην αντέχω να πάω ούτε ένα βήμα παραπέρα; Πώς με έκαναν να μην θέλω να πάω πουθενά; Να μου αρκούν ούτε καν τα λίγα μα τα ελάχιστα; Ανασφαλής και χωρίς αξιοπρέπεια... Μου πήραν ό,τι είχα... Είμαι πιο μεγάλος από εσένα σε ηλικία... Και σε αυτές τις ηλικίες δεν έχεις το κουράγιο, να ξεκινήσεις από την αρχή ούτε την δύναμη να τα βροντήξεις όλα στον αέρα και να φύγεις... Να φύγεις... Να πας πού; Αλλού; Νόμιζα πως η ζωή μου είχε μπει σε μια σειρά... Μα δεν υπάρχει σειρά... Δεν υπάρχει καν ζωή... Και απλά ξύπνησα και παραιτήθηκα! Σαν να έχω την δυνατότητα να ζήσω από κάτι άλλο! Σαν να έχω την ευχέρεια να βρεθώ χωρίς εργασία... σε μια τέτοια εποχή! Και όμως το έκανα! Και ξέρεις γιατί το έκανα; Εξαιτίας της βροχής! Ξύπνησα και έβρεχε και είπα... ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΗΚΩΘΩ! Αυτό είπα. ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ. Δεν είπα ΔΕΝ ΘΕΛΩ. Είπα... ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ. Γιατί ξεπεράστηκαν τα όρια... Το «δεν θέλω» ήταν πριν χρόνια... ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ!!!!! Τόσο απλά. Και παραιτήθηκα. Απλά παραιτήθηκα. Από την μία στιγμή στην άλλη... βρέθηκα χωρίς δουλειά! Πόσο τρελό με θεωρείς; (Έβαλε το τετραδιάκι μου στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του και έκλεισε την ομπρέλα του). Πιστεύεις πως αυτό είναι τρέλα; Το να στέκεσαι και να βρέχεσαι στην βροχή; Πιστεύεις πως είναι τρέλα το να τρέχεις στην βροχή; Πιστεύεις πως είναι τρέλα το να μιλάς με μία άγνωστη στην βροχή; Πιστεύεις πως είναι τρέλα το να σου μιλάω; Ή είναι μεγαλύτερη τρέλα το να παραιτείσαι από μία δουλειά στην οποία ήσουν 20 χρόνια; 20 ΧΡΟΝΙΑ! Σχεδόν από την ηλικία την δική σου στην δική μου! Όση η απόστασή μας... Αυτή η απόστασή μας είναι τα χρόνια που ήμουν σε αυτήν την δουλειά, που δεν μου άρεσε, που δεν είχε τίποτα από τον εαυτό μου, που δεν έκανα τίποτα που να έχει νόημα!!! Αυτό το νόημα... Αυτό το να αξίζει... Ε, δεν το είχαν αυτά τα 20 χρόνια μου! Πιστεύεις πώς επιστρέφεται ο χρόνος; Αυτός ο χρόνος; Πιστεύεις πως η ζωή επιστρέφεται; Ξαναβιώνεται; Γυρνάνε 20 χρόνια; Και τι γίνεται μετά από αυτά τα 20 χρόνια; Που δεν σου άρεσαν; Τι συμβαίνει; Όταν νιώθεις πως εκεί που αξίζεις σεβασμό σε υποτιμάνε; Σε προσβάλουν; Σε πετάνε; Σε πατάνε; Πες μου... Αυτό το κουστούμι που φοράω, νομίζεις πως με εκφράζει; Αυτό το σακάκι; Νομίζεις πως είμαι εγώ; ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ. Ποτέ δεν ήμουν... Και αυτό το πουκάμισο δεν είμαι εγώ... Και αυτό το παντελόνι δεν είμαι εγώ... Και αυτά τα παπούτσια δεν είναι εγώ... Ακόμα και αυτή η ομπρέλα... ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΓΩ. Μπορείς να το καταλάβεις; Μπορείς να το αισθανθείς (έκανε ένα βήμα προς τα εμένα). Όσα βλέπεις σε εμένα...ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΓΏ. Δεν υπάρχει τίποτα δικό μου πάνω μου! Ακόμα και την γραβάτα την διάλεξαν άλλοι... Εμένα ποτέ δεν μου άρεσαν οι γραβάτες... Τις ένιωθα πάντα σαν θηλιές στο λαιμό...Σαν να σε πνίγουν καθημερινά... Ξέρεις τι είναι να ξυπνάς ένα πρωινό και να ανακαλύπτεις πως δεν είσαι εσύ; Πώς να το ξέρεις; Είσαι τόσο μικρή... Μπορείς να το φανταστείς; Να είσαι εσύ και να μην είσαι; Ξέρεις πως είναι να μην είσαι ευτυχισμένος; Νιώθω... Δεν ξέρω τι νιώθω... Δεν είμαι εγώ αυτός...»

(Άνοιξε τα χέρια δείχνοντας τον εαυτό του...)

(Έκανα ένα βήμα προς αυτόν...)

«Ξέρω.»

(Και τον αγκάλιασα...)

«Ξέρω.»

Και το μόνο που μου ήρθε στο μυαλό ειναι αυτή η φράση που λέω και στον εαυτό μου όταν θέλω να ηρεμήσω... Με κάνει να κλαίω... αλλά με κάνει να νιώθω και καλά...

«Δεν φταις εσύ.»
(Φταίει ο κόσμος που είναι τρελός.)
«Δεν φταις εσύ.»
(Φταίει η ζωή που είναι δύσκολη.)
«Δεν φταις εσύ.»
(Φταίνε οι άνθρωποι που είναι σκληροί.)
«Δεν φταις εσύ.»
(Φταίει η κοινωνία που είναι παράλογη.)
«Δεν φταις εσύ.»

Μόνο αυτό μπορούσα να πω. (Οι παρενθέσεις γράφονταν στο μυαλό μου.). Αλλά δεν ήταν αυτό το μόνο που μπορούσα να κάνω. Πήρα την ομπρέλα του και την άφησα κάτω. Πήρα το ένα χέρι του και το πέρασα στην μέση μου. Και το άλλο χέρι του το έβαλα μέσα στο δικό μου. Αφού ήταν η στιγμή σαν ταινία την έκανα ταινία... και έτσι χορέψαμε στην βροχή... και μέσα σε αυτόν τον χόρο χώρεσαν όλα τα 20 χρόνια που δεν επιστρέφονται... και ήταν καλύτερα από ταινία... γιατί εκεί που κανονικά πέφτουν οι τίτλοι τέλους... εμάς η ιστορία συνέχισε...

Είναι περίεργη η ζωή... Δεν ξέρεις τι στιγμές μπορεί να σου φέρει...

Έχω την αίσθηση πως αυτός ο χορός συνέχισε για πάντα... Μέχρι την επόμενη βροχή... Μέχρι το επόμενο μοναχικό περπάτημά μου... Μέχρι την επόμενη αληθινή ιστορία μου...

Κάτι συμβαίνει με την βροχή... και οι άνθρωποι βιώνουν στιγμές... από τις οποίες δεν μπορούν να κρυφτούν...

Κάτι συμβαίνει με την βροχή... και ξεθολώνει το τοπίο... Και ίσως για αυτό την αγαπάω τόσο πολύ... Επειδή μέσα της είναι πιο εύκολο να γεννηθεί και να εμφανιστεί η αλήθεια...

Κάτι συμβαίνει με την βροχή... και καθαρίζει την ζωή...