8/29/10

Μα είναι αυτό φυσικό;


Τρέμω και στην ιδέα ότι έρχεται ο Σεπτέμβριος...

Τα ερωτήματα «Ποια είμαι;» και «Πού πάω;» συχνά με κυνηγάνε εκείνες τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου... Λες και χτυπάει ένα εσωτερικό κουδούνι μέσα μου... μια φωνούλα που μου φωνάζει... «Πρέπει να ωριμάσεις, πρέπει να πάρεις την ευθύνη της ζωής σου ολοκληρωτικά, πρέπει να σταματήσεις να αποφεύγεις την ουσία, πρέπει, επιτέλους, να βρεις μια λύση στα αδιέξοδά σου...»

Τότε η σκέψη μου, περνάει ακριβώς από τα ίδια μονοπάτια... Υπέρ, κατά, υπέρ, κατά, υπέρ, κατά, σε κάθε μονοπάτι για κάθε επιλογή... Γυρνάει γύρω από τον εαυτό της, στριφογυρίζει, εξαντλείται, και, μετά, κάθεται σε μια γωνία μαζεμένη και κλαίει...

Δεν θα ακούσετε ποτέ την σκέψη μου να κλαίει...

Γιατί ο κάθε άνθρωπος μπορεί να ακούσει μόνο τα συναισθήματα της δικής του σκέψης...

Εγώ ακούω την σκέψη μου να κλαίει...

Είναι εκείνες οι στιγμές που έχω εκείνη την περίεργη έκφραση στο πρόσωπο μου που παραδέχεται πως νιώθω αβοήθητη απέναντι στα τωρινά διλήμματά μου...

Αυτήν την έκφραση μπορείτε να την δείτε...

Γιατί όλοι μπορούμε να δούμε τα σημάδια που αφήνουν τα συναισθήματα της σκέψης στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου...

Στο πρόσωπό μου θα διακρίνετε την σκέψη μου να κλαίει και ας μην μπορείτε να την ακούσετε... Είναι αυτή η έκφραση... απογοήτευσης και θλίψης και στενοχώριας... αυτή η έκφραση απόλυτης απόγνωσης...

Εγώ δεν μπορώ να δω την σκέψη μου να κλαίει... Μόνο την ακούω...

Πόσο θα ήθελα να σταματήσει να κλαίει... Πόσο θα ήθελα να είχα τις λύσεις!

Πόσο θα ήθελα να γεννηθούν οι απαντήσεις και να γίνουν με τον πιο φυσικό τρόπο
αποφάσεις;

Χωρίς να χρειάζεται να εκβιαστούν καταστάσεις...

Χωρίς να νιώθω ότι γίνεται τίποτα βιαστικά ή πρόχειρα...

Όμως αυτή η φυσικότητα, στην οποία πίστευα σχεδόν σε όλη μου την ζωή, είναι αδύνατον να συμβεί... Γιατί τίποτα φυσικό δεν μπορεί να έρθει... μετά από τόσες αφύσικες στιγμές...

Είναι σαν να ζητάω το αδιανόητο... Και σαν να μην παραδέχομαι το αυτονόητο...

Δεν μπορεί να γεννηθεί το φυσικό μέσα από το αφύσικο.

Τουλάχιστον, όχι με φυσικό τρόπο.

Πρέπει να το πάρω απόφαση και να διεκδικήσω το φυσικό, να μην το περιμένω να γεννηθεί από μόνο του, μπας και επισπεύσω τις καταστάσεις... Αλλά είναι πιο δύσκολο το να βρεις τι είναι φυσικό για εσένα αν αυτή η επιλογή δεν έχει γεννηθεί με φυσικό τρόπο...

Τώρα νιώθω πως τίποτα δεν θα γεννηθεί φυσικά...

Φυσικά! Αυτό είναι!

Με αφύσικο τρόπο πρέπει να βρω την φυσική επιλογή...

Μα είναι αυτό φυσικό;

Όχι, δεν είναι...

Αλλά αφού δεν θα έρθει καμία φυσική λύση με φυσικό τρόπο το μόνο που μου μένει είναι να δοκιμάσω αφύσικους τρόπους με στόχο τις φυσικές λύσεις... και αν αποτύχουν κι αυτοί τότε... ίσως το μόνο που θα μου μένει είναι να δοκιμάσω αφύσικες λύσεις...

Ποιος ξέρει; Μπορεί αυτές να λειτουργήσουν!

Αλλά ας μην προτρέχουμε...

Για την ώρα θα διεκδικήσω το φυσικό μέσα από το αφύσικο...

8/27/10

Τελείωσαν τα ψέμματα.



Το θέμα δεν είναι μόνο να τελείωσαν τα ψέματα...

Αυτό είναι ένα απαραίτητο βήμα για να πας στο επόμενο στάδιο...

Το θέμα είναι να ξεκινήσουν και οι αλήθειες…

Έχω περάσει από στάδια που έλεγα ψέματα, στον εαυτό μου κυρίως. Τα ψέματα αυτά με προστάτευαν. Ήταν η ασπίδα μου απέναντι σε καταστάσεις που δεν είχα ιδέα πώς να αντιμετωπίσω. Και επειδή δεν γίνεται να λες ψέματα στον εαυτό σου χωρίς να λες και στους άλλους, υποχρεωτικά έλεγα σε όλους ψέματα... Σε εμένα, σε εκείνους... Είχα δημιουργήσει έναν ψεύτικο κόσμο. Σε αυτόν τον ψεύτικο κόσμο ζούσα. Και αυτόν τον ψεύτικο κόσμο μπορούσα να μοιραστώ και με τους άλλους.

Κάποια στιγμή, ξύπνησα και συνειδητοποίησα πως ό,τι είχα μέχρι εκείνο το σημείο της ζωής μου βασίζονταν στο ψέμα. Στον ψεύτικο κόσμο που εγώ είχα δημιουργήσει. Δεν μου άρεσε τίποτα. Δεν με ικανοποιούσε τίποτα. Και έτσι τα βρόντηξα όλα στον αέρα και αποφάσισα να ξεκινήσω από την αρχή. Και έτσι έκανα. Ξεκίνησα από το μηδέν (που ήταν το μόνο σίγουρα αληθινό) με μοναδική προϋπόθεση από εδώ και πέρα να μην υπάρχουν ψέματα. Και το παραμικρό ψεματάκι θα μπορούσε να οδηγήσει στον δρόμο του ψέματος... Ήταν ένας δρόμος που είχα δοκιμάσει και που είχα επιλέξει ότι δεν μου ταιριάζει. Κατά συνέπεια από εδώ και πέρα έπρεπε όλα να είναι αληθινά. Και η πιο μικρή λέξη και η πιο απλή φράση και η πιο αμυδρή κίνηση και η πιο αχνή έκφραση. Δεν θα υπήρχε τίποτα επάνω μου που να είναι ψεύτικο.

Για κάποιους ανθρώπους, ίσως, η πραγματική ελευθερία βρίσκεται στην επιλογή του να λες αλήθεια ή ψέματα. Στο να μπορείς με την ίδια ευκολία να περάσεις από τον ένα δρόμο στον άλλον. Για κάποιους ανθρώπους είναι σχεδόν το ίδιο εγκλωβιστικό το να λες πάντα ψέματα με το να λες πάντα αλήθεια. Γιατί ο εγκλωβισμός βρίσκεται στην λέξη «πάντα» και στην αδυναμία επιλογής που, ίσως, δηλώνεται με αυτήν την λέξη. Όπως γίνεται και με την λέξη «ποτέ». Και με άλλες τέτοιες «βαρύγδουπες» λέξεις. Για εμένα, όμως, ανεξάρτητα με το τι θα αποφάσιζα αργότερα για την ζωή μου είχε σημασία να βιώσω την αλήθεια. Μόνο την αλήθεια. Ολοκληρωτικά την αλήθεια. Δεν ήθελα μισές αλήθειες. Δεν ήθελα σχεδόν ολόκληρες αλήθειες. Ήθελα αλήθειες. Ήθελα να είναι όλα γύρω μου αληθινά. Τουλάχιστον όσα ορίζονται από εμένα. Το δικό μερίδιο σε κάθε ανθρώπινη σχέση θα ήταν αληθινό.

Ξεκίνησε, λοιπόν, μια ενδιαφέρουσα διαδικασία. Γιατί ξαφνικά η αλήθεια με απελευθέρωσε. Και όσο πιο πολύ προχωρούσα στον δρόμο της αλήθειας τόσο πιο ελεύθερη γινόμουν. Δεν το πίστευα ότι υπάρχουν άνθρωποι που με αποδέχονταν όπως είμαι. Χωρίς να χρειάζεται να είμαι ή να γίνω κάτι άλλο. Χωρίς να προσπαθούν ή να επιθυμούν να με αλλάξουν. Ήμουν αληθινή και όλα έγιναν πιο αληθινά. Η σχέση μου με τον εαυτό μου και η σχέση μου με τους άλλους. Φυσικά, κάθετι ψεύτικο απομακρύνθηκε. Το τίμημα ήταν να χάσω ορισμένους ανθρώπους και να αναγκαστώ να σταματήσω αρκετές σχέσεις. Αλλά το τίμημα ήταν πολύ μικρό σε σχέση με το συναίσθημα ολοκλήρωσης που είχα στον δρόμο της αλήθειας!

Έγιναν, λοιπόν, όλα αληθινά. Όχι εύκολα. Αληθινά. Εύκολα δεν ήταν. Κανείς δεν ισχυρίστηκε πως ο δρόμος της αλήθειας είναι εύκολος. Το ψέμα καμιά φορά φαίνεται (ή, μήπως, είναι;) πιο εύκολο. Αλλά δεν με ενδιέφερε. Δεν είχα πρόβλημα με το να αντιμετωπίζω τις δυσκολίες όταν γνώριζα πως αυτό είναι απαραίτητο κομμάτι του αληθινού ταξιδιού μου για να προχωρήσω.

Κατά έναν περίεργο τρόπο... όσο πιο πολύ προχωρούσα στον δρόμο της αλήθειας, τόσο πιο πολλές αλήθειες ζούσα. Γιατί, όπως είναι γνωστό, η αλήθεια γεννάει αλήθειες και το ψέμα γεννάει ψέματα. Έτσι η μια αλήθεια έφερνε την επόμενη και, πριν καλά καλά το καταλάβω, έλεγα τόσες αλήθειες στον εαυτό μου και έγινα τόσο αληθινή όσο δεν με είχα βιώσει μέχρι τότε. Βρήκα κάτι. Κάτι που δεν μπορούσε να μου κλέψει κανείς. Βρήκα την πιο ισχυρή αλήθεια από όλες: Την αλήθεια μου. Και τότε εξαφανίστηκαν φόβοι και ανασφάλειες... Και το πιο ωραίο ήταν όταν μπορούσα να μοιραστώ με άλλους αυτήν την αλήθεια μου.

Κάπου σε εκείνο το σημείο, όμως, άρχισε να συμβαίνει κάτι περίεργο. Όταν βρήκα την αλήθεια μου, ξαφνικά, τα πράγματα δυσκόλεψαν ακόμα περίσσοτερο. Κανείς δεν άντεχε την αλήθεια μου. Κανείς δεν ήθελε να μείνει δίπλα μου. Κανείς δεν άντεχε τόση αλήθεια. Και καταλαβαίνω ότι η αλήθεια μπορεί να είναι δύσκολη. Αλλά εγώ δεν μπορούσα να αποχωριστώ την αλήθεια μου απλά και μόνο επειδή δεν την άντεχαν οι άλλοι. Η αλήθεια μου άρχισε να γεννάει την παράλογη συμπεριφορά των άλλων. Όσο πιο αληθινή γινόμουν τόσο πιο παράλογες ήταν οι καταστάσεις γύρω μου.

Έμεινα μόνη μου. Για μέρες, για μήνες, για χρόνια, για εποχές, για αιώνες.

Έμεινα μόνη μου. Γιατί δεν ήθελα να θυσιάσω την αλήθεια μου. Πίστευα ότι θα βρεθεί κάποιος αληθινός άνθρωπος που να είναι δυνατόν οι αλήθειες μας να περπατήσουν μαζί, δίπλα δίπλα. Αλλά δεν ήρθε κανένας. Κανένας αληθινός άνθρωπος. Και η αλήθεια μου άρχισε να φοβάται και να κουράζεται.

Ήρθε ένα μικρό ψεματάκι και μου είπε... «Δεν πειράζει... Χρησιμοποιησέ με... Πες με... Πες ένα μικρό ψεματάκι... Αυτό θα βοηθήσει τις καταστάσεις... Γίνε για λίγο... πιο χαζή ή πιο επιφανειακή ή πιο επιπόλαια... Γίνε για λίγο κάτι άλλο... Βάλε στην άκρη αυτό που είσαι... Στρίμωξε σε μια γωνία τις πραγματικές σκέψεις σου... Κανείς δεν θα καταλάβει το ψέμα σου... Και ένα μικρό ψεματάκι δεν είναι αρκετό για να νοθεύσει την αλήθεια... Δεν είμαι αρκετό να καταστρέψω την αλήθεια σου... Είμαι μικρό... Είμαι αδύναμο... Είμαι ένα τόσο δα ψεματάκι...»

Και, όπως ο καπνιστής που έχει κόψει το κάπνισμα εδώ και καιρό, ξαφνικά υποκύπτει στο τσιγάρο και μετά νιώθει άσχημα με τον εαυτό του, έτσι κι εγώ, υπέκυψα. Και ένιωσα άσχημα με εμένα. Αλλά ταυτόχρονα είχα την παρουσία κάποιου άλλου δίπλα μου...

Είχα κάποιον άλλον δίπλα μου. Ήμουν χαρούμενη για αυτό. Και μετά μπήκε ο φόβος μην η αλήθεια μου χαλάσει την μη αληθινή σχέση μου. Και σταμάτησα να λέω αλήθειες. Και πριν καλά καλά το καταλάβω βουτήχτηκα ξανά στο ψέμα μέχρι να φτάσω στο σημείο να ξεχάσω ποια είμαι εγώ.

Και όταν με ξέχασα θύμωσα με τον άλλον. Θύμωσα με τους ανθρώπους. Θύμωσα με την ανθρωπότητα. Θύμωσα με τον κόσμο. Θύμωσα με όλους. Θύμωσα, όμως, κυρίως, με τον εαυτό μου, με εμένα, που το άφησα να συμβεί αυτό. Πέταξα όλα τα ψέματα, βγήκε ξανά το αληθινό προσωπό μου ο άλλος απέναντι μου τρόμαξε με αυτό που αντίκρυσε. Και έφυγε. Και έφυγα κι εγώ.

Έμεινα ξανά με το μηδέν. Το μόνο αληθινό στοιχείο στο οποίο σίγουρα μπορείς να βασιστείς όταν έχεις χάσει τον δρόμο σου.

Και τώρα; Τώρα είμαι εδώ. Ξανά. Αληθινή. Ξανά. Εγώ. Ξανά. Χωρίς κανέναν. Αλλά αν το τίμημα της αλήθειας μου είναι να μην έχω κανέναν δίπλα μου είμαι διατεθιμένη να το πληρώσω. Γιατί ό,τι κι αν συμβεί, όσο μόνη μου κι αν νιώσω, όσο κι αν τύχει να ερωτευτώ ή ακόμα και να αγαπήσω, τίποτα δεν έχει νόημα αν μου ζητηθεί πάλι να θυσιάσω την αλήθεια μου. Η αλήθεια μου δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Και αν είναι φτιαγμένη έτσι ώστε να απομακρύνει τους ανθρώπους... δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτό. Είναι τόσο όμορφο να ζω με την αλήθεια μου που δεν μπορώ πια να την προδώσω για τίποτα και κανέναν. Δεν μπορώ να με προδώσω άλλο.

Έχω κάνει πια την επιλογή μου.

Τελείωσαν τα ψέματα.

Είμαι ένας αληθινός άνθρωπος και αποφάσισα συνειδητά να είμαι αληθινή.

Και έτσι τώρα περπατάω στον δρόμο της αλήθειας με την αλήθεια μου και εύχομαι να βρεθεί ένας αληθινός άνθρωπος που να μπορεί όχι μόνο να ανεχτεί αλλά και να καταλάβει την αλήθεια μου...

Αλλά μέχρι τότε... είμαι χαρούμενη που είμαι αληθινή και που βρέθηκα ξανά στον μόνο δρόμο που έχει νόημα να περπατάει κανείς...

Στον μόνο αληθινό δρόμο...

Στον δρόμο της αλήθειας του...

Οι Άνθρωποι του Αυγούστου.


Έχει κάτι όμορφο η πολή όταν αδειάζει…

Έχει κάτι όμορφο το καλοκαίρι προς το τέλος του…

Έχουν κάτι όμορφο αυτοί οι Άνθρωποι που μένουν πίσω στους δρόμους της Αθήνας τον Αύγουστο...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που, όταν κι εγώ είμαι από αυτούς που μένω πίσω, δίνουν ζωή στο καλοκαίρι μου...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που γεμίζουν την πόλη όταν εκείνη αδειάζει από κινήσεις και ήχους...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που πήγαν διακοπές λίγο πιο πριν ή που θα πάνε διακοπές λίγο πιο μετά και, όμως, έχουν ένα παράξενο κοινό σημείο συνάντησης: Τις Αυγουστιάτικες μέρες... Και αν και έχουν σχεδόν αντίθετες διαθέσεις, οι πρώτοι βρίσκονται σε στάδιο προσαρμογής ενώ οι δεύτεροι σε στάδιο προσμονής, υπάρχει κάτι ίδιο στον τρόπο που περπατάνε... υπάρχει μια φανερή ομοιότητα... ίσως είναι αυτή η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που έχουν γύρω τους μόνο αυτοί... οι Άνθρωποι του Αυγούστου...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που έχουν δουλειά, πρέπει να εργαστούν, είναι υποχρεωμένοι να μείνουν μέσα στην ζέστη, μέσα στον ήλιο, μέσα στον καύσωνα, εξαιτίας του επαγγέλματός τους... Είναι και εκείνοι που μπορεί να πήραν άδεια αλλά να επέλεξαν συνειδητά να μην ταξιδέψουν σε κανένα μέρος και να μείνουν εδώ... είτε επειδή δεν θέλουν να ξοδέψουν χρήματα και πρέπει να κάνουν οικονομίες... είτε επειδή δεν έχουν όρεξη και νιώθουν πως θα μπορέσουν να χαλαρώσουν καλύτερα τις λίγες ελεύθερες μέρες τους εδώ... είτε επειδή οτιδήποτε άλλο... Και είναι και εκείνοι, οι άνεργοι, που είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να φύγουν... άλλοι ψάχνουν για δουλειά... άλλοι επιλέγουν να αφήσουν αυτές τις δύσκολες μέρες να κυλήσουν και να ψάξουν κάτι μετά το καλοκαίρι...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που μπορεί να τους κρατάει πίσω μια κατάσταση ή κάποιος άνθρωπος... Ένα ευχάριστο ή ένα δυσάρεστο γεγονός... Μια χαμογελαστή ή δακρυσμένη σχέση... Δεν έχει σημασία... Σημασία έχει ότι έμειναν και δεν έφυγαν...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που περπατάνε τις νύχτες παραπατώντας στα στενά, ξεκαρδισμένοι στα γέλια, φλερτάρωντας, μεθυσμένοι, είτε κυριολεκτικά είτε από έρωτα...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που είναι με ένα βιβλίο στο χέρι και διαβάζουν είτε για κάποιες εξετάσεις που κάποιος είχε την φαινή ιδέα να τις βάλει σε μια τραγικά άβολη και επώδυνη ημερομηνία... είτε, έτσι απλά, για τον εαυτό τους... και, πού και πού, διακόπτουν το διάβασμά τους, για μια απειροελάχιστη στιγμή, σηκώνουν το κεφάλι από τις σελίδες του βιβλίου τους και ρίχνουν μια κλεφτή ματιά στο φεγγάρι...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που βγαίνουν βόλτες με τον καλύτερο τους φίλο... Διαφορετικός φίλος για τον καθέναν... Την γιαγιά τους, το παιδί τους, τον σκύλο τους... Και κάνουν ατελείωτες συζητήσεις για την ζωή και για τον κόσμο... Ή απλά μένουν σιωπηλοί και απολαμβάνουν την ησυχία...

Είναι όλοι εκείνοι που μένουν πίσω και ξορκίζουν όλους τους άλλους που μένουν πίσω και που είναι φανερό πως δεν ανήκουν στους Ανθρώπους του Αυγούστου... Εκείνους που βασανίζουν το καλοκαίρι μου με φωνές, υστερίες, καυγάδες, θορύβους, κρίσεις και πανικούς... χωρίς λόγο... Είναι ικανοί με την γκρίνια τους να σπαταλήσουν όλο τον καλοκαιρινό τους χρόνο και προσπαθούν με κάθε δυνατό τρόπο να εξαντλήσουν κάθε δυνατό όριο υπομονής των γύρω τους... Αλλά δεν με νοιάζει, δεν με πειράζει... γιατί οι Άνθρωποι του Αυγούστου έχουν λειτουργήσει επάνω μου με έναν μαγικό τρόπο...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου που με κάνουν να θυμάμαι πόσο ωραία πράγματα μπορείς να δεις και να ακούσεις το καλοκαίρι αντίστοιχα όμορφα με το γαλάζιο της θάλασσας και με τον ήχο των κυμάτων...

Ναι, ναι, ξέρω, ξέρω... Δύσκολο να το πιστέψει κανείς ότι υπάρχει αντίστοιχη ομορφιά με αυτήν της απέραντης θάλασσας... αλλά κι όμως...

Οι άνθρωποι της πόλης μοιάζουν με τα στοιχεία της φύσης...

Η φύση έχει τα στοιχεία της... Η πόλη έχει τους ανθρώπους της...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι του Αυγούστου, οι Άνθρωποι στοιχεία της πόλης, που μου θυμίζουν το απέραντο της ανθρώπινης ομορφιάς...

Και είμαι και εγώ... που κάθομαι και τους κοιτάζω και τους παρατηρώ και τους ακούω και τους βιώνω... και, πού και πού, επιλέγω να βρίσκομαι κι εγώ ανάμεσά τους... και περπατάω με τον δικό μου σκύλο για παρέα, τον μόνο φίλο που με ακούει πραγματικά, συζητώντας για τον κόσμο, κάτω από την πανσέληνο, παρέα με την ανασφάλεια μου για το τι θα κάνω με τη ζωή μου...

Και γύρω μου οι Άνθρωποι του Αυγούστου, όλοι αυτοί που υποχρεώθηκαν ή επέλεξαν ή απλά έτυχε να μείνουν πίσω, με κάνουν να μην νιώθω και τόσο μόνη μου... Με κάνουν να νιώθω πως όλα θα πάνε καλά... χωρίς να ξέρω πώς... αλλά θα πάνε... Διώχνουν τη μιζέρια της πόλης και την φωτίζουν με έναν διαφορετικό τρόπο... Την κάνουν να μοιάζει λιγότερο ψεύτικη και περισσότερο αληθινή...

Είναι εκείνοι οι Άνθρωποι που κάνουν τον Αύγουστο να έχει ανθρωπόμορφη υπόσταση... Προσωποποιούν τον Αύγουστο...

Έχει κάτι όμορφο η πόλη όταν αδειάζει...
Τους λιγοστούς ανθρώπους της...

Τους Ανθρώπους του Αυγούστου...

8/16/10

«Σχεδόν»


Δεν θα ήθελα να ξαναγυρίσω στην ηλικία της εφηβείας...
Αυτό το περίεργο στάδιο που δεν είσαι ούτε παιδί ούτε ενήλικος...

Είσαι κορίτσι χωρίς να είσαι.
Είσαι γυναίκα χωρίς να είσαι.
Είσαι κάτι ενδιάμεσο.

Είσαι αγόρι χωρίς να είσαι.
Είσαι άντρας χωρίς να είσαι.
Είσαι κάτι ανάμεσα.

Είσαι παιδί χωρίς να είσαι.
Είσαι ενήλικος χωρίς να είσαι.
Είσαι χωρίς να είσαι.

Διαμορφώνεσαι. Μεγαλώνεις. Σχηματίζεσαι.
Νιώθεις αμήχανα και άβολα. Με το σώμα σου, με τον εαυτό σου.
Οι ανασφάλειες μεγενθύνονται. Οι φόβοι πολλαπλασιάζονται.
Όλα σου φαίνονται δύσκολα, γίνονται τεράστια στο μυαλό σου.
Δε μπορείς να χειριστείς αυτό που είσαι.

Ο έρωτας είναι απαγορευμένος και δεν είναι. Είναι σχεδόν απαγορευμένος.
Η αγάπη είναι είναι υπαρκτή και δεν είναι. Είναι σχεδόν υπαρκτή.

Ο λόγος σου έχει βάρος και δεν έχει. Έχει σχεδόν βάρος.

Οι απόψεις σου ακούγονται και δεν ακούγονται. Σχεδόν ακούγονται.
Οι σκέψεις σου διατυπώνονται και δεν διατυπώνται. Σχεδόν διατυπώνονται.

Τα «πιστεύω» σου αρθρώνονται και δεν αρθρώνονται. Σχεδόν αρθρώνονται.
Τα όρια σου σχηματίζονται και δεν σχηματίζονται. Σχεδόν σχηματίζονται.

Οι σχέσεις σου είναι και δεν είναι. Σχεδόν είναι.

Το άγγιγμα είναι σχεδόν άγγιγμα και το φιλί σχεδόν φιλί.

Και εσύ... νιώθεις «σχεδόν».

Ανολοκλήρωτος. Ξεκρέμαστος. Μισός.
Δεν χωράς πουθενά. Δεν ταιριάζεις πουθενά. Δεν αναπνές πουθενά.

Είσαι και δεν είσαι,
σχεδόν είσαι.

Πόσο απαίσιο είναι να στέκεσαι στο σημείο «σχεδόν»;
Πόσο οδυνηρό;
Μόνο εσύ το ξέρεις. Σχεδόν το ξέρεις.

Όλα είναι ασφυκτικά και η μόνη λύση για να καταπολεμήσεις το πνίξιμο που νιώθεις είναι η αντίδραση. Η παιδιάστικη αντίδραση. Αφού δεν είσαι ακόμα ενήλικος για να αντιδράσεις όπως αντιδρούν οι, σχεδόν, ώριμοι άνθρωποι, το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι αυτό που ξέρεις να κάνεις εδώ και αρκετά χρόνια. Να συμπεριφερθείς σαν παιδί. Και έτσι συμπεριφέρεσαι. Σχεδόν σαν παιδί. Γιατί πια δεν μπορείς να συμπεριφερθείς ολοκληρωτικά σαν παιδί. Είτε το θέλεις, είτε όχι, σου αρέσει, δεν σου αρέσει, δεν είσαι πια παιδί. Έχεις μεγαλώσει. Ούτε η καθαρή παιδική συμπεριφορά δεν σου ανήκει. Είσαι έφηβος. Έφηβος! Και επειδή δεν ξέρεις τι να σε κάνεις από το παιδικό περνάς στο παιδιάστικο...

Δεν έχεις ιδέα πώς να ανταποκριθείς σε όλα αυτά τα «σχεδόν». Γιατί όταν είσαι έφηβος όλα μέσα σου και γύρω σου σου φαίνονται «σχεδόν».

Ξέρεις ποια είναι η διαφορά με το μετά;
Σχεδόν καμία.

Έχεις να ζήσεις διάφορα «σχεδόν» και αργότερα. Προσωπικά και επαγγελματικά.
«Σχεδόν» που δεν θα αντέχονται.

Όλα γύρω σου θα συνεχίσουν να είναι «σχεδόν».

Οι φίλοι σχεδόν φίλοι.
Η οικογένεια σχεδόν οικογένεια.
Οι περισσότεροι άνθρωποι σχεδόν άνθρωποι.

Οι σπουδές σχεδόν σπουδές.
Η δουλειά σχεδόν δουλειά.
Οι περισσότερες συνεργασίες σχεδόν συνεργασίες.

Έχεις να ακούσεις πολλά σχεδόν σε αγαπάω... έχεις να λάβεις πολλές σχεδόν υποσχέσεις...

Έχεις ακόμα να ζήσεις σχεδόν τόσα «σχεδόν» όσα έζησες και τότε! Αλλά τι λέω; Ακόμα περισσότερα! Έχεις να ζήσεις τόσα «σχεδόν» όσα δεν φαντάζεσαι!

Ποιος θα τόλμαγε να πει στον εφηβικό εαυτό σου... πως ένα μεγάλο μέρος των «σχεδόν» που νιώθεις δεν ανήκει σε εσένα αλλά στον κόσμο; Και θα συνεχίσει να υπάρχει και αργότερα; Εσύ μέσα στο σχεδόν πανικό σου νομίζεις πως οφείλονται όλα στην σχεδόν ηλικία σου. Αλλά δεν οφείλονται όλα εκεί.

Το «σχεδόν» κυριαρχεί και καθοδηγεί τον κόσμο.
Δεν είναι τρομαχτικό;
Το «σχεδόν» είναι ελεύθερο και κυκλοφορεί ανάμεσά μας.

Πως θα τόλμαγε κανείς να παραδεχτεί σε ένα σχεδόν παιδί, πως τα περισσότερα από τα «σχεδόν» που φοβάται είναι σχεδόν αληθινά; Πώς δεν θα αλλάξει σχεδόν τίποτα μεγαλώνοντας;

Σχεδόν τίποτα.

Θα αλλάξει κάτι.

Μπορεί να αλλάξει κάτι.

Κάτι μικρό.

Το μόνο κομμάτι που σου ανήκει πραγματικά.

Το δικό σου «σχεδόν».

Τα «σχεδόν» των άλλων ανήκουν στους άλλους.

Και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για την επιδημία «σχεδόν» που έχει ρημάξει το ανθρώπινο σύμπαν.

Για το γύρω «σχεδόν» σου δεν υπάρχουν και πολλά που μπορείς να κάνεις. Υπάρχουν. Αλλά όχι πολλά. Για το μέσα «σχέδον» σου όμως... μπορείς.

Το δικό σου «σχεδόν» μπορείς να το εξουδετερώσεις.

Αν φανείς βέβαια αρκετά δυνατός για να το καταπολεμήσεις.

Γιατί σε έναν σχεδόν κόσμο με σχεδόν ανθρώπους που κάνουν σχεδόν σχέσεις και ζουν σχεδόν ζωές δεν είναι εύκολο να αποβάλεις το «σχεδόν» σου.

Μπορείς να επιλέξεις να μείνεις σχεδόν άνθρωπος. Αλλά δεν θα το κάνεις. Θα επιλέξεις να γίνεις άνθρωπος. Γιατί δεν αντέχεις άλλα «σχεδόν»! Και ίσως το χειρότερο από όλα τα «σχεδόν», αυτό που πονάει περισσότερο, να είναι το δικό σου «σχεδόν». Για αυτό θα προσπαθήσεις να το αλλάξεις, να το κάνεις κάτι, οτιδήποτε, που δεν θα είναι «σχεδόν»...

Ξέρεις γιατί δεν θα ήθελα να ξαναγίνω έφηβη;

Γιατί δεν αντέχω με τίποτα να ξαναπεράσω το δικό μου «σχεδόν». Σωματικά και ψυχολογικά.

Τουλάχιστον μεγαλώνοντας έχω μόνο να αντιμετωπίσω τον σχεδόν κόσμο.

Τότε ήμουν σχεδόν υποχρεωμένη να υπακούω στην σχεδόν εφηβική κατάσταση μου.

Σχεδόν αποφάσεις. Σχεδόν επιλογές. Σχεδόν σκέψεις. Σχεδόν συναισθήματα.

Τώρα εγώ δεν είμαι «σχεδόν». Έχω επιλέξει να μην είμαι «σχεδόν». Γιατί έχω την επιλογή να μην είμαι «σχεδόν»! Πριν δεν την είχα.

Τα καταφέρνω; Σχεδόν τα καταφέρνω. Είμαι αρκετά ικανοποιημένη από εμένα και από τον αγώνα μου με τα «σχεδόν» μου.

Αυτή είναι η διαφορά με το πριν.

Εσύ δεν είσαι «σχεδόν». Είναι στο χέρι σου να μην είσαι «σχεδόν». Και το να μην είσαι «σχεδόν» θα σου δώσει μια ελευθερία στην σχεδόν ελευθερία του κόσμου.

Και, πρόσεξέ με, αυτή η ελευθερία θα είναι πραγματική.

Δεν θα είναι καθόλου μα καθόλου «σχεδόν».

Γιατί ένας άνθρωπος που έχει αποβάλει το δικό του «σχεδόν» αυτομάτως αποβάλλει το «σχεδόν» και από όσα θα ζήσει. Τίποτα δεν θα είναι πια «σχεδόν» για εσένα.

Εντάξει, εντάξει...

Σχεδόν τίποτα...

8/15/10

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις;



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την μέρα σου;
Με ένα χαμόγελο.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την νύχτα σου;
Με ένα βλέμμα.



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα βιβλίο;
Με μια λέξη.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα τραγούδι;
Με μια νότα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις έναν διάλογο;
Με μια πρόταση.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια μουσική;
Με μια φράση.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια πορεία;
Με ένα βήμα.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια αλλαγή;
Με μια στροφή.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια παράσταση;
Με μια αυλαία.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια ταινία;
Με ένα πλάνο.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια σχέση;
Με ένα φιλί.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα ταξίδι;
Με μια βαλίτσα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα πείραμα;
Με μια προσπάθεια.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια εφεύρεση;
Με ένα όραμα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια ζωγραφιά;
Με μια πινελιά.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα χορό;
Με μια κίνηση.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα στόχο;
Με μια απόφαση.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις ένα όνειρο;
Με μια ιδέα.

Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια συγχώρεση;
Με ένα «Συγνώμη».
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις μια αγάπη;
Με ένα «Σε αγαπώ».



Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την μέρα σου;
Με μια σκέψη.
Πώς μπορείς να ξεκινήσεις την νύχτα σου;
Με μια διάθεση.




Πώς μπορείς να σταματήσεις τα πάντα;
Με μια παύση.
Πως μπορείς να σταματήσεις για πάντα;
Με μια ατελείωτη παύση.




Πώς μπορείς να σταματήσεις...;
Με ένα τέλος.


Πώς μπορείς να ξεκινήσεις...;
Με μια αρχή...




Άνοιξε την αυλαία σου...


Μια απόφαση είναι. Έχεις την ιδέα. Έχεις το όραμα. Έχεις την διάθεση. Πάρε την βαλίτσα σου. Κάνε το βήμα. Πες την λέξη, την φράση, την πρόταση... Κάνε την κίνηση, πάρε την στροφή... Ζήτησε «Συγνώμη». Μοίρασε «Σε αγαπώ». Βάλε την δική σου νότα, την δική σου πινελιά... Ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα, ένα φιλί... Κάνε την σκέψη προσπάθεια... και, επιτέλους, μπες στο πλάνο της ζωής σου...

8/2/10

Από το ένα «-ισμός» στο άλλο!


Από τον απόλυτο ρεαλισμό πέρασα στον απόλυτο ρομαντισμό μετά ξανά στον απόλυτο ρεαλισμό για να ξαναπεράσω στον απόλυτο ρoμαντισμό...

Μετά κουράστηκα από τόση απολυτότητα και αποφάσισα πως είναι καλύτερη μια ενδιάμεση λύση.... Ένας συνδυασμός και των δύο. Οπότε έγινα ρομαντική αλλά πάνω σε ρεαλιστικές βάσεις... και μετά, σιγά σιγά, χωρίς να ξέρω πώς, πέρασα στο να είμαι ρεαλίστρια αλλά με ρομαντικές ιδέες!

Ρομαντικός ρεαλισμός ή ρεαλιστικός ρομαντισμός; Ήταν ένα ερώτημα που με βασάνιζε για χρόνια...

Μετά έγινα απλά κυνική και χάθηκε κάθε ίχνος ρομαντισμού αλλά και ρεαλισμού. Ο κυνισμός κατάπιε κάθε ίχνος πραγματικότητας ή παραμυθιού!

Και μετά έγινα μηδενίστρια και τελείωσε η υπόθεση! Ο σκληρός μηδενισμός μου σκότωσε ακόμα και τον υπερβολικά αντιδραστικό κυνισμό μου!

Κυνικός μηδενισμός ή μηδενιστικός κυνισμός; Ήταν ένα ερώτημα που δεν με βασάνισε ιδιαίτερα...

Μετά, επειδή, παρά έκανα πολύ παρέα με το μηδέν, βαρέθηκα. Θέλησα να περάσω στο «ένα». Αλλά το «ένα» δεν μου ήταν αρκετό και σκέφτηκα να στοχεύσω λίγο παραπάνω και λίγο παραπάνω και λίγο παραπάνω... και τελικά κατάλαβα πως το λίγο δεν μου αρκεί αλλά θέλω να φτάσω εκεί που είναι το πιο ψηλό σημείο που μπορώ να φτάσω. Δεν υπάρχει στοχεύω λίγο. Υπάρχει στοχεύω ή δεν στοχεύω. Όλα τα ενδιάμεσα στάδια μου φαίνονταν συμβιβασμός...

Και έγινα ιδεαλίστρια... Στόχευσα στά σύννεφα... και σύντομα έπεσα από αυτά...

Μετά σκέφτηκα πάλι πως η αλήθεια κρύβεται κάπου ανάμεσα στα δύο...

Με βάση το μηδέν να αποζητάω το ιδανικό και το αντίστροφο, με βάση τα ιδανικά να επιστρέφω στο μηδέν. Έγινα λοιπόν ένα κράμα μηδενισμού και ιδεαλισμού... Από την μια μεριά είχα απομυθοποιήσει τα πάντα και από την άλλη μεριά τις ίδιες αξίες που είχα απορρίψει τις πίστευα πιο πολύ από ποτέ αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο...

Μετά, όμως, όλο αυτό το περίεργο μείγμα που είχα γίνει με μπέρδεψε... Πέρασα στην αμφιβολία και στην αμφισβήτηση... Δεν μπορούσα να με ορίσω. Δεν μπορούσα να με γνωρίσω. Δεν υπήρχε καμία ονομασία που να ένιωθα ότι είμαι εγώ. Κανένα «–ισμός» δεν μπορούσε να με εκφράσει... Άρχισα, λοιπόν, να απαντάω «Δεν ξέρω» σε όλα...

Είσαι ρομαντική; Δεν ξέρω.

Είσαι ρεαλίστρια; Δεν ξέρω.

Είσαι κυνική; Δεν ξέρω.

Είσαι μηδενίστρια; Δεν ξέρω.

Είσαι ιδεαλίστρια; Δεν ξέρω.

Τι είσαι; Δεν ξέρω.

Τι ξέρεις; Δεν ξέρω, δεν ξέρω, δεν ξέρω!!!

Και μετά από όλα αυτά τα «–ισμός» πέρασα στον αγνωστικισμό!

Αλλά σε έναν άλλον αγνωστικισμό. Όχι μόνο σε αυτόν που πιστεύει ότι είναι αδύνατη η γνώση της αρχής του κόσμου. Αλλά και σε αυτόν που πιστεύει ότι είναι αδύνατη η γνώση της αρχής του δικού μου κόσμου.

Όσο και να προσπαθώ να με ορίσω, όσο και να προσπαθώ να με γνωρίσω, όσο και να προσπαθώ να με ονοματίσω, είμαι αυτό που είμαι και τίποτα παρά πέρα από αυτό. Είμαι τίποτα και όλα. Και δεν υπάρχει κανένα όνομα, καμία λέξη, καμία έννοια, που να μπορεί να συμπεριλάβει όλα τα στοιχεία που με αποτελούν.

Και από εκεί, από εκείνο το σημείο που ένιωσα πως είμαι μια σύνθετη σύνθεση που μπορεί να μην καταλάβω ποτέ, κρατώντας όλα τα προηγούμενα, χωρίς να πετάξω τίποτα, και αποδεχόμενη πια ότι είμαι όλα αυτά ταυτόχρονα,

Πέρασα στο επόμενο στάδιο...

Πίστεψα στον άνθρωπο(πάνω και πέρα από όλα)...

Πίστεψα σε εμένα, πίστεψα στον διπλανό μου, πίστεψα σε εσένα...

Πίστεψα σε έναν ελεύθερο άνθρωπο, πίστεψα σε όλους τους ελεύθερους ανθρώπους...

Και κάπως έτσι πέρασα στον ανθρωπισμό...

8/1/10

Μόνο...


Μόνο όταν σε συνάντησα κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα να συναντήσω κάποιον σαν εσένα.

Μόνο όταν βρέθηκες μπροστά μου κατάλαβα ότι ήταν αδύνατο να σε αγνοήσω.

Μόνο όταν μου μίλησες κατάλαβα πόσο ξεκούραστο είναι το να κάνει κάποιος την πρώτη κίνηση και αυτός ο κάποιος να μην είμαι εγώ.

Μόνο όταν συζητήσαμε κατάλαβα ότι υπάρχουν και διάλογοι που δεν φτιάχνονται απαραίτητα από δύο μονολόγους.

Μόνο όταν με κοίταξες κατάλαβα πως είναι να αιχμαλώτιζει κάποιος όλη σου τη ζωή σε μια στιγμή.

Μόνο όταν με άγγιξες κατάλαβα πως με καταδικάζεις να αποζητάω, από τώρα μέχρι την αιωνιότητα, το δικό σου μόνο άγγιγμα.

Μόνο όταν με αγκάλιασες κατάλαβα πόσο διψούσα να με αγκαλιάσεις, πόσο διψούσα για εσένα.

Μόνο όταν ξυπνήσαμε μαζί, νωρίς το πρωί, κατάλαβα πως είναι να ξυπνάς μαζί με κάποιον άλλον. Ξυπνάω τόσο νωρίς που σε όλες μου τις σχέσεις ξυπνούσα μόνη μου. Και αυτό δεν με ενοχλούσε και δεν με ενοχλεί. Δεν είναι απαραίτητο να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε όλοι τις ίδιες ώρες! Αλλά δεν είχα μοιραστεί ποτέ το πρώτο πρωινό φως της μέρας με κάποιον άλλον. Και μόνο με εσένα κατάλαβα πόσο όμορφο είναι το να βλέπεις μαζί με κάποιον άλλον τις πρώτες αχτίνες του ήλιου να μπαίνουν από το παράθυρο.

Μόνο όταν με φίλησες, το βράδυ πριν κοιμηθώ, κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα το φιλί σου, για αυτό το συγκεκριμένο βράδυ, για κάθε βράδυ από εδώ και πέρα, για όλη μου την ζωή... Ναι, θα επέλεγα το φιλί σου για πάντα, χωρίς δεύτερη σκέψη. Όχι οποιοδήποτε φιλί... Το δικό σου μόνο φιλί.

Πριν με φιλήσεις δεν είχα φιληθεί.

Πριν με αγαπήσεις δεν είχα αγαπηθεί.

Μόνο όταν με αγάπησες κατάλαβα πόσο ανάγκη είχα να με αγαπήσουν με τον δικό σου τρόπο. Θεωρούσα αυτονόητο πως δεν υπάρχει τέτοια αγάπη πουθενά σε ολόκληρο τον κόσμο. Έκανα λάθος. Όσες καταστάσεις κι αν βιώσεις δεν είναι, τελικά, αρκετές για να βγάλεις «σωστά» συμπεράσματα για τους ανθρώπους. Νόμιζα πως η αγάπη, αυτή η αγάπη που δεν χωράει καμία αμφισβήτηση, που είναι όλα τόσο απόλυτα, απλά και αληθινά, ήταν ένα παιδικό όνειρο, μια εφηβική ελπίδα, μια ενήλικη παραίσθηση. Ένα σκορπισμένο όραμα που δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα...

Νόμιζα πως δεν υπήρχε πια αγάπη, τουλάχιστον όχι για εμένα... Είχα σταματήσει να πιστεύω...

Μόνο όταν σε γνώρισα κατάλαβα πως πιστεύω ακόμα στην αγάπη. Είναι πέρα από τις δυνάμεις μου... Πάντα πίστευα και πάντα θα πιστεύω... Μέχρι τέλους...

Μόνο όταν σε βρήκα κατάλαβα πως δεν έχουν νόημα όλα τα υπόλοιπα.

Μόνο η αγάπη.

Μόνο η αγάπη γεμίζει τη ζωή.

Μόνο οι άνθρωποι που αγαπάνε είναι ζωντανοί.

Πώς ζούσα χωρίς εσένα;

Πώς υπήρχα χωρίς να υποφέρω από το ότι δεν σε έχω γνωρίσει;

Δεν με ενδιαφέρει που άργησες... μου αρκεί το ότι ήρθες, το ότι έφτασες, το ότι
είσαι εδώ...

Πώς κατάφερες να βρεις τον δρόμο;

Νόμιζα πως έχεις χαθεί...

Νόμιζα πως ο δρόμος σου είχε γκρεμιστεί...

Περίμενα και περίμενα και περίμενα...

Μόνο όταν ήρθες ήξερα πως είσαι αυτός ο κάποιος που περίμενα.

Μόνο όταν μου είπες το όνομά σου αυτός ο κάποιος απέκτησε όνομα. Το δικό σου.

Και μόνο όταν σε είδα αυτός ο κάποιος απέκτησε μορφή. Την δική σου.

Η σκιά έγινε άνθρωπος και η σιωπή έγινε φωνή και η αγάπη έγινε αληθινή...

Τόσο αληθινή... όσο ποτέ πριν.

Όνειρα, ελπίδες, παραισθήσεις και οράματα έγιναν τόσο πραγματικά...

και αυτήν την απτή μορφή τους την οφείλω σε εσένα...

Ξέρεις γιατί;

Μόνο όταν με συνάντησες δεν φοβήθηκες να αγαπήσεις... να με κρατήσεις και να με αγαπήσεις...

Και θέλει θάρρος το να αγαπάς, θέλει τόλμη το να ερωτεύσαι, θέλει γενναίοτητα και γενναιοδωρία το να υπάρχεις μαζί με κάποιον άλλον και όχι μόνος σου.

Σε ευχαριστώ, που ήσουν και είσαι τόσο γενναίος, σε ευχαριστώ.

Πριν σε γνωρίσω δεν υπήρχες για εμένα.
Και αφού σε γνώρισα υπάρχω για εσένα.

Μόνο για εσένα...